hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.167
- Likes
- 14.538
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Εφιάλτης
Ο Πι με δυσκολία άνοιξε τα μάτια στο μισοσκότεινο δωμάτιο.
Ήταν πρησμένα και τα πηχτά ρυάκια αίματος που κυλούσαν πάνω τους έκαναν την όραση ακόμα πιο θολή.
Μόλις που κατάφερε να διακρίνει τη ταμπέλα στη πόρτα: «Αίθουσα βασανιστηρίων παραλιόπληκτων/παραλιολόγων του Travelstories”
Το σώμα του πόναγε τρομερά παντού και δεν του πήρε πολύ να καταλάβει ότι κρεμόταν από το ταβάνι σαν σφαχτάρι.
Μπροστά του κινήθηκε αργά μια εντυπωσιακή γυναικεία φιγούρα. Φορούσε μαύρο λάτεξ ολόσωμο μαγιώ και δερμάτινες μπότες.
Δειλά δειλά κατάφερε να την αναγνωρίσει. Στάσου, αυτή δεν είναι η go2beach, η καλή συμφορουμίτισσα; Ήταν όντως, όμως οι προθέσεις της κάθε άλλο παρά καλοπροαίρετες. Το μαστίγιο που κρατούσε στα χέρια της έσκισε τον αέρα πριν τυλιχτεί σαν πύθωνας γύρω από το κορμί του.
Ο πόνος οξύς, τα μάτια του Πι βούρκωσαν και μια πνιχτή κραυγή ξέφυγε από το στόμα του.
«Συνήλθες άθλιο γουρούνι;» άκουσε τη φωνή της.
«Πόσο ακόμα πρέπει να σε βασανίσουμε για να ομολογήσεις; Τόλμησες να πας Μεξικό ε; Ομολόγησε λοιπόν πόσες μέρες αφιέρωσες στις παραλίες της Καραϊβικής»
«Κα, κα, καμία» μόλις που πρόκαμε να ψελλίσει.
Το πρόσωπό της συσπάστηκε από οργή σαν χάρτινη βεντάλια. Το μαστίγιο ήχησε και πάλι χαράσοντας το αποτύπωμά του στη πολύπαθη σάρκα του Πι.
«Καμία;!» τσίριξε κι άρχισε να τρέμει σύγκορμη από θυμό.
«Giannoula ανέλαβε εσύ την ανάκριση, δεν μπορεί, λέει ψέματα. Αλλά θα λυγίζει και θα τα ξεράσει όλα ακόμη κι αν χρειαστεί να φτύσει το γάλα που βύζαξε »
Η χυμώδης ξανθιά με το δερμάτινο μπικίνι και τις ψηλοτάκουνες κατάμαυρες γόβες στιλέτο, έλυσε την αλυσίδα που κρατούσε τον Πι κρεμασμένο από το ταβάνι κι ευθύς το σώμα του σωριάστηκε σαν τσουβάλι καταγής.
Τον πλησίασε κι πίεσε με δύναμη το τακούνι της πάνω στο στήθος του.
«Ταξιδάκι στο Yucatan χωρίς να πιείς μια τεκίλα στις παραλίες του δεν νοείται!»
Η ανάσα του κοβόταν κι όμως ο Πι βρήκε τη δύναμη ν’απαντήσει: «Κι όμως ούτε μια σταγόνα τεκίλα δεν ήπια, ούτε στις παραλίες του πήγα....»
«Βέβηλε!» φώναξε εξοργισμένη η Giannoula και τον κλώτσησε με μανία στα πλευρά. Ο Πι διπλώθηκε ξανά από το πόνο.
«Σ’αυτό το πλάσμα πρέπουν πολλά μαρτύρια. Είναι αδιανόητο. Άκου πήγε Yucatan κι απαρνήθηκε τον παράδεισο της Καραϊβικής. Να δεις, το αποσιωπά. Μετά τις ερήμους και τα κατσάβραχα που τρέχει, δεν θα είχε μούτρα στο φόρουμ να το παραδεχτεί. Φώναξε το Αφεντικό εκείνος έχει το τρόπο»
Το βαρύ βήμα του GTS αντήχησε στο δωμάτιο. Είχε ύφος βλοσυρό και βλέμμα σκοτεινό. Πλησίασε τον Πι και τα στιβαρά του μπράτσα του γράπωσαν σαν μέγγενη το κεφάλι του. Ο Πι ένοιωθε πως το κρανίο του θα συνθλιβεί από τη πίεση από στιγμή σε στιγμή.
«Μίλα» του είπε επιτακτικά. «Πήγες Μέξικο, τι έκανες, τι είδες;»
«Είδα πολλά και θαυμαστά. Πόλεις αποικιακές, αρχαία χαμένα στη ζούγκλα. Μα σε παραλία δεν βρέθηκα...»
«Και θες να το πιστέψω;» του φώναξε εκκωφαντικά μια σπιθαμή από το πρόσωπό του
«Πίστεψέ με. Την αλήθεια λέω» συνέχισε κλαψουρίζοντας ο αιμόφυρτος Πι
«Υπήρχαν τόσα άλλα να δω. Δεν πρόκαμα. Στ’ορκίζομαι. Να μη χαρώ...το πουλί μου!»
Ο Πι με δυσκολία άνοιξε τα μάτια στο μισοσκότεινο δωμάτιο.
Ήταν πρησμένα και τα πηχτά ρυάκια αίματος που κυλούσαν πάνω τους έκαναν την όραση ακόμα πιο θολή.
Μόλις που κατάφερε να διακρίνει τη ταμπέλα στη πόρτα: «Αίθουσα βασανιστηρίων παραλιόπληκτων/παραλιολόγων του Travelstories”
Το σώμα του πόναγε τρομερά παντού και δεν του πήρε πολύ να καταλάβει ότι κρεμόταν από το ταβάνι σαν σφαχτάρι.
Μπροστά του κινήθηκε αργά μια εντυπωσιακή γυναικεία φιγούρα. Φορούσε μαύρο λάτεξ ολόσωμο μαγιώ και δερμάτινες μπότες.
Δειλά δειλά κατάφερε να την αναγνωρίσει. Στάσου, αυτή δεν είναι η go2beach, η καλή συμφορουμίτισσα; Ήταν όντως, όμως οι προθέσεις της κάθε άλλο παρά καλοπροαίρετες. Το μαστίγιο που κρατούσε στα χέρια της έσκισε τον αέρα πριν τυλιχτεί σαν πύθωνας γύρω από το κορμί του.
Ο πόνος οξύς, τα μάτια του Πι βούρκωσαν και μια πνιχτή κραυγή ξέφυγε από το στόμα του.
«Συνήλθες άθλιο γουρούνι;» άκουσε τη φωνή της.
«Πόσο ακόμα πρέπει να σε βασανίσουμε για να ομολογήσεις; Τόλμησες να πας Μεξικό ε; Ομολόγησε λοιπόν πόσες μέρες αφιέρωσες στις παραλίες της Καραϊβικής»
«Κα, κα, καμία» μόλις που πρόκαμε να ψελλίσει.
Το πρόσωπό της συσπάστηκε από οργή σαν χάρτινη βεντάλια. Το μαστίγιο ήχησε και πάλι χαράσοντας το αποτύπωμά του στη πολύπαθη σάρκα του Πι.
«Καμία;!» τσίριξε κι άρχισε να τρέμει σύγκορμη από θυμό.
«Giannoula ανέλαβε εσύ την ανάκριση, δεν μπορεί, λέει ψέματα. Αλλά θα λυγίζει και θα τα ξεράσει όλα ακόμη κι αν χρειαστεί να φτύσει το γάλα που βύζαξε »
Η χυμώδης ξανθιά με το δερμάτινο μπικίνι και τις ψηλοτάκουνες κατάμαυρες γόβες στιλέτο, έλυσε την αλυσίδα που κρατούσε τον Πι κρεμασμένο από το ταβάνι κι ευθύς το σώμα του σωριάστηκε σαν τσουβάλι καταγής.
Τον πλησίασε κι πίεσε με δύναμη το τακούνι της πάνω στο στήθος του.
«Ταξιδάκι στο Yucatan χωρίς να πιείς μια τεκίλα στις παραλίες του δεν νοείται!»
Η ανάσα του κοβόταν κι όμως ο Πι βρήκε τη δύναμη ν’απαντήσει: «Κι όμως ούτε μια σταγόνα τεκίλα δεν ήπια, ούτε στις παραλίες του πήγα....»
«Βέβηλε!» φώναξε εξοργισμένη η Giannoula και τον κλώτσησε με μανία στα πλευρά. Ο Πι διπλώθηκε ξανά από το πόνο.
«Σ’αυτό το πλάσμα πρέπουν πολλά μαρτύρια. Είναι αδιανόητο. Άκου πήγε Yucatan κι απαρνήθηκε τον παράδεισο της Καραϊβικής. Να δεις, το αποσιωπά. Μετά τις ερήμους και τα κατσάβραχα που τρέχει, δεν θα είχε μούτρα στο φόρουμ να το παραδεχτεί. Φώναξε το Αφεντικό εκείνος έχει το τρόπο»
Το βαρύ βήμα του GTS αντήχησε στο δωμάτιο. Είχε ύφος βλοσυρό και βλέμμα σκοτεινό. Πλησίασε τον Πι και τα στιβαρά του μπράτσα του γράπωσαν σαν μέγγενη το κεφάλι του. Ο Πι ένοιωθε πως το κρανίο του θα συνθλιβεί από τη πίεση από στιγμή σε στιγμή.
«Μίλα» του είπε επιτακτικά. «Πήγες Μέξικο, τι έκανες, τι είδες;»
«Είδα πολλά και θαυμαστά. Πόλεις αποικιακές, αρχαία χαμένα στη ζούγκλα. Μα σε παραλία δεν βρέθηκα...»
«Και θες να το πιστέψω;» του φώναξε εκκωφαντικά μια σπιθαμή από το πρόσωπό του
«Πίστεψέ με. Την αλήθεια λέω» συνέχισε κλαψουρίζοντας ο αιμόφυρτος Πι
«Υπήρχαν τόσα άλλα να δω. Δεν πρόκαμα. Στ’ορκίζομαι. Να μη χαρώ...το πουλί μου!»
Last edited: