psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.246
- Likes
- 57.405
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Ανακαλύπτοντας την Luang Prabang
Από την αρχή κιόλας της κατάρτισης του προγράμματος είχαμε βάλει στο σημάδι συγκεκριμένες ημέρες για εκδρομές ή δραστηριότητες, αφήνοντας κατά κανόνα τις τελευταίες για περιήγηση στην πόλη, καλή ώρα όπως η συγκεκριμένη που ξεκινούσε.
Μετά από το νόστιμο πρωινό του hostel ετοιμαστήκαμε, βάλαμε νερό στα σακίδια μας και ξεκινήσαμε για έξω, κάνοντας άλλη μια προσπάθεια πρώτα επικοινωνίας με την υποστήριξη της Revolut, επισυνάπτοντας τις αποδείξεις γιατί στο μεταξύ είχα πληρώσει με μετρητά.
Ξεκινήσαμε έτσι γύρω στις δέκα έχοντας στόχο της ημέρας εκτός των άλλων τις αγορές. Ο κύριος που βλέπετε στη δεύτερη εικόνα είναι ένας πλανόδιος επισκευαστής ρολογιών κ.α. που κάθε πρωί βλέπαμε στημένο στην ίδια γωνία, όπως κι ακόμη έναν που έκανε την ίδια δουλειά στην απέναντι:
Στόχος μας ήταν μια αγορά κοντά στο hostel στην οποία δε βρήκαμε το παραμικρό ενδιαφέρον οπότε και δε κάνω αναφορά ούτε καν φωτογραφική, εν αντιθέσει με την υπόλοιπη διαδρομή που είχε να προσφέρει και ήταν γεμάτη αυθεντικές Ασιατικές εικόνες:
Έτσι κι αλλιώς έτσι όπως είχα στο μυαλό μου το πρόγραμμα θα ξαναπερνούσαμε απ’ αυτή τη γειτονιά το απόγευμα, έτσι παρόλο που άξιζε την βόλτα την αφήσαμε κατά μέρος επιστρέφοντας προς το κέντρο:
Ωραίο μαγαζί, ρουχάδικο κατά προσέγγιση αλλά πουλάει και τα γλυκά του. Λάος είσαι…
Ακόμη πιο ωραίο όμως το επόμενο, με αρκετές τοπικές αλλά και ρετρό ευρωπαϊκές εμφανίσεις. Θα επανερχόμουν οπωσδήποτε για ψώνια!
Μπορεί να ήταν σχεδόν έντεκα το πρωί, ωστόσο η ζέστη είχε αρχίσει να μη παλεύεται αποφασίζοντας να διανύσουμε την απόσταση των 2+ χιλιομέτρων που μας χώριζαν από το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος με τουκ-τουκ.
Κατεβήκαμε λοιπόν μέχρι την πιάτσα για να βρούμε διαθέσιμο όχημα, διαπιστώνοντας ότι υπήρχε οδηγός που γνώριζε ελληνικά, καθώς φάνηκε να καταλαβαίνει την απάντηση μου «ναι σιγά μη σου δώσω και κανένα οικόπεδο στο Χορτιάτη» όταν μου είπε το ποσό των 250.000 kip (10€) για τη διαδρομή. Βέβαια το ποσό άρχισε να πέφτει ανά 50χίλιαρα όσο απομακρυνόμουν, αλλά δεν έδωσα σημασία γιατί με είχε ήδη τσατίσει.
Τελικά ένας επόμενος οδηγός δέχτηκε να μας πετάξει για το ποσό των 60.000 kip (2,50€) ο οποίος γνώριζε σίγουρα ελληνικά καθώς κατάλαβε και γέλασε την απάντηση «μας έφαγες κουφάλα, χαλάλι σου» όταν του έδωσα 70.000 και άρχισε τα «δε κρατάω ψηλά, δεν έχω ρέστα κτλ». Ας είναι, άξιζε το γέλιο που βγάλαμε!
Η αγορά «Phosy Market» ήταν από αυτές εν τέλει που μας αρέσουν πολύ, ασχέτως αν με μια πρώτη ματιά δε βρήκαμε κάτι που μας έκανε το κλικ να ψωνίσουμε. Πάμε απέναντι στην κυρία φίλε να πιούμε την πρώτη της ημέρας και να το φιλοσοφήσουμε, αποκρίθηκα στο Νίκο που σε κάτι τέτοια δε φέρνει αντιρρήσεις!
Τελικώς διαπίστωσα ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσίαζε το κομμάτι των τροφίμων, ξεκινώντας από μια μεγάλη συσκευασία με πολλές επιμέρους μικρότερες από τηγανιτές μπανάνες που μας είχαν αρέσει ιδιαίτερα, συνεχίζοντας με διάφορα μπαχάρια που ούτε κι εγώ ήξερα τι ήταν. Απλά πήγα στην επίσης πολύ ευγενική και χαμογελαστή κυρία και της υπέδειχνα τα σακουλάκια, τύπου «δύο απ’ αυτό, δύο από κείνο», κοινώς ότι μου καθόταν στο μάτι. Θα τα βλέπαμε στην Ελλάδα:
Ο Νίκος βρήκε βέβαια κι ένα πολύ ωραίο πουκάμισο εμπλουτίζοντας τη συλλογή του, όχι όμως εγώ μιας και πάλι δε τα βρήκαμε στα νούμερα, ανάθεμα το μπόι μου, που με το ζόρι χώρεσε στην καρότσα του τουκ-τουκ που θα μας επέστρεφε στο κέντρο, πάλι κατόπιν οικονομικής συμφωνίας και με τα χαρτονομίσματα στο χέρι γιατί τους είχαμε μάθει:
Ένα κέντρο που θύμιζε ερημικό τοπίο, καθώς όλοι σίγουρα είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν απ’ το να περιφέρονται στον καυτό ήλιο όπως εμείς, που βάλαμε ξεκάθαρο στόχο να ψωνίσουμε ρούχα, κάτι μπουφανάκια που μας είχανε γυαλίσει και το λέγαμε καιρό:
Καταβάλλοντας πολύ μεγάλη προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις κάνοντας το καλύτερο δυνατό, θεωρώ ότι κέρδισα με το σπαθί μου την επόμενη μπύρα στο Manola, με τον Σουηδό να μας προτείνει το «Nahm Dong Park», ένα μέρος με καταρράκτες και εστιατόριο το οποίο θα είχε πολύ κόσμο λόγω ζέστης, ήταν όμως εκτός πόλης και δε ξέρω αν προλαβαίναμε. Ήπιαμε κι άλλη μία στο λόμπι ενός ξενοδοχείου με δυνατούς ανεμιστήρες, βλέποντας στο ενδιάμεσο και την φανέλα της Ιαπωνίας που μόλις είχα ψωνίσει. Βρε λες να σημαίνει κάτι αυτό; Θα φανεί:
Από κοινού αποφασίσαμε να γυρίσουμε στο Hostel, αρχικά για να αφήσουμε τα πολλά ψώνια, να αλλάξουμε, να δούμε τι χρώμα έχει η πισίνα (αν και δεν είμαστε τέτοιοι) και να φάμε ένα πιάτο φαγητό, καθώς η κουζίνα του ήταν ανοικτή ως τις τέσσερις το μεσημέρι. Πρώτη φορά παρατήρησα καλά το σχολείο της γωνίας και τα παιδάκια με τις ομοιόμορφες στολές, καθώς και τον πάγκο με τα κάτι σαν ντολμάδες έξω απ’ αυτό:
Έτσι κι αλλιώς πάλι ντάλα μεσημέρι θα ξεχυνόμασταν στο δρόμο, δε το γλιτώναμε. Ώρα τέσσερις το απόγευμα λοιπόν πάλι στο πόδι, εμείς και οι μοναχοί των ναών καροτσάδα:
Στάση πρώτη, στο ίδιο σημείο που ήμασταν και πριν λίγες ώρες, το μοναστήρι - ναό «Wat Mai» αρχικής κατασκευής του 1796:
Δίπλα του βρίσκεται το πολύ μεγάλο και ωραίο πάρκο με το βασιλικό παλάτι και μουσείο (Royal Palace), το θέατρο, μια μικρή λιμνούλα και το άγαλμα ενός στρατιωτικού, αλλά και ο ναός «Haw Phra Bang» που φιλοξενεί το ομώνυμο βουδιστικό άγαλμα με προέλευση τη Σρι Λάνκα:
Ήμασταν σύντομοι στην περιήγηση μας καθώς έπρεπε να χωρέσουμε πολλά και διάφορα ακόμη, έτσι αναχωρήσαμε με σκοπό να κατευθυνθούμε προς την περιοχή της πόλης που είδαμε στην αρχή της ημέρας, με τους νεαρούς μοναχούς να βρίσκονται και πάλι στο δρόμο μας:
Αυτές είναι οι γειτονιές που σας έλεγα, μικρές κάθετες οδοί στην κεντρικότερη Kingkitsarath που είχαν σίγουρα τη χάρη τους δίνοντας μας εξαιρετικές κι αυθεντικές λήψεις, με τον Νίκο να ζηλεύει αμέσως το τηγανιτό ψάρι που μαγειρεύονταν κυριολεκτικά στο πεζοδρόμιο:
Ο πολύ σημαντικός ναός «Wat Wisunarat» του 1512 στον οποίο βρισκόμασταν λίγο μετά, αποτελούσε το σύμβολο ενότητας του βασιλείου του Λάος, έχοντας μάλιστα φημισμένο εσωτερικό χώρο στον οποίο δε βρήκαμε τρόπο πρόσβασης (μάλλον κλειστός) οπότε αρκεστήκαμε στην εξωτερική του θέαση και φωτογράφιση:
Βρισκόμασταν σε μια ακόμη πολύ ωραία γειτονιά της πόλης με θέα μάλιστα στο λόφο Phousi, η οποία φιλοξενούσε αρκετά ξενοδοχεία και καταλύματα καθώς και καταστήματα εστίασης, οπότε υποσχεθήκαμε να γυρίσουμε εκεί αργότερα, ιδίως το βράδυ:
Προς το παρόν ο ιδρώτας μας υπενθύμισε την ανάγκη μιας σύντομης στάσης για δροσιά, κάτι που έγινε στο μαγαζί με το αμιγώς ξενικό όνομα «Redbul Sport bar»
Έπρεπε να πάρουμε δυνάμεις για να συνεχίσουμε…
Από την αρχή κιόλας της κατάρτισης του προγράμματος είχαμε βάλει στο σημάδι συγκεκριμένες ημέρες για εκδρομές ή δραστηριότητες, αφήνοντας κατά κανόνα τις τελευταίες για περιήγηση στην πόλη, καλή ώρα όπως η συγκεκριμένη που ξεκινούσε.
Μετά από το νόστιμο πρωινό του hostel ετοιμαστήκαμε, βάλαμε νερό στα σακίδια μας και ξεκινήσαμε για έξω, κάνοντας άλλη μια προσπάθεια πρώτα επικοινωνίας με την υποστήριξη της Revolut, επισυνάπτοντας τις αποδείξεις γιατί στο μεταξύ είχα πληρώσει με μετρητά.
Ξεκινήσαμε έτσι γύρω στις δέκα έχοντας στόχο της ημέρας εκτός των άλλων τις αγορές. Ο κύριος που βλέπετε στη δεύτερη εικόνα είναι ένας πλανόδιος επισκευαστής ρολογιών κ.α. που κάθε πρωί βλέπαμε στημένο στην ίδια γωνία, όπως κι ακόμη έναν που έκανε την ίδια δουλειά στην απέναντι:


Στόχος μας ήταν μια αγορά κοντά στο hostel στην οποία δε βρήκαμε το παραμικρό ενδιαφέρον οπότε και δε κάνω αναφορά ούτε καν φωτογραφική, εν αντιθέσει με την υπόλοιπη διαδρομή που είχε να προσφέρει και ήταν γεμάτη αυθεντικές Ασιατικές εικόνες:


Έτσι κι αλλιώς έτσι όπως είχα στο μυαλό μου το πρόγραμμα θα ξαναπερνούσαμε απ’ αυτή τη γειτονιά το απόγευμα, έτσι παρόλο που άξιζε την βόλτα την αφήσαμε κατά μέρος επιστρέφοντας προς το κέντρο:


Ωραίο μαγαζί, ρουχάδικο κατά προσέγγιση αλλά πουλάει και τα γλυκά του. Λάος είσαι…

Ακόμη πιο ωραίο όμως το επόμενο, με αρκετές τοπικές αλλά και ρετρό ευρωπαϊκές εμφανίσεις. Θα επανερχόμουν οπωσδήποτε για ψώνια!

Μπορεί να ήταν σχεδόν έντεκα το πρωί, ωστόσο η ζέστη είχε αρχίσει να μη παλεύεται αποφασίζοντας να διανύσουμε την απόσταση των 2+ χιλιομέτρων που μας χώριζαν από το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος με τουκ-τουκ.
Κατεβήκαμε λοιπόν μέχρι την πιάτσα για να βρούμε διαθέσιμο όχημα, διαπιστώνοντας ότι υπήρχε οδηγός που γνώριζε ελληνικά, καθώς φάνηκε να καταλαβαίνει την απάντηση μου «ναι σιγά μη σου δώσω και κανένα οικόπεδο στο Χορτιάτη» όταν μου είπε το ποσό των 250.000 kip (10€) για τη διαδρομή. Βέβαια το ποσό άρχισε να πέφτει ανά 50χίλιαρα όσο απομακρυνόμουν, αλλά δεν έδωσα σημασία γιατί με είχε ήδη τσατίσει.

Τελικά ένας επόμενος οδηγός δέχτηκε να μας πετάξει για το ποσό των 60.000 kip (2,50€) ο οποίος γνώριζε σίγουρα ελληνικά καθώς κατάλαβε και γέλασε την απάντηση «μας έφαγες κουφάλα, χαλάλι σου» όταν του έδωσα 70.000 και άρχισε τα «δε κρατάω ψηλά, δεν έχω ρέστα κτλ». Ας είναι, άξιζε το γέλιο που βγάλαμε!

Η αγορά «Phosy Market» ήταν από αυτές εν τέλει που μας αρέσουν πολύ, ασχέτως αν με μια πρώτη ματιά δε βρήκαμε κάτι που μας έκανε το κλικ να ψωνίσουμε. Πάμε απέναντι στην κυρία φίλε να πιούμε την πρώτη της ημέρας και να το φιλοσοφήσουμε, αποκρίθηκα στο Νίκο που σε κάτι τέτοια δε φέρνει αντιρρήσεις!

Τελικώς διαπίστωσα ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσίαζε το κομμάτι των τροφίμων, ξεκινώντας από μια μεγάλη συσκευασία με πολλές επιμέρους μικρότερες από τηγανιτές μπανάνες που μας είχαν αρέσει ιδιαίτερα, συνεχίζοντας με διάφορα μπαχάρια που ούτε κι εγώ ήξερα τι ήταν. Απλά πήγα στην επίσης πολύ ευγενική και χαμογελαστή κυρία και της υπέδειχνα τα σακουλάκια, τύπου «δύο απ’ αυτό, δύο από κείνο», κοινώς ότι μου καθόταν στο μάτι. Θα τα βλέπαμε στην Ελλάδα:


Ο Νίκος βρήκε βέβαια κι ένα πολύ ωραίο πουκάμισο εμπλουτίζοντας τη συλλογή του, όχι όμως εγώ μιας και πάλι δε τα βρήκαμε στα νούμερα, ανάθεμα το μπόι μου, που με το ζόρι χώρεσε στην καρότσα του τουκ-τουκ που θα μας επέστρεφε στο κέντρο, πάλι κατόπιν οικονομικής συμφωνίας και με τα χαρτονομίσματα στο χέρι γιατί τους είχαμε μάθει:

Ένα κέντρο που θύμιζε ερημικό τοπίο, καθώς όλοι σίγουρα είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν απ’ το να περιφέρονται στον καυτό ήλιο όπως εμείς, που βάλαμε ξεκάθαρο στόχο να ψωνίσουμε ρούχα, κάτι μπουφανάκια που μας είχανε γυαλίσει και το λέγαμε καιρό:



Καταβάλλοντας πολύ μεγάλη προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις κάνοντας το καλύτερο δυνατό, θεωρώ ότι κέρδισα με το σπαθί μου την επόμενη μπύρα στο Manola, με τον Σουηδό να μας προτείνει το «Nahm Dong Park», ένα μέρος με καταρράκτες και εστιατόριο το οποίο θα είχε πολύ κόσμο λόγω ζέστης, ήταν όμως εκτός πόλης και δε ξέρω αν προλαβαίναμε. Ήπιαμε κι άλλη μία στο λόμπι ενός ξενοδοχείου με δυνατούς ανεμιστήρες, βλέποντας στο ενδιάμεσο και την φανέλα της Ιαπωνίας που μόλις είχα ψωνίσει. Βρε λες να σημαίνει κάτι αυτό; Θα φανεί:

Από κοινού αποφασίσαμε να γυρίσουμε στο Hostel, αρχικά για να αφήσουμε τα πολλά ψώνια, να αλλάξουμε, να δούμε τι χρώμα έχει η πισίνα (αν και δεν είμαστε τέτοιοι) και να φάμε ένα πιάτο φαγητό, καθώς η κουζίνα του ήταν ανοικτή ως τις τέσσερις το μεσημέρι. Πρώτη φορά παρατήρησα καλά το σχολείο της γωνίας και τα παιδάκια με τις ομοιόμορφες στολές, καθώς και τον πάγκο με τα κάτι σαν ντολμάδες έξω απ’ αυτό:


Έτσι κι αλλιώς πάλι ντάλα μεσημέρι θα ξεχυνόμασταν στο δρόμο, δε το γλιτώναμε. Ώρα τέσσερις το απόγευμα λοιπόν πάλι στο πόδι, εμείς και οι μοναχοί των ναών καροτσάδα:


Στάση πρώτη, στο ίδιο σημείο που ήμασταν και πριν λίγες ώρες, το μοναστήρι - ναό «Wat Mai» αρχικής κατασκευής του 1796:

Δίπλα του βρίσκεται το πολύ μεγάλο και ωραίο πάρκο με το βασιλικό παλάτι και μουσείο (Royal Palace), το θέατρο, μια μικρή λιμνούλα και το άγαλμα ενός στρατιωτικού, αλλά και ο ναός «Haw Phra Bang» που φιλοξενεί το ομώνυμο βουδιστικό άγαλμα με προέλευση τη Σρι Λάνκα:


Ήμασταν σύντομοι στην περιήγηση μας καθώς έπρεπε να χωρέσουμε πολλά και διάφορα ακόμη, έτσι αναχωρήσαμε με σκοπό να κατευθυνθούμε προς την περιοχή της πόλης που είδαμε στην αρχή της ημέρας, με τους νεαρούς μοναχούς να βρίσκονται και πάλι στο δρόμο μας:

Αυτές είναι οι γειτονιές που σας έλεγα, μικρές κάθετες οδοί στην κεντρικότερη Kingkitsarath που είχαν σίγουρα τη χάρη τους δίνοντας μας εξαιρετικές κι αυθεντικές λήψεις, με τον Νίκο να ζηλεύει αμέσως το τηγανιτό ψάρι που μαγειρεύονταν κυριολεκτικά στο πεζοδρόμιο:


Ο πολύ σημαντικός ναός «Wat Wisunarat» του 1512 στον οποίο βρισκόμασταν λίγο μετά, αποτελούσε το σύμβολο ενότητας του βασιλείου του Λάος, έχοντας μάλιστα φημισμένο εσωτερικό χώρο στον οποίο δε βρήκαμε τρόπο πρόσβασης (μάλλον κλειστός) οπότε αρκεστήκαμε στην εξωτερική του θέαση και φωτογράφιση:


Βρισκόμασταν σε μια ακόμη πολύ ωραία γειτονιά της πόλης με θέα μάλιστα στο λόφο Phousi, η οποία φιλοξενούσε αρκετά ξενοδοχεία και καταλύματα καθώς και καταστήματα εστίασης, οπότε υποσχεθήκαμε να γυρίσουμε εκεί αργότερα, ιδίως το βράδυ:


Προς το παρόν ο ιδρώτας μας υπενθύμισε την ανάγκη μιας σύντομης στάσης για δροσιά, κάτι που έγινε στο μαγαζί με το αμιγώς ξενικό όνομα «Redbul Sport bar»

Έπρεπε να πάρουμε δυνάμεις για να συνεχίσουμε…