Μαρόκο Μια γεύση από Μαρόκο

Lunatic_17

New Member
Μηνύματα
1
Likes
5
Ονειρεμένο Ταξίδι
ΠΑΝΑΜΑΣ
Α. Το λιμάνι της Ταγγέρης

Περνώντας από την Ταρίφα στην Ταγγέρη ένας καινούριος κόσμος ανοίχτηκε μπροστά στα μάτια μας. Το λιμάνι της πόλης του Μαρόκο με την πρώτη ματιά φάνταζε απρόσιτο. Ένα ρίγος με διαπέρασε φτάνοντας στην πόλη, με την αίσθηση ότι πριν μερικές δεκαετίες σουλατσάριζαν οι θεμελιωτές της γενιάς των Μπίτνικς στους ίδιους δρόμους με εμένα. Η αίγλη της εποχής των 60’s παρέμενε κρυμμένη πίσω από την παρακμάζουσα κοινωνία που προσπαθεί να αναπτυχθεί ολοένα και περισσότερο. Οι ρυθμοί της πόλης ήταν τόσο γρήγοροι που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε γύρω μας. Μικροαπατεώνες μας πλησίαζαν για κάθε είδους θελήματα τα οποία θα τους επέφεραν μερικά Dirham. Ένα καλοκαιρινό αεράκι κατέκλυζε την ατμόσφαιρα και σε καλωσόριζε σε αυτή την άγνωστη γη για εμάς. Εγώ και ο αδερφός μου μαζί με τους τέσσερις Ιταλούς , τους οποίους γνωρίσαμε πριν λίγα λεπτά αναζητώντας πληροφορίες κατά την αποβίβαση μας από το πλοίο , κατευθυνθήκαμε στα ενδότερα της πόλης .

Κοιτώντας την αμφιθεατρική πόλη νομίζαμε πως βρισκόμασταν σε ένα τεράστιο παζάρι, μικροπωλητές παντού αλλά και μαγαζιά με κάθε λογής πραμάτεια. Φτάσαμε στο hostel , στο οποίο μας οδήγησε ο ένας από τους Ιταλούς,. Αφήσαμε τα πράγματα μας σε ένα αρκετά ευρύχωρο δωμάτιο για τα δεδομένα της τιμής του και έπειτα αποφασίσαμε να πάμε μια μικρή βόλτα στην πόλη. Περιπλανηθήκαμε στον κεντρικότερο δρόμο , σε μια απόσταση ασφαλείας από το hostel , η νύχτα και οι συνθήκες δεν μας επέτρεπαν περαιτέρω εξερευνήσεις. Καταλήξαμε στο δωμάτιο μετά από καμιά ώρα, ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες και «ριχτήκαμε» σε έναν απολαυστικό λήθαργο. Το επόμενο πρωί , ξεκούραστοι πια , βρεθήκαμε με τους Ιταλούς, οι οποίοι μας πρότειναν αν επιθυμούμε να τους ακολουθήσουμε . Χωρίς να το σκεφτούμε δεχτήκαμε και βρεθήκαμε να περπατάμε με πολύ γρήγορο ρυθμό προς το κέντρο της πόλης για να επιβιβαστούμε στο πρώτο λεωφορείο που θα αναχωρούσε για το προορισμό μας. Ένας πανζουρλισμός επικρατούσε στην αφετηρία των λεωφορείων, ιδιαίτερο μέρος για να συλλέξεις μια πανδαισία από εικόνες.

Β. Η γη της επαγγελίας

Η διαδρομή φαινόταν ατελείωτη , οι στροφές ασταμάτητες και από όσο διαπιστώσαμε οι οδηγοί της Βορειοαφρικάνικης χώρας άκρως επικίνδυνοι. Στο χείλος του γκρεμού το λεωφορείο ανέπτυσσε ιλιγγιώδη ταχύτητα , με αποτέλεσμα να τρομοκρατούνται οι επιβάτες που δεν γνώριζαν τι συμβαίνει, όπως εμείς. Οι ντόπιοι βέβαια ήταν μαθημένοι. Το ταξίδι διήρκησε πάνω από έξι ώρες και ήταν συναρπαστικό, μια ξεχωριστή εμπειρία. Άντρες με παραδοσιακές φορεσιές, γυναίκες με νεογέννητα μωρά στην αγκαλιά και πιτσιρίκια χωρίς συνοδεία επέβαιναν στο λεωφορείο. Αυτό που περίμενα να δω πλέον ήταν να δω κάποιον με κάνα κοτόπουλο παραμάσχαλα αλλά δεν είχα την τύχη. Οι μόνοι που ξεχώριζαν, ήμασταν εμείς και οι Ιταλοί. Τελικά αποβιβαστήκαμε σε μια περιοχή που έμοιαζε με καταυλισμό , αργότερα μάθαμε ότι είναι μια μικροσκοπική πόλη, η οποία ανήκει στην επαρχία του χωριού Chefchaouen και λέγεται BabBerred.
Από κει , ο τελικός μας προορισμός απείχε κάποια χιλιόμετρα και αναγκαστήκαμε να πάρουμε ταξί –ο οδηγός και οι έξι μας – όπου θα μας οδηγούσε σε ένα μικρό σταυροδρόμι που μας περίμεναν δυο αυτοκίνητα . Μας παρέλαβαν και μετά από μια διαδρομή πέντε λεπτών, φτάσαμε επιτέλους . Το θέμα είναι που ?!

Μετά από τόσες ώρες , λογικό είναι να χει βραδιάσει , φυσικό επόμενο να μην ξέρουμε που βρισκόμαστε. Επίσης στο κτίριο στο οποίο μόλις είχαμε μπει, η τάση του ρεύματος ανεβοκατέβαινε διαρκώς(λόγω γεννήτριας) και δεν μπορούσες να διακρίνεις εικόνες , μόνο φιγούρες. Ωστόσο μας είπαν οι συνοδοί μας να αφήσουμε τις αποσκευές μας εκεί και να περιμένουμε. Λίγο αργότερα μας κατεύθυναν σε έναν άλλο χώρο. Επιτέλους ο φωτισμός ήταν σε ικανοποιητικό επίπεδο για να βλέπουμε πια και διαπιστώσαμε ότι είμαστε σε μια τραπεζαρία. Δέσποζε στον χώρο ένα μοναστηριακό τραπέζι γεμάτο κόσμο. Αμέσως διακρίναμε ότι είναι επίσης Ιταλοί. Παραδίπλα ένα μικρότερο τραπέζι άδειο, προφανώς προοριζόταν για εμάς και έτσι ήταν. Μας είπαν να καθίσουμε.

Το τσάι έρεε άφθονο και ήταν πραγματικά απολαυστικό , ίσως από τα καλύτερα που έχω πιει ως τώρα. Ακόμη υπήρχε ψωμί ,κρέμα τυριού και μαρμελάδα που κατεύνασαν την πείνα μας μετά από τόσες ώρες ταξιδιού. Μείναμε εκεί ώρες συζητώντας, καπνίζοντας και πίνοντας το θεσπέσιο τσάι. Σε κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας χαμογελαστός τυπάκος γύρω στα τριάντα και προσφέρθηκε να μας δείξει που θα περνούσαμε την νύχτα. Τον ακολουθήσαμε πρόθυμα και βρεθήκαμε σε μια πραγματικά μεγάλη κρεβατοκάμαρα. Για μας ήταν κάτι παραπάνω των προσδοκιών μας! Ξαπλώσαμε μετά από λίγο και αναρωτιόμασταν για την απλοχεριά αυτών των ανθρώπων που πρώτη φορά συναντούσαμε.

Την άλλη μέρα το πρωί ξυπνήσαμε κάπως αργά σε σχέση με τους υπόλοιπους αλλά το πρωινό μας περίμενε , όχι τίποτα ιδιαίτερο , ότι χρειαζόταν για να ξεκινήσει η μέρα! Βγαίνοντας στην βεράντα συνειδητοποιήσαμε πως εκεί που μέναμε δεν ήταν ένα απλό σπίτι αλλά μια έπαυλη. Ατενίζοντας την θέα στον ορίζοντα το μόνο που έβλεπες μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι σου ήταν βουνοπλαγιές με ατελείωτες φυτείες χασίς. Είχαμε μείνει έκπληκτοι. Η μέρα κυλούσε αργά και εμείς απολαμβάναμε την φιλοξενία των νέων μας φίλων. Σε μια στιγμή παρουσιάστηκε ένα κύριος με ένα ριχτάρι , ήταν γύρω στα σαρανταπέντε. Δεν ήταν κάποιος τυχαίος , ο σεβασμός των υπολοίπων για το πρόσωπο του διαχύθηκε στην ατμόσφαιρα. Από ότι ενημερωθήκαμε ήταν το μεγάλο «κεφάλι» και ιδιοκτήτης της βίλας. Κατά το απόγευμα γνωρίσαμε και τον γιο του, πολύ φιλικός, γύρω στα εικοσιεφτά. Μας πρότεινε να παίξουμε μαζί του Playstation, αποδείχθηκε πως δεν ήταν και πολύ καλός!!
Η επόμενη μέρα, τα γενέθλια μου! Ποιος θα μου το λεγε , ότι θα τα πέρναγα σε μια βίλα στο Μαρόκο στην μέση του πουθενά! Σαφώς και δεν έκανα πάρτι, ήταν μια μέρα σαν την προηγούμενη. Περιπλανιόμασταν στα δωμάτια , μιλάγαμε με κόσμο , καπνίζαμε και τρώγαμε σε κάθε γεύμα. ‘Έφτασε το βράδυ και πήγαμε να ξαπλώσουμε. Συζητήσαμε λίγο με τον αδερφό μου και αποφασίσαμε να φύγουμε το επόμενο πρωί, να δούμε και άλλα μέρη.

Γ. Ο αποχαιρετισμός

Ξημέρωσε άλλη μια μέρα σε αυτή την τόσο φιλόξενη χώρα. Μετά από τις μέρες χαλάρωσης «στην μέση του πουθενά», ήρθε η ώρα του αποχωρισμού. Μας χαιρέτησαν πολύ φιλικά και μας είπαν ότι είμαστε καλοδεχούμενοι όποτε θέλουμε να ξανάπαμε, τώρα πια που γνωρίζαμε το μέρος. Το πιο εντυπωσιακό ήταν ότι καθώς ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε μας είπαν να περιμένουμε, χωρίς να μας πουν το λόγο. Αυτό μας ανησύχησε αρκετά .. δεν γνωρίζαμε περί τίνος πρόκειται. Είχαμε έτοιμα τα πράγματα και περιμέναμε να μας πουν. Πέρασε κάμποση ώρα και εμείς κάναμε υποθέσεις. Τελικά, όλα διαλευκάνθηκαν όταν κατέφθασε ο γιος του ιδιοκτήτη. Ο ευγενικός καινούριος μας φίλος ήθελε άπλα να μας πει αντίο! Έτσι με ένα συναίσθημα χαρμολύπης αφήσαμε αυτό τον τόπο.


Δ. Η περιπλάνηση

Μπήκαμε στο ταξί και χαθήκαμε μέσα στα βουνά μέχρι να ξαναβρεθούμε στην οδική αρτηρία, από όπου θα παίρναμε το λεωφορείο για το γυρισμό. Προορισμός : Τετουάν
και από κει πίσω στην Ταγγέρη. Τα σχέδια όμως άλλαξαν και από κει ,μετά από κάμποσα παζάρια, επιβιβαστήκαμε σε ένα ταξί για το Chefchaouen. Πάλι προς τα πίσω .. άνετοι στα πίσω καθίσματα απολαμβάναμε το τοπίο , ενώ μπροστά στριμώχνονταν ο οδηγός με δυο ντόπιους (ένεκα τα 25 ευρώ για μια διαδρομή μιας ώρας , χαλάλι ). Φτάσαμε στη φημισμένη αυτή κωμόπολη που άκρη σε άκρη κυριαρχούσε μια γραφικότητα με μερικές πινελιές εκσυγχρονισμού. Με το που φτάσαμε, γνωρίσαμε τον Ομάρ, ένας συμπαθητικός μαροκινός, ο οποίος μας κατεύθυνε στα πάντα ( πήρε το κατιτίς του ). Έτσι βρήκαμε ένα όμορφοhostelνα περάσουμε την νύχτα , ένα παραδοσιακό ταβερνάκι, όπου και δοκιμάσαμε ένα από τα αγαπημένα φαγητα των Μαροκινών, το κουσκούς. Ύστερα περιπλανηθήκαμε σε διάφορα μαγαζάκια, κάνοντας παζάρια.

Την ημέρα ο κόσμος κυκλοφορούσε εδώ και εκεί και το βράδυ είχε στηθεί ένα μικρό πανηγυράκι στην κεντρική πλατειά όπου ήταν και τα μαγαζιά. Έβλεπες παντού παραδοσιακές πολύχρωμες φορεσιές και κάθε λογής κεντήματα, αρώματα μπαχαρικών σου έσπαγαν την μύτη και μικρολιχουδιές σε πάγκους έκαναν το στομάχι σου να «νιαουρίζει». Ξεκουραστήκαμε και την επόμενη μέρα πήραμε τον δρόμο του γυρισμού.

Ε. Η επιστροφή

Το επόμενο πρωί λοιπόν μετά από πολλές διαβουλεύσεις καταφέραμε να βγάλουμε εισιτήρια σε μια γλώσσα που ούτε εμείς αλλά ούτε και οι συνομιλητές μας καταλάβαιναν. Ευτυχώς δεν φτάσαμε στο Μαρακές! Σε λίγες ώρες ήμασταν κ πάλι στην Τετουαν για την ανταπόκριση στην Ταγγέρη. Εκεί τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά. Βρεθήκαμε σε μια «δίνη», ένας Μαροκινός μας απειλούσε ότι αν δεν του δώσουμε χρήματα δεν θα μας αφήσει να φύγουμε από την χώρα και ότι θα μπλέξουμε. Φοβηθήκαμε αλλά στην μέση του δρόμου δεν είχε και πολλές επιλογές , του δώσαμε γύρω στα πενήντα Dirham , δηλαδή πέντε ευρώ , για να τον ξεφορτωθούμε. Έβγαλε την λεία της ήμερας και εξαφανίστηκε. Δεν είναι να τους εμπιστεύεσαι ούτε λεπτό.

Κατηφορίσαμε στο λιμάνι , φάγαμε κάτι και ύστερα ο λίβας μας «έσπρωξε» απαλά για να φτάσουμε μπροστά από την μπουκαπόρτα του πλοίου. Ρίξαμε μια τελευταία ματιά, γεμίζοντας εικόνες αλλά και περίεργα συναισθήματα , αφήνοντας αυτή την διαφορετική χώρα πίσω μας ..
 
Last edited:

Nat ni

Member
Μηνύματα
101
Likes
139
Ωραία ιστορία !!!Μου θύμισες ενα απο τα πιο αγαπημένα μου ταξιδια,απο τα πρώτα που είχα κάνει στο εξωτερικό.Καναμε τον γύρο της Ισπανίας με αυτοκίνητο και περάσαμε και μεις απέναντι στην Ταγγερη.Ιδιαιτερη ,μυστηριακή η Ταγγερη και οι γύρω περιοχές ,είχαν κάτι απο "Τσάι στη Σαχαρα".Ευχομαι να πας και στο υπόλοιπο Μαροκο.
 

ggonholidays

Member
Μηνύματα
574
Likes
1.164
Ονειρεμένο Ταξίδι
Νησιά Γκαλαπάγκος
:clap:Καλωσόρισες στο φόρουμ Lunatic! Πολύ ωραία η ιστορία σου. Καμιά φωτογραφιούλα θα έχουμε; :rolleyes:
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.115
Μηνύματα
880.692
Μέλη
38.839
Νεότερο μέλος
mgian

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom