dimosf
Member
- Μηνύματα
- 2.302
- Likes
- 5.905
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΝΟΡΒΗΓΙΑ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
Περιεχόμενα
Το πρωί της Δευτέρας κατεβήκαμε για μπάνιο στην Αγία Μαρίνα. Λίγο πριν το μεσημέρι φύγαμε για τη βόλτα της ημέρας προς τα νότια. Μετά τα Εξάμπελα στρίψαμε δεξιά με προορισμό το μοναστήρι της Χρυσοπηγής.
Χτισμένο πάνω σε ένα βράχο χωρισμένο από το υπόλοιπο νησί. Ο χωρισμός αυτός, σύμφωνα με την παράδοση οφείλεται σε θαύμα που είχε σαν αποτέλεσμα να γλυτώσουν από τους πειρατές οι γυναίκες που είχαν πάει να ανάψουν τα καντήλια.
Υπάρχει εκεί από το 1650 και το τέμπλο του, αν και μοιάζει ξυλόγλυπτο είναι σκαλισμένο σε πέτρα και ζωγραφισμένο,
όπως ζωγραφισμένες πάνω στην πέτρα είναι η τεράστια εικόνα του Χριστού με την Παναγία και τον Άη Γιάννη , οι μικρές εικόνες πάνω από τις πύλες και ο σταυρός στην κορυφή. Σύμφωνα με το φύλακα το τέμπλο είναι της ίδιας εποχής με τη μονή. Σύμφωνα με τον ίδιο, δύο από τις καντήλες που κρέμονται μπροστά στα εικονίσματα προέρχονται από εκκλησία της Πόλης, που μετά την πτώση ήλθαν στην Ελλάδα και αφού πέρασαν από διάφορα μέρη κατέληξαν στη Χρυσοπηγή.
Στο πάτωμα υπάρχει μαρμάρινος σκαλιστός δικέφαλος αετός.
Από το κέντρο μιας καμάρας μπροστά από το τέμπλο κρέμεται ένα μεταλλικό καράβι, τάμα κάποιου μουσουλμάνου που σώθηκε από ναυάγιο. Γενικά έχει πολύ ενδιαφέρον και το ίδιο αλλά και το τοπίο ένα γύρω με τα βράχια, από τα οποία πολλοί βουτούν στα υπέροχα νερά
και μετά ξαπλώνουν σ’ αυτά για ένα καλό «ψήσιμο»!
Πήραμε το δρόμο προς τα πίσω και εκεί που είχαμε στρίψει δεξιά πήραμε τον άλλο δρόμο με προορισμό το Φάρο. Αν και βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Χρυσοπηγή και μπορείς να πας με τα πόδια από μονοπάτι, ο δρόμος κάνει ένα αρκετά μεγάλο κύκλο.
Είναι ένα ωραίο, κλειστό λιμανάκι, με μικρή αμμουδιά και μερικές ταβέρνες. Αρκετός κόσμος έκανε μπάνιο και ακόμα περισσότερος καθόταν για φαγητό. Τα παιδιά, όπως πάντα, έπαιζαν ασταμάτητα στη θάλασσα, αδιαφορώντας για τις τυχόν φωνές των γονιών.
Βουτιές, κολύμπι, ψάρεμα με καλάμια και απόχες και δόξα το Ελληνικό καλοκαίρι!! Κάτσαμε και φάγαμε κι εμείς το κατιτίς μας και αργά το μεσημέρι σηκωθήκαμε να γυρίσουμε στο δωμάτιο.
Κάναμε όμως και μια παράκαμψη προς τα αριστερά για τη Μονή της Βρύσης. Στο χωματόδρομο διασταυρωθήκαμε με τρία αυτοκίνητα, τα δύο πολυτελή.
Από πάνω στο ελικοδρόμιο ένα ελικόπτερο ήταν σταματημένο. Προφανώς μόλις είχε φέρει κάποιο «σημαντικό» πρόσωπο και περίμενε για την επιστροφή. Η Μονή που είναι λίγα μέτρα πιο κει ήταν ανοικτή, αν και ήταν περασμένες 3. Μπήκαμε μέσα αλλά η εκκλησία ήταν κλειστή. Από το τζάμι της πόρτας είδα πως έχει ωραίο τέμπλο. Κρίμα. Το μοναστήρι είναι πριν από τα 1600 και ο ναός ακόμα παλιότερος. Απ’ ότι κατάλαβα έχει ηγούμενο και μάλλον είναι η μόνη εν ενεργεία στο νησί.
Οι φωτογραφίες μου λοιπόν περιορίστηκαν στον περιβάλλοντα χώρο του ναού
και μια του Κάστρου από εκεί πάνω. Ήταν σχεδόν 4 όταν φτάσαμε στο δωμάτιο για άραγμα.
Το απόγευμα κατεβήκαμε για άλλο ένα μπάνιο και αργά πια ξεκινήσαμε για τον Αρτεμώνα.
Το χωριό διαφέρει από τα άλλα γιατί έχει πολλά νεοκλασικά αρχοντικά με μεγάλους, καταπράσινους κήπους.
Είναι μια απόλαυση να περπατάς στα πλακόστρωτα και να βλέπεις δεξιά και αριστερά τα αρχοντικά ενώ τα φώτα έχουν αρχίσει να ανάβουν σιγά-σιγά. Το περιβάλλον ήταν ειδυλλιακό. Βρήκα στο δρόμο μου και δυο εκκλησίες.
Την Παναγία της Άμμου
και λίγο πιο κει την Παναγία της Κόγχης (του 1630, σύμφωνα με το χάρτη στην πλατεία). Και δύο σκοτεινές αλλά ανοικτές (!!). Μπήκα μέσα και ενώ δεν έβλεπα τίποτα άρχισα να βγάζω φωτογραφίες. Το φλας άστραφτε συνέχεια. Ο κόσμος που περνούσε απ’ έξω πρέπει να είχε φρικάρει λίγο βλέποντας μια σκοτεινή εκκλησία με την πόρτα κλειστή και μέσα κάθε τόσο να ανάβει ένα φλάς (!!!!). Γυρίσαμε στην πλατεία και κάτσαμε για πιττόγυρα. Γύρω στις 11 φτάσαμε στις Καμάρες, κάναμε μια μικρή βόλτα και ψωνίσαμε λίγα δωράκια. Τελευταίο βράδυ στη Σίφνο και πήγαμε για ύπνο περασμένα μεσάνυχτα με ανάμεικτα συναισθήματα. Ευτυχίας από τις υπέροχες μέρες που είχαμε περάσει και στεναχώριας για την ομορφιά που αφήναμε. Μια υπόσχεση να ξανάρθουμε και πάλι κάποια μέρα ήταν το ελάχιστο. Ελπίζω μόνο να μην αργήσει εκείνη η μέρα.
Το πρωί της Τρίτης κατεβήκαμε για το τελευταίο μπάνιο μας στη Σίφνο. Γυρίσαμε να πάρουμε πρωινό και να αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε σιγά-σιγά. Το απόγευμα φεύγουμε. Το μεσημέρι ξανά στην παραλία για να τσιμπήσουμε κάτι και εγώ πετάχτηκα για μερικά τελευταία δωράκια ακόμα και πάλι άραγμα στο δωμάτιο αλλά και ετοιμασίες. Περασμένες 4 φορτώσαμε και φύγαμε. Γύρω στις 4.30 φτάσαμε στο λιμάνι. Στις 5.10 φύγαμε και φτάσαμε 6 ώρες μετά στον Πειραιά. Γύρω στα μεσάνυχτα φτάσαμε στο σπίτι μας μετά από μια ανεπανάληπτη εκδρομή.
Στη Σίφνο περάσαμε υπέροχα. Το νησί είναι πολύ όμορφο με μια φύση καθαρά Κυκλαδίτικη αλλά και με σχετικό πράσινο στο εσωτερικό, αποτέλεσμα των καλλιεργειών, κυρίως ελιών και αμπελιών. Αν και τις τελευταίες δεκαετίες, ασχολούμενοι με τον τουρισμό έχουν εγκαταλείψει τις καλλιέργειες, όπως έχει γίνει στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, διατηρούν τα τοπικά τους πιάτα που είναι πεντανόστιμα. Όπως τα ρεβίθια, το μαστέλο (αρνάκι σε κόκκινο κρασί και άνηθο μέσα σε πήλινο), η καπαροσαλάτα αλλά και προϊόντα όπως η καταπληκτική μανούρα (τυρί που ωρίμασε σε κόκκινο κρασί), η μυζήθρα και τα διαφόρων τύπων γλυκά, με κυριότερα τα κάθε είδους αμυγδαλωτά.
Αυτό όμως που κυριολεκτικά σκλαβώνει είναι οι άνθρωποι που διατηρούν την καλοσύνη, την ευγένεια και κυρίως την αξιοπρέπειά τους. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που πολλά γκαρσόνια καλωσόριζαν αλλά και αποχαιρετούσαν τους ξένους πελάτες τους πρώτα στα ελληνικά και ύστερα σε κάποια άλλη γλώσσα. Οι ταμπέλες ήταν κυρίως στα ελληνικά και καλόγουστα φτιαγμένες. Όλα αυτά έκαναν το χαρμάνι μοναδικό και τις λίγες μέρες που περάσαμε στο νησί αξέχαστες.
Και σε άλλα με υγεία.
Περισσότερες φωτογραφίες: https://picasaweb.google.com/106934190911586551442/Sifnos4972013?noredirect=1
Χτισμένο πάνω σε ένα βράχο χωρισμένο από το υπόλοιπο νησί. Ο χωρισμός αυτός, σύμφωνα με την παράδοση οφείλεται σε θαύμα που είχε σαν αποτέλεσμα να γλυτώσουν από τους πειρατές οι γυναίκες που είχαν πάει να ανάψουν τα καντήλια.
Υπάρχει εκεί από το 1650 και το τέμπλο του, αν και μοιάζει ξυλόγλυπτο είναι σκαλισμένο σε πέτρα και ζωγραφισμένο,
όπως ζωγραφισμένες πάνω στην πέτρα είναι η τεράστια εικόνα του Χριστού με την Παναγία και τον Άη Γιάννη , οι μικρές εικόνες πάνω από τις πύλες και ο σταυρός στην κορυφή. Σύμφωνα με το φύλακα το τέμπλο είναι της ίδιας εποχής με τη μονή. Σύμφωνα με τον ίδιο, δύο από τις καντήλες που κρέμονται μπροστά στα εικονίσματα προέρχονται από εκκλησία της Πόλης, που μετά την πτώση ήλθαν στην Ελλάδα και αφού πέρασαν από διάφορα μέρη κατέληξαν στη Χρυσοπηγή.
Στο πάτωμα υπάρχει μαρμάρινος σκαλιστός δικέφαλος αετός.
Από το κέντρο μιας καμάρας μπροστά από το τέμπλο κρέμεται ένα μεταλλικό καράβι, τάμα κάποιου μουσουλμάνου που σώθηκε από ναυάγιο. Γενικά έχει πολύ ενδιαφέρον και το ίδιο αλλά και το τοπίο ένα γύρω με τα βράχια, από τα οποία πολλοί βουτούν στα υπέροχα νερά
και μετά ξαπλώνουν σ’ αυτά για ένα καλό «ψήσιμο»!
Πήραμε το δρόμο προς τα πίσω και εκεί που είχαμε στρίψει δεξιά πήραμε τον άλλο δρόμο με προορισμό το Φάρο. Αν και βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Χρυσοπηγή και μπορείς να πας με τα πόδια από μονοπάτι, ο δρόμος κάνει ένα αρκετά μεγάλο κύκλο.
Είναι ένα ωραίο, κλειστό λιμανάκι, με μικρή αμμουδιά και μερικές ταβέρνες. Αρκετός κόσμος έκανε μπάνιο και ακόμα περισσότερος καθόταν για φαγητό. Τα παιδιά, όπως πάντα, έπαιζαν ασταμάτητα στη θάλασσα, αδιαφορώντας για τις τυχόν φωνές των γονιών.
Βουτιές, κολύμπι, ψάρεμα με καλάμια και απόχες και δόξα το Ελληνικό καλοκαίρι!! Κάτσαμε και φάγαμε κι εμείς το κατιτίς μας και αργά το μεσημέρι σηκωθήκαμε να γυρίσουμε στο δωμάτιο.
Κάναμε όμως και μια παράκαμψη προς τα αριστερά για τη Μονή της Βρύσης. Στο χωματόδρομο διασταυρωθήκαμε με τρία αυτοκίνητα, τα δύο πολυτελή.
Από πάνω στο ελικοδρόμιο ένα ελικόπτερο ήταν σταματημένο. Προφανώς μόλις είχε φέρει κάποιο «σημαντικό» πρόσωπο και περίμενε για την επιστροφή. Η Μονή που είναι λίγα μέτρα πιο κει ήταν ανοικτή, αν και ήταν περασμένες 3. Μπήκαμε μέσα αλλά η εκκλησία ήταν κλειστή. Από το τζάμι της πόρτας είδα πως έχει ωραίο τέμπλο. Κρίμα. Το μοναστήρι είναι πριν από τα 1600 και ο ναός ακόμα παλιότερος. Απ’ ότι κατάλαβα έχει ηγούμενο και μάλλον είναι η μόνη εν ενεργεία στο νησί.
Οι φωτογραφίες μου λοιπόν περιορίστηκαν στον περιβάλλοντα χώρο του ναού
και μια του Κάστρου από εκεί πάνω. Ήταν σχεδόν 4 όταν φτάσαμε στο δωμάτιο για άραγμα.
Το απόγευμα κατεβήκαμε για άλλο ένα μπάνιο και αργά πια ξεκινήσαμε για τον Αρτεμώνα.
Το χωριό διαφέρει από τα άλλα γιατί έχει πολλά νεοκλασικά αρχοντικά με μεγάλους, καταπράσινους κήπους.
Είναι μια απόλαυση να περπατάς στα πλακόστρωτα και να βλέπεις δεξιά και αριστερά τα αρχοντικά ενώ τα φώτα έχουν αρχίσει να ανάβουν σιγά-σιγά. Το περιβάλλον ήταν ειδυλλιακό. Βρήκα στο δρόμο μου και δυο εκκλησίες.
Την Παναγία της Άμμου
και λίγο πιο κει την Παναγία της Κόγχης (του 1630, σύμφωνα με το χάρτη στην πλατεία). Και δύο σκοτεινές αλλά ανοικτές (!!). Μπήκα μέσα και ενώ δεν έβλεπα τίποτα άρχισα να βγάζω φωτογραφίες. Το φλας άστραφτε συνέχεια. Ο κόσμος που περνούσε απ’ έξω πρέπει να είχε φρικάρει λίγο βλέποντας μια σκοτεινή εκκλησία με την πόρτα κλειστή και μέσα κάθε τόσο να ανάβει ένα φλάς (!!!!). Γυρίσαμε στην πλατεία και κάτσαμε για πιττόγυρα. Γύρω στις 11 φτάσαμε στις Καμάρες, κάναμε μια μικρή βόλτα και ψωνίσαμε λίγα δωράκια. Τελευταίο βράδυ στη Σίφνο και πήγαμε για ύπνο περασμένα μεσάνυχτα με ανάμεικτα συναισθήματα. Ευτυχίας από τις υπέροχες μέρες που είχαμε περάσει και στεναχώριας για την ομορφιά που αφήναμε. Μια υπόσχεση να ξανάρθουμε και πάλι κάποια μέρα ήταν το ελάχιστο. Ελπίζω μόνο να μην αργήσει εκείνη η μέρα.
Το πρωί της Τρίτης κατεβήκαμε για το τελευταίο μπάνιο μας στη Σίφνο. Γυρίσαμε να πάρουμε πρωινό και να αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε σιγά-σιγά. Το απόγευμα φεύγουμε. Το μεσημέρι ξανά στην παραλία για να τσιμπήσουμε κάτι και εγώ πετάχτηκα για μερικά τελευταία δωράκια ακόμα και πάλι άραγμα στο δωμάτιο αλλά και ετοιμασίες. Περασμένες 4 φορτώσαμε και φύγαμε. Γύρω στις 4.30 φτάσαμε στο λιμάνι. Στις 5.10 φύγαμε και φτάσαμε 6 ώρες μετά στον Πειραιά. Γύρω στα μεσάνυχτα φτάσαμε στο σπίτι μας μετά από μια ανεπανάληπτη εκδρομή.
Στη Σίφνο περάσαμε υπέροχα. Το νησί είναι πολύ όμορφο με μια φύση καθαρά Κυκλαδίτικη αλλά και με σχετικό πράσινο στο εσωτερικό, αποτέλεσμα των καλλιεργειών, κυρίως ελιών και αμπελιών. Αν και τις τελευταίες δεκαετίες, ασχολούμενοι με τον τουρισμό έχουν εγκαταλείψει τις καλλιέργειες, όπως έχει γίνει στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, διατηρούν τα τοπικά τους πιάτα που είναι πεντανόστιμα. Όπως τα ρεβίθια, το μαστέλο (αρνάκι σε κόκκινο κρασί και άνηθο μέσα σε πήλινο), η καπαροσαλάτα αλλά και προϊόντα όπως η καταπληκτική μανούρα (τυρί που ωρίμασε σε κόκκινο κρασί), η μυζήθρα και τα διαφόρων τύπων γλυκά, με κυριότερα τα κάθε είδους αμυγδαλωτά.
Αυτό όμως που κυριολεκτικά σκλαβώνει είναι οι άνθρωποι που διατηρούν την καλοσύνη, την ευγένεια και κυρίως την αξιοπρέπειά τους. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που πολλά γκαρσόνια καλωσόριζαν αλλά και αποχαιρετούσαν τους ξένους πελάτες τους πρώτα στα ελληνικά και ύστερα σε κάποια άλλη γλώσσα. Οι ταμπέλες ήταν κυρίως στα ελληνικά και καλόγουστα φτιαγμένες. Όλα αυτά έκαναν το χαρμάνι μοναδικό και τις λίγες μέρες που περάσαμε στο νησί αξέχαστες.
Και σε άλλα με υγεία.
Περισσότερες φωτογραφίες: https://picasaweb.google.com/106934190911586551442/Sifnos4972013?noredirect=1