dimosf
Member
- Μηνύματα
- 2.302
- Likes
- 5.905
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΝΟΡΒΗΓΙΑ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
Περιεχόμενα
Το επόμενο χωριό είναι τα Αντιά. Άλλη περίπτωση αυτό. Έγινε αρκετά γνωστό τα τελευταία χρόνια με παρουσιάσεις στα τηλεοπτικά κανάλια αλλά και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Αιτία το σφύριγμα!!!! Οι κάτοικοί του διατηρούν μια μακρόχρονη παράδοση. Μπορούν να συνεννοούνται και να συνομιλούν ακόμα και από αρκετά μεγάλες αποστάσεις με σφυρίγματα. Και φυσικά δε μιλάμε για απλή συνθηματική συνεννόηση αλλά κανονική συνομιλία. Φαίνεται ότι η μέθοδος αυτή αναπτύχθηκε σε παλαιότερες εποχές όταν ήταν ανάγκη να ειδοποιηθούν κάποιοι από τους συγχωριανούς τους αν υπήρχε πρόβλημα (φοροεισπράχτορες, αστυνομία, στρατός κ.λ.π.).
Ακολουθεί το Κόμητο με τη γέφυρα πάνω από το ποτάμι με τις καταπληκτικής ομορφιάς όχθες. Πράσινο, πολύ πράσινο και όχθες με απότομα, ψηλά βράχια. Το νερό σχηματίζει κάτω από τη γέφυρα δυο τρεις βαθιές λιμνούλες. Εκεί κάναμε μια ωραία στάση. Λίγο μετά στο τρίστρατο που πάει δεξιά για Ευαγγελισμό (¨ή Δράμεσι) και αριστερά για Καλιανού εμείς συνεχίσαμε ευθεία. Περάσαμε το Καψούρι και τη Δρυμονιά και σταματήσαμε για λίγο στο Θύμι. Αφού βρήκαμε κάποιους ανθρώπους και τα είπαμε συνεχίσαμε, περάσαμε τη Ζαχαριά και φτάσαμε στην έδρα της (Καποδιστριακής σήμερα) κοινότητας, την Αμυγδαλιά.
Βρήκαμε ένα μουσικό αλλά εκείνη την ώρα σοβάντιζε. Μπορεί να μην ηχογραφήσαμε αλλά κάτσαμε και τα είπαμε και μάθαμε για κάποιες συνήθειες που είχαν παλιότερα και που δυστυχώς πάνε πια. Παλαιότερα λοιπόν τα σπίτια είχαν ξύλινες στέγες. Για καλύτερη στήριξη υπήρχε στο κέντρο του δωματίου ένα χοντρό δοκάρι (ολόκληρος κορμός) σαν κεντρική κολώνα. Η καινούργια νύφη που έμπαινε στο σπίτι πέταγε στο δοκάρι ένα ρόδι. Αν δεν το πετύχαινε ήταν σημάδι κακοτυχιάς.
Όταν λοιπόν ο φίλος μας αντικατέστησε το ξύλινο ταβάνι με μπετόν έβγαλε και το δοκάρι και τότε βρήκε από κάτω ένα παλιό νόμισμα (το σπίτι κατά τα λεγόμενα του ήταν πάνω από εκατό χρόνων). Βάζανε λοιπόν κάτω από το κεντρικό δοκάρι ένα σιδερένιο νόμισμα για να’ναι γερό, σιδερένιο το σπίτι. Αλλοτινοί καιροί! Η επίσκεψή μας στην Αμυγδαλιά τελείωσε με ένα πολύ δροσιστικό μπάνιο στη μικρή αλλά πολύ όμορφη αμμουδιά του χωριού όπου τα πλατάνια μιας μικρής ρεματιάς φτάνουν και εδώ μέχρι την παραλία. Το μέρος λέγεται «άμμος του Άη Γιάννη» και παλαιότερα (όχι και πολύ παλιά) έπιανε εκεί το καΐκι που έκανε τη συγκοινωνία των χωριών του Καβοντόρου μιας και ο δρόμος δεν είχε πολλά χρόνια που φτιάχτηκε. Ξανά στο δρόμο για το τελευταίο χωριό της περιοχής, την Πρινιά. Η ζέστη είχε γίνει αφόρητη και σ’αυτό έπαιζε το ρόλο του και ένας καυτός νοτιάς που είχε εν τω μεταξύ σηκωθεί. Λίβας! Στο καφενείο του χωριού τσιμπήσαμε κάτι πρόχειρο, δροσιστήκαμε λίγο και απομεσήμερο πια, φύγαμε για το ακρωτήρι. Περάσαμε τον οικισμό Καλαμάκι όπου διαχειμάζουν με τα ζώα τους οι κάτοικοι του χωριού Σχίζαλι, βρίσκουμε μια βρύση και 100 μέτρα πιο κάτω ο δρόμος σταματά. Είμαστε σχετικά ψηλά και αγναντεύουμε το πέλαγος και τον εντυπωσιακό βράχο «Αράπης» καταμεσής της θάλασσας, με το φάρο πάνω του να σου προκαλεί ρίγη βλέποντάς τον. Το ακρωτήρι δεν το βλέπαμε ακόμα. Το βραχώδες τοπίο βοηθούσε στο να επαληθευθεί η εικόνα που είχα στο μυαλό μου. Ο βράχος απότομος και η θάλασσα να βρυχάται από κάτω του. Και ο άνθρωπος να θαυμάζει αλλά και να τρέμει την άγρια αυτή ομορφιά. Στην επόμενη στροφή του μονοπατιού όλα κατέρρευσαν! Αυτός είναι ο φοβερός και τρομερός Καβοντόρος;

Ένα ακρωτήρι γεμάτο ξερούς, αγκαθωτούς θάμνους να κατεβαίνει στη θάλασσα ομαλά σχηματίζοντας μικροσκοπικούς κολπίσκους σαν ατομικές πισίνες που με τα γαλήνια νερά τους μας καλούσαν και εμείς φυσικά δεν είπαμε το όχι. Πάνω στο ακρωτήρι το εκκλησάκι του Αγίου Γρηγορίου (προφανώς για να «γρηγορεί» για τους θαλασσοπόρους). Ευτυχώς ο «Αράπης», σαν όλους τους Αράπηδες των παιδικών μας παραμυθιών έστεκε εκεί άγριος και έσωζε κάπως την υπόληψη του «φοβερού Μπαμπούλα».

Φωτο: Ο Άγ. Γρηγόρης και στο βάθος ο Αράπης
Κάναμε το μπάνιο μας για άλλη μια φορά, ανάψαμε ένα κεράκι στο ξωκλήσι και επιστροφή. Αυτή τη φορά στάση μόνο στο Θύμι όπου και κάναμε τη μοναδική ηχογράφηση της εξόρμησής μας. Αργά το βράδυ φτάσαμε ψόφιοι στην Κάρυστο, με τις ταινίες του μαγνητόφωνου σχεδόν άδειες αλλά τα μάτια και τον νου γεμάτα ανεπανάληπτες, άγριες εικόνες ενός τοπίου τόσο μοναδικού, τόσο «ανεξερεύνητου» και τόσο κοντά στην Αθήνα.
(συνεχίζεται)
Ακολουθεί το Κόμητο με τη γέφυρα πάνω από το ποτάμι με τις καταπληκτικής ομορφιάς όχθες. Πράσινο, πολύ πράσινο και όχθες με απότομα, ψηλά βράχια. Το νερό σχηματίζει κάτω από τη γέφυρα δυο τρεις βαθιές λιμνούλες. Εκεί κάναμε μια ωραία στάση. Λίγο μετά στο τρίστρατο που πάει δεξιά για Ευαγγελισμό (¨ή Δράμεσι) και αριστερά για Καλιανού εμείς συνεχίσαμε ευθεία. Περάσαμε το Καψούρι και τη Δρυμονιά και σταματήσαμε για λίγο στο Θύμι. Αφού βρήκαμε κάποιους ανθρώπους και τα είπαμε συνεχίσαμε, περάσαμε τη Ζαχαριά και φτάσαμε στην έδρα της (Καποδιστριακής σήμερα) κοινότητας, την Αμυγδαλιά.
Βρήκαμε ένα μουσικό αλλά εκείνη την ώρα σοβάντιζε. Μπορεί να μην ηχογραφήσαμε αλλά κάτσαμε και τα είπαμε και μάθαμε για κάποιες συνήθειες που είχαν παλιότερα και που δυστυχώς πάνε πια. Παλαιότερα λοιπόν τα σπίτια είχαν ξύλινες στέγες. Για καλύτερη στήριξη υπήρχε στο κέντρο του δωματίου ένα χοντρό δοκάρι (ολόκληρος κορμός) σαν κεντρική κολώνα. Η καινούργια νύφη που έμπαινε στο σπίτι πέταγε στο δοκάρι ένα ρόδι. Αν δεν το πετύχαινε ήταν σημάδι κακοτυχιάς.
Όταν λοιπόν ο φίλος μας αντικατέστησε το ξύλινο ταβάνι με μπετόν έβγαλε και το δοκάρι και τότε βρήκε από κάτω ένα παλιό νόμισμα (το σπίτι κατά τα λεγόμενα του ήταν πάνω από εκατό χρόνων). Βάζανε λοιπόν κάτω από το κεντρικό δοκάρι ένα σιδερένιο νόμισμα για να’ναι γερό, σιδερένιο το σπίτι. Αλλοτινοί καιροί! Η επίσκεψή μας στην Αμυγδαλιά τελείωσε με ένα πολύ δροσιστικό μπάνιο στη μικρή αλλά πολύ όμορφη αμμουδιά του χωριού όπου τα πλατάνια μιας μικρής ρεματιάς φτάνουν και εδώ μέχρι την παραλία. Το μέρος λέγεται «άμμος του Άη Γιάννη» και παλαιότερα (όχι και πολύ παλιά) έπιανε εκεί το καΐκι που έκανε τη συγκοινωνία των χωριών του Καβοντόρου μιας και ο δρόμος δεν είχε πολλά χρόνια που φτιάχτηκε. Ξανά στο δρόμο για το τελευταίο χωριό της περιοχής, την Πρινιά. Η ζέστη είχε γίνει αφόρητη και σ’αυτό έπαιζε το ρόλο του και ένας καυτός νοτιάς που είχε εν τω μεταξύ σηκωθεί. Λίβας! Στο καφενείο του χωριού τσιμπήσαμε κάτι πρόχειρο, δροσιστήκαμε λίγο και απομεσήμερο πια, φύγαμε για το ακρωτήρι. Περάσαμε τον οικισμό Καλαμάκι όπου διαχειμάζουν με τα ζώα τους οι κάτοικοι του χωριού Σχίζαλι, βρίσκουμε μια βρύση και 100 μέτρα πιο κάτω ο δρόμος σταματά. Είμαστε σχετικά ψηλά και αγναντεύουμε το πέλαγος και τον εντυπωσιακό βράχο «Αράπης» καταμεσής της θάλασσας, με το φάρο πάνω του να σου προκαλεί ρίγη βλέποντάς τον. Το ακρωτήρι δεν το βλέπαμε ακόμα. Το βραχώδες τοπίο βοηθούσε στο να επαληθευθεί η εικόνα που είχα στο μυαλό μου. Ο βράχος απότομος και η θάλασσα να βρυχάται από κάτω του. Και ο άνθρωπος να θαυμάζει αλλά και να τρέμει την άγρια αυτή ομορφιά. Στην επόμενη στροφή του μονοπατιού όλα κατέρρευσαν! Αυτός είναι ο φοβερός και τρομερός Καβοντόρος;

Ένα ακρωτήρι γεμάτο ξερούς, αγκαθωτούς θάμνους να κατεβαίνει στη θάλασσα ομαλά σχηματίζοντας μικροσκοπικούς κολπίσκους σαν ατομικές πισίνες που με τα γαλήνια νερά τους μας καλούσαν και εμείς φυσικά δεν είπαμε το όχι. Πάνω στο ακρωτήρι το εκκλησάκι του Αγίου Γρηγορίου (προφανώς για να «γρηγορεί» για τους θαλασσοπόρους). Ευτυχώς ο «Αράπης», σαν όλους τους Αράπηδες των παιδικών μας παραμυθιών έστεκε εκεί άγριος και έσωζε κάπως την υπόληψη του «φοβερού Μπαμπούλα».

Φωτο: Ο Άγ. Γρηγόρης και στο βάθος ο Αράπης
Κάναμε το μπάνιο μας για άλλη μια φορά, ανάψαμε ένα κεράκι στο ξωκλήσι και επιστροφή. Αυτή τη φορά στάση μόνο στο Θύμι όπου και κάναμε τη μοναδική ηχογράφηση της εξόρμησής μας. Αργά το βράδυ φτάσαμε ψόφιοι στην Κάρυστο, με τις ταινίες του μαγνητόφωνου σχεδόν άδειες αλλά τα μάτια και τον νου γεμάτα ανεπανάληπτες, άγριες εικόνες ενός τοπίου τόσο μοναδικού, τόσο «ανεξερεύνητου» και τόσο κοντά στην Αθήνα.
(συνεχίζεται)
Attachments
-
83,7 KB Προβολές: 292