Ισπανία Hola από Ανδαλουσία!

fantina

Member
Μηνύματα
62
Likes
111
Έχω γυρίσει εδώ και πόσο καιρό στην Αθήνα, μεσολάβησαν διακοπές στην Κρήτη αλλά ακόμη δεν μπορώ να ξεχάσω το ταξίδι μου στην Ισπανία. Η Ανδαλουσία είναι έρωτας. Δεν πίστευα ότι θα ξεπέρναγε το ταξίδι στην Ακτή Αμάλφι πέρυσι αλλά τώρα που το σκέφτομαι μπορεί και να το έκανε. Ένα ταξίδι που τα είχε όλα: περιπέτεια, χαλαρότητα, όμορφα μνημεία, φοβερό φαγητό, μουσική, αρώματα και το κλου: ένα ολόγιομο φεγγάρι πάνω από τον ποταμό Γουαλδακιβίρ. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.

Το ταξίδι αυτό φέτος δεν ήταν τόσο οργανωμένο όσο το περσινό. Λόγω των εκλογών και των αδειών μας αναγκαστήκαμε να αλλάξουμε τις αρχικές ημερομηνίες. Οπότε τα ξενοδοχεία κλείστηκαν σχετικά τελευταία στιγμή. Αυτό που έκλεισα πρώτο ήταν το εισιτήριο της Αλάμπρα. Είχα σημειώσει κάποια πράγματα για όσα θα βλέπαμε και είχα κάνει ένα πολύ γενικό σχέδιο του roadtrip που θα ξεκίναγε από Μάλαγα και θα πήγαινε Γρανάδα-Κόρδοβα-Σεβίλλη-Καντίθ-Ρόντα για να καταλήξει και πάλι στη Μάλαγα με όσα περισσότερα ενδιάμεσα μπορούσαμε να δούμε. Και σε γενικές γραμμές είμαι πολύ ευχαριστημένη. Μπορώ να πω ότι καλύψαμε περίπου το 85% του αρχικού προγράμματος σε εννιά μέρες. Φυσικά, τώρα που το σκέφτομαι θα χρειαζόμουν σίγουρα άλλες δύο! Πάμε να ξεκινήσουμε;

Το ταξίδι μας άρχισε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Η αναχώρησή μας ήταν Πέμπτη 29 Ιουνίου με Aegean για Μάλαγα. Η ώρα της πτήσης τραγική. Βραδινή, προσγειωνόταν στο αεροδρόμιο 1.05 (δική τους ώρα). Με πολύ ψάξιμο και επειδή δεν ήθελα να κοιμηθούμε στο αεροδρόμιο, ούτε να σκάσω 120 ευρώ σε ξενοδοχείο δίπλα στο αεροδρόμιο, έκλεισα το αμάξι μας από την OK MOBILITY, της οποίας τα γραφεία στο αεροδρόμιο έκλειναν στις 2.00. Θεώρησα λοιπόν ότι εκτός απροόπτου, θα προλάβαινα μια χαρά να παραλάβω το αμάξι και να πάω σε ένα φτηνό δωμάτιο που είχα κλείσει στην Μάλαγα (60 ευρώ + 10 ευρώ επιπλέον για το καθυστερημένο check-in). Έπρεπε να κοιμηθούμε καλά λίγες ώρες γιατί η πρώτη μέρα του ταξιδιού ήταν απαιτητική. Μέχρι στιγμής ποτέ μα ποτέ δεν είχε καθυστερήσει πτήση μου…. Πόσες πιθανότητες υπήρχαν; Ε, αυτό έγινε… Η πτήση καθυστέρησε και περιττό να σας πω ότι πέρασα και τις 3μιση ώρες στον αέρα τρώγοντας τα νύχια μου για το αν θα προλάβω ή όχι. Το τηλέφωνο που μου είχαν δώσει έβγαινε σε τηλεφωνικό κέντρο και 11 η ώρα το βράδυ πού να βγάλω άκρη. Για να μην τα πολυλογώ προσγειωθήκαμε 1.45 και εκεί ξεκινάει το μικρό μου μαρτύριο. Ενώ λέω στην αεροσυνοδό της Aegean το πρόβλημα, δεν έκανε την κίνηση ούτε να με περάσει μπροστά ώστε να βγω πρώτη και να αρχίσω να τρέχω (ήμουνα και προτελευταία σειρά και άνοιξε μόνο η μπροστινή πόρτα του αεροπλάνου-τύχη ε?) ούτε να ειδοποιήσει με κάποιο τρόπο το αεροδρόμιο. Λέω του άντρα μου, πήγαινε για τις βαλίτσες και τρέχω μήπως τους προλάβω. Πατάω το ποδαράκι μου στο έδαφος και αρχίζω να τρέχω σαν τον Βέγγο! Και ως εκ θαύματος φτάνω στο σημείο που είναι όλα τα Rent a car στις 2.04. Και το συγκεκριμένο γραφείο ήταν με ρολά κατεβασμένα! Αρχίζω να ρωτάω τα παραδίπλα γραφεία, μου λέει μια κοπέλα από την Sixt «τώρα μόλις έφυγε, πήγαινε κάτω στο parking τους μήπως τους προλάβεις». Ξεκινάει νέος γύρος. Ούτε ήξερα πού πήγαινα. Με τα πολλά, καταλήγω στο -2 του parking σε αλλόφρονα κατάσταση, να ψάχνω έστω έναν άνθρωπο. Τίποτα! Ερημιά, εγώ μόνη σε ένα άδειο parking και να μην ξέρω καν πώς να γυρίσω πίσω. Κόντευα να βάλω τα κλάματα και σκεφτόμουν: πόσο σκατά θα πάει αυτό το ταξίδι; Και ξαφνικά ακούω να βάζει μπροστά ένα αμάξι κοντά μου, τρέχω προς τα εκεί και βλέπω έναν τύπο σε θέση της εταιρείας που είχα νοικιάσει κι εγώ το δικό μου. Τον ρωτάω αν είδε κάποιον υπάλληλο, μου λέει ότι εκείνος πήρε το τελευταίο αμάξι πριν 10 λεπτά κι ο υπάλληλος έφυγε. Με βλέπει στα πρόθυρα του εγκεφαλικού, με ρωτάει τι συμβαίνει, του εξηγώ και μου απαντάει ότι είχε ακριβώς το ίδιο θέμα γιατί και η δική του πτήση άργησε από Βαρκελώνη και ήταν σίγουρος ότι δεν θα προλάβαινε. Ήταν εγώ δηλαδή, απλά δέκα λεπτά πιο νωρίς! Με ρωτάει πού πηγαίνω, του εξηγώ ότι είμαι με τον άντρα μου και έχουμε κλείσει ένα ξενοδοχείο στην Μάλαγα και τον ακούω να λέει : θα σας πάω εγώ. Σκάλωσα γιατί εγώ τέτοια δεν κάνω (το ραντάρ μου βέβαια δεν μου έδινε σήμα κινδύνου), παίρνω και τον άντρα μου του εξηγώ, μου λέει ας μας πάει. Ο Κάρλος (αυτό ήταν το όνομά του- να είναι καλά όπου βρίσκεται) όχι μόνο έψαξε να βρει τον άντρα μου που είχε βγει αλλού ντ’ αλλού με τις βαλίτσες, μας περίμενε, τις φόρτωσε στο αμάξι, μας πήγε στο ξενοδοχείο και μας περίμενε να μπούμε και μέσα! Και μου λέει το θεϊκό: Μπορεί το ταξίδι σου να ξεκίνησε χάλια αλλά από εδώ και πέρα όλα θα πάνε τέλεια. Και πόσο δίκιο είχε! Αφού ανταλλάξαμε τηλέφωνα – άμα έρθει Αθήνα του υποσχέθηκα Athens by night- μπήκαμε με τα χίλια ζόρια στο δωμάτιο (είχε κωδικούς με γρανάζια για να ανοίξει ένα μεταλλικό κουτί και να πέσουν τα κλειδιά) και ανακουφισμένοι λέμε πάμε να κοιμηθούμε λίγες ώρες, να πάει η ώρα 7 να πάμε να πάρουμε το αμάξι. Αμ, δε! Είτε έμπαινες σε δωμάτιο, είτε έμπαινες στον φούρνο το ίδιο και το αυτό. Εντωμεταξύ κάτι μου έλεγε η κοπέλα που μου έκλεισε το δωμάτιο για κράτηση στο air-condition και με επιπλέον χρέωση και έλεγα από μέσα μου: σιγά τώρα για λίγες ώρες… Πόση ζέστη να κάνει…. Ε, έκανε πολλή! Αν και τώρα που σας γράφω στην Αθήνα έχει περισσότερη. Ας κάνω μια παρένθεση εδώ για το θέμα ζέστη και Ανδαλουσία γιατί πολύ το φοβόμουνα. Πριν φύγουμε άκουγα για καύσωνα στην νότια Ισπανία, τύπου 44-45 βαθμούς. Ευτυχώς από την μέρα που πήγαμε έπεσε λίγο το πράγμα, δηλαδή βιώσαμε το 41 μεσημέρι στην Σεβίλλη και αυτή ήταν η πιο ζεστή από τις πόλεις που πήγαμε. Αλλά γενικά δεν μπορώ να πω ότι ζορίστηκα. Θες που ήμασταν με αμάξι και τις ώρες που έκαιγε ο ήλιος ή ήμασταν on the road με το κλιματιστικό ή στο ξενοδοχείο για σιέστα είτε σε κάνα tapas bar πίνοντας μπίρες… Αυτό το χάλι που νιώθω στην Αθήνα και με πονάει το κεφάλι μου από την ζέστη δεν το ένιωσα. Κλείνει η παρένθεση. Κάναμε ένα κρύο ντους και κοιμηθήκαμε (ο Θεός να τον κάνει ύπνο). Το πρωί νωρίς-νωρίς έκλεισα ένα ταξί με Uber για αεροδρόμιο (20 ευρώ μας στοίχισε αυτή η αναποδιά αλλιώς θα στοίχιζε τριπλάσια + την ταλαιπωρία με ύπνο στο αεροδρόμιο) και πήγαμε να πάρουμε το αμάξι. Στον γκισέ της OK MOBILITY τους τακτοποίησα λίγο γιατί ναι μεν έκλεινε το γραφείο στις 2.00 αλλά ρε φίλε έχεις μια κράτηση, κοίτα και λίγο τις αφίξεις σου, κάτσε ένα δεκάλεπτο παραπάνω… Μου ζήτησαν χίλια συγγνώμη και μου είπαν ότι θα κάνουν το καλύτερο. Και όντως το αμαξάκι που μας έδωσαν ήταν super. Ένα C3 diesel φανταστικό που έκανε το ταξίδι μας ακόμη πιο άνετο! Η τιμή ήταν για 9 γεμάτες μέρες 319 ευρώ με full ασφάλεια και οδική βοήθεια. Και αφού φορτώσαμε τις βαλίτσες μας (χώραγαν όλες στο πορτ μπαγκάζ – μεγάλο πράγμα να μην φαίνονται οι αποσκευές όταν αναγκάζεσαι να το παρκάρεις και να γυρίσεις σε μια πόλη), κάναμε ένα ουφ ανακούφισης και υποσχεθήκαμε στον εαυτό μας ότι από εδώ και πέρα όλα θα πήγαιναν τέλεια. Και κρατήσαμε την υπόσχεσή μας!

1η μέρα: Μάλαγα – Nerja – Frigiliana - Granada

Το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να πιούμε έναν καφέ. Φεύγοντας λοιπόν από το αεροδρόμιο εντοπίσαμε ένα μαγαζάκι full στον κόσμο με έναν αεικίνητο σερβιτόρο που ήταν λες και είχε βγει από ταινία του Μπενίνι. Λεγόταν El Kiosko de la Loma.Ο κόσμος μέσα κυρίως ντόπιοι, στους πάγκους κυρίως άντρες να πίνουν τον καφέ τους και να μιλάνε δυνατά και γενικά επικρατούσε μια εύθυμη φασαρία. Παραγγείλαμε δύο cafes con leche και δύο montadittos (σαντουιτσάκια). Γενικά, οι ανδαλουσιανοί αγαπάνε πολύ το ψωμί και τα σάντουιτς κάθε είδους. Το πιο παραδοσιακό πρωινό που θα τους δεις να τρώνε είναι φρυγανισμένο ψωμί, με ελαιόλαδο και μια πάστα ντομάτας. Απλό, δροσιστικό και νόστιμο! Ο καφές τους έρχεται σε ένα μικρό γυάλινο ποτηράκι και είναι σαν εσπρέσο με γάλα. Οι τιμές δε πάμφθηνες σε σχέση με Ελλάδα. Περίπου 1,80 έκανε ο καφές όπου και αν κάτσαμε να τον πιούμε. Όλα τα πρωινά καθαρίζαμε και οι δύο με περίπου 8 ευρώ (καφές + κάτι μικρό για φαγητό). Not bad! Αφού χορτάσαμε και πήραμε τις πρώτες μας εικόνες από την καθημερινότητα ενός ανδαλουσιανού, ξεκινήσαμε για το κέντρο της Μάλαγα. Την προηγούμενη μέρα είχα κλείσει εισιτήρια για το μουσείο του Πικάσο για τις 13.30. Είχαμε περίπου δυο-τρεις ώρες να βολτάρουμε στην Μάλαγα και να πάμε στο μουσείο, γιατί θα ήταν και η μόνη μας επαφή με την πόλη αυτή. Το σφιχτό μας πρόγραμμα απαιτούσε το βράδυ να έχουμε φτάσει Γρανάδα, περνώντας από όσα περισσότερα μέρη μπορούσαμε και αν μας έβγαινε μια βουτιά στην θάλασσα. Αφού φάγαμε μισή ώρα προσπαθώντας να βρούμε free parking ή έστω με παρκόμετρο, αποφασίσαμε να το βάλουμε σε κλειστό. Γενικά είχαμε ακούσει ότι το parking στις πόλεις της Ανδαλουσίας δεν ήταν εύκολη υπόθεση και ήμασταν προετοιμασμένοι για ένα επιπλέον έξοδο. Αφήσαμε το αυτοκινητάκι μας κάτω από το κέντρο Πομπιντού και βγήκαμε στην προκυμαία της Μάλαγα. Από την Plaza de la Marina, η Calle Molina Larios οδηγεί στην παλιά πόλη, στην οποία κυριαρχεί η Catedral Nuestra Senora de la Encarnacion ή αλλιώς La Manquita. Ο βόρειος πύργος της υψώνεται στα 84 μέτρα και είναι ο δεύτερος ψηλότερος καθεδρικός στην Ανδαλουσία, πίσω από αυτόν της Σεβίλλης. Ο νότιος πύργος δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί και εξαιτίας αυτού του γεγονότος απέκτησε το ψευδώνυμο «La Manquita = η κυρία με τον ένα ώμο») Βγάλαμε τις φωτογραφίες μας και αρχίσαμε να βολτάρουμε χωρίς πρόγραμμα στα στενά της πόλης με τα μαγαζάκια, πήραμε ένα παγωτό στο χέρι, περάσαμε από το Casa Natal του Πικάσο, που βρίσκεται σε μια γωνία της πλατείας de la Merced και φωτογραφηθήκαμε με το άγαλμά του, που κοσμεί την πλατεία, αγοράσαμε τα σουβενίρ μας και κατευθυνθήκαμε προς το μουσείο Πικάσο στο οποίο υπήρχε μια τεράστια ουρά. Ευτυχώς εμείς που είχαμε on-line εισιτήρια δεν χρειάστηκε να περιμένουμε πάνω από δέκα λεπτάκια σε άλλη ουρά. Μπήκαμε και ξεκίνησε το ταξίδι μας στην τέχνη αυτού του πολύ αμφιλεγόμενου αλλά χωρίς αμφιβολία ευφυούς καλλιτέχνη. Το εισιτήριο μας περιλάμβανε και τις αίθουσες με τα γλυπτά του αλλά και μία έκθεση αφιερωμένη στα κεραμικά, που δημιούργησε κατά την παραμονή του στο Vallauris της Γαλλίας. Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το μουσείο ήταν ένα πέτρινο μέγαρο που ανήκε σε έναν ευγενή του 16ου αιώνα. Στους δύο ορόφους του αναγεννησιακού παλατιού με την μαρμάρινη αυλή, φιλοξενούνται πάνω από 250 έργα του Πικάσο και αυτό που αφήνει με ανοιχτό το στόμα τους επισκέπτες δεν είναι μόνο η διάρκεια της καριέρας του ζωγράφου (πάνω από 70 χρόνια) αλλά το εύρος και η ποικιλία της ζωγραφικής του, όπως και τα απεριόριστα υλικά που μετέτρεψε σε έργα τέχνης. Υπάρχουν ζωγραφισμένα κεραμίδια, μεταλλικά γλυπτά από σκραπ, κεραμικές πιατέλες που έχουν μεταμορφωθεί σε αρένες για ταυρομαχίες. Ένα από τα highlight του μουσείου είναι ένα υφαντό που απεικονίζει τον πρωτοποριακό πίνακα του 1907 με τίτλο « Οι δεσποινίδες της Αβινιόν». Ο Πικάσο το είχε στο σπίτι του έως το τέλος της ζωής του, κρεμασμένο πάνω από το τζάκι της βίλας του στη Νότια Γαλλία. Μετά από ένα δίωρο περίπου ξαναβγήκαμε στα στενά της πόλης και κατευθυνθήκαμε προς το αυτοκίνητό μας. Σε όλες της πόλεις που επισκεφθήκαμε πλανιόταν μια χαρακτηριστική μυρωδιά από ζάχαρη. Είναι μια αλυσίδα με γλυκίσματα, κρασιά, ξηρούς καρπούς και κάθε είδους λιχουδιές το Sabor Espana. Στα tapas bar ο κόσμος είχε ήδη πιάσει θέση. Αλλά εμείς πρώτον δεν είχαμε αποκτήσει ακόμη επαφή με το αντικείμενο – κινούμασταν ακόμη με ρυθμούς Ελλάδας- και δεύτερον έπρεπε να φύγουμε. Ήθελα να περάσω από Nerja και να πάω και στην Playa de Maro. Πήραμε τον παραλιακό δρόμο, χαζεύοντας την παραλία και τα chiringuitos (μαγαζάκια που σερβίρουν κυρίως θαλασσινά – σε ένα από αυτά πετύχαμε να ψήνουν σαρδέλες σουβλάκι – sardines espetas). Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα από αυτή την πλευρά με τις παραλίες. Κάναμε μια στάση στο Torre del Mar και καταλήξαμε στην Nerja. Σε κάποιο σημείο ο δρόμος τελείωνε και είχε ένα τύπου parking από το οποίο κατέβαινες με τα πόδια στην παραλία. Ο τύπος που ήταν εκεί σαν φύλακας μας είπε ότι επειδή είχε αέρα, μπορεί να μην ήταν ανοιχτό το μαγαζί με τα κανό, που θέλαμε να νοικιάσουμε για να πάμε στους καταρράκτες. Τελικά βέβαια ούτε που την είδαμε την συγκεκριμένη παραλία. Κάπου στρίψαμε λάθος και αφού κατεβήκαμε μέχρι κάτω, βγήκαμε σε μια άλλη παραλία, όμορφη αλλά όχι αυτή που ψάχναμε. Τα βάλαμε κάτω και αποφασίσαμε τελικά να μην βουτήξουμε και να μην χάσουμε άλλο χρόνο. Οπότε ανεβήκαμε γρήγορα-γρήγορα πάνω, πήραμε το αμάξι και γυρίσαμε στην Nerja μια πανέμορφη παραλιακή πόλη. Αφού κάναμε την βολτούλα μας, βγάζοντας τις απαραίτητες φωτογραφίες στο Balcon de Europa αποφασίσαμε να κατευθυνθούμε στην Frigiliana. Δυστυχώς δεν μας έβγαιναν τα υπόλοιπα που είχα στο πρόγραμμα όπως το Soportujar το χωριό με τις μάγισσες ή κάτι από Αλμερία. Η Frigiliana είναι ένα από τα λεγόμενα «λευκά χωριά» της Ανδαλουσίας, σκαρφαλωμένη σε ένα ύψωμα με πανέμορφα στενά δρομάκια. Κάτσαμε κατάκοποι σε ένα μαγαζάκι στην Plaza de las tres culturas και απολαύσαμε μια paella για δύο και το πρώτο μας tinto Verano ( η δική τους εκδοχή της σανγκρία). Χορτασμένοι, με το αεράκι να μας δροσίζει πήραμε τον δρόμο για Γρανάδα. Η ώρα ήταν περασμένη και εμείς αρκετά κουρασμένοι και δεν βλέπαμε την ώρα να φτάσουμε στο διαμερισματάκι που είχαμε νοικιάσει στην Γρανάδα. Είχα λίγο άγχος γιατί βρισκόταν σε έναν στενό δρόμο, ημιπεζόδρομο και δεν ήξερα πόσο εύκολα θα βρούμε να παρκάρουμε. Για καλή μας τύχη, βρήκαμε ελεύθερη θέση ένα τετράγωνο μακριά, φορτωθήκαμε τις βαλιτσούλες μας και αφού ακολουθήσαμε τις λεπτομερείς οδηγίες της ιδιοκτήτριας μπήκαμε στο διαμερισματάκι μας, στο οποίο αξίζει να αναφερθώ. Ήταν σε πολύ καλό σημείο, περίπου ένα εικοσάλεπτο με τα πόδια από το κέντρο της πόλης σε μια ήσυχη γειτονιά, υπέροχα διαμορφωμένο με όλα τα κομφόρ. Λέγεται My Granada Garden – Mimosa studio και μας κόστισε 80 ευρώ την βραδιά. Πέσαμε για ύπνο κατάκοποι. Την επόμενη ημέρα έπρεπε να ξυπνήσουμε πολύ πρωί. Στις 8.30 είχα κλείσει εισιτήρια για Αλάμπρα.

2η μέρα: Alambra – Granada

Το επόμενο πρωί ξεκινήσαμε νωρίς-νωρίς για την πλατεία Isabel Catolica, από την οποία αναχωρούν τα λεωφορειάκια για Alambra, που είναι σκαρφαλωμένη στον απότομο λόφο Sabika με θέα όλη την Γρανάδα. Στις 8.30 ήταν η είσοδός μας για τα παλάτια Nasrid που είναι τα μόνα κτίσματα στην Αλάμπρα, που έχουν συγκεκριμένη ώρα εισόδου. Αλλιώς στα υπόλοιπα μπορείς να μπεις όποια ώρα θέλεις μέσα στην ημέρα, ακόμη και να φύγεις και να επιστρέψεις. Πόσο δίκιο είχα που ήθελα να πάμε νωρίς! Μόλις περάσαμε την Πύλη της Δικαιοσύνης είδαμε αρκετό κόσμο αλλά όχι αυτόν τον πανικό που αντίκρυσα όταν βγήκαμε από εκεί και αρχίσαμε να κατευθυνόμαστε στα άλλα κτίσματα της Alambra δυο ώρες περίπου μετά. Η Alambra δεν είναι μόνο ένα όμορφο μέρος αλλά ένα παράθυρο στο μακρινό παρελθόν της Ισπανίας. Είναι ένα συγκρότημα από παλάτια, κήπους, θέα και φυσικά ένα φρούριο, το τελευταίο οχυρό της Αλ-Ανδαλούς, της ισλαμικής κοινωνίας που κυριάρχησε σε μεγάλο μέρος της Ιβηρικής Χερσονήσου για 700 χρόνια. Αφού είδαμε τα υπέροχα παλάτια με τα αραβουργήματα, την εμβληματική αυλή των Λιονταριών, τα περίτεχνα καφασωτά και τους ολάνθιστους κήπους γεμάτους τριανταφυλλιές, καθίσαμε για ένα πρόχειρο καφεδάκι με το γνωστό σαντουιτσάκι σε ένα κιόσκι κάτω από το Alcazaba, το οποίο βρίσκεται στο δυτικό άκρο του συγκροτήματος και είναι το παλιότερο τμήμα της Αλάμπρα. Αυτό το φρούριο αποτελούσε το αμυντικό τμήμα της Αλάμπρα και στέγαζε μια κατοικημένη περιοχή, στάβλους, ένα οπλοστάσιο, λουτρά και πολλά άλλα. Στη συνέχεια επισκεφτήκαμε το ανάκτορο του Καρόλου Ε΄, το οποίο δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, αλλά στεγάζει το Μουσείο Καλών Τεχνών της Γρανάδας και καταλήξαμε στους κήπους Generalife με τα εκπληκτικά σιντριβάνια, τις λίμνες με τα νούφαρα και τη θέα που κόβει την ανάσα. Μέχρι να φτάσουμε στους κήπους ο κόσμος πια ήταν τόσος πολύς, που κυριολεκτικά δεν μπορούσες να περάσεις! Δεν το ευχαριστηθήκαμε τόσο όσο το πρωί. Τα υδάτινα χαρακτηριστικά είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτα: άλλωστε το νερό είναι σύμβολο ζωής και σε μεγάλο μέρος του ισλαμικού κόσμου, ένας πολύ σπάνιος πόρος. Από ότι είδα, είχανε στήσει και μια εξέδρα και είχαν κάποιου είδους φεστιβάλ με μουσική το βράδυ. Περάσαμε 4μιση γεμάτες ώρες στην μαγευτική Αλάμπρα, πήραμε και πάλι το μίνι λεωφορείο και μετά από μια διαδρομή στους φιδογυριστούς δρόμους καταλήξαμε και πάλι στην κεντρική πλατεία. Ήταν ώρα για μια παγωμένη μπίρα και τα πρώτα μας tapas. Παρένθεση: στα ταξίδια μου δεν τρώω ποτέ μεσημέρι και σίγουρα δεν επιστρέφω στο ξενοδοχείο για μεσημεριανό ύπνο, καθώς το θεωρώ χάσιμο χρόνου. Συνήθως το παίρνω σερί από το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα και αν φάω, θα είναι κάτι στο χέρι. Ε, σε αυτό το ταξίδι καμία σχέση. Από την δεύτερη μέρα κιόλας, αν δεν πίναμε τις μπίρες μας το μεσημέρι, δεν τρώγαμε τα tapas μας και δεν ξεκουραζόμασταν για κάνα δίωρο, δεν μπορούσαμε. Με εξαίρεση τις μέρες που μετακινούμασταν από την μία πόλη στην άλλη. Γενικά, το μεσημέρι η πόλη ερήμωνε, τα περισσότερα μαγαζάκια έκλειναν, ενώ μετά τις 8 το βράδυ όλοι ξεχύνονταν στους δρόμους. Καταλήξαμε στο tapas bar Los Diamantes, όπου γινόταν το αδιαχώρητο. Η καθοριστική ερώτηση που σου κάνουν είναι: tapear o comer? Δηλαδή είστε για tapas ή για φαγητό; Στην πρώτη περίπτωση σε βάζουν στο μπαρ, στην δεύτερη σε τραπέζι. Στο μαγαζί αυτό τα tapas ήταν κέρασμα μαζί με τις μπίρες. Με κάθε ποτό ερχόταν και ένα μικρό πιατάκι. Σε άλλα tapas bar -σε άλλες πόλεις- τα tapas τα παράγγελνες κανονικά με τις τιμές να κυμαίνονται από 1.50 ως 4.50 ευρώ. Η ιστορία λέει ότι στα παλιά τα χρόνια, όταν οι άντρες κάθονταν να πιούν το κρασάκι τους, σκέπαζαν το ποτήρι τους με μια λεπτή φέτα ψωμί για να προστατεύεται το περιεχόμενο. Σιγά-σιγά στο ψωμί άρχισε να μπαίνει τυρί, αλλαντικά και όλο αυτό εξελίχθηκε για να φτάσει στη σημερινή μορφή των tapas. Μετά από δυο-τρεις μπίρες ο καθένας, είχαμε πια στανιάρει και ήμασταν έτοιμοι -αν και ο ήλιος έκαιγε- για μια μικρή βολτούλα στο κέντρο. Το πρωί στην Αλάμπρα αποφάσισα να κλείσω μια παράσταση φλαμένκο σε μια Cueva, οπότε θα βλέπαμε τις γειτονιές Albayzin και Sacromonte το βραδάκι με την δροσιά. Κάναμε μια βόλτα κατά μήκος του ποταμού Darro, περάσαμε από τον καθεδρικό ναό που είναι αφιερωμένος στην Παναγία της Ενσάρκωσης, και καταλήξαμε στην Plaza de la Trinidad, όπου απολαύσαμε τα πρώτα μας churros με σοκολάτα. Εντάξει…. Νομίζω ότι πιο νόστιμη ρευστή σοκολάτα δεν έχω γευτεί σε όλη μου την ζωή! Στη συνέχεια επιστρέψαμε στο διαμερισματάκι μας για ντους και ύπνο. Η παράσταση ήταν στις 22.00 το βράδυ. Κατά τις 20.00 ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε με τα πόδια προς το Mirador de San Nicolas, που βρίσκεται στην γειτονιά Albaicin. Αν πάτε, να είναι το ηλιοβασίλεμα. Προσφέρει καταπληκτική θέα στην Αλάμπρα και τη Σιέρα Νεβάδα στο βάθος. Ο κόσμος είχε ήδη συγκεντρωθεί για να δει τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος να βάφουν πορτοκαλί την Αλάμπρα απέναντι. Τα μεσημεριανά tapas μας είχανε κρατήσει και δεν πεινούσαμε ιδιαίτερα, οπότε αποφασίσαμε να μην φάμε κανονικά πριν την παράσταση. Αντ’ αυτού χαθήκαμε στα στενά δρομάκια και καταλήξαμε σε μια μικρή πλατειούλα με tapas bar, γεμάτη με κόσμο. Ε, να μην κάτσουμε για μια μπίρα; Γενικά, σε αυτό το ταξίδι πρέπει να ήπια όση μπίρα δεν έχω πιει σε όλη μου την ζωή! Στις 10 παρά ήμασταν έξω από την Cueva de la Rocio για την παράσταση. Ήταν ένα τουριστικό μέρος ξεκάθαρα και δεν μου άρεσε όλο αυτό το στριμωξίδι και η αναμονή (στον ίδιο χώρο που περιμέναμε εμείς, έβγαιναν οι προηγούμενοι, ήταν και το εστιατόριο οπότε γινόταν ένας πανικός). Μπήκαμε στην Cueva, ένα στενόμακρο κτίσμα, με καρέκλες σε μια σειρά και από τις δύο πλευρές και έναν διάδρομο στην μέση για τους χορευτές και μας σέρβιραν από ένα ποτό. Τα Cuevas είναι τα παλιά, τρωγλοδυτικά σπίτια των τσιγγάνων, που έχουν αναδιοργανωθεί και φιλοξενούν χορευτικές παραστάσεις φλαμένκο. Ήταν η πρώτη μας επαφή με τον χορό αυτό και παρόλο που ήταν ατραξιόν, εγώ τουλάχιστον το καταευχαριστήθηκα. Κατά τις 23.15 το σόου τελείωσε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής προς το κέντρο. Η Αλάμπρα απέναντι φωτιζόταν από ένα γεμάτο φεγγάρι! Ελπίζαμε να προλάβουμε να πιάσουμε τραπέζι στο Los Diamantes πριν κλείσει η κουζίνα αλλά δυστυχώς δεν τα καταφέραμε, οπότε αναγκαστικά φάγαμε Mc Donalds. Γενικά, το πολύ μέχρι τις 23.00 πρέπει να έχεις παραγγείλει, αλλιώς δεν τρως. Αφού κάναμε την τελευταία μας βόλτα στην νυχτερινή Γρανάδα που έσφυζε από κόσμο και φασαρία, γυρίσαμε στο διαμερισματάκι μας. Αύριο θα αφήναμε την υπέροχη αυτή πόλη και θα διανυκτερεύαμε στην Κόρδοβα!

3η μέρα: Granada – Iznahar- Cordoba

Το πρωί της Κυριακής φτιάξαμε τις βαλίτσες μας και αποφασίσαμε να πάρουμε πρωινό στην πλατεία Bib-Rambla κοντά στον καθεδρικό. Θέλαμε να ζήσουμε λίγο το vibe της πόλης το πρωί. Παρκάραμε σε ένα κλειστό πάρκινγκ και καταλήξαμε σε ένα όμορφο καφέ για το πρωινό μας. Αποφάσισα να δοκιμάσω το παραδοσιακό τους πρωινό με τον πελτέ ντομάτας. Πεντανόστιμο και τόσο απλό! Ψώνισα και κάτι ωραίες βεντάλιες από τα μαγαζάκια και πήγαμε να πάρουμε το αμάξι. Πριν φύγουμε σταματήσαμε σε ένα μικρό μαγαζάκι για να πάρουμε galettas, κάτι μπισκότα δικά τους σαν cookies με διάφορες γεύσεις. Συγκλονιστικά!!!!!!!! Το πρόγραμμα είχε μια στάση σε ένα ακόμη pueblo blanco, το Iznahar. Φτάσαμε μεσημέρι Κυριακής με τον ήλιο να καίει. Άνθρωπος πουθενά. Βέβαια αυτό κάποιες φορές δεν είναι απαραίτητα κακό. Παρκάραμε σε ένα από τα δημοτικά πάρκινγκ της πόλης που ήταν δωρεάν λόγω Κυριακής και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε προς το κάστρο. Θαυμάσαμε την θέα και καταλήξαμε στο λεγόμενο patio De Las Comedias με τις χαρακτηριστικές μπλε γλάστρες με λουλούδια. Χαζέψαμε, βγάλαμε τις φωτογραφίες μας και πήγαμε να πάρουμε το αυτοκινητάκι μας. Πηγαίνοντας προς Κόρδοβα κάναμε μια γρήγορη στάση στο χωριό Zuheros. Ίσα που περάσαμε με το αμάξι και είδαμε την θέα από το κάστρο. Η ζέστη ήταν απαγορευτική και εκτός αυτού δεν κυκλοφορούσε ψυχή! Αργά το μεσημέρι πια φτάσαμε Cordoba. Το ξενοδοχείο μας ήταν το Cordoba Califa στο κέντρο. Έλα μου, όμως, που το GPS μας πήγε μέσα από τα στενά στου ιστορικού κέντρου. Έχετε δει κάτι viral φωτό από αμάξια σφηνωμένα στα στενά της Σαντορίνης; Ε, ένα τέτοιο πράγμα κοντέψαμε να πάθουμε. Να μην ξέρουμε πώς να βγούμε από τα στενά, να μας δείχνουν οι τουρίστες με το δάχτυλο και εγώ να μην ξέρω πού να κρυφτώ. Βέβαια, την επομένη μέρα συνειδητοποιήσαμε ότι μια χαρά κυκλοφορούσαν τα αμάξια και εκεί μέσα αλλά ας όψεται η απειρία μας… Με τα πολλά, βρήκαμε μια free θέση κοντά στο ξενοδοχείο και πήγαμε για την μεσημεριανή μας σιέστα. Το ξενοδοχείο ήταν υπέροχο, τετράστερο και κυριολεκτικά δίπλα στο ιστορικό κέντρο. Το απογευματάκι βγήκαμε στα λιθόστρωτα δρομάκια για βόλτα και φαγητό. Τι να πω και για την Κόρδοβα. Υπέροχη πόλη, της οποίας το σήμα κατατεθέν είναι η Mezquita – το μεγαλύτερο τέμενος του δυτικού κόσμου και μετέπειτα καθεδρικός ναός της πόλης. Επειδή πεινούσαμε σαν λύκοι και δεν είχαμε χρόνο για να το ψάχνουμε πολύ, κάτσαμε στο Casa Pedro Ximenez για φαγητό. Εγώ παρήγγειλα flamenquin, φέτες jamon serrano τυλιγμένες σε κομμάτια χοιρινού φιλέτου επικαλυμμένου με κουρκούτι φρυγανιάς και ο άντρας μου μπακαλιάρο. Όλα υπέροχα. Στην συνέχεια λίγο πριν βασιλέψει ο ήλιος πήραμε τον δρόμο για την ρωμαϊκή γέφυρα, που ενώνει την παλιά πόλη με την καινούργια. Η γέφυρα χτισμένη στις αρχές του 1ου αιώνα επί ρωμαϊκής κυριαρχίας ξαναχτίστηκε τον 10ο αιώνα από τους Μαυριτανούς χαλίφηδες. Η γοητεία της δεν άφησε ασυγκίνητους ακόμη και τους σκηνοθέτες της σειράς Games of Thrones, της οποίας κάποιες σκηνές γυρίστηκαν εδώ. Αν πάτε, να το κάνετε αυτή την ώρα. Από την μία πλευρά βλέπαμε τα χρώματα του δειλινού να βάφουν μωβ και πορτοκαλί τον ουρανό πάνω από την Mezquita και από την άλλη πλευρά ετοιμαζόταν να ανατείλει ένα ολόγιομο φεγγάρι. Και από κάτω να ρέει ο ποταμός Γουαλδακιβίρ, που ο Λόρκα έχει υμνήσει στο «Τραγουδάκι των τριών ποταμών». Παρόλο που το βράδυ ο υδράργυρος χτύπαγε 39 βαθμούς στην γέφυρα είχε ένα ελαφρύ αεράκι. Ο κόσμος βολτάριζε, τα ζευγαράκια όπως κι εμείς κρατιόντουσαν χέρι-χέρι, ένας κιθαρίστας έδινε την μουσική υπόκρουση που ταίριαζε στην στιγμή και τον χώρο. Μια μαγική βραδιά! Δεν μας έκανε καρδιά να φύγουμε. Όταν δε εμφανίστηκε και το φεγγάρι μεγάλο, ολοστρόγγυλο να φωτίζει την γέφυρα πάνω από τα κεφάλια μας οι φωτογραφικές μηχανές πήραν φωτιά. Με αυτές τις ωραίες εικόνες πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Η πόλη -τουλάχιστον το ιστορικό κέντρο- είχε ερημώσει. Το επόμενο πρωί θέλαμε να σηκωθούμε πρωί για να επισκεφθούμε την Mezquita.

4η μέρα: Cordoba – Almodovar del Rio – Seville

Είχα ακούσει τις φήμες ότι μέχρι τις 10 η επίσκεψη στην Mezquita είναι δωρεάν και ήθελα να ανακαλύψω αν όντως ισχύει, οπότε δεν είχα βγάλει εισιτήρια. Κατά τις 9 παρά ήμασταν εκεί και ναι, μπορώ να βεβαιώσω ότι ισχύει. Η ημέρα ήταν Δευτέρα – δεν ξέρω αν παίζει κάποιο ρόλο. Εδώ ας πούμε κάποια πράγματα για αυτό το λαμπρό πολιτιστικό μνημείο, που με εντυπωσίασε. Από τον 8ο αιώνα μέχρι το 1236, ήταν ένα τζαμί. Επεκτάθηκε τρεις φορές, κάλυψε 23.000 m2 καθιστώντας το το μεγαλύτερο τζαμί στον κόσμο μετά τη Μέκκα. Είναι ένα απέραντο τετράπλευρο 180X130 μέτρων, στο οποίο ανακαλύπτει κανείς ένα δάσος με 850 κίονες από γρανίτη, όνυχα και μάρμαρο. Το 1236, όταν ο βασιλιάς Φερδινάνδος της Καστίλης πήρε πίσω την πόλη της Κόρδοβα από τους μουσουλμάνους, το τζαμί καθαγιάστηκε ως νέα καθολική εκκλησία. Έγιναν διάφορες μετατροπές, αλλά η πιο εντυπωσιακή ήταν η ανέγερση του κεντρικού παρεκκλησιού, που φαίνεται σαν να είναι ένας καθεδρικός ναός χτισμένος στη μέση του τζαμιού. Οι πολυέλαιοι, οι ξύλινες οροφές με τα χρυσοποίκιλτα ψηφιδωτά, οι θόλοι και οι κόγχες του, αλλά κυρίως ο πλούτος της διακόσμησης του μιχράμπ είναι κάτι το ανεπανάληπτο. Λίγο μετά τις 10 ο φύλακας άρχισε να μας βγάζει έξω γιατί στις 10.30 θα έμπαιναν αυτοί που πλήρωσαν εισιτήριο. Βγήκαμε και κατευθυνθήκαμε σε ένα όμορφο καφέ για το πρωινό μας – Patio Romano- και για να σχεδιάσουμε την μέρα μας. Ο λιγοστός χρόνος μας στην Κόρδοβα αξιοποιήθηκε με μια βόλτα στη Juderia, την παλιά εβραϊκή συνοικία της πόλης, με τις πλακόστρωτες αυλές, στολισμένες με λουλούδια. Ήθελα να επισκεφθώ το μουσείο Patio στο Palacio Viana, ένα παραδοσιακό αρχοντικό που φιλοξενεί δώδεκα κρυφές αυλές αλλά δυστυχώς είδα ότι τις Δευτέρες ήταν κλειστό. Φτάσαμε έξω από Alcazar De Los Reyes Cristianos, το φρούριο στο οποίο οι Ισπανοί Μονάρχες συνάντησαν τον Χριστόφορο Κολόμβο το 1492 καθώς ετοίμαζε το πρώτο του ταξίδι στην Αμερική. Τα πρώτα μόνιμα δικαστήρια της Ιεράς Εξέτασης πραγματοποιήθηκαν εδώ, μετατρέποντας μεγάλο μέρος του, συμπεριλαμβανομένων των αραβικών λουτρών, σε θαλάμους βασανιστηρίων και ανακρίσεων. Δυστυχώς τις Δευτέρες ήταν επίσης κλειστό, οπότε απλά το είδαμε απέξω. Έπρεπε να αφήσουμε το δωμάτιο στις 12, οπότε φορτώσαμε τις βαλιτσούλες μας και αφήσαμε την ιστορική Cordoba με μια γλυκιά ανάμνηση. Είχα ψάξει στο Google για το κάστρο Almodovar del Rio και είδα ότι ήταν ανοιχτό, οπότε αποφάσισα να περάσουμε, αφού ήταν στον δρόμο μας για Σεβίλλη. Σε όλη την διάρκεια του ταξιδιού μας βλέπαμε επάνω σε κάθε στύλο της ισπανικής ΔΕΗ φωλιές πελαργών και τα συμπαθέστατα πτηνά να είναι μέσα! Δεκάδες πελαργοί κατά μήκος του δρόμου, όπως επίσης και στρέμματα ατελείωτα με ηλιοτρόπια – δυστυχώς ψιλοξερά. Μετά από σαράντα περίπου λεπτά άρχισε να φαίνεται από μακριά αυτό το επιβλητικό κάστρο, που χρησιμοποιήθηκε και σε αρκετές σκηνές από το Game of Thrones. Παρκάραμε στον ειδικό χώρο και μπήκαμε σε μια χρονοκάψουλα που μας πήγε πίσω σε εποχές με βασιλιάδες, ιππότες και γελωτοποιούς, μάγους και επικές μάχες, βασανιστήρια και μπουντρούμια. Αν βρεθείτε προς τα εκεί, μην το χάσετε. Ήταν μια φανταστική εμπειρία. Κατεβήκαμε στα μπουντρούμια, περπατήσαμε στις πολεμίστρες, είδαμε μια έκθεση με σπαθιά από διάφορες χώρες και εποχές και συναντήσαμε έναν Ισπανό που μας έλεγε πόσο λάτρεψε την Κρήτη στις διακοπές του και πόσο τρελάθηκε με το φαγητό! Έχουν κάνει φανταστική δουλειά στο κάστρο, το έχουν πολύ καλά διατηρημένο και επίσης είχαν διάφορες αίθουσες με βίντεο που διηγούνταν την ιστορία του και τους θρύλους που κυκλοφορούν γύρω από αυτό με έναν πολύ ενδιαφέροντα δραματοποιημένο τρόπο. Από ότι είδα οργανώνουν και πολλές δράσεις, όπως μεσαιωνική εκπαίδευση μάχης, εκδηλώσεις για τη Μαύρη Σελήνη, όπου οι επισκέπτες μπαίνουν βράδυ στο κάστρο και μαθαίνουν για τους θρύλους και τα μυστικά του φρουρίου ή μεσαιωνικά συμπόσια. Μετά από κάνα δίωρο μπήκαμε στο αυτοκινητάκι μας και κατευθυνθήκαμε προς Σεβίλλη! Ανυπομονούσα! Το ξενοδοχείο μας ήταν το Eurostars Gualdaquivir, δεκαπέντε λεπτά από το κέντρο. Επιθυμούσαμε διακαώς να βρούμε μια free θέση να παρκάρουμε το αμάξι γιατί θα έπρεπε να μείνει εκεί 3 μέρες. Και ως εκ θαύματος στο επόμενο στενό από το ξενοδοχείο βρήκαμε μία. Κάναμε το check-in μας και καλού-κακού ρωτήσαμε κιόλας αν ήταν ok να παρκάρουμε εκεί. Μας είπαν ότι ήταν μια χαρά και ότι είμασταν πολύ τυχεροί που βρήκαμε θέση. Το δωμάτιο μας ήταν υπέροχο. Γενικά το συνιστώ ανεπιφύλακτα το συγκεκριμένο ξενοδοχείο. Πέρα από το πόσο ωραία ήταν τα δωμάτια, το προσωπικό ήταν απίστευτο. Μας έδωσαν και πρωινό για δυο μέρες ενώ δεν ήταν μέσα στην κράτηση. Έπρεπε να ξεκουραστούμε γιατί είχα κλείσει δωρεάν εισιτήρια για το Alcazar στις 18.30. Μετά από έναν σύντομο υπνάκο ξεκινήσαμε για Alcazar, το σήμα-κατατεθέν της πόλης. Το GPS μας το έδινε στα εικοσιπέντε λεπτά με τα πόδια. Έλα μου, όμως, που μας πήγε από μια άλλη πύλη, όχι την σωστή και χαθήκαμε στα στενά. Ούτε οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να μας κατευθύνουν, καθώς η πόλη σε αυτό το σημείο είναι σαν λαβύρινθος. Ήταν και η πρώτη μας επαφή. Για να μην πολυλογώ, μετά από τρελό τρέξιμο και αφού κόντεψα να μπω κατά λάθος στον καθεδρικό (πού να ήξερα, μήπως είχα ξαναπάει; Φτάσαμε η ώρα 7. Ο φύλακας σκάναρε τα εισιτήριά μας και φυσικά τα έβγαλε άκυρα. Αλλά μας άφησε να περάσουμε. Κάναμε μια μεγάλη βόλτα ξεκινώντας από τους κήπους γιατί μια ανάσα δροσιάς την χρειαζόμασταν μετά από τέτοιο τρέξιμο. Το Alcazar – η καρδιά της πόλης- έχει αποτελέσει κατοικία όλων των Ισπανών βασιλέων, που ο καθένας έχει αφήσει το αρχιτεκτονικό του στίγμα. Οι κήποι του διαμορφωμένοι σε επίπεδα, με περίτεχνα σκιερά περίπτερα και διάσπαρτα σιντριβάνια αποτελούν μια μοναδική όαση ηρεμίας στο κέντρο της πόλης. Μετά από ένα δίωρο περίπου βγήκαμε στα στενάκια, αυτή την φορά χαλαροί για να τα χαρούμε όπως πρέπει. Θεωρητικά κατευθυνόμασταν προς το εστιατόριο La Gorda, αλλά αφού περπατήσαμε περίπου ένα τέταρτο διαπιστώσαμε ότι ήταν κλειστό αν και στο Google έλεγε ότι ήταν ανοιχτό, οπότε γυρίσαμε στα στενά της γειτονιάς Santa Cruz και κάτσαμε για φαγητό στο Bar Las Teresas σε ένα τραπεζάκι έξω για να βλέπουμε τους περαστικούς. Σε όλα τα μαγαζιά στην Σεβίλλη έχουν μικρά ψεκαστήρια με παγωμένο νερό – κάτι απολύτως απαραίτητο με αυτήν την ζέστη. Παραγγείλαμε tapas και τι άλλο; Παγωμένες μπίρες. Εδώ θα πρέπει να σας αναφέρω τα εξής. Σε όσα μαγαζιά πήγαμε είχαν την επιλογή των tapas, της μισής μερίδας ή της ολόκληρης. Εμείς για να δοκιμάσουμε διάφορες γεύσεις τρώγαμε μόνο tapas. Οι τιμές τους κυμαίνονταν στα 4 με 4,50 ευρώ και με 5 περίπου πιατάκια ήμασταν οκ. Μερικά από τα πιο αγαπημένα μου tapas είναι τα εξής: Carillada. Το νούμερο ένα στην λίστα μου. Το παράγγελνα κάθε φορά και το χτύπαγα αλύπητα. Μην το χάσετε. Είναι ουσιαστικά κοκκινιστά μάγουλα από χοιρινό ή μοσχάρι. Πεντανόστιμο! Solomillo al whisky – χοιρινό μαγειρεμένο σε σάλτσα από ουίσκι, Ensaladilla rusa – σαν ρώσικη σαλάτα αλλά πρέπει να είχε και κάτι σε ψάρι λιωμένο μέσα, Espinacas con garbazos – σπανάκι με ρεβίθια, patatas bravas, chipiron plancha (καλαμαράκια), pavia bacalao (τηγανητός μπακαλιάρος), berenjenas fritas miel (τηανητές μελιτζάνες με μέλι)….. Νομίζω πως ό,τι και αν δοκιμάσετε δεν υπάρχει περίπτωση να μην το βρείτε νόστιμο. Μετά το φαγητό, βολτάραμε στην πλατεία γύρω από τον καθεδρικό ναό και κατευθυνθήκαμε προς την προκυμαία. (Η μία πλευρά του καθεδρικού και η μπροστινή πύλη του Alcazar είναι σχεδόν απέναντι – και τα καλύτερα tapas bar είναι στον δρόμο που ξεκινά από το σιντριβάνι μπροστά από τον καθεδρικό). Περάσαμε από τον Torre del Oro και κατευθυνθήκαμε προς την γειτονιά Triana και το Paseo de Colon. Κάτσαμε για ποτάκι στην Mercado Lonja den Barranco, την παλιά ψαραγορά που έχει ανακαινιστεί και είναι γεμάτη γκουρμέ μαγαζάκια. Μπροστά μας είχαμε την γέφυρα Isabel II που καταλήγει στην γειτονιά της Τριάνα. Η γέφυρα αυτή κατασκευάστηκε το 1845 από τον Γάλλο μηχανικό Άιφελ και αντικατέστησε την παλιά γέφυρα που υπήρχε από την εποχή των Αράβων και ήταν πλωτή. Η πανσέληνος φώτιζε τα νερά του Γουαλδακιβίρ και ειλικρινά το θέαμα ήταν μαγευτικό! Η Σεβίλλη μας καλωσόριζε με τον πιο υπέροχο τρόπο.

5η μέρα: Seville

Για το επόμενο πρωί είχα κλείσει μια free walking tour ξενάγηση. Θεωρώ ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσεις μια πόλη. Μαθαίνεις κάποια πράγματα από ανθρώπους που είναι ντόπιοι χωρίς να δεσμευτείς σε κάτι. Στο τέλος δίνεις ένα ποσό, όσο θέλεις εσύ. Το σημείο συνάντησης ήταν στην Plaza Espana. Εγώ είχα δει φωτογραφίες και βίντεο από την συγκεκριμένη πλατεία και είχα πάθει έρωτα και εννοείται ότι θα της αφιέρωνα πολλές ώρες την επόμενη μέρα. Ο ξεναγός μας ο Manuel μας εξήγησε λίγα πράγματα για αυτό το πραγματικό αριστούργημα, στο οποίο θα αναφερθώ εκτενώς παρακάτω. Στην συνέχεια περάσαμε από το παλιό εργοστάσιο καπνού, όπου πλέον στεγάζεται το πανεπιστήμιο της Σεβίλλης. Μας είπε ότι αρχικά ο καπνός μασιόταν, δεν υπήρχαν τα τσιγάρα όπως τα ξέρουμε. Και εννοείται ότι την δουλειά αυτή την έκαναν οι άντρες, γιατί έπρεπε καθημερινά να πάνε με τα πόδια στο λιμάνι δυο και τρεις φορές και να φορτωθούν τον καπνό, να τον φέρουν στο εργοστάσιο, να τον απλώσουν στην ταράτσα να ξεραθεί και να τον επεξεργαστούν. Μετά τον πόλεμο ενάντια στα στρατεύματα του Ναπολέοντα, άρχισε να γίνεται πιο γνωστή η χρήση του καπνού σε τσιγάρο, όπως το ξέρουμε σήμερα. Για αυτή την δουλειά, όμως, ήταν απαραίτητες οι γυναίκες, πρώτον επειδή είχαν πιο μικρά χέρια και μπορούσαν να τυλίγουν τον καπνό και δεύτερον επειδή δεν θα μπορούσαν να κλέψουν το προϊόν, αφού τότε ήταν απαγορευτικό να καπνίζει μια γυναίκα. Οι εργάτριες αυτές λέγοντας cigarreras. Πολλές από αυτές τις γυναίκες έκαναν αυτή τη δουλειά για να συμπληρώσουν τους μισθούς των συζύγων τους και αμείβονταν λιγότερο από τους άνδρες. Η δουλειά τους έγινε γρήγορα πολύτιμη και σε ζήτηση, με αποτέλεσμα να προσλαμβάνονται περισσότερες γυναίκες. Μέχρι το 1880, υπήρχαν ήδη 6.000 γυναίκες που εργάζονταν στο εργοστάσιο. Εργάζονταν 7 ημέρες την εβδομάδα, χωρίς ανάπαυση. Ξεκινώντας από το 1828, άρχισαν να αγωνίζονται για να βελτιώσουν τις τρομερές συνθήκες εργασίας τους και να αυξήσουν τους χλευαστικούς μισθούς τους, οργανώνοντας θρυλικές εξεγέρσεις και ταραχές με πρώτο αίτημα να υπάρξουν δωμάτια γαλουχίας μέσα στο εργοστάσιο, ώστε να μπορούν να παίρνουν μαζί τους τα μωρά τους. Η πιο γνωστή καλλιτεχνική αναπαράσταση στη Σεβίλλη είναι ο πίνακας Las Cigarreras του Gonzalo Bilbao, που έγινε το 1915.

Στην συνέχεια περάσαμε έξω από το πεντάστερο ξενοδοχείο Alfonso XIII, το οποίο χτίστηκε κατ’ εντολή του βασιλιά Alfonso XIII, προκειμένου να φιλοξενηθούν οι υψηλοί αντιπρόσωποι των χωρών για την παγκόσμια έκθεση. Με 126 δωμάτια, 22 σουίτες, patios, αίθουσες συνεδρίων που φέρουν ονόματα από τις γειτονιές της πόλης και τιμές που ξεκινούν από 450 ευρώ για το δίκλινο δωμάτιο, προσφέρει πολυτέλεια με ανδαλουσιανό στυλ και περηφανεύεται γι’ αυτό! Ο Manuel μας είπε ότι έχει τον ακριβότερο καφέ της πόλης – 5 ευρώ – δεν έχουν πάει Κολωνάκι μάλλον για αυτό…. Και καταλήξαμε στο πιο αμφιλεγόμενο κομμάτι της ξενάγησης: την αρένα ταυρομαχιών Plaza de Toros de La Real Maestranza de Caballería - ένα μακρύ όνομα που συντομεύεται συνήθως σε La Maestranza. Ο ξεναγός μας μας είπε ότι εκείνος είναι κατά του συγκεκριμένου εθίμου, το οποίο είναι βαθιά ριζωμένο στην αντίληψη των ανδαλουσιανών. Μας είπε ότι π.χ. στην Βαρκελώνη έχει απαγορευτεί επειδή εκεί ο κόσμος είναι πιο προοδευτικός, οπότε σταμάτησε να παρακολουθεί τέτοια θεάματα και μοιραία σταμάτησαν να γίνονται. Αντιθέτως στην Ανδαλουσία, όπως και στην χώρα των Βάσκων οι ταυρομαχίες θεωρούνται κάτι πολύ σημαντικό και μάλιστα πηγαίνουν τα παιδιά τους να δουν από 4 ετών! Μας είπε ότι γίνονται περίπου 4 ταυρομαχίες το μήνα, συνήθως κάθε Πέμπτη εκτός από τον Απρίλιο όπου διοργανώνεται το μεγαλύτερο φεστιβάλ της Ανδαλουσίας, το La Feria de Abril, όπου γίνονται καθημερινά ταυρομαχίες. Μας είπε ότι οι τιμές στις κερκίδες διαφοροποιούνται ανάλογα με το αν είναι χαμηλά ή ψηλά και αν βρίσκονται σε ήλιο ή σκιά. Μας συμβούλεψε αν πάμε για πρώτη φορά να δούμε ταυρομαχία, σε καμία περίπτωση να μην κάτσουμε χαμηλά, γιατί την ώρα του θανάτου του ταύρου, υπάρχει νεκρική σιωπή και ακούγονται τα πάντα. Μας είπε επίσης ότι το «θέαμα» -ο Θεός να το κάνει- χωρίζεται σε τρία μέρη: Στο αρχικό μέρος της ταυρομαχίας, ο ταυρομάχος δοκιμάζει την κατάσταση και την επιθετικότητα του ταύρου. Μετά τη δοκιμή της αλληλεπίδρασης με τον ταύρο, το επόμενο βήμα είναι να διασφαλιστεί ότι ο ταύρος δεν είναι πολύ επικίνδυνος για την υπόλοιπη ταυρομαχία. Στο Tercio de Banderillas, το δεύτερο στάδιο, ο matador αποδυναμώνει και εξοργίζει τον ταύρο προσπαθώντας να τον μαχαιρώσει με μικρές συρματόπλεχτες σημαίες που ονομάζονται banderillas στους μύες του λαιμού και των ώμων. Αυτό το στάδιο τελειώνει μόνο όταν το πρόεδρος κάνει το κάλεσμα ότι ο ταύρος είναι έτοιμος να συνεχίσει σωματικά στο τελικό και μοιραίο στάδιο, όπου ο ταυρομάχος μπαίνει στο ρινγκ με μια κόκκινη κάπα (το διάσημο πλέον σύμβολο της ισπανικής ταυρομαχίας!) γνωστό ως μουλέτα, και ένα σπαθί. Δεν είναι το κόκκινο χρώμα που εξοργίζει τον ταύρο (μια κοινή παρανόηση), αλλά η κίνησή του. Το κόκκινο χρώμα χρησιμοποιήθηκε παραδοσιακά για να καλύψει το χρώμα του αίματος και συνέχισε να χρησιμοποιείται με αυτόν τον τρόπο. Το τέλος της παράστασης (και ταυρομαχίας) χαρακτηρίζεται από το μοιραίο χτύπημα του ξίφους στην καρδιά του ταύρου - που ονομάζεται εστοκάδα. Ο στόχος είναι να τελειώσει γρήγορα η ζωή του για να ελαχιστοποιηθεί ο πόνος. Εάν ο ματαδόρ δεν καταφέρει να νικήσει τον ταύρο εγκαίρως (περίπου 15 λεπτά διατίθενται για αυτό το στάδιο), τότε θεωρείται ατιμία. Τον ρώτησα αν έχει συμβεί και το αντίθετο, δηλαδή να πεθάνει ο ταυρομάχος και μου απάντησε ότι έχει συμβεί αλλά μια-δυο φορές στα τόσα χρόνια. Εάν οι θεατές προσφύγουν στον πρόεδρο πριν από το τελικό χτύπημα του ταυρομάχου, έχουν την ικανότητα να αλλάξουν την πορεία των γεγονότων και να χαρίσουν τη ζωή στον ταύρο. Βέβαια είναι κάτι που συμβαίνει πάρα πολύ σπάνια. Το κρέας των ταύρων που θανατώνονται διατίθεται στα εστιατόρια της πόλης, άλλωστε ένα από τα πιο διάσημα πιάτα της Σεβίλλης είναι η ουρά του ταύρου – rado de toro. Το έθιμο ξεκίνησε όταν τα παλιά χρόνια σε κάποια βασίλεια της Ισπανίας, οι νεαροί ευγενείς προκείμενου να πάρουν τον τίτλο τους έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα μεγαλόσωμο ζώο που πλέον έχει εκλείψει, τον ούρο. Εννοείται ότι κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν είχε πρόθεση να παρακολουθήσει αυτό το βάρβαρο έθιμο, οπότε προχωρήσαμε παρακάτω. Γυρνώντας προς το κέντρο περάσαμε από τον Torro del Oro – τον χρυσό πύργο. Κατασκευάστηκε για να ελέγχει την πρόσβαση στη Σεβίλλη μέσω του ποταμού Γουαλδακιβίρ το πρώτο μισό του 13ου αιώνα και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή. Το όνομά του προέρχεται από την χρυσή αντανάκλασή του στο ποτάμι, εξαιτίας των υλικών κατασκευής το. Ο πύργος διαιρείται σε τρία επίπεδα, με το τρίτο και ανώτερο να είναι κυκλικό και μεταγενέστερο. Σήμερα στεγάζει το Ναυτικό Μουσείο της Σεβίλλης. Σε καιρούς πολέμου μια τεράστια αλυσίδα – τμήμα της οποίας φυλάσσεται ακόμα στο εσωτερικό του – ξετυλιγόταν από τη βάση του πύργου μέσα στον ποταμό, εμποδίζοντας τον πλου εχθρικών πλοίων. Κατά την κατάληψη της Σεβίλλης, o στόλος της Καστίλης, έσπασε την αλυσίδα, παράλληλα με την πολιορκία της πόλης από τα στρατεύματα του Φερδινάνδου Γ΄ της Καστίλης. Ο πύργος υπέστη σημαντικές ζημιές από τον σεισμό της Λισσαβόνας το 1755. Τότε έγινε πρόταση να κατεδαφιστεί, ώστε να δημιουργηθεί χώρος ώστε να υπάρχει πρόσβαση στη γέφυρα της Τριάνα. Όμως, αυτή η πρόταση δεν υλοποιήθηκε εξαιτίας των αντιδράσεων των κατοίκων της Σεβίλλης. Το τέλος της ξενάγησης μας βρήκε στο Casco Antiguo, την παλιά πόλη, μπροστά στον καθεδρικό ναό της Σεβίλλης, μέσα στον οποίο φυλάσσονται τα οστά του Κολόμβου (μεταξύ άλλων). Αποτελεί ειρωνεία της Ιστορίας το γεγονός ότι ο Κολόμβος ταξίδεψε περισσότερο μετά τον θάνατό του παρά όσο ήταν στη ζωή. Πέθανε φτωχός το 1506, εγκαταλειμμένος από την ισπανική βασιλική οικογένεια, στο Βαγιαδολίδ της Καστίλης. Τρία χρόνια μετά, η σορός του μεταφέρθηκε σε μοναστήρι της Σεβίλλης, για να εκπληρωθεί το πρώτο σκέλος της τελευταίας επιθυμίας του, που ήταν να θαφτεί στις Δυτικές Ινδίες. Ίσως λόγω έλλειψης χρημάτων, το επόμενο σκέλος του ταξιδιού πραγματοποιήθηκε 35 χρόνια μετά, όταν το φέρετρο με τα οστά του Κολόμβου ξεκίνησε για το νησί Ισπανιόλα της Καραϊβικής. Εκεί θάφτηκε δίπλα στον γιο του, τον Ντιέγκο, το 1544, στο νέο καθεδρικό ναό του Σάντο Ντομίνγκο. Δυόμισι αιώνες αργότερα, όταν οι Ισπανοί παρέδωσαν στους Γάλλους το νησί - που σήμερα μοιράζονται η Αϊτή και η Δομινικανή Δημοκρατία - πήραν τον Κολόμβο μαζί τους. Τα οστά του μεταφέρθηκαν με πλοίο στην Αβάνα της Κούβας. Αλλά όταν η Ισπανία έχασε κι αυτή την τελευταία μεγάλη αποικία, ο Κολόμβος ξεθάφτηκε. Του παραχωρήθηκε μια προνομιούχα θέση μέσα στον καθεδρικό ναό της Σεβίλλης και η πόλη έκανε ό,τι μπορούσε για να σεβαστεί την τελευταία του επιθυμία και τη διαθήκη του. Λόγω της διένεξής του με το ισπανικό στέμμα για τη διανομή των λαφύρων από την Αμερική, ο Κολόμβος είχε ορκιστεί να μην αναπαυθεί σε ισπανικό έδαφος μετά τον θάνατό του. Έτσι ο τάφος του υψώθηκε πάνω από το πάτωμα του ναού, υποβασταζόμενος από τέσσερις γλυπτές φιγούρες, που αντιπροσωπεύουν τα παλαιά βασίλεια της Ισπανίας. Ωστόσο, εργάτες στην εκκλησία του Αγίου Δομίνικου 20 χρόνια νωρίτερα, το 1877, είχαν ανακαλύψει ένα μεγάλο μολυβένιο φέρετρο με χαραγμένες τις λέξεις «Ισχυρός και διάσημος άνδρας, Don Cristobal Colon». Ένα σύνολο ανθρώπινων υπολειμμάτων ανακαλύφθηκε μέσα και όλοι υπέθεσαν ότι ανήκαν στον διάσημο εξερευνητή. Αυτά δεν ήταν τα οστά που επιστράφηκαν στην Ισπανία το 1898, και οι Δομινικανοί υποστήριξαν ότι οι Ισπανοί είχαν μεταφέρει λάθος σύνολο οστών από τη Δομινικανή Δημοκρατία στην Κούβα το 1795. Τα οστά στη Σεβίλλη εξετάστηκαν και ελήφθησαν δείγματα DNA τον Ιούνιο του 2003, με συγκριτικά δείγματα που ελήφθησαν από τον γιο και τον αδελφό του Κολόμβου. Μόνο μικροσκοπικά τμήματα μιτοχονδριακού DNA μπορούσαν να εξαχθούν λόγω της ηλικίας και της κατάστασης των υπολειμμάτων, αλλά αυτό που εξήχθη ταίριαζε με συγκρίσιμο DNA από τον αδελφό του Κολόμβου, υποδεικνύοντας ότι οι δύο είχαν την ίδια μητέρα. Αν και το υποβαθμισμένο DNA δεν επιτρέπει μια οριστική επιβεβαίωση, αυτό φαίνεται να υποδηλώνει ότι οι Ισπανοί είχαν δίκιο και τα οστά του Κολόμβου είναι πράγματι, τελικά, στη Σεβίλλη. Ο καθεδρικός χρονολογείται από τον 15ο αιώνα, είναι δίπλα στο Αλκαζάρ και ναι, είναι και αυτός μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco! Είναι η 4η μεγαλύτερη εκκλησία στον κόσμο – η πρώτη είναι στο Βατικανό , η δεύτερη στη Βραζιλία και η τρίτη στο Μιλάνο – και η μεγαλύτερη γοτθική εκκλησία. Ένας ακόμη λόγος για να την επισκεφθείτε είναι η απίστευτη θέα της πόλης που μπορείτε να έχετε εάν ανεβείτε στον πύργο Giralda. Είναι το μεγάλο καμπαναριό του καθεδρικού ναού ύψους 70 μέτρων. Το ανέβασμα είναι αρκετά εύκολο, καθώς δεν υπάρχουν σκαλοπάτια αλλά μία ράμπα που την περπατάς. Είχε φτιαχτεί με αυτόν τον τρόπο, γιατί αρχικά είχε χτιστεί σαν τέμενος στο οποίο ανέβαιναν οι Μαυριτανοί με τα άλογα για να προσευχηθούν. Ο Manuel μας είπε ότι οι τεράστιες αλυσίδες γύρω από τον καθεδρικό ναό της Σεβίλλης χρησιμοποιούνταν για να σηματοδοτήσουν τα όρια της αστικής και εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας τον 16ο αιώνα: εκείνη την εποχή το δικαίωμα στο άσυλο σήμαινε ότι οι αξιωματούχοι της πόλης, γνωστοί ως alguaciles , δεν επιτρεπόταν να εισέλθουν σε ιερούς χώρους για να συλλάβουν κάποιον, γεγονός που εκμεταλλεύονταν συχνά οι κοινοί εγκληματίες για να ξεφύγουν από την τιμωρία. Μόλις τελείωσε η ξενάγηση (εδώ να προσθέσω ότι σε κανένα από τα κτίρια δεν μπήκαμε μέσα) αποφασίσαμε να πάμε για το αγαπημένο μας: δυο παγωμένες cervezas Cruzcampo και tapas σε ένα από τα μαγαζιά που μας πρότεινε ο Manuel. Καταλήξαμε στο La Sacristia πολύ κοντά στον καθεδρικό, καθώς θα τον επισκεπτόμασταν αργότερα. Μετά από 4-5 μπίρες και αρκετά tapas και με τον λογαριασμό να μην ξεπερνά τα 25 ευρώ, στηθήκαμε στην ουρά για να μπούμε στον καθεδρικό. Προσοχή! Αν δεν έχετε κλείσει ηλεκτρονικά τα εισιτήριά σας θα πρέπει να μπείτε από την πόρτα του Πρίγκηπα. «Χαζέψαμε» στην κυριολεξία με το μέγεθος του ναού και τα αριστουργήματα που βρίσκονται εκεί μέσα. Δεν θεωρείται άδικα, μια από της καλύτερες γκαλερί τέχνης στην Ισπανία με έργα δασκάλων όπως οι Murillo, Velázquez, Goya και Zurbarán. Εκεί που μας έπιασε δέος φυσικά ήταν στο μνημείο με τα οστά του Κολόμβου, και ας μας είχε πει πριν ο Manuel ότι στην ουσία μέσα στο τεράστιο μπαούλο, υπάρχουν όλα κι όλα δυο δάχτυλα, απομεινάρια του μεγάλου θαλασσοπόρου. Για το τέλος αφήσαμε την ανάβαση στην Giralda, με την εκπληκτική θέα σε ολόκληρη την πόλη! Γυρίσαμε κατάκοποι στο ξενοδοχείο μας για την απαραίτητη σιέστα. Το απογευματάκι ξεκινήσαμε για το Metropol Parasol, που αποκαλείται και Setas de Sevilla καθώς αυτή η τεράστια, περίεργη αρχιτεκτονική κατασκευή μοιάζει με μανιτάρια που ξεπετάγονται. Βρίσκεται πάνω από την Plaza de la Encarnación. Με 150 μέτρα μήκος, 70 πλάτος και 28.5 ύψος και 7.500 ξύλινα κομμάτια που ενώνονται με ατσάλινα στοιχεία, θεωρείται η μεγαλύτερη ξύλινη κατασκευή στον κόσμο. Είχαμε διαβάσει ότι αξίζει να πας επάνω στο ηλιοβασίλεμα και να δεις όλη την πόλη και από περιέργεια αποφασίσαμε να κατέβουμε στο -1 που ήταν τα ταμεία για να πάρουμε εισιτήρια. Ε, θα περίμεναν και 70 άτομα στην ουρά! Όταν, δε είδαμε ότι το εισιτήριο ήταν 15 ευρώ το άτομο, κάναμε μεταβολή και επιστρέψαμε στα σκαλάκια. Είχε πάρα πολύ κόσμο και πολλούς καλλιτέχνες του δρόμου. Παρακολουθήσαμε ένα σόου με χορό φλαμένκο και μετά χαθήκαμε στα στενά της παλιάς πόλης, καταλήγοντας για φαγητό στο Giralda, ένα tapas bar που στεγάζεται σε παλιά αραβικά ιαματικά λουτρά. Όλα ήταν πεντανόστιμα. Κατά τις 24.00 το μαγαζί είχε αδειάσει, οπότε πήραμε τον δρόμο της επιστροφής για το ξενοδοχείο. Η επόμενη θα ήταν η τελευταία μας μέρα και νύχτα στην Σεβίλλη!



6η μέρα – Seville

Την επόμενη μέρα ξυπνήσαμε και πάλι νωρίς γιατί θέλαμε να πάμε στην Plaza Espana και να την ευχαριστηθούμε χωρίς πλήθος κόσμου. Εδώ θα σας πω λίγα πράγματα για αυτή την υπέροχη πλατεία, που πραγματικά νομίζω ότι όμοιά της δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Η πλατεία αλλά και το πάρκο της Μαρίας Λουϊζας που βρίσκεται δίπλα, χτίστηκαν μαζί για την Ιβηροαμερικανική Έκθεση του 1929, που εγκαινίασε μια νέα περίοδο ακμής για την πόλη, καθιστώντας τη παγκόσμιο οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο όλου του Ισπανόφωνου κόσμου. Η Plaza de España είναι ένα πολύχρωμο σύμπλεγμα από αψιδωτές στοές, περίτεχνους πύργους στο στυλ της ισπανικής αναγέννησης να πλαισιώνουν τα δύο άκρα της, σιντριβάνια κι ένα κανάλι να περιβάλει το ημικυκλικό της σχήμα. Οι διαστάσεις της εντυπωσιάζουν: με διάμετρο 170μ, συνολική έκταση 50.000 τ.μ. και το κανάλι της να φτάνει σε μήκος τα 515μ., πρόκειται για μια άκρως θεαματική πλατεία. Έξτρα χρώμα στη μνημειώδη κατασκευή από κόκκινο τούβλο δίνουν τα 49 χτιστά παγκάκια από ζωγραφισμένα πλακίδια, που το καθένα αντιπροσωπεύει και μια ισπανική επαρχία. Αφού περιηγηθείτε στην πλατεία, μπορείτε να νοικιάσετε βαρκάκι για μια βόλτα στο κανάλι, περνώντας κάτω από τις 4 γέφυρές του, που συμβολίζουν τα 4 αρχαία βασίλεια

της Ισπανίας. Αφού χορτάσαμε φωτογραφίες και παρακολουθήσαμε και ένα σόου φλαμένγκο από καλλιτέχνες του δρόμου, το πρόγραμμα είχε βόλτα στον εμπορικότερο δρόμο της Σεβίλλης και λίγο shopping. Όχι, όμως, πριν από έναν καφέ και ένα σνακ στο 100 Mondaditos. Πρόκειται για μια αλυσίδα από μαγαζάκια όπου έχουν καφέ, χυμούς, ποτά και έναν κατάλογο με κυριολεκτικά 100 είδη μικρών σάντουιτς με κόστος μόλις 1 ευρώ το καθένα. Ήπιαμε το καφεδάκι μας και αρχίσαμε να τριγυρνάμε στους δρόμους γύρω από την κεντρική Calle Sierpes και την παράλληλή της την Calle Tetuán/Velázquez. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι στους κεντρικούς δρόμους, τύπου Ερμού είχαν τοποθετήσει μεγάλα πανιά ώστε να υπάρχει σκιά και να περπατάνε οι άνθρωποι ανενόχλητοι ακόμη και ντάλα μεσημέρι. Αφού αγοράσαμε μερικά δωράκια, αποφασίσαμε να πάμε για tapas σε ένα μαγαζί, που θεωρείται το πιο παλιό tapas bar της Σεβίλλης: Το Riconcillo. Παρόλο που τα πόδια μας δεν μας κρατάγανε, δεν αντισταθήκαμε στην παρόρμηση να κάτσουμε για tapas στα σταντ και όχι για φαγητό σε τραπέζι. Και αυτό γιατί η ατμόσφαιρα στην πρώτη σάλα μπροστά στο μπαρ ήταν πολύ λιγότερο τουριστική. Στο μπαρ με το τεράστιο ξύλινο πάσο, σημειώνονται οι παραγγελίες και σκουπίζονται πίσω από την πλάτη σου όταν φεύγεις, Παραγγείλαμε μπίρες-κλασικά!- και τρία-τέσσερα tapas: το αγαπημένο μου πια carillada, ένα φοβερό πιάτο με μπακαλιάρο, μια ρώσικη σαλάτα και μελιτζάνες με μέλι. Απέναντί μας κρέμονταν τα jamon και γύρω μας οι ντόπιοι έπιναν τις cervezas τους και γελούσαν δυνατά. Όλα ήταν πεντανόστιμα, αλλά επειδή δεν μας κρατούσαν τα πόδια μας, αποφασίσαμε να πάρουμε το λεωφορείο και να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο για μεσημέρι. Τα λεωφορεία τους όλα έχουν φουλ κλιματισμό, το εισιτήριο μπορείς να το πάρεις από τον οδηγό και κοστίζει 1,40 (για μία διαδρομή) αλλά υπάρχουν φαντάζομαι και κάρτες. Εμείς επειδή το πήραμε δυο-τρεις φορές μόνο δεν μπήκαμε στην διαδικασία να ψάξουμε τι παίζει. Μετά την απαραίτητη σιέστα, βάλαμε τα καλά μας και βολτάραμε για τελευταία φορά στα στενά της Santa Cruz. Η γειτονιά αυτή είναι ανεξάντλητη. Δεν γίνεται να την περπατήσεις με το χάρτη ή το GPS. Η περιπλάνηση στους στενούς δρόμους της είναι πραγματική εμπειρία -όπως διαπιστώσαμε την πρώτη μέρα που χαθήκαμε στα λαβυρινθώδη στενά της. Γλαστράκια με γεράνια κρεμασμένα σε σειρές στους τοίχους. Μπαλκόνια με εξωτερικές ξύλινες περσίδες ή ψάθινα χαλιά που καλύπτουν πατζούρια (από μέσα!) και τζάμια (απ’ έξω!), προφυλάσσοντας από την υπερβολική ζέστη. Καταλήξαμε στο σιντριβάνι μπροστά από τον καθεδρικό, την ώρα που ο ουρανός της πανέμορφης αυτής πόλης βαφόταν μωβ και πετύχαμε μία σοπράνο που έψαλλε ύμνους. Τι συγκλονιστική εικόνα, τι μοναδική εμπειρία για τα μάτια και τα αυτιά μας! Καταλήξαμε -για ακόμη μια φορά- σε ένα tapas bar στον πεζόδρομο πίσω από τον καθεδρικό – Antiguedades Bar de tapas- όπου δοκιμάσαμε την περίφημη ουρά ταύρου (δεν τρελάθηκα αλλά γούστα είναι αυτά). Το κλίμα ήταν πολύ εύθυμο, απέναντί μας τραγουδούσε μια παρέα με κιθάρες, εμείς πίναμε τις τελευταίες cervezas της μέρας, κάπως μελαγχολικοί θα έλεγα που θα έπρεπε να φύγουμε την επόμενη μέρα. Κατά τις 23.30 τα στενά άρχισαν να ερημώνουν, οπότε πήραμε κι εμείς τον δρόμο για το ξενοδοχείο. Όχι, όμως, πριν σταματήσουμε για παγωτό στο La Abuela, όπου κάθε βράδυ γινόταν λαϊκό προσκύνημα και κάτσουμε να το φάμε στα σκαλάκια του καθεδρικού, ακούγοντας τις μελωδίες στο πιάνο από έναν εξαιρετικά ταλαντούχο μουσικό του δρόμου. Αποφασίσαμε να πάρουμε τις τελευταίες μας εικόνες διασχίζοντας την γέφυρα της Τριάνα για μια στερνή φορά.

7η μέρα: Huelva – Ταρίφα – Cadiz

Το επόμενο πρωί μαζέψαμε τα μπογαλάκια μας και πήγαμε να πάρουμε το αυτοκινητάκι μας. Δεν προλάβαμε να βάλουμε τις βαλίτσες στο πορτ-μπαγκάζ και τσουπ! Ήρθαν δύο που μας ρωτήσαν αν φεύγουμε για να παρκάρουν στην θέση μας, κάτι που μας επιβεβαίωσε ότι ναι, ήμασταν πολύ τυχεροί που παρκάραμε free. Το πρόγραμμα έλεγε ότι θα πηγαίναμε να δούμε τις καραβέλες του Κολόμβου. Το Muelle de las Carabelas είναι μια έκθεση στην προκυμαία του Palos de la Frontera με αντίγραφα ζωντανού μεγέθους των τριών πλοίων του Κολόμβου Niña, Pinta και Santa Maria που χτίστηκε για τους εορτασμούς της επετείου των 500 ετών από την ανακάλυψη της Αμερικής. Οι επισκέπτες μπορούν να ανέβουν στα πλοία και να εισέλθουν στο αντίγραφο της καμπίνας του Κολόμβου. Οι περισσότεροι εντυπωσιάζονται από το πόσο μικρά ήταν πραγματικά τα πλοία. Ήταν μια υπέροχη εμπειρία και ειδικά αν έχετε μαζί σας παιδιά, θα εντυπωσιαστούν. Στην συνέχεια ακολουθήσαμε τον παραλιακό δρόμο προς την Ταρίφα. Το πρόγραμμα θα ήταν αρκετά κουραστικό, γιατί αφού φτάναμε στην Ταρίφα θα έπρεπε ουσιαστικά να επιστρέψουμε προς τα πίσω, μιας και η διανυκτέρευσή μας ήταν στην Cadiz. Είχα να τσεκάρω ένα ακόμη τικ στην λίστα με όσα ήθελα να κάνω και αυτό ήταν μια βουτιά στα νερά του Ατλαντικού. Καταλήξαμε στην Canos de Meca. Η ζέστη ήταν αφόρητη και μια βουτιά επιβαλλόταν. Αφού ικανοποίησα και αυτό το απωθημένο, αλλάξαμε στο αυτοκίνητο και συνεχίσαμε παραλιακά από την κάτω πλευρά αυτή την φορά. Εδώ το τοπίο άλλαζε και οι παραλίες θύμιζαν περισσότερο νότιο Κρήτη με απέραντες πουδράτες παραλίες. Πραγματικά υπέροχα. Μακάρι να είχα τρεις μέρες επιπλέον. Τις δύο θα τις πέρναγα σε αυτές τις φανταστικές παραλίες. Πριν από τον τελικό μας προορισμό που δεν ήταν άλλος από την Ταρίφα, περάσαμε από τους αμμόλοφους μετά την παραλία Paloma Baja, στους Dunas de Valdevaqueros. Το τοπίο εντυπωσιακό αλλά η ώρα ήταν ήδη 6 και. Φτάσαμε στην Ταρίφα ακριβώς την ώρα που άνοιγε το θρυλικό Tacoway. Τόσα είχα ακούσει για το μοχίτο του, δεν θα έχανα την ευκαιρία να αράξω και να πιώ το ποτάκι μου με συνοδεία τα απαραίτητα νάτσος. Αφού χαλαρώσαμε λίγο, κάναμε μια βόλτα στην Ταρίφα, η οποία έσφυζε από κόσμο και ήταν όαση μπροστά στην ζέστη των άλλων πόλεων. Όσο και να θέλαμε να καθίσουμε και για φαγητό, η ώρα ήταν περασμένη και έπρεπε να κάνουμε check-in στο ξενοδοχείο μας στην Cadiz. Στην Cadiz ήταν και η πρώτη ήττα που φάγαμε στο θέμα παρκάρω free στην Ισπανία. Αφού μπερδευτήκαμε στα στενά της παλιάς πόλης και δεν βρήκαμε τίποτα, αναγκαστήκαμε να αφήσουμε το αμάξι σε ένα κλειστό παρκινγκ κοντά στον καθεδρικό, όπου ήταν και το ξενοδοχείο μας, το Casual con Duende. Κάναμε ένα γρήγορο μπάνιο και βγήκαμε κατευθείαν έξω προς αναζήτηση τροφής! Έλα μου όμως που η ώρα ήταν περασμένες 11 και σε όλα τα εστιατόριο ή tapas bar είχε κλείσει η κουζίνα. Καταλήξαμε στα αγαπημένα Mc Donalds στην Plaza de San Juan de Dios. Τα μάτια μας έκλειναν. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και πέσαμε σαν νεκροί. Την επόμενη μέρα θα κάναμε την βόλτα μας στην Cadiz.

8η μέρα Cadiz – Jerez de la Frontera – Setenil de las Botegas – Ronda

Το επόμενο πρωί σηκωθήκαμε νωρίς για να προλάβουμε να δούμε και λίγο από Cadiz, μιας και είχαμε βάλει στόχο να φύγουμε κατά τις 12, ώστε να κάνουμε μια βόλτα στα λευκά χωριά μέχρι την Ρόντα, όπου θα ήταν η τελευταία μας διανυκτέρευση. Ήπιαμε ένα καφεδάκι μπροστά στον Καθεδρικό και χαθήκαμε στα στενάκια αυτής της όμορφης παραλιακής πόλης. Καταλήξαμε στην αγορά της, που έσφυζε από κόσμο και ζωή. Απέξω είχε ένα κιόσκι που ετοίμαζε churros με μια απίστευτη ουρά. Κάναμε και μια βόλτα στην απέραντη παραλία της και κατευθυνθήκαμε προς το parking, όπου πληρώσαμε 12 ευρώ. Δυστυχώς το Castillo de San Sebastian -όπου γυρίστηκαν σκηνές από το Die Another Day- ήταν προσωρινά κλειστό για συντήρηση. Η επόμενη στάση μας ήταν στο Jerez de la Frontera. Βρήκαμε free parking έξω από το Alcazar και ξεκινήσαμε την βόλτα μας. Ο ήλιος έκαιγε και ήταν λες και ήμασταν εντελώς μόνοι. Περάσαμε τον καθεδρικό και σε μια πλατεία με διάσπαρτα tapas bar, αποφασίσαμε να κάνουμε την γνωστή πια στάση για δυο παγωμένες μπίρες. Ο κόσμος ήταν πολύς και η ατμόσφαιρα ήταν πολύ χαρούμενη. Όλοι έπιναν και χαλάρωναν. Παραγγείλαμε και μια ποικιλία με τηγανητά ψάρια και τα λεγόμενα «chocos», τα δικά τους τηγανητά καλαμαράκια. Εγώ ζήτησα και ένα ποτήρι από το σέρι, το κρασί της περιοχής. Το Jerez de la Frontera είναι διάσημο για τα botegas του και τα υπέροχα άλογα, εκεί άλλωστε βρίσκεται και η έδρα της Βασιλικής Σχολής Ιππικής Τέχνης. Αφού χορτάσαμε και ξεδιψάσαμε πήραμε τον δρόμο προς τα πίσω με ένα παγωτό χωνάκι στο χέρι. Βάλαμε στο GPS τον επόμενο προορισμό μας. Θέλαμε να πάμε στο Setenil de las Botegas. Είχα δει στο Instagram τα βιντεάκια με τα σπίτια και τα μαγαζιά που είχαν κυριολεκτικά για ταβάνι τους απόκρημνους βράχους και δεν κρατιόμουν να τα δω από κοντά. Φτάσαμε, αφήσαμε το αμάξι ψηλά και κατεβήκαμε με τα πόδια. Το Setenil de las Botegas είναι μια πόλη χτισμένη στις δύο πλευρές ενός μικρού ποταμού, του Rio Trejo, ο οποίος διασχίζει ένα μικρό φαράγγι. Στην μια πλευρά του φαραγγιού υπάρχει ένα τεράστιος βράχος και ορισμένοι από τους κατοίκους, για να κατασκευάσουν τα σπίτια τους, χρησιμοποίησαν σπηλιές ή κοιλώματα του βράχου και έχτισαν τους εξωτερικούς τοίχους των σπιτιών τους. Η ώρα ήταν κάπως περίεργη και δεν είχε καθόλου κόσμο, οπότε πέρα από μια βόλτα και μερικές φωτογραφίες δεν κάναμε κάτι άλλο. Ήθελα να φτάσω στην Ρόντα μέχρι τις 16.00 για να προλάβουμε να ξεκουραστούμε και να βγούμε για φαγητό το απόγευμα, για να προλάβουμε να φάμε αυτή τη φορά. Στην διαδρομή μέχρι την Ρόντα σταματήσαμε σε ένα από τα πολλά χωράφια γεμάτα ηλιοτρόπια. Προσπαθούσα να τα φανταστώ πώς θα ήταν πάνω στην άνθισή τους. Το τοπίο θα ήταν μαγευτικό! Φτάνοντας στην Ρόντα είχα ψιλοαγχωθεί. Είχα κλείσει δωμάτιο στο Hotel Soho Boutique Palacio San Gabriel. Είχα συνεννοηθεί από πριν για το parking. Το κόστος για μια μέρα επειδή μέναμε στο ξενοδοχείο ήταν 12 ευρώ. Οπότε σταματήσαμε έξω από το ξενοδοχείο, κατεβάσαμε τα πράγματα και πήγα να κάνω check-in και να πάρω την κάρτα για να πάμε να αφήσουμε το αμάξι. Ό,τι και να πω για αυτό το συγκεκριμένο ξενοδοχείο είναι λίγο. Όλη του η αύρα είναι λες και βρίσκεσαι σε μια άλλη εποχή. Το λάτρεψα! Δεν σταματούσα να τραβάω φωτογραφίες και βίντεο. Πλήρωσα 5 ευρώ ως εγγύηση για την κάρτα του parking, πήρα τις οδηγίες για το πού είναι και πήγαμε να αφήσουμε το αμάξι. Μετά γυρίσαμε στο φοβερό μας δωμάτιο – ο Κωστάκης δεν εντυπωσιάστηκε, είναι πιο πολύ φαν του μοντέρνου στυλ- για ξεκούραση. Από νωρίς το απόγευμα, ακούγαμε απέξω πολύ κόσμο, φωνές, φασαρία, μουσικές…. Αναρωτηθήκαμε τι συνέβαινε. Ο ευγενικός ρεσεψιονίστ μας ενημέρωσε ότι ήταν η «Λευκή Νύχτα», φεστιβάλ με πλήθος οργανώσεων στην πόλη (θεατρικά δρώμενα, χορευτικές παραστάσεις, συναυλίες κτλ.) Είχαμε ενθουσιαστεί. Μετά από μια βόλτα στα στενά δρομάκια και τις πλατειούλες κατηφορίσαμε προς την παλιά γέφυρα. Εντάξει…. Πάθαμε πλάκα. Ο άντρας μου συνεχώς με ρωτούσε πού ανακάλυψα αυτό το μαγικό μέρος. Όλη η πόλη είναι λες και αιωρείται πάνω στους μεγαλειώδεις βράχους. Και αυτή η γέφυρα! Αυτό το στολίδι της αρχιτεκτονικής. Δίνει τόσο χαρακτήρα στο ήδη μοναδικό τοπίο. Βολτάραμε τρισευτυχισμένοι, γιατί η ατμόσφαιρα ήταν να το πω απλά, μαγική…. Όλοι φορούσαν τα καλά τους, στην πλατεία περνάγανε μπουλούκια με θεατρίνους και ξυλοπόδαρους….. Παρακολουθήσαμε ένα θεατρικό δρώμενο, τύπου Ρωμαίος και Ιουλιέτα στην Plaza Espana και μια παράσταση φλαμένγκο από χορευτικές ομάδες λιλιπούτιων χορευτριών! Αξιολάτρευτες! Περάσαμε από την αρένα ταυρομαχιών, που θεωρείτε η αρχαιότερη της Ευρώπης και την ώρα που έδυε ο ήλιος και έβαφε πορτοκαλί τον ουρανό καταλήξαμε στο Mirador για την θέα από ψηλά. Το στομαχάκι μας όμως διαμαρτυρόταν και έπρεπε να βρούμε κάπου να κάτσουμε γιατί ο κόσμος ήταν πολύς και η ώρα ήδη περασμένη. Αποφάσισα να κάτσουμε στο Lechuguita μετά τα διθυραμβικά σχόλια που είχα ακούσει εδώ. Φτάνουμε από έξω και τι να δω… Η ουρά ήταν τουλάχιστον δεκαπέντε άτομα. Μια φοβερή τύπισσα στην πόρτα έκανε κουμάντο. Κάθε φορά που έβγαινε κάποιος, έβαζε τους επόμενους μέσα. Απέξω είχε έναν κατάλογο με όλα τα tapas του μαγαζιού, οπότε για να περάσει η ώρα αρχίσαμε να διαβάζουμε και να διαλέγουμε για να είμαστε έτοιμοι να παραγγείλουμε μόλις μπαίναμε μέσα. Και σε περίπου είκοσι λεπτάκια, μπήκαμε και σκαρφαλώσαμε σε δυο σκαμπό απέναντι από το μπαρ. Η φιλοσοφία είναι η εξής: σου δίνουν ένα δελτίο με όλα τα πιάτα, που δίπλα έχει κουτάκια για να συμπληρώσεις πόσα θες…. Σαν να συμπληρώνεις δελτίο Τζόκερ ένα πράγμα…. Πιάσαμε το στυλό και τα σημειώσαμε γρήγορα-γρήγορα…. Το δώσαμε στην κυριούλα και στο μεταξύ πήραμε δυο μπιρίτσες από το μπαρ που δεν προλάβαινε να εξυπηρετεί τους διψασμένους πελάτες…. Τα tapas δεν άργησαν καθόλου. Τα περισσότερα ήταν σε μορφή μικρών σάντουιτς και τιμές γύρω στα 1,5 ευρώ. Όσο για το μαγαζί, τι να πω…. Παραδοσιακό, χαλαρή ατμόσφαιρα…. Μου άρεσε τρελά…. Λίγο πριν κλείσει η κουζίνα η ευγενική κυρία μας ρώτησε αν θα θέλαμε και κάτι ακόμα. Εννοείται πως παραγγείλαμε άλλη μία από αυτά που μας άρεσαν περισσότερο…. Έξω στον δρόμο και στο απέναντι μαγαζί ο κόσμος όρθιος έπινε και έτρωγε tapas, μιλώντας και γελώντας δυνατά. Βγήκαμε έξω και νιώσαμε την αύρα της νύχτας. Στο πάρκο Alameda del Tajo είχε μια συναυλία με παραδοσιακή μουσική – λόγω της ημέρας. Αγκαλιασμένοι σταματήσαμε για ένα τελευταίο παγωτάκι στην πλατεία, είδαμε για άλλη μια φορά την συγκλονιστική θέα από την γέφυρα και επιστρέψαμε για νανάκια. Το ταξίδι μας έφτανε στο τέλος του. Είχα συνάμα μια γλυκιά μελαγχολία αλλά και χαρά για την επόμενη -και τελευταία- μέρα.

9η μέρα Ronda – Juzcar – Estepona – Castillo de Colomares – Marbella - Malaga

8 το πρωί που όλη η πλάση ησύχαζε και δεν κυκλοφορούσε ψυχή μετά το χθεσινό ξεφάντωμα, αποφάσισα ότι ήθελα να βγω και να δω την Ρόντα χωρίς τις ορδές των τουριστών. Ξεκινήσαμε για μια μεγάλη βόλτα, φτάσαμε μέχρι την Puerta de Almocabar και καταλήξαμε για καφέ στην Plaza del Socorro, όπου δεσπόζει το άγαλμα του Ηρακλή και το τεράστιο σιντριβάνι. Μέχρι τις 11 έπρεπε να αφήσουμε το δωμάτιο, οπότε πήραμε βαλίτσες και αποχαιρετήσαμε το μαγικό αυτό μέρος με την υπόσχεση να επιστρέψουμε κάποτε. Επόμενη στάση: το χωριό των Στρουμφ, το Juzcar. Δεν μπορώ να πω ότι εντυπωσιάστηκα. Περίμενα περισσότερα … στρουμφ! Να φταίει που πάλι ήταν ντάλα ο ήλιος μέσα στο μεσημέρι και δεν υπήρχε ψυχή πουθενά; Δεν ξέρω…. Κάναμε μια μεγάλη βόλτα και ξαναμπήκαμε πάλι στο αυτοκίνητο για να πάμε προς Estepona. Από ένα σημείο και μετά το GPS μας έδινε για πρώτη φορά εναλλακτική διαδρομή με διόδια. Μέχρι τότε πουθενά δεν συναντήσαμε διόδια. Αποφασίσαμε να πάμε χωρίς διόδια, οπότε δεν μπορώ να σας πω και τι τιμές παίζουν. Ούτως ή άλλως και πιο μετά που γυρίσαμε στην Marbella η διαφορά στην ώρα αν πηγαίναμε με διόδια ή χωρίς ήταν ελάχιστη οπότε... Στην Estepona αφήσαμε το αμάξι σε μια free θέση και ξεκινήσαμε να βολτάρουμε. Η πόλη αυτή είναι απίστευτα αρχοντική. Αυτό το επίθετο της ταιριάζει καλύτερα από όλα νομίζω. Είναι γεμάτη, αλλά γεμάτη λουλούδια και χρώματα, με καταπληκτικά, φαρδιά πεζοδρόμια, στα οποία χαιρόσουν να περπατάς ακόμη και με 41 βαθμούς. Κάτι τέτοιες στιγμές κάνεις συγκρίσεις με την πόλη που ζεις και σε πιάνει μια θλίψη στην καλύτερη περίπτωση και οργή για την κατάντια της στην χειρότερη. Κατευθυνθήκαμε προς την παλιά πόλη με τα χαρακτηριστικά γλαστράκια με τα λουλούδια στους τοίχους, περάσαμε απίστευτα σιντριβάνια και πολύχρωμες γωνιές με όμορφα πλακάκια και καταλήξαμε και πάλι σε μια πλατειούλα που είχε πολύ κόσμο για τι άλλο; Μπίρες και tapas. Ήταν η ώρα μας άλλωστε και είπαμε… Αν δεν πίναμε την μπιρίτσα μας και δεν τσιμπάγαμε, δεν πήγαινε καλά η μέρα. Καθίσαμε στο La Surena. Στην συνέχεια κάναμε βόλτα στην παραλιακή, που ήταν από τις πιο ωραίες που έχω δει. Όλος ο κόσμος ήταν τόσο χαλαρός…. Τους έβλεπες να περπατάνε χαλαρά με τα καρεκλάκια τους παραμάσχαλα, φτάνανε με τα πόδια στην παραλία και αράζανε… Ούτε αμάξια να μπλοκάρουν όλον τον τόπο, κόρνες, φασαρία, ξαπλώστρες να έχουν χτίσει τις παραλίες, κίνηση, φασαρία και πανικός…. Τίποτε από όλα αυτά. Να πω ότι ζήλεψα; Ζήλεψα πολύ. Έχουν μια ποιότητα ζωής που εδώ την έχουμε χάσει και φταίμε εμείς για αυτό. Και θεωρητικά δεν έχουμε ιδιαίτερες διαφορές από τους Ισπανούς. Μεσογειακοί λαοί και οι δύο, θορυβώδεις, πάνω-κάτω οι ίδιοι μισθοί αλλά καμία σχέση ο τρόπος που ζουν. Πώς χάσαμε έτσι τον δρόμο μας ρε παιδιά; Πώς μας κατάπιε το άγχος και η μανία για κέρδος; Με αυτές τις σκέψεις γυρίσαμε ξανά στο αμάξι. Το πρόγραμμα έλεγε Marbella, εξάλλου αυτή ήταν στον δρόμο μας προς την Μάλαγα αλλά έλα που εγώ ήθελα να πάω στο Castillo de Colomares… Οπότε σε αυτή την φάση, κι επειδή την Marbella ήθελα να την δω χαλαρά το απόγευμα που θα είχε πέσει και λίγο η ζέστη κάναμε ένα πίσω-μπρος. Δηλαδή οδηγήσαμε από Estepona παραλιακά προς Colomares που είναι στη Benalmadena, 25 περίπου χιλιόμετρα από την Μάλαγα. Το όμορφο αυτό μνημείο -γιατί περί μνημείου πρόκειται- χτίστηκε μεταξύ 1987 και 1994 ως φόρος τιμής στα ταξίδια και τις περιπέτειες του Χριστόφορου Κολόμβου. Σε έκταση 1.500 μέτρων, είναι το μεγαλύτερο μνημείο στον κόσμο για τον εξερευνητή, αλλά περιέχει επίσης τη μικρότερη εκκλησία στον κόσμο, που καλύπτει ένα έκτασης μόλις 1,96 τ.μ. Αφού κάναμε την βόλτα μας και βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, πήραμε τον δρόμο για Marbella. Η ώρα ήταν ήδη 6μιση και γύρω στις 11 έπρεπε να παραδώσουμε το αμάξι στο αεροδρόμιο. Είχαμε λίγες ώρες που βέβαια δεν ήταν αρκετές. Αφήσαμε το αμάξι σε μια free θέση έξω από την παλιά πόλη και πιασμένοι χέρι-χέρι με μια γλυκιά θλίψη για το ταξίδι που τελείωνε σιγά-σιγά, χαθήκαμε στα στενάκια της διάσημης Marbella. Εδώ είδα τον περισσότερο κόσμο που είδα σε όλο το ταξίδι και την μεγαλύτερη πολυτέλεια. Όμορφα ξενοδοχεία, ακριβά αυτοκίνητα, πολυτελείς μπουτίκ. Δεν είχαμε τον άπλετο χρόνο και την ενέργεια να την γυρίσουμε όπως θα θέλαμε. Επί της ουσίας κάναμε βόλτα στα στενά, μπήκα σε κάνα-δυο μαγαζάκια για ψώνια και καταλήξαμε στην παραλία της. Γινότανε πανικός! Δεν μπορώ να σχηματίσω ολοκληρωμένη άποψη, αφού είδαμε μόνο ένα μικρό κομμάτι της αλλά το σίγουρο είναι ότι μου γέννησε την επιθυμία να αλλάξω τα εισιτήρια της επιστροφής και να κάτσω δυο μέρες παραπάνω… Ένα τελευταίο κοκτέιλ για να αποχαιρετήσουμε με στυλ την Ισπανία επιβαλλόταν. Στον δρόμο για το αυτοκίνητο έβλεπα τον κόσμο να μαζεύεται για φαγητό στα όμορφα μαγαζάκια. Όλα τα ωραία τελειώνουν κάποτε, οπότε πήραμε το αυτοκινητάκι μας και αφού βάλαμε βενζίνη (1,729 / λίτρο) ξεκινήσαμε με τελικό προορισμό το αεροδρόμιο. Τσεκάραμε το αμάξι για ξεχασμένα αντικείμενα – όχι πολύ καλά από ότι φάνηκε γιατί όταν επιστρέψαμε συνειδητοποίησα ότι δεν έιχα τον φορτιστή μου- αφήσαμε τα κλειδιά στο ειδικό κουτί – Σάββατο 11 το βράδυ εννοείται ότι δεν είχαν υπάλληλο- και κατευθυνθήκαμε προς το check-in της Aegean κατάκοποι αλλά γεμάτοι με εικόνες και αναμνήσεις. Δεν θέλω καν να αναλύσω τα χάλια της Aegean (καθυστέρηση πτήσης, αναμονή δύο ώρες όρθιοι για να δώσουμε βαλίτσες, αναμονή μία ώρα μέσα στο αεροπλάνο στο Ελ. Βενιζέλος γιατί δεν είχαν προσωπικό να έρθει με λεωφορείο να μας πάρει, αναμονή δύο ώρες για τις βαλίτσες – είχα σχεδόν αποχαιρετίσει τα σουβενίρ που αγόρασα). Θα πω μόνο ότι με το που βάλαμε μπροστά το αμάξι μας στους δρόμους της Αθήνας, φάγαμε ένα γερό χαστούκι που μας προσγείωσε στην πραγματικότητα… Είχαμε ξεχάσει βλέπεις τόσες μέρες τι σημαίνει λακκούβα…. Εδώ τελειώνει και αυτό το road-trip. Θα πω μόνο ότι θα ήθελα να έχω δυο με τρεις μέρες ακόμα για να χαρώ τις παραλίες της Ταρίφα, μία διανυκτέρευση οπωσδήποτε στην Marbella και επίσκεψη και σε άλλα λευκά χωριά, όπως το Castil, Grazalema, Olvera, Algar, Mijas... Δυστυχώς επειδή ήθελα να δω πολύ την Σεβίλλη και να μην κόψω μέρες από τις πόλεις κι επειδή λόγω ζέστης ήταν πολύ δύσκολη η παραμονή στα χωριά (ειδικά τις ώρες που πηγαίναμε εμείς) δεν είδα όσα θα ήθελα. Επίσης θεωρώ ότι αξίζει πολύ και το κομμάτι της Αλμερίας, το οποίο δεν αγγίξαμε καθόλου. Θα πω μόνο ότι εντυπωσιάστηκα από την Ανδαλουσία, λάτρεψα τα vibe της, αγάπησα τους ανθρώπους της, την κουζίνα της, τις μυρωδιές και τα χρώματά της. Η γνωριμία με αυτή την χώρα δεν τελειώνει εδώ….
 

Attachments


Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.195
Μηνύματα
883.533
Μέλη
38.899
Νεότερο μέλος
RDESPOINA

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom