GKCAPO
Member
- Μηνύματα
- 770
- Likes
- 319
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΚΑΝΑΔΑΣ-Η.Π.Α.
...τελικά πιο πολύ ...μας "ψάρωσαν" αυτές οι μαυροφορεμένες κυρίες στον έλεγχο στο Κατάρ
παρά τα κινεζάκια (αστυνομικοί ή κάτι τέτοιο) με τις καραμπίνες χιαστί στα χέρια τους. Μετά τα διαβατήρια πάμε απλά, στο γκισέ, και με τη πιστωτική βγάζουμε εισιτήριο για κέντρο. Μοντέρνο, άνετο, γρήγορο και λειτουργικό το ηλ. τρένο (κάτι σαν προαστιακός) μας πέρασε από πράσινους λόφους, συστάδες γιγαντιαίων πολυκατοικιών, λιμάνια και προβλήτες γεμάτες κοντέινερ. Πλησιάζοντας στο τέρμα, το τρένο γίνεται υπόγειο και καταλήγει στο νησάκι. Βασικά το ονομαζόμενο, πρώην Βρετανική αποικία, Χονγκ Κονγκ, αποτελείται από ένα νησάκι και την απέναντι στερεά γη. Στο νησάκι έκαναν το πρώτο προ χαράκωμα οι Άγγλοι και μετά που είδαν ότι δεν τους έφτανε είπαν : "δεν βουτάμε και λίγο από απέναντι?" και πήραν το Κόουλούν. Μετά πάλι δεν χωρούσαν και πήραν ακόμη ένα μεγαλύτερο τεμάχιο στερεάς γης, τα Νέα εδάφη. Εννοείται ότι στο νησί βρίσκεις παραδοσιακότερο χρήσεις της γης (υπηρεσίες, τράπεζες, εμπορικά κέντρα και μικρά καταστήματα, εστιατόρια, μπαρ, χώρους πρασίνου, σπορ και αναψυχής, κλπ. Τα ξενοδοχεία είναι μοιρασμένα και στο νησάκι αλλά και απέναντι στη στεριά (Κοουλούν). Απέναντι στη στεριά είναι όλα αυτά, συν οι βιοτεχνίες, τα εργοστάσια και πιο νέες κατοικίες. Το εκθεσιακό κέντρο βρίσκεται στο νησί, χτισμένο πάνω στη θάλασσα (και εδώ ... πάνω σε μπαζώματα), έτσι το πρακτορείο μας έκλεισε ξενοδοχείο ακριβώς από πίσω του (10' με τα πόδια). Διαβάζοντας τον οδηγό DK για το Χ.Κ. έμαθα ότι η οδός Lockhard που ήταν το Hotel The Wharney (εδώ μείναμε), ήταν η αντίστοιχη Τρούμπα του Χ.Κ. και έχει γραφτεί ένα περίφημο μυθιστόρημα κάποιου Ρίτσαρντ Μέισον (αντιγράφω) The World of Suzy Wong, το οποίο έψαξα να βρω στα ελληνικά αλλά δεν υπάρχει, λέει, μεταφρασμένο.
Κατεβήκαμε από το τρένο του αεροδρομίου στο τέρμα (Σεντραλ) και από κει σε παρακάτω όροφο, πήραμε το μετρό για τη περιοχή (και στάση) Γουαν Τσάι. Οι βαλίτσες μας μόνο 2 και με ροδάκια, ήταν παιγνιδάκια για τους εφήβους μου. Και έφτασε η ώρα:
Βγήκαμε από την κυλιόμενη απόγευμα 5-6 η ώρα στη γωνία της οδού Χένεσυ, πρώτης παραλλήλου της Λόκχαρντ και για πρώτη φορά ερχόμαστε σε επαφή με την πραγματική ατμόσφαιρα!!! Ζέστη + υγρασία = μια γλίτσα και σαν να μην έφτανε αυτό μια έντονη και διάχυτη παντού, μυρωδιά βραστού κοτόπουλου (το μισώ)!!! Αφήσαμε πίσω την οδό Χένεσυ
και στο επόμενο τετράγωνο στρίψαμε στη περίφημη Λόκχαρντ. Η απόσταση που έπρεπε να περπατήσουμε ήταν 5-6 οικ. τετράγωνα. Βάπτισμα του πυρός. Η βουή του δρόμου και του πεζοδρομίου, τα αυτοκίνητα, τα λεωφορεία και τα ταξί, οι κάθετες φωτεινές επιγραφές, σχεδόν από το το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο, μικρά μπαράκια, ψιλικατζίδικα, εργοτάξια και ανακατασκευές καταστημάτων, μικροπωλητές...τα ατελείωτα κοτοπουλάδικα (κάτι σαν τα δικά μας πατσατζίδικα, καλύτερα να πεθάνω της πείνας παρά να μπω σε τέτοιο ...και πράγματι λύσσαξα της πείνας) Γιάπιδες-κινεζούλιδες με γκρί κοστούμια, γραβάτα κλπ να κάνουν στοπ επί πεζοδρομίου για να "χτυπήσουν" 2 φτερούγες βραστές-καυτές, στα όρθια, όπως αγοράζουμε εμείς κάστανα στη γωνία,...αυτό το σκηνικό μας έβαλε στο αληθινό Χ. Κ. Το πιο ωραίο: τα μπαρ με τις "κοπέλες", κλειστά σε στυλ Καμπαρέ μπροστά, έξω σε μικρό σκαμπό κάθεται μια κινεζούλα (ντεκολτέ + σκιστή φούστα) βαριά βαμμένη και δεν ξέρω γιατί, έχει και κάτι σαν σόμπα που είναι καρφωμένες μικρές σούβλες σαν βελόνες πλεξίματος. Πάντως αισθανόμαστε απόλυτη ασφάλεια, όπως περνάμε ανάμεσά τους. Είναι όλοι τους ευγενείς και συμπαθέστατοι (εντύπωση που επιβεβαιώνω μετά από χρόνια και δουλειές μαζί τους). Σε μια γωνιά βλέπουμε μια γιαγιά 1,5 μ. ύψος, 40 κιλά, γύρω στα 70, είχε μια μπλε πλαστική σακούλα σαν αυτή που δίνουν στις λαϊκές εδώ, βρόμικη και χιλιοτσαλακωμένη, μέσα είδα καμιά δεκαριά αβγά βρασμένα, μισά ξεφλουδισμένα....προσπαθούσε να τα πουλήσει !!!Θα τη θυμάμαι πάντα.
Φτάνουμε στο ξενοδοχείο μούσκεμα στον ιδρώτα. Μπαίνουμε μέσα, τα αιρκοντίσιον στο -10. Πάγος , παντού αυτό το μεγάλο κοντράστ θερμοκρασίας. Μεσαία+ κατηγορία, δωμάτια κλουβάκια 130 Ε το 3κλινο. Πέφτουμε ξεροί επί 2ωρο...(συνεχίζεται)
παρά τα κινεζάκια (αστυνομικοί ή κάτι τέτοιο) με τις καραμπίνες χιαστί στα χέρια τους. Μετά τα διαβατήρια πάμε απλά, στο γκισέ, και με τη πιστωτική βγάζουμε εισιτήριο για κέντρο. Μοντέρνο, άνετο, γρήγορο και λειτουργικό το ηλ. τρένο (κάτι σαν προαστιακός) μας πέρασε από πράσινους λόφους, συστάδες γιγαντιαίων πολυκατοικιών, λιμάνια και προβλήτες γεμάτες κοντέινερ. Πλησιάζοντας στο τέρμα, το τρένο γίνεται υπόγειο και καταλήγει στο νησάκι. Βασικά το ονομαζόμενο, πρώην Βρετανική αποικία, Χονγκ Κονγκ, αποτελείται από ένα νησάκι και την απέναντι στερεά γη. Στο νησάκι έκαναν το πρώτο προ χαράκωμα οι Άγγλοι και μετά που είδαν ότι δεν τους έφτανε είπαν : "δεν βουτάμε και λίγο από απέναντι?" και πήραν το Κόουλούν. Μετά πάλι δεν χωρούσαν και πήραν ακόμη ένα μεγαλύτερο τεμάχιο στερεάς γης, τα Νέα εδάφη. Εννοείται ότι στο νησί βρίσκεις παραδοσιακότερο χρήσεις της γης (υπηρεσίες, τράπεζες, εμπορικά κέντρα και μικρά καταστήματα, εστιατόρια, μπαρ, χώρους πρασίνου, σπορ και αναψυχής, κλπ. Τα ξενοδοχεία είναι μοιρασμένα και στο νησάκι αλλά και απέναντι στη στεριά (Κοουλούν). Απέναντι στη στεριά είναι όλα αυτά, συν οι βιοτεχνίες, τα εργοστάσια και πιο νέες κατοικίες. Το εκθεσιακό κέντρο βρίσκεται στο νησί, χτισμένο πάνω στη θάλασσα (και εδώ ... πάνω σε μπαζώματα), έτσι το πρακτορείο μας έκλεισε ξενοδοχείο ακριβώς από πίσω του (10' με τα πόδια). Διαβάζοντας τον οδηγό DK για το Χ.Κ. έμαθα ότι η οδός Lockhard που ήταν το Hotel The Wharney (εδώ μείναμε), ήταν η αντίστοιχη Τρούμπα του Χ.Κ. και έχει γραφτεί ένα περίφημο μυθιστόρημα κάποιου Ρίτσαρντ Μέισον (αντιγράφω) The World of Suzy Wong, το οποίο έψαξα να βρω στα ελληνικά αλλά δεν υπάρχει, λέει, μεταφρασμένο.
Κατεβήκαμε από το τρένο του αεροδρομίου στο τέρμα (Σεντραλ) και από κει σε παρακάτω όροφο, πήραμε το μετρό για τη περιοχή (και στάση) Γουαν Τσάι. Οι βαλίτσες μας μόνο 2 και με ροδάκια, ήταν παιγνιδάκια για τους εφήβους μου. Και έφτασε η ώρα:
Βγήκαμε από την κυλιόμενη απόγευμα 5-6 η ώρα στη γωνία της οδού Χένεσυ, πρώτης παραλλήλου της Λόκχαρντ και για πρώτη φορά ερχόμαστε σε επαφή με την πραγματική ατμόσφαιρα!!! Ζέστη + υγρασία = μια γλίτσα και σαν να μην έφτανε αυτό μια έντονη και διάχυτη παντού, μυρωδιά βραστού κοτόπουλου (το μισώ)!!! Αφήσαμε πίσω την οδό Χένεσυ
και στο επόμενο τετράγωνο στρίψαμε στη περίφημη Λόκχαρντ. Η απόσταση που έπρεπε να περπατήσουμε ήταν 5-6 οικ. τετράγωνα. Βάπτισμα του πυρός. Η βουή του δρόμου και του πεζοδρομίου, τα αυτοκίνητα, τα λεωφορεία και τα ταξί, οι κάθετες φωτεινές επιγραφές, σχεδόν από το το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο, μικρά μπαράκια, ψιλικατζίδικα, εργοτάξια και ανακατασκευές καταστημάτων, μικροπωλητές...τα ατελείωτα κοτοπουλάδικα (κάτι σαν τα δικά μας πατσατζίδικα, καλύτερα να πεθάνω της πείνας παρά να μπω σε τέτοιο ...και πράγματι λύσσαξα της πείνας) Γιάπιδες-κινεζούλιδες με γκρί κοστούμια, γραβάτα κλπ να κάνουν στοπ επί πεζοδρομίου για να "χτυπήσουν" 2 φτερούγες βραστές-καυτές, στα όρθια, όπως αγοράζουμε εμείς κάστανα στη γωνία,...αυτό το σκηνικό μας έβαλε στο αληθινό Χ. Κ. Το πιο ωραίο: τα μπαρ με τις "κοπέλες", κλειστά σε στυλ Καμπαρέ μπροστά, έξω σε μικρό σκαμπό κάθεται μια κινεζούλα (ντεκολτέ + σκιστή φούστα) βαριά βαμμένη και δεν ξέρω γιατί, έχει και κάτι σαν σόμπα που είναι καρφωμένες μικρές σούβλες σαν βελόνες πλεξίματος. Πάντως αισθανόμαστε απόλυτη ασφάλεια, όπως περνάμε ανάμεσά τους. Είναι όλοι τους ευγενείς και συμπαθέστατοι (εντύπωση που επιβεβαιώνω μετά από χρόνια και δουλειές μαζί τους). Σε μια γωνιά βλέπουμε μια γιαγιά 1,5 μ. ύψος, 40 κιλά, γύρω στα 70, είχε μια μπλε πλαστική σακούλα σαν αυτή που δίνουν στις λαϊκές εδώ, βρόμικη και χιλιοτσαλακωμένη, μέσα είδα καμιά δεκαριά αβγά βρασμένα, μισά ξεφλουδισμένα....προσπαθούσε να τα πουλήσει !!!Θα τη θυμάμαι πάντα.
Φτάνουμε στο ξενοδοχείο μούσκεμα στον ιδρώτα. Μπαίνουμε μέσα, τα αιρκοντίσιον στο -10. Πάγος , παντού αυτό το μεγάλο κοντράστ θερμοκρασίας. Μεσαία+ κατηγορία, δωμάτια κλουβάκια 130 Ε το 3κλινο. Πέφτουμε ξεροί επί 2ωρο...(συνεχίζεται)
Attachments
-
15,7 KB Προβολές: 173