Extra muros
Member
- Μηνύματα
- 257
- Likes
- 1.742
Μετά τη συνταρακτική- not - επιτυχία παλαιότερης ιστορίας μου για περιήγηση στο Σάου Μιγκέλ των Αζορών χωρίς αυτοκίνητο, ήρθε η ώρα να επαναλάβω το εγχείρημα για ένα νησί λίιιιγο μεγαλύτερο και σαφώς δημοφιλέστερο, που τυγχάνει να είναι κι εδώ δίπλα μας. Στη Σικελία είχα ξαναπάει το Μάρτιο του 2023, έχοντας εξερευνήσει Παλέρμο- Τσεφαλού - Αγκριτζέντο και τότε χωρίς αυτοκίνητο, βάζοντας αυτή τη φορά τον πήχη ψηλότερα, δηλαδή να επισκεφτώ πέντε πόλεις και την Αίτνα χωρίς αμάξι και μέσα σε 7,5 μέρες. Εξυπακούεται πως όποιος έχει εμπειρία στην οδήγηση και την παλεύει με τους Σικελούς οδηγούς (κάπως σαν τους δικούς μας, ειδικά τους Κρητικούς, στο ακόμα επιθετικότερο θα έλεγα), πολύ καλά θα κάνει να νοικιάσει αυτοκίνητο και να μην μπλέξει με τα πολύ οικονομικά, μεν, αλλά ενίοτε αρκετά χαώδη δημόσια μέσα στο νησί. Εντέλει το πρόγραμμα Κατάνια - Ταορμίνα - Συρακούσες - Νότο - Ραγκούζα - Κατάνια - Αίτνα, βγήκε πολύ ικανοποιητικά δεδομένων των συνθηκών, με κόστος κυρίως σε νεύρα και δευτερευόντως σε χρόνο. Αυτός είναι εξάλλου ένας βασικός λόγος που γράφω αυτή την ιστορία, παρότι ήδη υπάρχουν αρκετές για την περιοχή, κυρίως όμως με αυτοκίνητο και λιγότερο με λεωφορεία και τραίνα.
Η Αίτνα δεν ήταν εξαρχής στα προσωπικά μου σχέδια, αποτελούσε όμως διακαή επιθυμία της συνταξιδιώτισσας, συμβιβασμός που εντέλει δεν αποδείχτηκε δυσάρεστος. Έναυσμα γι'αυτό το τουρ ήταν κυρίως σκηνές από τη δεύτερη σαιζόν του White Lotus (ναι, είμαι τόσο Αμερικανάκι), που γυρίστηκε κατά κύριο λόγο στο ανατολικό κομμάτι της Σικελίας, εμπλουτισμένο με πινελιές από τις τηλεοπτικές μεταφορές του επιθεωρητή Μονταλμπάνο και δόσεις λίγης ακόμα Μεγάλης Ελλάδας, που είχα γευτεί ήδη στον Ακράγαντα δύο χρόνια πριν. Μετά και τη δεύτερη επίσκεψη, που μάλιστα ξεπέρασε τον ήδη υψηλό πήχη της προηγούμενης, μπορώ να πω ότι με τη Σικελία "έπαθα Πορτογαλία", δηλαδή έγινε ένας από εκείνους τους προορισμούς που νιώθω ότι θέλω να γυρίζω ξανά και ξανά, ανακαλύπτοντας κάθε φορά κάτι καινούργιο, αλλά και επιστρέφοντας σε παλιές, αγαπημένες γωνιές. Θεωρώ λοιπόν δεδομένο ότι θα γυρίσω και πάλι στο μέλλον, όπως και γενικά στην Ιταλία, που νομίζω πως έχω ξαναγράψει ότι είναι μια χώρα - στανταράκι ότι θα περάσεις καλά, που δεν απογοητεύει ποτέ.
Ο ελαφρώς σεφερλίδικος τίτλος του νήματος είναι προφανώς εμπνευσμένος από την καταλυτική παρουσία του μπαρόκ και μάλιστα στην χαρακτηριστική σικελική εκδοχή του, στο αρχιτεκτονικό τοπίο γενικότερα της Σικελίας αλλά ιδίως της ανατολικής πλευράς, που επλήγη από καταταστροφικότατο σεισμό -και τσουνάμι -το 1693, συγκρίσιμο μόνο με εκείνον της Λισσαβόνας λίγες δεκαετίες αργότερα. Η ανοικοδόμηση λοιπόν έγινε στον αστερισμό αυτού του όψιμου και πολύ ιδιαίτερου μπαρόκ ρυθμού, χωρίς να λείπουν και πιο μεσαιωνικές πινελιές εδώ κι εκεί.
Πάμε λοιπόν, ή - όπως λένε στην απολύτως ζωντανή και ομιλούμενη σικελική γλώσσα- "Ammunini"! (να περάσει, δε βρίζω)
Η Ταορμίνα και το Ιόνιο όπως φαίνονται στο δρόμο προς τη Madonna della Rocca
Το Lungomare της Ορτυγίας στις Συρακούσες
Η αδιανόητη θέα προς τον τρούλο του καθεδρικό από το χόστελ μας στο Νότο
Πρώτη οπτική επαφή προς τη Ραγκούζα μέσα από το λεωφορείο
Piazza del Duomo, θέα από τον τρούλο του αββαείου της Αγίας Αγάθης, πολιούχου της Κατάνης
Στον Άρη, ή και λίγο πιο κοντά... Αίτνα, καθώς πέφτει η καταχνιά
Η Αίτνα δεν ήταν εξαρχής στα προσωπικά μου σχέδια, αποτελούσε όμως διακαή επιθυμία της συνταξιδιώτισσας, συμβιβασμός που εντέλει δεν αποδείχτηκε δυσάρεστος. Έναυσμα γι'αυτό το τουρ ήταν κυρίως σκηνές από τη δεύτερη σαιζόν του White Lotus (ναι, είμαι τόσο Αμερικανάκι), που γυρίστηκε κατά κύριο λόγο στο ανατολικό κομμάτι της Σικελίας, εμπλουτισμένο με πινελιές από τις τηλεοπτικές μεταφορές του επιθεωρητή Μονταλμπάνο και δόσεις λίγης ακόμα Μεγάλης Ελλάδας, που είχα γευτεί ήδη στον Ακράγαντα δύο χρόνια πριν. Μετά και τη δεύτερη επίσκεψη, που μάλιστα ξεπέρασε τον ήδη υψηλό πήχη της προηγούμενης, μπορώ να πω ότι με τη Σικελία "έπαθα Πορτογαλία", δηλαδή έγινε ένας από εκείνους τους προορισμούς που νιώθω ότι θέλω να γυρίζω ξανά και ξανά, ανακαλύπτοντας κάθε φορά κάτι καινούργιο, αλλά και επιστρέφοντας σε παλιές, αγαπημένες γωνιές. Θεωρώ λοιπόν δεδομένο ότι θα γυρίσω και πάλι στο μέλλον, όπως και γενικά στην Ιταλία, που νομίζω πως έχω ξαναγράψει ότι είναι μια χώρα - στανταράκι ότι θα περάσεις καλά, που δεν απογοητεύει ποτέ.
Ο ελαφρώς σεφερλίδικος τίτλος του νήματος είναι προφανώς εμπνευσμένος από την καταλυτική παρουσία του μπαρόκ και μάλιστα στην χαρακτηριστική σικελική εκδοχή του, στο αρχιτεκτονικό τοπίο γενικότερα της Σικελίας αλλά ιδίως της ανατολικής πλευράς, που επλήγη από καταταστροφικότατο σεισμό -και τσουνάμι -το 1693, συγκρίσιμο μόνο με εκείνον της Λισσαβόνας λίγες δεκαετίες αργότερα. Η ανοικοδόμηση λοιπόν έγινε στον αστερισμό αυτού του όψιμου και πολύ ιδιαίτερου μπαρόκ ρυθμού, χωρίς να λείπουν και πιο μεσαιωνικές πινελιές εδώ κι εκεί.
Πάμε λοιπόν, ή - όπως λένε στην απολύτως ζωντανή και ομιλούμενη σικελική γλώσσα- "Ammunini"! (να περάσει, δε βρίζω)

Η Ταορμίνα και το Ιόνιο όπως φαίνονται στο δρόμο προς τη Madonna della Rocca

Το Lungomare της Ορτυγίας στις Συρακούσες

Η αδιανόητη θέα προς τον τρούλο του καθεδρικό από το χόστελ μας στο Νότο

Πρώτη οπτική επαφή προς τη Ραγκούζα μέσα από το λεωφορείο

Piazza del Duomo, θέα από τον τρούλο του αββαείου της Αγίας Αγάθης, πολιούχου της Κατάνης

Στον Άρη, ή και λίγο πιο κοντά... Αίτνα, καθώς πέφτει η καταχνιά