Περιεχόμενα
Οι επόμενες μέρες κύλησαν τόσο ήρεμα όσο και η πρώτη. Πρωινό στο εστιατόριο, καμιά βόλτα στην παραλία και βουτιά στη θάλασσα, άραγμα και διάβασμα είτε στην αιώρα είτε στο εστιατόριο και το βράδυ φαγητό, μπύρες και κουβεντούλα. Γνώρισα και τους υπόλοιπους «μόνιμους» ταξιδιώτες του guesthouse, ένα ζευγάρι από τη Γερμανία και μια κοπέλα από το Βέλγιο. Στη συνέχεια ήρθαν και έφυγαν ένα ζευγάρι από την Αγγλία, μια παρέα Γερμανών που ήρθαν να κάνουν καταδύσεις, ο Chris, ένας 67χρονος Καναδός που μας έλεγε ιστορίες για την Bangkok και το Koh Samui 20 χρόνια πριν και κάποιοι ακόμη.
Καμιά φορά έκανα και καμιά βόλτα στο νησί. Όπως προανέφερα δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και συνεπώς ούτε δρόμοι. Υπάρχει ένα βασικό μονοπάτι (τσιμεντένιο) που πάει από την παραλία που έμενα έως την «διασταύρωση» που είναι και το κέντρο του «οικισμού» (λίγα σπίτια και 2 μαγαζάκια με τα βασικά) αλλά τα υπόλοιπα είναι μονοπάτια μέσα στη ζούγκλα. Περπάτησα και πήγα να δω τις άλλες παραλίες του νησιού, αυτές βόρεια από τη Long Beach αλλά και νότια, στους κόλπους Ao Kai Tao και Ao Siad. Περπάτησα και μέχρι το σταυροδρόμι για να αγοράσω μπαταρίες από το μαγαζάκι.
Από την μέρα που αποφάσισα να πάω στο Koh Chang, το πλάνο στο μυαλό μου ήταν να μοιράσω τις μέρες, και να κάτσω τις μισές εκεί και τις άλλες μισές να πάω σε ένα άλλο νησί που είναι εκεί κοντά, το Koh Phayam, το οποίο λένε πως είναι επίσης όμορφο αλλά πιο ανεπτυγμένο. Από την τέταρτη μέρα και μετά, κάθε βράδυ έλεγα στα παιδιά πως «αύριο μάλλον θα φύγω για το Koh Phayam». Η απάντηση που πήρα από τον Phil το πρώτο βράδυ ήταν «Τι να πας να κάνεις εκεί, εκεί έχουν αυτοκίνητα!». Οι μέρες πέρναγαν και εγώ κάθε μέρα θα έφευγα. Ποτέ όμως δεν κατάφερα να το πραγματοποιήσω. Αυτό το μέρος σε μαγεύει και δύσκολα το εγκαταλείπεις. Την 6η μέρα πραγματικά ξύπνησα νωρίς το πρωί και σχεδόν ετοίμασα τα πράγματα μου. Μετά όμως αποφάσισα να πάω για βουτιά στη θάλασσα και εκεί είναι που συνειδητοποίησα πως το σχέδιο να φύγω από το νησί αυτό για κάποιο άλλο έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Το αξιοσημείωτο είναι πως την ίδια μέρα, αργότερα το μεσημέρι, εκεί που καθόμουν στο εστιατόριο και έγραφα, ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου η Lisa, μια Αμερικανίδα που ταξιδέψαμε μαζί σε όλο το Λάος και τη Βιρμανία και η οποία μόλις είχε γυρίσει από το Βιετνάμ και χωρίς να ξέρει σε ποια παραλία μένω και ούτε καν αν είμαι ακόμα στο νησί, ήρθε και με βρήκε.
Περάσαμε και τις επόμενες μέρες στο μικρό αυτό νησί με τον ίδιο τρόπο και τελικά την 10η μέρα, είχε έρθει η ώρα να φύγουμε, μιας και οι δυο έπρεπε να επιστρέψουμε στην Bangkok για τις πτήσεις μας. Χαιρετήσαμε τους ανθρώπους που κάναμε παρέα όλες αυτές τις μέρες, ντόπιους και ξένους και ανεβήκαμε στη βάρκα. Η τελευταία κουβέντα που μου είπε ο Phil ήταν, «το ξέρω πως θα ξανάρθεις, αλλά μην το πεις σε πολύ κόσμο». Νιώθω πως τον πρόδωσα λίγο. Σύντομα όλοι θα έφευγαν, αφού τα bungalows σε όλο το νησί θα έκλειναν και οι περισσότεροι κάτοικοι θα μεταφερόντουσαν στην ηπειρωτική Ταϊλάνδη. Τελευταία εικόνα πίσω καθώς η βάρκα έβγαινε προς τα ανοιχτά, ο κύριος Moo και η κυρία Lek να έχουν βγει στην παραλία και να μας αποχαιρετούν.
Καμιά φορά έκανα και καμιά βόλτα στο νησί. Όπως προανέφερα δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και συνεπώς ούτε δρόμοι. Υπάρχει ένα βασικό μονοπάτι (τσιμεντένιο) που πάει από την παραλία που έμενα έως την «διασταύρωση» που είναι και το κέντρο του «οικισμού» (λίγα σπίτια και 2 μαγαζάκια με τα βασικά) αλλά τα υπόλοιπα είναι μονοπάτια μέσα στη ζούγκλα. Περπάτησα και πήγα να δω τις άλλες παραλίες του νησιού, αυτές βόρεια από τη Long Beach αλλά και νότια, στους κόλπους Ao Kai Tao και Ao Siad. Περπάτησα και μέχρι το σταυροδρόμι για να αγοράσω μπαταρίες από το μαγαζάκι.
Από την μέρα που αποφάσισα να πάω στο Koh Chang, το πλάνο στο μυαλό μου ήταν να μοιράσω τις μέρες, και να κάτσω τις μισές εκεί και τις άλλες μισές να πάω σε ένα άλλο νησί που είναι εκεί κοντά, το Koh Phayam, το οποίο λένε πως είναι επίσης όμορφο αλλά πιο ανεπτυγμένο. Από την τέταρτη μέρα και μετά, κάθε βράδυ έλεγα στα παιδιά πως «αύριο μάλλον θα φύγω για το Koh Phayam». Η απάντηση που πήρα από τον Phil το πρώτο βράδυ ήταν «Τι να πας να κάνεις εκεί, εκεί έχουν αυτοκίνητα!». Οι μέρες πέρναγαν και εγώ κάθε μέρα θα έφευγα. Ποτέ όμως δεν κατάφερα να το πραγματοποιήσω. Αυτό το μέρος σε μαγεύει και δύσκολα το εγκαταλείπεις. Την 6η μέρα πραγματικά ξύπνησα νωρίς το πρωί και σχεδόν ετοίμασα τα πράγματα μου. Μετά όμως αποφάσισα να πάω για βουτιά στη θάλασσα και εκεί είναι που συνειδητοποίησα πως το σχέδιο να φύγω από το νησί αυτό για κάποιο άλλο έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Το αξιοσημείωτο είναι πως την ίδια μέρα, αργότερα το μεσημέρι, εκεί που καθόμουν στο εστιατόριο και έγραφα, ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου η Lisa, μια Αμερικανίδα που ταξιδέψαμε μαζί σε όλο το Λάος και τη Βιρμανία και η οποία μόλις είχε γυρίσει από το Βιετνάμ και χωρίς να ξέρει σε ποια παραλία μένω και ούτε καν αν είμαι ακόμα στο νησί, ήρθε και με βρήκε.
Περάσαμε και τις επόμενες μέρες στο μικρό αυτό νησί με τον ίδιο τρόπο και τελικά την 10η μέρα, είχε έρθει η ώρα να φύγουμε, μιας και οι δυο έπρεπε να επιστρέψουμε στην Bangkok για τις πτήσεις μας. Χαιρετήσαμε τους ανθρώπους που κάναμε παρέα όλες αυτές τις μέρες, ντόπιους και ξένους και ανεβήκαμε στη βάρκα. Η τελευταία κουβέντα που μου είπε ο Phil ήταν, «το ξέρω πως θα ξανάρθεις, αλλά μην το πεις σε πολύ κόσμο». Νιώθω πως τον πρόδωσα λίγο. Σύντομα όλοι θα έφευγαν, αφού τα bungalows σε όλο το νησί θα έκλειναν και οι περισσότεροι κάτοικοι θα μεταφερόντουσαν στην ηπειρωτική Ταϊλάνδη. Τελευταία εικόνα πίσω καθώς η βάρκα έβγαινε προς τα ανοιχτά, ο κύριος Moo και η κυρία Lek να έχουν βγει στην παραλία και να μας αποχαιρετούν.
Attachments
-
211,2 KB Προβολές: 329