Για κάποιο λόγο που μου διαφεύγει οι περισσότεροι ταξιδιώτες στην Πορτογαλία μένουν στη Λισσαβώνα και δεν φτάνουν μέχρι το Πόρτο, την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Εμείς αποφασίσαμε να οδηγήσουμε τα τριακόσια περίπου χιλιόμετρα που χωρίζουν τις δύο πόλεις και δε μετανιώσαμε για την επιλογή μας.

Γενικά όταν ακούει κάποιος για Πόρτο αυτόματα σκέφτεται το ομώνυμο κρασί που παράγεται στην περιοχή. Οι παραγωγοί προσθέτουν σε κάποια φάση της παραγωγής aguardiente, κάτι σαν ρακί, για να σταματήσουν την ζύμωση, και έτσι τα περισσότερα σάκχαρα του μούστου παραμένουν στο κρασί, προσδίδοντας την ιδιαίτερη, γλυκιά γεύση του. Στην συνέχεια το πόρτο παλαιώνεται σε ξύλινα βαρέλια που φυλάσσονται σε σπηλιές πριν εμφιαλωθεί. Και στις δύο όχθες του ποταμού Ντούρο που διασχίζει το Πόρτο επισκεφθήκαμε τέτοιες σπηλιές – αποθήκες, που ονομάζονται adegas στα Πορτογαλικά. Από τις αποβάθρες Cais de Gaia και Cais de Ribeira  φορτωνόταν στο παρελθόν σε ποταμόπλοια τα βαρέλια που πήγαιναν για εξαγωγή. Σήμερα πρόκειται για τις κύριες τουριστικές περιοχές της πόλης με πολλά εστιατόρια και καφέ, όπου δοκιμάσαμε διάφορες ποικιλίες του ονομαστού κρασιού: Tawny, Garrafeira, Colheita, Ruby μέχρι και λευκό πόρτο που βγαίνει από μια ιδιαίτερη ποικιλία λευκών σταφυλιών.

Το κέντρο του Πόρτο έχει χαρακτηρισθεί Περιοχή Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την Ουνέσκο και είναι πραγματικά πανέμορφο, με τα πολύχρωμα μεσαιωνικά σπίτια στις όχθες του ποταμού Ντούρο όπου είναι αραγμένες παραδοσιακές μαούνες. Μετά μια σύντομη ξεκούραση στο ξενοδοχείο επιστρέψαμε το βράδυ στην ίδια γειτονιά, καθώς εδώ βρίσκονται τα γνωστότερα εστιατόρια και μπαρ.

Την δεύτερη μέρα της παραμονής μας στο Πόρτο, αποφασίσαμε να κάνουμε μια ημερήσια εκδρομή στην κοιλάδα του ποταμού Ντούρο, μια πανέμορφη περιοχή με αμπελώνες από όπου βγαίνουν τα σταφύλια για την παραγωγή του ονομαστού κρασιού και πολλές πανέμορφες μεσαιωνικές πόλεις όπως το Lamego και το Penedono. Από τον πύργο Miradouro da Boa Vista είχαμε μια εκπληκτική θέα της κοιλάδας, της παλαιότερης οινοπαραγωγικής Περιοχής Ονομασίας Προελεύσεως στον κόσμο. Και καταλάβαμε γιατί οι ντόπιοι λεν «Ο Θεός έπλασε τη Γη και ο Άνθρωπος το Ντούρο».