gkalla
Member
- Μηνύματα
- 1.658
- Likes
- 8.759
- Επόμενο Ταξίδι
- Ισπανία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κούβα, Περού, Ν. Ζηλανδία
Αγώνας δρόμου στα 4 σημεία του ορίζοντα
Πουρνό πουρνό, (κατά τις 11…), μετά την όχι και πολύ επιτυχημένη επίσκεψη μας στην γειτονική πεκάρα (φούρνο) ξεκινήσαμε να απολαύσουμε την μόνη ημέρα μας στην πόλη.
Εκκίνηση από την πεζοδρομημένη Kneza Mihaila, τον κεντρικότερο εμπορικό δρόμο της πόλης.
Σ’ όλη την διαδρομή, παρόλο που ήδη η θερμοκρασία είχε ανέβει κι ο ήλιος έκαιγε, θαυμάσαμε ένα πλήθος εξαιρετικών κτιρίων.
Λίγο πριν το τέλος είδαμε το κτίριο του μουσείου σύγχρονης τέχνης Zepter αλλά κι ένα ακόμη ναό διαχρονικής τέχνης αφιερωμένο στο ελληνικό σουβλάκι…
Φτάνοντας στο τέρμα και λίγο πριν περάσουμε απέναντι, στο κάστρο Kalemegdan, ξαφνικά αρχίσαμε να βλέπουμε μεγάλα γκρουπ νέων ντυμένων με παραδοσιακές φορεσιές κι αντιληφθήκαμε ότι κάποιο δρώμενο ήταν προγραμματισμένο μέσα στους κήπους του κάστρου.
Έτσι μπήκαμε στους κήπους του Kalemegdan συναντώντας πρώτα το Μνημείο Ευγνωμοσύνης προς την Γαλλία.
Αμέσως μετά αρχίσαμε να περνάμε μερικές από τις εξωτερικές κι εσωτερικές πύλες του κάστρου, αρχικά από την πύλη του Καραγιώργη και κατόπιν από την πύλη Inner Stambol Gate, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο μικρό μαγαζάκι στο εσωτερικό της 2ης.
Εκεί πέρα από τον πύργο του ρολογιού βρίσκονταν τα υπαίθρια πολεμικά εκθέματα με αρκετά τανκς και κανόνια (Outdoor Artillery and Tank Exhibit). Φυσικά εμείς είχαμε να προσφέρουμε το “βλήμα” (για να πούμε και καμιά κρυάδα).
Σε λίγο βρεθήκαμε στα παρατηρητήρια του κάστρου προς την φαντασμαγορική ένωση των 2 μεγάλων ποταμών, του Σάβα και του Δούναβη. Δεν ξέρω γιατί αλλά πάντα είχα καημό να την δω κι η πραγματικότητα καθόλου δεν με απογοήτευσε.
Είδαμε από εκεί, κάπου στο βάθος, τον πύργο Nebojsa (εκείνος που δεν φοβάται) όπου φυλακίστηκε και πέθανε ο Ρήγας Φεραίος. Φυσικά χρόνος για επίσκεψη δεν υπήρχε.
Το άγαλμα του νικητή ορθωνόταν στην γωνιά του κάστρου αγναντεύοντας τον Σάβα και το Βελιγράδι ενώ ακριβώς δίπλα υπήρχε το κτίριο που στεγάζει το Ινστιτούτο για την προστασία των πολιτιστικών μνημείων της πόλης. Στο βάθος επιπλέον ξεχώριζε το στιβαρό κτίριο του πολεμικού μουσείου.
Η ζέστη είχε αρχίσει να μας ζαλίζει στους ανοιχτούς χώρους του Kalemegdan κι έτσι βγήκαμε από την Βασιλική πύλη κατηφορίζοντας πια, έξω από τα τείχη, προς την πλευρά του ποταμού Σάβα.
Σε λίγο συναντήσαμε την εκδήλωση με τους παραδοσιακούς χορούς με τα νεαρά παιδιά που φορούσαν τοπικές στολές, να ποζάρουν όλο χαρά για τον φακό μας. Σταθήκαμε λίγη ώρα εκεί ακούγοντας τις διάφορες τοπικές μουσικές τους, που δεν απείχαν πολύ από τις δικές μας.
Βγαίνοντας οριστικά από τους κήπους του κάστρου βρεθήκαμε σε μια γειτονιά με αρκετά ιστορικά κτίρια όπως αυτό της αυστριακής πρεσβείας και την κατοικία του πρώτου πρίγκηπα και της πριγκίπισσας Ljubice της νεότερης Σερβίας (Konak kneginje Ljubice), ένα διώροφο αρχοντικό με χαρακτηριστική βαλκανική και οθωμανική αρχιτεκτονική.
O καθεδρικός του Αρχάγγελου Μιχαήλ (Holy Archangel Michael) και η βιβλιοθήκη του πατριαρχείου της Σερβίας (Library of Serbian Patriarchate) στην διασταύρωση των Kralja Petra και Kneza Sime Markovića τράβηξαν επίσης την προσοχή μας, ιδιαίτερα ο καθεδρικός που είχε αρκετές δυτικότροπες τοιχογραφίες και πίνακες.
Φτάνοντας κοντά στην σύγχρονη γέφυρα Brancov μπήκαμε σ’ ένα λεωφορείο με κατεύθυνση την γειτονιά Zemun. Το Zemun είναι μια συνοικία με κτίρια και γενικότερο χρώμα από την εποχή της Αυστροουγγαρίας, καθώς φτιάχτηκε την περίοδο που το Βελιγράδι ανήκε εκεί.
Καθώς το κυριότερο αξιοθέατο της περιοχής είναι ο πύργος Gardos tower που χτίστηκε από τους Αυστριακούς (ή αλλιώς The Millenary Monument) κατευθυνθήκαμε αμέσως προς τα εκεί ανεβαίνοντας τα άπειρα σκαλάκια με την γλώσσα έξω (εγώ και κάτι πιτσιρικάδες γερμανοί κυρίως, γιατί ο νεολαίος @stonerolling ανέβηκε τρέχοντας και χοροπηδώντας).
Φτάνοντας στον πύργο διαπιστώσαμε πως είναι σημείο γαμήλιων φωτογραφήσεων, με ένα ζευγάρι να είναι επί το έργον, μαζί με τις κουμπάρες του κι ένα ακόμη να περιμένει την σειρά του. Τις κουμπάρες τις φωτογράφισε εν αγνοία τους ο @stonerolling με τον superzoom φακό του βάζοντας εμένα ως δόλωμα - μοντέλο κι αφού με «καθοδήγησε», βρίζοντας με, έως ότου πάρω την θέση που τον βόλευε. Τελικά, όπως μπορείτε να δείτε, ο φακός με προσπέρασε ξυστά για να βρει τον ομολογουμένως αξιόλογο στόχο.
Εμάς όμως μας τράβηξε το διπλανό καφέ με την προνομιούχα βεραντούλα του με θέα προς το Zemun, την εκκλησία του Αγίου Νικολάου που είναι η παλαιότερη του Βελιγραδίου (μέσα του 18ου αιώνα) αλλά κυρίως προς τον Δούναβη που έκλεβε την παράσταση. Εκτός όμως της θέας, το κατάστημα προσέφερε παγωμένες μπυρίτσες και φυσικά δεν θα χάναμε τέτοια ευκαιρία για ξεδίψασμα.
Όταν ξεκουραστήκαμε αρκετά κατηφορίσαμε προς την παραποτάμια περιοχή του Δούναβη (Zemunski kej) περνώντας από σοκάκια και σπίτια άλλα συντηρημένα κι άλλα όχι, αλλά πάντως με ωραίο στυλ.
Στην “παραλία” Zemunski kej διαπιστώσαμε πως υπάρχουν πολλά καφέ και εστιατόρια με τραπεζάκια έξω και πολύ κόσμο να κάθεται ή να κάνει την βόλτα του στην πολύ προσεγμένη περιοχή.
Περάσαμε ακόμη από την πλατεία Veliki trg με πολλά καφέ και εστιατόρια αλλά και μια υπαίθρια αγορά της πόλης, την Zemunska pijaca, έτσι για να πάρουμε εικόνες και μυρωδιές από την ζωή των ντόπιων.
Βγαίνοντας από την αγορά “πέσαμε” πάνω στο δημαρχείο του Zemun και μέσα από διάφορα στενά φτάσαμε στην στάση των λεωφορείων με σκοπό να κινηθούμε προς μια άλλη περιοχή της πόλης, την παραλία του Βελιγραδίου…
Όταν πρωτοάκουσα την φράση “Παραλία Βελιγραδίου” γέλασα. Πως γίνεται μια χώρα χωρίς πρόσβαση στην θάλασσα (μετά το 2006 που η Σερβία και το Μαυροβούνιο χωρίστηκαν οριστικά) να έχει παραλία; Ε να που γίνεται. Αν δεν έχεις παραλία στη θάλασσα φτιάχνεις μια στο ποτάμι.
Στο νησί Ada Ciganlija του ποταμού Σάβα κατασκευάστηκε ένα είδος καναλιού με ελεγχόμενη ροή (θα το έλεγες και λίμνη) και στις 2 απέναντι πλευρές, του νησιού και της απέναντι ακτής δημιουργήθηκαν τεχνητές πλαζ με βότσαλο. Η περιοχή γρήγορα αναπτύχθηκε, γέμισε άπειρα μπιτς μπαρ κι εστιατόρια κι έφτασε να μοιάζει με παραλία νησιού λίγο στριμωγμένη βέβαια και φυσικά λιγότερο γραφική. Το καταπράσινο πάρκο που βρίσκεται πίσω από τις παραλίες προσέφερε επίσης κι άλλες επιλογές διασκέδασης και χαλάρωσης για τους ντόπιους.
Ο @stonerolling όταν άκουσε την ύπαρξη της παραλίας αμέσως έβαλε το μαγιό του στην βαλίτσα, παρά τις δικές μου συμβουλές. Ότι κι αν του έλεγα αυτός δεν άκουγε κι έκανε του κεφαλιού του όπως και πέρυσι στο Γκντάνσκ. Του έλεγα ότι προτιμώ να πάω να δω το μουσείο Γιουγκοσλαβίας και το μαυσωλείο του Τίτο κι ότι δεν προλαβαίνουμε και τα 2 αλλά αυτός επέμενε. Παραλία, παραλία, παραλία… Κι έτσι του έγινε η χάρη.
Μετά από μια αρκετά μεγάλη διαδρομή κι αλλαγές λεωφορείων φτάσαμε στην περιοχή και περάσαμε στο Ada Ciganlija. Πάντως η εικόνα που βλέπαμε από μακριά δεν έμοιαζε ιδιαίτερη ελκυστική.
Πλησιάζοντας τα πράγματα βελτιώθηκαν κάπως..
αν και η ύπαρξη ενός μεγάλου μεταλλικού φράχτη, η όψη των σχετικά θολών νερών και του πετρώδους βυθού, έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα στα όνειρα του @stonerolling για κολύμπι.
Αποφασίσαμε τελικά να πιούμε μια - δυό δροσερές τσέχικες μπυρίτσες Staropramen, σ’ ένα από τα μπιτσόμπαρα, αφιερώνοντας λίγο χρόνο στο people watching κι όταν πια αισθανθήκαμε ξεκούραστοι, αναχωρήσαμε με κατεύθυνση την πόλη και την γειτονιά Dorćol με βασικό μας σκοπό το φαγητό καθώς η ώρα ήταν πια 5 το απόγευμα και πεινούσαμε.
Είχαμε επιλέξει να επισκεφτούμε μια εναλλακτική εσωτερική πλατεία, την Dorćol Platz, ένα χώρο που φιλοξενεί συνήθως εκθέσεις τέχνης και συναυλίες και στην οποία υπάρχει επιπλέον μια μικρή μπυραρία (Gvint pivara). Δυστυχώς, λόγω της ώρας πιθανόν, η περιοχή δεν είχε καθόλου κόσμο και η μπυραρία δεν σερβίριζε φαγητό, μόνο μπύρες. Στην σκηνή όμως γινόντουσαν ετοιμασίες οπότε το βράδυ φαίνεται πως θα έπαιζαν κάποια γκρουπάκια αλλά εμείς είχαμε άλλα σχέδια.
Φύγαμε λοιπόν και περπατώντας στην ήσυχη γειτονιά πήγαμε σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο (Trattoria Pepe), αρκετά κυριλέ, που όχι μόνο δεν μας ικανοποίησε αλλά και το πληρώσαμε αρκετά παραπάνω από οτιδήποτε άλλο στην πόλη. Λόγω της μεγάλης μας πείνας πάντως, καταβροχθίσαμε τα πάντα και γυρίσαμε στο διαμέρισμα για να φρεσκαριστούμε και να ξεκουραστούμε πριν βγούμε για την 2η και τελευταία βραδινή μας βόλτα στο Βελιγράδι.
Ξεκινήσαμε από το μπαρ - λαϊβάδικο Bluz I Pivo όπου ξέραμε ότι γύρω στις 21:00 θα έπαιζαν κάποιοι παλιο-ροκάδες, οι Texas Flood. Μπήκαμε πληρώνοντας μια είσοδο 500 RSD, πήραμε τα πρώτα ποτά μας, πάντα σε λογικές τιμές και σε λίγο το συγκρότημα ξεκίνησε δυναμικά να παίζει. Γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια της ροκ, μπλουζ, φάνκ κι άλλων παρόμοιων στυλ, καλοπαιγμένων και καλοτραγουδισμένων (παρόλο που κάποιες φορές άλλαζαν τους στίχους στα σέρβικα) μας έβαλαν γρήγορα στο κέφι.
Ο @stonerolling όπως πάντα ξεσάλωσε, χορεύοντας μέχρι τελικής πτώσεως με το χαρακτηριστικό του στυλ (όλα τα τραγούδια χορεύονται με τον ίδιο τρόπο
)
Το live τελείωσε λίγο πριν τη 01:00 αλλά εμείς φυσικά δεν είχαμε καμία όρεξη να μαζευτούμε. Ρωτώντας τον σερβιτόρο του Bluz I Pivo πήραμε την πληροφορία για ένα μπαρ με ροκ μουσική στο κέντρο της πόλης, το Beogradski Manijak, το οποίο άνοιγε εκείνη την ώρα περίπου κι έκλεινε μετά τις 4:00-5:00.
Καθοδόν διαπιστώσαμε πως όλη η πόλη ήταν στο πόδι! Άπειρος κόσμος κυκλοφορούσε ή περίμενε τα νυχτερινά ΜΜΜ που σημειωτέων είναι τελείως δωρεάν.
Φτάσαμε στο Beogradski Manijak που η είσοδός του ήταν σε μια υπόγεια διάβαση και μπήκαμε λίγο διστακτικά καθώς η εικόνα της σκοτεινής εισόδου με τους μπράβους δεν μας έκανε να αισθανόμαστε άνετα. Τελικά τα πράγματα εξελίχθηκαν φυσιολογικά και σιγά σιγά, με την βοήθεια του αλκοόλ, ενσωματωθήκαμε. Ο χώρος και η μουσική θύμιζαν παλιό Punk και New Wave παρακμιακό μπαρ των ‘80. Οι επιλογές των ποτών ήταν ελάχιστες αλλά, αν έρχεσαι στο κέφι, όλα είναι μια χαρά. Κάναμε και τις γνωριμίες μας, με μερικούς ντόπιους, που παρόλα τα πολύ φτωχά τους αγγλικά επικοινώνησαν μαζί μας μια χαρά. Όταν δε έμαθαν ότι ο @stonerolling είναι ΠΑΟΚ (Τύποις, δεν ασχολείται σχεδόν καθόλου), δηλαδή αδερφός Παρτιζάν -ος έκαναν μεγάλες χαρές. Αντίθετα εμένα με κοίταζαν λίγο με μισό μάτι καθότι Γαύρος, άρα μισητός Ερυθρός Αστέρας.
Η επιστροφή μας στο διαμέρισμα συνοδεύτηκε από μια ακόμη ψιλο-αποτυχημένη επίσκεψη σε μια διανυκτερεύουσα πεκάρα. Το φαγητό δεν μας πήγε καλά στο Βελιγράδι τελικά. Βγάλαμε μια νυχτερινή αποχαιρετιστήρια φωτογραφία από το φωτισμένο Εθνικό Μουσείο και την πλατεία Δημοκρατίας και πήγαμε για ύπνο.
Την επόμενη μέρα ξυπνήσαμε αργούτσικα, ετοιμαστήκαμε με την ησυχία μας και μετά από ένα χαλαρό καφεδάκι κοντά στην αγορά Zeleni venac, πήγαμε στο αεροδρόμιο κι επιστρέψαμε στην Ελλάδα των Ευρωεκλογών, στην ώρα μας, ίσα ίσα για να ψηφίσουμε.
Διαδρομές δεύτερης μέρας:
Συνολικά
Ανά περιοχή
Πουρνό πουρνό, (κατά τις 11…), μετά την όχι και πολύ επιτυχημένη επίσκεψη μας στην γειτονική πεκάρα (φούρνο) ξεκινήσαμε να απολαύσουμε την μόνη ημέρα μας στην πόλη.
Εκκίνηση από την πεζοδρομημένη Kneza Mihaila, τον κεντρικότερο εμπορικό δρόμο της πόλης.

Σ’ όλη την διαδρομή, παρόλο που ήδη η θερμοκρασία είχε ανέβει κι ο ήλιος έκαιγε, θαυμάσαμε ένα πλήθος εξαιρετικών κτιρίων.




Λίγο πριν το τέλος είδαμε το κτίριο του μουσείου σύγχρονης τέχνης Zepter αλλά κι ένα ακόμη ναό διαχρονικής τέχνης αφιερωμένο στο ελληνικό σουβλάκι…


Φτάνοντας στο τέρμα και λίγο πριν περάσουμε απέναντι, στο κάστρο Kalemegdan, ξαφνικά αρχίσαμε να βλέπουμε μεγάλα γκρουπ νέων ντυμένων με παραδοσιακές φορεσιές κι αντιληφθήκαμε ότι κάποιο δρώμενο ήταν προγραμματισμένο μέσα στους κήπους του κάστρου.


Έτσι μπήκαμε στους κήπους του Kalemegdan συναντώντας πρώτα το Μνημείο Ευγνωμοσύνης προς την Γαλλία.

Αμέσως μετά αρχίσαμε να περνάμε μερικές από τις εξωτερικές κι εσωτερικές πύλες του κάστρου, αρχικά από την πύλη του Καραγιώργη και κατόπιν από την πύλη Inner Stambol Gate, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο μικρό μαγαζάκι στο εσωτερικό της 2ης.




Εκεί πέρα από τον πύργο του ρολογιού βρίσκονταν τα υπαίθρια πολεμικά εκθέματα με αρκετά τανκς και κανόνια (Outdoor Artillery and Tank Exhibit). Φυσικά εμείς είχαμε να προσφέρουμε το “βλήμα” (για να πούμε και καμιά κρυάδα).



Σε λίγο βρεθήκαμε στα παρατηρητήρια του κάστρου προς την φαντασμαγορική ένωση των 2 μεγάλων ποταμών, του Σάβα και του Δούναβη. Δεν ξέρω γιατί αλλά πάντα είχα καημό να την δω κι η πραγματικότητα καθόλου δεν με απογοήτευσε.



Είδαμε από εκεί, κάπου στο βάθος, τον πύργο Nebojsa (εκείνος που δεν φοβάται) όπου φυλακίστηκε και πέθανε ο Ρήγας Φεραίος. Φυσικά χρόνος για επίσκεψη δεν υπήρχε.


Το άγαλμα του νικητή ορθωνόταν στην γωνιά του κάστρου αγναντεύοντας τον Σάβα και το Βελιγράδι ενώ ακριβώς δίπλα υπήρχε το κτίριο που στεγάζει το Ινστιτούτο για την προστασία των πολιτιστικών μνημείων της πόλης. Στο βάθος επιπλέον ξεχώριζε το στιβαρό κτίριο του πολεμικού μουσείου.



Η ζέστη είχε αρχίσει να μας ζαλίζει στους ανοιχτούς χώρους του Kalemegdan κι έτσι βγήκαμε από την Βασιλική πύλη κατηφορίζοντας πια, έξω από τα τείχη, προς την πλευρά του ποταμού Σάβα.


Σε λίγο συναντήσαμε την εκδήλωση με τους παραδοσιακούς χορούς με τα νεαρά παιδιά που φορούσαν τοπικές στολές, να ποζάρουν όλο χαρά για τον φακό μας. Σταθήκαμε λίγη ώρα εκεί ακούγοντας τις διάφορες τοπικές μουσικές τους, που δεν απείχαν πολύ από τις δικές μας.



Βγαίνοντας οριστικά από τους κήπους του κάστρου βρεθήκαμε σε μια γειτονιά με αρκετά ιστορικά κτίρια όπως αυτό της αυστριακής πρεσβείας και την κατοικία του πρώτου πρίγκηπα και της πριγκίπισσας Ljubice της νεότερης Σερβίας (Konak kneginje Ljubice), ένα διώροφο αρχοντικό με χαρακτηριστική βαλκανική και οθωμανική αρχιτεκτονική.


O καθεδρικός του Αρχάγγελου Μιχαήλ (Holy Archangel Michael) και η βιβλιοθήκη του πατριαρχείου της Σερβίας (Library of Serbian Patriarchate) στην διασταύρωση των Kralja Petra και Kneza Sime Markovića τράβηξαν επίσης την προσοχή μας, ιδιαίτερα ο καθεδρικός που είχε αρκετές δυτικότροπες τοιχογραφίες και πίνακες.



Φτάνοντας κοντά στην σύγχρονη γέφυρα Brancov μπήκαμε σ’ ένα λεωφορείο με κατεύθυνση την γειτονιά Zemun. Το Zemun είναι μια συνοικία με κτίρια και γενικότερο χρώμα από την εποχή της Αυστροουγγαρίας, καθώς φτιάχτηκε την περίοδο που το Βελιγράδι ανήκε εκεί.


Καθώς το κυριότερο αξιοθέατο της περιοχής είναι ο πύργος Gardos tower που χτίστηκε από τους Αυστριακούς (ή αλλιώς The Millenary Monument) κατευθυνθήκαμε αμέσως προς τα εκεί ανεβαίνοντας τα άπειρα σκαλάκια με την γλώσσα έξω (εγώ και κάτι πιτσιρικάδες γερμανοί κυρίως, γιατί ο νεολαίος @stonerolling ανέβηκε τρέχοντας και χοροπηδώντας).


Φτάνοντας στον πύργο διαπιστώσαμε πως είναι σημείο γαμήλιων φωτογραφήσεων, με ένα ζευγάρι να είναι επί το έργον, μαζί με τις κουμπάρες του κι ένα ακόμη να περιμένει την σειρά του. Τις κουμπάρες τις φωτογράφισε εν αγνοία τους ο @stonerolling με τον superzoom φακό του βάζοντας εμένα ως δόλωμα - μοντέλο κι αφού με «καθοδήγησε», βρίζοντας με, έως ότου πάρω την θέση που τον βόλευε. Τελικά, όπως μπορείτε να δείτε, ο φακός με προσπέρασε ξυστά για να βρει τον ομολογουμένως αξιόλογο στόχο.


Εμάς όμως μας τράβηξε το διπλανό καφέ με την προνομιούχα βεραντούλα του με θέα προς το Zemun, την εκκλησία του Αγίου Νικολάου που είναι η παλαιότερη του Βελιγραδίου (μέσα του 18ου αιώνα) αλλά κυρίως προς τον Δούναβη που έκλεβε την παράσταση. Εκτός όμως της θέας, το κατάστημα προσέφερε παγωμένες μπυρίτσες και φυσικά δεν θα χάναμε τέτοια ευκαιρία για ξεδίψασμα.


Όταν ξεκουραστήκαμε αρκετά κατηφορίσαμε προς την παραποτάμια περιοχή του Δούναβη (Zemunski kej) περνώντας από σοκάκια και σπίτια άλλα συντηρημένα κι άλλα όχι, αλλά πάντως με ωραίο στυλ.


Στην “παραλία” Zemunski kej διαπιστώσαμε πως υπάρχουν πολλά καφέ και εστιατόρια με τραπεζάκια έξω και πολύ κόσμο να κάθεται ή να κάνει την βόλτα του στην πολύ προσεγμένη περιοχή.


Περάσαμε ακόμη από την πλατεία Veliki trg με πολλά καφέ και εστιατόρια αλλά και μια υπαίθρια αγορά της πόλης, την Zemunska pijaca, έτσι για να πάρουμε εικόνες και μυρωδιές από την ζωή των ντόπιων.


Βγαίνοντας από την αγορά “πέσαμε” πάνω στο δημαρχείο του Zemun και μέσα από διάφορα στενά φτάσαμε στην στάση των λεωφορείων με σκοπό να κινηθούμε προς μια άλλη περιοχή της πόλης, την παραλία του Βελιγραδίου…


Όταν πρωτοάκουσα την φράση “Παραλία Βελιγραδίου” γέλασα. Πως γίνεται μια χώρα χωρίς πρόσβαση στην θάλασσα (μετά το 2006 που η Σερβία και το Μαυροβούνιο χωρίστηκαν οριστικά) να έχει παραλία; Ε να που γίνεται. Αν δεν έχεις παραλία στη θάλασσα φτιάχνεις μια στο ποτάμι.
Στο νησί Ada Ciganlija του ποταμού Σάβα κατασκευάστηκε ένα είδος καναλιού με ελεγχόμενη ροή (θα το έλεγες και λίμνη) και στις 2 απέναντι πλευρές, του νησιού και της απέναντι ακτής δημιουργήθηκαν τεχνητές πλαζ με βότσαλο. Η περιοχή γρήγορα αναπτύχθηκε, γέμισε άπειρα μπιτς μπαρ κι εστιατόρια κι έφτασε να μοιάζει με παραλία νησιού λίγο στριμωγμένη βέβαια και φυσικά λιγότερο γραφική. Το καταπράσινο πάρκο που βρίσκεται πίσω από τις παραλίες προσέφερε επίσης κι άλλες επιλογές διασκέδασης και χαλάρωσης για τους ντόπιους.
Ο @stonerolling όταν άκουσε την ύπαρξη της παραλίας αμέσως έβαλε το μαγιό του στην βαλίτσα, παρά τις δικές μου συμβουλές. Ότι κι αν του έλεγα αυτός δεν άκουγε κι έκανε του κεφαλιού του όπως και πέρυσι στο Γκντάνσκ. Του έλεγα ότι προτιμώ να πάω να δω το μουσείο Γιουγκοσλαβίας και το μαυσωλείο του Τίτο κι ότι δεν προλαβαίνουμε και τα 2 αλλά αυτός επέμενε. Παραλία, παραλία, παραλία… Κι έτσι του έγινε η χάρη.
Μετά από μια αρκετά μεγάλη διαδρομή κι αλλαγές λεωφορείων φτάσαμε στην περιοχή και περάσαμε στο Ada Ciganlija. Πάντως η εικόνα που βλέπαμε από μακριά δεν έμοιαζε ιδιαίτερη ελκυστική.


Πλησιάζοντας τα πράγματα βελτιώθηκαν κάπως..

αν και η ύπαρξη ενός μεγάλου μεταλλικού φράχτη, η όψη των σχετικά θολών νερών και του πετρώδους βυθού, έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα στα όνειρα του @stonerolling για κολύμπι.

Αποφασίσαμε τελικά να πιούμε μια - δυό δροσερές τσέχικες μπυρίτσες Staropramen, σ’ ένα από τα μπιτσόμπαρα, αφιερώνοντας λίγο χρόνο στο people watching κι όταν πια αισθανθήκαμε ξεκούραστοι, αναχωρήσαμε με κατεύθυνση την πόλη και την γειτονιά Dorćol με βασικό μας σκοπό το φαγητό καθώς η ώρα ήταν πια 5 το απόγευμα και πεινούσαμε.


Είχαμε επιλέξει να επισκεφτούμε μια εναλλακτική εσωτερική πλατεία, την Dorćol Platz, ένα χώρο που φιλοξενεί συνήθως εκθέσεις τέχνης και συναυλίες και στην οποία υπάρχει επιπλέον μια μικρή μπυραρία (Gvint pivara). Δυστυχώς, λόγω της ώρας πιθανόν, η περιοχή δεν είχε καθόλου κόσμο και η μπυραρία δεν σερβίριζε φαγητό, μόνο μπύρες. Στην σκηνή όμως γινόντουσαν ετοιμασίες οπότε το βράδυ φαίνεται πως θα έπαιζαν κάποια γκρουπάκια αλλά εμείς είχαμε άλλα σχέδια.

Φύγαμε λοιπόν και περπατώντας στην ήσυχη γειτονιά πήγαμε σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο (Trattoria Pepe), αρκετά κυριλέ, που όχι μόνο δεν μας ικανοποίησε αλλά και το πληρώσαμε αρκετά παραπάνω από οτιδήποτε άλλο στην πόλη. Λόγω της μεγάλης μας πείνας πάντως, καταβροχθίσαμε τα πάντα και γυρίσαμε στο διαμέρισμα για να φρεσκαριστούμε και να ξεκουραστούμε πριν βγούμε για την 2η και τελευταία βραδινή μας βόλτα στο Βελιγράδι.
Ξεκινήσαμε από το μπαρ - λαϊβάδικο Bluz I Pivo όπου ξέραμε ότι γύρω στις 21:00 θα έπαιζαν κάποιοι παλιο-ροκάδες, οι Texas Flood. Μπήκαμε πληρώνοντας μια είσοδο 500 RSD, πήραμε τα πρώτα ποτά μας, πάντα σε λογικές τιμές και σε λίγο το συγκρότημα ξεκίνησε δυναμικά να παίζει. Γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια της ροκ, μπλουζ, φάνκ κι άλλων παρόμοιων στυλ, καλοπαιγμένων και καλοτραγουδισμένων (παρόλο που κάποιες φορές άλλαζαν τους στίχους στα σέρβικα) μας έβαλαν γρήγορα στο κέφι.
Ο @stonerolling όπως πάντα ξεσάλωσε, χορεύοντας μέχρι τελικής πτώσεως με το χαρακτηριστικό του στυλ (όλα τα τραγούδια χορεύονται με τον ίδιο τρόπο


Το live τελείωσε λίγο πριν τη 01:00 αλλά εμείς φυσικά δεν είχαμε καμία όρεξη να μαζευτούμε. Ρωτώντας τον σερβιτόρο του Bluz I Pivo πήραμε την πληροφορία για ένα μπαρ με ροκ μουσική στο κέντρο της πόλης, το Beogradski Manijak, το οποίο άνοιγε εκείνη την ώρα περίπου κι έκλεινε μετά τις 4:00-5:00.
Καθοδόν διαπιστώσαμε πως όλη η πόλη ήταν στο πόδι! Άπειρος κόσμος κυκλοφορούσε ή περίμενε τα νυχτερινά ΜΜΜ που σημειωτέων είναι τελείως δωρεάν.


Φτάσαμε στο Beogradski Manijak που η είσοδός του ήταν σε μια υπόγεια διάβαση και μπήκαμε λίγο διστακτικά καθώς η εικόνα της σκοτεινής εισόδου με τους μπράβους δεν μας έκανε να αισθανόμαστε άνετα. Τελικά τα πράγματα εξελίχθηκαν φυσιολογικά και σιγά σιγά, με την βοήθεια του αλκοόλ, ενσωματωθήκαμε. Ο χώρος και η μουσική θύμιζαν παλιό Punk και New Wave παρακμιακό μπαρ των ‘80. Οι επιλογές των ποτών ήταν ελάχιστες αλλά, αν έρχεσαι στο κέφι, όλα είναι μια χαρά. Κάναμε και τις γνωριμίες μας, με μερικούς ντόπιους, που παρόλα τα πολύ φτωχά τους αγγλικά επικοινώνησαν μαζί μας μια χαρά. Όταν δε έμαθαν ότι ο @stonerolling είναι ΠΑΟΚ (Τύποις, δεν ασχολείται σχεδόν καθόλου), δηλαδή αδερφός Παρτιζάν -ος έκαναν μεγάλες χαρές. Αντίθετα εμένα με κοίταζαν λίγο με μισό μάτι καθότι Γαύρος, άρα μισητός Ερυθρός Αστέρας.


Η επιστροφή μας στο διαμέρισμα συνοδεύτηκε από μια ακόμη ψιλο-αποτυχημένη επίσκεψη σε μια διανυκτερεύουσα πεκάρα. Το φαγητό δεν μας πήγε καλά στο Βελιγράδι τελικά. Βγάλαμε μια νυχτερινή αποχαιρετιστήρια φωτογραφία από το φωτισμένο Εθνικό Μουσείο και την πλατεία Δημοκρατίας και πήγαμε για ύπνο.

Την επόμενη μέρα ξυπνήσαμε αργούτσικα, ετοιμαστήκαμε με την ησυχία μας και μετά από ένα χαλαρό καφεδάκι κοντά στην αγορά Zeleni venac, πήγαμε στο αεροδρόμιο κι επιστρέψαμε στην Ελλάδα των Ευρωεκλογών, στην ώρα μας, ίσα ίσα για να ψηφίσουμε.
Διαδρομές δεύτερης μέρας:
Συνολικά

Ανά περιοχή


