Extra muros
Member
- Μηνύματα
- 276
- Likes
- 1.978
6η μέρα - Στη μουτζουρωμένη γοητεία της Κατάνης
Μπορεί η η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας να μη διαθέτει τα εντυπωσιακά και παγκοσμίου φήμης αξιοθέατα του Παλέρμο, ωστόσο μόνο από έλλειψη σημείων ενδιαφέροντος δεν πάσχει, και δίκαια το ιστορικό της κέντρο ανήκει στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Ουνέσκο. Λόγω περίεργων ωραρίων, η εξερεύνηση της πόλης, που είχαμε πολύ επιδερμικά δει το πρώτο μας βράδυ στο νησί, ξεκίνησε από το Palazzo Biscari, που μέχρι και σήμερα αποτελεί ιδιωτικό ανάκτορο της οικογένειας Paterno’ Castello. Ανεγέρθηκε από τους πρίγκηπες του Biscari μετά το σεισμό του 1693 πάνω στα ερείπια τείχους του αυτοκράτορα Καρόλου Ε’, με πρώτο τον Ignazio Paternò Castellο και ολοκληρώθηκε το 1763. Συνολικά τρεις αρχιτέκτονες άφησαν το αποτύπωμά τους στο παλάτι, που σήμερα εξωτερικά παρουσιάζει μια κάπως παρηκμασμένη όψη, γνώριμη συνολικά στην πόλη. Ξεχωρίζουν πάντως τα περίτεχνα διακοσμημένα παράθυρα, έργο του ντόπιου γλύπτη Antonino Amato.
Στο εσωτερικό, με εισιτήριο 5 ευρώ, μπορεί να επισκεφθεί τις αίθουσες του παλατιού, σε ροκοκό διακόσμηση, αν και το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής συλλογής βρίσκεται στο κλειστό λόγω συντήρησης Δημοτικό Μουσείο στο Castello Ursino. Στη φίλη μου το σκηνικό φάνηκε αρκετά εντυπωσιακό, εγώ το πέρασα λίγο πιο μπλαζέ, λόγω του ότι μόλις πέρσι είχα επισκεφτεί τα ασύλληπτα παλάτια της Δρέσδης και τον περασμένο Φλεβάρη το ανάκτορο του Queluz έξω από τη Λισαβόνα, οπότε εν προκειμένω το Palazzo Biscari μου φάνηκε συγκριτικά φτωχός συγγενής. Οφείλω όμως να ομολογήσω ότι ξετρελάθηκα με τους πολύχρωμους πολυελαίους, των οποίων την αυθεντικότητα δε γνωρίζω καν.
Ε όχι και σιγά τον πολυέλαιο...
Επιστρέφοντας στην Piazza Duomo, κάναμε μια βόλτα για να δούμε τα μνημεία της και με το φως της ημέρας, αφού κατά την πρώτη μας επίσκεψη είχε σουρουπώσει, κλείσαμε και μια ακόμα εκκρεμότητα, την άνοδο στον τρούλο του αββαείου της Αγίας Αγάθης, ακριβώς δίπλα από τον από τον ομώνυμο καθεδρικό, αμφότερα εξάλλου έργα του Giovanni Battista Vaccarini. Η είσοδος είναι στα 5 ευρώ, όχι και φτηνή δηλαδή, ενώ λόγω της πολυκοσμίας υπάρχει και φανάρι που ρυθμίζει την κίνηση. Η θέα που προσφέρει πάντως στο ιστορικό κέντρο είναι αρκετά όμορφη.
Ένα καφεδάκι, μια κλασική σιτσιλιάνικη γρανίτα κι ένα κανόλι για την καθεμιά μας επιβαλόταν. Αν και όπως έχω ξαναγράψει δεν είμαι μεγάλη φίλη του γλυκού που κατέστησε διάσημο - χωρίς να εμφανιστεί καν επί της οθόνης - η ατάκα "Leave the gun, take the cannoli" από τον πρώτο Νονό, το συγκεκριμένο με γέμιση φυστίκι ήταν από τα συμπαθή δείγματα του είδους:
Mετά από αυτό το γλυκαιμικό boost, σειρά είχε το κατ'εμέ κορυφαίο αξιοθέατο της Κατάνης, που δεν είναι άλλο από το αρχαίο της θέατρο. Πολύ λιγότερο διαφημισμένο από το αντίστοιχο της Ταορμίνα (εξού και η είσοδος είναι κυριολεκτικά μισοτιμής, στα 8 ευρώ), για μένα όχι απλώς δεν έχει τίποτε να ζηλέψει-εκτός από την τοποθεσία φυσικά - αλλά αντίθετα αποτελεί παράδειγμα σοβαρής ανασκαφικής και αναστηλωτικής δουλειάς. Αν και η σημερινή, αποκατεστημένη μορφή του θεάτρου ανάγεται κυρίως στον 2ο μ.Χ αιώνα, συγκεκριμένα επί αυτοκράτορα Αδριανού, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα επιβεβαιώνουν ότι προϋπήρχε θέατρο ήδη από την κλασική εποχή, στο οποίο μάλιστα έβγαλε λόγο ενώπιον της τοπικής εκκλησίας του δήμου ο Αλκιβιάδης το 415 π.Χ προκειμένου να καταστήσει - επιτυχώς - την πόλη σύμμαχο της Αθήνας κατά τη Σικελική Εκστρατεία. Μετά την εγκατάλειψη του θεάτρου μεταξύ 5ου και 6ου μ.Χ αιώνα, το υλικό του λεηλατήθηκε για την ανέγερση σπιτιών, ενώ ο χώρος της ορχήστρας χρησιμοποιήθηκε ως σφαγείο βοοειδών. Μετά το σεισμό του 1693 πολλά από τα μεσαιωνικά κτήρια καταστράφηκαν, η οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή ωστόσο συνεχίστηκε, ενώ από εκεί περνούσε και η Via Grotte. Στα τέλη του 19ου ξεκινά η πρώτη σοβαρή απόπειρα διάσωσης των αρχαιοτήτων, όταν ο τότε ιδιοκτήτης της περιοχής, o βαρώνος Sigona di Villermosa, γκρέμισε τμήματα του ήδη ερειπωμένου παρακείμενου ρωμαϊκού ωδείου για να επεκτείνει το μέγαρό του. Τότε παρενέβη ο έφορος αρχαιοτήτων ανατολικής Σικελίας Paolo Orsi (το όνομά του φέρει σήμερα το αρχαιολογικό μουσείο Συρακουσών), ξεκινώντας μια διελκυστίνδα ιταλικού κράτους - ιδιωτών που με διάφορα επεισόδια θα διαρκούσε ως το 1981, όταν και ξεκίνησε πιο συστηματικά το έργο της ανάδειξης και αποκατάστασης του θεάτρου και του ωδείο. Σήμερα, μόνο το δεύτερο, χωρητικότητας 1500 θεατών, χρησιμοποιείται περιστασιακά για καλοκαιρινά θεάματα.
Το αρχαίο θέατρο
Το ρωμαϊκό ωδείο της Κατάνης
Ακριβώς δίπλα από την είσοδο του θεάτρου στα δεξιά βρίσκεται ένα εντελώς ρετρό μαγαζάκι με σουβενίρ και τοπικά προϊόντα, με τις χαμηλότερες τιμές που βρήκαμε στην πόλη, ενώ η ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια ακούγοντας πως είμαστε από την Ελλάδα, μας εξέφρασε τον ενθουσιασμό της για την αρχαία Κόρινθο και τον Ισθμό. Εκτός πεπατημένης σε σχέση με τους καλοκαιρινούς κατακτητές των νησιών συμπατριώτες της η κυριούλα και μπράβο της.
Μετά από 10-15 λεπτά με τα πόδια από το θέατρο βρίσκεται η πλατεία Dante, όπου βρίσκεται ένα ακόμα ονομαστό μέρος της πόλης, το πρώην μοναστήρι των Βενεδικτίνων του Αγίου Νικολάου (San Nicolo' l'Arena), όπου σήμερα τα κελιά αποτελούν αίθουσες διδασκαλίας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του τοπικού πανεπιστημί
ου, όπου υπάρχει και μία από τις λιγοστές έδρες νεοελληνικών σπουδών εκτός Ελλάδος. Χτίστηκε στα θεμέλια ρωμαϊκής βίλας το 1558, όταν το τάγμα των Βενεδικτίνων εγκαταστάθηκε στην Κατάνια, γνωρίζοντας διαδοχικές καταστροφές από την έκρηξη της Αίτνας του 1669 και το σεισμό του 1693. Η σημερινή του μορφή αποτελεί ένα παζλ διαφορετικών χρονικών περιόδων, εκτεινόμενων από το 1702 ως το 1866, με τη συμμετοχή διάσημων αρχιτεκτόνων που ξανασυναντάμε σε άλλα μνημεία της πόλης, όπως οι Antonino Amato, Francesco Battaglia, Giovanni Battista Vaccarini και Carmelo Battaglia. Η είσοδος στον πανεπιστημιακό χώρο είναι δωρεάν, εικάζω όμως ότι τις μεγαλοπρεπέστερες αίθουσες και τα ρωμαϊκά μωσαϊκά μπορεί να τα δει κανείς μόνο μέσω ξεναγήσεων που διοργανώνει το πανεπιστήμιο, αλλά λόγω έλλειψης χρόνου δεν έψαξα τις λεπτομέρειες και απλά το σημειώνω για όποιον θα ενδιαφερόταν να το ψάξει. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια όμορφη βόλτα ειδικά γύρω από τα αίθρια του παλιού μοναστηριού, παρέα με τα νιάτα (ναι, γίνομαι σιγά - σιγά η θεία που κάθεται με τη νεολαία).
Ο Antonino Amato που είχαμε συναντήσει και στο Palazzo Biscari, έβαλε και εδώ τη σφραγίδα του.
Το δυτικό αίθριο του παλιού μοναστηριού, με το πρόσφατα αποκατεστημένο συντριβάνι του 16ου αιώνα, που είχε αποσυνορμολογηθεί το 19ο αιώνα για τη δημιουργία δημοτικού χώρου άθλησης.
Το ανατολικό αίθριο με το όμορφο κιόσκι στη μέση, to επονομαζόμενο caffeaus (προφανώς παρεφθαρμένη εκδοχή του βιεννέζικου Kaffeehaus), πάνω δεξιά ο τρούλος του ναού του Αγίου Νικολάου.
Η συνέχεια είχε πορεία στην περίφημη Via Etnea, που για κάποιον ανεξήγητο λόγω δεν φωτογράφισα όσες φορές κι αν περάσαμε από εκεί, όπου η φίλη μου αγόρασε παπούτσια και σε φούρνο προμηθευτήκαμε διάφορες νοστιμιές για το δρόμο, αλλά κυρίως για την επερχόμενη μέρα στην Αίτνα. Σε διάφορες παράλληλες οδούς διεξαγόταν και κάποια τοπική αγορά διάρκειας μιας εβδομάδας, με περίπτερα τοπικών προϊόντων, αντικέρηδων και χειροτεχνών, όπου βρήκαμε πολύ γουστόζικα χειροποίητα κοσμήματα, κάποια από αυτά από ίνες του πανταχού παρόντος φραγκόσυκου.
Μετά από μια αναγκαστική επιστροφή στο διαμέρισμα για να αφήσουμε τις τσάντες με τα ψώνια, κατευθυνθήκαμε και πάλι μέσω της Via Etnea προς την πλατεία Στησιχόρου και το ρωμαϊκό αμφιθέατρο, το οποίο είδαμε μόνο από ψηλά λόγω κούρασης.
Piazza Stesicoro και άγαλμα του Μπελίνι, μπροστά περίπτερο για την Παλαιστίνη. Στην πλατεία υπάρχει και ο ομώνυμος σταθμός του μετρό, (8,7 χλμ. δηλαδή οριακά μικρότερο από αυτό της Θεσσαλονίκης) το οποίο δεν εξυπηρετεί ιδιαίτερα την παλιά πόλη κι ως εκ τούτου χρησιμοποιείται κυρίως από τους μόνιμους κατοίκους των περιφερειακών συνοικιών.
Μόλις το ένα δέκατο του αρχικού ρωμαϊκού αμιθεάτρου του 2ου μ.Χ αι. είναι σήμερα ορατό απέναντι από την πλατεία Στησιχόρου. Στην εποχή του ήταν το μεγαλύτερο στη Σικελία, με χωρητικότητα μεταξύ 15.000 και 30.000 θεατών, αν υποτεθεί η πολύ πιθανή ύπαρξη ξύλινων εξέδρων για όρθιους θεατές. Η λατινική επιγραφή "Per me civitas catanensium sublimatur a Christo" (Δι'εμού η πόλη της Κατάνης εξυψώνεται υπό του Χριστού) είναι αναφορά στην Αγία Αγάθη, που κατά την παράδοση μαρτύρησε εκεί κοντά.
Λίγο πιο πέρα βρισκόταν κι ο τελευταίος μας σταθμός για σήμερα, η Villa Bellini, το παλαιότερο από τα τέσσερα πάρκα της Κατάνης. Ήδη είχε σουρουπώσει καθώς ανεβαίναμε τη μνημειακή σκάλα που οδηγούσε στο συντριβάνι των Κύκνων, τους θάμνους που κουρεύονται καθημερινά στο σχήμα κάθε τρέχουσας ημερομηνίας και πιο ψηλά στο "κιόσκι της μουσικής", που φτιάχτηκε για ορχήστρες στη διάρκεια συναυλιών. Το πάρκο, που φιλοξενεί επίσης γλυπτά και προτομές ιστορικών προσωπικοτήτων της Κατάνης και της Ιταλίας, θα άξιζε καλύτερης εξερεύνησης υπό ευμενέστερες συνθήκες φωτισμού και (ξε)κούρασης, αλλά ακόμα κι έτσι τίκαρε πολύ ικανοποιητικά τα κουτάκια όσων θέλαμε να δούμε στην πόλη. Κάτι λίγα υπόλοιπα θα μένανε για τη μεθεπόμενη μέρα, το πρωί πριν την αναχώρησή μας.
Είσοδος στη Villa Bellini
H Cassa Armonica, το μουσικό περίπτερο του πάρκου
Επί του παρόντος όμως αναζητούσαμε καταφύγιο για το εξεγερμένο στομάχι μας, το οποίο δεν ήταν άλλο από την Trattoria del Cavaliere, που είναι πασίγνωστη και αξίζει τη φήμη της. Παρότι πήγαμε χωρίς κράτηση, ευτυχώς βρήκαμε τραπέζι και πέσαμε και πάνω στην αλλαγή όπου φέρνανε τον κατάλογο για το βραδινό μενού (μέχρι τις 7.30 μμ σερβίρεται ο μεσημεριανός κατάλογος). Εκεί δοκιμάσαμε και το κατεξοχήν τυπικό πιάτο της πόλης, την pasta alla Norma, με όνομα προφανώς εμπνευσμένο από την ομώνυμη όπερα του Μπελίνι, που τον έχουν τούμπανο παντού και καθόλου κρυφό καμάρι παντού στη γενέτειρά του. Φουλ της μελιτζάνας κι εδώ, που ήδη είχαμε τιμήσει και ξανατιμήσει αυτές τις μέρες. Προηγήθηκε πλατώ με ορεκτικά (έχει δύο ποικιλίες, μια με αλλαντικά και άλλη με θαλασσινά, πήραμε την πρώτη, αν και από ό,τι είδα η δεύτερη φαινόταν πιο λαχταριστή) και μια ακόμα τυπική σπεσιαλιτέ της περιοχής, που δεν είναι παρά το κρέας αλόγου, εν προκειμένω σε μπριζόλα. Είχαμε ξαναφάει οι δυο μας αλογίσιο κρέας στη Βερόνα πριν 3 χρόνια, υπό μορφή της παραδοσιακής τους παστιτσάδας με πολέντα, εν προκειμένω με θλίψη και ντροπή έχω να πω ότι η μπριζόλα ήταν ακόμα καλύτερη. Δεν το γράφω φυσικά για να παρακινήσω κανέναν σε αντίστοιχη δοκιμή, αλλά θα ήταν να υποκριτικό από πλευράς μου να παραλείψω την αναφορά, από τη στιγμή που επέλεξα να παρουσιάσω αναλυτικά τα κύρια γεύματά μας σε αυτό το ταξίδι. Φιλικότατες και οι τιμές του καβαλιέρε, ελαφρώς κάτω από 20 ευρώ το άτομο με το νερό, το κουβέρ και μισό λίτρο χύμα κρασί.
Pasta alla Norma, πριν χαθεί κάτω από μια παχιά στρώση τριμμένης ρικόττας που έφεραν σε ξεχωριστό μπολάκι
Με τούτα και με κείνα, η "χαλαρή" μέρα όπου δε θα κυνηγούσαμε τα μέσα από την μία πόλη στην άλλη, αποδείχτηκε μια χαρά δραστήρια, με περίπου 14732 βήματα. Ένα ακόμα μπάνιο στο υδρομασάζ ήταν το ιδανικό κλείσιμο της βραδιάς, εξάλλου μας περίμενε πολύ πρωινό εγερτήριο για την Αίτνα.
Μπορεί η η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας να μη διαθέτει τα εντυπωσιακά και παγκοσμίου φήμης αξιοθέατα του Παλέρμο, ωστόσο μόνο από έλλειψη σημείων ενδιαφέροντος δεν πάσχει, και δίκαια το ιστορικό της κέντρο ανήκει στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Ουνέσκο. Λόγω περίεργων ωραρίων, η εξερεύνηση της πόλης, που είχαμε πολύ επιδερμικά δει το πρώτο μας βράδυ στο νησί, ξεκίνησε από το Palazzo Biscari, που μέχρι και σήμερα αποτελεί ιδιωτικό ανάκτορο της οικογένειας Paterno’ Castello. Ανεγέρθηκε από τους πρίγκηπες του Biscari μετά το σεισμό του 1693 πάνω στα ερείπια τείχους του αυτοκράτορα Καρόλου Ε’, με πρώτο τον Ignazio Paternò Castellο και ολοκληρώθηκε το 1763. Συνολικά τρεις αρχιτέκτονες άφησαν το αποτύπωμά τους στο παλάτι, που σήμερα εξωτερικά παρουσιάζει μια κάπως παρηκμασμένη όψη, γνώριμη συνολικά στην πόλη. Ξεχωρίζουν πάντως τα περίτεχνα διακοσμημένα παράθυρα, έργο του ντόπιου γλύπτη Antonino Amato.
Στο εσωτερικό, με εισιτήριο 5 ευρώ, μπορεί να επισκεφθεί τις αίθουσες του παλατιού, σε ροκοκό διακόσμηση, αν και το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής συλλογής βρίσκεται στο κλειστό λόγω συντήρησης Δημοτικό Μουσείο στο Castello Ursino. Στη φίλη μου το σκηνικό φάνηκε αρκετά εντυπωσιακό, εγώ το πέρασα λίγο πιο μπλαζέ, λόγω του ότι μόλις πέρσι είχα επισκεφτεί τα ασύλληπτα παλάτια της Δρέσδης και τον περασμένο Φλεβάρη το ανάκτορο του Queluz έξω από τη Λισαβόνα, οπότε εν προκειμένω το Palazzo Biscari μου φάνηκε συγκριτικά φτωχός συγγενής. Οφείλω όμως να ομολογήσω ότι ξετρελάθηκα με τους πολύχρωμους πολυελαίους, των οποίων την αυθεντικότητα δε γνωρίζω καν.
Ε όχι και σιγά τον πολυέλαιο...
Επιστρέφοντας στην Piazza Duomo, κάναμε μια βόλτα για να δούμε τα μνημεία της και με το φως της ημέρας, αφού κατά την πρώτη μας επίσκεψη είχε σουρουπώσει, κλείσαμε και μια ακόμα εκκρεμότητα, την άνοδο στον τρούλο του αββαείου της Αγίας Αγάθης, ακριβώς δίπλα από τον από τον ομώνυμο καθεδρικό, αμφότερα εξάλλου έργα του Giovanni Battista Vaccarini. Η είσοδος είναι στα 5 ευρώ, όχι και φτηνή δηλαδή, ενώ λόγω της πολυκοσμίας υπάρχει και φανάρι που ρυθμίζει την κίνηση. Η θέα που προσφέρει πάντως στο ιστορικό κέντρο είναι αρκετά όμορφη.
Ένα καφεδάκι, μια κλασική σιτσιλιάνικη γρανίτα κι ένα κανόλι για την καθεμιά μας επιβαλόταν. Αν και όπως έχω ξαναγράψει δεν είμαι μεγάλη φίλη του γλυκού που κατέστησε διάσημο - χωρίς να εμφανιστεί καν επί της οθόνης - η ατάκα "Leave the gun, take the cannoli" από τον πρώτο Νονό, το συγκεκριμένο με γέμιση φυστίκι ήταν από τα συμπαθή δείγματα του είδους:
Mετά από αυτό το γλυκαιμικό boost, σειρά είχε το κατ'εμέ κορυφαίο αξιοθέατο της Κατάνης, που δεν είναι άλλο από το αρχαίο της θέατρο. Πολύ λιγότερο διαφημισμένο από το αντίστοιχο της Ταορμίνα (εξού και η είσοδος είναι κυριολεκτικά μισοτιμής, στα 8 ευρώ), για μένα όχι απλώς δεν έχει τίποτε να ζηλέψει-εκτός από την τοποθεσία φυσικά - αλλά αντίθετα αποτελεί παράδειγμα σοβαρής ανασκαφικής και αναστηλωτικής δουλειάς. Αν και η σημερινή, αποκατεστημένη μορφή του θεάτρου ανάγεται κυρίως στον 2ο μ.Χ αιώνα, συγκεκριμένα επί αυτοκράτορα Αδριανού, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα επιβεβαιώνουν ότι προϋπήρχε θέατρο ήδη από την κλασική εποχή, στο οποίο μάλιστα έβγαλε λόγο ενώπιον της τοπικής εκκλησίας του δήμου ο Αλκιβιάδης το 415 π.Χ προκειμένου να καταστήσει - επιτυχώς - την πόλη σύμμαχο της Αθήνας κατά τη Σικελική Εκστρατεία. Μετά την εγκατάλειψη του θεάτρου μεταξύ 5ου και 6ου μ.Χ αιώνα, το υλικό του λεηλατήθηκε για την ανέγερση σπιτιών, ενώ ο χώρος της ορχήστρας χρησιμοποιήθηκε ως σφαγείο βοοειδών. Μετά το σεισμό του 1693 πολλά από τα μεσαιωνικά κτήρια καταστράφηκαν, η οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή ωστόσο συνεχίστηκε, ενώ από εκεί περνούσε και η Via Grotte. Στα τέλη του 19ου ξεκινά η πρώτη σοβαρή απόπειρα διάσωσης των αρχαιοτήτων, όταν ο τότε ιδιοκτήτης της περιοχής, o βαρώνος Sigona di Villermosa, γκρέμισε τμήματα του ήδη ερειπωμένου παρακείμενου ρωμαϊκού ωδείου για να επεκτείνει το μέγαρό του. Τότε παρενέβη ο έφορος αρχαιοτήτων ανατολικής Σικελίας Paolo Orsi (το όνομά του φέρει σήμερα το αρχαιολογικό μουσείο Συρακουσών), ξεκινώντας μια διελκυστίνδα ιταλικού κράτους - ιδιωτών που με διάφορα επεισόδια θα διαρκούσε ως το 1981, όταν και ξεκίνησε πιο συστηματικά το έργο της ανάδειξης και αποκατάστασης του θεάτρου και του ωδείο. Σήμερα, μόνο το δεύτερο, χωρητικότητας 1500 θεατών, χρησιμοποιείται περιστασιακά για καλοκαιρινά θεάματα.
Το αρχαίο θέατρο
Το ρωμαϊκό ωδείο της Κατάνης
Ακριβώς δίπλα από την είσοδο του θεάτρου στα δεξιά βρίσκεται ένα εντελώς ρετρό μαγαζάκι με σουβενίρ και τοπικά προϊόντα, με τις χαμηλότερες τιμές που βρήκαμε στην πόλη, ενώ η ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια ακούγοντας πως είμαστε από την Ελλάδα, μας εξέφρασε τον ενθουσιασμό της για την αρχαία Κόρινθο και τον Ισθμό. Εκτός πεπατημένης σε σχέση με τους καλοκαιρινούς κατακτητές των νησιών συμπατριώτες της η κυριούλα και μπράβο της.
Μετά από 10-15 λεπτά με τα πόδια από το θέατρο βρίσκεται η πλατεία Dante, όπου βρίσκεται ένα ακόμα ονομαστό μέρος της πόλης, το πρώην μοναστήρι των Βενεδικτίνων του Αγίου Νικολάου (San Nicolo' l'Arena), όπου σήμερα τα κελιά αποτελούν αίθουσες διδασκαλίας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του τοπικού πανεπιστημί
ου, όπου υπάρχει και μία από τις λιγοστές έδρες νεοελληνικών σπουδών εκτός Ελλάδος. Χτίστηκε στα θεμέλια ρωμαϊκής βίλας το 1558, όταν το τάγμα των Βενεδικτίνων εγκαταστάθηκε στην Κατάνια, γνωρίζοντας διαδοχικές καταστροφές από την έκρηξη της Αίτνας του 1669 και το σεισμό του 1693. Η σημερινή του μορφή αποτελεί ένα παζλ διαφορετικών χρονικών περιόδων, εκτεινόμενων από το 1702 ως το 1866, με τη συμμετοχή διάσημων αρχιτεκτόνων που ξανασυναντάμε σε άλλα μνημεία της πόλης, όπως οι Antonino Amato, Francesco Battaglia, Giovanni Battista Vaccarini και Carmelo Battaglia. Η είσοδος στον πανεπιστημιακό χώρο είναι δωρεάν, εικάζω όμως ότι τις μεγαλοπρεπέστερες αίθουσες και τα ρωμαϊκά μωσαϊκά μπορεί να τα δει κανείς μόνο μέσω ξεναγήσεων που διοργανώνει το πανεπιστήμιο, αλλά λόγω έλλειψης χρόνου δεν έψαξα τις λεπτομέρειες και απλά το σημειώνω για όποιον θα ενδιαφερόταν να το ψάξει. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια όμορφη βόλτα ειδικά γύρω από τα αίθρια του παλιού μοναστηριού, παρέα με τα νιάτα (ναι, γίνομαι σιγά - σιγά η θεία που κάθεται με τη νεολαία).
Ο Antonino Amato που είχαμε συναντήσει και στο Palazzo Biscari, έβαλε και εδώ τη σφραγίδα του.
Το δυτικό αίθριο του παλιού μοναστηριού, με το πρόσφατα αποκατεστημένο συντριβάνι του 16ου αιώνα, που είχε αποσυνορμολογηθεί το 19ο αιώνα για τη δημιουργία δημοτικού χώρου άθλησης.
Το ανατολικό αίθριο με το όμορφο κιόσκι στη μέση, to επονομαζόμενο caffeaus (προφανώς παρεφθαρμένη εκδοχή του βιεννέζικου Kaffeehaus), πάνω δεξιά ο τρούλος του ναού του Αγίου Νικολάου.
Η συνέχεια είχε πορεία στην περίφημη Via Etnea, που για κάποιον ανεξήγητο λόγω δεν φωτογράφισα όσες φορές κι αν περάσαμε από εκεί, όπου η φίλη μου αγόρασε παπούτσια και σε φούρνο προμηθευτήκαμε διάφορες νοστιμιές για το δρόμο, αλλά κυρίως για την επερχόμενη μέρα στην Αίτνα. Σε διάφορες παράλληλες οδούς διεξαγόταν και κάποια τοπική αγορά διάρκειας μιας εβδομάδας, με περίπτερα τοπικών προϊόντων, αντικέρηδων και χειροτεχνών, όπου βρήκαμε πολύ γουστόζικα χειροποίητα κοσμήματα, κάποια από αυτά από ίνες του πανταχού παρόντος φραγκόσυκου.
Μετά από μια αναγκαστική επιστροφή στο διαμέρισμα για να αφήσουμε τις τσάντες με τα ψώνια, κατευθυνθήκαμε και πάλι μέσω της Via Etnea προς την πλατεία Στησιχόρου και το ρωμαϊκό αμφιθέατρο, το οποίο είδαμε μόνο από ψηλά λόγω κούρασης.
Piazza Stesicoro και άγαλμα του Μπελίνι, μπροστά περίπτερο για την Παλαιστίνη. Στην πλατεία υπάρχει και ο ομώνυμος σταθμός του μετρό, (8,7 χλμ. δηλαδή οριακά μικρότερο από αυτό της Θεσσαλονίκης) το οποίο δεν εξυπηρετεί ιδιαίτερα την παλιά πόλη κι ως εκ τούτου χρησιμοποιείται κυρίως από τους μόνιμους κατοίκους των περιφερειακών συνοικιών.
Μόλις το ένα δέκατο του αρχικού ρωμαϊκού αμιθεάτρου του 2ου μ.Χ αι. είναι σήμερα ορατό απέναντι από την πλατεία Στησιχόρου. Στην εποχή του ήταν το μεγαλύτερο στη Σικελία, με χωρητικότητα μεταξύ 15.000 και 30.000 θεατών, αν υποτεθεί η πολύ πιθανή ύπαρξη ξύλινων εξέδρων για όρθιους θεατές. Η λατινική επιγραφή "Per me civitas catanensium sublimatur a Christo" (Δι'εμού η πόλη της Κατάνης εξυψώνεται υπό του Χριστού) είναι αναφορά στην Αγία Αγάθη, που κατά την παράδοση μαρτύρησε εκεί κοντά.
Λίγο πιο πέρα βρισκόταν κι ο τελευταίος μας σταθμός για σήμερα, η Villa Bellini, το παλαιότερο από τα τέσσερα πάρκα της Κατάνης. Ήδη είχε σουρουπώσει καθώς ανεβαίναμε τη μνημειακή σκάλα που οδηγούσε στο συντριβάνι των Κύκνων, τους θάμνους που κουρεύονται καθημερινά στο σχήμα κάθε τρέχουσας ημερομηνίας και πιο ψηλά στο "κιόσκι της μουσικής", που φτιάχτηκε για ορχήστρες στη διάρκεια συναυλιών. Το πάρκο, που φιλοξενεί επίσης γλυπτά και προτομές ιστορικών προσωπικοτήτων της Κατάνης και της Ιταλίας, θα άξιζε καλύτερης εξερεύνησης υπό ευμενέστερες συνθήκες φωτισμού και (ξε)κούρασης, αλλά ακόμα κι έτσι τίκαρε πολύ ικανοποιητικά τα κουτάκια όσων θέλαμε να δούμε στην πόλη. Κάτι λίγα υπόλοιπα θα μένανε για τη μεθεπόμενη μέρα, το πρωί πριν την αναχώρησή μας.
Είσοδος στη Villa Bellini
H Cassa Armonica, το μουσικό περίπτερο του πάρκου
Επί του παρόντος όμως αναζητούσαμε καταφύγιο για το εξεγερμένο στομάχι μας, το οποίο δεν ήταν άλλο από την Trattoria del Cavaliere, που είναι πασίγνωστη και αξίζει τη φήμη της. Παρότι πήγαμε χωρίς κράτηση, ευτυχώς βρήκαμε τραπέζι και πέσαμε και πάνω στην αλλαγή όπου φέρνανε τον κατάλογο για το βραδινό μενού (μέχρι τις 7.30 μμ σερβίρεται ο μεσημεριανός κατάλογος). Εκεί δοκιμάσαμε και το κατεξοχήν τυπικό πιάτο της πόλης, την pasta alla Norma, με όνομα προφανώς εμπνευσμένο από την ομώνυμη όπερα του Μπελίνι, που τον έχουν τούμπανο παντού και καθόλου κρυφό καμάρι παντού στη γενέτειρά του. Φουλ της μελιτζάνας κι εδώ, που ήδη είχαμε τιμήσει και ξανατιμήσει αυτές τις μέρες. Προηγήθηκε πλατώ με ορεκτικά (έχει δύο ποικιλίες, μια με αλλαντικά και άλλη με θαλασσινά, πήραμε την πρώτη, αν και από ό,τι είδα η δεύτερη φαινόταν πιο λαχταριστή) και μια ακόμα τυπική σπεσιαλιτέ της περιοχής, που δεν είναι παρά το κρέας αλόγου, εν προκειμένω σε μπριζόλα. Είχαμε ξαναφάει οι δυο μας αλογίσιο κρέας στη Βερόνα πριν 3 χρόνια, υπό μορφή της παραδοσιακής τους παστιτσάδας με πολέντα, εν προκειμένω με θλίψη και ντροπή έχω να πω ότι η μπριζόλα ήταν ακόμα καλύτερη. Δεν το γράφω φυσικά για να παρακινήσω κανέναν σε αντίστοιχη δοκιμή, αλλά θα ήταν να υποκριτικό από πλευράς μου να παραλείψω την αναφορά, από τη στιγμή που επέλεξα να παρουσιάσω αναλυτικά τα κύρια γεύματά μας σε αυτό το ταξίδι. Φιλικότατες και οι τιμές του καβαλιέρε, ελαφρώς κάτω από 20 ευρώ το άτομο με το νερό, το κουβέρ και μισό λίτρο χύμα κρασί.
Pasta alla Norma, πριν χαθεί κάτω από μια παχιά στρώση τριμμένης ρικόττας που έφεραν σε ξεχωριστό μπολάκι
Με τούτα και με κείνα, η "χαλαρή" μέρα όπου δε θα κυνηγούσαμε τα μέσα από την μία πόλη στην άλλη, αποδείχτηκε μια χαρά δραστήρια, με περίπου 14732 βήματα. Ένα ακόμα μπάνιο στο υδρομασάζ ήταν το ιδανικό κλείσιμο της βραδιάς, εξάλλου μας περίμενε πολύ πρωινό εγερτήριο για την Αίτνα.
