vasso
Member
- Μηνύματα
- 136
- Likes
- 33
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Σκανδιναβία
Περιεχόμενα
Οι δυο μέρες στα βουνά πέρασαν πολύ γρήγορα. Τις Κορυφές της Ευρώπης όμως δεν τις είχαμε χορτάσει ακόμη. Αυτά τα βουνά που ήταν το πρώτο τοπίο της Ευρώπης που αντίκριζαν οι ναυτικοί όταν γύρναγαν από τα μακρινά τους ταξίδια είχαν ακόμη να μας χαρίσουν ωραίες εικόνες.
Ο δρόμος προς δυσμάς έπρεπε να συνεχιστεί και οι επιλογές μας ήταν δυο. Η πρώτη ήταν να στραφούμε βόρεια, να βγούμε στον παραλιακό αυτοκινητόδρομο και μετά να πάμε δυτικά προς Νουβια και Γαλικία. Ο δεύτερος ήταν πιο δύσκολος αλλά μας φαινόταν πιο ενδιαφέρων και θα μας γέμιζε παραστάσεις. Από την αρχή που βγάλαμε το πρόγραμμα ήταν η πρώτη μας επιλογή, με την αίρεση της επίσκεψής μας στα σπήλαια της Ριβαδεσέγια. Επειδή όμως είχαμε ήδη δει βραχογραφίες και τα σπήλαια ήταν μάλλον κλειστά, είχαμε χρόνο να «κυκλώσουμε» τα Picos από τα νότια. Έτσι, ξεκινήσαμε, αφού πρώτα πήραμε πρωινό στο ξενοδοχείο με τις τοπικές λιχουδιές, για την τελευταία μας επαφή με το βουνό. Ο δρόμος στενός και φιδίσιος.

Σε όλη τη διαδρομή μας συνόδευε ένα (ή μήπως περισσότερα) ποτάμι που άλλες φορές το βλέπαμε και άλλες μόνο το ακούγαμε. Ο οδηγός δεν μπορούσε να θαυμάσει καλά το τοπίο λόγω της δυσκολίας του δρόμου και έτσι αποφασίσαμε αφενός μεν να πηγαίνουμε σιγά αφετέρου δε να σταματάμε συχνά σε mirador για να θαυμάζουμε τη θέα. Δεξιά τα βουνά, αριστερά το ποτάμι και κάποιες χαράδρες. Η ανηφόρα συνεχίζεται και φτάνουμε επιτέλους σε ένα από τα ψηλότερα σημεία της διαδρομής και σε ένα πολύ μεγάλο παραλίμνιο χωριό, το Ριάνιο. Μια μεγάλη λίμνη, μια πολύ όμορφη κωμόπολη μάλλον παρά χωριό και πολύ ωραίοι «κήποι» με όλα τα καλοκαιρινά φαγώσιμα καλούδια.

Αυτοί οι περιποιημένοι κήποι (έτσι λέμε στα χωριά τα σημεία που καλλιεργούνται όλα τα ζαρζαβατικά που τα περισσότερα είναι για κατανάλωση στο σπίτι), μας έκαναν μεγάλη εντύπωση γιατί ήταν άριστα δεμένοι με τη λίμνη και το χωριό. Βόλτα με το αυτοκίνητο, φωτογραφίες και σιγά - σιγά κατηφορίζουμε.

Καλή η ανηφόρα αλλά ακόμη καλύτερη η κατηφόρα. Τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε αραιά και που χωριά. Το ποτάμι περνάει μέσα από τα χωριά και το μόνο που μας απασχολεί είναι να βρούμε ένα μέρος να βγάλουμε τα παπούτσια και να παίξουμε με τα νερά. Μετά από ώρα βρίσκουμε το κατάλληλο μέρος και φτάνει η «ώρα του παιδιού» που κράτησε αρκετά και μας ξεκούρασε άλλο τόσο.

Μετά το παιχνίδι αρχίζει να γουργουρίζει λίγο το στομάχι. Αποφασίζουμε όμως να μη κάτσουμε για φαγητό γιατί ο στόχος ήταν το πρώτο μας μπάνιο στον Ατλαντικό.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε μια μεγάλη ιδιαιτερότητα που υπάρχει στις ώρες λειτουργίας των εστιατορίων. Στην περιοχή των Picos, που είναι αρκετά τουριστική, δεν βρίσκεις να φας τίποτα από τις 17.30 έως τις 20.30. Η κουζίνα κλείνει και δεν δέχονται να σου σερβίρουν απολύτως τίποτα.
Η συνέχεια της διαδρομής, μέχρι να αφήσουμε τον εθνικό δρυμό, μας επιφυλάσσει μια ακόμη έκπληξη. Το ποτάμι γίνεται πλατύ, τα νερά παύουν να είναι τόσο ορμητικά και ξαφνικά αρχίζουν να εμφανίζονται δεκάδες κανό. Κόσμος στις όχθες του ποταμιού, παρέες ολόκληρες να ετοιμάζονται με τα κανό τους και μια μεγάλη πινακίδα να γράφει για σπόρ και αθλοπαιδιές. ToGangasdeOnis ήταν το πιο ζωντανό, το πιο τουριστικό μέρος όλου του εθνικού δρυμού.

Μετά το GangasdeOnis αποχαιρετάμε τα βουνά και παίρνουμε το δρόμο για τη Λουάρκα και το μέρος που θα διανυκτερεύαμε. Το TresCabos( ***HOTEL RURAL 3 CABOS*** ) Παίρνουμε τον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στη Γαλικία αλλά οι δυσκολίες συνεχίζονται γιατί ο δρόμος σε αρκετά σημεία φτιάχνεται. Με πολύ δυσκολία (οι ταμπέλες βρίσκονται μόνο στην αριστερή πλευρά του δρόμου), βρίσκουμε τον μικρό δρόμο που οδηγεί στο ξενοδοχείο. Δρόμος πολύ στενός ανάμεσα στους λόφους πάνω από τον αυτοκινητόδρομο, μέσα από οργανωμένες φάρμες για βοοειδή.

Φτάνοντας στο ξενοδοχείο αντικρίζουμε ακριβώς αυτό που περιμέναμε. Ένα οίκημα πάνω στο λόφο με απεριόριστη θέα. Μπροστά, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων, απλώνεται ο Ατλαντικός και δίπλα οι αγελάδες, καφέ και ασπρόμαυρα σημάδια πάνω σε καταπράσινο χαλί.

Η έλλειψη χρόνου μας οδηγεί στην βιαστική τακτοποίησή μας στα δωμάτια και αφού ετοιμαζόμαστε στα γρήγορα κατευθείαν για τη θάλασσα που απέχει κανα τέταρτο με το αυτοκίνητο. Όντως, σε 15 λεπτά βρισκόμαστε στην παραλία. Η τοποθεσία όμορφη, άμμος και πεύκα πλαισιώνουν έναν όμορφο κόλπο που ήταν γεμάτος κόσμο. Η θάλασσα σκούρα, μακριά από τις δικές μας θύμησες και παραστάσεις. Πρώτο μπάνιο στον Ατλαντικό!!!

Καλό αλλά κρύο. Πολύ κρύο. Ιδανικό για σύσφιξη. Κολυμπάμε όσο μπορούμε περισσότερο μάλλον για να ζεσταθούμε παρά γιατί μας έλειψε το κολύμπι. Ωραίο το μπάνιο, αλλά ακόμη καλύτερη η θέα της θάλασσας από την παραλία, με τον ήλιο να μας ζεσταίνει όσο μπορεί πριν δύσει πίσω από τον πευκόφυτο λόφο.
Επιστροφή στο ξενοδοχείο και η σκέψη να επισκεφτούμε τη Λουάρκα για φαγητό εξαφανίζεται μόλις αντικρίζουμε πάλι τη θέα από το ξενοδοχείο. Ο ήλιος δύει, τα χρώματα είναι υπέροχα, η υγρασία από τη θάλασσα αρχίζει να σκαρφαλώνει σιγά – σιγά στους λόφους και το φως των τριών φάρων να οριοθετεί τα τρία ακρωτήρια και να δικαιολογεί πλήρως το όνομα του ξενοδοχείου.

Ο ιδιοκτήτης φιλόξενος, σε κάνει να αισθάνεσαι σαν να είσαι σπίτι σου. Φέρνει τον κατάλογο με τα φαγητά και συνεννοούμαστε την ώρα που θα κατέβουμε για φαγητό έτσι ώστε να τα έχει όλα έτοιμα.
Όταν λέμε ξενοδοχείο εννοούμε ένα παλιό στάβλο με ένα οίκημα που ένας άνθρωπος με μεράκι, ένας άνθρωπος που εγκατέλειψε τις μεγαλουπόλεις και την καριέρα, μετέτρεψε βήμα – βήμα σε έναν φανταστικό χώρο. Όλα αυτά τα βήματα τα έχει στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο σε ένα ωραίο βιντεάκι. Στο ισόγειο έχει το καθιστικό, την κουζίνα και την τραπεζαρία. Λιτή διακόσμηση, σύνδεση με ιντερνετ (που μας βοήθησε να κατεβάσουμε επιτέλους χάρτη της Ισπανίας στο GPS), και μια τεράστια συλλογή DVD με ταινίες.

Από την τεράστια αυτή συλλογή οι ένοικοι μπορούσαν να διαλέξουν το έργο που τους άρεσε και να το δουν στο δωμάτιό τους. Στους δυο ορόφους τα δωμάτια (έξι τον αριθμό) το καθένα σε άλλο στυλ είχαν ξύλινα πατώματα με εμφανή τα ξύλινα δοκάρια της οροφής και απίστευτη θέα είτε προς τον Ατλαντικό είτε ανατολικά προς τους λόφους με τις αγελάδες. Ξάπλωνες στο κρεβάτι και ήταν σαν να είχες ένα «ζωντανό» πίνακα απέναντί σου και εσύ να είσαι η τρισδιάστατη συνέχειά του.

Το φαγητό ήταν νόστιμο με τοπικά προϊόντα και το περιβάλλον τόσο όμορφο που η Λουάρκα, αν και τόσο κοντά, φάνταζε τόσο μακριά που δεν σκεφτήκαμε καν να πάμε για νυχτερινό περίπατο. Μας έφτανε που βλέπαμε τα φώτα από ψηλά και ακούγαμε την ησυχία της εξοχής. Εκείνο το βράδυ, με τα μπουφάν στους ώμους καθίσαμε έως αργά στις ξαπλώστρες που υπήρχαν στον καταπράσινο κήπο, πίνοντας τα τοπικά ποτά που μας προσέφερε ο ιδιοκτήτης.
Την άλλη μέρα το πρωί πήραμε το πρωινό μας πάλι στον κήπο με το γκαζόν και τη θέα, μαζί με τους άλλους ενοίκους που ήταν όλοι Ισπανοί που είχαν έρθει για μπάνια και χαλάρωμα. Πριν φύγουμε, δώσαμε μια υπόσχεση στον εαυτό μας: να ξαναέρθουμε και να μείνουμε μερικές μέρες, για να γευτούμε αυτή την ομορφιά. Ίσως βέβαια περάσουν αρκετά χρόνια γιατί με την τρέλα που μας δέρνει στα ταξίδια, μας βλέπω να ξαναρχόμαστε όταν δεν θα μπορούμε πλέον να κάνουμε ατέλειωτα χιλιόμετρα, δηλαδή γεροντάκια με μαγκούρες και μασέλες.

Επειδή όμως ακόμη οι δυο μας αισθανόμαστε και οι άλλοι δυο είμαστε νέοι, δεν μπορούμε να χάσουμε άλλο χρόνο. Το πρόγραμμα σήμερα βαρύ: Πρώτα μια βόλτα στη Λουάρκα και μετά Galicia!!!, δηλαδή οδικώς RiasAltas, ACorunya και κατάληξη στο φημισμένο και χιλιοτραγουδισμένο στο φόρουμ Santiago de Compostella.
Ο δρόμος προς δυσμάς έπρεπε να συνεχιστεί και οι επιλογές μας ήταν δυο. Η πρώτη ήταν να στραφούμε βόρεια, να βγούμε στον παραλιακό αυτοκινητόδρομο και μετά να πάμε δυτικά προς Νουβια και Γαλικία. Ο δεύτερος ήταν πιο δύσκολος αλλά μας φαινόταν πιο ενδιαφέρων και θα μας γέμιζε παραστάσεις. Από την αρχή που βγάλαμε το πρόγραμμα ήταν η πρώτη μας επιλογή, με την αίρεση της επίσκεψής μας στα σπήλαια της Ριβαδεσέγια. Επειδή όμως είχαμε ήδη δει βραχογραφίες και τα σπήλαια ήταν μάλλον κλειστά, είχαμε χρόνο να «κυκλώσουμε» τα Picos από τα νότια. Έτσι, ξεκινήσαμε, αφού πρώτα πήραμε πρωινό στο ξενοδοχείο με τις τοπικές λιχουδιές, για την τελευταία μας επαφή με το βουνό. Ο δρόμος στενός και φιδίσιος.
Σε όλη τη διαδρομή μας συνόδευε ένα (ή μήπως περισσότερα) ποτάμι που άλλες φορές το βλέπαμε και άλλες μόνο το ακούγαμε. Ο οδηγός δεν μπορούσε να θαυμάσει καλά το τοπίο λόγω της δυσκολίας του δρόμου και έτσι αποφασίσαμε αφενός μεν να πηγαίνουμε σιγά αφετέρου δε να σταματάμε συχνά σε mirador για να θαυμάζουμε τη θέα. Δεξιά τα βουνά, αριστερά το ποτάμι και κάποιες χαράδρες. Η ανηφόρα συνεχίζεται και φτάνουμε επιτέλους σε ένα από τα ψηλότερα σημεία της διαδρομής και σε ένα πολύ μεγάλο παραλίμνιο χωριό, το Ριάνιο. Μια μεγάλη λίμνη, μια πολύ όμορφη κωμόπολη μάλλον παρά χωριό και πολύ ωραίοι «κήποι» με όλα τα καλοκαιρινά φαγώσιμα καλούδια.
Αυτοί οι περιποιημένοι κήποι (έτσι λέμε στα χωριά τα σημεία που καλλιεργούνται όλα τα ζαρζαβατικά που τα περισσότερα είναι για κατανάλωση στο σπίτι), μας έκαναν μεγάλη εντύπωση γιατί ήταν άριστα δεμένοι με τη λίμνη και το χωριό. Βόλτα με το αυτοκίνητο, φωτογραφίες και σιγά - σιγά κατηφορίζουμε.
Καλή η ανηφόρα αλλά ακόμη καλύτερη η κατηφόρα. Τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε αραιά και που χωριά. Το ποτάμι περνάει μέσα από τα χωριά και το μόνο που μας απασχολεί είναι να βρούμε ένα μέρος να βγάλουμε τα παπούτσια και να παίξουμε με τα νερά. Μετά από ώρα βρίσκουμε το κατάλληλο μέρος και φτάνει η «ώρα του παιδιού» που κράτησε αρκετά και μας ξεκούρασε άλλο τόσο.
Μετά το παιχνίδι αρχίζει να γουργουρίζει λίγο το στομάχι. Αποφασίζουμε όμως να μη κάτσουμε για φαγητό γιατί ο στόχος ήταν το πρώτο μας μπάνιο στον Ατλαντικό.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε μια μεγάλη ιδιαιτερότητα που υπάρχει στις ώρες λειτουργίας των εστιατορίων. Στην περιοχή των Picos, που είναι αρκετά τουριστική, δεν βρίσκεις να φας τίποτα από τις 17.30 έως τις 20.30. Η κουζίνα κλείνει και δεν δέχονται να σου σερβίρουν απολύτως τίποτα.
Η συνέχεια της διαδρομής, μέχρι να αφήσουμε τον εθνικό δρυμό, μας επιφυλάσσει μια ακόμη έκπληξη. Το ποτάμι γίνεται πλατύ, τα νερά παύουν να είναι τόσο ορμητικά και ξαφνικά αρχίζουν να εμφανίζονται δεκάδες κανό. Κόσμος στις όχθες του ποταμιού, παρέες ολόκληρες να ετοιμάζονται με τα κανό τους και μια μεγάλη πινακίδα να γράφει για σπόρ και αθλοπαιδιές. ToGangasdeOnis ήταν το πιο ζωντανό, το πιο τουριστικό μέρος όλου του εθνικού δρυμού.
Μετά το GangasdeOnis αποχαιρετάμε τα βουνά και παίρνουμε το δρόμο για τη Λουάρκα και το μέρος που θα διανυκτερεύαμε. Το TresCabos( ***HOTEL RURAL 3 CABOS*** ) Παίρνουμε τον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στη Γαλικία αλλά οι δυσκολίες συνεχίζονται γιατί ο δρόμος σε αρκετά σημεία φτιάχνεται. Με πολύ δυσκολία (οι ταμπέλες βρίσκονται μόνο στην αριστερή πλευρά του δρόμου), βρίσκουμε τον μικρό δρόμο που οδηγεί στο ξενοδοχείο. Δρόμος πολύ στενός ανάμεσα στους λόφους πάνω από τον αυτοκινητόδρομο, μέσα από οργανωμένες φάρμες για βοοειδή.
Φτάνοντας στο ξενοδοχείο αντικρίζουμε ακριβώς αυτό που περιμέναμε. Ένα οίκημα πάνω στο λόφο με απεριόριστη θέα. Μπροστά, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων, απλώνεται ο Ατλαντικός και δίπλα οι αγελάδες, καφέ και ασπρόμαυρα σημάδια πάνω σε καταπράσινο χαλί.
Η έλλειψη χρόνου μας οδηγεί στην βιαστική τακτοποίησή μας στα δωμάτια και αφού ετοιμαζόμαστε στα γρήγορα κατευθείαν για τη θάλασσα που απέχει κανα τέταρτο με το αυτοκίνητο. Όντως, σε 15 λεπτά βρισκόμαστε στην παραλία. Η τοποθεσία όμορφη, άμμος και πεύκα πλαισιώνουν έναν όμορφο κόλπο που ήταν γεμάτος κόσμο. Η θάλασσα σκούρα, μακριά από τις δικές μας θύμησες και παραστάσεις. Πρώτο μπάνιο στον Ατλαντικό!!!
Καλό αλλά κρύο. Πολύ κρύο. Ιδανικό για σύσφιξη. Κολυμπάμε όσο μπορούμε περισσότερο μάλλον για να ζεσταθούμε παρά γιατί μας έλειψε το κολύμπι. Ωραίο το μπάνιο, αλλά ακόμη καλύτερη η θέα της θάλασσας από την παραλία, με τον ήλιο να μας ζεσταίνει όσο μπορεί πριν δύσει πίσω από τον πευκόφυτο λόφο.
Επιστροφή στο ξενοδοχείο και η σκέψη να επισκεφτούμε τη Λουάρκα για φαγητό εξαφανίζεται μόλις αντικρίζουμε πάλι τη θέα από το ξενοδοχείο. Ο ήλιος δύει, τα χρώματα είναι υπέροχα, η υγρασία από τη θάλασσα αρχίζει να σκαρφαλώνει σιγά – σιγά στους λόφους και το φως των τριών φάρων να οριοθετεί τα τρία ακρωτήρια και να δικαιολογεί πλήρως το όνομα του ξενοδοχείου.
Ο ιδιοκτήτης φιλόξενος, σε κάνει να αισθάνεσαι σαν να είσαι σπίτι σου. Φέρνει τον κατάλογο με τα φαγητά και συνεννοούμαστε την ώρα που θα κατέβουμε για φαγητό έτσι ώστε να τα έχει όλα έτοιμα.
Όταν λέμε ξενοδοχείο εννοούμε ένα παλιό στάβλο με ένα οίκημα που ένας άνθρωπος με μεράκι, ένας άνθρωπος που εγκατέλειψε τις μεγαλουπόλεις και την καριέρα, μετέτρεψε βήμα – βήμα σε έναν φανταστικό χώρο. Όλα αυτά τα βήματα τα έχει στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο σε ένα ωραίο βιντεάκι. Στο ισόγειο έχει το καθιστικό, την κουζίνα και την τραπεζαρία. Λιτή διακόσμηση, σύνδεση με ιντερνετ (που μας βοήθησε να κατεβάσουμε επιτέλους χάρτη της Ισπανίας στο GPS), και μια τεράστια συλλογή DVD με ταινίες.
Από την τεράστια αυτή συλλογή οι ένοικοι μπορούσαν να διαλέξουν το έργο που τους άρεσε και να το δουν στο δωμάτιό τους. Στους δυο ορόφους τα δωμάτια (έξι τον αριθμό) το καθένα σε άλλο στυλ είχαν ξύλινα πατώματα με εμφανή τα ξύλινα δοκάρια της οροφής και απίστευτη θέα είτε προς τον Ατλαντικό είτε ανατολικά προς τους λόφους με τις αγελάδες. Ξάπλωνες στο κρεβάτι και ήταν σαν να είχες ένα «ζωντανό» πίνακα απέναντί σου και εσύ να είσαι η τρισδιάστατη συνέχειά του.
Το φαγητό ήταν νόστιμο με τοπικά προϊόντα και το περιβάλλον τόσο όμορφο που η Λουάρκα, αν και τόσο κοντά, φάνταζε τόσο μακριά που δεν σκεφτήκαμε καν να πάμε για νυχτερινό περίπατο. Μας έφτανε που βλέπαμε τα φώτα από ψηλά και ακούγαμε την ησυχία της εξοχής. Εκείνο το βράδυ, με τα μπουφάν στους ώμους καθίσαμε έως αργά στις ξαπλώστρες που υπήρχαν στον καταπράσινο κήπο, πίνοντας τα τοπικά ποτά που μας προσέφερε ο ιδιοκτήτης.
Την άλλη μέρα το πρωί πήραμε το πρωινό μας πάλι στον κήπο με το γκαζόν και τη θέα, μαζί με τους άλλους ενοίκους που ήταν όλοι Ισπανοί που είχαν έρθει για μπάνια και χαλάρωμα. Πριν φύγουμε, δώσαμε μια υπόσχεση στον εαυτό μας: να ξαναέρθουμε και να μείνουμε μερικές μέρες, για να γευτούμε αυτή την ομορφιά. Ίσως βέβαια περάσουν αρκετά χρόνια γιατί με την τρέλα που μας δέρνει στα ταξίδια, μας βλέπω να ξαναρχόμαστε όταν δεν θα μπορούμε πλέον να κάνουμε ατέλειωτα χιλιόμετρα, δηλαδή γεροντάκια με μαγκούρες και μασέλες.
Επειδή όμως ακόμη οι δυο μας αισθανόμαστε και οι άλλοι δυο είμαστε νέοι, δεν μπορούμε να χάσουμε άλλο χρόνο. Το πρόγραμμα σήμερα βαρύ: Πρώτα μια βόλτα στη Λουάρκα και μετά Galicia!!!, δηλαδή οδικώς RiasAltas, ACorunya και κατάληξη στο φημισμένο και χιλιοτραγουδισμένο στο φόρουμ Santiago de Compostella.
Attachments
-
73,9 KB Προβολές: 192