kabamarou
Member
- Μηνύματα
- 1.437
- Likes
- 2.207
3η ημέρα
Ξεκίνησα το μεσημέρι για μια περιήγηση μόνος μιας και η υπόλοιπη παρέα ήταν ήδη εκτός σπιτιού. Απολαμβάνω πολύ τις μοναχικές εξερευνήσεις γιατί μου επιτρέπουν να αφιερώνω τον χρόνο που θέλω εγώ σε αυτές και να κάνω και πιο εύκολα τους συλλογισμούς μου πάνω σε αυτά που βλέπω. Το περπάτημα στον δρόμο ήταν ιδιαίτερα απολαυστικό γιατί παρόλο που ήταν Ιανουάριος η θερμοκρασία έφτανε μέχρι 18 βαθμούς αυτές τις ώρες.
Έφτασα στον δημοτικό κήπο Λευκωσίας που είναι ένα πολύ ωραίο μέρος για να χαλαρώσει κάποιος. Ο κεντρικός διάδρομος κατακλύζεται από πανύψηλους φοίνικες που τους πλαισιώνουν άφθονα δέντρα . Αξιοπερίεργο που μέσα στο πάρκο ήταν μόνο μετανάστες και κανένας ντόπιος.
Συνέχισα μέχρι την πύλη της Πάφου που ήταν μια από τις τρεις εισόδους της παλιάς πόλης που είχαν χτίσει οι Ενετοί.
Ακριβώς απέναντι βρίσκεται πάνω σε ένα ύψωμα το πάρκο Sinir Parki και λόγω του ότι εκεί ξεκινάει η κατεχόμενη πλευρά είναι περιφραγμένο και βλέπεις τους ανθρώπους να κοιτάνε την θέα μέσα από τα συρματοπλέγματα σαν φυλακισμένοι.
Κανένα κτίριο ενδιάμεσα. Κανένα κενό. Το μόνο διαχωριστικό εδώ είναι απλά ένα συρματόπλεγμα πάνω σε ένα ύψωμα που χωρίζει στα δύο τις ζωές των ανθρώπων.
Στην συνέχεια παρατήρησα τα οδοφράγματα αλλά και τον ναό του τίμιου σταυρού που είναι χτισμένος ακριβώς πάνω στα σύνορα με την κάθε μεριά του να κοιτάει σε άλλη χώρα.
Πέρασα από στενά που καταλήγανε σε φυλάκια
και είδα με δέος τα αμέτρητα εγκαταλειμμένα κτίρια της πράσινης γραμμής. Έκανα μια στάση μπροστά στο μνημείο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
που βρίσκεται ακριβώς μπροστά στο σημείο εισόδου για την Τουρκική πλευρά και πέρασα από την πλατεία Φανερωμένης παρατηρώντας το κτίριο του παρθεναγωγείου και τις άφθονες καφετέριες στην γύρω περιοχή.
Διέσχισα τους δρόμους γύρω από το Χαμάμ Ομεριέ και κατέληξα στην αρχιεπισκοπή που είναι απέναντι από το Παγκύπριο Γυμνάσιο.
Κάπου εδώ έπρεπε να πάρω τον δρόμο της επιστροφής όμως γιατί είχαμε καλεσμένους στο σπίτι ντόπιους φίλους και φίλες. Μέσα από την παρέα που έκανα μαζί τους εξεπλάγην από την θερμότητα, την ζωντάνια τους αλλά και από το ότι μιλούσαν μεταξύ τους όπως προανέφερα μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα σχεδόν καθόλου. Ένα μείγμα Ελληνικών, Κυπριακών και Αγγλικών.
Το βράδυ ένας Κύπριος φίλος, μας πήγε μια βόλτα στην γεμάτη από μαγαζιά παραλία της κατεχόμενης Κερύνειας και το όμορφο κάστρο της το οποίο βέβαια έχανε λίγο από το γεγονός ότι δεν ήταν παντού φωταγωγημένο.
4η ημέρα
Αναχωρήσαμε για το κατεχόμενο κομμάτι της Λευκωσίας. Μπήκαμε για λίγο σε ένα καφέ μπαρ με μια πανύψηλη βιβλιοθήκη.
Συνεχίσαμε προς την πύλη της Κερύνειας
η οποία είναι η 2η από τις 3 πύλες των Ενετικών τειχών που είδα και μετά κατευθυνθήκαμε πάλι προς το Buyuk Han. Τους άφησα εκεί και ξεκίνησα για ακόμη μια μοναχική εξερεύνηση. Πέρασα και πάλι από το τζαμί Selimiye Mosque και αυτή την φορά το εξέτασα εξονυχιστικά από όλες τις πλευρές.
Συνέχισα την βόλτα προς το δυτικό κομμάτι της κατεχόμενης Λευκωσίας μέσα σε έρημα στενά ευχόμενος να μην καταλάβει κανείς την Ελληνική καταγωγή μου σε μια περιοχή που απουσιάζουν παντελώς οι τουρίστες οι οποίοι συγκεντρώνονται κυρίως στο κεντρικό κομμάτι. Ένα μέρος που πριν από λίγες δεκαετίες αρπάχτηκε και δόθηκε σε άλλους με τίμημα πολλές ανθρώπινες ζωές. Που είναι κομμάτι ενός κράτους που δεν είναι αναγνωρισμένο ούτε από τα Ηνωμένα Έθνη αλλά και από καμία χώρα στον πλανήτη εκτός της Τουρκίας. Προσπαθούσα να τα βλέπω όλα αυτά βέβαια σαν ουδέτερος παρατηρητής και όχι επηρεαζόμενος από την καταγωγή μου. Από την μία σφιγμένος και από την άλλη γοητευμένος από την ανατολίτικη κουλτούρα που ξεδιπλώνονταν μέσα από τα στενάκια και τα παλιά σπίτια.
Παιδάκια παίζανε μπάλα και φώναζαν σε πολλά σημεία. Η φτώχεια έκανε έκδηλα τα σημάδια της παντού. Μαγαζιά που είχαν μετατραπεί σε πρόχειρες κατοικίες. Πολλά γκρεμισμένα σπίτια και ασυντήρητα. Δρόμοι γεμάτοι λακκούβες και μέσα σε όλα αυτά ένα ποδήλατο αφημένο έξω από την αυλή μιας μονοκατοικίας χωρίς να είναι κλειδωμένο. Ιδιαίτερο σουρεαλιστικό γεγονός για τα δικά μου δεδομένα οι φοίνικες δίπλα σε γκρεμισμένα σπίτια και χαμόσπιτα. Τους φοίνικες τους έχω συνηθίσει να είναι είτε δίπλα σε εύπορες κατοικίες είτε σε κεντρικά μέρη της πόλης.
Γύρισα στο Buyuk Han για να βρω την παρέα. Από εκεί ξεκινήσαμε όλοι μαζί και μπήκαμε στο εσωτερικό ενός πολύ εντυπωσιακού διώροφου μαγαζιού με vintage διακόσμηση και γυάλινο διαφανές πάτωμα που υπήρχαν ομοιώματα ανθρώπων από κάτω .
Φάγαμε και ένα νοστιμότατο falafel στο δρόμο και μετά περάσαμε τα σύνορα και χωριστήκαμε πάλι. Έφτασα μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας που συμβολίζει τον αγώνα της Κύπρου για ανεξαρτησία από τη Βρετανία.
Ακριβώς δίπλα βρίσκεται ένα μεγάλο πάρκο μέσα από τα Ενετικά τείχη και απέναντι μέρος του παλιού υδραγωγείου.
Συνεχίζοντας έφτασα στην πύλη της Αμμόχωστου και έτσι ολοκλήρωσα την επίσκεψη μου και στις 3 παλιές πύλες.
Είδα το αρχοντικό της Αξιοθέας που χρησιμοποιείται σαν πολιτιστικός χώρος
και συνέχισα την βόλτα μου στον Tαχτακαλά. Μια περιοχή με πολλές όμορφες γραφικές μονοκατοικίες που θα την έλεγα και Πλάκα της Λευκωσίας.
Ηταν μεγάλη έκπληξη αυτό το μέρος για εμένα όπως και πολλά άλλα που είδα τις επόμενες ημέρες γιατί δεν είναι διαθέσιμη η υπηρεσία της google street view για την Λευκωσία οπότε έκανα υποθέσεις για το τι θα συναντήσω μόνο από κάποιες φωτογραφίες. Δεν περίμενα ότι θα βρω τόσα πολλά όμορφα διατηρητέα σπίτια. Από ένα εγκαταλειμμένο φυλάκιο διέκρινα την Ερμού που ήταν ο πιο εμπορικός δρόμος της πόλης και τώρα ήταν εγκαταλειμμένος λόγω του ότι ανήκε πλέον στην πράσινη γραμμή. Τον κοίταξα και προσπάθησα να οραματιστώ πλήθος κόσμου να ρέει μέσα σε αυτόν με φωνές διάχυτες να σχίζουν τον αέρα.
Βγήκα έξω από την παλιά πόλη και πήγα στην νέα. Είχα διακρίνει τις προηγούμενες ημέρες από μακριά ένα κτίριο που μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση και πήγα από δίπλα του για να το επεξεργαστώ με την ησυχία μου. Έχει βραβευτεί ως το καλύτερο ψηλό κτίριο της Ευρώπης ανάμεσα από άλλα 132!
Διέσχισα μεγάλο κομμάτι της Λεωφόρου Μακαρίου με τα επώνυμα πολυκαταστήματα της. Κάποια στιγμή πέρασε ένας *τύπος που οδηγούσε την μηχανή του μαρσάροντας. Είχε ένα τατουάζ στο μέτωπο και δύο μάτια που κοιτούσαν άγρια. Μου φάνηκε τρομερά απόκοσμο αυτό το σκηνικό. Μια εικόνα που θα φαινόταν εντελώς φυσιολογική στην Αθήνα η στην Θεσσαλονίκη εδώ στο γαλήνιο περιβάλλον της Λευκωσίας έμοιαζε σαν να πετάχτηκε από παράλληλο σύμπαν.
Εστριψα στην οδό Στασικράτους. Ένας δρόμος γύρω στα 500 μέτρα που διαθέτει ρούχα από τις μεγαλύτερες πασαρέλες του κόσμου. Κατά μήκος των δρόμων που κινούμουν υπήρχαν και αρκετοί ουρανοξύστες υπό ανέγερση
που αποτελούν κάτι το οξύμωρο καθώς γύρω από αυτούς και σε όλη την πόλη γενικότερα τα κτίρια είναι πολύ χαμηλά. Περπάτησα και την Θεμιστοκλή Δέρβη που είναι επίσης ένας δρόμος με πολλά καταστήματα.
Είχα κουραστεί και είχα δει αρκετά οπότε πήρα τον δρόμο του γυρισμού προς το σπίτι. Μετά από λίγη ώρα όμως και ενώ ξεκούραζα τα ταλαιπωρημένα πόδια μου, έπεσε μια πρόταση από μια Κύπρια φίλη. Πάμε Λάρνακα; Πάμε είπαμε όλοι και ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο της.
Φτάσαμε στην Παραλία των Φοινικούδων. Πανύψηλοι στοιχισμένοι φοίνικες κατά μήκος του δρόμου που διασχίζοντας τον από την μια μεριά βλέπαμε την αμμουδιά και από την άλλη ογκώδη φαραωνικά κτίρια που πλαισιώνονταν από δεκάδες μαγαζιά μεγάλων διαστάσεων. Ούτε ένα μικρό μαγαζάκι. Κάναμε βόλτα και μετά κάτσαμε για φαγητό και μπύρα.
.
*Έμαθα ότι ήταν από Θεσσαλονίκη ο οδηγός της μηχανής
Ξεκίνησα το μεσημέρι για μια περιήγηση μόνος μιας και η υπόλοιπη παρέα ήταν ήδη εκτός σπιτιού. Απολαμβάνω πολύ τις μοναχικές εξερευνήσεις γιατί μου επιτρέπουν να αφιερώνω τον χρόνο που θέλω εγώ σε αυτές και να κάνω και πιο εύκολα τους συλλογισμούς μου πάνω σε αυτά που βλέπω. Το περπάτημα στον δρόμο ήταν ιδιαίτερα απολαυστικό γιατί παρόλο που ήταν Ιανουάριος η θερμοκρασία έφτανε μέχρι 18 βαθμούς αυτές τις ώρες.
Έφτασα στον δημοτικό κήπο Λευκωσίας που είναι ένα πολύ ωραίο μέρος για να χαλαρώσει κάποιος. Ο κεντρικός διάδρομος κατακλύζεται από πανύψηλους φοίνικες που τους πλαισιώνουν άφθονα δέντρα . Αξιοπερίεργο που μέσα στο πάρκο ήταν μόνο μετανάστες και κανένας ντόπιος.
Συνέχισα μέχρι την πύλη της Πάφου που ήταν μια από τις τρεις εισόδους της παλιάς πόλης που είχαν χτίσει οι Ενετοί.
Ακριβώς απέναντι βρίσκεται πάνω σε ένα ύψωμα το πάρκο Sinir Parki και λόγω του ότι εκεί ξεκινάει η κατεχόμενη πλευρά είναι περιφραγμένο και βλέπεις τους ανθρώπους να κοιτάνε την θέα μέσα από τα συρματοπλέγματα σαν φυλακισμένοι.
Κανένα κτίριο ενδιάμεσα. Κανένα κενό. Το μόνο διαχωριστικό εδώ είναι απλά ένα συρματόπλεγμα πάνω σε ένα ύψωμα που χωρίζει στα δύο τις ζωές των ανθρώπων.
Στην συνέχεια παρατήρησα τα οδοφράγματα αλλά και τον ναό του τίμιου σταυρού που είναι χτισμένος ακριβώς πάνω στα σύνορα με την κάθε μεριά του να κοιτάει σε άλλη χώρα.
Πέρασα από στενά που καταλήγανε σε φυλάκια
και είδα με δέος τα αμέτρητα εγκαταλειμμένα κτίρια της πράσινης γραμμής. Έκανα μια στάση μπροστά στο μνημείο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
που βρίσκεται ακριβώς μπροστά στο σημείο εισόδου για την Τουρκική πλευρά και πέρασα από την πλατεία Φανερωμένης παρατηρώντας το κτίριο του παρθεναγωγείου και τις άφθονες καφετέριες στην γύρω περιοχή.
Διέσχισα τους δρόμους γύρω από το Χαμάμ Ομεριέ και κατέληξα στην αρχιεπισκοπή που είναι απέναντι από το Παγκύπριο Γυμνάσιο.
Κάπου εδώ έπρεπε να πάρω τον δρόμο της επιστροφής όμως γιατί είχαμε καλεσμένους στο σπίτι ντόπιους φίλους και φίλες. Μέσα από την παρέα που έκανα μαζί τους εξεπλάγην από την θερμότητα, την ζωντάνια τους αλλά και από το ότι μιλούσαν μεταξύ τους όπως προανέφερα μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα σχεδόν καθόλου. Ένα μείγμα Ελληνικών, Κυπριακών και Αγγλικών.
Το βράδυ ένας Κύπριος φίλος, μας πήγε μια βόλτα στην γεμάτη από μαγαζιά παραλία της κατεχόμενης Κερύνειας και το όμορφο κάστρο της το οποίο βέβαια έχανε λίγο από το γεγονός ότι δεν ήταν παντού φωταγωγημένο.
4η ημέρα
Αναχωρήσαμε για το κατεχόμενο κομμάτι της Λευκωσίας. Μπήκαμε για λίγο σε ένα καφέ μπαρ με μια πανύψηλη βιβλιοθήκη.
Συνεχίσαμε προς την πύλη της Κερύνειας
η οποία είναι η 2η από τις 3 πύλες των Ενετικών τειχών που είδα και μετά κατευθυνθήκαμε πάλι προς το Buyuk Han. Τους άφησα εκεί και ξεκίνησα για ακόμη μια μοναχική εξερεύνηση. Πέρασα και πάλι από το τζαμί Selimiye Mosque και αυτή την φορά το εξέτασα εξονυχιστικά από όλες τις πλευρές.
Συνέχισα την βόλτα προς το δυτικό κομμάτι της κατεχόμενης Λευκωσίας μέσα σε έρημα στενά ευχόμενος να μην καταλάβει κανείς την Ελληνική καταγωγή μου σε μια περιοχή που απουσιάζουν παντελώς οι τουρίστες οι οποίοι συγκεντρώνονται κυρίως στο κεντρικό κομμάτι. Ένα μέρος που πριν από λίγες δεκαετίες αρπάχτηκε και δόθηκε σε άλλους με τίμημα πολλές ανθρώπινες ζωές. Που είναι κομμάτι ενός κράτους που δεν είναι αναγνωρισμένο ούτε από τα Ηνωμένα Έθνη αλλά και από καμία χώρα στον πλανήτη εκτός της Τουρκίας. Προσπαθούσα να τα βλέπω όλα αυτά βέβαια σαν ουδέτερος παρατηρητής και όχι επηρεαζόμενος από την καταγωγή μου. Από την μία σφιγμένος και από την άλλη γοητευμένος από την ανατολίτικη κουλτούρα που ξεδιπλώνονταν μέσα από τα στενάκια και τα παλιά σπίτια.
Παιδάκια παίζανε μπάλα και φώναζαν σε πολλά σημεία. Η φτώχεια έκανε έκδηλα τα σημάδια της παντού. Μαγαζιά που είχαν μετατραπεί σε πρόχειρες κατοικίες. Πολλά γκρεμισμένα σπίτια και ασυντήρητα. Δρόμοι γεμάτοι λακκούβες και μέσα σε όλα αυτά ένα ποδήλατο αφημένο έξω από την αυλή μιας μονοκατοικίας χωρίς να είναι κλειδωμένο. Ιδιαίτερο σουρεαλιστικό γεγονός για τα δικά μου δεδομένα οι φοίνικες δίπλα σε γκρεμισμένα σπίτια και χαμόσπιτα. Τους φοίνικες τους έχω συνηθίσει να είναι είτε δίπλα σε εύπορες κατοικίες είτε σε κεντρικά μέρη της πόλης.
Γύρισα στο Buyuk Han για να βρω την παρέα. Από εκεί ξεκινήσαμε όλοι μαζί και μπήκαμε στο εσωτερικό ενός πολύ εντυπωσιακού διώροφου μαγαζιού με vintage διακόσμηση και γυάλινο διαφανές πάτωμα που υπήρχαν ομοιώματα ανθρώπων από κάτω .
Φάγαμε και ένα νοστιμότατο falafel στο δρόμο και μετά περάσαμε τα σύνορα και χωριστήκαμε πάλι. Έφτασα μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας που συμβολίζει τον αγώνα της Κύπρου για ανεξαρτησία από τη Βρετανία.
Ακριβώς δίπλα βρίσκεται ένα μεγάλο πάρκο μέσα από τα Ενετικά τείχη και απέναντι μέρος του παλιού υδραγωγείου.
Συνεχίζοντας έφτασα στην πύλη της Αμμόχωστου και έτσι ολοκλήρωσα την επίσκεψη μου και στις 3 παλιές πύλες.
Είδα το αρχοντικό της Αξιοθέας που χρησιμοποιείται σαν πολιτιστικός χώρος
και συνέχισα την βόλτα μου στον Tαχτακαλά. Μια περιοχή με πολλές όμορφες γραφικές μονοκατοικίες που θα την έλεγα και Πλάκα της Λευκωσίας.
Ηταν μεγάλη έκπληξη αυτό το μέρος για εμένα όπως και πολλά άλλα που είδα τις επόμενες ημέρες γιατί δεν είναι διαθέσιμη η υπηρεσία της google street view για την Λευκωσία οπότε έκανα υποθέσεις για το τι θα συναντήσω μόνο από κάποιες φωτογραφίες. Δεν περίμενα ότι θα βρω τόσα πολλά όμορφα διατηρητέα σπίτια. Από ένα εγκαταλειμμένο φυλάκιο διέκρινα την Ερμού που ήταν ο πιο εμπορικός δρόμος της πόλης και τώρα ήταν εγκαταλειμμένος λόγω του ότι ανήκε πλέον στην πράσινη γραμμή. Τον κοίταξα και προσπάθησα να οραματιστώ πλήθος κόσμου να ρέει μέσα σε αυτόν με φωνές διάχυτες να σχίζουν τον αέρα.
Βγήκα έξω από την παλιά πόλη και πήγα στην νέα. Είχα διακρίνει τις προηγούμενες ημέρες από μακριά ένα κτίριο που μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση και πήγα από δίπλα του για να το επεξεργαστώ με την ησυχία μου. Έχει βραβευτεί ως το καλύτερο ψηλό κτίριο της Ευρώπης ανάμεσα από άλλα 132!
Διέσχισα μεγάλο κομμάτι της Λεωφόρου Μακαρίου με τα επώνυμα πολυκαταστήματα της. Κάποια στιγμή πέρασε ένας *τύπος που οδηγούσε την μηχανή του μαρσάροντας. Είχε ένα τατουάζ στο μέτωπο και δύο μάτια που κοιτούσαν άγρια. Μου φάνηκε τρομερά απόκοσμο αυτό το σκηνικό. Μια εικόνα που θα φαινόταν εντελώς φυσιολογική στην Αθήνα η στην Θεσσαλονίκη εδώ στο γαλήνιο περιβάλλον της Λευκωσίας έμοιαζε σαν να πετάχτηκε από παράλληλο σύμπαν.
Εστριψα στην οδό Στασικράτους. Ένας δρόμος γύρω στα 500 μέτρα που διαθέτει ρούχα από τις μεγαλύτερες πασαρέλες του κόσμου. Κατά μήκος των δρόμων που κινούμουν υπήρχαν και αρκετοί ουρανοξύστες υπό ανέγερση
που αποτελούν κάτι το οξύμωρο καθώς γύρω από αυτούς και σε όλη την πόλη γενικότερα τα κτίρια είναι πολύ χαμηλά. Περπάτησα και την Θεμιστοκλή Δέρβη που είναι επίσης ένας δρόμος με πολλά καταστήματα.
Είχα κουραστεί και είχα δει αρκετά οπότε πήρα τον δρόμο του γυρισμού προς το σπίτι. Μετά από λίγη ώρα όμως και ενώ ξεκούραζα τα ταλαιπωρημένα πόδια μου, έπεσε μια πρόταση από μια Κύπρια φίλη. Πάμε Λάρνακα; Πάμε είπαμε όλοι και ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο της.
Φτάσαμε στην Παραλία των Φοινικούδων. Πανύψηλοι στοιχισμένοι φοίνικες κατά μήκος του δρόμου που διασχίζοντας τον από την μια μεριά βλέπαμε την αμμουδιά και από την άλλη ογκώδη φαραωνικά κτίρια που πλαισιώνονταν από δεκάδες μαγαζιά μεγάλων διαστάσεων. Ούτε ένα μικρό μαγαζάκι. Κάναμε βόλτα και μετά κάτσαμε για φαγητό και μπύρα.
.
*Έμαθα ότι ήταν από Θεσσαλονίκη ο οδηγός της μηχανής
Last edited: