Ιδέες για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου στην Αρκαδία!

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Το Δάρα μετά την Απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό

Μετά από τον αγώνα της Απελευθέρωσης και κάτω από συνθήκες αφάνταστα σκληρές, άρχισε η μάχη της επιβίωσης και της ανοικοδόμησης. Οι κάτοικοι του Δάρα άλλο δρόμο δεν είχαν, κρέμασαν τα άρματα και έπιασαν τη γκλίτσα και το αλετρόχειρο. Πόλεμος για επιβίωση ήταν και αυτό. Δεν είχαν καν εργαλεία για να σκάβουν τη γη και αυτό τους έτρωγε χρόνο και αντοχή. Ούτε η νύχτα προσφερόταν για ξεκούραση. Οι λύκοι και οι κλέφτες κρατούσαν τους ανθρώπους ξάγρυπνους δίπλα στο κοπάδι.

Δάρα (6).jpeg



Δάρα (10).jpeg


Τα άστρα τους έδειχναν την ώρα, και όταν είχε συννεφιά, έστηναν αυτί για να ακούσουν τα κοκόρια.

Δάρα (45).jpg



Δάρα (52).jpg



Δάρα (53).jpg



Δάρα (51).jpg



Δάρα (28).jpg


Για να φυλαχτούν από το κρύο τον χειμώνα, και στον ξύπνιο και στον ύπνο, είχαν την κάπα από το μαλλί της γίδας, που την ύφαιναν οι γυναίκες του χωριού στον αργαλειό, την έραβε ο τερζής, και η νεροτριβή την έκανε αδιάβροχη. Για να βγάλουν τη μέρα είχαν μπομπότα στο ταγάρι, κανένα κρεμμύδι και ίσως λίγο τυρί. Η πούντα (πνευμονία) θέριζε νέους και γέρους και για φάρμακα είχαν τις εντριβές με τσίπουρο, τις βεντούζες*, το σταχτοπύρι*, το καυτό κρασί και τις/τους τριφτάδες*. Περίμεναν εννέα ημέρες. Τότε η αρρώστια (πνευμονία) ή "θα δώσει" ή "θα πάρει" έλεγαν.

*βεντούζες: πανάρχαια θεραπευτική μέθοδος που βασίζεται στην εφαρμογή ποτηριών με θερμότητα στο δέρμα.

*σταχτοπύρι: κομμάτι από τρίχινο ή μάλλινο ύφασμα, εμποτισμένο με πολτό στάχτης, καλά ζεσταμένο, μέσα στο οποίο έριχναν τρίμματα ρίγανης και ξίδι, και το οποίο έβαζαν κατάσαρκα για να καταπραΰνουν τον πόνο.

*τριφτάδες: άνδρες ή γυναίκες που έκαναν εντριβές στον ασθενή.

Οι περισσότεροι Δαραίοι, τα πρώτα χρόνια της Απελευθέρωσης ήταν γεωργοκτηνοτρόφοι με μικρό κλήρο και μικρά κοπάδια ζώων. Η συντήρηση πολλών ζώων ήταν αδύνατη, κυρίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η αποθήκευση τροφών ήταν δύσκολη, όχι μόνο γιατί δεν περίσσευαν τροφές, αλλά γιατί δεν υπήρχαν και οι απαιτούμενοι αποθηκευτικοί χώροι. Η συντήρηση των ζώων γινόταν μόνο με βοσκή, για τούτο, ακόμη και τις νύχτες, τα έβγαζαν να βόσκουν στο νυχτόσκαρο. Τα κτηνοτροφικά προϊόντα, αρχικά και για αρκετά χρόνια, ήταν για δική τους χρήση και το μαλλί των μικρών ζώων ήταν από τα πλέον απαραίτητα αγαθά της ζωής τους. Από αυτό έκαναν τα ρούχα της ενδυμασίας τους, αλλά και του ύπνου. Το τυρί το τοποθετούσαν σε κιούπια, σε βαρέλια, αλλά κυρίως σε αεροστεγώς δεμένα δέρματα ζώων. Τα έλεγαν τουράσκια ή τουλούμια. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 η μεταφορά του μούστου γινόταν με δέρματα γίδας, τα λεγόμενα ασκιά ή γιδιές.

Δάρα (15).jpeg



Δάρα (51).jpg



Δάρα (17).jpeg


Η στέγαση ήταν ένα δύσκολο και βασανιστικό πρόβλημα. Με τα όσα υλικά είχε ο τόπος ήταν υποχρεωμένοι να στεριώσουν ένα κεραμίδι, για να βάλουν από κάτω το κεφάλι τους. Χώμα, πέτρες, νερό και ξύλα ήταν τα υλικά, και αυτά για να μαζευτούν, ήθελαν πολλά χέρια και μεγάλο αγώνα. Ολόκληρες μέρες, με τα γυμνά τους χέρια ζύμωναν το χώμα μέχρι να το βάλουν στο καμίνι, να το ψήσουν και να φτιάξουν στη συνέχεια τα κεραμίδια. Όταν χάλαγε ο καιρός οι κόποι τους πήγαιναν στράφι και άρχιζαν πάλι από την αρχή. Τα ίδια και τα ίδια. Τα καρφιά, που τότε ήταν τετράγωνα, έβγαιναν ένα-ένα από του σιδερά τα χέρια και ήταν ακριβά και σχεδόν απλησίαστα.

Οι κορμοί των δέντρων για να γίνουν δοκάρια και σανίδες ήθελαν χρόνο και υπομονή. Με το τσεκούρι και το χειροπρίονο τους έδιναν το σχήμα που ήθελαν. Μαστόροι και μαστορόπουλα ήταν "μεγάλη φασαρία". Τρεις φορές την ημέρα ήθελαν φαγοπότι και η πληρωμή γινόταν με τον πήχη. Αν το αφεντικό είχε καλό κρασί και άφθονο φαγητό η δουλειά αργούσε να τελειώσει, ώστε οι μαστόροι να έχουν εξασφαλισμένη τροφή και χρήματα για αρκετό καιρό. "Όποιος δεν πάντρεψε και όποιος δεν έχτισε τίποτα δεν ξέρει". Έτσι έλεγαν και είχαν τα δίκια τους. Αυτός ο αγώνας του χτισίματος περνούσε από τους γονείς στα παιδιά ακόμα και στα εγγόνια. Από τα πολλά παιδιά που είχαν, διάλεγαν ένα, για να μάθει γράμματα, συνήθως το μικρότερο. Τα μεγάλα δούλευαν σκληρά, για να γίνει ο αδελφός τους καλός, έτσι έλεγαν.


Δάρα (12).jpeg



Δάρα (18).jpeg



Δάρα (19).jpeg



Δάρα (13).jpeg



Δάρα (14).jpeg


Οι Δαραίοι πούλαγαν και αγόραζαν περιουσίες με τον λόγο, και ο λόγος του πατέρα ήταν σεβαστός από παιδιά και από εγγόνια. Στα κατοπινά χρόνια, στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, στο μάθημα του εθιμικού δικαίου, η τακτική αυτή των Δαραίων ήταν ένα από τα παραδείγματα. Πολλές φορές, ο όρκος και μόνο, ήταν η λύση στις διαφορές τους. Στις σχετικές με τα όρια των κτημάτων διαφορές έπαιρναν τον όρκο της πέτρας. Ο όρκος ήταν να πάρει ο ένας στον ώμο του μια πέτρα και να την τοποθετήσει εκεί που ισχυριζόταν πως ήταν τα σύνορα. Ο όρκος της πέτρας ήταν δυνατός και φοβερός και μάλλον οι ρίζες του κρατάνε από την αρχαιότητα.

Δάρα (14).jpg



Δάρα (29).jpg



Δάρα (55).jpg



Δάρα (16).jpg


Οι Δαραίοι στους γάμους και στα πανηγύρια κράταγαν και κρατάνε τα έθιμα και την παράδοση. Πολλά από τα τραγούδια είναι δικά τους και εξιστορούν τα βάσανά τους και τις χαρές τους. Οι παραβολές, το χιούμορ, τα ανέκδοτα και οι σάτιρες είναι γεμάτα από ευστοχίες και πνεύμα. Πολλά από αυτά ξεπέρασαν τα όρια της περιοχής και κάποια έφτασαν να γίνουν πανελλήνια, όπως το ποίημα "Το στήθος της κυρίας και το χέρι του Δημάρχου" του ποιητή Γ. Σουρή.

Η ιστορία έχει ως εξής: Στους εορτασμούς για την ενηλικίωση του βασιλιά Κωνσταντίνου βρέθηκε καλεσμένος ο τότε Δήμαρχος Νάσων, Δήμος Λαμπρόπουλος. Ο Δήμος Λαμπρόπουλος ήταν ευθυτενής, φουστανελοφόρος, με εντυπωσιακή κορμοστασιά και πυκνή γενειάδα, αλλά και με σπουδές στη Γαλλία.

Κατά το επίσημο γεύμα, που παρατέθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1886 στα Ανάκτορα, κάθισαν περίπου 200 Δήμαρχοι, το Υπουργικό Συμβούλιο, μερικοί κρατικοί λειτουργοί αλλά και άνθρωποι των γραμμάτων. Το μενού ήταν γραμμένο στα γαλλικά προς μεγάλη έκπληξη πολλών Δημάρχων. Γύρω από τον Δήμαρχο Νάσων (Δήμο Λαμπρόπουλο) είχε δημιουργηθεί μια μικρή παρέα Δημάρχων, για να τους εξηγήσει τι θα φάνε, εφόσον γνώριζε τη γλώσσα.

Οι Δήμαρχοι που δεν συνοδεύονταν από συζύγους κατά το επίσημο γεύμα, σύμφωνα με το βασιλικό πρωτόκολλο, έπρεπε να συνοδευτούν από μια, “επί των τιμών” κυρία των Ανακτόρων, η οποία και θα καθόταν δίπλα τους. Το τραπέζι, τα σερβίτσια και τα φαγητά ήταν εντυπωσιακά, όμως τίποτα δεν εντυπωσίασε τον Δήμαρχο των Νάσων όσο το βαθύ και πλούσιο ντεκολτέ της συνοδού του. Η κυρία των τιμών ήταν ευπαρουσίαστη και καθ' όλα προκλητική. Μπερμπάντης και ο Δήμαρχος, αυθόρμητα και ευγενικά, περιποιόταν την κυρία χωρίς βέβαια να αφήνει ανεκμετάλλευτη την όποια ευκαιρία. Σε κάθε προσπάθεια σερβιρίσματός της, το "κακομαθημένο" χέρι του, άγγιζε το στήθος της κυρίας ζητώντας της πολλάκις συγγνώμη. Κοσμική και αεράτη εκείνη, έπιασε το χέρι του, το κράτησε πάνω στο στήθος της και είπε: -"Δήμαρχε, το χέρι σας αιχμάλωτο"! -"Είθε Κυρία μου να απεκόπτετο και να παρέμενε ες αεί" της είπε εκείνος. Τη στιχομυθία άκουσε ο Σουρής, που καθόταν στο ίδιο τραπέζι, και έγραψε το σατιρικό ποίημα "Το στήθος της κυρίας και το χέρι του Δημάρχου".

"…Αν τώρα δε για ντεκολτέ ζητείς πληροφορίας

είδα πολλήν αφέλειαν εις μερικάς κυρίας,
και είχεν κάπως δίκαιον ο Δήμαρχος εκείνος,
που άμα είδε το γυμνόν των κυριών μας σμήνος,
ολίγου δειν η βίδα του να του στριφογυρίσει

και μέσα σε ένα ντεκολτέ επήγε να βουτήξει…”

Δάρα (1).jpg

Δήμος Λαμπρόπουλος

Αρκετές είναι οι ιστορίες που άντεξαν στον χρόνο και πέρασαν στην παράδοση. Άντεξαν γιατί είχαν πνεύμα, χάρη, χιούμορ και γιατί αδρά και παραστατικά κατέγραφαν τα αξιόλογα και τα ξεχωριστά περιστατικά. Η φτώχεια, οι ταλαιπωρίες και η αβεβαιότητα δεν κατάφεραν να σκλαβώσουν την ψυχή και το πνεύμα των Δαραίων. Ένα τέτοιο περιστατικό έμελλε να μείνει στην τοπική ιστορία και όχι μόνο.

Ο Λάμπρος και το Έθνος Δάρα:

Με εντολή του Δήμου Λαμπρόπουλου, που ήταν ο Δήμαρχος και ο πρωταγωνιστής του παραπάνω περιστατικού, ο Λάμπρος έγραψε τον λόγο-προσφώνηση, για την υποδοχή του Νομάρχη Αρκαδίας, που εκφώνησε ο τότε δάσκαλος Μπινιάρης από την Κανδήλα (κοντινό χωριό). Ο Δήμαρχος ήθελε να διώξει τον δάσκαλο από το χωριό, αλλά και να προσβάλλει τον Νομάρχη, με τον οποίο δεν τα είχε και τόσο καλά. Τούτη τη δουλειά την πήρε πάνω του ο Λάμπρος και τα κατάφερε μια χαρά. Ο Δήμαρχος, με το συμβούλιο και τους δημότες, υποδέχθηκαν τον Νομάρχη στο γεφύρι του Τράγου ποταμού.


Δάρα 59.jpg



Δάρα (17).jpg


Ο δάσκαλος με τα χαρτιά στα χέρια, ανέβηκε στο προστατευτικό παραπέτι του γεφυριού και με στόμφο άρχισε να λέει: -"Κύριε Νομάρχα, Νομαρχών, Νομαρχέστατε! Το Έθνος Δάρα ευμενώς σας υποδέχεται και σας θέτει ως ακρογωνιαίον λίθον των αναγκαίων του. Στο σημείο εκείνο, έξαλλος ο Νομάρχης, σταμάτησε τον δάσκαλο και ρώτησε τον Δήμαρχο. -"Που τον βρήκες αυτόν τον δάσκαλο"; -"Εσύ μου τον έστειλες, εμένα ρωτάς"; ήταν η απάντηση του Δημάρχου. Από τότε και μέχρι σήμερα έμεινε στο πανελλήνιο "Έθνος Δάρα".

Δάρα (5).jpeg



Δάρα (7).jpeg


Στο Δάρα το πρώτο σχολείο που άνοιξε από τον πρώτο καιρό της λευτεριάς ήταν στο σπίτι του Παπαντώνη, με δάσκαλο τον ίδιο. Για την εποχή ήξερε καλά γράμματα. Μετά ο καπετάν Σταμάτης Μπακόπουλος δώρισε στην Κοινότητα αρκετή έκταση, εκεί που σήμερα είναι η πλατεία του χωριού, για να χτιστούν εκκλησία και σχολείο.

Δάρα (5).jpg

Η σημερινή πλατεία του χωριού

Το 1842 η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου ήταν έτοιμη και απέναντί της χτίστηκε ένα αλώνι στο οποίο φυτεύτηκε μια μουριά. Εκείνα τα χρόνια το αλώνι ήταν το βήμα των διαφόρων ομιλητών. Ήταν ακόμα η θεατρική σκηνή, όπου οι νέοι του χωριού παρουσίαζαν διάφορα θεατρικά έργα. Εκεί έχτισαν και το πρώτο σχολείο. Σε αυτό οι ελεύθεροι Δαραίοι έμαθαν γράμματα και κάποιοι ξεκίνησαν για σπουδές και πτυχία, με τα οποία διέπρεψαν στις επιστήμες τους. Από όλα τα παραπάνω σήμερα σώζεται μόνο η μουριά, στη νέα πλέον πλατεία, η οποία υπολογίζεται ότι είναι 179 χρόνων. Η μουριά αυτή ήταν και το "καμπαναριό" της πρώτης εκκλησίας, με δύο καμπάνες, μια μικρή και μια μεγάλη, κρεμασμένες στα κλωνάρια της.

Δάρα (56).jpg



Δάρα (57).jpg


Εκείνα τα χρόνια χτίστηκε και η κάτω βρύση, στην είσοδο του χωριού, αφού γκρεμίστηκε (κακώς) η προηγούμενη βρύση, η οποία είχε τεράστιο πέτρινο θόλο με τρεις πέτρινες γούρνες, δύο να πίνουν τα ζώα, και μια να παίρνουν νερό οι κάτοικοι. Το πέτρινο τόξο της βρύσης ήταν τόσο μεγάλο που χώραγαν ταυτόχρονα δύο ζώα φορτωμένα με ογκώδη φορτώματα (κυρίως πουρνάρια). Το γκρέμισμα της πρώτης εκκλησίας και της κάτω βρύσης ήταν πλήγμα στην παράδοση και τα μνημεία του τόπου.

Δάρα (1).jpg

Η σημερινή βρύση στην είσοδο του Δάρα

Το 1957 γκρέμισαν λοιπόν την παλιά εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και με τα χέρια τους κουβάλησαν τις πέτρες στον χώρο που έχτισαν τη νέα.


Δάρα (4).jpg



Δάρα (3).jpg



Δάρα (7).jpg



Δάρα (2).jpeg


Τον επόμενο χρόνο άρχισαν τα έργα για την κατασκευή της πλατείας. Για την πλατεία όλη η δαπάνη ήταν 300.000 δραχμές. Όταν ο εργολάβος άνοιγε τα θεμέλια, στη νότια πλευρά, κάτω ακριβώς από το αλώνι της μουριάς, βρέθηκε ένας τάφος, αλλά κανείς δεν έδωσε σημασία. Αφού έριξαν μια ματιά στα κόκαλα, τα πέταξαν στην άκρη και συνέχισαν το σκάψιμο. Η μουριά είδε γάμους, είδε κηδείες, άκουσε τραγούδια και μοιρολόγια, άκουσε λόγους και ποιήματα, φιλοξένησε θεατρικές παραστάσεις και με τις καμπάνες της "σάλπισε" πολλές φορές προσκλητήρια πολέμου, αλλά σκόρπισε στον αέρα και μηνύματα νίκης. Τα 'βαλε με τον χρόνο και άντεξε και είναι το στολίδι της πλατείας μέχρι και σήμερα.

Δάρα (6).jpg

Το πρώην αλώνι και νυν πλατεία του χωριού

Δάρα (58).jpg

Το πρώην αλώνι και νυν πλατεία του χωριού
 
Last edited:

Smaragda53

Member
Μηνύματα
982
Likes
2.063
Επόμενο Ταξίδι
αχ, μακάρι νάξερα!
Ονειρεμένο Ταξίδι
Πολυνησία
κι έπειτα λέμε κι εμείς ότι βασανιζόμαστε...
πόσα λάθη για χάρη της "προόδου"...
φοβερός λόγος και εικόνες!
 
Last edited:

alma

Member
Μηνύματα
3.714
Likes
14.997
Αθάνατη Αρκαδία. Υπέροχες φωτογραφίες και πληροφορίες. Αν έχεις και άλλες από χριστουγεννιάτικα έθιμα και παραδόσεις για να μπούμε στο κλίμα, θα ήταν ενδιαφέρουσες.
 

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
κι έπειτα λέμε κι εμείς ότι βασανιζόμαστε...
Οι άνθρωποι αυτοί έδιναν καθημερινά σκληρό αγώνα, δίχως ανάσα, για την επιβίωση! Άλλες εποχές οι σημερινές, οι οποίες απαιτούν άλλου είδους αγώνες, αρκετά δύσκολους σε κάποιες περιπτώσεις, για να τα καταφέρουμε. Πάντως δεν υφίστανται συγκρίσεις, του τότε με το τώρα, σε καμία περίπτωση. Σήμερα οι λύσεις είναι πιο εφικτές και πιο εύκολες κατά την άποψή μου.

πόσα λάθη για χάρη της "προόδου"...
Τότε είχαν άγνοια και το καινούριο, το "καλογυαλισμένο" και "λαμπερό" το θεωρούσαν πρόοδο και εξέλιξη. Το κακό είναι ότι τέτοια λάθη συμβαίνουν ακόμα και σήμερα που πλέον ξέρουμε, και αντί να προστατεύουμε την κληρονομιά που μας άφησαν εκείνοι, την αφήνουμε να ρημάζει. Άπειρα τα παραδείγματα, όχι μόνο στην Αρκαδία, αλλά σε ολόκληρη τη χώρα.

φοβερός λόγος και εικόνες!
Σε ευχαριστώ πολύ, για ακόμα μια φορά, για το ωραίο σου σχόλιο. Αυτήν την περίοδο είμαι δυστυχώς αταξίδευτη και με έχει πιάσει "συγγραφικός οίστρος" :bleh: :haha: Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα στο πρόγραμμα να ανεβάσω, την παρούσα χρονική στιγμή, αυτά τα κεφάλαια για τον δικό μου τόπο καταγωγής αλλά και των προγόνων μου. Είχα σκεφτεί να το κάνω στο τέλος, ολοκληρώνοντσς αυτήν τη "μαραθώνια" ιστορία με το χωριό Δάρα. Ήθελα όλες αυτές οι πληροφορίες, τα πραγματικά γεγονότα και τα χιουμοριστικά περιστατικά να αποτελέσουν τον επίλογο του αφιερώματος στην Αρκαδία. Όμως έκανα δεύτερες σκέψεις, γιατί τελικά δεν ξέρω ούτε εγώ η ίδια, αν και πότε, θα υπάρξει τέλος σε αυτό το νήμα, αφού δεν έχω σκοπό να σταματήσω να ταξιδεύω και να εξερευνώ αυτόν τον υπέροχο και ανεξάντλητο τόπο. Θέλοντας λοιπόν να περάσω δημιουργικά τον χρόνο μου, και επιθυμώντας να μην μείνει στην αδράνεια αυτή η αφήγηση, θα συνεχίσω την ανάρτηση των κεφαλαίων με πρωταγωνιστή το Έθνος Δάρα.

Ελπίζω να ταξιδέψω σύντομα και να συλλέξω εικόνες και πληροφορίες από πολλά ακόμα, γνωστά και άγνωστα, χωριά της Αρκαδίας και να σας τις παρουσιάσω στη συνέχεια.
 

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Υπέροχες φωτογραφίες και πληροφορίες
Σε ευχαριστώ πολύ @alma, να είσαι καλά!

Αν έχεις και άλλες από χριστουγεννιάτικα έθιμα και παραδόσεις για να μπούμε στο κλίμα, θα ήταν ενδιαφέρουσες.
Δέχομαι την "πρόκληση" και θα ανεβάσω ένα κεφάλαιο "σφήνα" (διακόπτοντας την κανονική ροή του προγράμματος :haha: :haha:) με όσα έθιμα ή παραδόσεις θυμηθώ ή καταφέρω να βρω. Τώρα αν θα είναι χριστουγεννιάτικες δεν το υπόσχομαι, αλλά σίγουρα θα είναι ενδιαφέρουσες.
 

nikos12

New Member
Μηνύματα
4
Likes
0
Δημητσάνα-Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης-Μονή Φιλοσόφου-Μονή Τιμίου Προδρόμου.

Μια εξόρμηση με αφετηρία το Δάρα Αρκαδίας ξεκίνησε το Σάββατο 10/10/2020 για τη Δημητσάνα Αρκαδίας. Ακολουθήσαμε την επαρχιακή οδό Τρίπολης-Ολυμπίας, η οποία περνάει λίγο έξω από τη Βυτίνα και όταν φτάσαμε στον οικισμό Καρκαλού, ο οποίος σηματοδοτεί την Πύλη εισόδου στη Δημητσάνα, στρίψαμε αριστερά, ακολουθώντας πλέον την επαρχιακή οδό Δημητσάνας-Καρκαλούς.

Λίγο πριν μπούμε στο χωριό είδαμε στα δεξιά του δρόμου ένα view point, δηλαδή ένα πέτρινο μπαλκόνι χτισμένο στην άκρη της χαράδρας. Κατεβήκαμε και φτάνοντας στην άκρη της πεζούλας, η πρώτη αίσθηση που ενεργοποιήθηκε ήταν αυτή της ακοής, αφού έφτασε στα αυτιά μας το βουητό του νερού, που κυλάει αδάμαστο, ακολουθώντας τη ροή του ποταμού, κάτω χαμηλά στη χαράδρα. Αμέσως μετά σειρά είχε η αίσθηση της όρασης, αφού μπροστά στα μάτια μας ξεδιπλώθηκε η Δημητσάνα, η οποία είναι σκαρφαλωμένη πάνω στη λοφοράχη, σε υψόμετρο 946 μέτρων.

View attachment 328962


View attachment 328963


View attachment 328964


View attachment 328965

Η Δημητσάνα είναι ιστορικό χωριό, πρωτεύουσα της επαρχίας Γορτυνίας του Νομού Αρκαδίας. Με την εφαρμογή του σχεδίου Καλλικράτης αποτελεί έδρα του Δήμου Γορτυνίας. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 342 κάτοικοι, ενώ το 2001 είχε 611 κατοίκους. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.

Στη θέση της σημερινής Δημητσάνας υπήρχε η αρχαία Αρκαδική πόλη Τεύθις, η οποία είχε συμμετάσχει στον Τρωικό Πόλεμο, αλλά και στον εποικισμό της Μεγαλόπολης. Η χρονική περίοδος που μετονομάστηκε η Τεύθις σε Δημητσάνα δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, η ονομασία Δημητσάνα θεωρείται ότι έχει σλαβική προέλευση. Πολλοί ερευνητές διαφωνούν, ενώ άλλοι είναι υπέρμαχοι αυτής της άποψης, δεδομένου ότι σλαβική ρίζα έχουν οι ονομασίες και άλλων κοντινών χωριών, όπως το Ζιγοβίστι, η Ζάτουνα, η Στεμνίτσα κ.ά.

Από τα τμήματα του τείχους της αρχαίας Τεύθιδος που εντοπίζονται μέσα στο χωριό φαίνεται πως η Δημητσάνα κατέχει ακριβώς την ίδια θέση με την αρχαία πόλη, η ακρόπολη της οποίας βρισκόταν στην κορυφή του λόφου, στις συνοικίες του Κάστρου και της Πλάτσας.

Διασχίσαμε το πέτρινο γεφύρι που φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία και μπήκαμε στο χωριό.

View attachment 329325

Ο δρόμος μετά το γεφύρι γίνεται ανηφορικός, αφού όπως περιέγραψα λίγο πριν, η Δημητσάνα είναι σκαρφαλωμένη και απλωμένη μεταξύ δύο λόφων και οδηγεί στην καρδιά του πέτρινου κοσμήματος του Νομού Αρκαδίας. Εδώ είναι αραδιασμένα στη σειρά καλόγουστα μαγαζιά με παραδοσιακά προϊόντα και γλυκά, σουβενίρ, ταβέρνες, καφέ και μπαράκια.

View attachment 328976


View attachment 328971

Το χωριό ήταν ολοζώντανο, με πολλούς επισκέπτες να γεμίζουν όλα τα μαγαζιά. Από τη μια ενθουσιαστήκαμε που είδαμε τον κόσμο να χαίρεται τις βόλτες του και να απολαμβάνει το φαγητό του στις ταβέρνες, από την άλλη όμως δυσκολευτήκαμε λίγο με το parking του αυτοκινήτου, αφού στο χωριό οι χώροι στάθμευσης είναι πολύ περιορισμένοι.

Ξεκινήσαμε τη γνωριμία μας με τη Δημητσάνα ανηφορίζοντας στα στενά πέτρινα δρομάκια. Η βόλτα στα σοκάκια, μας έκανε να κατανοήσουμε την αξιοθαύμαστη αρχιτεκτονική, με τα αρχοντικά πέτρινα σπίτια, τα περισσότερα από τα οποία είναι αναστηλωμένα και σήμερα στεγάζουν σύγχρονους ξενώνες.

View attachment 328966


View attachment 329327

Ολόκληρο το χωριό κυριαρχείται από καλοφτιαγμένα δαιδαλώδη, πέτρινα καλντερίμια και πολλά σκαλιά ιδανικά για ατελείωτους περιπάτους.

View attachment 328967


View attachment 328968


View attachment 328969


View attachment 329326

Στο κέντρο της αγοράς της Δημητσάνας βρίσκεται το καλλιμάρμαρο και μεγαλοπρεπές ωρολογοστάσιο, που φιλοξενεί το “Ρολόι της Δημητσάνας”. Το ρολόι στάλθηκε από τους Δημητσανίτες της Νέας Υόρκης γύρω στα 1900. Η θεμελίωση του έργου έγινε το έτος 1928, ενώ ολοκληρώθηκε το 1934. Ανηφορίσαμε για να το θαυμάσουμε από κοντά.

View attachment 328972

Στη συνέχεια συναντήσαμε τη Βιβλιοθήκη & το Λαογραφικό Μουσείο με τα ανεκτίμητης αξίας ιστορικά χειρόγραφα και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στην Πλατεία της Δημητσάνας δίπλα στο δημοτικό σχολείο.

View attachment 328973


View attachment 328974

Στο ίδιο σημείο δεσπόζει η Μητρόπολη του χωριού, η Αγία Κυριακή, κτίσμα του 1834 που αντικατέστησε το παλιό του 1603.

View attachment 328975

Η θέα από τον χώρο της Βιβλιοθήκης προς το χωριό και τις ψηλές βουνοκορφές της Πελοποννήσου:

View attachment 329003

Πήραμε να ανηφορίζουμε προς τον άλλο λόφο της Δημητσάνας, τον λόφο του Κάστρου

View attachment 328970

και συναντήσαμε τον ναό του Αγίου Χαραλάμπους. Την πετρόκτιστη εντυπωσιακή εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους στη Δημητσάνα έχτισαν Λαγκαδιανοί μάστορες, το 1832-34. Ήταν ο πρώτος Καθεδρικός Ναός της πόλης. Το Καμπαναριό του χτίστηκε το 1868.

Ο ναός αρχικά ήταν αφιερωμένος στα Εισόδια της Θεοτόκου, αλλά μετά από κάποιο θαύμα που αποδόθηκε στον Άγιο Χαράλαμπο, παρέμεινε πλέον ως ναός του Αγίου Χαραλάμπους. Έτσι, σήμερα ακόμη πανηγυρίζονται τα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου, αλλά και η μνήμη του Αγίου Χαραλάμπους στις 10 Φεβρουαρίου.

Η αφιέρωση της εκκλησίας της Παναγίας στον Άγιο Χαράλαμπο πρέπει να συνέβη στα τέλη του 17ου (1687-1688) ή στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν επιδημία πανώλης είχε αφανίσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην Πελοπόννησο. Τότε, πολλές εκκλησίες και παρεκκλήσια χτίστηκαν ή αφιερώθηκαν στον Άγιο Χαράλαμπο γιατί, όπως αναφέρουν οι συναξαριστές, ο Άγιος είχε «θεόθεν» το χάρισμα να διώχνει τον «μαύρο θάνατο», δηλαδή την πανώλη.

View attachment 328977

Από το σημείο που βρίσκεται ο ναός απολαύσαμε την πολύ όμορφη θέα της Δημητσάνας, με κυρίαρχο τον Πύργο του Ρολογιού.

View attachment 328978

Στη συνοικία του Κάστρου της Δημητσάνας ορθώνεται ο ιερός ναός των Ταξιαρχών χτισμένος το 1635. Στον περίβολο του ναού κατά την Επανάσταση υπήρχαν εργαστήρια υποδημάτων και φούρνοι, που τροφοδοτούσαν τα επαναστατημένα τμήματα των Ελλήνων. Ο χώρος ανήκε στην Οικογένεια Καράκαλου, από την οποία προήλθαν 4 Πατριάρχες Ιεροσολύμων, μεταξύ των οποίων και ο Πατριάρχης Παΐσιος, το όνομα του οποίου φέρεται γραμμένο στην είσοδο του Ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα.

Ο ναός έχει χτιστεί στη θέση παλαιότερου ναού κατασκευασμένου το 1635, από τον Δημητσανίτη επίσκοπο Μεθώνης Άνθιμο Καράκαλο, όπως φαίνεται στην κτητορική επιγραφή, που είναι εντοιχισμένη στον σύγχρονο ναό. Ανήκει στον οκταγώνιο τύπο, στον οποίο ανήκει και ο ναός της Αγίας Κυριακής και έχει ισχυρή τοιχοποιία, πάχους 1,20 μέτρων.

View attachment 328979


View attachment 328980

Ανεβήκαμε τη σιδερένια θεόστενη σκάλα που οδηγεί στο πέτρινο Καμπαναριό του ναού και απολαύσαμε ολόγυρά μας την πανοραμική θέα.

View attachment 329328

Αριστερά από τον ναό κάμποσα ανηφορικά σκαλιά οδηγούν έξω από το σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού.

View attachment 328981


View attachment 328982


View attachment 328983


View attachment 328984

Στη Δημητσάνα λειτουργούσε ιερατική σχολή που έγινε γνωστή με το όνομα «Φροντιστήριο Ελληνικών Γραμμάτων». Η σχολή λειτούργησε το 1764 και από αυτήν αποφοίτησαν πολλοί μητροπολίτες και λόγιοι, ανάμεσά τους, ο Γρηγόριος ο Ε' και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ήταν Έλληνας ιεράρχης, μητροπολίτης Παλαιών Πατρών και ένας από τους πρωταγωνιστές ιεράρχες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 με διπλωματική και πολιτική δράση.

Αγοράσαμε παραδοσιακά γλυκά από ένα εργαστήριο, το οποίο βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο και λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια. Εγώ το θυμάμαι να υπάρχει στο ίδιο σημείο από τα νιάτα μου. Όταν χορτάσαμε τις βόλτες μας στις συνοικίες του χωριού κινήσαμε για να επισκεφθούμε το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης.

Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα προβάλλει τη σημασία της υδροκίνησης στην παραδοσιακή κοινωνία, παρουσιάζοντας τις βασικές προβιομηχανικές τεχνικές που χρησιμοποιούν το νερό ως κύρια πηγή ενέργειας για την παραγωγή ποικίλων προϊόντων. Μέσα σε πυκνή βλάστηση και άφθονα τρεχούμενα νερά έχουν αποκατασταθεί εγκαταστάσεις και υδροκίνητοι μηχανισμοί, με σκοπό τη μουσειακή αξιοποίησή τους. Κάθε αναστηλωμένο κτίριο των παλιών παραδοσιακών εργαστηρίων φιλοξενεί μόνιμη έκθεση με θεματικό περιεχόμενο, σχετικό με το εργαστήριο στο οποίο στεγάζεται.

Ωράριο λειτουργίας:
Από 1 Μαρτίου έως 15 Οκτωβρίου:
Καθημερινά (εκτός από Τρίτη) 10:00-18:00

Από 16 Οκτωβρίου έως 28 Φεβρουαρίου:
Καθημερινά (εκτός από Τρίτη) 10:00-17:00

Κλειστό: Κάθε Τρίτη, 1η Ιανουαρίου, Μεγάλη Παρασκευή (έως τις 12:00), Κυριακή του Πάσχα, 1η Μαΐου, 7 Ιουλίου (εορτή πολιούχου), 15 Αυγούστου, 25 και 26 Δεκεμβρίου.

Εισιτήριο:
Γενική είσοδος: 4 ευρώ

Το πρώτο κτίριο που συναντήσαμε στεγάζει νεροτριβή και νερόμυλο με οριζόντια φτερωτή. Εδώ ο επισκέπτης μπορεί να ρίξει σπόρους καλαμποκιού στη σκαφίδα και να παρακολουθήσει πως ο καρπός αλέθεται από τις μυλόπετρες και πέφτει στην αλευροδόχη.

View attachment 328985


View attachment 329220

Στο διπλανό δωμάτιο με το τζάκι στεγαζόταν το σπίτι του μυλωνά.

View attachment 329221

Απέναντι από τον μύλο κατασκευάστηκε πρόχειρο στέγαστρο, όπως αυτό που προφύλασσε το ρακοκάζανο, το οποίο στηνόταν στο ύπαιθρο μετά τον τρύγο, για την παραγωγή τσίπουρου από τα στέμφυλα.

View attachment 329222

Απέναντι από το ρακοκάζανο βρίσκεται ένα διώροφο κτίριο, η πρώην κατοικία του βυρσοδέψη, που σήμερα στεγάζει το κυλικείο του Μουσείου. Πιο χαμηλά συναντήσαμε το βυρσοδεψείο, το εσωτερικό του οποίου είναι χωρισμένο σε ζώνες, που αντιστοιχούν στα διάφορα στάδια επεξεργασίας των δερμάτων.

Η @malysa σε σχόλιό της πρότεινε πολύ σωστά, στον επισκέπτη του βυρσοδεψείου, να διαθέσει χρόνο, ώστε να παρακολουθήσει το video που προβάλλεται και αναλύει όλες τις φάσεις της επεξεργασίας των δερμάτων. Εγώ στην ιστορία μπορεί να μη διαθέτω το video, αλλά μπορώ να σας παρουσιάσω με λόγια και εικόνες, ό,τι ακριβώς θα βλέπατε να περιγράφεται στο οπτικό υλικό του Μουσείου:


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Η επεξεργασία και οι χρήσεις του


Η χρήση των δερμάτων για ένδυση και υπόδηση αρχίζει από την προϊστορία. Η Γένεσις αναφέρει ότι “εποίησε Κύριος ο Θεός τω Αδάμ και τη γυναικί αυτού χιτώνας δερμάτινους και ενέδυσεν αυτούς”, ενώ πολύ αργότερα (2ος αιώνας μ.Χ. ο Παυσανίας μνημονεύει ότι οι Οζολοί Λοκροί “επειδή δεν ήξεραν να υφαίνουν ενδύματα χρησιμοποιούσαν για να προφυλάσσονται από το κρύο, ακατέργαστα δέρματα ζώων, έχοντας γυρισμένο προς τα έξω το τριχωτό μέρος".

Η βυρσοδεψία (επεξεργασία της βύρσας=δέρματος) και η χρήση των προϊόντων της ήταν ευρέως διαδεδομένη ήδη από τα Ομηρικά χρόνια. Οι κλασικοί συγγραφείς παρέχουν πληροφορίες για τις μεθόδους της δέψης, την υποβαθμισμένη κοινωνική θέση των βυρσοδεψών και τις χρήσεις των δερμάτων. Οι ελάχιστες παραστάσεις στην αττική αγγειογραφία πληροφορούν για την οργάνωση των εργαστηρίων, τα είδη των εργαλείων και τον τρόπο κατασκευής των υποδημάτων.

Οι Βυζαντινές πηγές πληροφορούν για την ευρύτατη χρήση των δερμάτων, το εμπόριό τους, τις συντεχνίες των τεχνητών του δέρματος, τη χαμηλή κοινωνική θέση τους, αλλά και τη σημασία του δέρματος για την οικονομική ζωή της Αυτοκρατορίας. Η κατασκευή περγαμηνών, πανάκριβης γραφικής ύλης από ειδικά δέρματα, ήταν σημαντικός κλάδος, που κάλυπτε τις ανάγκες παραγωγής κειμένων και σύνταξης εγγράφων και μετά την υιοθέτηση του χαρτιού (12ος-13ος αιώνας).

Η μεσοβυζαντινή Πελοπόννησος διέθετε σημαντικά εργαστήρια βυρσοδεψείων και βαφεία στην Πάτρα, την Κόρινθο και τη Σπάρτη. Τα τοπωνύμια “Tαμπάκικα” που διατηρούνται και σήμερα σε πολλές πόλεις, μαρτυρούν την ακμή των εργαστηρίων της βυρσοδεψίας κατά τα Nεότερα Xρόνια (15ος-19ος αιώνας) στις παρυφές πολλών πόλεων. Η Θεσσαλονίκη, τα Γιάννενα και η Λάρισα ήταν κέντρα παραγωγής γνωστών ειδών δερμάτων και εμπορίας τομαριών. Η Θεσσαλονίκη μάλιστα ήταν και σημαντικό εξαγωγικό κέντρο. Αντίστοιχη δραστηριότητα ανέπτυσσαν για τη μικρά Ασία τα μεγάλα λιμάνια Τραπεζούς, Σινώπη, Σαμψούς και Σμύρνη. Παραγωγή, χρήση, διακίνηση και εξαγωγή των ακατέργαστων και κατεργασμένων δερμάτων ήταν αυστηρά νομοθετημένες.

Το άλμα από το παραδοσιακό ταμπάκικο σε βυρσοδεψικό εργοστάσιο έγινε τον 19ο αιώνα με την εισαγωγή νέου τύπου δερμάτων και την επέκταση των σχετικών εξαγωγών. Την περίοδο 1860-70 λειτουργούσαν στην Ερμούπολη 10-12 βυρσοδεψεία. Από αυτά τα 6 μεγαλύτερα είχαν 50-200 εργάτες. Ακολούθησε (τέλη 19ου και αρχές 20ου αιώνα) συρρίκνωση της δραστηριότητας στη Σύρο, διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς, εφαρμογή νέων μεθόδων κατεργασίας των δερμάτων και εκμηχάνιση των διαδικασιών. Σε σημαντικά κέντρα αναδεικνύονται η Αθήνα και ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη και το Καρλόβασι της Σάμου.

Στον μεσοπόλεμο λειτουργούν 500-600 βυρσοδεψεία, αλλά το 80-85% είναι μικρές μονάδες με 1-5 εργαζόμενους. Από τις 80-90 μεγάλες μονάδες, οι 60 είναι εκμηχανισμένες. Ο συνολικός όγκος όμως παραγωγής παραμένει μικρός (8-10.000 τόνοι).

Το 1960 τα παλαιού τύπου εργοστάσια με τις δεξαμενές, τα εκχυλίσματα και τις ιμαντοκίνητες βαρέλες, όπως και τα παραδοσιακά ταμπάκικα έχουν ήδη παραχωρήσει τη θέση τους στη σύγχρονη βυρσοδεψική βιομηχανία, η οποία είναι εξοπλισμένη με ηλεκτρικά μηχανήματα και εξελιγμένες χημικές ύλες.

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ

Για τη βυρσοδεψία δέρμα είναι η κατεργασμένη βύρσα (το τομάρι) ενός ζώου. Για να παραχθεί το δέρμα αυτό πρέπει το ακατέργαστο τομάρι να υποστεί την κατάλληλη επεξεργασία, τη δέψη. Αυτή σταματά τη σήψη και το καθιστά αδιάβροχο και ανθεκτικό, εύκαμπτο και ελαστικό. Το δέρμα ενός θηλαστικού, στη φυσική του κατάσταση, αποτελείται από τρεις στιβάδες: την επιδερμίδα, τη δερμίδα ή χόριο και την υποδερμίδα ή υποδόριο ιστό. Η μεσαία στιβάδα, το χόριο, πυκνό δίκτυο ινών πρωτεϊνικής σύστασης με βάση το κολλαγόνο, είναι το καθεαυτό δέρμα. Κατά τις διαδικασίες της προπαρασκευής, το χόριο αποχωρίζεται από την εσωτερική και εξωτερική στιβάδα, μαλακώνει και φουσκώνει απορροφώντας νερό και ασβέστη (ή άλλες χημικές ουσίες, ανάλογα με τον τρόπο κατεργασίας). Παράλληλα αφαιρούνται οι ρίζες των τριχών από τους θυλάκους. Κατά τη δέψη, το δέρμα απορροφά τανίνη ή άλλα δεψικά υλικά, που του προσδίδουν τις απαιτούμενες ιδιότητες. Τέλος κατά τη μετάδεψη βελτιώνεται η όψη του: γυαλίζεται, βάφεται και καλλωπίζεται ανάλογα με τον τελικό προορισμό του.

Παραδοσιακές μέθοδοι δέψης είναι η φυτική κατεργασία με τανίνη, η δέψη με στύψη (εφαρμόζεται και στη γουνοποιία) και η δέψη με λίπη και έλαια, με την οποία παράγονται τα σαμουά. Σήμερα με τη συμβολή της χημείας και των ηλεκτρονικών μηχανημάτων έχουν τροποποιηθεί σημαντικά οι διαδικασίες και έχει μειωθεί θεαματικά ο χρόνος κατεργασίας του δέρματος. Ο συνδυασμός κατηγορίας δέρματος και κατεργασίας δίνει μεγάλη ποικιλία τύπων και χρήσεων: δέρματα βιβλιοδεσίας, βακέτες, περγαμηνές, ιμάντες, σολοδέρματα, μαροκέν, σαμουά, σουέντ, νάπες και φόδρες. Στην έκθεση παρουσιάζονται οι προβιομηχανικές διαδικασίες κατεργασίας λεπτών δερμάτων με φυτικές δεψικές ύλες.

ΤΟ ΤΑΜΠΑΚΙΚΟ

Ένα παραδοσιακό ταμπάκικο είναι έτσι μελετημένο και κατασκευασμένο, ώστε να αξιοποιεί το νερό, τον αέρα και το φως με τον προσφορότερο τρόπο. Η συνεχής ανάγκη για νερό επιβάλλει τη χωροθέτηση των εργαστηρίων δίπλα σε ποτάμι, πηγή ή ακόμη και τη θάλασσα. Το εσωτερικό του εργαστηρίου είναι χωρισμένο σε ζώνες, που αντιστοιχούν στα διάφορα στάδια επεξεργασίας. Μια ζώνη είναι για τα “νερά”, τις πρώτες δουλειές της προπαρασκευής. Στην επόμενη ζώνη είναι η σειρά με τις “λίμπες” για τη δέψη. Το εργαστήριο πρέπει επίσης να διαθέτει μια ευάερη ζώνη, για το άπλωμα και το στέγνωμα των δερμάτων στη σκιά. Και τέλος πρέπει να διαθέτει μια καλά φωτισμένη γωνία για τις λεγόμενες εργασίες του πάγκου.

View attachment 329223

Η ΜΑΚΕΝΑ

Η μάκενα αποτελείται από το “μπράτσο” που είναι σπαστό και κινείται μπρος-πίσω και από το “τεζάχι” σανίδα σκεπασμένη με λωρίδα από πετσί καλά στερεωμένη σε τρίποδες. Στο “τεζάχι” τοποθετείται το δέρμα με την εξωτερική του όψη προς τα πάνω.

Το “μπράτσο” έχει κεφαλή από γυάλινο κύλινδρο, η οποία γυαλίζει το δέρμα καθώς το πιέζει με δύναμη πάνω στο “τεζάχι”. Το γυάλισμα γίνεται σε δύο χρόνους. Πρώτα ο βυρσοδέψης τοποθετεί πάνω στο δέρμα, (που το κρατά σταθερό στο “τεζάχι”) το “μπράτσο” με τον γυάλινο κύλινδρο, ενώ ένας εργάτης από απέναντι το τραβά μπροστά με σκοινί. Κατόπιν ο βυρσοδέψης “σπάει” το “μπράτσο”, δηλαδή το σηκώνει από το “τεζάχι”, το πάει πίσω και το ξανατοποθετεί πάνω στο δέρμα για να επαναληφθεί η πρώτη κίνηση. Η μάκενα ήταν στην αρχή χειροκίνητη. Μάλιστα μερικές φορές χρειάζονταν δύο άτομα να τραβούν με σκοινιά το “μπράτσο” με τον κύλινδρο. Αργότερα έγινε ιμαντοκίνητη και σήμερα είναι ηλεκτροκίνητη.

View attachment 329224

Η κατεργασία του δέρματος περιλαμβάνει τρία στάδια:
Την ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ που περιλαμβάνει 8 φάσεις.
Τη ΔΕΨΗ που περιλαμβάνει 3 φάσεις.
Τη ΜΕΤΑΔΕΨΗ που περιλαμβάνει 2 φάσεις.

ΣΤΑΔΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ:
ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 ημέρες
ΔΕΨΗ 20 ημέρες
ΜΕΤΑΔΕΨΗ 4 ημέρες

ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Φάση 1η: Μαλάκωμα

Οι δορές καθαρίζονται και επανέρχεται η αρχική τους περιεκτικότητα σε νερό, ώστε να απορροφήσουν τα δεψικά υλικά.

Φάση 2η: Σκίσιμο
Το δέρμα είναι ολόκληρο ανάποδα, δηλαδή με την εσωτερική όψη προς τα έξω, όπως έχει βγει σαν "γάντι" από το σφαγμένο ζώο. Στο εσωτερικό υπάρχουν καλάμια, τα οποία έχει βάλει ο εκδορέας για να μείνει το δέρμα τεντωμένο, να μη "μαζέψει". Ο βυρσοδέψης για να το επεξεργαστεί από τις δύο όψεις πρέπει να το ανοίξει. Γι' αυτό το κρεμά από το κεφάλι σε στύλο και το σκίζει με φαλτσέτα από τον λαιμό προς την κοιλιά. Το δέρμα των ποδιών, του κεφαλιού και της ουράς κόβεται και πετιέται. Κατά το σκίσιμο ο βυρσοδέψης κάνει με τη φαλτσέτα τρύπες στην άκρη των ποδιών, για το κρέμασμα του δέρματος.

View attachment 329225

Φάση 3η: Ξελέσισμα
Η εσωτερική όψη του δέρματος (ο γουδουράς) πρέπει να καθαριστεί από τα λέσια, δηλαδή τα νεύρα, τα λίπη και τα υπολείμματα κρέατος. Τα λέσια είναι μέρος του υποδόριου ιστού. Τα μαλακά πλέον δέρματα απλώνονται στο καβαλέτο, όπου ο βυρσοδέψης ξύνει τον "γουδουρά" με το "σίδερο" δηλαδή με ένα καμπύλο, μακρύ και ελαφρώς ακονισμένο μαχαίρι με δύο λαβές, που το περνά κάθετα στην επιφάνεια, με προσοχή και επιδεξιότητα, για να μη ζοριστεί και κοπεί το δέρμα. Τα λέσια γενικά πετιούνται, εκτός από τα χοιρινά που περιέχουν αρκετό λίπος και χρησιμοποιούνταν παλαιότερα στην παρασκευή σαπουνιών.

Φάση 4η: Πλύσιμο
Ο βυρσοδέψης πλένει τα δέρματα καλά μετά το ξελέσισμα για να απαλλαγούν από τα υπολείμματα και να μαλακώσουν. Για τον σκοπό αυτό γεμίζει τη γούρνα με νερό, τοποθετεί λίγα-λίγα τα δέρματα και τα πατά με τα πόδια, ενώ κρατιέται από το ξύλο που κρέμεται από την οροφή. Η ίδια γούρνα χρησιμοποιείται για το πλύσιμο των δερμάτων και σε άλλες φάσεις της δουλειάς. Μετά το πλύσιμο, τα δέρματα στραγγίζουν στις "γαϊδάρες" μέχρι να μισοστεγνώσουν.

View attachment 329226

Φάση 5η: Αποτρίχωση
Η αποτρίχωση μιας παρτίδας δερμάτων διαρκεί 3 έως 5 ημέρες και περιλαμβάνει τις εξής διαδικασίες: ο βυρσοδέψης αλείφει τη μέσα όψη των δερμάτων με σβησμένο ασβέστη, που χαλαρώνει τους θυλάκους των τριχών και φουσκώνει τις ίνες. Κατόπιν διπλώνει τα δέρματα με την τρίχα προς τα έξω και τα στοιβάζει "να κοιμηθούν στη σκιά" για 3 ή 4 ημέρες. Έτσι διατηρούνται ζεστά για να μπορέσει να δράσει ο ασβέστης. Τον ασβέστη τον άπλωναν με τον "ντεβερέ" μια τρίχινη βούρτσα και μετά μαδούσαν τις τρίχες με τα χέρια. Ήταν μια διαδικασία στην οποία έπαιρναν μέρος όλα τα μέλη της οικογένειας (γυναίκες, παιδιά). Το μαλλί το πουλούσαν κερδίζοντας κάποια επιπλέον χρήματα.

Φάση 6η: Ασβέστωμα
Μετά την αποτρίχωση ακολουθεί το ασβέστωμα. Ο βυρσοδέψης τοποθετεί τα δέρματα, χωρίς να τα ξεπλύνει, ανοιχτά το ένα πάνω στο άλλο, στις "αβλισταριές" ή "ασβεστερά" δηλαδή σε στέρνες σκαμμένες στη γη, που περιέχουν σβησμένο ασβέστη. Ο ασβέστης δίνει πάχος στα δέρματα, δηλαδή τα φουσκώνει, αλλά και τα μαλακώνει. Ανάλογα με την τελική χρήση τους θα μείνουν εκεί από 3 έως 5 ή ακόμα και 8 ημέρες. Κάθε πρωί ο βυρσοδέψης τα "μπατάρει", τα ακουμπά δηλαδή στο χείλος του "ασβεστερού", τα ανακατεύει, ανανεώνει αν χρειάζεται τον ασβέστη και το βράδυ τα ξαναβουτά σε αυτόν.

Φάση 7η: Ξύρισμα
Ο ασβέστης έχει χαλαρώσει τους πόρους και έχει ανοίξει περισσότερο τους θυλάκους των τριχών ώστε να απαλλαγούν πλήρως από τις ρίζες που έχουν μείνει στο χόριο μετά το μάδημα. Επίσης πλέον απορροφάται καλύτερα η τανίνη. Η ρίζα της τρίχας, η "κάσα" αφαιρείται με μαχαίρι πολύ ακονισμένο, κοφτερό σαν ξυράφι. Ο βυρσοδέψης απλώνει τα δέρματα στο καβαλέτο και τα ξυρίζει ένα-ένα, περνώντας το μαχαίρι πλάγια, ξυστά στην επιφάνεια της έξω όψης του δέρματος. Έτσι μένει ο "τουλάς" δηλαδή το καθαρό δέρμα.

Φάση 8η: Απασβέστωση
Η πλήρης απασβέστωση του δέρματος γίνεται πολύ προσεκτικά πριν τη δέψη, γιατί η ένωση των πιθανών καταλοίπων του ασβέστη με τις τανίνες αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στο δέρμα. Η διαδικασία της απασβέστωσης αρχίζει με καλό πλύσιμο σε άφθονο τρεχούμενο νερό ή μέσα στο εργαστήριο ή έξω σε ποτάμι ή σε πηγή, όπου δύο άτομα κουβαλούν τα δέρματα στο "σιρίτι" ή στην "καζάκα" (είδος φορείου στο οποίο αυτά στοιβάζονται). Η ολοκλήρωση της απασβέστωσης γίνεται με την κατεργασία του δέρματος με "σαμά" (περιττώματα σκύλων) που έχει την ιδιότητα να απομακρύνει τον ασβέστη και να λιπαίνει κατάλληλα το δέρμα.

Ο βυρσοδέψης έριχνε "σαμά" στο χλιαρό νερό της "σαμόλιμπας", τοποθετούσε τα δέρματα και τα γύριζε δύο φορές την ημέρα, μια το πρωί και μια το βράδυ, επί 2 ή 3 ημέρες, μέχρι να βγει εντελώς ο ασβέστης. Το δέρμα πρέπει να δουλευτεί καλά με τον "σαμά" γιατί αλλιώς γίνεται "στάνιο" δηλαδή σκληρό και σκίζεται. Επειδή όμως ο "σαμάς" είναι διαβρωτικός τα δέρματα πρέπει να βγουν την κατάλληλη στιγμή, γιατί αλλιώς διαλύονται. Μετά τον "σαμά" πλένονταν και πάλι σε καθαρό, τρεχούμενο νερό.

Το δεύτερο στάδιο της επεξεργασίας των δερμάτων είναι η ΔΕΨΗ, (το άργασμα), που σταματά τη σήψη του δέρματος και του προσδίδει αντοχή

ΔΕΨΗ
Δεψικά υλικά


Τα φυτικά δεψικά υλικά είναι κυρίως το “καπάκι” από το βελανίδι, ο φλοιός του πεύκου, της καστανιάς και της ρίζας του πουρναριού, τα ξερά φύλλα του σκίνου και του φυτού ρούδι (ρους ο βυρσοδεψικός). Κάθε φυτό δίνει το δικό του χαρακτηριστικό χρώμα, γι΄ αυτό και το δεψικό μίγμα παρασκευάζεται ανάλογα με τη μελλοντική χρήση των δερμάτων. Τα υλικά αυτά για να χρησιμοποιηθούν πρέπει να είναι τριμμένα σε χοντρό κόκκο. Για τον σκοπό αυτό, εκτός από τον μύλο με ζώο που υπήρχε στα οργανωμένα ταμπάκικα, υπήρχε και το χειροκίνητο λιθάρι.

Φάση 1η: Πρώτο Φαΐ

Στην προβιομηχανική φυτική κατεργασία οι βυρσοδέψες χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη φυτικά δεψικά υλικά, που περιέχουν μεγάλο ποσοστό τανίνης, τριμμένα σε χοντρό κόκκο. Το τριμμένο δεψικό υλικό διαλύεται σε ζεστό νερό, στις “λίμπες”, για να βγάλει την τανίνη (θερμίζεται) και μετά αφήνεται να κρυώσει, καθώς τα δέρματα καίγονται αν έρθουν σε επαφή με πολύ ζεστό νερό. Η αναλογία βελανιδιού και άλλων υλών (π.χ. πεύκου) εξαρτιόταν από τη μελλοντική χρήση του δέρματος. Ο βυρσοδέψης βάζει τα δέρματα πλυμένα στη “λίμπα” ένα-ένα και τα τυλίγει κυλινδρικά, κλείνοντας στο εσωτερικό το “φαΐ”, το μείγμα δηλαδή των δεψικών υλικών. Η κάθε “λίμπα” ανάλογα με το μέγεθός της χωράει το πολύ 30 δέρματα. Οι πλευρές της είναι καμπύλες, συγκλίνουν δηλαδή προς το κέντρο, για να διευκολύνεται η ανάδευση των δερμάτων. Επί 7 ημέρες, κάθε πρωί, ο βυρσοδέψης ανασηκώνει και ξεδιπλώνει τα δέρματα ένα-ένα και μετά τα ξανατυλίγει, κλείνοντας μέσα καινούργιο “φαΐ".

View attachment 329227

Φάση 2η: Δευτέρωμα
Την όγδοη μέρα ο βυρσοδέψης βγάζει τα δέρματα από τη “λίμπα”. Τα “ξεζουμίζει”, δηλαδή τα πιέζει και τα ξύνει στο καβαλέτο με το “σίδερο” για να βγάλουν το περίσσευμα από το πρώτο μείγμα βελανιδιού, να ισιώσουν και να τεντώσουν, αλλά και για να κόψει ορισμένα “λέσια”. Ύστερα τα “δευτερώνει”, τα ξαναβάζει δηλαδή στις “λίμπες”, σε καινούριο μείγμα, λίγο δυνατότερο, ή και της ίδιας δύναμης με το πρώτο, ανάλογα με το πόση τανίνη διαπότισε τα δέρματα την πρώτη φορά. Κάθε ημέρα επαναλαμβάνει το τύλιγμα και την ανατροφοδοσία των δερμάτων, όπως κατά την πρώτη φάση. Την όγδοη ημέρα ελέγχει αν τα δέρματα “αργαστήκανε” ικανοποιητικά, αν έχουν δηλαδή απορροφήσει επαρκή ποσότητα τανίνης. Ο έλεγχος που γίνεται με το μάτι απαιτεί μεγάλη πείρα. Οι άπειροι βυρσοδέψες, αλλά και οι έμπειροι, όταν δεν είναι σίγουροι κάνουν μια μικρή τομή στην άκρη του δέρματος. Αν το δέρμα δεν έχει "αργαστεί" αφήνει μιαν άσπρη γραμμή στη μέση της τομής του, τη γραμμή αδεψίας, οπότε είναι ευαίσθητο και καταστρέφεται εύκολα. Μετά το "δευτέρωμα" τα δέρματα ξεπλένονται ελαφρά και στραγγίζουν για 1 ή 2 ημέρες στις "γαϊδάρες".

Φάση 3η: Λάδωμα
Ο βυρσοδέψης αλείφει στον πάγκο, την έξω όψη των δερμάτων με ελαιόλαδο. Ύστερα τα απλώνει στη σκιά (γιατί ο ήλιος τα μαυρίζει) στις "κρεμαντάλες" ή στα δοκάρια του εργαστηρίου, όπου στεγνώνουν ώσπου να "κερώσουν", δηλαδή να ξεραθούν εντελώς. Στην κατάσταση αυτή, ως ημικατεργασμένα δέρματα μπορούν να διατηρηθούν αρκετό καιρό χωρίς να πάθουν τίποτα. Στο τέλος της φάσης αυτής ο βυρσοδέψης ξεχωρίζει τα δέρματα σε ποιότητες.

View attachment 329228

Στο τρίτο πλέον στάδιο της επεξεργασίας, τη ΜΕΤΑΔΕΨΗ, τα δέρματα παίρνουν την τελική μορφή τους.

ΜΕΤΑΔΕΨΗ
Φάση 1η: Προετοιμασία


Ο βυρσοδέψης εμβαπτίζει τα δέρματα σε αραιό μείγμα τανίνης. Ύστερα τα “σκεφίζει” από τη μέσα όψη, τους δίνει δηλαδή ομοιόμορφο πάχος με το κατάλληλο μαχαίρι, τον “σκεφέ”. Αφού στραγγίσουν από τα νερά, ο βυρσοδέψης τα τεντώνει στον πάγκο με την “ντουναλέτα”, στομωμένη λάμα από σίδερο. Ειδικά για τα δέρματα που θα μείνουν άβαφα, η λάμα της “ντουναλέτας” πρέπει να είναι από μπρούτζο, που δεν οξειδώνεται και επομένως δεν αφήνει σημάδια. Κατόπιν τα στεγνώνει στον αέρα και τα ξαναπερνά από την “ντουναλέτα” για να ισιώσουν, ενώ παράλληλα τα “ξελουρίζει”, κόβει δηλαδή με το κατάλληλο ψαλίδι τα ξέφτια, που έχουν δημιουργηθεί στο δέρμα κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του.

Φάση 2η: Τελειώματα
Tα δέρματα που θα βαφούν περνούν πρώτα από αραιό μείγμα καραμπογιάς που αποτελεί τη βάση της βαφής. Αφού περάσουν από την “ντουναλέτα” ο βυρσοδέψης περνά με βούρτσα στον πάγκο το δεύτερο και τελικό χέρι της βαφής και αμέσως μετά απλώνει και πάλι τα δέρματα για να στεγνώσουν. Ύστερα τα “δευτερώνει” με την “ντουναλέτα” και τα “ξελουρίζει” όπως και τα άβαφα δέρματα. Στο “τεζάχι” γυαλίζει και διακοσμεί τα δέρματα, πιέζοντάς τα με το “παγασάκι”, ξύλινο ραβδί τυλιγμένο με σπάγκο, που αφήνει ραβδώσεις στην έξω όψη. Το “συρντάνι” δηλαδή η πέτρα που κρεμόταν στην άκρη του δέρματος, χρησίμευε για βαρίδι, ώστε να προχωρεί το δέρμα πάνω στο “τεζάχι”. Αμέσως μετά περνά τον “φελλό” από την πίσω όψη του διπλωμένου δέρματος και μάλιστα τον πιέζει ακριβώς στην τσάκιση του διπλώματος. Ο “φελλός” δίνει στο δέρμα την υφή του κόκκου (σπυριού). Τέλος το γυάλισμα στη “μάκενα” ήταν μια ακόμη διαδικασία φινιρίσματος.

Στη συνέχεια ένα λιθόστρωτο δρομάκι και μερικά πέτρινα σκαλιά μας οδήγησαν στον μπαρουτόμυλο.

Η ΜΠΑΡΟΥΤΗ

Η μαύρη μπαρούτη (πυρίτις) είναι εκρηκτική ύλη, μείγμα ομοιογενές από 75% νίτρο (νιτρικό κάλιο, ΚΝΟ3), κάρβουνο (άνθρακα, C) και 10% θειάφι (θείο, S). Κατά την ανάφλεξή της, το κάρβουνο προσφέρει την καύσιμη ύλη, το θείο την άμεση ανάφλεξη και γρήγορη καύση όλου του μείγματος, ενώ το νίτρο προσφέρει το οξυγόνο για την καύση του κάρβουνου και για τον σχηματισμό οξειδίων αζώτου, που ο μεγάλος όγκος τους προκαλεί την εκτόνωση και τη βίαιη προώθηση του βλήματος. Η μπαρούτη πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τους Κινέζους (γύρω στο 1230) και απέκτησε την αποτελεσματική της σύσταση κατά την περίοδο 1280-1320.

Από τον 14ο αιώνα, εποχή ευρύτερης διάδοσης των πυροβόλων όπλων και έως τα μέσα του 19ου αιώνα, οι μεγάλες δυνάμεις ενδιαφέρονται άμεσα για την αύξηση της ποσότητας και τη βελτίωση της ποιότητας της μπαρούτης. Έτσι οργανώνουν με ιδιαίτερη φροντίδα ένα διπλό δίκτυο: τους νιτροσυλλέκτες (βοτανιαρέους) δηλαδή χωρικούς, που συλλέγουν για την κεντρική εξουσία κυρίως, τη βασική πρώτη ύλη και παράγουν το ακάθαρτο νίτρο και τα πυριτιδοποιεία, συνήθως κοντά σε αστικά κέντρα. Η πιο προηγμένη δυνατή τεχνολογία και η εντατικοποίηση της παραγωγής επιχειρούν να καλύψουν τις επιτακτικές ανάγκες, ιδιαίτερα σε εποχές μεγάλων συγκρούσεων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε συνεχείς πολέμους και με εξελιγμένο πυροβολικό, εφαρμόζει το σύστημα της φορολογίας σε νίτρο στα χωριά του Μοριά, ήδη από τον 16ο αιώνα. Η Δημητσάνα, ένα από αυτά, συνεχίζει τον 17ο και 18ο αιώνα, τη συλλογή του νίτρου και έχει μικρή οικοτεχνική παραγωγή μπαρούτης με γουδιά.

Το 1819, όταν προετοιμάζεται η Επανάσταση και επιζητείται να καλυφθεί η μεγάλη ανάγκη σε μπαρούτη, η παράδοση αυτή αξιοποιείται. Η ορεινή, απόμακρη αυτή τοποθεσία έχει, εκτός από την τεχνογνωσία της συλλογής του νίτρου και της κατασκευής της μπαρούτης, καύσιμη ύλη, άφθονη υδρενέργεια, καθώς και γνώση της εκμετάλλευσής της.

Η συγκυρία του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αναδεικνύει και δοξάζει τη Δημητσάνα. "Μπαρούτη είχαμε" γράφει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, "έκαμνε η Δημιτζάνα". "Του μπαρουτιού την υπόθεση την είχαν πάρει απάνου τους τα αδέλφια Σπηλιωτόπουλοι, συνεχίζει ο Κολοκοτρώνης και δια να δουλεύουν το μπαρούτι δεν επαίρναμε πολλούς Δημιτζανίτες στο στρατόπεδο".

ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΡΩΤΗΣ ΥΛΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Μοναδική πηγή για την απόκτηση νίτρου, από τον 14ο αιώνα έως τις αρχές του 19ου αιώνα είναι τα φυσικά μείγματα νίτρου. Εμπεριέχονται σε ζωικά περιττώματα και σε υγρές φυτικές ύλες που αποσυντίθενται αργά σε ασβεστολιθικά δάπεδα ή τοίχους. Από εκεί οι νιτροσυλλέκτες (βοτανιαρέοι) τα μάζευαν με σάρωθρα ή με σιδερόφτυαρα και έβγαζαν το ακάθαρτο νίτρο σε μεγάλες ποσότητες, το οποίο και πρόσφεραν αντί αμοιβής, ή ως φόρο στην κεντρική κατά κανόνα εξουσία. Τα κρατικά πυριτιδοποιεία μετέτρεπαν το ακάθαρτο νίτρο σε καθαρό και κατασκεύαζαν με αυτό, μαζί με το θείο και το κάρβουνο, την μπαρούτη. Ελάχιστες ποσότητες διοχετεύονταν στην οικοτεχνική παραγωγή, για κάλυψη τοπικών αναγκών (άμυνα κατά των ληστών, κυνήγι, εορταστικές εκδηλώσεις).

Η παραγωγή ακάθαρτου νίτρου απαιτούσε συλλογή των υλών, που περιείχαν φυσικά μείγματα νίτρου, αφθονία νερού και καύσιμης ύλης, στοιχειώδη εξοπλισμό (κοφίνια, καζάνια), καθώς και γνώση της σύνθετης διαδικασίας, η οποία περιλάμβανε τρεις φάσεις:

  1. Έκπλυση των μειγμάτων με νερό σε κοφίνι ή ανοιχτό βαρέλι, για να εμπλουτιστεί το νερό με όλα τα νιτρικά άλατα που τα μείγματα περιέχουν.
  2. Αποσύνθεση των γαιομιγών νιτρικών αλάτων, που περιέχει το νερό και μετατροπή τους σε νιτρικό κάλιο, με "διάβαση" του νερού μέσα από κοφίνι ή βαρέλι, στο οποίο υπάρχει στάχτη από ξύλα.
  3. Εξάτμιση του εμπλουτισμένου με νιτρικό κάλιο νερού με βρασμό σε καζάνι, ώστε να μειωθεί το νερό και να αυξηθεί αντίστοιχα η ποσότητα του νιτρικού καλίου. Κρυσταλλοποίηση με ψύξη επί 3-4 ημέρες του νιτρικού καλίου που εμπεριέχεται στο υπολειπόμενο νερό, αφού πρώτα αυτό μεταγγιστεί προσεκτικά σε άλλο σκεύος. Ακολουθούσε το "λαγάρισμα", δηλαδή η μετατροπή του ακάθαρτου νίτρου σε καθαρό, με δύο ακόμη διαδοχικούς βρασμούς και κρυσταλλοποιήσεις για την αφαίρεση των ξένων υλών (30% του βάρους).

Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΜΠΑΡΟΥΤΗΣ

Η διαδικασία παραγωγής της μπαρούτης γνωρίζει συνεχείς αλλαγές ως προς τον χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό και τις αντίστοιχες πηγές ενέργειας, την ποιότητα και τις αναλογίες των πρώτων υλών, καθώς και την επεξεργασία τους. Η πυριτιδοποιία, ως πολεμική βιομηχανία, βρίσκεται συνεχώς στην πρωτοπορία, αλλά από χώρα σε χώρα, οι ρυθμοί εξέλιξής της και η ποιότητα μηχανών και προϊόντων διαφέρουν. Τον 15ο αιώνα, η εισαγωγή της κοκκοποίησης, της μορφοποίησης δηλαδή του μείγματος σε κόκκους (πρώτη προσπάθεια το 1440), έδωσε στην μπαρούτη καλύτερη σύσταση και ταχύτερη καύση.

Με τη βοήθεια διαφορετικών κόσκινων κοκκοποιούνταν και διαχωριζόταν σε κόκκους διαφορετικής σύστασης και μεγέθους (δηλαδή ποιότητας) σε αντιστοιχία με το είδος του όπλου, στο οποίο θα χρησιμοποιούνταν. Γύρω στο 1680 προστέθηκε στη διαδοχή των σταδίων παραγωγής η φυσική (χωρίς γραφίτη) λείανση, που αφαιρούσε τα εξογκώματα από την επιφάνεια των κόκκων και αύξανε ίσως λίγο το ειδικό βάρος τους, βελτιώνοντας έτσι τις συνθήκες της διαχείρισής της (αποθήκευση, μεταφορά) αλλά και της χρήσης της (ανάφλεξη, ισχύς). Τη διαδικασία συμπλήρωνε η εκκόνιση, το κοσκίνισμα για την αφαίρεση της σκόνης. Παράλληλα είχε γενικευτεί η χρήση των υδροκίνητων μύλων με κοπάνια.

View attachment 329231

Οι υδροκίνητοι μύλοι, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα γνωρίζουν στην Ευρώπη δύο βελτιώσεις: τις κολουροκωνικές μυλόπετρες, που έρχονται στη Δημητσάνα στις αρχές του 20ου αιώνα και το ζεύγος από όρθιες μυλόπετρες που γυρίζουν σε σταθερό αλώνι, που δεν ήρθε ποτέ στη Δημητσάνα. Στα χρόνια του Αγώνα (1821-1828), η παραγωγή μπαρούτης στη Δημητσάνα ακολουθεί τις καθιερωμένες πρακτικές, χωρίς τις βελτιώσεις της συμπίεσης του προϊόντος και της χρήσης του γραφίτη στη λείανση που παρατηρούνται αλλού.

View attachment 329229

Ο ΜΠΑΡΟΥΤΟΜΥΛΟΣ

Ο μπαρουτόμυλος με κοπάνια ανήκει στην ομάδα των υδροκίνητων μηχανών που έχουν ως βασικό χαρακτηριστικό τους τη μετατροπή, μέσω εκκεντροφόρου άξονα, της περιστροφικής κίνησης της κατακόρυφης φτερωτής σε παλινδρομική κίνηση των κοπανιών. Στην ομάδα αυτή ανήκουν το μαντάνι, το νεροπρίονο, το υδροκίνητο λιοτρίβι, ο χαρτόμυλος και τα παλαιότερα μηχανήματα θρυμματισμού των μεταλλευμάτων και του κάρβουνου.

Η προετοιμασία του Αγώνα του 1821, που προβλεπόταν ότι θα έχει ανάγκη από μεγάλες ποσότητες μπαρούτης, οδηγεί στη δημιουργία μπαρουτόμυλων στη Δημητσάνα (1819) και στα γύρω χωριά (Άβουρα, Δίβρη). Οι μπαρουτόμυλοι ήταν απαραίτητοι για τη λειοτρίβηση (λεπτό θρυμματισμό) των τριών πρώτων υλών της μπαρούτης (νίτρου, κάρβουνου και θείου) και για τη συσσωμάτωσή τους σε ομοιογενές μείγμα. Από τις αναγκαίες πρώτες ύλες, η βασικότερη ως προς τον όγκο (75%) και δυσκολότερη ως προς την απόκτηση ήταν το νίτρο. Το κάρβουνο παραγόταν επιτόπου από ορισμένους θάμνους ή από τα λεπτά, γεμάτα χυμούς, κλαδιά ορισμένων νεαρών δέντρων. Αυτά ανθρακοποιούνταν στον λάκκο ή καίγονταν σε ανοιχτό χώρο και σβήνονταν με νερό, πριν προχωρήσει η καύση τους. Το κάρβουνο έπρεπε να ανάβει με φλόγα και να καίγεται γρήγορα με ελάχιστη στάχτη. Το θείο εισαγόταν από τη Σικελία και τη νότια Ιταλία. Κονιοποιούνταν στον μύλο και κοσκινιζόταν πριν αναμειχθεί με τις δύο άλλες πρώτες ύλες στα γουδιά του μπαρουτόμυλου.

View attachment 328986


View attachment 329230

Επιστρέφοντας στο parking μπήκαμε στο αυτοκίνητο και αποφασίσαμε να ανηφορίσουμε ψηλά, για να δούμε τη Δημητσάνα από την κορυφή του λόφου, όπου δεσπόζει το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Από εκεί φαίνεται ολόκληρο το χωριό, η χαράδρα του Λούσιου, το οροπέδιο της Μεγαλόπολης και ο Ταύγετος. Ο δρόμος είναι στενός αλλά ασφαλτοστρωμένος. Όμως ένα μικρό τμήμα του, πριν καταλήξει στην κορυφή του λόφου είναι κακοτράχαλος χωματόδρομος. Ξελύσαμε το σκουριασμένο σύρμα που κρατούσε δεμένη τη χαμηλή σιδερένια πορτούλα και μπήκαμε στον χορταριασμένο περίβολο της εκκλησίτσας.

Ο ναός είναι συνδεδεμένος στη μνήμη των Δημητσανιτών, με την ιστορική μάχη της Δημητσάνας, στις 30 Αυγούστου 1948, δεδομένου ότι από εκεί ξεκίνησε η επίθεση των ανταρτών και τα φυλάκια κράτησαν την άμυνα επί ώρες, ώστε να μην καταλάβουν το χωριό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εικόνα της Αγίας Παρασκευής, ενώ έχει δεχτεί περίπου 80 σφαίρες κατά τη μάχη, καμία δεν έχει αγγίξει το πρόσωπό της.

Ανεβαίνοντας τον δρόμο είχαμε πάρει μια μικρή γεύση της θέας, αλλά όταν φτάσαμε στην άκρη του λόφου το θέαμα που αντικρίσαμε μας άφησε άφωνους.

View attachment 328987


View attachment 328988


View attachment 328989


View attachment 328990

Απέναντι από το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής πάνω στα βράχια είναι στημένο το μνημείο για τη μάχη του εμφυλίου, στις 30/08/1948.

View attachment 329232

Η περιοχή είναι επίσης ξακουστή για το ποτάμι της, τον Λούσιο αλλά και για τα μοναστήρια της. Το φαράγγι του Λούσιου είναι πραγματικός πλούτος για την Αρκαδία. Είναι ένα μέρος φορτισμένο ιστορικά και θρησκευτικά, μια περιοχή σπάνιας φυσικής ομορφιάς, ένα από τα πιο επιβλητικά φαράγγια της Ελλάδας. Επίσης, είναι γνωστό σαν το "Άγιο Όρος της Πελοποννήσου", λόγω των πολλών και ιστορικών μοναστηριών, ασκηταριών και εκκλησιών του.

Ο Λούσιος ποταμός που διασχίζει το φαράγγι, οφείλει το όνομά του, σύμφωνα με τη μυθολογία και τις αναφορές του περιηγητή Παυσανία, στο ότι ο νεογέννητος Δίας, λούστηκε κρυφά από τον Κρόνο στις πηγές του ποταμού (Πηγές των Αθανάτων), από τις νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα. Το ποτάμι περνά δυτικά από τη Δημητσάνα και καταλήγει στον Αλφειό, 2.5 Km βορειοδυτικά της Καρύταινας, έχοντας διανύσει 26 Km και διασχίζει ένα από τα ωραιότερα φαράγγια της χώρας.

Η Μονή Φιλοσόφου είναι μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στη χαράδρα του Λούσιου, νότια της Δημητσάνας. Είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και γιορτάζει στην απόδοση της εορτής, στις 23 Αυγούστου. Είναι χτισμένη στη δυτική πλευρά του φαραγγιού και αποτελείται από δύο μοναστηριακά συγκροτήματα, ένα παλαιό και ένα νέο, τα οποία βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους.

Η παλαιά Μονή Φιλοσόφου είναι η πιο ιστορική και παλαιά Μονή της Αρκαδίας και από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 963 από τον Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο από τη Δημητσάνα, τον επονομαζόμενο «Φιλόσοφο», ο οποίος ήταν γραμματέας («Πρωτοκρίτης») του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Από το προσωνύμιό του πήρε και η Μονή το όνομά της. Ήταν χτισμένη στο εσωτερικό μιας σπηλιάς, πάνω από μια απόκρημνη χαράδρα και σήμερα διατηρείται μόνο ένα μικρό εκκλησάκι Βυζαντινής τεχνοτροπίας του 10ου αιώνα με τις αξιόλογες τοιχογραφίες του. Στη Μονή λειτούργησε "η Σχολή της Δημητσάνας" και το Κρυφό Σχολειό, με πρωτεργάτες τον Γρηγόριο τον Ε' και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.

View attachment 329329

Η Νέα Μονή ιδρύθηκε το 1691 σε απόσταση 400 μέτρων από την Παλαιά, μαζί με αρκετά κελιά. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι βυζαντινές τοιχογραφίες.

View attachment 329330


View attachment 329332


View attachment 329333


View attachment 329334

Η διάσχιση του φαραγγιού είναι μια μοναδική εμπειρία για τον επισκέπτη. Σε παλαιότερο ταξίδι ξεκινήσαμε την πεζοπορία από τη Μονή Φιλοσόφου και μετά από 1,7 Km διαδρομής μέσα στο φαράγγι φτάσαμε στην πασίγνωστη Μονή Τιμίου Προδρόμου.

Οι παρακάτω φωτογραφίες δείχνουν την αρχή της πεζοπορικής διαδρομής από τη Μονή Φιλοσόφου προς τη Μονή Τιμίου Προδρόμου του παλαιότερου ταξιδιού μας:

View attachment 329337


View attachment 329338

Σε αυτό όμως το ταξίδι, λόγω έλλειψης χρόνου επισκεφθήκαμε μόνο τη Μονή Τιμίου Προδρόμου. Ξεκινώντας από τη Δημητσάνα με το αυτοκίνητο και ακολουθώντας μια αρκετά δύσκολη διαδρομή, με συνεχείς στροφές φτάσαμε σε ένα πλάτωμα όπου αφήσαμε το αυτοκίνητο.

Ένα μονοπάτι 800 μέτρων που κρέμεται πάνω από το ποτάμι και κινείται μέσα σε ένα καταπράσινο τοπίο οδηγεί στη Μονή Τιμίου Προδρόμου.

View attachment 328991

Η Μονή Τιμίου Προδρόμου Αρκαδίας ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, τον 8ο αιώνα. Εκεί, ίσως υπήρξε κατά τα αρχαία χρόνια βωμός και σπήλαιο του θεού Πάνα, το οποίο είδε ο Παυσανίας στα αριστερά του δρόμου, που ένωνε την Αρχαία Τεγέα με τη Λακεδαίμονα. Από μεταγενέστερη επιγραφή στην είσοδο του μοναστηριού, η ιστορική του παρουσία ξεκινάει το 1126. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν χτιζόταν το μοναστήρι, ένας μάστορας γκρεμίστηκε μαζί με ένα πελεκημένο λιθάρι. Όταν οι υπόλοιποι κατέβηκαν για να τον μαζέψουν, τον είδαν να ανεβαίνει το μονοπάτι με το λιθάρι στον ώμο.

Κατά την Επανάσταση, το μοναστήρι, λόγω της απρόσιτης θέσης του χρησίμευσε ως ορμητήριο εναντίον των Τούρκων, ως στρατιωτικό νοσοκομείο, αλλά και ως καταφύγιο του άμαχου πληθυσμού. Τον Μάϊο του 1821, οι μοναχοί συμμετείχαν ενεργά στις μάχες των Δολιανών και των Βερβένων. Το 1826, ο Ιμπραήμ Πασάς πολιόρκησε 2 φορές τη Μονή χωρίς αποτέλεσμα. Σήμερα η Μονή είναι ανδρική.

Γαντζωμένη κυριολεκτικά πάνω σε κάθετο βράχο κόβει την ανάσα του επισκέπτη μόλις την αντικρίσει.

View attachment 328992


View attachment 328993

Περάσαμε την είσοδο και ανεβήκαμε κάμποσα σκαλιά, που μας οδήγησαν στο σκοτεινό και επιβλητικό εσωτερικό του μοναστηριού. Από το εσωτερικό εκκλησάκι της Μονής ακούγονταν ψαλμωδίες, μάλλον έψελναν τον Εσπερινό. Όταν ένας μοναχός μας είδε από το μικρό παραθυράκι της εκκλησίας, μας είπε ότι μπορούσαμε να βγάλουμε τις μάσκες που φορούσαμε, αλλά εμείς δεν το κάναμε, παρά μόνο όταν βγήκαμε έξω στο μπαλκόνι, το οποίο κρέμεται κυριολεκτικά πάνω από το βαθύ φαράγγι του Λούσιου ποταμού.

View attachment 328994


View attachment 328995

Έξω στο στενό μπαλκόνι που κρέμεται στο κενό, ακούσαμε το βουητό του νερού να φτάνει στα αυτιά μας, σαν να βρισκόμασταν δίπλα στο ποτάμι.

View attachment 328996


View attachment 328997

Οι πηγές του ποταμού βρίσκονται στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, κοντά στο χωριό Καλονέρι και νοτιότερα στην περιοχή της Αρχαίας Θεισόας. Το φαράγγι χαρακτηρίστηκε το 1997 περιοχή ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και προστατεύεται από το υπουργείο Πολιτισμού.

View attachment 328998

Αποχωρήσαμε από τη Μονή όταν ο ήλιος είχε κρυφτεί πίσω από τα πανύψηλα βουνά.

View attachment 328999


View attachment 329000

Ακολουθώντας ξανά το μονοπάτι μας συντρόφευαν τα χρώματα του δειλινού.

View attachment 329001

Η φιδίσια διαδρομή μέχρι τον κεντρικό δρόμο μας φάνηκε ατελείωτη, αλλά η έκρηξη των χρωμάτων του ηλιοβασιλέματος μας αντάμειψε με πλούσιες εικόνες.

View attachment 329002

Όταν φτάσαμε στη Στεμνίτσα είχε απλωθεί το βαθύ σκοτάδι.
για να παω μεχρι την μονη προδρομου με το αυτοκινητο και να το αφησω εκει για να διανυκτερευσω μην το αφησω μακρια και εχω τον φοβο μην γινει τπτ ειναι εφικτο; ή ειναι καλυτερα να το αφησω σε καποιο παρκινγκ καποιου κοντινου χωριου;
 

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
για να παω μεχρι την μονη προδρομου με το αυτοκινητο και να το αφησω εκει για να διανυκτερευσω μην το αφησω μακρια και εχω τον φοβο μην γινει τπτ ειναι εφικτο; ή ειναι καλυτερα να το αφησω σε καποιο παρκινγκ καποιου κοντινου χωριου;
@nikos12 Για να φτάσεις στη Μονή πρέπει να αφήσεις την ΕΟ Κάτω Δαβιάς-Δημητσάνας και να ακολουθήσεις την παρακάτω φιδίσια διαδρομή των 14 χιλιομέτρων:

1.jpg

Αυτή λοιπόν η διαδρομή είναι όλη άσφαλτος και καταλήγει σε ένα πρώτο parking απέναντι από τον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα. Αυτό όμως το πρώτο parking δεν είναι το κοντινότερο στη Μονή. Πρέπει να κατηφορίσεις τον χωματόδρομο (βατός) για να φτάσεις σε ένα δεύτερο άπλωμα-parking και να αφήσεις εκεί το αυτοκίνητο. Αυτό το σημείο στάθμευσης βρίσκεται ακριβώς στην αρχή του μονοπατιού, το οποίο στη συνέχεια πρέπει να ακολουθήσεις με τα πόδια, για να φτάσεις μετά από περίπου 10-15 λεπτά πεζοπορίας στο μοναστήρι.

Το μονοπάτι, σύμφωνα με τη δική μου φυσική κατάσταση, δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Είναι σε γενικές γραμμές βατό. Γίνεται πιο κακοτράχαλο λίγο πριν φτάσεις στη Μονή.

2.jpg



3.jpg


Αν έχεις ενδοιασμούς για την ασφάλεια του αυτοκινήτου στο parking, αυτό δεν είμαι σε θέση να σου το απαντήσω. Είναι μια απόφαση την οποία θα πάρεις εσύ σύμφωνα με τα δικά σου κριτήρια. Τα δύο κοντινότερα χωριά είναι η Δημητσάνα και η Στεμνίτσα. Αλλά αν αφήσεις το αυτοκίνητο σε ένα από τα δύο πώς θα φτάσεις στη Μονή. Με ταξί; Αυτό δεν γνωρίζω αν είναι εφικτό, αλλά ούτε και πόσο μπορεί να κοστίσει.

Αν έχεις άλλες ερωτήσεις ή απορίες ευχαρίστως να τις συζητήσουμε. Είμαι στη διάθεσή σου.
 

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Δάρα: Έθιμα και παραδόσεις

Κάποια έθιμα από τα πολύ παλιά χρόνια


Ξεθωριασμένα είναι τα έθιμα και οι παραδόσεις του χωριού αφού δεν υπάρχουν πολλές καταγραφές από τα πολύ παλιά χρόνια. Κάποιες παραδόσεις που σώζονται μέχρι σήμερα έχουν σχέση με τους παπάδες, οι οποίοι ήταν άμισθοι και τα "τυχερά" που είχαν δεν ήταν και πολύ αξιόλογα. Οι παπάδες εκείνα τα χρόνια, τα παλιά, ήταν στη διάθεση των ενοριτών ακόμη και τη νύχτα. Ο παπάς ανήκε στους επιφανείς της μικρής κοινωνίας, μαζί με τον δήμαρχο, τον δάσκαλο και τον αστυνόμο. Τα περισσότερα "τυχερά" τους ήταν κάποια αγροτικά προϊόντα, όπως καλαμπόκι, σιτάρι, γάλα ή κρέας. Τις Σαρακοστές οι προσφορές ήταν όσες και οι οικογένειες, το ίδιο και τα ψυχοσάββατα. Όλες οι προσφορές έπρεπε να είναι φρέσκιες και πολύ καθαρές. Το ίδιο και οι νοικοκυρές που θα ζύμωναν το ψωμί ή θα έψηναν το φαγητό. Έπρεπε να είναι καλά πλυμένες, αλλά το κυριότερο να είναι μακριά από τον άντρα τους το προηγούμενο βράδυ. Μαζί του ο παπάς είχε τον νεοκόρο ή κάποιον βαστάζο για να βοηθάει στο κουβάλημα των δώρων-αγαθών. Την Πρωτοχρονιά που ο παπάς περνούσε για να αγιάσει τα σπίτια, όλοι είχαν πάνω στο τραπέζι ένα σκεύος γεμάτο με καλαμπόκι ή σιτάρι. Από πολύ λίγα σπίτια είχε πιθανότητες να πάρει χρήματα, δηλαδή καμιά δεκάρα.

Τις Απόκριες, από το χοιρινό που έσφαζαν όλες οι οικογένειες, κάποιοι πήγαιναν λίγο κρέας στον παπά. Αυτό το έθιμο της ομαδικής σφαγής των χοιρινών στο χωριό το πρόλαβα και εγώ όταν ήμουν μικρό παιδί. Δε θυμάμαι όμως αν γινόταν τις Απόκριες όπως τα παλιά χρόνια. Σίγουρα πάντως ήταν κάποια περίοδος διακοπών για να βρίσκομαι στο χωριό. Ήταν πραγματικά μια πολύ ξεχωριστή μέρα για όλους τους κατοίκους. Σήμερα θα μου φαινόταν αδιανόητο να παραβρεθώ σε ένα τέτοιο γεγονός, αλλά τότε τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Ένα κλίμα γιορτής επικρατούσε σε όλες τις γειτονιές με τραγούδια, μεζέδες και κρασί. Έξω στις αυλές των σπιτιών γινόταν η σφαγή. Εκεί επίσης άναβαν φωτιές και μέσα σε μεγάλα λεβέτια (καζάνια) έβραζαν το κρέας από το οποίο έφτιαχναν παστό ή τσιγαρίδες. Με αυτά θα έβγαζαν ολόκληρο τον χειμώνα τους. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά τον ξάδερφό μου, αλλά και τα άλλα παιδιά του χωριού, να φουσκώνουν σαν μπαλόνι την ουροδόχο κύστη του γουρουνιού και να παίζουν με αυτήν μέχρι να τρυπήσει. Έτσι είχαν να πράγματα τότε. Μπορεί σήμερα να ακούγονται βάρβαρα και αποκρουστικά όλα αυτά, αλλά με αυτόν τον τρόπο επιβίωναν οι κάτοικοι της επαρχίας.

Επανέρχομαι όμως στα πολύ παλιά χρόνια, στον μήνα Ιούνιο και στην ημέρα των "ρουσαλιών". Εκείνη λοιπόν την ημέρα όλοι οι τσοπάνηδες πήγαιναν όλο το ημερήσιο γάλα στον παπά. Εκείνος ήταν έτοιμος και αμέσως ξεκινούσε να φτιάχνει το τυρί της χρονιάς του και ό,τι άλλο μπορούσε να παραχθεί από το γάλα. Όταν τελείωναν οι τυροκομικές εργασίες ο παπάς έκανε το τραπέζι στους τσοπάνηδες με βραστή προβατίνα που σίγουρα κάποιος τσοπάνης την είχε φέρει δώρο σε εκείνον. Το έθιμο αυτό κράτησε στο Δάρα μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Τυχερά είχε ακόμα ο παπάς από γάμους, βαφτίσια και κηδείες. Η πρώτη του δουλειά μετά τη γέννα ήταν να "διαβάσει" τη λεχώνα. Τότε το "διάβασμα" ήταν πανάκεια. Αν κάποια ζώα κινδύνευαν από τους λύκους ένας τρόπος υπήρχε, να τα "διαβάσει" ο παπάς. Ήσουν ματιασμένος; Ήσουν άρρωστος; Ο παπάς είχε τη λύση! Γι' αυτό μέχρι και το 1940, προκειμένου να τοποθετηθεί ο παπάς στην ενορία, ήταν απαραίτητη η συγκατάθεση των κατοίκων. Έτσι γίνονταν εκλογές κατά τις οποίες δικαίωμα ψήφου είχαν μόνο οι άντρες-αρχηγοί των οικογενειών.

DSC_0135-01.jpeg


Ο γάμος στο Δάρα

Θα επιστρέψω τώρα στα νεανικά μου χρόνια περιγράφοντας ένα γεγονός που το έζησα εκ των έσω για τρεις ολόκληρες μέρες και νύχτες. Ένας γάμος λοιπόν στο Δάρα διαρκούσε πολύ, μα πάρα πολύ. Στον γάμο της ξαδέρφης μου γλεντούσαμε τρεις μέρες και τρεις νύχτες ασταμάτητα. Το σπίτι ήταν ανοιχτό και πηγαινοερχόταν κόσμος και κοσμάκης. Ο ξυλόφουρνος έκαιγε ολημερίς και τα ταψιά με τα αρνιά και τις πατάτες σχημάτιζαν ουρά έξω από την πόρτα του φούρνου. Η θεία μου είχε ζυμώσει και φουρνίσει από την προηγούμενη μέρα μεγάλα ολοστρόγγυλα καρβέλια ψωμί, ο αριθμός των οποίων ήταν επαρκής για ολόκληρο λόχο. Τη μια μέρα, στο σπίτι της νύφης, τρωγόπινε το σόι του γαμπρού με κλαρίνα και χορούς, την άλλη μέρα, στο σπίτι της νύφης πάλι, τρωγόπινε το σόι της νύφης με κλαρίνα και χορούς και την τελευταία μέρα έγινε ο γάμος. Μετά το μυστήριο όλοι οι καλεσμένοι μαζεύτηκαν κάτω από το μπαλκόνι του σπιτιού και η νύφη πέταξε κομμάτια γλυκού, μάλλον καρυδόπιτα, στο συγκεντρωμένο πλήθος. Η κορύφωση έγινε με τρικούβερτο γλέντι μετά φαγητού στην πλατεία του χωριού. Απ΄ ότι γνωρίζω τα παλιότερα χρόνια ο γάμος διαρκούσε μια ολόκληρη εβδομάδα.

Το πανηγύρι του Αυγούστου

Τριήμερο είναι και το πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου στο Δάρα. Κλαρίνα, γουρουνοπούλες και χορός συνοδεύονται με το άσβεστο κέφι των κατοίκων. Οι εορτασμοί κορυφώνονται και κλείνουν μετά την ανατολή του ηλίου με το πάρτι της νεολαίας. Κάθε 3 χρόνια γίνεται και το Αντάμωμα. Όποιοι απόδημοι Δαραίοι μπορούν, ταξιδεύουν απ' όλα τα μήκη και πλάτη της γης, δίνοντας ραντεβού για ξεφάντωμα στην πλατεία του χωριού.

Δάρα 1.jpg



Δάρα 2.jpg



Δάρα 3.jpg


Η κουρά των προβάτων

Ένα άλλο έθιμο του χωριού είναι η κουρά των προβάτων η οποία παίρνει έναν χαρακτήρα γιορτής.
Το Δάρα έχει ακόμη αρκετούς κτηνοτρόφους και η κουρά γίνεται συνήθως στις αρχές Ιουνίου ώστε τα ζώα να περάσουν το καλοκαίρι τους απαλλαγμένα από το πολύ μαλλί. Σήμερα ίσως να μην υπάρχει σε τόσο μεγάλο βαθμό το παραδοσιακό στίγμα, αφού η διαδικασία γίνεται κυρίως με μηχανές και όχι με ψαλίδια, αλλά παρόλα αυτά μαζεύονται φίλοι και συγγενείς για να βοηθήσουν τους κτηνοτρόφους, κρατώντας τα πιο ατίθασα και ανυπάκουα ζώα ακίνητα. Η διαδικασία έχει δύο στάδια. Στην αρχή της Άνοιξης γίνεται το κωλοκούρισμα, δηλαδή το κούρεμα στην ουρά και στα πίσω πόδια, και στις αρχές του Καλοκαιριού, τον Ιούνιο, γίνεται το ολικό κούρεμα. Η κουρά συνοδεύεται φυσικά από άπλετο φαγητό και ποτό.

Τα παλιά χρόνια το μαλλί ήταν πολύτιμη πρώτη ύλη για την κατασκευή υφασμάτων. Σαν παιδί έχω παρακολουθήσει το κούρεμα των προβάτων με τα ψαλίδια και όλη τη διαδικασία της επεξεργασίας του μαλλιού. Αμέσως μετά το κούρεμα οι γυναίκες έπαιρναν τα βρώμικα μαλλιά και τα πήγαιναν στο ποτάμι του κάμπου. Εκεί άναβαν φωτιές και έβραζαν νερό μέσα σε μεγάλα καζάνια. Βουτούσαν στο βραστό νερό τα μαλλιά, στη συνέχεια τα τοποθετούσαν λίγα-λίγα πάνω σε μια μεγάλη επίπεδη πέτρα και τα κοπανούσαν με έναν ξύλινο κόπανο. Τα ξέπλεναν στο ποτάμι και τα άπλωναν πάνω σε κλαδιά και βάτα για να στεγνώσουν. Το επόμενο στάδιο ήταν να τα καθαρίσουν από αγκάθια και μικρά κλαδάκια και στη συνέχεια να τα ξάσουν με τα λανάρια*. Στη ρόκα μετέτρεπαν το μαλλί σε κλωστή και στον αργαλειό ύφαιναν αριστουργήματα. Ακόμα έχω πολύ ζωντανή την εικόνα της θείας μου να δουλεύει με μαεστρία την ξύλινη ρόκα, αλλά και να υφαίνει κουρελούδες και ταγάρια σε έναν τεράστιο αργαλειό που κάλυπτε το μισό "χειμωνιάτικο" δωμάτιο.

*Λανάρια: ξύλινα "χέρια" (δύο τεμάχια) με μεταλλικές μακριές εξοχές. Χρησιμοποιούνταν για την επεξεργασία του μαλλιού και συγκεκριμένα για το πρώτο ξάσιμο. Αφού είχαν καθαρίσει το μαλλί με το χέρι, ξεχώριζαν τις μακριές τρίχες από τις κοντές. Το μακρύτριχο μαλλί το έξαιναν με τα χοντρά λανάρια. Τα χειριζόταν μια γυναίκα, που τοποθετούσε μια τουλούπα μαλλί στο ένα λανάρι και με το άλλο τη χτένιζε (ξάγγλιζε), μέχρι να μαζευτεί το μαλλί στο δεύτερο λανάρι.

Λανάρια.jpeg

Η φωτογραφία ανήκει στο europeana. Όταν θα ξαναπάω στο χωριό θα φωτογραφίσω τα δικά μου λανάρια (οικογενιακό κειμήλιο) και θα αντικαταστήσω την ξένη φωτογραφία με τη δική μου

Το έθιμο του ψητού αυγού

Ένα άλλο έθιμο λάμβανε χώρα την Κυριακή της Τυρινής. Η οικογένεια μαζευόταν γύρω από το τζάκι κρατώντας ο καθένας το αυγό του το οποίο θα έψηνε στη χόβολη. Τραβούσαν με τη μάσια (εργαλείο τζακιού) μπόλικη στάχτη ανακατεμένη με κάρβουνα κι έβαζαν ένα-ένα τα αυγά όλης της οικογένειας στη σειρά περιμένοντας να δουν ποιανού το αυγό θα "ιδρώσει" πρώτο. Όποιου το αυγό "ίδρωνε" λέγανε ότι είναι δουλευταράς, ενώ εκείνου που "έσκαγε" σήμαινε ότι "σκάσανε οι εχθροί του από το κακό τους". Το αυγό είχε τον συμβολισμό του. Ήταν το τελευταίο αρτύσιμο έδεσμα που σφράγιζε τη νηστεία, την οποία θα αποσφράγιζε το κόκκινο αυγό του Πάσχα.

Η γιορτή του Τσοπάνη

Παραδοσιακή γιορτή με γλέντι, κλαρίνα, εδέσματα, άφθονο κρασί και κέφι! Πραγματοποιείται κάθε χρόνο, άλλοτε στο τέλος του Μάη, και άλλοτε στις αρχές του Ιούνη, στην πλατεία του χωριού. Είναι μια γιορτή που κατά κάποιον τρόπο αναβιώνει το παλιό έθιμο της μετακίνησης των κοπαδιών από τα χειμαδιά των βουνών, στο ξεκαλοκαίριασμα στα πεδινά εδάφη και στην κοιλάδα του Τράγου ποταμού. Οι κτηνοτρόφοι αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της οικονομίας του Δάρα και το νόημα της γιορτής είναι η απόδοση τιμής σε αυτούς τους αγωνιστές της υπαίθρου.

Δάρα 5.jpg



Δάρα 4.jpg



Γιορτή Τσοπάνη (2).jpg



Γιορτή Τσοπάνη (1).jpg


Το έθιμο Όξω Ψύλλοι Ποντικοί

Κάθε χρόνο, στις αρχές του Μάρτη, αναβιώνει ένα αρχέγονο αγερμικό έθιμο στο Δάρα. Οι κάτοικοι συγκεντρώνονται στην πλατεία του χωριού, κρατώντας στα χέρια τους κουδούνια, τσοκάνια και τροκάνια με λαιμαργιές. Ξεκινούν όλοι μαζί, με τα παιδιά να βρίσκονται στην κορυφή της πομπής, και τριγυρίζουν στους δρόμους και στα σοκάκια του χωριού, χτυπώντας τα κουδούνια και τα τροκάνια, σταματώντας ανά δύο-τρία σπίτια, τραγουδώντας και φωνάζοντας με ρυθμό τη φράση:

Όξω, Ψύλλοι, Ποντικοί
μέσα Μάρτης και χαρά,
κόψαν του Φλεβάρη την ουρά.



Περιφέρoνται στο χωριό ξορκίζοντας το κακό που επιβουλεύεται τα σπίτια και την παραγωγή τους. Τα έντομα (ψύλλοι) και τα ζώα (ποντικοί) ανέκαθεν αποτελούσαν απειλή για τις καλλιέργειες και τις σοδειές. Επιπλέον τυρανούσαν και τους ανθρώπους. Με αυτόν τον τρόπο οι Δαραίοι αποχαιρετούν τον Χειμώνα και υποδέχονται την Άνοιξη. Καταλήγουν στην κάτω βρύση, στην είσοδο του χωριού, εκεί όπου έδιωχναν, συμβολικά και πρακτικά, όλα τα επιβλαβή στοιχεία που απειλούσαν το χωριό τους.

Όπως και σε άλλα μέρη της Ελλάδας έτσι και στο Δάρα τα παιδιά έδεναν και δένουν κόκκινη κλωστή στο χέρι τους, ως προφύλαξη από τον επικίνδυνο Μαρτιάτικο ήλιο. Την κόκκινη αυτή κλωστή, όταν φτάνει η ώρα, την κρεμούν στη σούβλα όπου ψήνεται το αρνί του Πάσχα. Αυτή η κλωστή δένεται στον καρπό των συμμετεχόντων στο έθιμο μετά το τέλος της πορείας στους δρόμους του χωριού.

Ο αποχαιρετισμός του Φλεβάρη αποτελεί διαβατήρια τελετουργία μέσω της οποίας οι άνθρωποι της υπαίθρου, εξαρτώμενοι από μιαν αγροτο-κτηνοτροφικού τύπου παραγωγή και φοβούμενοι κάθε πιθανή βλαπτική επιβουλή εναντίον της, επιζητούν να εξασφαλίσουν την ευτυχία της νέας περιόδου, με τον καθαρμό και τον εξαγνισμό του χώρου τους, των σπιτιών τους και του χωριού τους. Η γιορτή κλείνει με γλέντι στην πλατεία του χωριού με παραδοσιακά εδέσματα, χορούς, τραγούδια και τσουκαλόκαφτο.

Όξω Ψύλλοι (1).jpg



Όξω Ψύλλοι (2).jpg



Όξω Ψύλλοι (3).jpg



Όξω Ψύλλοι (4).jpg



Όξω Ψύλλοι (5).jpg


Οι φωτογραφίες για το έθιμο Όξω Ψύλλοι Ποντικοί ανήκουν στον Σύλλογο Δαραίων και τις αλίευσα από τη σελίδα του Δάρα στο Facebook.

Υ.Γ.1 Αυτό το κεφάλαιο ήταν μια παρένθεση στην κανονική ροή της αφήγησης της ιστορίας του χωριού. Γράφτηκε κατόπιν προτροπής της φίλης @alma η οποία θέλησε να μάθει περισσότερα πράγματα για τα έθιμα και τις παραδόσεις του Δάρα και γι΄ αυτό της αφιερώνω αυτήν την ανάρτηση.

Υ.Γ.2 Δυστυχώς @alma ούτε θυμάμαι, ούτε κατάφερα να μάθω ή να βρω κάποιο έθιμο που να σχετίζεται με τα Χριστούγεννα. Θα συνεχίσω όμως το ψάξιμο και αν μάθω κάτι θα επανέλθω.
 
Last edited:

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Δάρα: Η μετάβαση από Δήμο σε Κοινότητα και η μετανάστευση

Στις 12 Δεκεμβρίου του 1913, με τον θάνατο του Δημάρχου Δήμου Λαμπρόπουλου, έπαψε ουσιαστικά να λειτουργεί ο Δήμος Νάσων. Το 1914 το Δάρα έγινε Κοινότητα. Υπήρχε Κοινοτικό Συμβούλιο, Πρόεδρος, Γραμματέας και Κλητήρας.

Δάρα (17).jpg

Δήμος Λαμπρόπουλος. Ελαιογραφία σε καμβά, η οποία κοσμούσε τον τοίχο του καθιστικού δωματίου του θείου μου

Το Δάρα διέθετε Σταθμό Χωροφυλακής που συστάθηκε το 1892 και διαλύθηκε το 1999. Σε αυτόν υπηρετούσαν 5-6 χωροφύλακες-αστυφύλακες και ένας αστυνόμος ανακριτικός υπάλληλος. Διέθετε ακόμη Ταχυδρομείο που ιδρύθηκε στις αρχές του 1900 και έπαψε να λειτουργεί το 1998, καθώς επίσης Ταμιευτήριο και ΟΤΕ με προϊστάμενο τηλεγραφητή και με προσωπικό δύο αγροτικούς διανομείς και έναν αστικό. Το χωριό είχε γιατρό, νοσοκόμα, μαία και μάλιστα σε 24ωρη βάση. Υπήρχε Αγροφυλακή με 2 και 3 αγροφύλακες που ιδρύθηκε το 1833, καθώς ακόμα και μεταβατικό Ειρηνοδικείο. Σήμερα διαθέτει μόνο Αγροτικό Ιατρείο.

Δάρα (21).jpg



Δάρα (22).jpg



Δάρα (24).jpg



Δάρα (23).jpg

Οι παραπάνω φωτογραφίες έχουν αναρτηθεί από τον Θοδωρή Τσιάμη στη σελίδα του Δάρα στο Facebook

Δάρα (29).jpg

Σήμερα στο ίδιο κτίριο στεγάζεται το Μουσείο Λαϊκού Πολιτισμού

Στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα περισσότεροι από 150 Δαραίοι πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς και πήγαν στην Αμερική. Εκεί με πολλούς αγώνες και κόπους κατάφεραν να δημιουργήσουν νέα ζωή, να προκόψουν και να βοηθήσουν τους συγγενείς τους, αλλά και το χωριό. Το πρώτο μεγάλο δικό τους έργο στο Δάρα είναι το περίτεχνο νεκροταφείο, που άρχισε να υλοποιείται το 1905 και τελείωσε το 1912. Η δαπάνη έφτασε τις 90.000 δραχμές και όλα τα χρήματα ήταν του Συλλόγου Δαραίων Αμερικής "ο Άγιος Δημήτριος".

Δάρα (1).jpg



Δάρα (9).jpg



Δάρα (13).jpg



Δάρα (12).jpg



Δάρα (7).jpg



Δάρα (6).jpg



Δάρα (2).jpg



Δάρα (5).jpg



Δάρα (4).jpg



Δάρα (10).jpg


Άλλο σοβαρό έργο των Δαραίων Αμερικής είναι το κτίριο του σχολείου. Η όλη δαπάνη ήταν 600.000 δραχμές. Στο μεγάλο κτίριο στεγάστηκαν το Δημοτικό, το Γυμνάσιο και το Νηπιαγωγείο.

Δάρα (8).jpg



Δάρα (15).jpg



Δάρα (16).jpg



Δάρα 50.jpg

Δημοτικό Σχολείο 1958. Από τη σελίδα του Δάρα στο Facebook, του Steven Papageorge

Από την ημέρα της σύστασης του Συλλόγου οι Δαραίοι της Αμερικής εκδηλώνουν με κάθε τρόπο την αγάπη τους για το χωριό τους. Όλες σχεδόν οι οικογένειες έχουν μετανάστες. Οι περισσότεροι από αυτούς ποτέ δε γύρισαν στο Δάρα. Στις δεκαετίες 1950-1960 η μείωση του πληθυσμού έφτασε το 20%. Το χωριό άδειασε από νέους, αποδυναμώθηκε και από τότε άρχισε σιγά-σιγά μέσα στα επόμενα χρόνια η καθοδική πορεία, αλλά αυτά θα τα πούμε και στη συνέχεια της ιστορικής αφήγησης.
 
Last edited:

Klair

Member
Μηνύματα
2.178
Likes
24.930
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Το Δάρα και ο Πόλεμος του 1940

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, στις 5:30 τα ξημερώματα, η Ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε σε όλο σχεδόν το μήκος των Ελληνοβαλκανικών συνόρων. Το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν του Ελληνικού Γενικού Στρατηγείου, που εκδόθηκε στις 28 Οκτωβρίου, αναφέρει: "Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από τις 5:30 σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους".

Οι Δαραίοι έμαθαν την κήρυξη του πολέμου από τις καμπάνες και από το ραδιόφωνο άκουσαν το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν. Υπήρχε τότε ένα ραδιόφωνο στο Δάρα, που δούλευε με μπαταρία αυτοκινήτου, και βρισκόταν στο καφενείο του χωριού.

Δάρα (2).jpg

Το ένα από τα τρία καφενεία του χωριού, το οποίο την άνοιξη και το καλοκαίρι γεμίζει όλο τον αυλόγυρο με τραπέζια και καρέκλες. Η λήψη της φωτογραφίας έγινε κατά τη διάρκεια της καραντίνας, όταν τα πάντα ήταν κλειστά. Εκείνη τη μέρα, τριγυρίζοντας στους δρόμους του Δάρα δε συνάντησα ούτε πουλί πετούμενο, τόση ήταν η ερημιά. Σαν να είχε κηρυχθεί πόλεμος και όλοι οι κάτοικοι να είχαν εξαφανιστεί στα καταφύγια.

Για τους αγρότες ο Οκτώβρης είναι μήνας σποράς. Οι Δαραίοι τον λένε και Αγιοδημήτρη. Εκείνο το πρωινό, οι περισσότεροι κάτοικοι με τα "ζευγάρια τους" (τα ζώα τους), ήταν στα χωράφια πριν ακόμα χτυπήσουν οι καμπάνες συναγερμό. Με το άκουσμα της καμπάνας όλοι ξέζεψαν τα ζώα τους και πήγαν στο χωριό. Η πλατεία και τα καφενεία γέμισαν κόσμο. Οι στρατεύσιμοι αποχαιρετούσαν συγγενείς και φίλους και με τα ρούχα της δουλειάς και τα γουρουνοτσάρουχα (υποδήματα από δέρμα γουρουνιού) έφευγαν για τα κέντρα επιστράτευσης. Τα μέσα μεταφοράς σπάνιζαν ή δεν υπήρχαν καθόλου, οπότε οι περισσότεροι έφυγαν με τα πόδια προς την Τρίπολη. Με τις ευχές όλων και με λίγο ψωμί για τις πρώτες ώρες ξεκίνησαν όλοι για τη νίκη. Τις αμέσως επόμενες μέρες ειδικές περιοδεύουσες επιτροπές, στις οποίες συμμετείχαν και τοπικοί εκπρόσωποι, διάλεγαν τα ικανά άλογα και μουλάρια, και με τη διαδικασία της επίταξης, τα έπαιρναν για μεταφορικά μέσα του στρατού. Η επίταξη των ζώων ασφαλώς και ήταν αναγκαία για τον στρατό, ήταν όμως και μια σοβαρή αποδυνάμωση για τη γεωργία στο Δάρα.

Δάρα (1).jpg


Στο παλιό σχολείο, κάθε βράδυ μετά τη δουλειά τους, οι γυναίκες του χωριού, κυρίως οι πιο ηλικιωμένες, πήγαιναν και κάτω από το φως του λυχναριού (τσιμπλή το έλεγαν, λόγω του λιγοστού φωτός), άλλες έγνεθαν και άλλες έπλεκαν φανέλες, κάλτσες και γάντια για τους στρατιώτες. Από τις προίκες των κοριτσιών έστελναν κουβέρτες στο μέτωπο. Στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας άφησαν τη ζωή τους 4 Δαραίοι.

Η Γερμανική εισβολή στο Ελληνικό έδαφος έγινε τις πρώτες ώρες, στις 6 Απριλίου 1941. Ο Ελληνικός Στρατός αντιστάθηκε με απαράμιλλο ηρωισμό, αλλά δυστυχώς, στις 27 Απριλίου μπήκαν στην Αθήνα οι πρώτες μηχανοκίνητες φάλαγγες. Στις 8:45 της ίδιας ημέρας ύψωσαν στην Ακρόπολη τη Γερμανική σημαία. Η κατοχή της Ελλάδας ήταν πλέον γεγονός.

Στις 30 Απριλίου 1941 σχηματίστηκε η πρώτη κατοχική κυβέρνηση. Σοβαρή απειλή για τον λαό, κυρίως των πόλεων, ήταν η αρπαγή της όποιας παραγωγής από τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους. Η πείνα θέριζε τον κόσμο και πολλοί κάτοικοι των πόλεων, όσοι βέβαια μπορούσαν, στράφηκαν προς την ύπαιθρο και τα χωριά, προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και τροφής. Αυτό έκαναν ο παππούς και η γιαγιά μου, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις δουλειές τους και τις καριέρες τους στην Αθήνα (καθηγητής με ιδιόκτητο σχολείο και δασκάλα) και εγκαταστάθηκαν στο Δάρα προσπαθώντας να επιβιώσουν.

Δάρα (7).jpg


Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο πληθυσμός του Δάρα διπλασιάστηκε και ευτυχώς πολλοί κατάφεραν να ξεπεράσουν την απειλή του θανάτου από την πείνα. Όμως η σχετικά μικρή παραγωγή σε είδη πρώτης ανάγκης αύξησε τη φτώχεια και πολλαπλασίασε τα προβλήματα στον τοπικό πληθυσμό. Γρήγορα τα ρούχα και τα παπούτσια (γουρουνοτσάρουχα) άρχισαν να λιγοστεύουν. Οι περισσότερες γυναίκες και κυρίως τα παιδιά γύριζαν μέσα στο χωριό δίχως παπούτσια. Σεντόνια, φουστανέλες, κουρτίνες, μαξιλαροθήκες ακόμα και σημαίες έγιναν φορεσιές. Έκαναν από ξύλα τσόκαρα και από τσουβάλια παντελόνια. Όσο και αν φαίνεται και ακούγεται σήμερα παράξενο χάθηκαν ακόμα και οι χτένες. Τότε όλες οι γυναίκες είχαν μακριά μαλλιά και τα ξέπλεκαν με πιρούνια. Τα σαπούνια γρήγορα τελείωσαν και έτσι το πλύσιμο των ρούχων γινόταν με σταχτόνερο (αλισίβα). Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τα ρούχα να χάνουν το χρώμα τους, κυρίως το λευκό, και να σκληραίνουν σαν αδιάβροχα (αμπάνιαζαν από την απλυσιά, έλεγαν).

Δάρα (5).jpg


Η ψείρα γέμισε τον τόπο, τα σπίτια, τις αποθήκες, τις αυλές, τα στανοτόπια, τα πάντα. Η μαμά μου, η οποία γεννήθηκε εκείνη την εποχή στο χωριό, μου διηγείται ότι η γιαγιά μου την έλουζε με πετρέλαιο για να φύγουν οι ψείρες.

Λαθραίο έλεγαν τον καπνό που κάπνιζαν, γιατί η εμπορία του ήταν απαγορευμένη πριν από την Κατοχή. Δέματα με ολόκληρα φύλλα μέσα σε τσουβάλια, τα έφερναν και τα πούλαγαν μαζί με το καλαμπόκι για ξεκάρφωμα. Οι καπνιστές τον ψιλοέκοβαν με το μαχαίρι πάνω στο τραπέζι και με χαρτί από εφημερίδες ή και από βιβλία έστριβαν τσιγάρο. Όμως γρήγορα τελείωσαν όσα χαρτιά είχαν και τη θέση τους πήραν τα πούσια (εξωτερικά φύλλα του καλαμποκιού).

Τα τρόφιμα ήταν μετρημένα σε ποσότητα αλλά και σε ποικιλία. Το ψωμί ήταν η βάση, κυρίως από καλαμπόκι, η άνοστη μπομπότα. Τα συνηθισμένα φαγητά ήταν τραχανάς, χυλοπίτες, φασόλια, χόρτα. Όσο για κρέας στη "χάση και στη φέξη". Η μόνη που είχαν άφθονο κρέας ήταν οι ζωοκλέφτες, που δεν ήταν και λίγοι. Αρκετές φορές έλειπε ακόμα και η μπομπότα και τότε έφτιαχναν χυλό. Έτσι ζούσαν. Η ζάχαρη, ο καφές, το ρύζι, τα φάρμακα, τα ποτά, το φωτιστικό πετρέλαιο και πολλά άλλα είδη χάθηκαν από την αγορά.

Για φωτισμό τις νύχτες είχαν το λαδολύχναρο (φυτίλι βουτηγμένο σε λίπος γουρουνιού), και τα τζάκια που έκαιγαν στο χειμωνιάτικο. Πρόβλημα ήταν και το άναμμα της φωτιάς, γιατί χάθηκαν τα σπίρτα και οι αναπτήρες. Τα βράδια, πριν πέσουν για ύπνο οι νοικοκυρές, σκέπαζαν καλά τα αναμμένα δαυλιά με στάχτη για να μη "χωνέψουν" τη νύχτα και να κρατήσουν φωτιά μέχρι το πρωί. Το φαινόμενο της δανεικής φωτιάς από τη γειτονιά δεν ήταν σπάνιο, αλλά συνηθισμένο γεγονός. Τη μεταφορά από σπίτι σε σπίτι την έκαναν πάνω σε κομμάτια από σπασμένα κεραμίδια. Αν σε κάποιο σπίτι υπήρχε λεχώνα δεν έδινε φωτιά, έτσι ήταν το έθιμο.

Δάρα (3).jpg


Ο κάμπος του Δάρα, αν και προσφερόταν για την καλλιέργεια καρποφόρων δέντρων, ήταν άδειος και σπάνια υπήρχαν τέτοια δέντρα. Τα αμπέλια δεν είχαν καρποφορία, γιατί έλειπαν τα σχετικά φυτοφάρμακα, τα οποία θα ενίσχυαν και θα φρόντιζαν τον καρπό. Η φτώχεια δεν ήταν η μοναδική μάστιγα για τους Δαραίους. Γρήγορα εμφανίστηκαν οι ζωοκλέφτες, οι οποίοι πολλαπλασιάστηκαν μετά την Κατοχή. Από αυτήν την πληγή απάλλαξαν την ύπαιθρο το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ. Για τα επόμενα χρόνια της Κατοχής η ζωοκλοπή ήταν μόνο θλιβερή ανάμνηση. Οι τσοπάνηδες άφηναν πια τις στάνες μόνες τους στα βουνά και χαρακτηριστικά έλεγαν: "Τα φυλάει ο Στασινόπουλος". Ο Χρήστος Στασινόπουλος ήταν διοικητής σε μια από τις πρώτες ανταρτοομάδες του ΕΛΑΣ στην περιοχή του Δάρα.

Στην αρχή της Κατοχής στην Πελοπόννησο, οι εμφανίσεις των Ιταλικών στρατευμάτων στα χωριά ήταν χαλαρές, και κύριο σκοπό είχαν το πλιάτσικο. Από διηγήσεις των συγγενών μου γνωρίζω ότι στο Δάρα έκλεβαν πολύ τις κότες. Οι Γερμανοί ήταν όμως πολύ βάρβαροι. Όπου πέρναγαν έσπερναν φωτιά, σίδερο και αίμα. Όλοι, αλλά κυρίως οι άντρες, σε κάθε Γερμανική επιδρομή έφευγαν στα βουνά, κυρίως στον Σαϊτά.

Δάρα (1).jpeg


Από τον φόβο των ανταρτών οι Γερμανοί έκαναν οργανωμένες επιδρομές με τη συνοδεία αρμάτων και πυροβολικού. Στο πέρασμά τους έκαιγαν, άρπαζαν, σκότωναν και κατέστρεφαν τα πάντα. Το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ οργάνωναν δίκτυα ενημέρωσης των πολιτών για τις κινήσεις των στρατευμάτων Κατοχής. Τότε για πρώτη φορά η ύπαιθρος δικτυώθηκε με τηλεφωνικές συνδέσεις. "Ελεύθερα" στο έδαφος τηλεφωνικά καλώδια απλώθηκαν και έφτασαν στα περισσότερα γύρω χωριά. Οι οργανώσεις των χωριών έδιναν το σήμα του συναγερμού με τα χωνιά και κυρίως με τις καμπάνες. Οι καμπάνες τότε χτυπούσαν μόνο για συναγερμό ή για κηδείες.

Ασφαλώς η ζωή των Δαραίων στην Κατοχή ήταν χίλιες φορές καλύτερη από εκείνη των κατοίκων των πόλεων. Στο χωριό όλο και κάτι θα βρισκόταν για να κρατηθεί ο άνθρωπος στη ζωή. Όμως στα χρόνια της Κατοχής το τίμημα για το χωριό ήταν μεγάλο και οδυνηρό. Τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής στην προσπάθειά τους να τρομοκρατήσουν τον λαό δολοφόνησαν αρκετούς Δαραίους ακόμα και μαθητές. Το "έγκλημά" τους ήταν ότι βρέθηκαν στον δρόμο των βαρβάρων, στο πέρασμα εκείνων που με μεγάλη ευκολία έκαιγαν και άρπαζαν. Ήθελαν με φωτιά και σίδερο να υποτάξουν τις ψυχές των ανθρώπων. Ήθελαν να βάλουν στο περιθώριο τον λαό άπραγο, μοιρολάτρη και άβουλο σκλάβο.

Δάρα (33).jpg



Δάρα (34).jpg
 
Last edited:

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Ενεργά Μέλη

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.073
Μηνύματα
879.669
Μέλη
38.806
Νεότερο μέλος
xeniagousia

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom