yllos
Member
- Μηνύματα
- 455
- Likes
- 3.145
- Επόμενο Ταξίδι
- Σλοβενία-Τσεχία-Ουγγαρία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού
Περιεχόμενα
Περάσαμε την Ριάλτο και κατευθυνθήκαμε στην υπαίθρια αγορά η οποία έκλεινε εκείνη την ώρα και έτσι αρκεστήκαμε σε ενα φρεσκοστημένο χυμό κάνοντας μια στάση και θαυμάζοντας ξανά την γέφυρα και το μεγάλο κανάλι.
Συνεχίσαμε την βόλτα μας ακολουθώντας όποιο στενό μας καλούσε, θαυμάζοντας σχεδόν κάθε γέφυρα που συναντούσαμε. Τα μαγαζάκια που συναντήσαμε αμέτρητα γεμάτα κυρίως με γυαλιά Μουράνο.
Μετά από αρκετά χιλιόμετρα κάναμε μία στάση για έναν καφέ στην πλατεία San Polo παίρνοντας μια διαφορετική γεύση και βλέποντας μια διαφορετική πλευρά της πόλης με ελάχιστους τουρίστες, με γιαγιάδες που έπλεκαν στα παγκάκια και με παιδιά που έπαιζαν ποδόσφαιρο. Πήραμε δυνάμεις και ξεκινήσαμε την διαδρομή μας προς τα πίσω με σκοπό να κάνουμε μία στάση για ένα κρασί στην Cantina Do Mori. Όπως περπατούσαμε ακούσαμε φωνές και μουσική από ένα στενό που μας έκαναν να τις ακολουθήσουμε πέφτοντας πάνω σε έναν υπέροχο κήπο μιας τρατορία. Και κάπως έτσι αποφασίσαμε για το που θα δειπνούσαμε την επόμενη μέρα. Συνεχίσαμε την πορεία μας προ το Do Mori το οποίο και βρήκαμε κλειστό προς μεγάλη απογοήτευσή μας. Δεν πτοηθήκαμε όμως και περάσαμε ξανά την Ριάλτο που αυτή την ώρα είχε πολύ λιγότερο κόσμο και κατευθυνθήκαμε προς την περιοχή Cannaregio.
Πανέμορφη περιοχή. Όσο απομακρύνεσαι από τον πυρήνα τόσο πιο έντονη είναι η αύρα της πραγματικής Βενετίας.
Οι περαστικοί στους δρόμους μιλούσαν μόνο Ιταλικά και η βαβούρα του κέντρου είχε χαθεί, μαζί και η πολυκοσμία. Περπατήσαμε αρκετά δίπλα από ένα κανάλι, πράγμα σπάνιο καθώς όλα καταλήγουν σε μία γέφυρα ή σε τοίχο, περνώντας από πολλά μαγαζιά(μπαρ και εστιατόρεια) γεμάτα κόσμο μέχρι να καταλήξουμε στο Al Timon. Υπέροχο μαγαζί αλλά η ουρά απ' έξω τεράστια. Έχει λίγα τραπέζια έξω για φαγητό δίπλα στο κανάλι αλλά και 2 μεγάλες βάρκες στις οποίες μπορείς να αράξεις και να πιεις το ποτό σου. Περιμέναμε λίγη ώρα πίνοντας ένα ποτήρι κρασί καθισμένοι σε μία γέφυρα που έχει μερικά μέτρα πιο κάτω. Η αναμονή μας, άξιζε όταν στο τραπέζι μας έφτασε η σπεσιαλιτέ του μαγαζιού. Ταλιάτα μοσχαριού κομμένη σε λεπτές λωρίδες.
Πραγματικά απίστευτα νόστιμο πιάτο όπως και το κρασί του μαγαζιού. Ξεκινήσαμε το δρόμο της επιστροφής προς το ξενοδοχείο μιας και η επόμενη μέρα θα ήταν γεμάτη.
Μέρα 3η.
Ξυπνήσαμε νωρίς και ξεκινήσαμε με κατευθυνση προς τις αποβάθρες που βρίσκονται βορειοανατολικά ώστε να πάρουμε ένα vaporetto για να επισκεφτούμε το Μπουράνο και το Μουράνο. Η διαδρομή για το νησί Μπουράνο κρατάει περίπου 40 λεπτά και είναι αρκετά ευχάριστη. Συμβουλή μου είναι να πάτε νωρίς γιατί μετά τη 1 γινόταν χαμός από ορδές τουριστών. Ίσως και αργά το απόγευμα να είναι επίσης καλα. Κατεβαίνοντας στο Μπουράνο δεν αργήσαμε να μαγευτούμε από την πανδαισία χρωμάτων τόσο στους τοίχους των σπιτιών αλλά και στα παρτέρια αυτών.
Η παραμονή μας στο Μπουράνο μας άφησε με το στόμα ανοιχτό μην μπορώντας να το χορτάσουμε, επισκιάζοντας το Μουράνο που επισκεφτήκαμε λίγο αργότερα.
Λιγότερο γραφικό κατά την άποψή μου αξίζει περισσότερο για το μουσείο και δεν μπορώ να πω ότι μας ενθουσίασε, γούστα είναι αυτά βέβαια. Ίσως να είχαμε διαφορετική άποψη αν το επισκεπτόμασταν πρώτο.
Πήραμε το Vaporetto για την επιστροφή και αυτή τη φορά κατεβήκαμε στους κήπους της Μπιενάλε περπατώντας "παρακανάλια" προς την πλατεία του Αγίου Μάρκου που ήταν ασφυχτικά γεμάτη από κόσμο και έτσι συνεχίσαμε προς την Ριάλτο και κάναμε μια στάση στο εμπορικό κέντρο T Fondaco dei Tedeschi, όχι για ψώνια αλλά για την απίστευτη θέα από το roof garden που έχει στον τελευταίο όροφο. Το επισκέπτονται ομάδες των 50 ατόμων ανά 15 λεπτά και μπορείς να κάνεις κράτηση εδώ ώστε να γλιτώσεις την ουρά. Το σημαντικότερο είναι ότι είναι τζάμπα.
Η θέα ήταν μαγική και σίγουρα άξιζε την στάση μας εδώ.
Η ζέστη και ο ήλιος μας έκαναν να χωθούμε στα στενά της περιοχής Castello και να καταλήξουμε σε μια μικρή πλατεία για έναν γρήγορο καφέ. Όσες φορές έχουμε κάνει το λάθος να παραγγείλουμε freddo είτε στην Ιταλία είτε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα απογοητευτήκαμε καθώς έχουν έρθει καφέδες με παγωτό, καφές με γάλα και παγάκια και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Έτσι πλέον ζητάμε έναν διπλό εσπρέσο με παγάκια. Με το που το ζητάμε στον σερβιτόρο μας ρωτάει αν θέλουμε café freddo. Κοιταχτήκαμε και είπαμε να πάρουμε το ρίσκο το οποίο μας βγήκε μιας και στο τραπέζι μας έφτασαν 2 παγωμένοι καφέδες.
Ποιος ξέρει ίσως την επόμενη φορά να μάθουν να κάνουν και φραπέ.
Ο ήλιος είχε πέσει και μετά τη χθεσινή, σαββατιάτικη βαβούρα οι δρόμοι είχαν αρχίσει να αδειάζουν. Κατεβήκαμε και πάλι στο μεγάλο κανάλι και πήραμε ένα vaporetto για να μας πάει στην τρατορία που είχαμε βρει το προηγούμενο βράδυ. Πήγαμε στο πίσω μέρος που είναι ανοιχτό και καθίσαμε απολαμβάνοντας την ησυχία και τα πανέμορφα φωτισμένα σπίτια που βλέπαμε. Η 20λεπτη βόλτα ήταν τόσο ξεκούραστη και αναζωογονητική που δεν θέλαμε να κατεβούμε.
Κατεβήκαμε όμως μιας και η πείνα πλέον μας οδηγούσε προς την αυλή που είχαμε ερωτευτεί το προηγούμενο βράδυ με την ελπίδα να βρούμε τραπέζι. Η Osteria Nono Risorto μας κέρδισε όχι μόνο για τον κήπο με τα τραπέζια το πολύ νόστιμο φαγητό και κρασί αλλά και για την αίσθηση παρείστικης-οικογενειακής ταβέρνας που μας έδινε.
Καθίσαμε στο μαγαζί μέχρι ευγενικά η σερβιτόρα να έρθει και να μας πει πως έκλεισαν διακόπτοντας την κουβέντα που είχαμε με την διπλανή παρέα γερμανών για την οικονομική κρίση και την κομουνιστική Γερμανία.
Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο κουρασμένοι αλλα ανυπόμονοι για την τελυταία γεύση που θα παίρναμε από την Βενετία αλλά και για την μετάβασή μας στην Βερόνα.

Συνεχίσαμε την βόλτα μας ακολουθώντας όποιο στενό μας καλούσε, θαυμάζοντας σχεδόν κάθε γέφυρα που συναντούσαμε. Τα μαγαζάκια που συναντήσαμε αμέτρητα γεμάτα κυρίως με γυαλιά Μουράνο.





Μετά από αρκετά χιλιόμετρα κάναμε μία στάση για έναν καφέ στην πλατεία San Polo παίρνοντας μια διαφορετική γεύση και βλέποντας μια διαφορετική πλευρά της πόλης με ελάχιστους τουρίστες, με γιαγιάδες που έπλεκαν στα παγκάκια και με παιδιά που έπαιζαν ποδόσφαιρο. Πήραμε δυνάμεις και ξεκινήσαμε την διαδρομή μας προς τα πίσω με σκοπό να κάνουμε μία στάση για ένα κρασί στην Cantina Do Mori. Όπως περπατούσαμε ακούσαμε φωνές και μουσική από ένα στενό που μας έκαναν να τις ακολουθήσουμε πέφτοντας πάνω σε έναν υπέροχο κήπο μιας τρατορία. Και κάπως έτσι αποφασίσαμε για το που θα δειπνούσαμε την επόμενη μέρα. Συνεχίσαμε την πορεία μας προ το Do Mori το οποίο και βρήκαμε κλειστό προς μεγάλη απογοήτευσή μας. Δεν πτοηθήκαμε όμως και περάσαμε ξανά την Ριάλτο που αυτή την ώρα είχε πολύ λιγότερο κόσμο και κατευθυνθήκαμε προς την περιοχή Cannaregio.
Πανέμορφη περιοχή. Όσο απομακρύνεσαι από τον πυρήνα τόσο πιο έντονη είναι η αύρα της πραγματικής Βενετίας.
Οι περαστικοί στους δρόμους μιλούσαν μόνο Ιταλικά και η βαβούρα του κέντρου είχε χαθεί, μαζί και η πολυκοσμία. Περπατήσαμε αρκετά δίπλα από ένα κανάλι, πράγμα σπάνιο καθώς όλα καταλήγουν σε μία γέφυρα ή σε τοίχο, περνώντας από πολλά μαγαζιά(μπαρ και εστιατόρεια) γεμάτα κόσμο μέχρι να καταλήξουμε στο Al Timon. Υπέροχο μαγαζί αλλά η ουρά απ' έξω τεράστια. Έχει λίγα τραπέζια έξω για φαγητό δίπλα στο κανάλι αλλά και 2 μεγάλες βάρκες στις οποίες μπορείς να αράξεις και να πιεις το ποτό σου. Περιμέναμε λίγη ώρα πίνοντας ένα ποτήρι κρασί καθισμένοι σε μία γέφυρα που έχει μερικά μέτρα πιο κάτω. Η αναμονή μας, άξιζε όταν στο τραπέζι μας έφτασε η σπεσιαλιτέ του μαγαζιού. Ταλιάτα μοσχαριού κομμένη σε λεπτές λωρίδες.

Πραγματικά απίστευτα νόστιμο πιάτο όπως και το κρασί του μαγαζιού. Ξεκινήσαμε το δρόμο της επιστροφής προς το ξενοδοχείο μιας και η επόμενη μέρα θα ήταν γεμάτη.
Μέρα 3η.
Ξυπνήσαμε νωρίς και ξεκινήσαμε με κατευθυνση προς τις αποβάθρες που βρίσκονται βορειοανατολικά ώστε να πάρουμε ένα vaporetto για να επισκεφτούμε το Μπουράνο και το Μουράνο. Η διαδρομή για το νησί Μπουράνο κρατάει περίπου 40 λεπτά και είναι αρκετά ευχάριστη. Συμβουλή μου είναι να πάτε νωρίς γιατί μετά τη 1 γινόταν χαμός από ορδές τουριστών. Ίσως και αργά το απόγευμα να είναι επίσης καλα. Κατεβαίνοντας στο Μπουράνο δεν αργήσαμε να μαγευτούμε από την πανδαισία χρωμάτων τόσο στους τοίχους των σπιτιών αλλά και στα παρτέρια αυτών.




Η παραμονή μας στο Μπουράνο μας άφησε με το στόμα ανοιχτό μην μπορώντας να το χορτάσουμε, επισκιάζοντας το Μουράνο που επισκεφτήκαμε λίγο αργότερα.

Λιγότερο γραφικό κατά την άποψή μου αξίζει περισσότερο για το μουσείο και δεν μπορώ να πω ότι μας ενθουσίασε, γούστα είναι αυτά βέβαια. Ίσως να είχαμε διαφορετική άποψη αν το επισκεπτόμασταν πρώτο.
Πήραμε το Vaporetto για την επιστροφή και αυτή τη φορά κατεβήκαμε στους κήπους της Μπιενάλε περπατώντας "παρακανάλια" προς την πλατεία του Αγίου Μάρκου που ήταν ασφυχτικά γεμάτη από κόσμο και έτσι συνεχίσαμε προς την Ριάλτο και κάναμε μια στάση στο εμπορικό κέντρο T Fondaco dei Tedeschi, όχι για ψώνια αλλά για την απίστευτη θέα από το roof garden που έχει στον τελευταίο όροφο. Το επισκέπτονται ομάδες των 50 ατόμων ανά 15 λεπτά και μπορείς να κάνεις κράτηση εδώ ώστε να γλιτώσεις την ουρά. Το σημαντικότερο είναι ότι είναι τζάμπα.

Η θέα ήταν μαγική και σίγουρα άξιζε την στάση μας εδώ.
Η ζέστη και ο ήλιος μας έκαναν να χωθούμε στα στενά της περιοχής Castello και να καταλήξουμε σε μια μικρή πλατεία για έναν γρήγορο καφέ. Όσες φορές έχουμε κάνει το λάθος να παραγγείλουμε freddo είτε στην Ιταλία είτε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα απογοητευτήκαμε καθώς έχουν έρθει καφέδες με παγωτό, καφές με γάλα και παγάκια και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Έτσι πλέον ζητάμε έναν διπλό εσπρέσο με παγάκια. Με το που το ζητάμε στον σερβιτόρο μας ρωτάει αν θέλουμε café freddo. Κοιταχτήκαμε και είπαμε να πάρουμε το ρίσκο το οποίο μας βγήκε μιας και στο τραπέζι μας έφτασαν 2 παγωμένοι καφέδες.

Ποιος ξέρει ίσως την επόμενη φορά να μάθουν να κάνουν και φραπέ.
Ο ήλιος είχε πέσει και μετά τη χθεσινή, σαββατιάτικη βαβούρα οι δρόμοι είχαν αρχίσει να αδειάζουν. Κατεβήκαμε και πάλι στο μεγάλο κανάλι και πήραμε ένα vaporetto για να μας πάει στην τρατορία που είχαμε βρει το προηγούμενο βράδυ. Πήγαμε στο πίσω μέρος που είναι ανοιχτό και καθίσαμε απολαμβάνοντας την ησυχία και τα πανέμορφα φωτισμένα σπίτια που βλέπαμε. Η 20λεπτη βόλτα ήταν τόσο ξεκούραστη και αναζωογονητική που δεν θέλαμε να κατεβούμε.


Κατεβήκαμε όμως μιας και η πείνα πλέον μας οδηγούσε προς την αυλή που είχαμε ερωτευτεί το προηγούμενο βράδυ με την ελπίδα να βρούμε τραπέζι. Η Osteria Nono Risorto μας κέρδισε όχι μόνο για τον κήπο με τα τραπέζια το πολύ νόστιμο φαγητό και κρασί αλλά και για την αίσθηση παρείστικης-οικογενειακής ταβέρνας που μας έδινε.

Καθίσαμε στο μαγαζί μέχρι ευγενικά η σερβιτόρα να έρθει και να μας πει πως έκλεισαν διακόπτοντας την κουβέντα που είχαμε με την διπλανή παρέα γερμανών για την οικονομική κρίση και την κομουνιστική Γερμανία.
Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο κουρασμένοι αλλα ανυπόμονοι για την τελυταία γεύση που θα παίρναμε από την Βενετία αλλά και για την μετάβασή μας στην Βερόνα.
Last edited: