ΣΕΡΓΙΑΝΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Το πρωί μας βρίσκει να ξεκινάμε από την πλατεία Διαγόρα. Στην επεξηγηματική πινακίδα διαβάζουμε ότι η συνοικία εδώ διαμορφώθηκε από την ιταλική διοίκηση μετά τον σεισμό του 1933 .Χτίστηκαν κατοικίες και εργαστήρια στα οποία στεγάστηκαν τεχνίτες. Στην ταμπέλα εμφανίζονται και τα σχέδια των κτιρίων αυτών. Προσπαθούμε να καταλάβουμε εάν υπάρχει κτήριο από εκείνη την εποχή αλλά είναι πολύ δύσκολο .
Κατηφορίζουμε τον δρόμο που ανεβήκαμε το προηγούμενο βράδυ. Τα μαγαζιά δεν έχουν απλώσει την πραμάτεια τους στο στενό με αποτέλεσμα να είναι εμφανής η ομορφιά της γειτονιάς. Με αργούς ρυθμούς κατηφορίζουμε ρουφώντας τις εικόνες και ακούγοντας τις συζητήσεις των καταστηματαρχών που ανοίγουν σιγά-σιγά.
Βγαίνουμε στην πλατεία Ελευθέριας και καθόμαστε στο “Άριστον”.
Από το τραπέζι μας παρατηρούμε την κίνηση στην πλατεία. Ένας πατέρας με τον πιτσιρικά γιο του έχουν ψωνίσει τα απαραίτητα για το σχολείο και κάνουν μια στάση για μπουγάτσα. Είναι πρωτάκι και με χαρά περιεργάζεται τα ψώνια του.
Πιο δίπλα μια γιαγιά με ένα παππού ετοιμάζονται να φύγουν. Ο παππούς έχει εμφανή τα σημάδια του εγκεφαλικού στο περπάτημα του. Η γιαγιά κατευθύνεται στο παρκαρισμένο μηχανάκι μπροστά στο κατάστημα. Είναι η οδηγός του και ο παππούς συνοδηγός!!!
Συνεχίζουμε περνώντας από το κτήριο της συναγωγής ,το πλάτανο του Ιπποκράτη και επιστρέφουμε από το λιμάνι για να πάρουμε τον δρόμο για την θάλλασα.
Επιλέγουμε την ίδια παραλία με εχθές. Να μαζέψουμε χαλάρωση για τις μέρες που έρχονται.
Μια τελευταία απογευματινή βόλτα μέχρι τα τείχη του κλειστού κάστρου της Νεραντζιάς και καθόμαστε για φαγητό στα χθεσινά σουβλάκια.
Οι πελάτες στην συντριπτική πλειοψηφία ντόπιοι που έρχονται να παραλάβουν παραγγελία. Αποκορύφωμα της βραδιάς ένας μπόμπιρας χαμογελαστός σκάει μύτη χοροπηδώντας με την παραγγελία γραμμένη στο χαρτί στο ένα χέρι και την πιστωτική κάρτα στο άλλο . Σαν σκηνή ελληνικής ταινίας.
Αυτή η μέρα δεν είχε κάτι καινούριο σε αξιοθέατα. Καθώς η μισερή φετινή τουριστική σεζόν φθάνει στο τέλος της , η καθημερινότητα των ντόπιων αλλάζει. Μας δίνει την δυνατότητα μιας μικρής ,κλεφτής ματιάς στην καρδιά του τόπου. Στους ανθρώπους της.
Το πρωί μας βρίσκει να ξεκινάμε από την πλατεία Διαγόρα. Στην επεξηγηματική πινακίδα διαβάζουμε ότι η συνοικία εδώ διαμορφώθηκε από την ιταλική διοίκηση μετά τον σεισμό του 1933 .Χτίστηκαν κατοικίες και εργαστήρια στα οποία στεγάστηκαν τεχνίτες. Στην ταμπέλα εμφανίζονται και τα σχέδια των κτιρίων αυτών. Προσπαθούμε να καταλάβουμε εάν υπάρχει κτήριο από εκείνη την εποχή αλλά είναι πολύ δύσκολο .
Κατηφορίζουμε τον δρόμο που ανεβήκαμε το προηγούμενο βράδυ. Τα μαγαζιά δεν έχουν απλώσει την πραμάτεια τους στο στενό με αποτέλεσμα να είναι εμφανής η ομορφιά της γειτονιάς. Με αργούς ρυθμούς κατηφορίζουμε ρουφώντας τις εικόνες και ακούγοντας τις συζητήσεις των καταστηματαρχών που ανοίγουν σιγά-σιγά.
Βγαίνουμε στην πλατεία Ελευθέριας και καθόμαστε στο “Άριστον”.
Από το τραπέζι μας παρατηρούμε την κίνηση στην πλατεία. Ένας πατέρας με τον πιτσιρικά γιο του έχουν ψωνίσει τα απαραίτητα για το σχολείο και κάνουν μια στάση για μπουγάτσα. Είναι πρωτάκι και με χαρά περιεργάζεται τα ψώνια του.
Πιο δίπλα μια γιαγιά με ένα παππού ετοιμάζονται να φύγουν. Ο παππούς έχει εμφανή τα σημάδια του εγκεφαλικού στο περπάτημα του. Η γιαγιά κατευθύνεται στο παρκαρισμένο μηχανάκι μπροστά στο κατάστημα. Είναι η οδηγός του και ο παππούς συνοδηγός!!!
Συνεχίζουμε περνώντας από το κτήριο της συναγωγής ,το πλάτανο του Ιπποκράτη και επιστρέφουμε από το λιμάνι για να πάρουμε τον δρόμο για την θάλλασα.
Επιλέγουμε την ίδια παραλία με εχθές. Να μαζέψουμε χαλάρωση για τις μέρες που έρχονται.
Μια τελευταία απογευματινή βόλτα μέχρι τα τείχη του κλειστού κάστρου της Νεραντζιάς και καθόμαστε για φαγητό στα χθεσινά σουβλάκια.
Οι πελάτες στην συντριπτική πλειοψηφία ντόπιοι που έρχονται να παραλάβουν παραγγελία. Αποκορύφωμα της βραδιάς ένας μπόμπιρας χαμογελαστός σκάει μύτη χοροπηδώντας με την παραγγελία γραμμένη στο χαρτί στο ένα χέρι και την πιστωτική κάρτα στο άλλο . Σαν σκηνή ελληνικής ταινίας.
Αυτή η μέρα δεν είχε κάτι καινούριο σε αξιοθέατα. Καθώς η μισερή φετινή τουριστική σεζόν φθάνει στο τέλος της , η καθημερινότητα των ντόπιων αλλάζει. Μας δίνει την δυνατότητα μιας μικρής ,κλεφτής ματιάς στην καρδιά του τόπου. Στους ανθρώπους της.