Παρίσακτος
Member
- Μηνύματα
- 239
- Likes
- 2.650
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός Ταξιδιού
- Welcome! Where are you from?
- Άνθρωποι κ Ποντίκια
- Παζάρι, Καρνάκ κ αποχαιρετισμός στα όπλα
- 'Εγκλημα στο Νείλο
- 'Στα Κρεμαστά κ τη Δήλο της Αιγύπτου
- Ο καλός άνθρωπος του Ασουάν
- Εκεί στο Νότο
- Υπάρχουν κροκόδειλοι στον Νείλο;
- Πυραμίδες
- Νεκροπόλεις για ζωντανούς
- Μούμιες
- Στην Αγορά του Αλ-Χαλίλι
- Για σαλάμ θα πει Αλεξάνδρεια
- Απολογισμός - Αρχαιολογικοί Χώροι
- Απολογισμός - Οικισμοί
- Τελικός Απολογισμός
Στα Κρεμαστά και τη Δήλο της Αιγύπτου
Το πρωί, μετά το πρωινό, φεύγουμε από το κρουαζιερόπλοιο νωρίς και ξεκινάμε για την Ελεφαντίνη, το νησάκι που είναι μες στο κέντρο της πόλης, όπου θα μέναμε τα επόμενα δυο βράδια. Η πρόσβαση είναι εύκολη, με συχνά πεντάλεπτα δρομολόγια δημοτικού σκάφους με εισιτήριο 2 EGP (10 λεπτά) για το πηγαινέλα (πληρώνεις μια φορά μόνο, στη διαδρομή προς το νησάκι).
Η πρώτη εντύπωση της πόλης είναι θετικότατη, όμορφη και στον παραλιακό της δρόμο και ως προς το φυσικό τοπίο. Κι η εικόνα των φελουκών, των παραδοσιακών ιστιοφόρων που κινούνται αποκλειστικά με τον άνεμο, να πλέουν στο ποτάμι είναι αν μη τι άλλο ειδυλλιακή. Στο βάθος ένας λόφος από άμμο να απλώνεται στον ορίζοντα. Νερό και έρημος σε ένα πλάνο, ό,τι χαρακτηρίζει από την αρχαιότητα τον αιγυπτιακό πολιτισμό.
Στον δρόμο σταμάτησε ένα ταξί και, αφού μας καλωσόρισε, μας πρότεινε να μας μεταφέρει στον προορισμό μας. Του αρνηθήκαμε και δεν χρειάστηκε να επιμείνουμε, έφυγε μοναχός του.
Βρε, τι συμβαίνει, είμαστε ακόμη στην Αίγυπτο;
Στη συνέχεια, νεαρός μας προτείνει να μας πάει βόλτα με σκάφος, στην Ελεφαντίνη και στο Kitchener island, δεν βλέπεις φίλε τις βαλίτσες, για βόλτες είμαστε; «Maybe later?» παρακαλάει να του αφήσουμε μια μικρή ελπίδα συνεργασίας. Οκ, τελικά δεν περάσαμε τα σύνορα. Τον καθησυχάζουμε.
Γενικά οι Νούβιοι είναι πολύ περισσότεροι εδώ. Είναι λαός καθαρά μελαμψός, σε αντίθεση με τους –Άραβες– σύγχρονους Αιγυπτίους, που ζούνε χιλιετίες σε εκείνη την περιοχή του κόσμου, στη νότια Αίγυπτο και στο Βόρειο Σουδάν. Στην αρχαιότητα αποτέλεσε φίλο μα και εχθρό της αρχαίας Αιγύπτου, από την οποία στο τέλος καταλήφθηκε και μετά από πολλούς διαφορετικούς ζυγούς (Πέρσες, Άραβες, Οθωμανούς, Βρετανούς) κατέληξε μοιρασμένη στα δύο κράτη. Βέβαια με την κατασκευή του φράγματος του Ασουάν, πολλά νουβιακά χωριά που βρίσκονταν στις όχθες του Νείλου βυθίστηκαν, με αποτέλεσμα πολλοί Νούβιοι να εξοριστούν πρακτικά στο Σουδάν. Αρκετοί έμειναν πίσω, είτε στα εναπομείναντα χωριά τους ή στους υπάρχοντες αιγυπτιακούς οικισμούς. Πέρα από τον τουριστικό προορισμό «Νουβιακό χωριό» που είχε προσπαθήσει να μας πουλήσει η ξεναγός, υπήρχαν και κανονικά χωριά, ένα από τα οποία και στο νησί που θα διαμέναμε.
Αναζητώντας το σημείο όπου σταματά το φέρι, για να περάσουμε με τα μπαγκάζια μας απέναντι, μας βλέπει ηλικιωμένος Νούβιος που στεκόταν με άλλους κάτω από κάτι φοίνικες και μας πλησιάζει. Φορούσε την κλασική γκρίζα ρόμπα, όπως κι οι περισσότεροι ταξιτζήδες που πετύχαμε και στο Λούξορ αλλά και γενικότερα αρκετοί άνθρωποι που συναντήσαμε στον δρόμο. Δεν το φοράνε για τον τουρίστα, έτσι όντως ντύνονται και κυκλοφορούν.
«Θέλετε βοήθεια;»
Διστάζουμε. Προσπαθούμε να καταλάβουμε αν στο τέρμα της αποβάθρας ο κόσμος περιμένει το συγκεκριμένο φέρι ή κάτι άλλο. Τον ρωτάμε. Μας το επιβεβαιώνει. Και μας προτείνει πακέτο για μετά, για τουρ σε τιμή που σε πρώτη ανάγνωση δεν φαίνεται κακή.
Περνάμε απέναντι. Τις πρώτες δυο φορές που πήραμε το φέρι δεν το προσέξαμε, αλλά το καΐκι είναι τυπικά χωρισμένο στη μέση, από τη μία άντρες, από την άλλη γυναίκες, όπως συνειδητοποιήσαμε μετά από παρατηρήσεις στα αραβικά μιας συνεπιβάτισσας.
Βρήκαμε το δωμάτιο, τακτοποιηθήκαμε, βγήκαμε έξω προς το λιμανάκι για να περάσουμε απέναντι. Στο δρόμο μας την έπεσαν κάτι παιδάκια, που φωνάζαν μπον μπον. Welcome to mama Africa!
Όταν επιστρέψαμε στην πόλη, βρήκαμε τον άνθρωπο που μας είχε προσεγγίζει νωρίτερα. Οι ταξιτζήδες εδώ δεν είναι επιθετικοί, όπως στο Λούξορ. Σε πλησιάζουν πιο προσεκτικά, με λίγη περισσότερη αξιοπρέπεια, σου λένε έτσι έχουν τα πράγματα, είναι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν. Μην τους εμπιστευτείτε απαραίτητα, κάντε το παζάρι σας, δεν το αποζητούν όπως οι βόρειοι γείτονές τους, αλλά ούτε και το απορρίπτουν.
Κλασικά ο κακός μπάτσος της παρέας (η αφεντιά μου) έκανα παζάρι, αρνήθηκε στην αρχή, αποφασίσαμε να ψάξουμε και τίποτα καλύτερο, μας σταμάτησε, συμφωνώντας στην τιμή που του είχαμε προτείνει τελευταία.
Ο οδηγός δεν μιλούσε αγγλικά, αλλά ο ηλικιωμένος πράκτορας του είχε εξηγήσει τη διαδρομή: φράγμα του Ασουάν και ναός του Φίλα. Κλασικά για να οδηγήσει έβγαζε τα σανδάλια του και τα ξαναφορούσε όταν έπρεπε να βγει από το αμάξι.
Προηγουμένως είχα γράψει ότι δεν υπάρχουν φανάρια. Ε λοιπόν, δεν ήταν ακριβές. Εδώ κι εκεί υπάρχουν φανάρια, απλώς κανένας δεν τους δίνει σημασία. Το κόκκινο φανάρι λειτουργεί σαν ΣΤΟΠ, που κάποιος μπορεί απλώς να παραχωρήσει προτεραιότητα, άλλος να το αγνοήσει και τελείως.
Λοιπόν, ενώ είχα στο παρελθόν με άλλους ταξιτζήδες αντίστοιχες σκέψεις, αποφάσισα με τον συγκεκριμένο, τον πρώτο που δεν μιλούσε γρι αγγλικά, να του πιάσω κουβέντα για την οδηγική συμπεριφορά των Αιγυπτίων.
«Γιατί όλοι εδώ στην Αίγυπτο δεν σταματάνε στο κόκκινο φανάρι;»
Δεν κατάλαβε, του επαναλαμβάνω, κι αρχίζει στη μέση του δρόμου να κάνει ελιγμούς, να ρωτά αν θέλω να σταματήσει, να του λέω όχι, να επιμένει, να μην καταλαβαίνει ο άνθρωπος τι με έπιασε και θέλω να σταματήσω, επειδή από όλο το κατεβατό μου συγκράτησε τη μόνη διεθνή λέξη: στοπ.
Αφού του είπαμε να συνεχίσει και παράτησα τις προσπάθειες διατάραξης της σιωπής, συνεχίσαμε σε μια διαδρομή σε τοπίο ερήμου, για να κάνουμε την πρώτη μας στάση στο φράγμα του Ασουάν (high dam). Πληρώσαμε πριν μπούμε, μετά από light στρατιωτικό έλεγχο.
Εντυπωσιακότατο από μηχανική σκοπιά, ρυθμιστής του νερού του Νείλου, με τα αρνητικά του και τα θετικά του, ανάλογα από ποια πλευρά το κοιτάς, όπως κάθε «εκσυγχρονιστικό μέσο».
Από το μεγαλύτερο φράγμα της χώρας συνεχίσαμε για τον ναό της Ίσιδος, που βρισκόταν στο νησί του Φίλα, το οποίο βυθίστηκε μετά την ανέγερση του φράγματος, και ο ναός μεταφέρθηκε σε άλλο νησί, με σκοπό να θυμίζει τον πρωτότυπο.
Αγοράζουμε το εισιτήριο, βλέπουμε και σε αφίσα ενδεικτική τιμή από το Υπουργείο Τουρισμού για τη μεταφορά με σκάφος στα 150 EGP. Χρήσιμο. Βέβαια όταν μπήκαμε μέσα στο λιμανάκι, ο καθένας έλεγε τα δικά του. Τι τριακόσια (150 το άτομο), τι 200 ακούγαμε, ένα άλλο ζευγάρι τσακωνόταν με κάποιον βαρκάρη, ο άνδρας άρχισε ν απομακρύνεται φουριόζος, προς τα εκδοτήρια, τους πλησιάζω εγώ, τους λέω αν θέλετε μπορούμε να μοιραστούμε, μας αρπάζει αυτός που μας είχε προσεγγίζει και –τι σύμπτωση!– μας έπαιρνε τελικά με την αναγραφόμενη στα εκδοτήρια τιμή, για μια ώρα πάνω στο νησί.
Από άποψη φυσικού τοπίου, ό,τι καλύτερο είδαμε στην Αίγυπτο. Μια σύγχρονη Δήλος, ναοί με φόντο το γαλάζιο του Νείλου, το λευκό των σκοπέλων, το χρυσό της άμμου, άλλο πράγμα. Ό,τι πρέπει για εξερεύνηση κι άραγμα κάπου με τέτοια θέα.
Κάποια στιγμή ένα ζευγάρι Γάλλων ήταν στην είσοδο ενός δωματίου και για να περάσω τους είπα ένα «συγχωρέστε με» στη γλώσσα τους. Τι το ήθελα; Έπειτα μας ακολούθησε διακριτικά η γυναίκα για λίγο και με ρώτησε αν ξέρω γαλλικά.
«Λίγα» της λέω μιας κι έχω πολλά χρόνια να τα εξασκήσω.
«Πόσο πληρώσατε για το θαλάσσιο ταξί;»
Έλα που είχε κολλήσει το μυαλό μου, κι αντί για το γαλλικό εκατό μου ερχόταν το ισπανικό (ως γραφή) σε γαλλική προφορά (κι αντί για σαν να λέω σιαν που θυμίζει περισσότερο σκύλο παρά τον αριθμό), κι αυτή να μην καταλαβαίνει. Το 150 να το καταλαβαίνει σαν 500, σαν 250, σαν δεν ξέρω κι εγώ τι. Κι εδώ που το λέμε, ούτε κι εγώ το καταλαβαίνω αυτό, αν έρθει κάποιος στην Ελλάδα και μου πει ιγκαουντό ενώ περιμένω να ακούσω αριθμό στη γλώσσα μου, μάλλον θα καταλάβω ότι εννοεί εκατό κι όχι τριακόσια δώδεκα. Καταλήγω να της το λέω στα αγγλικά, ελπίζω να το κατάλαβε, την απέφευγα για το υπόλοιπο της περιπλάνησής μας στο νησί.
Δεν ήταν η μέρα μου, απ’ ό,τι φαίνεται.
Επιστρέφουμε στη βάρκα μας, ο ταρίφας της θάλασσας δεν ήταν εκεί, γιατί είχε βγει στον αρχαιολογικό χώρο και μας έψαχνε. Για να φτάσουμε στη δική μας βάρκα, πηδούσαμε μέσα από άλλες βάρκες, σαν αλυσίδα (προσοχή εκεί τα κεφάλια σας). Βρήκαμε τον ταξιτζή μας πίσω κι επιστρέψαμε στο Ασουάν.
Το πρωί, μετά το πρωινό, φεύγουμε από το κρουαζιερόπλοιο νωρίς και ξεκινάμε για την Ελεφαντίνη, το νησάκι που είναι μες στο κέντρο της πόλης, όπου θα μέναμε τα επόμενα δυο βράδια. Η πρόσβαση είναι εύκολη, με συχνά πεντάλεπτα δρομολόγια δημοτικού σκάφους με εισιτήριο 2 EGP (10 λεπτά) για το πηγαινέλα (πληρώνεις μια φορά μόνο, στη διαδρομή προς το νησάκι).
Η πρώτη εντύπωση της πόλης είναι θετικότατη, όμορφη και στον παραλιακό της δρόμο και ως προς το φυσικό τοπίο. Κι η εικόνα των φελουκών, των παραδοσιακών ιστιοφόρων που κινούνται αποκλειστικά με τον άνεμο, να πλέουν στο ποτάμι είναι αν μη τι άλλο ειδυλλιακή. Στο βάθος ένας λόφος από άμμο να απλώνεται στον ορίζοντα. Νερό και έρημος σε ένα πλάνο, ό,τι χαρακτηρίζει από την αρχαιότητα τον αιγυπτιακό πολιτισμό.
Στον δρόμο σταμάτησε ένα ταξί και, αφού μας καλωσόρισε, μας πρότεινε να μας μεταφέρει στον προορισμό μας. Του αρνηθήκαμε και δεν χρειάστηκε να επιμείνουμε, έφυγε μοναχός του.
Βρε, τι συμβαίνει, είμαστε ακόμη στην Αίγυπτο;
Στη συνέχεια, νεαρός μας προτείνει να μας πάει βόλτα με σκάφος, στην Ελεφαντίνη και στο Kitchener island, δεν βλέπεις φίλε τις βαλίτσες, για βόλτες είμαστε; «Maybe later?» παρακαλάει να του αφήσουμε μια μικρή ελπίδα συνεργασίας. Οκ, τελικά δεν περάσαμε τα σύνορα. Τον καθησυχάζουμε.
Γενικά οι Νούβιοι είναι πολύ περισσότεροι εδώ. Είναι λαός καθαρά μελαμψός, σε αντίθεση με τους –Άραβες– σύγχρονους Αιγυπτίους, που ζούνε χιλιετίες σε εκείνη την περιοχή του κόσμου, στη νότια Αίγυπτο και στο Βόρειο Σουδάν. Στην αρχαιότητα αποτέλεσε φίλο μα και εχθρό της αρχαίας Αιγύπτου, από την οποία στο τέλος καταλήφθηκε και μετά από πολλούς διαφορετικούς ζυγούς (Πέρσες, Άραβες, Οθωμανούς, Βρετανούς) κατέληξε μοιρασμένη στα δύο κράτη. Βέβαια με την κατασκευή του φράγματος του Ασουάν, πολλά νουβιακά χωριά που βρίσκονταν στις όχθες του Νείλου βυθίστηκαν, με αποτέλεσμα πολλοί Νούβιοι να εξοριστούν πρακτικά στο Σουδάν. Αρκετοί έμειναν πίσω, είτε στα εναπομείναντα χωριά τους ή στους υπάρχοντες αιγυπτιακούς οικισμούς. Πέρα από τον τουριστικό προορισμό «Νουβιακό χωριό» που είχε προσπαθήσει να μας πουλήσει η ξεναγός, υπήρχαν και κανονικά χωριά, ένα από τα οποία και στο νησί που θα διαμέναμε.
Αναζητώντας το σημείο όπου σταματά το φέρι, για να περάσουμε με τα μπαγκάζια μας απέναντι, μας βλέπει ηλικιωμένος Νούβιος που στεκόταν με άλλους κάτω από κάτι φοίνικες και μας πλησιάζει. Φορούσε την κλασική γκρίζα ρόμπα, όπως κι οι περισσότεροι ταξιτζήδες που πετύχαμε και στο Λούξορ αλλά και γενικότερα αρκετοί άνθρωποι που συναντήσαμε στον δρόμο. Δεν το φοράνε για τον τουρίστα, έτσι όντως ντύνονται και κυκλοφορούν.
«Θέλετε βοήθεια;»
Διστάζουμε. Προσπαθούμε να καταλάβουμε αν στο τέρμα της αποβάθρας ο κόσμος περιμένει το συγκεκριμένο φέρι ή κάτι άλλο. Τον ρωτάμε. Μας το επιβεβαιώνει. Και μας προτείνει πακέτο για μετά, για τουρ σε τιμή που σε πρώτη ανάγνωση δεν φαίνεται κακή.
Περνάμε απέναντι. Τις πρώτες δυο φορές που πήραμε το φέρι δεν το προσέξαμε, αλλά το καΐκι είναι τυπικά χωρισμένο στη μέση, από τη μία άντρες, από την άλλη γυναίκες, όπως συνειδητοποιήσαμε μετά από παρατηρήσεις στα αραβικά μιας συνεπιβάτισσας.
Βρήκαμε το δωμάτιο, τακτοποιηθήκαμε, βγήκαμε έξω προς το λιμανάκι για να περάσουμε απέναντι. Στο δρόμο μας την έπεσαν κάτι παιδάκια, που φωνάζαν μπον μπον. Welcome to mama Africa!
Όταν επιστρέψαμε στην πόλη, βρήκαμε τον άνθρωπο που μας είχε προσεγγίζει νωρίτερα. Οι ταξιτζήδες εδώ δεν είναι επιθετικοί, όπως στο Λούξορ. Σε πλησιάζουν πιο προσεκτικά, με λίγη περισσότερη αξιοπρέπεια, σου λένε έτσι έχουν τα πράγματα, είναι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν. Μην τους εμπιστευτείτε απαραίτητα, κάντε το παζάρι σας, δεν το αποζητούν όπως οι βόρειοι γείτονές τους, αλλά ούτε και το απορρίπτουν.
Κλασικά ο κακός μπάτσος της παρέας (η αφεντιά μου) έκανα παζάρι, αρνήθηκε στην αρχή, αποφασίσαμε να ψάξουμε και τίποτα καλύτερο, μας σταμάτησε, συμφωνώντας στην τιμή που του είχαμε προτείνει τελευταία.
Ο οδηγός δεν μιλούσε αγγλικά, αλλά ο ηλικιωμένος πράκτορας του είχε εξηγήσει τη διαδρομή: φράγμα του Ασουάν και ναός του Φίλα. Κλασικά για να οδηγήσει έβγαζε τα σανδάλια του και τα ξαναφορούσε όταν έπρεπε να βγει από το αμάξι.
Προηγουμένως είχα γράψει ότι δεν υπάρχουν φανάρια. Ε λοιπόν, δεν ήταν ακριβές. Εδώ κι εκεί υπάρχουν φανάρια, απλώς κανένας δεν τους δίνει σημασία. Το κόκκινο φανάρι λειτουργεί σαν ΣΤΟΠ, που κάποιος μπορεί απλώς να παραχωρήσει προτεραιότητα, άλλος να το αγνοήσει και τελείως.
Λοιπόν, ενώ είχα στο παρελθόν με άλλους ταξιτζήδες αντίστοιχες σκέψεις, αποφάσισα με τον συγκεκριμένο, τον πρώτο που δεν μιλούσε γρι αγγλικά, να του πιάσω κουβέντα για την οδηγική συμπεριφορά των Αιγυπτίων.
«Γιατί όλοι εδώ στην Αίγυπτο δεν σταματάνε στο κόκκινο φανάρι;»
Δεν κατάλαβε, του επαναλαμβάνω, κι αρχίζει στη μέση του δρόμου να κάνει ελιγμούς, να ρωτά αν θέλω να σταματήσει, να του λέω όχι, να επιμένει, να μην καταλαβαίνει ο άνθρωπος τι με έπιασε και θέλω να σταματήσω, επειδή από όλο το κατεβατό μου συγκράτησε τη μόνη διεθνή λέξη: στοπ.
Αφού του είπαμε να συνεχίσει και παράτησα τις προσπάθειες διατάραξης της σιωπής, συνεχίσαμε σε μια διαδρομή σε τοπίο ερήμου, για να κάνουμε την πρώτη μας στάση στο φράγμα του Ασουάν (high dam). Πληρώσαμε πριν μπούμε, μετά από light στρατιωτικό έλεγχο.
Εντυπωσιακότατο από μηχανική σκοπιά, ρυθμιστής του νερού του Νείλου, με τα αρνητικά του και τα θετικά του, ανάλογα από ποια πλευρά το κοιτάς, όπως κάθε «εκσυγχρονιστικό μέσο».
Από το μεγαλύτερο φράγμα της χώρας συνεχίσαμε για τον ναό της Ίσιδος, που βρισκόταν στο νησί του Φίλα, το οποίο βυθίστηκε μετά την ανέγερση του φράγματος, και ο ναός μεταφέρθηκε σε άλλο νησί, με σκοπό να θυμίζει τον πρωτότυπο.
Αγοράζουμε το εισιτήριο, βλέπουμε και σε αφίσα ενδεικτική τιμή από το Υπουργείο Τουρισμού για τη μεταφορά με σκάφος στα 150 EGP. Χρήσιμο. Βέβαια όταν μπήκαμε μέσα στο λιμανάκι, ο καθένας έλεγε τα δικά του. Τι τριακόσια (150 το άτομο), τι 200 ακούγαμε, ένα άλλο ζευγάρι τσακωνόταν με κάποιον βαρκάρη, ο άνδρας άρχισε ν απομακρύνεται φουριόζος, προς τα εκδοτήρια, τους πλησιάζω εγώ, τους λέω αν θέλετε μπορούμε να μοιραστούμε, μας αρπάζει αυτός που μας είχε προσεγγίζει και –τι σύμπτωση!– μας έπαιρνε τελικά με την αναγραφόμενη στα εκδοτήρια τιμή, για μια ώρα πάνω στο νησί.
Από άποψη φυσικού τοπίου, ό,τι καλύτερο είδαμε στην Αίγυπτο. Μια σύγχρονη Δήλος, ναοί με φόντο το γαλάζιο του Νείλου, το λευκό των σκοπέλων, το χρυσό της άμμου, άλλο πράγμα. Ό,τι πρέπει για εξερεύνηση κι άραγμα κάπου με τέτοια θέα.
Κάποια στιγμή ένα ζευγάρι Γάλλων ήταν στην είσοδο ενός δωματίου και για να περάσω τους είπα ένα «συγχωρέστε με» στη γλώσσα τους. Τι το ήθελα; Έπειτα μας ακολούθησε διακριτικά η γυναίκα για λίγο και με ρώτησε αν ξέρω γαλλικά.
«Λίγα» της λέω μιας κι έχω πολλά χρόνια να τα εξασκήσω.
«Πόσο πληρώσατε για το θαλάσσιο ταξί;»
Έλα που είχε κολλήσει το μυαλό μου, κι αντί για το γαλλικό εκατό μου ερχόταν το ισπανικό (ως γραφή) σε γαλλική προφορά (κι αντί για σαν να λέω σιαν που θυμίζει περισσότερο σκύλο παρά τον αριθμό), κι αυτή να μην καταλαβαίνει. Το 150 να το καταλαβαίνει σαν 500, σαν 250, σαν δεν ξέρω κι εγώ τι. Κι εδώ που το λέμε, ούτε κι εγώ το καταλαβαίνω αυτό, αν έρθει κάποιος στην Ελλάδα και μου πει ιγκαουντό ενώ περιμένω να ακούσω αριθμό στη γλώσσα μου, μάλλον θα καταλάβω ότι εννοεί εκατό κι όχι τριακόσια δώδεκα. Καταλήγω να της το λέω στα αγγλικά, ελπίζω να το κατάλαβε, την απέφευγα για το υπόλοιπο της περιπλάνησής μας στο νησί.
Δεν ήταν η μέρα μου, απ’ ό,τι φαίνεται.
Επιστρέφουμε στη βάρκα μας, ο ταρίφας της θάλασσας δεν ήταν εκεί, γιατί είχε βγει στον αρχαιολογικό χώρο και μας έψαχνε. Για να φτάσουμε στη δική μας βάρκα, πηδούσαμε μέσα από άλλες βάρκες, σαν αλυσίδα (προσοχή εκεί τα κεφάλια σας). Βρήκαμε τον ταξιτζή μας πίσω κι επιστρέψαμε στο Ασουάν.
Attachments
-
242,4 KB Προβολές: 0