Περιεχόμενα
Πρωινό ξύπνημα στην Μπράιλα και αναχώρηση για Μολδαβία. Που να ξέραμε τι μας περίμενε τη σημερινή μέρα. Αρχικά κινηθήκαμε προς το Γκαλάτι, μια πόλη 300.000 κατοίκων σε απόσταση 20 χλμ από την Μπράιλα. Επίσης παραδουνάβια πόλη και αρκετά πιο όμορφη σε σχέση με την Μπράιλα. Ειδικά ο δρόμος που κινείται παράλληλα προς τον πόταμο, έχει εξαιρετική θέα προς τον Δούναβη Ο δρόμος συνέχιζε για 10χλμ μετά το Γκαλάτι και έφτανες στα σύνορα με Μολδαβία. Τα σύνορα χωρίς πολλή κίνηση, περάσαμε εύκολα από την πλευρά της Ρουμανίας. Μεταξύ των 2 τελωνείων υπήρχε ένα φυλάκιο με μία Μολδαβή που έλεχγε την κυκολοφορία και λίγο πριν περάσουμε μας έφραξε την είσοδο με διαχωριστική μπάρα. Πέρασαν τουλάχιστον 10 λεπτά χωρίς καμία διευκρίνιση. Οι Μολδαβοί είχαν κατέβει από τα αμάξια τους και έπιαναν συζήτηση με τη Μολδαβή τελωνειακό. Πήγα να ρωτήσω την κοπέλα, δεν καταλάβαινε γρη Αγγλικά. Της έδειξα το ρολόι μου με το χέρι μου ρωτώντας την πόση ώρα ακόμη θα κρατήσει και αυτή με κόιταξε και ύστερα χαζογέλασε με αυτόν που μιλούσε προηγούμενως. Τελικά μετά από κανα 20λεπτο ανέβασε τη μπάρα και φτάσαμε στους Μολδαβούς Τελωνειακούς. Ευτυχώς μιλούσαν λίγα Αγγλικά. Ρωτήσαμε για Βινιέτα(και δω το ίδιο ισχύει.) και μας δείχνουν ένα μικρό γραφειάκι. Μπαίνουμε μέσα. Άδειο. Περιμένουμε κανα 5λεπτο αλλά τίποτα. Εντάξει λέμε, θα βρούμε σε κανα βενζινάδικο, μη γνωρίζοντας ότι η Βινιέτα πωλείται μόνο στα σύνορα. 100 μέτρα μετά τα σύνορα σταματάμε σε ένα βενζινάδικο. Βενζίνη γιοκ. Πηγαίνετε στο επόμενο, μας λένε και μας δείχνουν ένα βενζινάδικο 50 μέτρα πιο κάτω. Βάζουμε εκεί βενζίνη, η οποία κοστίζει μόλις 70 λεπτά το λίτρο. Ρωτάμε για Βινιέτα και μας δείχνουν λίγο πιο πέρα ένα μικρό γραφειάκι στη μέση του πουθένα, που έμοιαζε με παράγκα. Μπαίνουμε μέσα και βλέπουμε μια 60ρα γιαγιά, η οποία φυσικά δε μιλούσε αγγλικά. Της λέμε Βινιέτα και αρχίζει και πληκτρολογεί κάτι σε έναν πανάρχαιο υπολογιστή. Μας ζήτησε διαβατήρια,πράσινη κάρτα, δίπλωμα και ποιος ξέρει τι άλλο, αλλά τελικά βινιέτα δεν πήραμε(και κανείς δε κατάλαβε γιατί). Συνεχίζουμε ευθεία για Κισινάου, περνώντας από το πρώτο χωριό, το Giurgiulesti. Η διαφορά γίνεται αμέσως αισθητή, καθώς ο δρόμος είναι γεμάτος μπαλώματα, τα χωριά είναι εξαιρετικά φτωχά, με έναν ασφαλτοστρωμένο δρόμο ολο κι όλο(και αυτό στην καλύτερη περίπτωση). Επιπλέον, όλα τα σπίτια έχουν σκεπές από αμίαντο και τα κάρα είναι πιο συχνά από τα αμάξια. Τα χωριά, ωστόσο είναι καταπράσινα. Μετά το χωριό, ο δρόμος άρχισε να χαλάει ακόμα περισσότερο, και μεις να ανησυχούμε καθώς ο δρόμος φαίνεται στους χάρτες ως ο κεντρικός της χώρας. Καθώς μπαίνουμε στο εσωτερικό της χώρας, αναδεικνύεται μια άγρια ομορφιά που σε συναδυασμό με την αίσθηση πως είσαι ο μοναδικός τουρίστας σε μαγεύει και σε συνεπαίρνει. Ο δρόμος αρχίζει να χειροτερεύει ολοένα και περισσότερο και πλέον δεξιά και αριστερά υπάρχει λωρίδα χωματόδρομου και ο άσφαλτος αγνοείται. Τελικά μετά το χωριό Vulcanesti, η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο καθώς ο δρόμος γίνεται μείγμα ασφάλτου και χωματόδρομου, γεμάτο τεράστιες λακούβες. Εκεί πραγματικά μας έπιασε τεράστια απελπισία, αρχίζαμε να ουρλιάζουμε στο αμάξι και να κατηγορούμε ο ένας τον άλλον που ήρθαμε σε αυτήν την χώρα. Κάθε μισό λεπτό, σταματούσαμε το αμάξι για να περάσουμε κάποια βαθειά λακκούβα και πηγαίναμε διαρκώς δεξιά και αριστερά για να βρούμε το καλύτερο πέρασμα. Η εμπειρία ήταν εντελώς σουρρεαλιστική, καθώς έβλεπες στα 100 μετρά νταλίκες και αμάξια να πηγαίνουν δεξιά και αριστερά και να έρχονται στην λωρίδα σου(ενίοτε να φτάνουν και στην άλλη άκρη του δρόμου) γιατί πολύ απλά από την πλευρά τους δεν υπήρχε πέρασμα. Ο προφυλακτήρας χτύπτησε 2 φορές τουλάχιστον- ευτυχώς πηγαίναμε εξαιρετικά αργά και δεν έπαθε κάτι. Εκεί ήταν που τα χάσαμε εντελώς, σκεφτόμενοι τι θα γινόταν αν μέναμε σε αυτόν τον δρόμο, που δεν φαινόταν και πολύ δύσκολο. Τελικά, βγήκα από το αμάξι και σταμάτησα έναν οδηγό από την αντίθετη κατεύθυνση( δεν ήταν και πολύ δύσκολο με τέτοια ταχύτητα) για να τον ρωτήσω πως συνεχίζει ο δρόμος. Με τα ελάχιστα αγγλικά του ένας 20χρονος μου δίνει να καταλάβω ότι μετά από 5 χλμ βελτιώνεται. Αναθαρεύουμε εμείς και ξαναξεκινάμε. Εντωμεταξύ εγώ να έχω βγει από τα αμάξι, και να καθοδηγώ τον οδηγό από που θα πάει για να μη χτυπήσει. Αυτό για 1-2 χιλιόμετρα. Μετά άρχισε όντως να βελτιώνεται. Δε νομίζω πάντως ότι έχω ξαναπεράσει τέτοιο άχγος σε ταξίδι. Μετά από καμιά 10ρια χιλιόμετρα, ο δρόμος έγινε...κανονικός δρόμος που μας φάνηκε autobahn. Είχαμε 40 χιλιόμετρα από τα σύνορα και τα κάναμε σε 2 ώρες, ενώ τα 10 πιο δύσκολα χιλιόμετρα μας πήραν γύρω στην 1 ώρα. Το όνομα του δρόμο καθόλου τυχαίο- Strada Lenin. Ανακουφισμένοι όλοι από την απρόσμενη βελτίωση του δρόμου, συνεχίσαμε σε έναν απολύτως βατό για Κισινάου, περνώντας μέσα από ομολογουμένως όμορφα τοπία. Τελικά, φτάσαμε στην πόλη Κομράτ, η οποία δίνει πραγματικά την εικόνα τριτοκοσμικής πόλης και έχει έντονο σοβιετικό άρωμα. Μέχρι και εικόνα του Λένιν είδαμε έξω από ενα σπίτι. Μετά το Κομράτ, ο δρόμος γινεται πλέον αρκετά καλός, αλλά τα απροόπτα δεν είχαν τέλος. Μερικά χιλιόμετρα έξω από το Κισινάου, ο δρόμος σε κάποια στιγμή ακολουθούσε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις, οι οποίες όμως ήταν μονόδρομοι, ανάλογα με το αν πήγαινες προς Κισινάου ή Κομράτ. Το αστείο ήταν ότι δεν υπήρχε καμία σήμανση, που σήμαινε ότι έπρεπε μόνος σου να φανταστείς ότι πρέπει να πας δεξιά. Και οι δύο δρόμοι ήταν 2 λωρίδων ο καθένας, οπότε αν ήσουν κουρασμένος, όπως εμείς δεν ήταν και πολύ δύσκολο να μπερδευτείς. Μπήκαμε λοιπόν στον μονόδρομο με 60 χλμ ταχύτητα, μέχρι που έρχεται ένα φορτηγό καταπάνω μας. Κορνάρουμε εμείς, στρίβει έγκαιρα αυτός(θα τα είδε όλα ο άνθρωπος). Εμείς, αρχίζουμε και βρίζουμε(κλασσικοί Ελληνάρες), αλλά ήμουν ο πρώτος που την ψυλλιάστηκε και είπα στον οδηγό να σταματήσει άμέσως στην άκρη του δρόμου. Εκείνη τη στιγμή περνάει και περιπολικό, που φυσικά σταματάει δίπλα μας και ζητάει εξηγήσεις. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν λέξη Αγγλικά. Ευτυχώς, είδαν τα διαβατήρια και μας άφησαν. Σοκαρισμένοι, γυρνάμε στον κανονικό δρόμο και συνεχίζουμε για Κισινάου. Η πρώτη εντύπωση είναι το πάρα πολύ πρασίνο(δεν έχω ξαναδεί πιο πράσινη πόλη) και φυσικα η Σοβιετική Αρχικτενική. Φαίνεται εξ αρχής, ότι δεν είναι μια τυπική Ευρωπαική πόλη, αλλά εμείς μην μπορώντας να πιστέψουμε το τι έγινε προηγουμένως, αδυνατούμε να την απόλαύσουμε. Η κίνηση δυστυχώς απίστευτη και η οδήγηση εντελώς άναρχη. Δεν υπάρχουν λωρίδες όυτε στον κεντρικό δρόμο, ο καθένας κάνει ότι θέλει. Ακόμα και τα περιπολικά κάνουν αναστροφή εκεί όπου απαγορεύεται. Εντωμεταξύ, έχουμε κλείσει ένα διαμέρισμα κοντά στο κέντρο, περνάμε από δίπλα του με το αμάξι, αλλά δε μπορούμε να σταματήσουμε, γιατί στο δρόμο γίνεται ο κακός χαμός. Συνεχίζουμε υποχρεωτικά προς αντίθετη κατέυθυνση και χανόμαστε σε κάτι στενά. Παρκάρουμε και οι δύο φεύγουμε να βρούμε τον ιδιοκτήτη στο διαμέρισμα. Βρίσκουμε με δυσκολία την περιοχή, αλλά τελικά είμασταν 50 μέτρα μακριά, καθώς η αρίθμηση ήταν άθλια. Παίρνουμε τηλέφωνο τον Σεργκέι, που μιλάει λίγα αγγλικά και αυτός να φωνάζει διαρκώς ''Πίζα Μάνια''. Εμείς να έχουμε τρελαθεί, γιατί έχει πάει 7, έχουμε περάσει τόσα, δεν μπορούμε να βρούμε το διαμέρισμα, και ο ιδιοκτήτης μας φωνάζει κάτι ακατάληπτα μολδαβικά στο τηλέφωνο. Τελικά μας το κλείνει και μας στέλνει μήνυμα που γράφει Pizza Mania, το οποίο είναι το εστιατόριο κάτω από το διαμέρισμα. Ε, πες έτσι ρε άνθρωπε! Βρίσκουμε το Pizza Mania και μαζί και τον Σεργκέι, έναν 40ρη με μεγάλη κοιλιά και πολύ εξηπυρετικό. Μας ανεβάζει στο διαμέρισμα. Εξαιρετικό, στον 10 όροφο, με απίστευτη θέα, 140 τμ και δύο υπνοδωμάτια. Α, και εξαιρετική τιμή. Τα διαμερίσματα ονομάζονται Chisinau Luxe Apartments και τα συνιστώ ανεπιφύλακτα. Προσπαθούμε να χαλαρώσουμε λίγο με τα αστεία του Σεργκέι, που προσπαθεί να μας εξηγήσει ότι αφού δεν έχετε Μερσεντές μην αχγώνεστε, δε θα πάθει τίποτε το αμάξι σας. Το βράδυ βγαίνουμε για βόλτα στην ιδιαίτερη αυτή πόλη, και τρώμε σε ένα εξαιρετικό παραδοσιακό εστιατόριο, το La Placinte, με πολύ καλές τιμές. Αναγκαστήκαμε, να φύγουμε γρήγορα, γιατί τα πάντα κλείνουν στις 10 και κάναμε μια βόλτα στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Χαλασμένα πεζοδρόμια παντού, πολύ σκοτάδι και κλειστά μαγάζια. Το βράδυ δεν είναι και η καλύτερη ώρα για βόλτα στο Κισιναόυ. Επιπλέον, μετά τις 10 στο δρόμο κάνουν την εμφάνισή τους παράξενες φάτσες, και αρκετόι αλκοολικοί που κάτι σου ζητάνε, αλλά φυσικά δεν τους καταλαβαίνεις. Γενικά, η χώρα έχει μεγάλο πρόβλημα αλκοολισμού. Τελικά, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο, γιατί το βράδυ δε σου δίνεται το αίθημα ασφάλειας, αν και τη μέρα είναι εντάξει και δεν υπάρχει θέμα.
Last edited: