Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.213
- Likes
- 25.793
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
- Βυτίνα-Όρος Μαίναλο-Χιονοδρομικό Κέντρο-Αλωνίσταινα
- Νυμφασία-Λεβίδι
- Ελάτη-Στεμνίτσα
- Ελληνικό-Λούσιος ποταμός-Αρχαία Γόρτυνα
- Καρύταινα: Το Τολέδο της Ελλάδας!
- Όρος Σαϊτάς
- Βυζαντινός ναός Παναγίας Λεβιδίου και Αρχαιολογικός Χώρος Ορχομενού
- Ναός Αγίας Φωτεινής Μαντινείας
- Και μετά ήρθε ο "Λέανδρος"!
- Βλαχέρνα-Κάστρο Μπεζενίκου-Παναγία Καταφυγιώτισσα-Μονή Αγίας Ελεούσας-Όρος Καστανιά-Μονή Παναγίας της Βλαχέρνας.
- Σαν σήμερα η μάχη στο Λεβίδι, 14 Απριλίου 1821.
- Μαγούλιανα: Ο εξώστης της Αρκαδίας ή μήπως ολόκληρης της Πελοποννήσου;
- Βαλτεσινίκο: Ο τόπος με τα πολλά νερά!
- Μονή Αγίου Νικολάου Βαλτεσινίκου και Μυγδαλιά
- Αρχαιολογικός Χώρος Αρχαίας Μαντινείας
- Κοντοβάζαινα: Το κεφαλοχώρι με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια
- Δήμητρα-Μουριά-Τεχνητή Λίμνη Λάδωνα-Λάδωνας ποταμός
- Λάστα: Το χωριό με μόνιμο αριθμό κατοίκων όσα τα δάχτυλα του ενός χεριού!
- Λαγκάδια: Το "κρεμαστό" χωριό με την πέτρινη ομορφιά!
- Λίμνη Τάκα
- Τεγέα: Αλέα-Αρχαιολογικό Μουσείο-Ναός Αλέας Αθηνάς-Αρχαιολογικό Πάρκο-Στάδιο
- Βούρβουρα: Το σιωπηλό χωριό με την παρθένα φύση
- Δάρα: Η Χώρα των Νάσων (Νησιών)
- Το Δάρα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
- Το Δάρα μετά την Απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό
- Δάρα: Έθιμα και παραδόσεις
- Δάρα: Η μετάβαση από Δήμο σε Κοινότητα και η μετανάστευση
- Το Δάρα και ο Πόλεμος του 1940
- Το Δάρα και ο Εμφύλιος Πόλεμος
- Το Δάρα μετά τον Εμφύλιο και στα χρόνια της Δικτατορίας
- Το Δάρα και ο ζωοδότης κάμπος του
- Το Δάρα και το νερό
- Το μικρό Δάρα της Αυστραλίας
- Το Δάρα και το Μουσείο Λαϊκού Πολιτισμού
- Το Δάρα ζει στους ρυθμούς του Αστέρα Ραχούλας
- Κανδήλα-Ιερά Μονή Παναγίας της Κανδήλας-Πηγή Σίντζι
- Λίμνη-Χωτούσα-Αρχαιολογικός Χώρος Καφυών
- Λιμποβίσι-Αρκουδόρεμα-Χρυσοβίτσι: Στα λημέρια του Κολοκοτρώνη
- Πιάνα: Η κατοικία του Θεού Πάνα
- Ζάτουνα: Το χωριό πέρα από το ποτάμι
- Ζυγοβίστι: Το χωριό όπου η ιστορία δεν ξαπόστασε ακόμα-Ο τόπος των Αθανάτων
- Κάψια-Σπήλαιο Κάψια-Πηγή του Πανός-Μηλιά-Ιερό Ιππίου Ποσειδώνος
- Μονή Αιμυαλών
- Βαλτεσινίκο-Μονή Αγίου Νικολάου-Μονή Φιλοσόφου-Ζάτουνα
Λίμνη-Χωτούσα-Αρχαιολογικός Χώρος Καφυών
Το χωριό που είδα καρφιτσωμένο στην πλαγιά του Ολίγυρτου ήταν η Λίμνη. Πριν καν φτάσω εκεί ήμουν σίγουρη ότι η θέα προς το λεκανοπέδιο της Κανδήλας θα ήταν ανεπανάληπτη. Έστριψα λοιπόν δεξιά στη δημοσιά (Επαρχιακή Οδός Αγοριανής-Κορώνειας),
οδηγώντας ανάμεσα σε καταπράσινα λιβάδια στα οποία έβοσκαν πρόβατα, πολλά πρόβατα! Γι΄ αυτό άλλωστε και ο γειτονικός Αρχαίος Ορχομενός και η γύρω περιοχή ονομαζόταν “Πολύμηλος”, γιατί ήταν πλούσια σε πρόβατα.
Αυτό που μου τράβηξε από μακριά την προσοχή και αποφάσισα να επισκεφθώ πρώτο, ήταν ένας ναός πάνω σε ύψωμα, αρκετά έξω από το χωριό.
Υπέθεσα ότι από εκεί ψηλά θα έχω “πιάτο” όλο τον κάμπο και όπως ήταν αναμενόμενο δε διαψεύστηκα. Από το περιμετρικό μπαλκόνι του Αγίου Παντελεήμονα Λίμνης απόλαυσα μια πανοραμική θέα σε μια απέραντη κιτρινοπράσινη θάλασσα που έφτανε μέχρι το βάθος του ορίζοντα. Μόνο τα ψηλά βουνά στάθηκαν ικανά να ανακόψουν το ταξίδι του βλέμματος.
Μπήκα στο χωριό.
Η παλιά ονομασία της Λίμνης από την Τουρκοκρατία είναι Άγαλι και αναφέρεται επίσημα, μετά την Απελευθέρωση, το 1879 στο ΦΕΚ 50Α-25/07/1879 να προσαρτάται στον τότε Δήμο Νάσων. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 και αρχές του 1970 αποτελείτο από δύο χωριά, Κάτω και Άνω Άγαλι ή πιο συνεπτυγμένα όπως το έλεγαν οι ντόπιοι, Πανάγαλι.
Στην είσοδο του χωριού σταμάτησα για να δω το παραδοσιακό πηγάδι με τον μηχανισμό
και αμέσως μετά έφτασα στην έρημη πλατεία. Το μοναδικό καφενείο ήταν κλειστό,
οπότε δίχως χρονοτριβή, κατευθύνθηκα προς τον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου με το πέτρινο καμπαναριό.
Ο αυλόγυρος προσφέρει εξαιρετική θέα προς τον κάμπο αλλά και προς το χωριό.
Ανηφόρισα το στενό σοκάκι δίπλα στην εκκλησία,
ανεβαίνοντας στον υψηλότερο μαχαλά του χωριού για να απολαύσω ακόμα περισσότερη θέα προς το λεκανοπέδιο, αλλά και για να γνωρίσω καλύτερα αυτό το μικρό και ταπεινό χωριό της Αρκαδίας, το οποίο δεν έχει και πολλά πράγματα να προσφέρει στον επισκέπτη. Έτσι κατηφόρισα προς την πλατεία, μπήκα στο αυτοκίνητο και αναχώρησα για το επόμενο κοντινό χωριό, τη Χωτούσα.
Ακολουθώντας την Επαρχιακή Οδό Ματιού-Δάρα, λίγο πριν φτάσω στη Χωτούσα, έστριψα αριστερά σε έναν αγροτικό δρόμο ο οποίος οδηγεί στο Τειχιό, ένα ακόμα γεωλογικό αξιοθέατο της περιοχής. Φτάνοντας είδα ένα κυκλικό τείχος, χτισμένο με παραδοσιακό τρόπο, μέσα στο οποίο υπάρχει πηγή που αναβλύζει νερό. Ένα ακόμα πηγάδι με μηχανισμό βρίσκεται και εδώ.
Πάνω στον λόφο είδα ένα εκκλησάκι. Ήταν δυνατόν να μην ανέβω? Είναι ο Αη Γιώργης ο οποίος κερνάει θέα χωρίς κανένα αντάλλαγμα.
(Στο βάθος, το βουνό με τις κεραίες, είναι το Όρος Κνάκαλος των αρχαίων, η σημερινή Καστανιά, για το οποίο έχει γίνει εκτενής παρουσίαση, με ανάβαση στην κορυφή του στο κεφάλαιο Ελλάδα - Ιδέες για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου στην Αρκαδία!)
Στην άκρη του λόφου, μεταξύ δύο σιδερένιων καθισμάτων στέκεται το κολωνάκι της Γεωγραφικής Υπηρεσίας.
Από εδώ ψηλά οι αγροτικοί δρόμοι φαντάζουν στα μάτια μου σαν ένα φλεβικό σύστημα που διακλαδίζεται, απ΄ άκρη σ΄ άκρη του απέραντου κάμπου, συμβάλλοντας στην καλή και εύρυθμη λειτουργία αυτού του τόσο ζωντανού οργανισμού, που αποτελεί μια αστείρευτη πηγή ζωής για ανθρώπους και ζώα.
Από τα χαμηλά δύο μόνον ήχοι έφταναν στα αυτιά μου: το τραγούδι των βατράχων και ο θόρυβος της μπουλντόζας που άνοιγε τρύπες στο έδαφος. Πολύ θα ήθελα να μάθω για ποιο λόγο είχε κάνει σουρωτήρι το χωράφι, αλλά μένοντας με την απορία, κατηφόρισα τον λόφο και συνέχισα την πορεία μου με στόχο πλέον τη Χωτούσα.
Η Χωτούσα είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε βουνοπλαγιά της δυτικής άκρης της λεκάνης της Κανδήλας και έχει υψόμετρο 770 μέτρα. Αναφορές για τον οικισμό υπάρχουν πριν την περίοδο της Επανάστασης του 1821, όπου καταγράφεται ως Χωτούσσα ή Χοτούσα ή Χυτούσα ή Διάσελο, να συμπεριλαμβάνεται στην τότε επαρχία Τριπολιτσάς. Μετά την Απελευθέρωση, αναφέρεται γραμμένη ως Χωτούσα (με ένα "σ"), και το 1835 στο ΦΕΚ 16Α-24/05/1835 προσαρτάται στον τότε Δήμο Νάσων.
Όταν από τον δρόμο φάνηκε το χωριό, σκαρφαλωμένο τόσο ψηλά στην πλαγιά, εντυπωσιάστηκα. Είχα όμως τόσο κόντρα τον ήλιο που δεν τόλμησα να σταματήσω για φωτογραφίες γιατί ήμουν σίγουρη για το χάλια αποτέλεσμα. Άφησα τον “κεντρικό” και έστριψα δεξιά σε έναν πολύ στενό και πολύ ανηφορικό δρόμο,
ο οποίος με οδήγησε σε ένα πλάτωμα μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους. Βγήκα από το αυτοκίνητο και άνοιξα τη σιδερένια πόρτα που περιβόλου του ναού. Κατέβηκα μερικά σκαλιά και βρέθηκα εμπρός από το πετρόχτιστο οικοδόμημα.
Στη συνέχεια ανηφόρισα στις ρούγες του πανήσυχου χωριού. Βαδίζοντας στον "κεντρικό δρόμο" η εγκατάλειψη και η ερήμωση δήλωσαν αμέσως την παρουσία τους.
Είδα πέτρινα σπίτια, είδα ξύλινα χαγιάτια, είδα μισογκρεμισμένα αρχοντικά
αλλά είδα και κάποια πολύ όμορφα και φροντισμένα κτίρια.
Σκαρφαλώνοντας στις ψηλές γειτονιές του χωριού και αντικρίζοντας όλα αυτά τα πέτρινα σπίτια κατάλαβα ότι η Χωτούσα στις δόξες της θα πρέπει να ήταν ένα πολύ όμορφο χωριό.
Κάποια σπίτια έγιναν βορά του αδυσώπητου χρόνου, όμως κάποια άλλα, όπως αυτά τα δύο γεροντάκια-ο παππούς και η γιαγιά στα δικά μου μάτια-στέκουν πληγωμένα, μα όρθια στην καρδιά του χωριού. Πόσες ιστορίες έχουν άραγε να διηγηθούν? Πόσες χαρές και πόσες λύπες έχουν βιώσει μέσα στην πορεία του χρόνου? Πόσα γεγονότα έχουν αποτυπώσει σε κάθε πέτρα και σε κάθε δοκάρι του κορμιού τους?
Σε αντίθεση με τη Λίμνη η Χωτούσα μου άρεσε πολύ, μου έβγαλε συναισθήματα, μου έδωσε εικόνες που αγαπώ να βλέπω στα χωριά που επισκέπτομαι, γι΄ αυτό της αφιέρωσα αρκετό χρόνο και περπάτησα σε όλες σχεδόν τις γειτονιές της.
Επέστρεψα στο αυτοκίνητο και μπήκα στο internet να τσεκάρω για τυχόν επιπλέον αξιοθέατα του χωριού. Κάπου διάβασα για μια θολωτή κρήνη με δύο γούρνες, που έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο "διότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα κτίσματος ειδικής κατασκευής, λαϊκών μαστόρων, σημαντικό για τη μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής", αλλά δεν είχα ιδέα που θα μπορούσα να βρω αυτήν την κρήνη. Ο χάρτης δεν έδινε απολύτως καμία πληροφορία.
Και εκείνη ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να βάλω μπρος το αυτοκίνητο και να φύγω εμφανίστηκε ο “από μηχανής” καλός θεός των ταξιδιωτών, ο οποίος ήρθε να μου λύσει τον γρίφο της θολωτής κρήνης. Ναι, ναι ένας παππούς με πλησίασε και αφού χαιρετηθήκαμε μου είπε: -”Έχεις κάμποση ώρα που τριγυρνάς στο χωριό, από που μας έρχεσαι”?
Πιάσαμε την κουβέντα και αφού του εξήγησα ότι έχω καταγωγή από του Δάρα και ότι έχω έρθει στο χωριό για το Πάσχα, συνεχίσαμε να μιλάμε κάμποση ώρα, αφού ο παππούς ήταν διψασμένος για επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων. Μου είπε ότι πλέον στο χωριό επικρατεί ερημιά, αφού οι μόνιμοι κάτοικοι είναι μόλις 15 ψυχές, μου έκανε τα παράπονά του για τον κόσμο στην Τρίπολη που δεν προσέχει και συνωστίζεται εν μέσω πανδημίας-τί να σου κάνει και αυτό το κράτος άμα εσύ δεν προσέχεις-μου σχολίασε τη χαλαρότητα των σημερινών γονιών στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους-κυρίως των κοριτσιών που αργούν να γυρίσουν από τη διασκέδαση στο σπίτι-και θα συνέχιζε, ίσως, να μου αναλύει την επόμενη διαστημική αποστολή της NASA στον Άρη, αν δεν τον διέκοπτα για να τον ρωτήσω: -”Μήπως ξέρετε που θα βρω μια κρήνη με δύο γούρνες εδώ κοντά στο χωριό”?
-”Τη βρύση μάλλον θα λες” με διόρθωσε.
-”Ναι την πέτρινη βρύση” του αποκρίθηκα.
Μου εξήγησε με κάθε λεπτομέρεια την πορεία που έπρεπε να ακολουθήσω, μου είπε ότι θα τη βρω εύκολα δίπλα στο μαντρί, και ότι υπάρχει χώρος για να κάνω αναστροφή για να γυρίσω. Τον ευχαρίστησα, του ευχήθηκα τα καλύτερα και ξεκίνησα.
Από τον ναό του Αγίου Χαραλάμπους ξεκινάει χωματόδρομος τον οποίο ακολούθησα.
Όταν συνάντησα μια διχάλα έστριψα στον δεξί κατηφορικό χωματόδρομο
και μετά από λίγο βρήκα την κρήνη η οποία ήταν δυστυχώς άνυδρη.
Φεύγοντας από το χωριό έκανα μια προσπάθεια, ώστε να πάρω μερικές φωτογραφίες, παρόλο τον κόντρα ήλιο και αυτό είναι το καλύτερο αποτέλεσμα που μπόρεσα να έχω:
Οι Καφυές ήταν πόλη της αρχαίας Αρκαδίας. Σύμφωνα με τον Παυσανία που πέρασε από εδώ βρίσκονταν τρία Στάδια απόσταση από τον Ορχομενό και δίπλα στο Όρος Τραχύ. Κοντά στην πόλη ανέβλυζαν οι Πηγές Τενείαι (σημερινή Πηγή Σίντζι που περιέγραψα στο προηγούμενο κεφάλαιο). Όλη η περιοχή που βρισκόταν η πολίχνη ονομαζόταν Καφυατικό πεδίο. Οικιστής και ονοματοδότης της πόλης ήταν ο Κηφέας, γιος του βασιλιά της Αρκαδίας Άλεου. Κατά μια άλλη εκδοχή, η ίδρυση της πόλης αποδίδεται στον Αινεία, ο οποίος της έδωσε το όνομα, είτε του αδελφού του Κάπυ, είτε του παππού του που είχε το ίδιο όνομα. Με αυτόν τον τρόπο η ίδρυση της πόλης συνδέεται με τον Βασιλικό Οίκο της Τροίας. Η ύπαρξη της πόλης αναφέρεται για πρώτη φορά το 265 π.Χ.
Ο χώρος βρίσκεται σε πεδινή έκταση, ανατολικά του σημερινού χωριού Χωτούσα. Πάνω στην Επαρχιακή Οδό Βλαχερνών-Κώμης βρίσκεται μια μεγάλη πετρόκτιστη κρήνη. Αυτή η κρήνη συνδέεται με τη Μενελαΐδα Πηγή. Στις Καφυές υπήρχε μια περίφημη κρήνη, που ονομαζόταν Μενελαΐς από τον βασιλιά Μενέλαο, ο οποίος περιόδευε στην Αρκαδία στρατολογώντας πολεμιστές για τον πόλεμο της Τροίας.
Από την Πηγή ξεκινάει χωματόδρομος προς το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη και τον ακολούθησα. Είχα προχωρήσει ελάχιστα μέτρα όταν είδα την ταμπέλα για τον Αρχαιολογικό Χώρο των Καφυών.
Συνέχισα μέχρι τον Άγιο Ιωάννη, ο οποίος απολαμβάνει τη μοναξιά του μέσα στα απέραντα χωράφια του κάμπου, και σταμάτησα αναγκαστικά το αυτοκίνητο, αφού ο χωματόδρομος τερματίζει εδώ.
Άντε τώρα να δω πώς θα εντοπίσω τα αρχαία υπολείμματα της πόλης των Καφυών, μέσα στα χωράφια με τα θεριεμένα χόρτα, και κυρίως πώς θα αντιμετωπίσω τυχόν συνάντηση με τίποτα τσοπανόσκυλα, γιατί όλο και κάποιο κοπάδι έβοσκε παραπέρα. Η ταμπέλα ήταν μπηγμένη στο έδαφος για τα μάτια του κόσμου. Μη νομίζετε ότι υπήρχαν άλλες σημάνσεις ή κάποια περίφραξη που να διευκολύνει τον εντοπισμό των αρχαίων απομειναριών. Μόνη μου έπρεπε να βγάλω άκρη! Η αγάπη μου για την αρχαιολογία, το πάθος που με διακατέχει για τέτοιες εξερευνήσεις, αλλά και το βλήμα που έχω στον εγκέφαλο, έκαμψαν τις όποιες επιφυλάξεις μου και ξεχύθηκα στα χωράφια με σύμμαχο τον πλοηγό, ο οποίος δεν ήταν και ιδιαίτερα βοηθητικός, μάλλον καθόλου θα έλεγα. Τελικά τα κατάφερα και ανακάλυψα κομμάτια του αρχαίου τείχους και του ιερού.
Η ώρα είχε πλέον προχωρήσει. Για την Κανδήλα και τη Μονή της Παναγίας είχα ξεκινήσει και τελικά, οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι, ώστε κατέληξα να δω ένα σωρό επιπλέον πράγματα σε αυτήν τη μοναχική εκδρομή. Ακολούθησα την Επαρχιακή Οδό Βλαχερνών-Κώμης
και σε λίγη ώρα έφτασα στη Βλαχέρνα. Ο εντυπωσιακός βράχος του Μπεζενίκου πάνω από το χωριό υπέταξε το βλέμμα μου και με υποχρέωσε σε στάση για μια, δύο, άντε και τρεις φωτογραφίες.
(Για τον βράχο και το Κάστρο του Μπεζενίκου υπάρχει αφιέρωμα στο κεφάλαιο Ελλάδα - Ιδέες για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου στην Αρκαδία!)
Απερίσπαστη πλέον πάτησα το γκάζι για να καλύψω την απόσταση που με χώριζε από το σπίτι μου στον κάμπο του Δάρα. Είχα να μαγειρέψω και κατιτίς για να φάω, αφού όλη μέρα δεν είχα φάει τίποτα. ‘Αναψα το τζάκι και ξεκίνησα τη μαγειρική βλέποντας ταυτόχρονα στο laptop τις φωτογραφίες της εκδρομής. Ανέβασα και κάποιες στο thread Live from…
Το χωριό που είδα καρφιτσωμένο στην πλαγιά του Ολίγυρτου ήταν η Λίμνη. Πριν καν φτάσω εκεί ήμουν σίγουρη ότι η θέα προς το λεκανοπέδιο της Κανδήλας θα ήταν ανεπανάληπτη. Έστριψα λοιπόν δεξιά στη δημοσιά (Επαρχιακή Οδός Αγοριανής-Κορώνειας),
οδηγώντας ανάμεσα σε καταπράσινα λιβάδια στα οποία έβοσκαν πρόβατα, πολλά πρόβατα! Γι΄ αυτό άλλωστε και ο γειτονικός Αρχαίος Ορχομενός και η γύρω περιοχή ονομαζόταν “Πολύμηλος”, γιατί ήταν πλούσια σε πρόβατα.
Αυτό που μου τράβηξε από μακριά την προσοχή και αποφάσισα να επισκεφθώ πρώτο, ήταν ένας ναός πάνω σε ύψωμα, αρκετά έξω από το χωριό.
Υπέθεσα ότι από εκεί ψηλά θα έχω “πιάτο” όλο τον κάμπο και όπως ήταν αναμενόμενο δε διαψεύστηκα. Από το περιμετρικό μπαλκόνι του Αγίου Παντελεήμονα Λίμνης απόλαυσα μια πανοραμική θέα σε μια απέραντη κιτρινοπράσινη θάλασσα που έφτανε μέχρι το βάθος του ορίζοντα. Μόνο τα ψηλά βουνά στάθηκαν ικανά να ανακόψουν το ταξίδι του βλέμματος.
Μπήκα στο χωριό.
Η παλιά ονομασία της Λίμνης από την Τουρκοκρατία είναι Άγαλι και αναφέρεται επίσημα, μετά την Απελευθέρωση, το 1879 στο ΦΕΚ 50Α-25/07/1879 να προσαρτάται στον τότε Δήμο Νάσων. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 και αρχές του 1970 αποτελείτο από δύο χωριά, Κάτω και Άνω Άγαλι ή πιο συνεπτυγμένα όπως το έλεγαν οι ντόπιοι, Πανάγαλι.
Στην είσοδο του χωριού σταμάτησα για να δω το παραδοσιακό πηγάδι με τον μηχανισμό
και αμέσως μετά έφτασα στην έρημη πλατεία. Το μοναδικό καφενείο ήταν κλειστό,
οπότε δίχως χρονοτριβή, κατευθύνθηκα προς τον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου με το πέτρινο καμπαναριό.
Ο αυλόγυρος προσφέρει εξαιρετική θέα προς τον κάμπο αλλά και προς το χωριό.
Ανηφόρισα το στενό σοκάκι δίπλα στην εκκλησία,
ανεβαίνοντας στον υψηλότερο μαχαλά του χωριού για να απολαύσω ακόμα περισσότερη θέα προς το λεκανοπέδιο, αλλά και για να γνωρίσω καλύτερα αυτό το μικρό και ταπεινό χωριό της Αρκαδίας, το οποίο δεν έχει και πολλά πράγματα να προσφέρει στον επισκέπτη. Έτσι κατηφόρισα προς την πλατεία, μπήκα στο αυτοκίνητο και αναχώρησα για το επόμενο κοντινό χωριό, τη Χωτούσα.
Ακολουθώντας την Επαρχιακή Οδό Ματιού-Δάρα, λίγο πριν φτάσω στη Χωτούσα, έστριψα αριστερά σε έναν αγροτικό δρόμο ο οποίος οδηγεί στο Τειχιό, ένα ακόμα γεωλογικό αξιοθέατο της περιοχής. Φτάνοντας είδα ένα κυκλικό τείχος, χτισμένο με παραδοσιακό τρόπο, μέσα στο οποίο υπάρχει πηγή που αναβλύζει νερό. Ένα ακόμα πηγάδι με μηχανισμό βρίσκεται και εδώ.
Πάνω στον λόφο είδα ένα εκκλησάκι. Ήταν δυνατόν να μην ανέβω? Είναι ο Αη Γιώργης ο οποίος κερνάει θέα χωρίς κανένα αντάλλαγμα.
(Στο βάθος, το βουνό με τις κεραίες, είναι το Όρος Κνάκαλος των αρχαίων, η σημερινή Καστανιά, για το οποίο έχει γίνει εκτενής παρουσίαση, με ανάβαση στην κορυφή του στο κεφάλαιο Ελλάδα - Ιδέες για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου στην Αρκαδία!)
Στην άκρη του λόφου, μεταξύ δύο σιδερένιων καθισμάτων στέκεται το κολωνάκι της Γεωγραφικής Υπηρεσίας.
Από εδώ ψηλά οι αγροτικοί δρόμοι φαντάζουν στα μάτια μου σαν ένα φλεβικό σύστημα που διακλαδίζεται, απ΄ άκρη σ΄ άκρη του απέραντου κάμπου, συμβάλλοντας στην καλή και εύρυθμη λειτουργία αυτού του τόσο ζωντανού οργανισμού, που αποτελεί μια αστείρευτη πηγή ζωής για ανθρώπους και ζώα.
Από τα χαμηλά δύο μόνον ήχοι έφταναν στα αυτιά μου: το τραγούδι των βατράχων και ο θόρυβος της μπουλντόζας που άνοιγε τρύπες στο έδαφος. Πολύ θα ήθελα να μάθω για ποιο λόγο είχε κάνει σουρωτήρι το χωράφι, αλλά μένοντας με την απορία, κατηφόρισα τον λόφο και συνέχισα την πορεία μου με στόχο πλέον τη Χωτούσα.
Η Χωτούσα είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε βουνοπλαγιά της δυτικής άκρης της λεκάνης της Κανδήλας και έχει υψόμετρο 770 μέτρα. Αναφορές για τον οικισμό υπάρχουν πριν την περίοδο της Επανάστασης του 1821, όπου καταγράφεται ως Χωτούσσα ή Χοτούσα ή Χυτούσα ή Διάσελο, να συμπεριλαμβάνεται στην τότε επαρχία Τριπολιτσάς. Μετά την Απελευθέρωση, αναφέρεται γραμμένη ως Χωτούσα (με ένα "σ"), και το 1835 στο ΦΕΚ 16Α-24/05/1835 προσαρτάται στον τότε Δήμο Νάσων.
Όταν από τον δρόμο φάνηκε το χωριό, σκαρφαλωμένο τόσο ψηλά στην πλαγιά, εντυπωσιάστηκα. Είχα όμως τόσο κόντρα τον ήλιο που δεν τόλμησα να σταματήσω για φωτογραφίες γιατί ήμουν σίγουρη για το χάλια αποτέλεσμα. Άφησα τον “κεντρικό” και έστριψα δεξιά σε έναν πολύ στενό και πολύ ανηφορικό δρόμο,
ο οποίος με οδήγησε σε ένα πλάτωμα μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους. Βγήκα από το αυτοκίνητο και άνοιξα τη σιδερένια πόρτα που περιβόλου του ναού. Κατέβηκα μερικά σκαλιά και βρέθηκα εμπρός από το πετρόχτιστο οικοδόμημα.
Στη συνέχεια ανηφόρισα στις ρούγες του πανήσυχου χωριού. Βαδίζοντας στον "κεντρικό δρόμο" η εγκατάλειψη και η ερήμωση δήλωσαν αμέσως την παρουσία τους.
Είδα πέτρινα σπίτια, είδα ξύλινα χαγιάτια, είδα μισογκρεμισμένα αρχοντικά
αλλά είδα και κάποια πολύ όμορφα και φροντισμένα κτίρια.
Σκαρφαλώνοντας στις ψηλές γειτονιές του χωριού και αντικρίζοντας όλα αυτά τα πέτρινα σπίτια κατάλαβα ότι η Χωτούσα στις δόξες της θα πρέπει να ήταν ένα πολύ όμορφο χωριό.
Κάποια σπίτια έγιναν βορά του αδυσώπητου χρόνου, όμως κάποια άλλα, όπως αυτά τα δύο γεροντάκια-ο παππούς και η γιαγιά στα δικά μου μάτια-στέκουν πληγωμένα, μα όρθια στην καρδιά του χωριού. Πόσες ιστορίες έχουν άραγε να διηγηθούν? Πόσες χαρές και πόσες λύπες έχουν βιώσει μέσα στην πορεία του χρόνου? Πόσα γεγονότα έχουν αποτυπώσει σε κάθε πέτρα και σε κάθε δοκάρι του κορμιού τους?
Σε αντίθεση με τη Λίμνη η Χωτούσα μου άρεσε πολύ, μου έβγαλε συναισθήματα, μου έδωσε εικόνες που αγαπώ να βλέπω στα χωριά που επισκέπτομαι, γι΄ αυτό της αφιέρωσα αρκετό χρόνο και περπάτησα σε όλες σχεδόν τις γειτονιές της.
Επέστρεψα στο αυτοκίνητο και μπήκα στο internet να τσεκάρω για τυχόν επιπλέον αξιοθέατα του χωριού. Κάπου διάβασα για μια θολωτή κρήνη με δύο γούρνες, που έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο "διότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα κτίσματος ειδικής κατασκευής, λαϊκών μαστόρων, σημαντικό για τη μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής", αλλά δεν είχα ιδέα που θα μπορούσα να βρω αυτήν την κρήνη. Ο χάρτης δεν έδινε απολύτως καμία πληροφορία.
Και εκείνη ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να βάλω μπρος το αυτοκίνητο και να φύγω εμφανίστηκε ο “από μηχανής” καλός θεός των ταξιδιωτών, ο οποίος ήρθε να μου λύσει τον γρίφο της θολωτής κρήνης. Ναι, ναι ένας παππούς με πλησίασε και αφού χαιρετηθήκαμε μου είπε: -”Έχεις κάμποση ώρα που τριγυρνάς στο χωριό, από που μας έρχεσαι”?
Πιάσαμε την κουβέντα και αφού του εξήγησα ότι έχω καταγωγή από του Δάρα και ότι έχω έρθει στο χωριό για το Πάσχα, συνεχίσαμε να μιλάμε κάμποση ώρα, αφού ο παππούς ήταν διψασμένος για επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων. Μου είπε ότι πλέον στο χωριό επικρατεί ερημιά, αφού οι μόνιμοι κάτοικοι είναι μόλις 15 ψυχές, μου έκανε τα παράπονά του για τον κόσμο στην Τρίπολη που δεν προσέχει και συνωστίζεται εν μέσω πανδημίας-τί να σου κάνει και αυτό το κράτος άμα εσύ δεν προσέχεις-μου σχολίασε τη χαλαρότητα των σημερινών γονιών στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους-κυρίως των κοριτσιών που αργούν να γυρίσουν από τη διασκέδαση στο σπίτι-και θα συνέχιζε, ίσως, να μου αναλύει την επόμενη διαστημική αποστολή της NASA στον Άρη, αν δεν τον διέκοπτα για να τον ρωτήσω: -”Μήπως ξέρετε που θα βρω μια κρήνη με δύο γούρνες εδώ κοντά στο χωριό”?
-”Τη βρύση μάλλον θα λες” με διόρθωσε.
-”Ναι την πέτρινη βρύση” του αποκρίθηκα.
Μου εξήγησε με κάθε λεπτομέρεια την πορεία που έπρεπε να ακολουθήσω, μου είπε ότι θα τη βρω εύκολα δίπλα στο μαντρί, και ότι υπάρχει χώρος για να κάνω αναστροφή για να γυρίσω. Τον ευχαρίστησα, του ευχήθηκα τα καλύτερα και ξεκίνησα.
Από τον ναό του Αγίου Χαραλάμπους ξεκινάει χωματόδρομος τον οποίο ακολούθησα.
Όταν συνάντησα μια διχάλα έστριψα στον δεξί κατηφορικό χωματόδρομο
και μετά από λίγο βρήκα την κρήνη η οποία ήταν δυστυχώς άνυδρη.
Φεύγοντας από το χωριό έκανα μια προσπάθεια, ώστε να πάρω μερικές φωτογραφίες, παρόλο τον κόντρα ήλιο και αυτό είναι το καλύτερο αποτέλεσμα που μπόρεσα να έχω:
Οι Καφυές ήταν πόλη της αρχαίας Αρκαδίας. Σύμφωνα με τον Παυσανία που πέρασε από εδώ βρίσκονταν τρία Στάδια απόσταση από τον Ορχομενό και δίπλα στο Όρος Τραχύ. Κοντά στην πόλη ανέβλυζαν οι Πηγές Τενείαι (σημερινή Πηγή Σίντζι που περιέγραψα στο προηγούμενο κεφάλαιο). Όλη η περιοχή που βρισκόταν η πολίχνη ονομαζόταν Καφυατικό πεδίο. Οικιστής και ονοματοδότης της πόλης ήταν ο Κηφέας, γιος του βασιλιά της Αρκαδίας Άλεου. Κατά μια άλλη εκδοχή, η ίδρυση της πόλης αποδίδεται στον Αινεία, ο οποίος της έδωσε το όνομα, είτε του αδελφού του Κάπυ, είτε του παππού του που είχε το ίδιο όνομα. Με αυτόν τον τρόπο η ίδρυση της πόλης συνδέεται με τον Βασιλικό Οίκο της Τροίας. Η ύπαρξη της πόλης αναφέρεται για πρώτη φορά το 265 π.Χ.
Ο χώρος βρίσκεται σε πεδινή έκταση, ανατολικά του σημερινού χωριού Χωτούσα. Πάνω στην Επαρχιακή Οδό Βλαχερνών-Κώμης βρίσκεται μια μεγάλη πετρόκτιστη κρήνη. Αυτή η κρήνη συνδέεται με τη Μενελαΐδα Πηγή. Στις Καφυές υπήρχε μια περίφημη κρήνη, που ονομαζόταν Μενελαΐς από τον βασιλιά Μενέλαο, ο οποίος περιόδευε στην Αρκαδία στρατολογώντας πολεμιστές για τον πόλεμο της Τροίας.
Από την Πηγή ξεκινάει χωματόδρομος προς το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη και τον ακολούθησα. Είχα προχωρήσει ελάχιστα μέτρα όταν είδα την ταμπέλα για τον Αρχαιολογικό Χώρο των Καφυών.
Συνέχισα μέχρι τον Άγιο Ιωάννη, ο οποίος απολαμβάνει τη μοναξιά του μέσα στα απέραντα χωράφια του κάμπου, και σταμάτησα αναγκαστικά το αυτοκίνητο, αφού ο χωματόδρομος τερματίζει εδώ.
Άντε τώρα να δω πώς θα εντοπίσω τα αρχαία υπολείμματα της πόλης των Καφυών, μέσα στα χωράφια με τα θεριεμένα χόρτα, και κυρίως πώς θα αντιμετωπίσω τυχόν συνάντηση με τίποτα τσοπανόσκυλα, γιατί όλο και κάποιο κοπάδι έβοσκε παραπέρα. Η ταμπέλα ήταν μπηγμένη στο έδαφος για τα μάτια του κόσμου. Μη νομίζετε ότι υπήρχαν άλλες σημάνσεις ή κάποια περίφραξη που να διευκολύνει τον εντοπισμό των αρχαίων απομειναριών. Μόνη μου έπρεπε να βγάλω άκρη! Η αγάπη μου για την αρχαιολογία, το πάθος που με διακατέχει για τέτοιες εξερευνήσεις, αλλά και το βλήμα που έχω στον εγκέφαλο, έκαμψαν τις όποιες επιφυλάξεις μου και ξεχύθηκα στα χωράφια με σύμμαχο τον πλοηγό, ο οποίος δεν ήταν και ιδιαίτερα βοηθητικός, μάλλον καθόλου θα έλεγα. Τελικά τα κατάφερα και ανακάλυψα κομμάτια του αρχαίου τείχους και του ιερού.
Η ώρα είχε πλέον προχωρήσει. Για την Κανδήλα και τη Μονή της Παναγίας είχα ξεκινήσει και τελικά, οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι, ώστε κατέληξα να δω ένα σωρό επιπλέον πράγματα σε αυτήν τη μοναχική εκδρομή. Ακολούθησα την Επαρχιακή Οδό Βλαχερνών-Κώμης
και σε λίγη ώρα έφτασα στη Βλαχέρνα. Ο εντυπωσιακός βράχος του Μπεζενίκου πάνω από το χωριό υπέταξε το βλέμμα μου και με υποχρέωσε σε στάση για μια, δύο, άντε και τρεις φωτογραφίες.
(Για τον βράχο και το Κάστρο του Μπεζενίκου υπάρχει αφιέρωμα στο κεφάλαιο Ελλάδα - Ιδέες για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου στην Αρκαδία!)
Απερίσπαστη πλέον πάτησα το γκάζι για να καλύψω την απόσταση που με χώριζε από το σπίτι μου στον κάμπο του Δάρα. Είχα να μαγειρέψω και κατιτίς για να φάω, αφού όλη μέρα δεν είχα φάει τίποτα. ‘Αναψα το τζάκι και ξεκίνησα τη μαγειρική βλέποντας ταυτόχρονα στο laptop τις φωτογραφίες της εκδρομής. Ανέβασα και κάποιες στο thread Live from…
Last edited: