Κάμπινγκ στα Βραχώδη Όρη

alliaks

Member
Μηνύματα
177
Likes
259
Επόμενο Ταξίδι
Μίκυ Σίτυ
Ταξίδι-Όνειρο
Λιμνούπολη
Η κοντινή απόσταση του Κάλγκαρι από τα Βραχώδη Όρη (ή απλώς «τα βουνά») είναι η κύρια αφορμή για μικρές αποδράσεις στα δάση και στους λόγγους. Το σπίτι μας είναι στο δυτικό άκρο της πόλης, που σημαίνει πως μπορούμε να είμαστε στο «σημείο» μας σε σαρανταπέντε- πενήντα λεπτά. Από αυτά τα 15 είναι χωματόδρομος, ή μάλλον κοτρωνόδρομος, αν κρίνει κανείς από τον αφρό που ξαφνικά απέκτησαν τα δύο φραπεδάκια που είχαν λιώσει στις θήκες της κονσόλας του αυτοκινήτου εδώ και μισή ώρα.
Τρίτη φορά κάμπινγκ για μένα. Κάθε φορά σαν την πρώτη φορά. Γουστάρω όμως. Πάντα ήμουν λάτρης της φύσης, αλλά δεν είχα πάει ποτέ κάμπινγκ στην Ελλάδα. Ποτέ δεν έτυχε. Εδώ οι Έλληνες (ομογενείς και μη) έχουν την αστεία φήμη της άρνησης του κάμπινγκ ως κάτι παρακατιανό. Το συζήτησα για πλάκα με κάποιους Έλληνες της κοινότητας και η απάντηση όλων ήταν «άπαπα, κάμπινγκ ποτέ, εκτός αν είναι σκηνή 5 αστέρων». Χαίρομαι λοιπόν, που πάω κόντρα στο στερεότυπο, που είμαι ένας Έλληνας κατασκηνωτής, ένας Εβραίος που δουλεύει Σάββατο, ένας Άραβας που τρώει χοιρινό, ένας Κινέζος δάσκαλος οδήγησης.

from:Bowness Rd NW to:51.1606414,-114.2874832 to:51.403596,-115.042477
Έτσι, μου λέει κυριακάτικο ο συγκάτοικος και κολλητός, «πάμε αύριο κάμπινγκ για τρεις μέρες»; Πάμε, του λέω, λες και είχα τίποτα να κάνω; Έτσι κι αλλιώς το δελτίο καιρού έλεγε πως στην πόλη θα χτυπούσε 30άρι. Ναι, 30άρι. Στο Κάλγκαρι. Συμβαίνει και στις καλύτερες των οικογενειών. Οπότε καλύτερα να δροσιζόμαστε στο δάσος δίπλα στο ποταμάκι, παρά να σιγοψηνόμαστε στην πόλη. Φορτώσαμε γρήγορα το αυτοκίνητο, γιατί έχουμε τον εξοπλισμό έτοιμο και συσκευασμένο στην αποθήκη, έτοιμο για δράση. Απλά πετάξαμε μερικές αλλαξιές παλιόρουχα σε τσάντες πλάτης και ετοιμάσαμε τα φαγητά. Στο κούλερ μπήκαν αυγά, μπέικον και βοδινές μπριζόλες κόντρα φιλέτο (striploinsteak), καθώς και λουκάνικα. Επίσης έπαιξαν μαρσμέλοους, σοκολάτες, κρασί, βότκα, σαλατικά και καρυκεύματα. Ό,τι δηλαδή χρειάζεται κανείς για ένα γκουρμέ γεύμα στην εξοχή, μαγειρεμένο στη φωτιά από πευκόξυλο και ελατόξυλο.
Ξεκινήσαμε λοιπόν αμέσως μετά το μεσημεριανό φαγητό και ο τόπος ήδη έβραζε. Προορισμός μας η περιοχή WaiparousCreek, NorthGhost. Το Γουέιπρες είναι ένα πανέμορφο χωριουδάκι 45 κατοίκων έξω από το Κόκραν. Είναι χτισμένο δίπλα στο ποτάμι και μια πινακίδα ενημερώνει για το όνομα του οικισμού και επίσης πως δεν υπάρχει κανενός είδους επιχείρηση ή κατάστημα στην τοποθεσία. Λίγο πιο πέρα αρχίζει ο χωματόδρομος. Ύστερα από κανένα εικοσάλεπτο φτάνουμε στο «σημείο» μας, χώρος που επιτρέπεται η ελεύθερη κατασκήνωση. Υπάρχει και «οργανωμένο κάμπινγκ» λίγο παρακάτω, αλλά το μόνο που προσφέρει είναι ένα πηγάδι για νερό και μια καλύβα με μια τρύπα κι ένα βόθρο από κάτω για τουαλέτα. Για $25 τη βραδιά, δεν αξίζει καθόλου. Οπότε είχαμε το νερό από το σπίτι σε ένα 30λιτρο μπετόνι και ένα φτυάρι...
Το στήσιμο της σκηνής κράτησε 10 λεπτά και χρειαστήκαμε άλλα πέντε για να χτίσουμε μια φωλιά για τη φωτιά. Στήσαμε το τραπέζι και αραδιάσαμε τα μπαγκάζια και τα φαγητά. Σε περίοπτη θέση βάλαμε και το σπρέι για τις αρκούδες, το οποίο μοιάζει μεν με κατσαριδοκτόνο, είναι δε εκχυλίσμα πιπεριάς χαμπανέρο υπό πίεση. Υπόψην πως όταν το αγοράζεις σου κρατούν τα στοιχεία, σα να αγοράζεις ένα πυροβόλο όπλο. Βουρ στην εύρεση και συγκομιδή κουτσούρων και λοιπών καυσίμων, για το άναμμα της φωτιάς και ψήσιμο των μπριζολιδίων.
Εκεί που ψάχναμε, διαπιστώσαμε πως ο τόπος ήταν γεμάτος λογής λογής μανιτάρια. Ο κολλητός ξέρει από μανιτάρια (η οικογένειά του είναι τσεχικής καταγωγής), οπότε ξεκίνησε μια αναζήτηση για το ξακουστό είδος μορέλ, που είναι πεντανόστιμο. Ανακαλύψαμε καμιά δεκαριά διαφορετικά είδη, όλα δηλητηριώδη, δυστυχώς. Βρήκαμε ένα-δυο μορέλ μόνο, που δεν ήταν αρκετά για ριζότο, όμως αποζημιώθηκα βγάζοντας όμορφες φωτογραφίες όμορφων και πολύχρωμων μύκητων καθώς και με την ικανοποίηση πως έχω το «μάτι» για κυνήγι μανιταριών.
Για βραδινό έπεσε η ιδέα για μανιτάρια σωτέ, μπριζόλα κόντρα φιλέτο στη σχάρα και σαλάτα. Επίσης έπεσε η ιδέα για κρασί και αργότερα η νύχτα τελείωσε με μαργαρίτες μπροστά στη φωτιά, παρέα με ψημένα μαρσμέλοους. Ψιλοζαλισμένοι από το αλκοόλ, προχωρήσαμε λίγα μέτρα στο ξέφωτο, όπου το φως της φλόγας δεν εμπόδιζε τη θέα των χιλιάδων αστεριών που υπήρχαν στον καθαρό ουρανό.
Την επόμενη μέρα, το πρόγραμμα είχε ανάβαση στο κοντινό πυροφυλάκιο για να θαυμάσουμε τη θέα που προσέφερε προς τα βουνά και προς την πεδιάδα. Φορέσαμε τα πιο ελαφριά ρούχα, πακετάραμε ξηρούς καρπούς, ψωμί και τυρί και φρούτα για κολατσιό και ξεκινήσαμε. Ο δρόμος, που ανάθεμα κι αν τον λες δρόμο, ήταν μεν φαρδύς, αλλά χωματόδρομος, με τόσο μεγάλη κλίση, με τόσες πέτρες, που σε μερικά σημεία έκανες ένα βήμα προς και δύο βήματα πίσω από την κατρακύλα. Αφού είδαμε και την σχετική πινακίδα που απαγορεύει την είσοδο σε οχήματα με 4 ή περισσότερες ρόδες, το ηθικό μας αναπτερώθηκε. Ήμασταν σε μια φάση «που πάμε οι Καραμήτροι»; Στα μισά του δρόμου, ο τοπογράφος (εγώ) τα είχα δει όλα, τα πόδια μου πονούσαν, η αναπνοή μου είχε κοπεί, και είχα πιει τη μισή ποσότητα νερού που είχα πάρει μαζί μου. Αράξαμε λοιπόν στο πλάι του δρόμου, σε ένα υψωματάκι. Ήταν αρκετά σκιερό, κάτω από το πυκνό δάσος με κωνοφόρα. Εκεί που μασουλάγαμε τα κεράσια μας και κοιτούσαμε γύρω γύρω μη μας πεταχτεί καμιά αρκούδα ή κανένα κούγκαρ βλέπω μπροστά από τα πόδια μου ένα κόκκινο καρπό ανάμεσα στα χορτάρια και σε μέγεθος κουκουτσιού από κεράσι. «Αγριοφράουλα είναι αυτό»; Ρώτησα το Μποντάν. «Ναι» μου είπε και το έφαγα μονομιάς. Ήταν σα να είχα δαγκώσει τρεις μεγάλες φράουλες μαζί! Σκέτη απόλαυση! Άρχισα λοιπόν να κοιτάω γύρω γύρω για μερικές ακόμη. Μάλλον χρειαζόμουν τη βιταμίνη C για να συνεχίσω την ανάβαση. Βρήκαμε δυο τρεις ο καθένας μας, τις κατεβάσαμε και ξεκινήσαμε πάλι προς τα πάνω.
Φτάνοντας στην κορυφή, πριν καν βγούμε από τον ορίζοντα των τριγύρω δέντρων, είδαμε την πινακίδα που μας πληροφορούσε πως βρισκόμαστε σε υψόμετρο 1910 μέτρων στο παρατηρητήριο Mockingbird, περί τα 950 μέτρα πιο ψηλά από το Κάλγκαρι και πως το κτίριο που επισκεπτόμαστε αποτελεί οικία, οπότε και να σεβαστούμε τον ένοικο, ο οποίος δεν είναι άλλος από το φύλακα. Και να, το σπιτάκι εμφανίστηκε πίσω από το βράχο, μαζί με όλη την απίστευτη θέα που κρυβόταν πίσω από τα πράσινα κλαδιά. Είναι μια γκαρσονιέρα, με ένα παρατηρητήριο από πάνω σε μέγεθος περιπτέρου. Τριγύρω υπήρχαν μια κεραία, ένας ηλιακός συλλέκτης, ένα εξωτερικό μπάνιο κι ένας μετεωρολογικός σταθμός. Μια γυναίκα βγήκε από το σπιτάκι και μας χαιρέτησε. Ήταν η δασοφύλακας, που μένει στο σπιτάκι τα καλοκαίρια, από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο. Φοβερή δουλειά, σκέφτηκα. Περιπέτεια σκέτη, να ζει κανείς μόνος του στην κορυφή του βουνού τόσους μήνες, με τόσα αγρίμια έξω απ΄την πόρτα του.
Αφού μας εξήγησε σε βλάχικα αγγλικά της υπαίθρου της νότιας Αλμπέρτα πως δουλεύει το σύστημα, μας έδωσε να υπογράψουμε το βιβλίο επισκεπτών. ‘Υστερα μας είπε πως έπρεπε να πάει πίσω στο παρατηρητήριο, αλλά μας προέτρεψε να κάτσουμε όσο θέλουμε στην αυλή της. Κάτσαμε λοιπόν σ’ένα τραπέζι πικνικ και φάγαμε το κολατσιό μας. Και με τι όρεξη φάγαμε, χαζεύοντας την απίστευτη θέα της οροσειράς των Ρόκι Μάουντενς. Καθαρή μέρα, καθαρός ουρανός (σχεδόν), γεράκια και αετοί να πετούν από πάνω μας και άγριοι σκίουροι να κλέβουν τα τσόφλια από τα φυστίκια μας. Στα ανατολικά φαινόταν μπροστά το καταπράσινο δάσος με την κοιλάδα και στο βάθος η χρυσαφένια πεδιάδα, ισάδα μέχρι που το μάτι σου χάνεται στον ορίζοντα. Τόσο επίπεδη, που μπορούσα να διακρίνω την καμπυλότητα της γης. Έπαιρνα αναπνοές για να ευχαριστηθώ το βουνίσιο αέρα που ήταν γεμάτος μυρωδιές από τα αγριολούλουδα και τα κωνοφόρα.
Στον κατεβασμό κι αφού βγάλαμε μερικές ντουζίνες φωτογραφίες στην κορυφή, βρήκαμε άγρια ράσμπερις ή αλλιώς σμέουρα, στην ελληνική. Το ξέρατε; Εγώ όχι. Το έμαθα όμως. Πεντανόστιμα σμέουρα γευτήκαμε λοιπόν, ξυνούτσικα, χυμώδη και σχεδόν ζεστά κάτω από τον καυτό ήλιο. Ό,τι έπρεπε η βιταμίνη C για την κατάβαση, η οποία ήταν πιο δύσκολη απ’ ό, τι φαινόταν, γιατί η κλίση του δρόμου έκανε τις γάμπες να είναι συνεσταλμένες συνεχώς. Πονούσε. Με τα πολλά και μετά από 45 λεπτά φτάσαμε στον πρόποδα του λόφου, μπήκαμε στο αυτοκίνητο και γυρίσαμε στον τόπο κατασκήνωσής μας.
Φτάνοντας , μια ελαφίνα βρισκόταν μπροστά στη φωλιά της φωτιάς και μύριζε τριγύρω. Φαινόταν γριούλα, από τη γούνα της, που ήταν καφέ και αναμαλλιασμένη. Πάντως φαινόταν εξοικειωμένη με τους ανθρώπους, αφού καταφέραμε και πλησιάσαμε στα τρία μέτρα.
Αφού αφήσαμε τα μπαγκάζια μας, φορτώσαμε φρέσκο νερό στα μπουκάλια μας και περπατήσαμε πενήντα μέτρα στο δάσος που μας έβγαλαν στο ποτάμι Νορθ Γκόουστ. Τέλη Αυγούστου και η στάθμη του ήταν χαμηλή. Λιγότερο από μισό μέτρο. Όταν είχαμε κατασκηνώσει στο ίδιο σημείο τον Ιούνιο, το ποτάμι ήταν ένα μέτρο βαθύ και θολό, λόγω της λάσπης που κατέβαινε από τις κορυφές με το λιώσιμο του χιονιού. Τώρα το νεράκι έτρεχε γάργαρο και μας καλούσε να πλατσουρίσουμε. Αλλά, αλί! Ήταν παγωμένο! Ειδικά αφού είχαμε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας στον ήλιο, μας φάνηκε πολύ κρύο. Έτσι, καταφύγαμε στη λύση του να χτίσουμε μικρές κολυμπήθρες με βότσαλα κοντά στην όχθη, ώστε να επιβραδύνουμε το ρου του νερού και έτσι αυτό να ζεσταθεί κάπως. Αράξαμε εκεί στο παγωμένο νερό για καμιά ώρα, εγώ έλυνα σταυρόλεξα και ο κολλητός διάβαζε το βιβλίο του. Όταν πια η ώρα είχε πάει έξι, είχαμε αρχίζει να αρπάζουμε στον ήλιο, οπότε αποφασίσαμε πως ήταν ώρα να γυρίσουμε στην κατασκήνωση και να βάλουμε φωτιά για δείπνο. Έτσι κι έγινε, το δείπνο ήταν μεγάλο και χορταστικό, αν και όχι πολύ διαφορετικό από το προηγούμενο βράδυ. Αφού ήπιαμε το λιγοστό κρασί που είχε μείνει από χθες, καθήσαμε μπροστά στη φωτιά και φτιάξαμε λίγο σάιντερ, ζεστό ζεστό, γιατί είχε αρχίσει και έπεφτε παγωνιά...
Το επόμενο πρωί το πρωινό μενού είχε αυγά τηγανικά και λουκάνικα κοτόπουλου όλα μαγειρεμένα στο φορητό μπάρμπεκιου. Αφού φάγαμε, ήπιαμε ένα καφέ της κακιάς ώρας και αρχίσαμε να μαζεύουμε. Πήρε λιγότερο από μια ώρα. Πολύ ευχάριστο γεγονός, θα έλεγα. Στο γυρισμό κι αφού ήταν ακόμη νωρίς το μεσημέρι, σκεφτήκαμε να αποκλίνουμε λίγο από την πορεία μας για να πάμε σ’ένα κοντινό δάσος στην περιοχή της Κρεμόνα, που ήταν γνωστό για τα φαγώσιμα μανιτάρια του. Πήγαμε βόρεια περί τα 40 χιλιόμετρα στην πεδιάδα, είδαμε κάτι τσικνιάδες με ωραίο σταχτί χρώμα και τελικά το δασάκι δεν το βρήκαμε. Χεχε. Είχε πάει και 4 η ώρα, ο ήλιος έκαιγε και ήμασταν και οι δύο κουρασμένοι. Δεν είχε πλάκα πια. Το αφήσαμε για κάποια άλλη φορά. Σύντομα όμως, ίσως και για κάμπινγκ εκεί γύρω...
 

Attachments

manelaki

Member
Μηνύματα
1.282
Likes
392
Ωραιες εμπειριες ζεις εκει στα ξενα! Αυτες οι εκδρομες στο βουνο ειναι ο,τι καλυτερο. Βεβαια με τα αγρια ζωακια του δασους δε ξερω ποσο καλα θα τα πηγαινα...
 

makisg

Member
Μηνύματα
4.723
Likes
14.824
Επόμενο Ταξίδι
Κοιλάδα μέσου Ρήνου.
Ταξίδι-Όνειρο
Νησιά Φίτζι
βάλθηκες να μας τρελάνεις βρε alliaks.....
 

maltakias

Member
Μηνύματα
2.538
Likes
3.226
Επόμενο Ταξίδι
Όπου λάχει
Ταξίδι-Όνειρο
Περού
Ρίξε μας κι έναν χαστούκι δηλαδή,μόνο αυτό λείπει.
Ειλικρινά σε χαίρομαι και σε ζηλεύω ταυτόχρονα και εξίσου.
 

alliaks

Member
Μηνύματα
177
Likes
259
Επόμενο Ταξίδι
Μίκυ Σίτυ
Ταξίδι-Όνειρο
Λιμνούπολη
Ωραιες εμπειριες ζεις εκει στα ξενα! Αυτες οι εκδρομες στο βουνο ειναι ο,τι καλυτερο. Βεβαια με τα αγρια ζωακια του δασους δε ξερω ποσο καλα θα τα πηγαινα...
Τελικά τα βουνά και τους λόγγους τα έφαγα με το κουτάλι λόγω της δουλειάς. Φέτος κάναμε αρκετές εξορμήσεις για μανιτάρια. Βρήκαμε κάτι απίστευτα είδη, βρώσιμα και δηλητηριώδη! Τα ζωάκια μια χαρά είναι, αν δεν τα πειράξεις δε σε πειράζουν (με εξαίρεση τα λιοντάρια).


βάλθηκες να μας τρελάνεις βρε alliaks.....
Ρίξε μας κι έναν χαστούκι δηλαδή,μόνο αυτό λείπει.
Ειλικρινά σε χαίρομαι και σε ζηλεύω ταυτόχρονα και εξίσου.
Τι λέτε; Ελάτε, έχουμε τη μεγάλη σκηνή 8 ατόμων, μια μικρή και όλα τα κομφορ. Ελάτε για κάμπινγκ. :D <--Έτσι θα γίνουμε απ'το ποτό.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.188
Μηνύματα
883.383
Μέλη
38.895
Νεότερο μέλος
tsala

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom