poised
Member
- Μηνύματα
- 971
- Likes
- 7.748
Είχα σκοπό να ονομάσω την ιστορία "το ταξίδι που μου άλλαξε την ζωή", αλλά τελευταία στιγμή το βρήκα πολύ βαρύ και πομπώδες. Και ενώ μερικά ταξίδια έχουν εμπειρίες που αποδεικνύονται καθοριστικές για το μέλλον αυτού που τις ζει, σε αυτό δεν συνέβη τίποτα τόσο ιδιαίτερο, τίποτα με βαθύ νόημα, κάποια συνταρακτική συνειδητοποίηση ή ξέρω 'γω επιφώτηση. Απλά μία συγκυρία, την αποκάλυψη της οποίας θα την αφήσω για την ώρα της, η οποία άλλαξε... τη πορεία της ζωής μου. Όμως τελικά συνειδητοποίησα ότι περισσότερη σημασία είχε το ότι πήρα την απόφαση να κάνω το ταξίδι με αυτό τον τρόπο, οπότε και προέκυψε ο τρέχον τίτλος.
Η ιστορία λοιπόν ξεκινάει ένα καλοκαίρι που ήμουν σε διαπραγματεύσεις για δουλειά σε μεγάλη πόλη της Ευρώπης. Είχα κάνει τρεις συνεντεύξεις που είχαν πάει καλά, συζητούσαμε λεπτομέρειες και απ' ότι φαινόταν θα ξεκινούσα από Σεπτέμβρη. Όμως κάποια στιγμή το πράγμα χάλασε και μου ανακοίνωσαν ότι δεν θα προχώραγαν. Συμβαίνουν αυτά, αν και η αλήθεια είναι ότι δε το περίμενα σε τέτοιο προχωρημένο σημείο και αντικειμενικά είχα απογοητευτεί και λίγο γιατί μου άρεσε η θέση.
Η προηγούμενη δουλειά από την οποία είχα παραιτηθεί πριν κάποιο καιρό με είχε εξοντώσει. Πολλές ώρες με έντονο στρες σε τοξικό κλίμα με είχαν αλλάξει (μάλλον καλύτερα ταιριάζει το "χαλάσει"). Μου πήρε καιρό να καταλάβω την αρνητική επίδραση που είχε όλο αυτό, αλλά από την στιγμή που συνειδητοποίησα τη ζημιά αποφάσισα ότι δεν θα ξαναζούσα τέτοιες καταστάσεις - όσο τουλάχιστον θα μπορούσα να αντέξω οικονομικά. Υπήρχε κάτι προσωρινό που έκανα εκείνο το καιρό και δεν απαιτούσε πολλή καθημερινή απασχόληση, αλλά δυνητικά χρειαζόταν η φυσική μου παρουσία ειδικά σε περίπτωση που παρουσιάζονταν προβλήματα. Με αυτό, τα έτοιμα και κάποια άλλα εξτραδάκια έβγαιναν αρκετά για "συντήρηση" χωρίς ανάγκη κανονικής δουλειάς για αρκετούς μήνες, ίσως και για λίγα χρόνια αν δεν έκανα σπατάλες, που δεν έκανα. Οπότε είχα πολύ χρόνο για τον εαυτό μου (σπάνιο μετά από πολύ καιρό πίεσης) μαζί με το περιθώριο να ψάξω να βρω την επόμενη δουλειά που θεωρούσα ότι μου ταίριαζε.
Σε αυτές τις συνθήκες είχα ξεμείνει στην πόλη μέσα Αυγούστου με τους περισσότερους σε διακοπές εδώ και εκεί. Μία παιδική φίλη είχε έρθει να δει τους γονείς της για μερικές μέρες και με αυτή και κάποιες φορές την παρέα της καταλήγαμε να τα πίνουμε τα περισσότερα βράδια και να λέμε τον "πόνο" μας. Αυτή συνέχιζε να περνάει δύσκολα στην δουλειά της ενώ εγώ θυμόμουν τα δύσκολα που είχα αφήσει. Σκέφτηκα μήπως πήγαινα κάποιες μέρες κάπου που θα με φιλοξενούσαν φίλοι ή κάνα κάμπινγκ που γενικά το αποφεύγω την υψηλή σεζόν, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο για τελευταία στιγμή μέσα Αυγούστου τα πάντα ήταν πανάκριβα. Τα φθηνότερα αεροπορικά για οπουδήποτε στο 600ρι πηγαινέλα. Δεν ήθελα λοιπόν να "φάω" κάνα χιλιάρικο απλά για να πάω κάπου πχ στην Ελλάδα ή τριγύρω απλά για να λέω ότι κάτι έκανα. Εξαίρεση ένα Πουκέτ της scoot μόνο πήγαινε γύρω στα 250 χωρίς βαλίτσα και φαγητό και η επιστροφή αν θυμάμαι από τον ίδιο ή άλλους προορισμούς εκεί κοντά στα ίδια.
Ήταν λοιπόν Παρασκευή απόγευμα και ενώ τελείωνα δουλειά, μου έστειλε μήνυμα η φίλη μου ότι θα πήγαινε το βράδυ σε ένα μπαράκι μαζί με μία από τις φίλες της που είχα γνωρίσει ξανά τις προηγούμενες μέρες. Της απάντησα "ναι θα τα πούμε εκεί". Όμως επιστρέφοντας σπίτι μέσα από τους άδειους δρόμους στη ζέστη του Αυγούστου δε με άφηνε σε ηρεμία μια σκέψη που είχε ξεκινήσει να με τρώει τις προηγούμενες μέρες. Ήξερα ότι μέχρι να φτάσω σε συνέντευξη για επόμενη δουλειά θα έπαιρνε το λιγότερο δύο μήνες και μάλλον πιο ορθολογικά τρεις. Να καθόμουν και να περίμενα ή μήπως καλύτερα να τα μπουμπούνιζα όλα φεύγοντας για κάποιο μεγάλο (χρονικά) ταξίδι μιας που ποιος ξέρει πότε θα είχα ξανά την ευκαιρία να μην έχω προγραμματισμένη δουλειά για το επόμενο διάστημα; Από την μία μπορούσα να τελειώσω τη δουλειά που είχα αναλάβει απομακρυσμένα (στα τελειώματα ήμουν) αλλά τι θα έκανα αν με χρειάζονταν ξαφνικά και έπρεπε να επιστρέψω σε σύντομο διάστημα; Θα άξιζε να πέταγα λεφτά σε εισιτήρια τελευταίας στιγμής από την άλλη άκρη του κόσμου; Αν έφευγα, εκτός από τα έξοδα, θα έπρεπε να ψάχνω για δουλειά ταξιδεύοντας, κάτι που αν το κάνεις κανονικά είναι μία δουλειά μόνο του και δε θα μπορούσε να γίνει σωστά σε ένα ταξίδι με πολλές μετακινήσεις, οπότε ρίσκαρα να καθυστερήσει. Και αν τελικά δεν έβρισκα τόσο σύντομα δουλειά όσο νόμιζα και μερικούς μήνες μετά είχα χαλάσει και τα λεφτά τι θα έκανα μετά; Θα έπρεπε να πάω πάλι σε δουλειά γαλέρα;
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν και ήμουν στην κατάσταση που σε τρώει το να θες να πάρεις μία απόφαση και να μη σου αρέσει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είχα φτάσει σπίτι και καθόμουν σαν χαμένος ζυγίζοντας το ένα και το άλλο στο μυαλό μου. Κάποια στιγμή κοίταξα αν το εισιτήριο για το Πουκέτ είχε ακριβύνει. Δεν είχε. Έπιασα το κινητό και έστειλα στη φίλη μου "τελικά δε θα έρθω, αποφάσισα να φύγω Ταϊλάνδη μεθαύριο και πρέπει να μαζέψω". Το πως ακριβώς το αποφάσισα δε το κατάλαβα (υπάρχει μία θεωρία που λέει ότι όλες οι αποφάσεις είναι συναισθηματικές και απλά εκλογικεύονται στην συνέχεια). Έκλεισα το εισιτήριο αμέσως με εκείνο το αίσθημα στην κοιλιά που σε γαργαλάει σαν λέγοντάς σου "μαλακία κάνεις". Ταυτόχρονα υπήρχε μία ανακούφιση ότι τα πράγματα είχαν πάρει την ροή τους αλλά και μία προσδοκία και στρες για το πως θα πάει. Όπως και να είχε, σε δυόμιση μέρες είχα αναχώρηση και έπρεπε να γίνουν πολλά.
Για το Πουκέτ δεν ήξερα τίποτα πέρα του ότι είναι γνωστός ταξιδιωτικός προορισμός και λόγω αυτού τον είχα αποφύγει μέχρι τότε. Όμως και ακριβώς λόγω αυτού ήταν ιδανική επιλογή να πάω απροετοίμαστος. Τα είχαν καταφέρει γνωστοί μου εντελώς (ταξιδιωτικοί) στόκοι οπότε δεν αγχωνόμουν, θα έβρισκα άκρη. Εξ' άλλου η Ταϊλάνδη δεν είναι δύσκολος προορισμός.
Είπα σε λίγους και εκλεκτούς ότι φεύγω (πάντα υπήρχε φθόνος στους γύρω για όσους ταξίδευαν, πόσο μάλλον εν καιρό κρίσης). Με ρώτησαν για πόσο. Δεν ήξερα. Δεν είχα βγάλει εισιτήριο επιστροφής μιας που μπορεί να χρειαζόταν να γυρίσω εσπευσμένα, αλλά από την άλλη δεν είχα προγραμματίσει και τίποτα και ήθελα να το σπρώξω όσο άντεχα, οπότε δεν ήξερα ούτε το πότε ούτε το από που. Τους έλεγα λοιπόν ελπίζω το λιγότερο 10 μέρες, πιο πιθανό δύο εβδομάδες και εύχομαι να τα καταφέρω για κάνα μήνα. Σε έναν μόνο θυμάμαι να είπα "ξέρεις δίπλα είναι η Καμπότζη, το Λάος και το Βιετνάμ, θα μπορούσα να τα δω όλα αυτά, αλλά μάλλον είναι όνειρο θερινής νυκτός, δεν νομίζω ότι γίνεται".
Πριν όμως μπούμε στο ζουμί, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν κρατάω σημειώσεις από τα ταξίδια μου, το μόνο που έχω είναι οι φωτογραφίες και ότι θυμάμαι από αυτές. Οπότε ο στόχος δεν είναι οι τουριστικές πληροφορίες (που σίγουρα θα υπάρχουν), αλλά περισσότερο η περιήγηση με περιγραφές από καταστάσεις και συναισθήματα όπως τα ανακαλώ σήμερα. Ίσως κάποιες μέρες να περιγράφονται πολύ αναλυτικά και άλλες να τις πακετάρω μαζί πολύ περιγραφικά, θα δούμε πως θα πάει, μιας που γράφω κυρίως για εμένα. Όμως έχοντας επίγνωση ότι το δύσκολο δεν είναι να ξεκινήσεις μία ιστορία αλλά να την τελειώσεις, σκοπεύω να προσαρμοστώ στην ανάγκη να έχει ρυθμό και να τελειώσει. Πόσο ακριβώς; Θα δείξει.
Η ιστορία λοιπόν ξεκινάει ένα καλοκαίρι που ήμουν σε διαπραγματεύσεις για δουλειά σε μεγάλη πόλη της Ευρώπης. Είχα κάνει τρεις συνεντεύξεις που είχαν πάει καλά, συζητούσαμε λεπτομέρειες και απ' ότι φαινόταν θα ξεκινούσα από Σεπτέμβρη. Όμως κάποια στιγμή το πράγμα χάλασε και μου ανακοίνωσαν ότι δεν θα προχώραγαν. Συμβαίνουν αυτά, αν και η αλήθεια είναι ότι δε το περίμενα σε τέτοιο προχωρημένο σημείο και αντικειμενικά είχα απογοητευτεί και λίγο γιατί μου άρεσε η θέση.
Η προηγούμενη δουλειά από την οποία είχα παραιτηθεί πριν κάποιο καιρό με είχε εξοντώσει. Πολλές ώρες με έντονο στρες σε τοξικό κλίμα με είχαν αλλάξει (μάλλον καλύτερα ταιριάζει το "χαλάσει"). Μου πήρε καιρό να καταλάβω την αρνητική επίδραση που είχε όλο αυτό, αλλά από την στιγμή που συνειδητοποίησα τη ζημιά αποφάσισα ότι δεν θα ξαναζούσα τέτοιες καταστάσεις - όσο τουλάχιστον θα μπορούσα να αντέξω οικονομικά. Υπήρχε κάτι προσωρινό που έκανα εκείνο το καιρό και δεν απαιτούσε πολλή καθημερινή απασχόληση, αλλά δυνητικά χρειαζόταν η φυσική μου παρουσία ειδικά σε περίπτωση που παρουσιάζονταν προβλήματα. Με αυτό, τα έτοιμα και κάποια άλλα εξτραδάκια έβγαιναν αρκετά για "συντήρηση" χωρίς ανάγκη κανονικής δουλειάς για αρκετούς μήνες, ίσως και για λίγα χρόνια αν δεν έκανα σπατάλες, που δεν έκανα. Οπότε είχα πολύ χρόνο για τον εαυτό μου (σπάνιο μετά από πολύ καιρό πίεσης) μαζί με το περιθώριο να ψάξω να βρω την επόμενη δουλειά που θεωρούσα ότι μου ταίριαζε.
Σε αυτές τις συνθήκες είχα ξεμείνει στην πόλη μέσα Αυγούστου με τους περισσότερους σε διακοπές εδώ και εκεί. Μία παιδική φίλη είχε έρθει να δει τους γονείς της για μερικές μέρες και με αυτή και κάποιες φορές την παρέα της καταλήγαμε να τα πίνουμε τα περισσότερα βράδια και να λέμε τον "πόνο" μας. Αυτή συνέχιζε να περνάει δύσκολα στην δουλειά της ενώ εγώ θυμόμουν τα δύσκολα που είχα αφήσει. Σκέφτηκα μήπως πήγαινα κάποιες μέρες κάπου που θα με φιλοξενούσαν φίλοι ή κάνα κάμπινγκ που γενικά το αποφεύγω την υψηλή σεζόν, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο για τελευταία στιγμή μέσα Αυγούστου τα πάντα ήταν πανάκριβα. Τα φθηνότερα αεροπορικά για οπουδήποτε στο 600ρι πηγαινέλα. Δεν ήθελα λοιπόν να "φάω" κάνα χιλιάρικο απλά για να πάω κάπου πχ στην Ελλάδα ή τριγύρω απλά για να λέω ότι κάτι έκανα. Εξαίρεση ένα Πουκέτ της scoot μόνο πήγαινε γύρω στα 250 χωρίς βαλίτσα και φαγητό και η επιστροφή αν θυμάμαι από τον ίδιο ή άλλους προορισμούς εκεί κοντά στα ίδια.
Ήταν λοιπόν Παρασκευή απόγευμα και ενώ τελείωνα δουλειά, μου έστειλε μήνυμα η φίλη μου ότι θα πήγαινε το βράδυ σε ένα μπαράκι μαζί με μία από τις φίλες της που είχα γνωρίσει ξανά τις προηγούμενες μέρες. Της απάντησα "ναι θα τα πούμε εκεί". Όμως επιστρέφοντας σπίτι μέσα από τους άδειους δρόμους στη ζέστη του Αυγούστου δε με άφηνε σε ηρεμία μια σκέψη που είχε ξεκινήσει να με τρώει τις προηγούμενες μέρες. Ήξερα ότι μέχρι να φτάσω σε συνέντευξη για επόμενη δουλειά θα έπαιρνε το λιγότερο δύο μήνες και μάλλον πιο ορθολογικά τρεις. Να καθόμουν και να περίμενα ή μήπως καλύτερα να τα μπουμπούνιζα όλα φεύγοντας για κάποιο μεγάλο (χρονικά) ταξίδι μιας που ποιος ξέρει πότε θα είχα ξανά την ευκαιρία να μην έχω προγραμματισμένη δουλειά για το επόμενο διάστημα; Από την μία μπορούσα να τελειώσω τη δουλειά που είχα αναλάβει απομακρυσμένα (στα τελειώματα ήμουν) αλλά τι θα έκανα αν με χρειάζονταν ξαφνικά και έπρεπε να επιστρέψω σε σύντομο διάστημα; Θα άξιζε να πέταγα λεφτά σε εισιτήρια τελευταίας στιγμής από την άλλη άκρη του κόσμου; Αν έφευγα, εκτός από τα έξοδα, θα έπρεπε να ψάχνω για δουλειά ταξιδεύοντας, κάτι που αν το κάνεις κανονικά είναι μία δουλειά μόνο του και δε θα μπορούσε να γίνει σωστά σε ένα ταξίδι με πολλές μετακινήσεις, οπότε ρίσκαρα να καθυστερήσει. Και αν τελικά δεν έβρισκα τόσο σύντομα δουλειά όσο νόμιζα και μερικούς μήνες μετά είχα χαλάσει και τα λεφτά τι θα έκανα μετά; Θα έπρεπε να πάω πάλι σε δουλειά γαλέρα;
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν και ήμουν στην κατάσταση που σε τρώει το να θες να πάρεις μία απόφαση και να μη σου αρέσει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είχα φτάσει σπίτι και καθόμουν σαν χαμένος ζυγίζοντας το ένα και το άλλο στο μυαλό μου. Κάποια στιγμή κοίταξα αν το εισιτήριο για το Πουκέτ είχε ακριβύνει. Δεν είχε. Έπιασα το κινητό και έστειλα στη φίλη μου "τελικά δε θα έρθω, αποφάσισα να φύγω Ταϊλάνδη μεθαύριο και πρέπει να μαζέψω". Το πως ακριβώς το αποφάσισα δε το κατάλαβα (υπάρχει μία θεωρία που λέει ότι όλες οι αποφάσεις είναι συναισθηματικές και απλά εκλογικεύονται στην συνέχεια). Έκλεισα το εισιτήριο αμέσως με εκείνο το αίσθημα στην κοιλιά που σε γαργαλάει σαν λέγοντάς σου "μαλακία κάνεις". Ταυτόχρονα υπήρχε μία ανακούφιση ότι τα πράγματα είχαν πάρει την ροή τους αλλά και μία προσδοκία και στρες για το πως θα πάει. Όπως και να είχε, σε δυόμιση μέρες είχα αναχώρηση και έπρεπε να γίνουν πολλά.
Για το Πουκέτ δεν ήξερα τίποτα πέρα του ότι είναι γνωστός ταξιδιωτικός προορισμός και λόγω αυτού τον είχα αποφύγει μέχρι τότε. Όμως και ακριβώς λόγω αυτού ήταν ιδανική επιλογή να πάω απροετοίμαστος. Τα είχαν καταφέρει γνωστοί μου εντελώς (ταξιδιωτικοί) στόκοι οπότε δεν αγχωνόμουν, θα έβρισκα άκρη. Εξ' άλλου η Ταϊλάνδη δεν είναι δύσκολος προορισμός.
Είπα σε λίγους και εκλεκτούς ότι φεύγω (πάντα υπήρχε φθόνος στους γύρω για όσους ταξίδευαν, πόσο μάλλον εν καιρό κρίσης). Με ρώτησαν για πόσο. Δεν ήξερα. Δεν είχα βγάλει εισιτήριο επιστροφής μιας που μπορεί να χρειαζόταν να γυρίσω εσπευσμένα, αλλά από την άλλη δεν είχα προγραμματίσει και τίποτα και ήθελα να το σπρώξω όσο άντεχα, οπότε δεν ήξερα ούτε το πότε ούτε το από που. Τους έλεγα λοιπόν ελπίζω το λιγότερο 10 μέρες, πιο πιθανό δύο εβδομάδες και εύχομαι να τα καταφέρω για κάνα μήνα. Σε έναν μόνο θυμάμαι να είπα "ξέρεις δίπλα είναι η Καμπότζη, το Λάος και το Βιετνάμ, θα μπορούσα να τα δω όλα αυτά, αλλά μάλλον είναι όνειρο θερινής νυκτός, δεν νομίζω ότι γίνεται".
Πριν όμως μπούμε στο ζουμί, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν κρατάω σημειώσεις από τα ταξίδια μου, το μόνο που έχω είναι οι φωτογραφίες και ότι θυμάμαι από αυτές. Οπότε ο στόχος δεν είναι οι τουριστικές πληροφορίες (που σίγουρα θα υπάρχουν), αλλά περισσότερο η περιήγηση με περιγραφές από καταστάσεις και συναισθήματα όπως τα ανακαλώ σήμερα. Ίσως κάποιες μέρες να περιγράφονται πολύ αναλυτικά και άλλες να τις πακετάρω μαζί πολύ περιγραφικά, θα δούμε πως θα πάει, μιας που γράφω κυρίως για εμένα. Όμως έχοντας επίγνωση ότι το δύσκολο δεν είναι να ξεκινήσεις μία ιστορία αλλά να την τελειώσεις, σκοπεύω να προσαρμοστώ στην ανάγκη να έχει ρυθμό και να τελειώσει. Πόσο ακριβώς; Θα δείξει.
Last edited: