Marlin
Member
- Μηνύματα
- 171
- Likes
- 197
- Επόμενο Ταξίδι
- Κροατία, Δαλματικές ακτές
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κένυα
Περιεχόμενα
Μια Κυριακή πήγαμε στο νησί Saona. Υπήρχε οργανωμένη εκδρομή η οποία κόστιζε 165$ το άτομο και μπορούσες να το κλείσεις από τους rep (representatives) των γραφείων που ήταν δίπλα στη reception η κάποιον από τους τοπικούς. Η τιμή ήταν ίδια, επομένως το κλείσαμε από έναν τοπικό, να ενισχύσουμε λίγο την οικονομία τους.
Ήρθε το λεωφορείο στην ώρα του μπροστά από την υποδοχή του ξενοδοχείου, και μας παρέλαβε. Προορισμός μας, το χωριό Bayahibe απ’οπου θα παίρναμε το καταμαράν για την IslaSaona. Ο συνοδός του λεωφορείου, έχοντας να μεταφράζει αυτά τα οποία έλεγε, ήταν κάτι παραπάνω από λαλίστατος, μιλούσε άπταιστα και αλάθητα 3 γλώσσες (!!!) ισπανικά, γαλλικά και αγγλικά, και μάλιστα να υπερπηδάει με μεγάλη άνεση από την μια στην άλλη χωρίς να κομπιάζει λεπτό. Πραγματικά αξιέπαινος επαγγελματίας, του οποίου το όνομα μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή! Φτάνουμε μετά από περίπου 45 λεπτά.
Γραφικότατο το Bayahibe, με τις βαρκούλες και τα καραβάκια και με τα ταβερνάκια του. Αλλά και υπερ – πλήθες.. με το που κατεβαίνεις από το λεωφορείο, δέχεσαι ισχυρή και άδικη επίθεση από δεκάδες διάφορους, που πουλάνε επίσης διάφορα. Καπέλα, μαγιό, παρεό, κοσμήματα με τον ημιπολύτιμο λίθο Larimar, ελληνιστί Δελφινόπετρα , που είναι και το εθνικό πέτρωμα της χώρας του Άγιου Δομίνικου. Το Larimar είναι ένα είδος Πεκτόλιθου, που στο συγκεκριμένο σημείο της γης, βγαίνει σε αυτό το ανοιχτό τιρκουάζ χρώμα, που αντιπροσωπεύει το χρώμα της θάλασσας της Καραϊβικής. Και όχι άδικα. Το χρώμα της θάλασσας είναι ακριβώς αυτό.. Ένα φωτεινό γαλαζοπράσινο, που σε συνδυασμό με τη λευκή άμμο, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν είσαι στον παράδεισο, και μια φωνή μέσα σου να απαντάει «ΝΑΙ»..!!!
Πριν μπεις στο καταμαράν σε βγάζουν και μια φωτογραφία με φόντο τις βαρκούλες. Στο καταμαράν, με το που ξεκινάμε ξεκινάει και ένα μίνι πάρτι. Σου σερβίρουν μαύρο σπιτικό ρούμι με cola, τι κι αν είναι μόλις 10:00 το πρωί, ας πιούμε να το γιορτάσουμε!! Η ατμόσφαιρα είναι εορταστική και άκρως χορευτική! Δυο κοπέλες Δομινικανές, η μια με παραδοσιακή στολή, χορεύουν παρασέρνοντας δίπλα τους όλους τους φιλόδοξους χορευτές σε ξένοιαστα λικνίσματα. Το θαλασσινό αεράκι στο πρόσωπο, οι ήχοι από τις μουσικές και το μεθυστικό ρούμι, ήταν αρκετά για να μας κάνουν να νιώσουμε σαν κατακτητές της καραϊβικής.
Περνώντας από απίθανα μέρη, χαζεύοντας την ακτογραμμή με το γαλαζοπράσινο νερό και κάποιες πολυτελής κατοικίες εδώ κι εκεί, στην κυριολεξία χωμένες στο πράσινο, άγριο τοπίο της τροπικής βλάστησης, φτάσαμε μετά από 1,5 ώρα περίπου στη Saona. Το πανέμορφο και καταπράσινο αυτό νησί της Καραϊβικής θάλασσας, που θεωρείται Εθνικό Πάρκο, λόγω της πλούσιας χλωρίδας και πανίδας, και μάλιστα προβάλλεται σαν το νησί το οποίο αποτυπώνεται στην συσκευασία και τις διαφημίσεις της σοκολάτας Bounty. Δεν γνωρίζω κατά πόσο αληθεύει. Αλλά το τοπίο που βλέπω, σίγουρα μοιάζει πολύ.
Φτάνοντας εκεί, βλέπουμε την πανέμορφη παραλία μπροστά μας, με ξαπλώστρες και αιώρες εδώ κι εκεί να μας περιμένει. Η πλούσια σκιά από τα ψηλά δέντρα σε προστατεύει από τον καυτό ήλιο του μεσημεριού, και το μπαράκι δίπλα, έτοιμο να σε ξεδιψάσει με μπίρες, χυμούς, αναψυκτικά και κοκτέιλ. Μια όαση, ομορφιά και ηρεμία απερίγραπτη. Υπήρχαν και εκεί μικροπωλητές, φυσικά, αλλά γενικώς δεν ήταν ενοχλητικοί. Πουλούσαν μεταξύ άλλων και καρύδες, που τις έκοβαν με μια χατζάρα σαν σαμουράι σε δευτερόλεπτα, σου έβαζαν το καλαμάκι και έτοιμο προς κατανάλωση το γάλα καρύδας. Η θάλασσα δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσε.. γενικώς ήταν ρηχά και είχε φύκια σε κοντινή απόσταση από την ακτή, επομένως δεν μπορούσες να ανοιχτείς ιδιαίτερα για να κολυμπήσεις. Υπάρχει πάντα και ο φόβος για θαλάσσιους κινδύνους, οπότε φυλάγεσαι λιγάκι. Τεσπα, μετά από λίγο πλατσούρισμα στα ρηχά, και υπο τους ήχους μερέγκε μουσικής, στήθηκε και το barbeque κάτω από ένα κιόσκι, μας πήραν οι μυρωδιές από τα ολόφρεσκα ψητά ψάρια, και το ρίξαμε στο φαγητό και στο ποτό.
Κατά το απογευματάκι πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά με speedboat που πήγαινε πράγματι πολύ γρήγορα. Φτάσαμε κάποια στιγμή σε ένα σημείο που το λένε pool γιατί είναι όντως σαν πισίνα με λευκή άμμο κάτω και τιρκουάζ νερά, μέχρι το στήθος περίπου, και εκεί υπήρχαν πανέμορφοι και περίεργοι αστερίες. Καμιά σχέση με τους δικούς μας αστερίες, που είναι χρυσοί – καφέ και μαλακοί με λεπτά άκρα. Εκείνοι ήταν χοντροί, με πετρώδες, σκληρό κέλυφος και χρωματιστοί. Ήταν πολύ ωραίο να τους αγγίζεις και να βλέπεις αυτό το περίεργο πλάσμα της φύσης. Αναρωτιέσαι πώς γίνεται να υπάρχει ζωή μέσα σ’ αυτό το πετρώδες σώμα.. Λες και βγήκε από εργοστάσιο, τόσο ομοιόμορφο και ζωηρόχρωμο. Αφού πιάσαμε με πολύ προσοχή μερικούς, τους χαϊδέψαμε, τους φιλήσαμε, τους επεξεργαστήκαμε, τους φωτογραφήσαμε, πάντα προσεκτικά, τους αφήσαμε πάλι μέσα και ήπιαμε ένα cubelibre πριν συνεχίσουμε προς Bayahibe. Φτάνοντας εκεί, και πάλι μας πλησίασαν πωλητές για να αγοράσουμε πούρα κοσμήματα, καπέλα κτλ. Πήραμε δυο κουτιά πούρα, με λίγο παζάρι σε γελοία τιμή. Μπαίνοντας στο λεωφορείο ρωτήσαμε τον ξεναγό, αν είναι ψεύτικα τα πούρα που πουλάνε εδώ και η απάντηση του ήταν «φυσικά!».
Στο λεωφορείο πριν ξεκινήσουμε μας φέρανε ένα μπουκάλι ρούμι, αν θέλαμε να αγοράσουμε προς 15$ και στην ετικέτα ήμασταν εμείς (!!!) Η φωτογραφία που μας είχαν τραβήξει πριν μπούμε στο καταμαράν, κοσμούσε τη φιάλη με το ρούμι που μας πουλούσαν, σαν αναμνηστικό της εκδρομής. Δεν το αγοράσαμε.. (έλεος δλδ, τι άλλο θα σκεφτεί ο κόσμος).
Μια άλλη μέρα νοικιάσαμε αυτοκίνητο και πήγαμε στο SantoDomingo. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος, οπότε τι καλύτερο από μια εκδρομή στην πόλη του Δομίνικου. Η διαδρομή είναι μέσω της καινούριας Εθνικής οδού, η οποία πρέπει να πούμε ότι ήταν σε άριστη κατάσταση, μεγάλος δρόμος και φωτισμένος πολύ καλά σχεδόν σε όλα τα σημεία. Οδηγώντας για κανένα 3ωρο, φτάνουμε στην πόλη των ενάμιση εκατομμυρίου κατοίκων, αντικρίζοντας τα ψηλά κτίρια, μια γέφυρα που διασχίζει την πόλη, ένα συνδυασμό από το υπανάπτυκτο και το σύγχρονο, ένα κράμα σύγχρονου πολιτισμού και κουλτούρας παλαιών εποχών, ένα συγκεχυμένο τοπίο δίπλα στη θάλασσα, που προσπαθεί να αναδειχτεί, να υψωθεί περήφανα, με την ομορφιά της όπως ακριβώς έπρεπε να είναι, αυτή η πόλη με τα τόσα διαφορετικά στοιχεία. Σταματήσαμε σε ένα εμπορικό κέντρο, αναζητώντας ασφαλές παρκινγκ για το αυτοκίνητο καθώς και λίγη δροσιά και φαγητό πριν συνεχίσουμε την περιπλάνησή μας.
Το εμπορικό κέντρο Sambil ήταν η πρώτη μας στάση. Ένα σύγχρονο εμπορικό κέντρο, με πολυτελή μαγαζιά, κλιματισμό, κυλιόμενες σκάλες, άνετο υπόγειο παρκινγκ, εστιατόρια, καφέ κτλ. Φάγαμε κάτι, και αφήνοντας εκεί το αυτοκίνητο πήγαμε στην πλησιέστερη στάση μετρό για να πάμε πιο κεντρικά. Μας εξήγησαν ότι έπρεπε να πάμε στην άλλη στάση και ένας τύπος προσφέρθηκε να μας πάει ως εκεί. Φτάνοντας μάλιστα, ερχόταν και το μετρό και είπε στην security να μας αφήσει να περάσουμε χωρίς εισιτήριο για να μην το χάσουμε και να πάμε μαζί του. Και αυτή μας άνοιξε πρόθυμα, λέγοντας «περάστε περάστε γρήγορα» Ο άνθρωπος μας οδήγησε μέχρι τον προορισμό μας, και δεν ζήτησε τίποτε για αντάλλαγμα. Μάλιστα μας είπε ότι αν μείνουμε καμιά ωρίτσα, θα μπορούσε να έρθει να μας βρει και να πιούμε κάτι μαζί. Του είπαμε όμως ότι θα φεύγαμε οπότε και μας αποχαιρέτησε ευγενικά και εμείς τον ευχαριστήσαμε θερμά. Κάναμε μια βόλτα, περάσαμε και από το γνωστό AgoraMall όπου κάναμε μια βόλτα, και ήπιαμε κι ένα γρήγορο καφεδάκι. Συνεχίσαμε περπατώντας σε κάποιες κεντρικές οδούς με λίγα μαγαζιά, και παρατηρούσαμε τον τρόπο που οδηγάνε (που είδαμε και όταν φτάναμε στην πόλη) ο οποίος είναι απερίγραπτος. Τα μηχανάκια είναι αμέτρητα, και επικίνδυνα, πολύ επικίνδυνα. Τα ταξί δε.. απερίγραπτα. Παμπάλαια αυτοκίνητα, για απόσυρση, σακαράκες, με κάτι σκουριασμένες λαμαρίνες, χωρίς καθρέφτες, παρμπρίζ, φανάρια φυσικά σπασμένα μπροστά και πίσω, βαμμένα με ότι να ‘ναι χρώματα, να κρέμονται προφυλακτήρες, και εξατμίσεις, έπαθα πολιτισμικό σοκ. Τι φάση, γιατί τόσο παλιά αυτοκίνητα.. προφανώς αγοράζουν ένα χρέπι και το κάνουν ταξί. Δεν εξηγείται αλλιώς. Και στοιβάζονται 6 άτομα μέσα, και η κίνηση τρελή! Κολλημένοι για ώρα στο ίδιο φανάρι, να χώνονται και να περνάνε ο ένας ξυστά δίπλα στον άλλο… Μια τρέλα. Και μέσα σε όλα και τα μηχανάκια να σφηνώνονται και να κορνάρουν συνεχώς. Ούφ.. αγχώθηκα!
Επιστροφή με το μετρό στο εμπορικό Sambil από όπου πήραμε το αμάξι και φύγαμε για CiudadColonial. Για να πάμε προς τα κεί, μπλέξαμε και εμείς στην κίνηση, όπως ήταν φυσικό. Μια λάθος στροφή μας οδήγησε σε μια φτωχογειτονιά της πόλης. Το αυτοκίνητο κινούνταν σε ένα δρόμο, όπου μόλις είχε κλείσει κάποια λαϊκή υπαίθρια αγορά, με τα σκουπίδια δεξιά και αριστερά και ανθρώπους να ψάχνουν για χρήσιμα στα πεταμένα, να περπατάνε ξυπόλυτοι με παλιά, σκισμένα ρούχα, τα σπίτια ήταν σαν φρούρια με κάγκελα από πάνω ως κάτω, οι βεράντες τους σα κλουβιά πουλιών, με τις κουνιστές πολυθρόνες, και που και που έβλεπες και κανέναν να κάθεται έξω. Σκιαχτήκαμε ολίγον τι, έτσι όπως είδαμε αυτές τις εικόνες, και κλειδωθήκαμε μέσα στο αμάξι κάνοντας παράλληλα μεταβολή, συμβουλευόμενοι το GPS του κινητού μας. Φτάνοντας από την παραλία στην ciudad Colonial τα τείχη που την περιβάλλουν ακολουθούσαν την πορεία μας και μας έκαναν να θέλουμε να δούμε τι κρύβεται μέσα τους. Φτάσαμε σε ένα σημείο κοντά στην πλατεία όπου παρκάραμε και μόλις βγαίνουμε, να ‘σου δυο τύποι – τύπου προστάτες των τουριστών – να μας ενημερώσουν ότι «εδώ γράφουν κλήσεις οι αστυνομικοί και θα πληρώσετε πρόστιμο, μην το αφήσετε εδώ, έχουμε εμείς ένα καλό μέρος για να μη σας γράψουν, και είναι για τουρίστες» Οκ, αμέσως το πιάσαμε το υπονοούμενο «θέλουμε να μας δώσετε κατιτίς για να σας προσέχουμε το αμάξι σας» διότι επρόκειτο για τρίχες, αφού σε εκείνο τον δρόμο είχε παρκαρισμένα ένα σωρό ενοικιαζόμενα και όχι μόνο. Σκεφτήκαμε όμως μήπως στραβώσουν μαζί μας και φωνάξουν οι ίδιοι την αστυνομία να μας γράψει, και λέμε, ας είναι.. κάναμε και συμφωνία από πριν ότι θα πάρουν 1 δολάριο και όλα καλά.
Η πλατεία του Κολόμβου, «Parque Colon» περιτριγυρισμένη από τα γραφικά κτίρια του 16ου αιώνα, με τα λιθόστρωτα δρομάκια, και μερικά καφέ τριγύρω, γεμάτη με τουρίστες κάθε εθνικότητας, είχε ένα άρωμα άλλης εποχής. Ο σαξοφωνίστας κάτω από τη σκιά ενός δέντρου, έδινε στην ατμόσφαιρα μια ρομαντική, νοσταλγική νότα. Ήταν ώρα για μια ανάπαυλα, οπότε απολαύσαμε μια margarita σε μια από τις καφετέριες, απολαμβάνοντας την πρωτόγνωρη πραγματικότητα.
Ακολούθησε σύντομη βόλτα στα μαγαζιά της οδού Calle El Conte με τον απόηχο του σαξοφώνου να σβήνει απαλά από τα αυτιά μας.. Ναι ήταν πολύ όμορφα!!!
Είχε πια νυχτώσει όταν δίναμε το δολάριο που τάξαμε στον φύλακα του αυτοκινήτου μας και παίρναμε το δρόμο της επιστροφής. Στο δρόμο τα μηχανάκια πήγαιναν κι ερχόταν σαν τρελά, χωρίς φώτα, ή στην καλύτερη περίπτωση είχαν δεμένο μπροστά ένα φακό, αυτοσχέδιο φανάρι, η οτιδήποτε, και φυσικά οι οδηγοί τους χωρίς κράνος.. Ήταν άξιο απορίας, γιατί σε δρόμους σκοτεινούς, άντε να μην φοβούνται τα διερχόμενα αυτοκίνητα, αλλά που βλέπεις Χριστιανέ μου που να πας? Χαντάκι από δω, μπάρες από κει. Τι να πω.. Πραγματικά περίεργο. . Ρωτώντας ένα Δομηνικανό στο βενζινάδικο που σταματήσαμε για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τόσο πολύ κοστίζει να φτιάξεις το φως στο μηχανάκι δηλαδή, μου απάντησε οτι όχι, καθόλου ακριβό δεν είναι, απλώς έτσι είμαστε εδώ.. απλά δεν το φτιάχνουν.
Ήρθε το λεωφορείο στην ώρα του μπροστά από την υποδοχή του ξενοδοχείου, και μας παρέλαβε. Προορισμός μας, το χωριό Bayahibe απ’οπου θα παίρναμε το καταμαράν για την IslaSaona. Ο συνοδός του λεωφορείου, έχοντας να μεταφράζει αυτά τα οποία έλεγε, ήταν κάτι παραπάνω από λαλίστατος, μιλούσε άπταιστα και αλάθητα 3 γλώσσες (!!!) ισπανικά, γαλλικά και αγγλικά, και μάλιστα να υπερπηδάει με μεγάλη άνεση από την μια στην άλλη χωρίς να κομπιάζει λεπτό. Πραγματικά αξιέπαινος επαγγελματίας, του οποίου το όνομα μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή! Φτάνουμε μετά από περίπου 45 λεπτά.
Γραφικότατο το Bayahibe, με τις βαρκούλες και τα καραβάκια και με τα ταβερνάκια του. Αλλά και υπερ – πλήθες.. με το που κατεβαίνεις από το λεωφορείο, δέχεσαι ισχυρή και άδικη επίθεση από δεκάδες διάφορους, που πουλάνε επίσης διάφορα. Καπέλα, μαγιό, παρεό, κοσμήματα με τον ημιπολύτιμο λίθο Larimar, ελληνιστί Δελφινόπετρα , που είναι και το εθνικό πέτρωμα της χώρας του Άγιου Δομίνικου. Το Larimar είναι ένα είδος Πεκτόλιθου, που στο συγκεκριμένο σημείο της γης, βγαίνει σε αυτό το ανοιχτό τιρκουάζ χρώμα, που αντιπροσωπεύει το χρώμα της θάλασσας της Καραϊβικής. Και όχι άδικα. Το χρώμα της θάλασσας είναι ακριβώς αυτό.. Ένα φωτεινό γαλαζοπράσινο, που σε συνδυασμό με τη λευκή άμμο, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν είσαι στον παράδεισο, και μια φωνή μέσα σου να απαντάει «ΝΑΙ»..!!!

Πριν μπεις στο καταμαράν σε βγάζουν και μια φωτογραφία με φόντο τις βαρκούλες. Στο καταμαράν, με το που ξεκινάμε ξεκινάει και ένα μίνι πάρτι. Σου σερβίρουν μαύρο σπιτικό ρούμι με cola, τι κι αν είναι μόλις 10:00 το πρωί, ας πιούμε να το γιορτάσουμε!! Η ατμόσφαιρα είναι εορταστική και άκρως χορευτική! Δυο κοπέλες Δομινικανές, η μια με παραδοσιακή στολή, χορεύουν παρασέρνοντας δίπλα τους όλους τους φιλόδοξους χορευτές σε ξένοιαστα λικνίσματα. Το θαλασσινό αεράκι στο πρόσωπο, οι ήχοι από τις μουσικές και το μεθυστικό ρούμι, ήταν αρκετά για να μας κάνουν να νιώσουμε σαν κατακτητές της καραϊβικής.

Περνώντας από απίθανα μέρη, χαζεύοντας την ακτογραμμή με το γαλαζοπράσινο νερό και κάποιες πολυτελής κατοικίες εδώ κι εκεί, στην κυριολεξία χωμένες στο πράσινο, άγριο τοπίο της τροπικής βλάστησης, φτάσαμε μετά από 1,5 ώρα περίπου στη Saona. Το πανέμορφο και καταπράσινο αυτό νησί της Καραϊβικής θάλασσας, που θεωρείται Εθνικό Πάρκο, λόγω της πλούσιας χλωρίδας και πανίδας, και μάλιστα προβάλλεται σαν το νησί το οποίο αποτυπώνεται στην συσκευασία και τις διαφημίσεις της σοκολάτας Bounty. Δεν γνωρίζω κατά πόσο αληθεύει. Αλλά το τοπίο που βλέπω, σίγουρα μοιάζει πολύ.
Φτάνοντας εκεί, βλέπουμε την πανέμορφη παραλία μπροστά μας, με ξαπλώστρες και αιώρες εδώ κι εκεί να μας περιμένει. Η πλούσια σκιά από τα ψηλά δέντρα σε προστατεύει από τον καυτό ήλιο του μεσημεριού, και το μπαράκι δίπλα, έτοιμο να σε ξεδιψάσει με μπίρες, χυμούς, αναψυκτικά και κοκτέιλ. Μια όαση, ομορφιά και ηρεμία απερίγραπτη. Υπήρχαν και εκεί μικροπωλητές, φυσικά, αλλά γενικώς δεν ήταν ενοχλητικοί. Πουλούσαν μεταξύ άλλων και καρύδες, που τις έκοβαν με μια χατζάρα σαν σαμουράι σε δευτερόλεπτα, σου έβαζαν το καλαμάκι και έτοιμο προς κατανάλωση το γάλα καρύδας. Η θάλασσα δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσε.. γενικώς ήταν ρηχά και είχε φύκια σε κοντινή απόσταση από την ακτή, επομένως δεν μπορούσες να ανοιχτείς ιδιαίτερα για να κολυμπήσεις. Υπάρχει πάντα και ο φόβος για θαλάσσιους κινδύνους, οπότε φυλάγεσαι λιγάκι. Τεσπα, μετά από λίγο πλατσούρισμα στα ρηχά, και υπο τους ήχους μερέγκε μουσικής, στήθηκε και το barbeque κάτω από ένα κιόσκι, μας πήραν οι μυρωδιές από τα ολόφρεσκα ψητά ψάρια, και το ρίξαμε στο φαγητό και στο ποτό.
Κατά το απογευματάκι πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά με speedboat που πήγαινε πράγματι πολύ γρήγορα. Φτάσαμε κάποια στιγμή σε ένα σημείο που το λένε pool γιατί είναι όντως σαν πισίνα με λευκή άμμο κάτω και τιρκουάζ νερά, μέχρι το στήθος περίπου, και εκεί υπήρχαν πανέμορφοι και περίεργοι αστερίες. Καμιά σχέση με τους δικούς μας αστερίες, που είναι χρυσοί – καφέ και μαλακοί με λεπτά άκρα. Εκείνοι ήταν χοντροί, με πετρώδες, σκληρό κέλυφος και χρωματιστοί. Ήταν πολύ ωραίο να τους αγγίζεις και να βλέπεις αυτό το περίεργο πλάσμα της φύσης. Αναρωτιέσαι πώς γίνεται να υπάρχει ζωή μέσα σ’ αυτό το πετρώδες σώμα.. Λες και βγήκε από εργοστάσιο, τόσο ομοιόμορφο και ζωηρόχρωμο. Αφού πιάσαμε με πολύ προσοχή μερικούς, τους χαϊδέψαμε, τους φιλήσαμε, τους επεξεργαστήκαμε, τους φωτογραφήσαμε, πάντα προσεκτικά, τους αφήσαμε πάλι μέσα και ήπιαμε ένα cubelibre πριν συνεχίσουμε προς Bayahibe. Φτάνοντας εκεί, και πάλι μας πλησίασαν πωλητές για να αγοράσουμε πούρα κοσμήματα, καπέλα κτλ. Πήραμε δυο κουτιά πούρα, με λίγο παζάρι σε γελοία τιμή. Μπαίνοντας στο λεωφορείο ρωτήσαμε τον ξεναγό, αν είναι ψεύτικα τα πούρα που πουλάνε εδώ και η απάντηση του ήταν «φυσικά!».

Στο λεωφορείο πριν ξεκινήσουμε μας φέρανε ένα μπουκάλι ρούμι, αν θέλαμε να αγοράσουμε προς 15$ και στην ετικέτα ήμασταν εμείς (!!!) Η φωτογραφία που μας είχαν τραβήξει πριν μπούμε στο καταμαράν, κοσμούσε τη φιάλη με το ρούμι που μας πουλούσαν, σαν αναμνηστικό της εκδρομής. Δεν το αγοράσαμε.. (έλεος δλδ, τι άλλο θα σκεφτεί ο κόσμος).
Μια άλλη μέρα νοικιάσαμε αυτοκίνητο και πήγαμε στο SantoDomingo. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος, οπότε τι καλύτερο από μια εκδρομή στην πόλη του Δομίνικου. Η διαδρομή είναι μέσω της καινούριας Εθνικής οδού, η οποία πρέπει να πούμε ότι ήταν σε άριστη κατάσταση, μεγάλος δρόμος και φωτισμένος πολύ καλά σχεδόν σε όλα τα σημεία. Οδηγώντας για κανένα 3ωρο, φτάνουμε στην πόλη των ενάμιση εκατομμυρίου κατοίκων, αντικρίζοντας τα ψηλά κτίρια, μια γέφυρα που διασχίζει την πόλη, ένα συνδυασμό από το υπανάπτυκτο και το σύγχρονο, ένα κράμα σύγχρονου πολιτισμού και κουλτούρας παλαιών εποχών, ένα συγκεχυμένο τοπίο δίπλα στη θάλασσα, που προσπαθεί να αναδειχτεί, να υψωθεί περήφανα, με την ομορφιά της όπως ακριβώς έπρεπε να είναι, αυτή η πόλη με τα τόσα διαφορετικά στοιχεία. Σταματήσαμε σε ένα εμπορικό κέντρο, αναζητώντας ασφαλές παρκινγκ για το αυτοκίνητο καθώς και λίγη δροσιά και φαγητό πριν συνεχίσουμε την περιπλάνησή μας.
Το εμπορικό κέντρο Sambil ήταν η πρώτη μας στάση. Ένα σύγχρονο εμπορικό κέντρο, με πολυτελή μαγαζιά, κλιματισμό, κυλιόμενες σκάλες, άνετο υπόγειο παρκινγκ, εστιατόρια, καφέ κτλ. Φάγαμε κάτι, και αφήνοντας εκεί το αυτοκίνητο πήγαμε στην πλησιέστερη στάση μετρό για να πάμε πιο κεντρικά. Μας εξήγησαν ότι έπρεπε να πάμε στην άλλη στάση και ένας τύπος προσφέρθηκε να μας πάει ως εκεί. Φτάνοντας μάλιστα, ερχόταν και το μετρό και είπε στην security να μας αφήσει να περάσουμε χωρίς εισιτήριο για να μην το χάσουμε και να πάμε μαζί του. Και αυτή μας άνοιξε πρόθυμα, λέγοντας «περάστε περάστε γρήγορα» Ο άνθρωπος μας οδήγησε μέχρι τον προορισμό μας, και δεν ζήτησε τίποτε για αντάλλαγμα. Μάλιστα μας είπε ότι αν μείνουμε καμιά ωρίτσα, θα μπορούσε να έρθει να μας βρει και να πιούμε κάτι μαζί. Του είπαμε όμως ότι θα φεύγαμε οπότε και μας αποχαιρέτησε ευγενικά και εμείς τον ευχαριστήσαμε θερμά. Κάναμε μια βόλτα, περάσαμε και από το γνωστό AgoraMall όπου κάναμε μια βόλτα, και ήπιαμε κι ένα γρήγορο καφεδάκι. Συνεχίσαμε περπατώντας σε κάποιες κεντρικές οδούς με λίγα μαγαζιά, και παρατηρούσαμε τον τρόπο που οδηγάνε (που είδαμε και όταν φτάναμε στην πόλη) ο οποίος είναι απερίγραπτος. Τα μηχανάκια είναι αμέτρητα, και επικίνδυνα, πολύ επικίνδυνα. Τα ταξί δε.. απερίγραπτα. Παμπάλαια αυτοκίνητα, για απόσυρση, σακαράκες, με κάτι σκουριασμένες λαμαρίνες, χωρίς καθρέφτες, παρμπρίζ, φανάρια φυσικά σπασμένα μπροστά και πίσω, βαμμένα με ότι να ‘ναι χρώματα, να κρέμονται προφυλακτήρες, και εξατμίσεις, έπαθα πολιτισμικό σοκ. Τι φάση, γιατί τόσο παλιά αυτοκίνητα.. προφανώς αγοράζουν ένα χρέπι και το κάνουν ταξί. Δεν εξηγείται αλλιώς. Και στοιβάζονται 6 άτομα μέσα, και η κίνηση τρελή! Κολλημένοι για ώρα στο ίδιο φανάρι, να χώνονται και να περνάνε ο ένας ξυστά δίπλα στον άλλο… Μια τρέλα. Και μέσα σε όλα και τα μηχανάκια να σφηνώνονται και να κορνάρουν συνεχώς. Ούφ.. αγχώθηκα!
Επιστροφή με το μετρό στο εμπορικό Sambil από όπου πήραμε το αμάξι και φύγαμε για CiudadColonial. Για να πάμε προς τα κεί, μπλέξαμε και εμείς στην κίνηση, όπως ήταν φυσικό. Μια λάθος στροφή μας οδήγησε σε μια φτωχογειτονιά της πόλης. Το αυτοκίνητο κινούνταν σε ένα δρόμο, όπου μόλις είχε κλείσει κάποια λαϊκή υπαίθρια αγορά, με τα σκουπίδια δεξιά και αριστερά και ανθρώπους να ψάχνουν για χρήσιμα στα πεταμένα, να περπατάνε ξυπόλυτοι με παλιά, σκισμένα ρούχα, τα σπίτια ήταν σαν φρούρια με κάγκελα από πάνω ως κάτω, οι βεράντες τους σα κλουβιά πουλιών, με τις κουνιστές πολυθρόνες, και που και που έβλεπες και κανέναν να κάθεται έξω. Σκιαχτήκαμε ολίγον τι, έτσι όπως είδαμε αυτές τις εικόνες, και κλειδωθήκαμε μέσα στο αμάξι κάνοντας παράλληλα μεταβολή, συμβουλευόμενοι το GPS του κινητού μας. Φτάνοντας από την παραλία στην ciudad Colonial τα τείχη που την περιβάλλουν ακολουθούσαν την πορεία μας και μας έκαναν να θέλουμε να δούμε τι κρύβεται μέσα τους. Φτάσαμε σε ένα σημείο κοντά στην πλατεία όπου παρκάραμε και μόλις βγαίνουμε, να ‘σου δυο τύποι – τύπου προστάτες των τουριστών – να μας ενημερώσουν ότι «εδώ γράφουν κλήσεις οι αστυνομικοί και θα πληρώσετε πρόστιμο, μην το αφήσετε εδώ, έχουμε εμείς ένα καλό μέρος για να μη σας γράψουν, και είναι για τουρίστες» Οκ, αμέσως το πιάσαμε το υπονοούμενο «θέλουμε να μας δώσετε κατιτίς για να σας προσέχουμε το αμάξι σας» διότι επρόκειτο για τρίχες, αφού σε εκείνο τον δρόμο είχε παρκαρισμένα ένα σωρό ενοικιαζόμενα και όχι μόνο. Σκεφτήκαμε όμως μήπως στραβώσουν μαζί μας και φωνάξουν οι ίδιοι την αστυνομία να μας γράψει, και λέμε, ας είναι.. κάναμε και συμφωνία από πριν ότι θα πάρουν 1 δολάριο και όλα καλά.
Η πλατεία του Κολόμβου, «Parque Colon» περιτριγυρισμένη από τα γραφικά κτίρια του 16ου αιώνα, με τα λιθόστρωτα δρομάκια, και μερικά καφέ τριγύρω, γεμάτη με τουρίστες κάθε εθνικότητας, είχε ένα άρωμα άλλης εποχής. Ο σαξοφωνίστας κάτω από τη σκιά ενός δέντρου, έδινε στην ατμόσφαιρα μια ρομαντική, νοσταλγική νότα. Ήταν ώρα για μια ανάπαυλα, οπότε απολαύσαμε μια margarita σε μια από τις καφετέριες, απολαμβάνοντας την πρωτόγνωρη πραγματικότητα.
Ακολούθησε σύντομη βόλτα στα μαγαζιά της οδού Calle El Conte με τον απόηχο του σαξοφώνου να σβήνει απαλά από τα αυτιά μας.. Ναι ήταν πολύ όμορφα!!!
Είχε πια νυχτώσει όταν δίναμε το δολάριο που τάξαμε στον φύλακα του αυτοκινήτου μας και παίρναμε το δρόμο της επιστροφής. Στο δρόμο τα μηχανάκια πήγαιναν κι ερχόταν σαν τρελά, χωρίς φώτα, ή στην καλύτερη περίπτωση είχαν δεμένο μπροστά ένα φακό, αυτοσχέδιο φανάρι, η οτιδήποτε, και φυσικά οι οδηγοί τους χωρίς κράνος.. Ήταν άξιο απορίας, γιατί σε δρόμους σκοτεινούς, άντε να μην φοβούνται τα διερχόμενα αυτοκίνητα, αλλά που βλέπεις Χριστιανέ μου που να πας? Χαντάκι από δω, μπάρες από κει. Τι να πω.. Πραγματικά περίεργο. . Ρωτώντας ένα Δομηνικανό στο βενζινάδικο που σταματήσαμε για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τόσο πολύ κοστίζει να φτιάξεις το φως στο μηχανάκι δηλαδή, μου απάντησε οτι όχι, καθόλου ακριβό δεν είναι, απλώς έτσι είμαστε εδώ.. απλά δεν το φτιάχνουν.

Attachments
-
190,8 KB Προβολές: 821
-
124 KB Προβολές: 612
-
110,7 KB Προβολές: 667
Last edited: