taver
Member
- Μηνύματα
- 12.477
- Likes
- 28.937
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2: Πηγαίνοντας στο Ιράν
- Κεφάλαιο 3: Πρώτη γνωριμία με την Τεχεράνη
- Κεφάλαιο 3 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 4: Μοιάζεις με Ιρανό, το ξέρεις;
- Κεφάλαιο 5: Αρχαίες ιστορίες
- Κεφάλαιο 5 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 5 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 6: Θρυλική πτήση
- Κεφάλαιο 7: Οι άγιοι και ο αντιβασιλέας
- Κεφάλαιο 7 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 8: Οι ποιητές
- Κεφάλαιο 9: Αρχαία στην έρημο
- Κεφάλαιο 9 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 10: Ζωή στην απομόνωση
- Κεφάλαιο 10 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 10 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 11: Ο μισός κόσμος...
- Κεφάλαιο 12: Μια βραδιά στο Ισφαχάν
- Κεφάλαιο 13: Η κληρονομιά των Σαφαβίδων
- Κεφάλαιο 13 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 14: Πυρετός το Πεμπτόβραδο
- Κεφάλαιο 15: Παρασκευή, κοντή γιορτή
- Κεφάλαιο 15 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 16: Πετάει-πετάει το αεροπλανάκι…
- Κεφάλαιο 17: Θρησκευτικός τουρισμός
- Κεφάλαιο 17 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 17 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 18: Πίσω στη μεγάλη πόλη
- Κεφάλαιο 18 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 19: Έξοδος
Κεφάλαιο 14: Πυρετός το Πεμπτόβραδο
Μετά το τζαμί, βγήκα και πάλι στην πλατεία. Το τελευταίο μεγάλο αξιοθέατο της πλατείας, το παλάτι Kakh-e Ali Qapu είχε κλείσει για σήμερα. Άλλους στόχους για την ημέρα αυτή δεν είχα, οπότε ήταν ευκαιρία για άραγμα στην πλατεία μαζί με τους ντόπιους, που έχουν αρχίσει και μαζέυονται. Δουλειά δεν έχουν αύριο, μπαρ και καφετέριες δεν υπάρχουν, η διασκέδασή τους είναι οι πλατείες και οι γέφυρες, και ο καιρός σήμερα έχει βελτιωθεί και επιτρέπει την έξοδο. Αφού έκανα ένα γύρο στην πλατεία, βρήκα στο τέλος ένα παγκάκι και κάθισα κάπου στο κέντρο, εκεί που ένα σιντριβάνι έδινε τον τόνο.
Κοίταζα το κινητό μου, όταν ένας τύπος, κοντά στα 60, ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Επεχείρησε να μου πιάσει κουβέντα στα Ιρανικά.
-«Συγνώμη, δε μιλάω Φαρσί».
-«Α, συγνώμη», το γύρισε στα σπαστά Αγγλικά, «σας πέρασα για ντόπιο». «Μοιάζετε πολύ με Ιρανό».
-«Ναι, έτσι ακούω»
-«Από πού είστε;».
Τόσες φορές που έχω απαντήσει αυτή την ερώτηση λίγες μέρες τώρα, έχω σκάσει. Μου ήρθε να του πω «Από το Λιχτενστάιν», αλλά το καλό αγγελάκι πάτησε πόδι μέσα μου και μου βγήκε φυσικά:
-«Από την Ελλάδα. Yunan».
-«Α, έχουμε πολλά κοινά με την Ελλάδα». «Κι ο Αλέξανδρος, πολύ καλός άνθρωπος».
Ντάξει, λέω, κάποια βίδα έχει λασκάρει. Χρειάστηκε να πάει δυο χιλιετίες και κάτι αιώνες πίσω για να βρει κοινά στοιχεία με την Ελλάδα, και κατέληξε στον Έλληνα εκείνο που κατέκαψε τα μνημεία της χώρας του.
-«Μπορεί να κατέστρεψε την Περσέπολη, αλλά ήταν μόνο επειδή πρώτα ο Ξέρξης είχε κάψει την Αθήνα»
Έλεγε πολλά. Εγώ ήμουν λίγο «ναι ναι ναι». Κάποια στιγμή έφτασε και στο ψητό.
-«Ξέρεις, εδώ στο Ιράν έχουμε τη μεγαλύτερη μιζέρια στον κόσμο. Εδώ και στη Βόρεια Κορέα» (όχι δεν πετάχτηκα). «Μεγάλη φτώχεια, μεγάλη ανέχεια. Παλιά πηγαίναμε καλά, αλλά είχαμε μετά εκείνο τον τρελό πρόεδρο, ξέρεις, τον Αχμεντινετζάντ. Πολύ τρελός. Τα κατέστρεψε όλα. Κι ο επόμενος δεν είναι καλύτερος, ελάχιστα μόνο. Τρείς είναι οι μεγάλοι δικτάτορες σήμερα στον κόσμο. Ο Kim Yong Un, Ο Πούτιν, κι ο δικός μας.»
Είχα σαστίσει. Δεν είχα καμιά διάθεση να ανοίξω μεγαλόφωνη πολιτική συζήτηση στο μέσο της κεντρικής πλατείας του Ισφαχάν, με τον κόσμο να τριγυρνάει – δεν ήξερα καν με ποιόν μίλαγα, πόσο μάλλον αν μια τέτοια συζήτηση θα ήταν ασφαλής.
-«Ναι, αλήθεια, τι μου λέτε τώρα»…. Αυτά μπόρεσα να ψελλίσω.
-«Δεν σας αρέσει η πολιτική, ε;»
Μωρέ μ’ αρέσει, αλλά όχι εδώ, όχι τώρα….
-«Ε, ναι. Πάντως ωραία πόλη το Ισφαχάν, μπράβο σας»
Η κουβέντα συνεχίστηκε περί ανέμων και υδάτων, ωστόσο, πριν χωρίσουμε, πήρα και το tip μου.
-«Άυριο, στη γέφυρα Χάτζου, από τις 10 ως τις 2, θα έχουμε τραγούδια και χορούς. Περάστε μια βόλτα».
Ωραία, είχα πλέον να δω πως θα το βολέψω κι αυτό στο αυριανό πρόγραμμα… Αλλά προς το παρόν ήταν ακόμα νωρίς. Ας πάω να τσεκάρω ένα εστιατόριο/teahouse που γράφουν όλοι τα καλύτερα, εδώ δίπλα στο τζαμί είναι. Το «bastani» είναι βασικά ένα εστιατόριο, αλλά λειτουργεί κι ως τσαγερί αυτή την ώρα. Έχει όμορφο διάκοσμο, και φαίνεται ενδιαφέρον. Ένα τσαγάκι την ώρα αυτή, μάλιστα, τραβιόταν. Όπως κι ένα γλυκάκι (αν και κάτι άλλο περίμενα όταν παράγγελνα το traditional cake).
Και ήρθε η ώρα για το βραδινό. Αρχικώς έλεγα να πάω σε ένα εστιατόριο που είναι (κατά Lonely Planet toy 2012) δίπλα στο παζάρι, και έκανα μια βόλτα για να το βρω. Δεν το βρήκα, παρότι εντόπισα κάτι ενδιαφέροντα τσαγερί. Και κατέληξα σε μια κοντινή επιλογή, που αρχικά είχα απορρίψει ως υπερτουριστική («caters mainly for tourists», σύμφωνα με το Lonely Planet). Το «Traditional Banquet Hall» της πλατείας Naghsh-e-Jahan είναι ένα εστιατόριο που βρίσκεται σε ένα όροφο, ανάμεσα στην πλατεία και ένα αίθριο, δίπλα της. Ο διάκοσμος είναι σε στυλ της εποχής των Καζάρων. Είναι αρκετά μεγάλο, και, σε αντίθεση με αυτά που περίμενα, η πλειοψηφία των πελατών όση ώρα ήμουν εκεί ήταν είτε Ιρανοί, είτε ξένοι που συνοδεύονταν από Ιρανούς. Είχα άγριες διαθέσεις. Πήρα το μενού και παράγγειλα… ό,τι δεν ήταν κεμπάπ. Τρία πιάτα πήρα. Δεν πειράζει, ας μείνουν. Τουλάχιστον να δοκιμάσω και τίποτε άλλο… Το τελευταίο από τα τρία ήταν Beryani (μην το συγχέετε όμως με το ομόηχο ινδικό), ένα παραδοσιακό φαγητό εδώ της πόλης. Και μετά, φυσικά, λίγο τσάι για τη χώνεψη.
Όταν πλέον τελείωσα το φαγητό, η ώρα είχε περάσει. 9 το βράδυ, αρκετά αργά για Ιρανικά στάνταρντ, η πλατεία έχει ακόμα κόσμο. Νεαροί παίζουν κιθάρα από δω, ζευγαράκια κάθονται σε παγκάκι, παρέες παιδιών (μικτού φύλλου) παίζουν παιχνίδια με μπάλες, ο περιστασιακός τουρίστας σουλατσάρει με την κάμερα, παρέες κάθονται στο χορτάρι, κάποιοι κάθονται και διαβάζουν βιβλία, κάποιοι τρώνε το παγωτάκι τους, όλοι εδώ στην πλατεία είναι.
Έκοψα κι άλλες βόλτες στην πλατεία, ανάμεσα στον κόσμο, μέχρι που πέρασε η ώρα. Αργά πια, επέστρεψα στο ξενοδοχείο, και άρχισα τα ροχαλητά…
Μετά το τζαμί, βγήκα και πάλι στην πλατεία. Το τελευταίο μεγάλο αξιοθέατο της πλατείας, το παλάτι Kakh-e Ali Qapu είχε κλείσει για σήμερα. Άλλους στόχους για την ημέρα αυτή δεν είχα, οπότε ήταν ευκαιρία για άραγμα στην πλατεία μαζί με τους ντόπιους, που έχουν αρχίσει και μαζέυονται. Δουλειά δεν έχουν αύριο, μπαρ και καφετέριες δεν υπάρχουν, η διασκέδασή τους είναι οι πλατείες και οι γέφυρες, και ο καιρός σήμερα έχει βελτιωθεί και επιτρέπει την έξοδο. Αφού έκανα ένα γύρο στην πλατεία, βρήκα στο τέλος ένα παγκάκι και κάθισα κάπου στο κέντρο, εκεί που ένα σιντριβάνι έδινε τον τόνο.
Κοίταζα το κινητό μου, όταν ένας τύπος, κοντά στα 60, ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Επεχείρησε να μου πιάσει κουβέντα στα Ιρανικά.
-«Συγνώμη, δε μιλάω Φαρσί».
-«Α, συγνώμη», το γύρισε στα σπαστά Αγγλικά, «σας πέρασα για ντόπιο». «Μοιάζετε πολύ με Ιρανό».
-«Ναι, έτσι ακούω»
-«Από πού είστε;».
Τόσες φορές που έχω απαντήσει αυτή την ερώτηση λίγες μέρες τώρα, έχω σκάσει. Μου ήρθε να του πω «Από το Λιχτενστάιν», αλλά το καλό αγγελάκι πάτησε πόδι μέσα μου και μου βγήκε φυσικά:
-«Από την Ελλάδα. Yunan».
-«Α, έχουμε πολλά κοινά με την Ελλάδα». «Κι ο Αλέξανδρος, πολύ καλός άνθρωπος».
Ντάξει, λέω, κάποια βίδα έχει λασκάρει. Χρειάστηκε να πάει δυο χιλιετίες και κάτι αιώνες πίσω για να βρει κοινά στοιχεία με την Ελλάδα, και κατέληξε στον Έλληνα εκείνο που κατέκαψε τα μνημεία της χώρας του.
-«Μπορεί να κατέστρεψε την Περσέπολη, αλλά ήταν μόνο επειδή πρώτα ο Ξέρξης είχε κάψει την Αθήνα»
Έλεγε πολλά. Εγώ ήμουν λίγο «ναι ναι ναι». Κάποια στιγμή έφτασε και στο ψητό.
-«Ξέρεις, εδώ στο Ιράν έχουμε τη μεγαλύτερη μιζέρια στον κόσμο. Εδώ και στη Βόρεια Κορέα» (όχι δεν πετάχτηκα). «Μεγάλη φτώχεια, μεγάλη ανέχεια. Παλιά πηγαίναμε καλά, αλλά είχαμε μετά εκείνο τον τρελό πρόεδρο, ξέρεις, τον Αχμεντινετζάντ. Πολύ τρελός. Τα κατέστρεψε όλα. Κι ο επόμενος δεν είναι καλύτερος, ελάχιστα μόνο. Τρείς είναι οι μεγάλοι δικτάτορες σήμερα στον κόσμο. Ο Kim Yong Un, Ο Πούτιν, κι ο δικός μας.»
Είχα σαστίσει. Δεν είχα καμιά διάθεση να ανοίξω μεγαλόφωνη πολιτική συζήτηση στο μέσο της κεντρικής πλατείας του Ισφαχάν, με τον κόσμο να τριγυρνάει – δεν ήξερα καν με ποιόν μίλαγα, πόσο μάλλον αν μια τέτοια συζήτηση θα ήταν ασφαλής.
-«Ναι, αλήθεια, τι μου λέτε τώρα»…. Αυτά μπόρεσα να ψελλίσω.
-«Δεν σας αρέσει η πολιτική, ε;»
Μωρέ μ’ αρέσει, αλλά όχι εδώ, όχι τώρα….
-«Ε, ναι. Πάντως ωραία πόλη το Ισφαχάν, μπράβο σας»
Η κουβέντα συνεχίστηκε περί ανέμων και υδάτων, ωστόσο, πριν χωρίσουμε, πήρα και το tip μου.
-«Άυριο, στη γέφυρα Χάτζου, από τις 10 ως τις 2, θα έχουμε τραγούδια και χορούς. Περάστε μια βόλτα».
Ωραία, είχα πλέον να δω πως θα το βολέψω κι αυτό στο αυριανό πρόγραμμα… Αλλά προς το παρόν ήταν ακόμα νωρίς. Ας πάω να τσεκάρω ένα εστιατόριο/teahouse που γράφουν όλοι τα καλύτερα, εδώ δίπλα στο τζαμί είναι. Το «bastani» είναι βασικά ένα εστιατόριο, αλλά λειτουργεί κι ως τσαγερί αυτή την ώρα. Έχει όμορφο διάκοσμο, και φαίνεται ενδιαφέρον. Ένα τσαγάκι την ώρα αυτή, μάλιστα, τραβιόταν. Όπως κι ένα γλυκάκι (αν και κάτι άλλο περίμενα όταν παράγγελνα το traditional cake).
Και ήρθε η ώρα για το βραδινό. Αρχικώς έλεγα να πάω σε ένα εστιατόριο που είναι (κατά Lonely Planet toy 2012) δίπλα στο παζάρι, και έκανα μια βόλτα για να το βρω. Δεν το βρήκα, παρότι εντόπισα κάτι ενδιαφέροντα τσαγερί. Και κατέληξα σε μια κοντινή επιλογή, που αρχικά είχα απορρίψει ως υπερτουριστική («caters mainly for tourists», σύμφωνα με το Lonely Planet). Το «Traditional Banquet Hall» της πλατείας Naghsh-e-Jahan είναι ένα εστιατόριο που βρίσκεται σε ένα όροφο, ανάμεσα στην πλατεία και ένα αίθριο, δίπλα της. Ο διάκοσμος είναι σε στυλ της εποχής των Καζάρων. Είναι αρκετά μεγάλο, και, σε αντίθεση με αυτά που περίμενα, η πλειοψηφία των πελατών όση ώρα ήμουν εκεί ήταν είτε Ιρανοί, είτε ξένοι που συνοδεύονταν από Ιρανούς. Είχα άγριες διαθέσεις. Πήρα το μενού και παράγγειλα… ό,τι δεν ήταν κεμπάπ. Τρία πιάτα πήρα. Δεν πειράζει, ας μείνουν. Τουλάχιστον να δοκιμάσω και τίποτε άλλο… Το τελευταίο από τα τρία ήταν Beryani (μην το συγχέετε όμως με το ομόηχο ινδικό), ένα παραδοσιακό φαγητό εδώ της πόλης. Και μετά, φυσικά, λίγο τσάι για τη χώνεψη.
Όταν πλέον τελείωσα το φαγητό, η ώρα είχε περάσει. 9 το βράδυ, αρκετά αργά για Ιρανικά στάνταρντ, η πλατεία έχει ακόμα κόσμο. Νεαροί παίζουν κιθάρα από δω, ζευγαράκια κάθονται σε παγκάκι, παρέες παιδιών (μικτού φύλλου) παίζουν παιχνίδια με μπάλες, ο περιστασιακός τουρίστας σουλατσάρει με την κάμερα, παρέες κάθονται στο χορτάρι, κάποιοι κάθονται και διαβάζουν βιβλία, κάποιοι τρώνε το παγωτάκι τους, όλοι εδώ στην πλατεία είναι.
Έκοψα κι άλλες βόλτες στην πλατεία, ανάμεσα στον κόσμο, μέχρι που πέρασε η ώρα. Αργά πια, επέστρεψα στο ξενοδοχείο, και άρχισα τα ροχαλητά…
Last edited: