Nikos5050
Member
- Μηνύματα
- 535
- Likes
- 137
- Επόμενο Ταξίδι
- Ναύπλιο
- Ταξίδι-Όνειρο
- Νέα Ζηλανδία - Ειρηνικός
Περιεχόμενα
Από τους κήπους φύγαμε με την πολύτιμη πληροφορία ότι στο χωριό Καπέσοβο είναι δύο κοπέλες που φτιάχνουν τοπικά γλυκά τα οποία μπορεί κανείς να τα απολαύσει στο μαγαζάκι τους στην πλατεία του χωριού (φυσικά με τεράστιο πλάτανο στο κέντρο). Οπότε χωρίς πολλή σκέψη γραμμή για το Καπέσοβο. Είναι άξιο αναφοράς το πόσο απελπιστικά αργό δείχνει ένα Yarisστους ορεινούς δρόμους του Ν. Ιωαννίνων όταν στον προορισμό σε περιμένουν σπιτικά γλυκά με περίεργα ονόματα όπως πατσιαβούρα, Πτι φτίλι (ίσως το λέω λάθος πάντως έμοιαζε με πιτς φυτίλι αλλά δεν ήταν, βάλε και τη χωριανη προφορά...) και άλλα. Φτάσαμε στο χωριό ενώ σουρούπωνε. Αρκετά χωριά εδώ διατηρούν τα σλαβικά τους ονόματα (Καπέσοβο, Τσεπέλοβο) καθώς έτσι τα μάθανε οι άνθρωποι για χρόνια. Το Καπέσοβο είναι πανέμορφο και σχετικά άγνωστο καθώς δεν αναφέρεται σε αρκετούς οδηγούς. Το αυτοκίνητο μπορεί να το αφήσει κανείς ψηλά στο δρόμο και το χωριό εκτέινεται προς τα κάτω στη πλαγιά. Τα καλντερίμια οδηγούν στην πλατεία και είναι κατασκευασμένα αποκλειτστικά απο πέτρα όπως και όλο το χωριό. Στη μέση υπάρχει αυλάκι για το νερό απο το λιωμένο χιόνι ενώ υπάρχει και ξεχωριστή λωρίδα για τα ζώα. Βρήκαμε το μέρος που ψάχναμε το οποίο ονομάζεται Στέρνα καθώς παρ΄ ότι μικροσκοπικό διαθέτει μια παλιά στέρνα στο εσωτερικό του! Κατα τα άλλα 3-4 τραπεζάκια στριμωγμένα το ένα δίπλα στο άλλο και οι πελάτες αναγκαστικά μια παρέα αφου κάθονται ο ένας πάνω στον άλλον. Αυτό συμβαίνει το χειμώνα γιατί απο την άνοιξη υπάρχουν πολλά τραπέζια έξω στη πλατεία με θέα και την σκιά του πλάτανου. Τα γλυκά πολύ καλά με έμφαση στα σιροπιαστά με ξηρούς καρπούς. Το τσάι βουνού φυσικά απο τα καλύτερα λόγω... βουνού.
Συνεχίσαμε βόρεια προς το χωριό Βραδέτο απο το οποίο υπάρχει μονοπάτι που καταλήγει στο νότιο άκρο της χαράδρας του Βίκου. Πολύ κοντά στο Καπέσοβο φτάσαμε σε λιγότερο απο 15 λεπτά αλλά δυστυχώς πολύ αργά για να πάρουμε το μονοπάτι προς τη χαράδρα καθώς νύχτωνε. Απο εδώ ξεκινάει και μονοπάτι για τη Δρακόλιμνη με περίπου 2 ώρες περπάτημα. Σίγουρα μαγευτική διαδρομή αλλά για άλλη εποχή. Το Βραδέτο επίσης πολύ χαρακτηριστικό χωριό αλλά λόγω του ότι είναι αρκετά βόρεια πιάνει πολύ χιόνι με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να φτάσουμε ακόμα και μέχρι τη πλατεία του. Παρ΄όλα αυτά μας εντυπωσίασαν ξανά η ζεστασιά και η ευγένεια των ανθρώπων καθώς βλέποντάς μας παγωμένους ένας κύριος μας προσκάλεσε σπιτι του να ζεσταθούμε λίγο πριν συνεχίσουμε. Ύστερα απο μισή ώρα κουβεντούλας μπροστά στο τζάκι, συνεχίσαμε.
Ο δρόμος της επιστροφής μας έφερε στο χωριό Δίλοφο στο οποίο δε μπορέσαμε να αντισταθούμε στον πειρασμό για μια σύντομη στάση. Το ένα έφερε το άλλο και φυσικά καταλήξαμε να πίνουμε τσίπουρα στο Αρχοντικό μπροστά στο τζάκι. Μάθαμε και λίγη ιστορία σχετικά με τον Αλή Πασά που ήταν πολύ μερακλής και αγαπούσε την περιφέρειά του. Οι ντόπιοι κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας επιρρεάστηκαν ελάχιστα σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Ελλάδας καθώς λόγω του ότι τα περισσότερα χωριά βρίσκονται σκαρφαλωμένα σε δύσβατα σημεία οι Τούρκοι δε πολυπλησίαζαν παρόλο που η περιοχή ήταν υποδουλωμένη. Οι φόροι πληρώνονταν κανονικά οπότε όλοι ζούσαν αρμονικά και ευχαριστημένοι και τα χωριά ευημερούσαν. Συνέπεια της κατάστασης αυτής ήταν να χτιστούν όλα τα όμορφα πέτρινα γεφύρια της περιοχής και τα αρχοντικά που σήμερα θαυμάζουμε. Αφήσαμε το Δίλοφο με την υπόσχεση ότι θα ξαναπάμε (πότε θα ξαναπάμε σε όλα όσα λέμε?).
Κατηφορίζοντας τον φιδίσιο δρόμο απο το Δίλοφο το μάτι μου έπεσε στο δείκτη της βενζίνης και άρχισα να ανησυχώ. Θυμήθηκα ότι δεν είχαμε δει βενζινάδικο όλη τη μέρα απο τότε που φύγαμε απο Γιάννενα. Και πού άνθρωπος να ρωτήσουμε όταν τον χρειάζεσαι... Συνεχίσαμε την κάθοδο με νεκρά και με σκοπό να πάρουμε το δρόμο προς Γιάννενα και να ελπίζουμε ότι θα φτάσει. Με μεγάλη ανακούφιση συναντήσαμε βενζινάδικο στους Ασπράγγελους και ενώ ο δείκτης της βενζίνης είχε φτάσει στον πάτο. Βέβαια στις 11 το βράδυ και στη μέση της ερημιάς το να βάλεις βενζίνη αποδείχθηκε μια μικρή περιπέτεια. Ο καλοκάγαθος άνθρωπος του πρατηρίου κόντεψε να προκαλέσει μπλακάουτ σε όλο το Νομό Ιωαννίνων καθώς δε γνώριζε πως να σταματήσει την αντλία και κατέβασε το γενικό!!!? Στιγμιαία μου φάνηκε πως όλο το βουνό μαζί με τα χωριά σκοτείνιασε, ίσως να ήταν και η ιδέα μου. Τελος πάντων με τα πολλά και μετά από χίλιες συγγνώμες απο μέρους του βάλαμε βεζίνη επιτέλους (πολλή περισσότερη απο όση θέλαμε αλλά τελικά μας χρισήμευσε) και συνεχίσαμε το δρόμο μας ευτυχισμένοι που γλιτώσαμε το ολοκαύτωμα.
Νωρίς το επόμενο πρωί και μετά το πρωινό της Κυρίας Φρόσως ξεκινήσαμε και πάλι απο τους Φραγγάδες με λιακάδα για να γυρίσουμε το κεντρικό Ζαγόρι. Ειχαμε φορτώσει τόσο πολύ το πρόγραμμά μας ώστε αποφασίσαμε να μη το ακολουθήσουμε κατα γράμμα αλλά να το πάρουμε χαλαρά και ότι προλάβουμε.
Πρώτος σταθμός στο χωριό Μονοδένδρι όπου υπάρχει το εκπληκτικό Μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής. Περνώντας πρώτα από τη Βίτσα παρατήρησα ότι υπάρχουν άφθονοι ξενώνες εκεί αρκετά καλής ποιότητας. Το γεγονός ότι η Βίτσα είναι πολύ κεντρικά τοποθετημένη ανάμεσα στα άλλα χωριά την κάνει ίσως το πιό βολικό μέρος για να χρησιμοποιηθεί σα βάση για εξορμήσεις στα γύρω χωριά. Δυστυχώς δε σταματήσαμε για να δούμε τους ξενώνες απο κοντά οπότε δε μπορώ να προτείνω συγκεκριμμένα κάποιον, αλλά το χωριό σίγουρα βολεύει. Στο Μονοδένδρι παρόλο που φτάσαμε σχετικά νωρίς γινόταν ο χαμός απο αυτοκίνητα. Το δρομάκι που περνά μέσα απο το χωριό και καταλήγει στην κεντρική πλατεία (ω ναι με πλάτανο στη μέση) είναι ιδιαίτερα στενό σε πολλά σημεία με αποτέλεσμα να μη χωράνε δύο αυτοκίνητα ταυτόχρονα. Στο τέλος του δρόμου υπάρχει ένας μικρός χώρος για πάρκινγκ ο οποίος φυσικά δεν είναι σχεδιασμένος για να δέχεται πάνω απο δέκα αυτοκίνητα ταυτόχρονα (που να φανταστούν οι χωριανοί να αφήσουν χώρο για τα SUV) οπότε το δρομάκι πήζει γρήγορα με αποτέλεσμα να μη μπορείς να πάς ούτε μπροστά ούτε πίσω. Συμβουλή: μόλις φτάσετε στο Μονοδένδρι βρείτε ένα μέρος και παρκάρετε αμέσως όσο μακριά και αν σας φαίνεται και μη το διακυνδυνεύσετε. Η βόλτα μέσα στο χωριό και μέχρι τη πλατεία είναι πολύ πιό ευχάριστη απ το να μείνεις είκοσι λεπτά εγκλωβισμένος στο αυτοκίνητο. Ευτυχώς και ύστερα απο χίλιες μανούβρες παρκάραμε σε μια θέση που μου φάνηκε μικρότερη απο το αυτοκίνητο. Περπατώντας μέσα απο την πλατεία του χωριού ο δρόμος σε βγάζει σε ένα πλατύ μονοπάτι που οδηγεί στο Μοναστήρι. Μια μεγάλη κόκινη ταμπέλα μας πληροφορεί ότι το φαράγγι του Βίκου είναι καταγεγραμμένο στο βιβλίο Guiness1997 ως το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου με μέγιστο βάθος 900 μ. και πλάτος 1100 μ. Ή οι αριθμοί αυτοί είναι πολύ τραβηγμένοι, ή είναι λάθος ή εννοεί κάτι άλλο όταν λέει ¨πλάτος 1100 μ.¨ αφού το πλάτος του φαραγγιού σε καμία περίπτωση δεν είναι πάνω απο 1 χλμ. και το βάθος μερικές εκατοντάδες ίσως, αλλά 900 μ.??? Όσο βαθύ και πλατύ και αν είναι πάντως είναι το λιγότερο εντυπωσιακό.
Ύστερα απο περίπου 10 λεπτά περπάτημα στο πλατύ και παγωμένο μονοπάτι φτάσαμε (ας είναι καλά η λωρίδα για τα ζωντανά που δεν είχε πάγο... κάποιος απο τους ντόπιους έχει χιούμορ...?) στο εκπληκτικό Μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής. Το Μοναστήρι κρέμεται κυριολεκτικά πάνω απο τη χαράδρα του Βίκου και όπως πλησιάζει κανείς απο το μονοπάτι το βλέπει λές και αιωρείται, μιας και είναι φυσικά πέτρινο και ταιριάζει απόλυτα με τα χρώματα της κάθετης πλαγιάς. Μπαίνοντας στο Μοναστήρι στα δεξιά υπάρχει το ηγουμενείο το οποίο δε μπορείς να μη ζηλέψεις για τη μαγευτική θέα που έχει στην κοιλάδα. Δυστυχώς είναι κλειστό για το κοινό. Το παρεκκλήσι της Αγ. Παρασκευής είναι πολύ ενδιαφέρον καθώς μοιάζει να μην έχει αλλάξει τίποτα απο το 1700 στο εσωτερικό του ενώ οι τοιχογραφίες αξίζουν τον κόπο. Εντύπωση μου έκαναν οι πολύ χαμηλές πόρτες σε όλο το μοναστήρι καθώς και το μπαλκόνι στην έξω μεριά του παρεκκλησιού που προσφέρει μοναδική θέα στο φαράγγι. Αρκετά όμορφες οι ξυλογραφίες αγίων που πωλούνται στο μαγαζάκι της μονής και είναι πραγματικά αυθεντικές, αλλά ας μη σχολιάσω τις τιμές καλύτερα γιατί βλέπω τον κεραυνό να μου έρχεται.
Αφήνοντας το μοναστήρι το ίδιο μονοπάτι συνεχίζει προς το εσωτερικό της χαράδρας. Εντυπωσιακό ότι απο ένα σημείο και μετά είναι σκαμμένο στο βράχο στο πλάι της χαράδρας και συνεχίζει για αρκετή απόσταση. Προσφέρει καταπληκτική θέα του φαραγγιού απο ψηλά αλλά βέβαια την εποχή αυτή είναι αρκετά δύσβατο λόγω χιονιού. Σε ένα – δύο σημεία κοιτάς με δέος προς τα κάτω στο βάθος του φαραγγιού και σκέφτεσαι τη δύναμη του Βοιδομάτη που μέσα στις χιλιετίες έχει φτιάξει αυτό το θαύμα της φύσης που σου παίρνει την ανάσα. Το φαράγγι μπορεί να το διασχίσει κανείς με τα πόδια σε 5 ώρες και είναι σίγουρα κάτι που αξίζει να το δει κανείς. Η πεζοπορία ξεκινά απο το χωριό Βίκος (απο το οποίο πήρε το όνομά του και το φαράγγι...?) και καταλήγει κάπου κοντά στο χωριό Κουκούλι. Γυρίσαμε απο το φαράγγι γεμάτοι δέος και φωτογραφίες. Μετά απο ένα γρήγορο καφέ στη πλατεία του Μονοδενδρίου (το καφέ με το σήμα δωδώνη το πιό ωραίο απο όλα με τζάκι και δερμάτινους καναπέδες) συνεχίσαμε με προορισμό το φημισμένο Πάπιγκο.
Συνεχίσαμε βόρεια προς το χωριό Βραδέτο απο το οποίο υπάρχει μονοπάτι που καταλήγει στο νότιο άκρο της χαράδρας του Βίκου. Πολύ κοντά στο Καπέσοβο φτάσαμε σε λιγότερο απο 15 λεπτά αλλά δυστυχώς πολύ αργά για να πάρουμε το μονοπάτι προς τη χαράδρα καθώς νύχτωνε. Απο εδώ ξεκινάει και μονοπάτι για τη Δρακόλιμνη με περίπου 2 ώρες περπάτημα. Σίγουρα μαγευτική διαδρομή αλλά για άλλη εποχή. Το Βραδέτο επίσης πολύ χαρακτηριστικό χωριό αλλά λόγω του ότι είναι αρκετά βόρεια πιάνει πολύ χιόνι με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να φτάσουμε ακόμα και μέχρι τη πλατεία του. Παρ΄όλα αυτά μας εντυπωσίασαν ξανά η ζεστασιά και η ευγένεια των ανθρώπων καθώς βλέποντάς μας παγωμένους ένας κύριος μας προσκάλεσε σπιτι του να ζεσταθούμε λίγο πριν συνεχίσουμε. Ύστερα απο μισή ώρα κουβεντούλας μπροστά στο τζάκι, συνεχίσαμε.
Ο δρόμος της επιστροφής μας έφερε στο χωριό Δίλοφο στο οποίο δε μπορέσαμε να αντισταθούμε στον πειρασμό για μια σύντομη στάση. Το ένα έφερε το άλλο και φυσικά καταλήξαμε να πίνουμε τσίπουρα στο Αρχοντικό μπροστά στο τζάκι. Μάθαμε και λίγη ιστορία σχετικά με τον Αλή Πασά που ήταν πολύ μερακλής και αγαπούσε την περιφέρειά του. Οι ντόπιοι κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας επιρρεάστηκαν ελάχιστα σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Ελλάδας καθώς λόγω του ότι τα περισσότερα χωριά βρίσκονται σκαρφαλωμένα σε δύσβατα σημεία οι Τούρκοι δε πολυπλησίαζαν παρόλο που η περιοχή ήταν υποδουλωμένη. Οι φόροι πληρώνονταν κανονικά οπότε όλοι ζούσαν αρμονικά και ευχαριστημένοι και τα χωριά ευημερούσαν. Συνέπεια της κατάστασης αυτής ήταν να χτιστούν όλα τα όμορφα πέτρινα γεφύρια της περιοχής και τα αρχοντικά που σήμερα θαυμάζουμε. Αφήσαμε το Δίλοφο με την υπόσχεση ότι θα ξαναπάμε (πότε θα ξαναπάμε σε όλα όσα λέμε?).
Κατηφορίζοντας τον φιδίσιο δρόμο απο το Δίλοφο το μάτι μου έπεσε στο δείκτη της βενζίνης και άρχισα να ανησυχώ. Θυμήθηκα ότι δεν είχαμε δει βενζινάδικο όλη τη μέρα απο τότε που φύγαμε απο Γιάννενα. Και πού άνθρωπος να ρωτήσουμε όταν τον χρειάζεσαι... Συνεχίσαμε την κάθοδο με νεκρά και με σκοπό να πάρουμε το δρόμο προς Γιάννενα και να ελπίζουμε ότι θα φτάσει. Με μεγάλη ανακούφιση συναντήσαμε βενζινάδικο στους Ασπράγγελους και ενώ ο δείκτης της βενζίνης είχε φτάσει στον πάτο. Βέβαια στις 11 το βράδυ και στη μέση της ερημιάς το να βάλεις βενζίνη αποδείχθηκε μια μικρή περιπέτεια. Ο καλοκάγαθος άνθρωπος του πρατηρίου κόντεψε να προκαλέσει μπλακάουτ σε όλο το Νομό Ιωαννίνων καθώς δε γνώριζε πως να σταματήσει την αντλία και κατέβασε το γενικό!!!? Στιγμιαία μου φάνηκε πως όλο το βουνό μαζί με τα χωριά σκοτείνιασε, ίσως να ήταν και η ιδέα μου. Τελος πάντων με τα πολλά και μετά από χίλιες συγγνώμες απο μέρους του βάλαμε βεζίνη επιτέλους (πολλή περισσότερη απο όση θέλαμε αλλά τελικά μας χρισήμευσε) και συνεχίσαμε το δρόμο μας ευτυχισμένοι που γλιτώσαμε το ολοκαύτωμα.
Νωρίς το επόμενο πρωί και μετά το πρωινό της Κυρίας Φρόσως ξεκινήσαμε και πάλι απο τους Φραγγάδες με λιακάδα για να γυρίσουμε το κεντρικό Ζαγόρι. Ειχαμε φορτώσει τόσο πολύ το πρόγραμμά μας ώστε αποφασίσαμε να μη το ακολουθήσουμε κατα γράμμα αλλά να το πάρουμε χαλαρά και ότι προλάβουμε.
Πρώτος σταθμός στο χωριό Μονοδένδρι όπου υπάρχει το εκπληκτικό Μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής. Περνώντας πρώτα από τη Βίτσα παρατήρησα ότι υπάρχουν άφθονοι ξενώνες εκεί αρκετά καλής ποιότητας. Το γεγονός ότι η Βίτσα είναι πολύ κεντρικά τοποθετημένη ανάμεσα στα άλλα χωριά την κάνει ίσως το πιό βολικό μέρος για να χρησιμοποιηθεί σα βάση για εξορμήσεις στα γύρω χωριά. Δυστυχώς δε σταματήσαμε για να δούμε τους ξενώνες απο κοντά οπότε δε μπορώ να προτείνω συγκεκριμμένα κάποιον, αλλά το χωριό σίγουρα βολεύει. Στο Μονοδένδρι παρόλο που φτάσαμε σχετικά νωρίς γινόταν ο χαμός απο αυτοκίνητα. Το δρομάκι που περνά μέσα απο το χωριό και καταλήγει στην κεντρική πλατεία (ω ναι με πλάτανο στη μέση) είναι ιδιαίτερα στενό σε πολλά σημεία με αποτέλεσμα να μη χωράνε δύο αυτοκίνητα ταυτόχρονα. Στο τέλος του δρόμου υπάρχει ένας μικρός χώρος για πάρκινγκ ο οποίος φυσικά δεν είναι σχεδιασμένος για να δέχεται πάνω απο δέκα αυτοκίνητα ταυτόχρονα (που να φανταστούν οι χωριανοί να αφήσουν χώρο για τα SUV) οπότε το δρομάκι πήζει γρήγορα με αποτέλεσμα να μη μπορείς να πάς ούτε μπροστά ούτε πίσω. Συμβουλή: μόλις φτάσετε στο Μονοδένδρι βρείτε ένα μέρος και παρκάρετε αμέσως όσο μακριά και αν σας φαίνεται και μη το διακυνδυνεύσετε. Η βόλτα μέσα στο χωριό και μέχρι τη πλατεία είναι πολύ πιό ευχάριστη απ το να μείνεις είκοσι λεπτά εγκλωβισμένος στο αυτοκίνητο. Ευτυχώς και ύστερα απο χίλιες μανούβρες παρκάραμε σε μια θέση που μου φάνηκε μικρότερη απο το αυτοκίνητο. Περπατώντας μέσα απο την πλατεία του χωριού ο δρόμος σε βγάζει σε ένα πλατύ μονοπάτι που οδηγεί στο Μοναστήρι. Μια μεγάλη κόκινη ταμπέλα μας πληροφορεί ότι το φαράγγι του Βίκου είναι καταγεγραμμένο στο βιβλίο Guiness1997 ως το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου με μέγιστο βάθος 900 μ. και πλάτος 1100 μ. Ή οι αριθμοί αυτοί είναι πολύ τραβηγμένοι, ή είναι λάθος ή εννοεί κάτι άλλο όταν λέει ¨πλάτος 1100 μ.¨ αφού το πλάτος του φαραγγιού σε καμία περίπτωση δεν είναι πάνω απο 1 χλμ. και το βάθος μερικές εκατοντάδες ίσως, αλλά 900 μ.??? Όσο βαθύ και πλατύ και αν είναι πάντως είναι το λιγότερο εντυπωσιακό.
Ύστερα απο περίπου 10 λεπτά περπάτημα στο πλατύ και παγωμένο μονοπάτι φτάσαμε (ας είναι καλά η λωρίδα για τα ζωντανά που δεν είχε πάγο... κάποιος απο τους ντόπιους έχει χιούμορ...?) στο εκπληκτικό Μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής. Το Μοναστήρι κρέμεται κυριολεκτικά πάνω απο τη χαράδρα του Βίκου και όπως πλησιάζει κανείς απο το μονοπάτι το βλέπει λές και αιωρείται, μιας και είναι φυσικά πέτρινο και ταιριάζει απόλυτα με τα χρώματα της κάθετης πλαγιάς. Μπαίνοντας στο Μοναστήρι στα δεξιά υπάρχει το ηγουμενείο το οποίο δε μπορείς να μη ζηλέψεις για τη μαγευτική θέα που έχει στην κοιλάδα. Δυστυχώς είναι κλειστό για το κοινό. Το παρεκκλήσι της Αγ. Παρασκευής είναι πολύ ενδιαφέρον καθώς μοιάζει να μην έχει αλλάξει τίποτα απο το 1700 στο εσωτερικό του ενώ οι τοιχογραφίες αξίζουν τον κόπο. Εντύπωση μου έκαναν οι πολύ χαμηλές πόρτες σε όλο το μοναστήρι καθώς και το μπαλκόνι στην έξω μεριά του παρεκκλησιού που προσφέρει μοναδική θέα στο φαράγγι. Αρκετά όμορφες οι ξυλογραφίες αγίων που πωλούνται στο μαγαζάκι της μονής και είναι πραγματικά αυθεντικές, αλλά ας μη σχολιάσω τις τιμές καλύτερα γιατί βλέπω τον κεραυνό να μου έρχεται.
Αφήνοντας το μοναστήρι το ίδιο μονοπάτι συνεχίζει προς το εσωτερικό της χαράδρας. Εντυπωσιακό ότι απο ένα σημείο και μετά είναι σκαμμένο στο βράχο στο πλάι της χαράδρας και συνεχίζει για αρκετή απόσταση. Προσφέρει καταπληκτική θέα του φαραγγιού απο ψηλά αλλά βέβαια την εποχή αυτή είναι αρκετά δύσβατο λόγω χιονιού. Σε ένα – δύο σημεία κοιτάς με δέος προς τα κάτω στο βάθος του φαραγγιού και σκέφτεσαι τη δύναμη του Βοιδομάτη που μέσα στις χιλιετίες έχει φτιάξει αυτό το θαύμα της φύσης που σου παίρνει την ανάσα. Το φαράγγι μπορεί να το διασχίσει κανείς με τα πόδια σε 5 ώρες και είναι σίγουρα κάτι που αξίζει να το δει κανείς. Η πεζοπορία ξεκινά απο το χωριό Βίκος (απο το οποίο πήρε το όνομά του και το φαράγγι...?) και καταλήγει κάπου κοντά στο χωριό Κουκούλι. Γυρίσαμε απο το φαράγγι γεμάτοι δέος και φωτογραφίες. Μετά απο ένα γρήγορο καφέ στη πλατεία του Μονοδενδρίου (το καφέ με το σήμα δωδώνη το πιό ωραίο απο όλα με τζάκι και δερμάτινους καναπέδες) συνεχίσαμε με προορισμό το φημισμένο Πάπιγκο.
Attachments
-
35,9 KB Προβολές: 409