Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 9.628
- Likes
- 50.314
- Επόμενο Ταξίδι
- Umhlanga
- Ονειρεμένο Ταξίδι
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προσδοκίες
- Κύπρος
- Αμμόχωστος - Kantara - Gormaz - Ριζοκάρπασο
- Bellapais - Κυρήνεια - Αγ.Μάμας - Πέδουλα
- Photos Κύπρος
- Photos Κύπρος ΙΙ
- Μοναστήρι Κύκκου - Πάφος - Λεμεσός
- Κούριο, Χοιροκοιτία κ Λευκωσία
- Photos Κύπρος ΙΙΙ
- Αξιολόγηση Κύπρου
- Καζακστάν
- Αστάνα
- Photos Αστάνα
- Karaganda - Dolinka - Almaty
- Photos Καζακστάν
- Άλματι
- Τουρκεστάν
- Photos Καζακστάν ΙΙ
- Αξιολόγηση Καζακστάν
- Τασκένδη - Σαμαρκάνδη
- Σαμαρκάνδη κ Shakhrisabz
- Elliq Qala - Χίβα - Nukus
- Photos Ουζμπεκιστάν
- Λίμνη Αράλη
- Photos Λίμνη Αράλη
- Αράλη-Νούκους
- Τουρκμενιστάν
- Ashgabat
- Photos Τουρκμενιστάν
- Ashgabat και πάλι
- Kow Ata - Mary
- Gonur - Merv
- Αξιολόγηση Τουρκμενιστάν
- Bukhara
- Αξιολόγηση Ουζμπεκιστάν
- Άφιξη Μπισκέκ
- Issyk - Kol
- Issyk Kol - Tamga - Naryn
- Song Kol - Kyzyl Oi
- Susamyr, Toktogul & Arslanbob - Osh
- Τατζικιστάν
- Murgab κ Langar
- Langar - Vrang - Yamchun - Khorog
- Durum Kul - Khorog
- Jizeau
- Κalai Khum
- Dushanbe
- Garm - Jafr - Margeb
- Iskander Kul - Penjikent - Istarashvan
- Αξιολόγηση Κιργιστάν
- Αξιολόγηση Τατζικιστάν
8. ΚΙΡΓΙΣΤΑΝ
Ημέρα 32: Άφιξη Μπισκέκ
Το πρωινό μας ήταν εξαιρετικό, νομίζω το καλύτερο στα -σταν (στα κατεχόμενα ήταν άλλο επίπεδο..) και ήρθε η ώρα να χωρίσουμε προσωρινά: ο Τζόρντι κι εγώ θα πετούσαμε για Μπισκέκ, ενώ ο Κρεκούζας που είχε κλείσει με τους απαράδεκτους του expedia, είδε τις πτήσεις του να αλλάζουν και να τον στέλνουν να περάσει όλη τη μέρα στην Τασκένδη, το οποίο δεν τον χάλασε πάντως, αφού θα επισκεπτόταν την κοπελίτσα που είχε γνωρίσει την επική του είσοδο στην πόλη μερικές εβδομάδες πριν.
Στο αεροδρόμιο φτάσαμε με ταξί που μας στοίχισε... ένα ολόκληρο ευρώ και παρότι η κυρία στο τσεκ ιν μας είπε ότι ο Τζόρντι είναι stand by για την πτήση, μόλις της γρύλισα με ύφος Γιασικεβίτσιους σε τάιμ άουτ μετά από επίθεση εκτός συστήματος βρέθηκε θέση κι άφησαν απέξω το δυστυχή κύριο που ήρθε μετά από μας. Η πτήση με την Astana Air για το Αλμάτι διάρκειας μόλις 70 λεπτών για το Μπισκέκ περιλάμβανε και φαγητό παρακαλώ πολύ, η δεύτερη όμως προς Μπισκέκ την είχε την καθυστέρησή της, αλλά είχαμε και μια ευχάριστη γνωριμία: μια Κιργίζια, κοινωνιολόγο που επέστρεφε μετά από δύο μήνες διακοπών σε Μιανμάρ, Καμπότζη και Λάος που μας επικαιροποίησε στα της μαύρης αγοράς συναλλάγματος στο Κιργιστάν, οπότε και ξέραμε πια πως στο αεροδρόμιο έπρεπε να αλλάξουμε τα απολύτως απαραίτητα.
Βγαίνοντας από την παραλαβή αποσκευών στο Μπισκέκ αντιμετωπίσαμε τους Κιργίζιους ταξιτζήδες που είχαν ολίγο υπερβάλλοντα ζήλο, αλλά εφάρμοσα ένα κόλπο που είχα υιοθετήσει στην Αφρική: βλέποντας όλο αυτό το τσούρμο να έρχεται καταπάνω μας και να μας τραβολογάει, άρχισα να χαιρετώ ενθουσιασμένος κάποια φανταστική φιγούρα στο βάθος του αεροδρομίου χαμογελώντας, οπότε όλοι πίστεψαν πως κάποιος γνωστός είχε έρθει να μας πάρει και ως εκ τούτου δεν ήμασταν διαθέσιμη λεία. Το οποίο μας έδωσε λίγο χρόνο ησυχίας ώστε να κάτσουμε, να δούμε τις επιλογές μας, να ανταλλάξουμε χρήματα χωρίς πολιορκίες και τραβολογήματα.
Τελικά ο ταρίφας που πήραμε για το ξενοδοχείο Demar μας πήρε 6 ευρώ, αλλά ο αλήτης, μη βρίσκοντας το ξενοδοχείο (ήταν λίγο κρυφό είναι η αλήθεια), μας άφησε δυο τεράγωνα μακριά, δείχνοντας ένα άλλο κτίριο κι επιμένοντας πως είδε πάνω την αντίστοιχη πινακίδα. Τέλος πάντων, μας πήρε 20 λεπτά να το εντοπίσουμε αφού βρισκόταν σε έναν σκοτεινό παράδρομο και κανείς στην περιοχή δε μιλούσε Αγγλικά ή γνώριζε το συγκεκριμένο κατάλυμα, το οποίο εν τέλει αποδείχθηκε πολυτελέστατο για τα δικά μας στάνταρ, μιλούσαν Αγγλικά και ήταν σοβαρότατοι οι άνθρωποι.
Πεινούσαμε σα λύκοι, οπότε ρωτήσαμε το ρεσεψιονίστ πού θα μπορούσαμε να φάμε καλά και μας συνέστησε ένα εστιατόριο μόλις ενάμισι τετράγωνο πιο πέρα. Στη μικρή διαδρομή μας έκανε εντύπωση ο αριθμός των καφέ και επιλογών (άλλωστε από το... Τερμέζ ερχόμασταν οι πειναλέοι) αλλά και το πόσος κόσμος υπήρχε στους δρόμους. Αρκετά ζωντανή πόλη το Μπισκέκ και λίγο πιο τσιμπημένες οι τιμές από Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν, ίσως στα επίπεδα του Καζακστάν. Το εστιατόριο είχε πραγματικά καλό φαγητό με μεγάλη ποικιλία πιάτων, αλλά πιο πολύ εντύπωση μας έκανε η γιορτή που διοργάνωνε μια οικογένεια, με όλους, μεγάλους και μικρούς, να χορεύουν κάτι σα Βανδή, ανάμεσά τους και μια απίθανη 35άρα μανούλα με αναλογίες Πάμελα Άντερσον στα καλά της, την οποία κοιτούσαμε αποσβολωμένοι.
Μετά το δείπνο-μπανιστήρι, κάναμε τη βόλτα μας, για να σχολιάσουμε ότι οι ντόπιοι έχουν σαφώς πιο έντονα τα ασιατικά χαρακτηρστικά, είναι πιο εμφανίσιμοι, πιο δυτικοί και μάλλον μοντέρνοι σε σχέση με Ουζμπέκους και Τουρκμένους, με πολλά ζευγαράκια να περπατάνε χεράκι-χεράκι. Περάσαμε από μερικά τεράστια πάρκα, κάποια πολύ άσχημα κτίρια (αθάνατη ΕΣΣΔ με την αισθητική σου, όπου πήγες άφησες το σημάδι σου) και από την πλατεία Manas, για το οποίο διάβασα πολύ εντυπωσιακά πράγματα: το Manas είναι ένα έπος σε φάση Ιλιάδα που, κατά τους Κιργίζιους είναι πάνω από 1000 ετών, αλλά κατά τους ιστορικούς δε χρονολογείται μετά το 16ο αιώνα, το οποίο περιγράφει την ιστορία των 40 φυλών που αργότερα θα αποτελέσουν το έθνος των Κιργίζιων, και από τις οποίες προκύπτουν οι 40 αχτίδες στον ήλιο της σημαίας της χώρας. Το ενδιαφέρον έγκειται στην έκταση του ποιήματος, μιλάμε για μισό εκατομμύριο στίχους, και στο ότι μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά προφορικά, τουλάχιστον στην αρχική του μορφή. Ως νέο κράτος το Κιργιστάν, όπως και τα υπόλοιπα -σταν, είδε τις κυβερνήσεις του να προσπαθούν να "χτίσουν" μια εθνική ταυτότητα και συνοχή πάνω στο Manas, με αποτελέσματα σαφώς λιγότερο κιτς από αυτά που θαυμάσαμε σε Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και φυσικά Τουρκμενιστάν. Αργότερα στο ταξίδι θα γινόμασταν και μάρτυρες μιας πολύ όμορφης σκηνής με θέμα την απαγγελία του συγκεκριμένου έπους, οπότε το κρατάμε.
Σε γενικές γραμμές η πόλη μας φάνηκε συμπαθής, με αρκετή ζωή και μετά από το Αλμάτι μάλλον η ομορφότερη για να ζει κανείς. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο μας και μετά από μια γερή δόση ίντερνετ πέσαμε για ύπνο. Η αυριανή μέρα θα ήταν σχεδόν κενή: θα περιμέναμε τον Κρεκούζα και το νέο μέλος του ταξιδιού, την Α, την οποία δε γνώριζε κανείς μας και βρέθηκε μετά από... αγγελία στο travelstories, με στόχο τη μείωση του κόστους της ενοικίασης τζιπ για το οδοιπορικό σε Παμίρ και παραπέρα.
Ημέρες 33 και 34: Μπισκέκ και πάλι
Μας έφεραν πρωινό στο κρεβάτι, τι γλυκό! Λίγο αργότερα ο Κρεκούζας και η Α, που γνωρίστηκαν στο αεροδρόμιο κι άρχισαν τα χαριεντίσματα έφτασαν κι αυτοί στο ξενοδοχείο, βολεύτηκαν και βγήκαμε βολτίτσα. Αγοράσαμε som, παρότι δε δέχονταν το 70% των χαρτονομισμάτων μου, ισχυριζόμενοι πως είναι τσαλακωμένα πέραν τους δέοντος, περπατήσαμε σε ορισμένα από τα μεγάλα πάρκα της πόλης, ψάχναμε για κάποιο αξιοπρεπές εμπορικό ούτως ώστε να αγοράσουμε προμήθειες και κάποια πράγματα που χρειαζόμασταν, με όχι μεγάλη επιτυχία (εγώ για παράδειγμα δε βρήκα ξυριστική μηχανή που έψαχνα), πήραμε και μια sim για να ποστάρει από τα Παμίρ ο Κρεκούζας φωτογραφίες στο ίνστανγκραμ και να βλέπω εγώ την Ευρωλίγκα μου και καταλήξαμε να τρώμε αξιοπρεπώς σε ένα καφέ κάτω από ένα χόστελ, όπου πάλι μιλούσαν εξαιρετικά Αγγλικά και είχαν και καλό σέρβις, ενώ κάναμε και μια στάση στο cafe bellagio για γλυκάκι και τσαγάκι (spoiler: o @Krekouzas δεν είναι αυτός που παρήγγειλε το τσαγάκι). Μου έκανε εντύπωση πόσο κακογραμμένο ήταν το Lonely Planet για το Κιργιστάν, ελλιπές και δυσνόητο.
Η επόμενη μέρα μας βρήκε να τρώμε όλους πρωινό στο κρεβάτι μας, μας κακομαθαίνετε κύριε πρέσβη. Είχαμε πάλι κάποιες δουλίτσες να κάνουμε πριν ξεκινήσουμε το έπος με το τζιπ κι υποτίθεται ότι θα επισκεπτόμασταν και το εθνικό μουσείο, αλλά δυστυχώς γίνονταν έργα ανακαίνισης, το οποίο ήταν πολύ απογοητευτικό, επί δυο μέρες στο Κιργιστάν δεν μπορέσαμε να δούμε και πολλά. Τέλος πάντων χωριστήκαμε, εγώ πήγα για κούρεμα κι οι άλλοι πήγαν στην Ural airlines μπας και ξεδιαλύνουν το θέμα με το εισιτήριο επιστροφής του Κρεκούζα, που ήταν μέσω Ρωσίας αλλά ο ίδιος δεν είχε βίζα (μακάρι να ήταν το μόνο πρόβλημα που θα είχαμε με τις βίζες του Κώστα...).
Εν τέλει μαζευτήκαμε για να πάμε και στο Iron Horse, το πρακτορείο ενοικίασης τζιπ που μας είχε συστήσει το stantours ώστε να μιλήσουμε με το Ryan, τον υπεύθυνο, μιας και η διάσχιση συνόρων τριών χωρών δε θα ήταν απλή υπόθεση και υπήρχε και μια ατελείωτη χαρτούρα involved. Εξαιρετικά διαφωτιστικός ο τύπος και πολύ επαγγελματίας, είδαμε και το τζιπάκι μας που τελικά θα ήταν ένα ρώσικο UAZ, αλλά άκρη με το εισιτήριο του Κώστα δε βγάλαμε.
Είπαμε να φάμε κάτι διαφορετικό κι ο Κρεκούζας βρήκε ένα ινδικό στο ίντερνετ, που ήταν όσο πιο ινδικό γινόταν, αφού μέσα μόνο Ινδούς πελάτες βρήκαμε. Η συνεννόηση ήταν καρούμπαλο και δεν καταλαβαίναμε ποιο πιάτο ήταν για ποιον αλλά ήταν πολύ νόστιμο, έστω κι αν ο Κρεκούζας, κλασικά κλειστός σε εξωτικές γεύσεις, δεν το άγγιξε καν. Η βραδιά έκλεισε με μια επίσκεψη σε ένα ολοκαίνουριο εμπορικό κέντρο (τύφλα να έχει ο Κωτσόβολος), όπου ο Κρεκουζάκος μου έκανε δώρο μια εξαιρετική μικρή ζυγαριά κόστους 8 ευρώ, που θα με βοηθούσε να κρατήσω το βάρος μου σε επιτρεπτά επίπεδα.
Σας φάνηκαν λίγο άδειες οι τρεις μέρες στο Μπισκέκ; Αλήθεια είναι. Την πρώτη βασικά περιμέναμε την άφιξη του Κώστα και της Α και κρατήσαμε και μια μέρα καβάτζα μην τυχόν είχαμε κανένα πρόβλημα με το τζιπ. Από την επόμενη θα ξεκινούσε η 20ήμερη περίπου περιπέτεια του τζιπ. Ναι, υπήρχε η δυνατότητα να έχουμε οδηγό με δικό του τζιπ, αλλά η παρέα ήθελε να είναι περιπέτεια και δεν απογοητεύτηκε...
Ημέρα 32: Άφιξη Μπισκέκ
Το πρωινό μας ήταν εξαιρετικό, νομίζω το καλύτερο στα -σταν (στα κατεχόμενα ήταν άλλο επίπεδο..) και ήρθε η ώρα να χωρίσουμε προσωρινά: ο Τζόρντι κι εγώ θα πετούσαμε για Μπισκέκ, ενώ ο Κρεκούζας που είχε κλείσει με τους απαράδεκτους του expedia, είδε τις πτήσεις του να αλλάζουν και να τον στέλνουν να περάσει όλη τη μέρα στην Τασκένδη, το οποίο δεν τον χάλασε πάντως, αφού θα επισκεπτόταν την κοπελίτσα που είχε γνωρίσει την επική του είσοδο στην πόλη μερικές εβδομάδες πριν.
Στο αεροδρόμιο φτάσαμε με ταξί που μας στοίχισε... ένα ολόκληρο ευρώ και παρότι η κυρία στο τσεκ ιν μας είπε ότι ο Τζόρντι είναι stand by για την πτήση, μόλις της γρύλισα με ύφος Γιασικεβίτσιους σε τάιμ άουτ μετά από επίθεση εκτός συστήματος βρέθηκε θέση κι άφησαν απέξω το δυστυχή κύριο που ήρθε μετά από μας. Η πτήση με την Astana Air για το Αλμάτι διάρκειας μόλις 70 λεπτών για το Μπισκέκ περιλάμβανε και φαγητό παρακαλώ πολύ, η δεύτερη όμως προς Μπισκέκ την είχε την καθυστέρησή της, αλλά είχαμε και μια ευχάριστη γνωριμία: μια Κιργίζια, κοινωνιολόγο που επέστρεφε μετά από δύο μήνες διακοπών σε Μιανμάρ, Καμπότζη και Λάος που μας επικαιροποίησε στα της μαύρης αγοράς συναλλάγματος στο Κιργιστάν, οπότε και ξέραμε πια πως στο αεροδρόμιο έπρεπε να αλλάξουμε τα απολύτως απαραίτητα.
Βγαίνοντας από την παραλαβή αποσκευών στο Μπισκέκ αντιμετωπίσαμε τους Κιργίζιους ταξιτζήδες που είχαν ολίγο υπερβάλλοντα ζήλο, αλλά εφάρμοσα ένα κόλπο που είχα υιοθετήσει στην Αφρική: βλέποντας όλο αυτό το τσούρμο να έρχεται καταπάνω μας και να μας τραβολογάει, άρχισα να χαιρετώ ενθουσιασμένος κάποια φανταστική φιγούρα στο βάθος του αεροδρομίου χαμογελώντας, οπότε όλοι πίστεψαν πως κάποιος γνωστός είχε έρθει να μας πάρει και ως εκ τούτου δεν ήμασταν διαθέσιμη λεία. Το οποίο μας έδωσε λίγο χρόνο ησυχίας ώστε να κάτσουμε, να δούμε τις επιλογές μας, να ανταλλάξουμε χρήματα χωρίς πολιορκίες και τραβολογήματα.
Τελικά ο ταρίφας που πήραμε για το ξενοδοχείο Demar μας πήρε 6 ευρώ, αλλά ο αλήτης, μη βρίσκοντας το ξενοδοχείο (ήταν λίγο κρυφό είναι η αλήθεια), μας άφησε δυο τεράγωνα μακριά, δείχνοντας ένα άλλο κτίριο κι επιμένοντας πως είδε πάνω την αντίστοιχη πινακίδα. Τέλος πάντων, μας πήρε 20 λεπτά να το εντοπίσουμε αφού βρισκόταν σε έναν σκοτεινό παράδρομο και κανείς στην περιοχή δε μιλούσε Αγγλικά ή γνώριζε το συγκεκριμένο κατάλυμα, το οποίο εν τέλει αποδείχθηκε πολυτελέστατο για τα δικά μας στάνταρ, μιλούσαν Αγγλικά και ήταν σοβαρότατοι οι άνθρωποι.
Πεινούσαμε σα λύκοι, οπότε ρωτήσαμε το ρεσεψιονίστ πού θα μπορούσαμε να φάμε καλά και μας συνέστησε ένα εστιατόριο μόλις ενάμισι τετράγωνο πιο πέρα. Στη μικρή διαδρομή μας έκανε εντύπωση ο αριθμός των καφέ και επιλογών (άλλωστε από το... Τερμέζ ερχόμασταν οι πειναλέοι) αλλά και το πόσος κόσμος υπήρχε στους δρόμους. Αρκετά ζωντανή πόλη το Μπισκέκ και λίγο πιο τσιμπημένες οι τιμές από Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν, ίσως στα επίπεδα του Καζακστάν. Το εστιατόριο είχε πραγματικά καλό φαγητό με μεγάλη ποικιλία πιάτων, αλλά πιο πολύ εντύπωση μας έκανε η γιορτή που διοργάνωνε μια οικογένεια, με όλους, μεγάλους και μικρούς, να χορεύουν κάτι σα Βανδή, ανάμεσά τους και μια απίθανη 35άρα μανούλα με αναλογίες Πάμελα Άντερσον στα καλά της, την οποία κοιτούσαμε αποσβολωμένοι.
Μετά το δείπνο-μπανιστήρι, κάναμε τη βόλτα μας, για να σχολιάσουμε ότι οι ντόπιοι έχουν σαφώς πιο έντονα τα ασιατικά χαρακτηρστικά, είναι πιο εμφανίσιμοι, πιο δυτικοί και μάλλον μοντέρνοι σε σχέση με Ουζμπέκους και Τουρκμένους, με πολλά ζευγαράκια να περπατάνε χεράκι-χεράκι. Περάσαμε από μερικά τεράστια πάρκα, κάποια πολύ άσχημα κτίρια (αθάνατη ΕΣΣΔ με την αισθητική σου, όπου πήγες άφησες το σημάδι σου) και από την πλατεία Manas, για το οποίο διάβασα πολύ εντυπωσιακά πράγματα: το Manas είναι ένα έπος σε φάση Ιλιάδα που, κατά τους Κιργίζιους είναι πάνω από 1000 ετών, αλλά κατά τους ιστορικούς δε χρονολογείται μετά το 16ο αιώνα, το οποίο περιγράφει την ιστορία των 40 φυλών που αργότερα θα αποτελέσουν το έθνος των Κιργίζιων, και από τις οποίες προκύπτουν οι 40 αχτίδες στον ήλιο της σημαίας της χώρας. Το ενδιαφέρον έγκειται στην έκταση του ποιήματος, μιλάμε για μισό εκατομμύριο στίχους, και στο ότι μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά προφορικά, τουλάχιστον στην αρχική του μορφή. Ως νέο κράτος το Κιργιστάν, όπως και τα υπόλοιπα -σταν, είδε τις κυβερνήσεις του να προσπαθούν να "χτίσουν" μια εθνική ταυτότητα και συνοχή πάνω στο Manas, με αποτελέσματα σαφώς λιγότερο κιτς από αυτά που θαυμάσαμε σε Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και φυσικά Τουρκμενιστάν. Αργότερα στο ταξίδι θα γινόμασταν και μάρτυρες μιας πολύ όμορφης σκηνής με θέμα την απαγγελία του συγκεκριμένου έπους, οπότε το κρατάμε.
Σε γενικές γραμμές η πόλη μας φάνηκε συμπαθής, με αρκετή ζωή και μετά από το Αλμάτι μάλλον η ομορφότερη για να ζει κανείς. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο μας και μετά από μια γερή δόση ίντερνετ πέσαμε για ύπνο. Η αυριανή μέρα θα ήταν σχεδόν κενή: θα περιμέναμε τον Κρεκούζα και το νέο μέλος του ταξιδιού, την Α, την οποία δε γνώριζε κανείς μας και βρέθηκε μετά από... αγγελία στο travelstories, με στόχο τη μείωση του κόστους της ενοικίασης τζιπ για το οδοιπορικό σε Παμίρ και παραπέρα.
Ημέρες 33 και 34: Μπισκέκ και πάλι
Μας έφεραν πρωινό στο κρεβάτι, τι γλυκό! Λίγο αργότερα ο Κρεκούζας και η Α, που γνωρίστηκαν στο αεροδρόμιο κι άρχισαν τα χαριεντίσματα έφτασαν κι αυτοί στο ξενοδοχείο, βολεύτηκαν και βγήκαμε βολτίτσα. Αγοράσαμε som, παρότι δε δέχονταν το 70% των χαρτονομισμάτων μου, ισχυριζόμενοι πως είναι τσαλακωμένα πέραν τους δέοντος, περπατήσαμε σε ορισμένα από τα μεγάλα πάρκα της πόλης, ψάχναμε για κάποιο αξιοπρεπές εμπορικό ούτως ώστε να αγοράσουμε προμήθειες και κάποια πράγματα που χρειαζόμασταν, με όχι μεγάλη επιτυχία (εγώ για παράδειγμα δε βρήκα ξυριστική μηχανή που έψαχνα), πήραμε και μια sim για να ποστάρει από τα Παμίρ ο Κρεκούζας φωτογραφίες στο ίνστανγκραμ και να βλέπω εγώ την Ευρωλίγκα μου και καταλήξαμε να τρώμε αξιοπρεπώς σε ένα καφέ κάτω από ένα χόστελ, όπου πάλι μιλούσαν εξαιρετικά Αγγλικά και είχαν και καλό σέρβις, ενώ κάναμε και μια στάση στο cafe bellagio για γλυκάκι και τσαγάκι (spoiler: o @Krekouzas δεν είναι αυτός που παρήγγειλε το τσαγάκι). Μου έκανε εντύπωση πόσο κακογραμμένο ήταν το Lonely Planet για το Κιργιστάν, ελλιπές και δυσνόητο.
Η επόμενη μέρα μας βρήκε να τρώμε όλους πρωινό στο κρεβάτι μας, μας κακομαθαίνετε κύριε πρέσβη. Είχαμε πάλι κάποιες δουλίτσες να κάνουμε πριν ξεκινήσουμε το έπος με το τζιπ κι υποτίθεται ότι θα επισκεπτόμασταν και το εθνικό μουσείο, αλλά δυστυχώς γίνονταν έργα ανακαίνισης, το οποίο ήταν πολύ απογοητευτικό, επί δυο μέρες στο Κιργιστάν δεν μπορέσαμε να δούμε και πολλά. Τέλος πάντων χωριστήκαμε, εγώ πήγα για κούρεμα κι οι άλλοι πήγαν στην Ural airlines μπας και ξεδιαλύνουν το θέμα με το εισιτήριο επιστροφής του Κρεκούζα, που ήταν μέσω Ρωσίας αλλά ο ίδιος δεν είχε βίζα (μακάρι να ήταν το μόνο πρόβλημα που θα είχαμε με τις βίζες του Κώστα...).
Εν τέλει μαζευτήκαμε για να πάμε και στο Iron Horse, το πρακτορείο ενοικίασης τζιπ που μας είχε συστήσει το stantours ώστε να μιλήσουμε με το Ryan, τον υπεύθυνο, μιας και η διάσχιση συνόρων τριών χωρών δε θα ήταν απλή υπόθεση και υπήρχε και μια ατελείωτη χαρτούρα involved. Εξαιρετικά διαφωτιστικός ο τύπος και πολύ επαγγελματίας, είδαμε και το τζιπάκι μας που τελικά θα ήταν ένα ρώσικο UAZ, αλλά άκρη με το εισιτήριο του Κώστα δε βγάλαμε.
Είπαμε να φάμε κάτι διαφορετικό κι ο Κρεκούζας βρήκε ένα ινδικό στο ίντερνετ, που ήταν όσο πιο ινδικό γινόταν, αφού μέσα μόνο Ινδούς πελάτες βρήκαμε. Η συνεννόηση ήταν καρούμπαλο και δεν καταλαβαίναμε ποιο πιάτο ήταν για ποιον αλλά ήταν πολύ νόστιμο, έστω κι αν ο Κρεκούζας, κλασικά κλειστός σε εξωτικές γεύσεις, δεν το άγγιξε καν. Η βραδιά έκλεισε με μια επίσκεψη σε ένα ολοκαίνουριο εμπορικό κέντρο (τύφλα να έχει ο Κωτσόβολος), όπου ο Κρεκουζάκος μου έκανε δώρο μια εξαιρετική μικρή ζυγαριά κόστους 8 ευρώ, που θα με βοηθούσε να κρατήσω το βάρος μου σε επιτρεπτά επίπεδα.
Σας φάνηκαν λίγο άδειες οι τρεις μέρες στο Μπισκέκ; Αλήθεια είναι. Την πρώτη βασικά περιμέναμε την άφιξη του Κώστα και της Α και κρατήσαμε και μια μέρα καβάτζα μην τυχόν είχαμε κανένα πρόβλημα με το τζιπ. Από την επόμενη θα ξεκινούσε η 20ήμερη περίπου περιπέτεια του τζιπ. Ναι, υπήρχε η δυνατότητα να έχουμε οδηγό με δικό του τζιπ, αλλά η παρέα ήθελε να είναι περιπέτεια και δεν απογοητεύτηκε...