Travelstoryteller
Member
- Μηνύματα
- 301
- Likes
- 1.823
- Επόμενο Ταξίδι
- Η.Π.Α.
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ωκεανία
Περιεχόμενα
Κάποια στιγμή, πρέπει να είχε πάει 3 τη νύχτα (αχ νιάτα ήμασταν τότε…!) βγάλαμε τον χάρτη από τον πάτο της τσάντας μας για να προσανατολιστούμε. Δεν είχαμε εντρυφήσει ακόμα στην χαρτογραφία και αναζητήσαμε βοήθεια σε ένα ανοιχτό ινδικό φαγάδικο.
“Follow the tracks my friend - you follow the track - and they will take you - where you want to go - just follow the tracks…” και ένας Ινδός ψήστης με άπταιστα Ινδό-αγγλικά μας οδήγησε στις γραμμές του τραμ τις οποίες και ακολουθήσαμε μέχρι τον κεντρικό σταθμό. Και από εκεί περιμέναμε το νυχτερινό λεωφορείο για να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο μας μαζί με μερικούς άλλους ντόπιους ξενύχτηδες.
Το επόμενο πρωί πήραμε με τον σύντροφο το πρωινό μας στο μπουφέ του ξενοδοχείου. Κατηφορίσαμε στο τραμ και κατεβήκαμε στην πλατεία Νταμ αγγλιστί Dam’s Square. Εκεί σαν γνήσια τουριστάκια αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε την περιπλάνηση μας από το μουσείο της Madame Tussauds. Στηθήκαμε στην ουρά και μπήκαμε στο μουσείο. Μετά από μια μικρή και υπέροχη αναδρομή στην ιστορία της Ολλανδίας το γκρουπάκι μας πέρασε σε μια άλλη αίθουσα. Δύο πειρατές που έβαζα στοίχημα ότι ήταν κέρινα ομοιώματα ανασηκώθηκαν απότομα, μας καλημέρισαν και ο ένας προχώρησε στο βάθος και σήκωσε μια μικρή κουρτίνα δείχνοντας μας το δρόμο προς ένα σκοτεινό πέρασμα. Η πινακίδα δίπλα προειδοποιούσε ότι το πέρασμα ήταν ακατάλληλο για ανθρώπους με καρδιακές παθήσεις, έγκυες γυναίκες, παιδιά κάτω από μιας ηλικίας και για ανθρώπους που έχουν κάνει χρήσει ψυχοτρόπων ουσιών. Το υπόλοιπο γκρουπ αρνήθηκε ευγενικά τη πρόσκληση του πειρατή και προχώρησε από ένα πιο φωτεινό δρόμο. Μείναμε μόνο εμείς… Ο σύντροφος ήταν πεπεισμένος ότι ο πειρατής κοίταζε αυτόν προσωπικά και ότι εάν δεν μπαίναμε θα ήτο μεγάλη δειλία εκ μέρους μας. Δίχως να έχω πολύ-καταλάβει τι διαδραματιζόταν πίσω από τη κουρτίνα, δέχτηκα και ακολούθησα το σύντροφο μου. Και μπήκαμε στα μπουντρούμια του πειρατικού πλοίου. Τα πάντα ήταν θεοσκότεινα ενώ ήχοι θρίλερ ακουγόντουσαν από κάτι κρυμμένα μεγάφωνα. Καθώς προχωρούσαμε ένα αθέατο παράθυρο άνοιξε απότομα και ένας ηθοποιός ντυμένος τρόφιμος μπουντρουμιού κρεμάστηκε από το περβάζι κάνοντας μας επιθετικές χειρονομίες. Η περιγραφή ίσως να ακούγεται ανόητη, αλλά εγώ έπαθα πανικό, δεν είχα αντιληφθεί ότι έπαιζε τέτοιο διαδραστικό σενάριο. Όσο προχωρούσαμε, το τοπίο, οι ήχοι και οι επιθέσεις των ηθοποιών γινόντουσαν και όλο και πιο τρομακτικές. Αυθόρμητα έκατσα κάτω και άρχισα να κουνιέμαι σαν τα παιδάκια που δεν τους κάνεις το χατίρι (μάλλον ήθελα να τους τρομάξω και εγώ με τη σειρά μου). «Θέλω να φύγω από εδώ, βγάλε με από εδώ», εκλιπαρούσα τον σύντροφο μου. «Ρε ξεκόλλα» να μου απαντάει εκείνος, «ηθοποιοί είναι, το σκηνικό είναι ψεύτικο, τι φοβάσαι». «Όχι,» ανένδοτη εγώ «πάρε με από εδώ, θα με τρομάξουν δεν θέλω, δεν θέλω, πάρε με από εδώ…». Ένας ηθοποιός πέρασε να βεβαιωθεί ότι είμαι καλά και μόνο που τον είδα άρχισα να κουνιέμαι πιο δυναμικά. Ο σύντροφος μου έπρεπε να πάρει γενναίες αποφάσεις.
Μετά από κανένα δεκάλεπτο (!) με σήκωσε και μου λέει το σχέδιο, «Ωραία κλείσε τα μάτια και θα αρχίσουμε να τρέχουμε μαζί, μην τα ανοίξεις, θα σε οδηγήσω εγώ». Το σχέδιο με βόλευε και ένιωσα για λίγο σαν τη πρωταγωνίστρια θρίλερ που θα επιβιώσει! Ανασηκώθηκα και πήρα θέση ενώ τα μάτια μου εστίασαν στο επόμενο σκοτεινό άνοιγμα που φύσαγαν αέρηδες και αναβοσβήνανε φώτα. «Κλείσε τα μάτια» και τα έκλεισα, «και φύγαμε» και άρχισα να τρέχω μέσα στην αγκαλιά του συντρόφου μου. Τρέχαμε σαν τους παλαβούς και ο σύντροφος να μου φωνάζει, «μην τα ανοίξεις, μην τα ανοίξεις». Αντιδραστικός τύπος εγώ, τα άνοιξα και είδα μια τύπισσα προτεινόμενη για όσκαρ ερμηνείας και τρομαχτικού μακιγιάζ να πηγαινοέρχεται σαν το κοριτσάκι του εξορκιστή μέσα σε ένα κλουβί. Και με ένα ουρλιαχτό μου περάσαμε το τελευταίο φωτεινό άνοιγμα και τρακάραμε στο τοίχο ενός απλού διαδρόμου του μουσείου. Εκεί βρισκόταν όλο το υπόλοιπο γκρουπ που μας περίμενε υπομονετικά χαζεύοντας τις περιπέτειες μας από τις οθόνες που έδειχναν τη διαδρομή που διασχίσαμε. Ένα αυθόρμητο χειροκρότημα μας υποδέχτηκε ενώ εγώ ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί!
Μπήκαμε στην αίθουσα με τα κέρινα ομοιώματα διάσημων προσωπικοτήτων του αιώνα μας. Βγάλαμε την μηχανή μας και την ώρα που στεκόμουνα αντίκρυ του George Clooney και τσουγκρίζαμε νωχελικά τα ποτήρια μας, ενώ ο σύντροφος το έπαιζε παπαράτσι, η φωτογραφική μας μηχανή έβγαλε έναν ήχο που πλέον κοντεύει να εξαλειφθεί. Μόλις μας είχε τελειώσει το φιλμ. Βλέπετε η τεχνολογία της ψηφιακής φωτογραφίας ήταν τότε σε αρχικό στάδιο εισαγωγής της στην καθημερινότητα μας. Η φωτογραφική μηχανή δε, δεν ήταν καν δική μου αλλά δανεική. Ευτυχώς είχα προβλέψει και κουβαλούσα μαζί μου ένα εφεδρικό φιλμ. Το τοποθετήσαμε και συνεχίσαμε τις φιλήδονες πόζες μας.
Όταν επιστρέψαμε από το ταξίδι και καταθέσαμε με περηφάνια το φιλμ στο φωτογραφείο της γειτονιάς, μας περίμενε μια άσχημη έκπληξη. Οι φωτογραφίες δεν αποτυπώθηκαν ποτέ στο φιλμ, καθώς ΚΑΠΟΙΑ το τοποθέτησε λάθος και με αποτέλεσμα από όλες τις υπόλοιπες ημέρες στο Άμστερνταμ να μην υπάρχουν πουθενά αποτυπωμένες οι αναμνήσεις μας.
Βέβαια εκείνη την ώρα είχαμε πλήρη άγνοια του γεγονότος και τραβάγαμε ασύστολα ο ένας τον άλλο κάνοντας κερατάκια στο Μπους, πιάνοντας τον πισινό της Λόπεζ, και παίζοντας μουσική με τον Μάρλει.
Περνώντας στη πλατεία ακούσαμε μουσική την οποία υποθέσαμε ότι έπαιζε μια πολυμελή μπάντα. Και όμως επρόκειτο για έναν και μόνο τύπο ο οποίος έπαιζε παράλληλα 5-6 όργανα με χέρια πόδια & κεφάλι. Απίστευτος! Χαζέψαμε το τύπο καθώς και όλα τα υπόλοιπα δρώμενα της πλατείας, μια πλατεία γεμάτη μουσικούς, μίμους, κινηματογραφικούς ήρωες και πάμπολλους ζογλέρ. Στη συνέχεια χαθήκαμε στην Ασιατική αγορά με στόχο να φάμε νούντλς αλλά τελικά καταλήξαμε με μια Αμερικάνικη πίτσα χαβανέζα.
Εμένα με είχε πιάσει ένας τουριστικός οίστρος και ήθελα να επισκεφτώ και άλλο μουσείο. Βάλαμε κάτω χάρτες, οδηγούς & λεφτά και αποφασίσαμε να επισκεφτούμε ... το μουσείο των βασανιστηρίων! Ναι ναι, από ΟΛΑ τα μουσεία του Άμστερνταμ εμείς αυτό επιλέξαμε. Το μουσείο ήταν φανταστικό. Αρχικά μέσα ήταν διαμορφωμένο σαν μπουντρούμι κάστρου (κόλλημα με τα μπουντρούμια, το Άμστερνταμ ή εμείς
και είχε παντού όργανα βασανιστηρίου με δίπλα ζωγραφιές που τα απεικόνιζαν σε λειτουργία μαζί με το θύμα τους. Από κάτω διάβαζες με γλαφυρές περιγραφές τα αποτελέσματα τους στο ανθρώπινο σώμα και λίγα λόγια για το target group που προοριζόντουσαν.
Το κλίμα που επικρατούσε στους περισσότερους επισκέπτες ήταν ένα βεβιασμένο μπλακ χιούμορ καθώς κανείς δεν ήθελε να πάρει το χώρο στα σοβαρά. Πάντως φύγαμε από το μουσείο σχετικά προβληματισμένοι από το μέγεθος της ενέργειας και της φαντασίας που ξόδεψαν κάποτε οι άνθρωποι για να εφεύρουν όργανα βασανιστηρίου ώστε να τιμωρήσουν τους συνανθρώπους τους.
Συνεχίσαμε με το sex museum για να ξεπροβληματιστούμε και επειδή η είσοδος του δεν ήταν πάνω από 3 ευρώ (τώρα εν έτη 2014 η είσοδος είναι 4€). Αν και δεν μας εντυπωσίασε ιδιαίτερα, ομολογώ ότι μας έφτιαξε την διάθεση.
Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο πάντως του Άμστερνταμ είναι το ίδιο το Άμστερνταμ. Μας είχανε βγει τα πόδια αλλά δεν μπορούσαμε να χορτάσουμε τη βολτάδα μας. Τα κανάλια, οι γέφυρες, οι τεράστιες καθολικές εκκλησίες, τα σπίτια, τα βαρκόσπιτα, όλη η πόλη μας έμοιαζε με θεματικό πάρκο. Αργά το βράδυ πια βγήκαμε για ποτά στη Leidsplain σε ένα όμορφο τζαζ μπαρ που έπαιζε live μουσική και κατεβάζαμε τη μία Heineken μετά την άλλη. Καθώς δεν γνώριζα πως να παραγγείλω το αγαπημένο ποτό των φοιτητών , το γνωστό υποβρύχιο, κάθε φορά που έπαιρνα μια μπύρα ζήταγα και ένα σφηνάκι Τζακ Ντάνιλες. Έτσι πολύ σύντομα ο κόσμος του Άμστερνταμ έγινε ακόμα πιο όμορφος και γελαστός...
“Follow the tracks my friend - you follow the track - and they will take you - where you want to go - just follow the tracks…” και ένας Ινδός ψήστης με άπταιστα Ινδό-αγγλικά μας οδήγησε στις γραμμές του τραμ τις οποίες και ακολουθήσαμε μέχρι τον κεντρικό σταθμό. Και από εκεί περιμέναμε το νυχτερινό λεωφορείο για να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο μας μαζί με μερικούς άλλους ντόπιους ξενύχτηδες.
Το επόμενο πρωί πήραμε με τον σύντροφο το πρωινό μας στο μπουφέ του ξενοδοχείου. Κατηφορίσαμε στο τραμ και κατεβήκαμε στην πλατεία Νταμ αγγλιστί Dam’s Square. Εκεί σαν γνήσια τουριστάκια αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε την περιπλάνηση μας από το μουσείο της Madame Tussauds. Στηθήκαμε στην ουρά και μπήκαμε στο μουσείο. Μετά από μια μικρή και υπέροχη αναδρομή στην ιστορία της Ολλανδίας το γκρουπάκι μας πέρασε σε μια άλλη αίθουσα. Δύο πειρατές που έβαζα στοίχημα ότι ήταν κέρινα ομοιώματα ανασηκώθηκαν απότομα, μας καλημέρισαν και ο ένας προχώρησε στο βάθος και σήκωσε μια μικρή κουρτίνα δείχνοντας μας το δρόμο προς ένα σκοτεινό πέρασμα. Η πινακίδα δίπλα προειδοποιούσε ότι το πέρασμα ήταν ακατάλληλο για ανθρώπους με καρδιακές παθήσεις, έγκυες γυναίκες, παιδιά κάτω από μιας ηλικίας και για ανθρώπους που έχουν κάνει χρήσει ψυχοτρόπων ουσιών. Το υπόλοιπο γκρουπ αρνήθηκε ευγενικά τη πρόσκληση του πειρατή και προχώρησε από ένα πιο φωτεινό δρόμο. Μείναμε μόνο εμείς… Ο σύντροφος ήταν πεπεισμένος ότι ο πειρατής κοίταζε αυτόν προσωπικά και ότι εάν δεν μπαίναμε θα ήτο μεγάλη δειλία εκ μέρους μας. Δίχως να έχω πολύ-καταλάβει τι διαδραματιζόταν πίσω από τη κουρτίνα, δέχτηκα και ακολούθησα το σύντροφο μου. Και μπήκαμε στα μπουντρούμια του πειρατικού πλοίου. Τα πάντα ήταν θεοσκότεινα ενώ ήχοι θρίλερ ακουγόντουσαν από κάτι κρυμμένα μεγάφωνα. Καθώς προχωρούσαμε ένα αθέατο παράθυρο άνοιξε απότομα και ένας ηθοποιός ντυμένος τρόφιμος μπουντρουμιού κρεμάστηκε από το περβάζι κάνοντας μας επιθετικές χειρονομίες. Η περιγραφή ίσως να ακούγεται ανόητη, αλλά εγώ έπαθα πανικό, δεν είχα αντιληφθεί ότι έπαιζε τέτοιο διαδραστικό σενάριο. Όσο προχωρούσαμε, το τοπίο, οι ήχοι και οι επιθέσεις των ηθοποιών γινόντουσαν και όλο και πιο τρομακτικές. Αυθόρμητα έκατσα κάτω και άρχισα να κουνιέμαι σαν τα παιδάκια που δεν τους κάνεις το χατίρι (μάλλον ήθελα να τους τρομάξω και εγώ με τη σειρά μου). «Θέλω να φύγω από εδώ, βγάλε με από εδώ», εκλιπαρούσα τον σύντροφο μου. «Ρε ξεκόλλα» να μου απαντάει εκείνος, «ηθοποιοί είναι, το σκηνικό είναι ψεύτικο, τι φοβάσαι». «Όχι,» ανένδοτη εγώ «πάρε με από εδώ, θα με τρομάξουν δεν θέλω, δεν θέλω, πάρε με από εδώ…». Ένας ηθοποιός πέρασε να βεβαιωθεί ότι είμαι καλά και μόνο που τον είδα άρχισα να κουνιέμαι πιο δυναμικά. Ο σύντροφος μου έπρεπε να πάρει γενναίες αποφάσεις.
Μετά από κανένα δεκάλεπτο (!) με σήκωσε και μου λέει το σχέδιο, «Ωραία κλείσε τα μάτια και θα αρχίσουμε να τρέχουμε μαζί, μην τα ανοίξεις, θα σε οδηγήσω εγώ». Το σχέδιο με βόλευε και ένιωσα για λίγο σαν τη πρωταγωνίστρια θρίλερ που θα επιβιώσει! Ανασηκώθηκα και πήρα θέση ενώ τα μάτια μου εστίασαν στο επόμενο σκοτεινό άνοιγμα που φύσαγαν αέρηδες και αναβοσβήνανε φώτα. «Κλείσε τα μάτια» και τα έκλεισα, «και φύγαμε» και άρχισα να τρέχω μέσα στην αγκαλιά του συντρόφου μου. Τρέχαμε σαν τους παλαβούς και ο σύντροφος να μου φωνάζει, «μην τα ανοίξεις, μην τα ανοίξεις». Αντιδραστικός τύπος εγώ, τα άνοιξα και είδα μια τύπισσα προτεινόμενη για όσκαρ ερμηνείας και τρομαχτικού μακιγιάζ να πηγαινοέρχεται σαν το κοριτσάκι του εξορκιστή μέσα σε ένα κλουβί. Και με ένα ουρλιαχτό μου περάσαμε το τελευταίο φωτεινό άνοιγμα και τρακάραμε στο τοίχο ενός απλού διαδρόμου του μουσείου. Εκεί βρισκόταν όλο το υπόλοιπο γκρουπ που μας περίμενε υπομονετικά χαζεύοντας τις περιπέτειες μας από τις οθόνες που έδειχναν τη διαδρομή που διασχίσαμε. Ένα αυθόρμητο χειροκρότημα μας υποδέχτηκε ενώ εγώ ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί!
Μπήκαμε στην αίθουσα με τα κέρινα ομοιώματα διάσημων προσωπικοτήτων του αιώνα μας. Βγάλαμε την μηχανή μας και την ώρα που στεκόμουνα αντίκρυ του George Clooney και τσουγκρίζαμε νωχελικά τα ποτήρια μας, ενώ ο σύντροφος το έπαιζε παπαράτσι, η φωτογραφική μας μηχανή έβγαλε έναν ήχο που πλέον κοντεύει να εξαλειφθεί. Μόλις μας είχε τελειώσει το φιλμ. Βλέπετε η τεχνολογία της ψηφιακής φωτογραφίας ήταν τότε σε αρχικό στάδιο εισαγωγής της στην καθημερινότητα μας. Η φωτογραφική μηχανή δε, δεν ήταν καν δική μου αλλά δανεική. Ευτυχώς είχα προβλέψει και κουβαλούσα μαζί μου ένα εφεδρικό φιλμ. Το τοποθετήσαμε και συνεχίσαμε τις φιλήδονες πόζες μας.
Όταν επιστρέψαμε από το ταξίδι και καταθέσαμε με περηφάνια το φιλμ στο φωτογραφείο της γειτονιάς, μας περίμενε μια άσχημη έκπληξη. Οι φωτογραφίες δεν αποτυπώθηκαν ποτέ στο φιλμ, καθώς ΚΑΠΟΙΑ το τοποθέτησε λάθος και με αποτέλεσμα από όλες τις υπόλοιπες ημέρες στο Άμστερνταμ να μην υπάρχουν πουθενά αποτυπωμένες οι αναμνήσεις μας.
Βέβαια εκείνη την ώρα είχαμε πλήρη άγνοια του γεγονότος και τραβάγαμε ασύστολα ο ένας τον άλλο κάνοντας κερατάκια στο Μπους, πιάνοντας τον πισινό της Λόπεζ, και παίζοντας μουσική με τον Μάρλει.
Περνώντας στη πλατεία ακούσαμε μουσική την οποία υποθέσαμε ότι έπαιζε μια πολυμελή μπάντα. Και όμως επρόκειτο για έναν και μόνο τύπο ο οποίος έπαιζε παράλληλα 5-6 όργανα με χέρια πόδια & κεφάλι. Απίστευτος! Χαζέψαμε το τύπο καθώς και όλα τα υπόλοιπα δρώμενα της πλατείας, μια πλατεία γεμάτη μουσικούς, μίμους, κινηματογραφικούς ήρωες και πάμπολλους ζογλέρ. Στη συνέχεια χαθήκαμε στην Ασιατική αγορά με στόχο να φάμε νούντλς αλλά τελικά καταλήξαμε με μια Αμερικάνικη πίτσα χαβανέζα.
Εμένα με είχε πιάσει ένας τουριστικός οίστρος και ήθελα να επισκεφτώ και άλλο μουσείο. Βάλαμε κάτω χάρτες, οδηγούς & λεφτά και αποφασίσαμε να επισκεφτούμε ... το μουσείο των βασανιστηρίων! Ναι ναι, από ΟΛΑ τα μουσεία του Άμστερνταμ εμείς αυτό επιλέξαμε. Το μουσείο ήταν φανταστικό. Αρχικά μέσα ήταν διαμορφωμένο σαν μπουντρούμι κάστρου (κόλλημα με τα μπουντρούμια, το Άμστερνταμ ή εμείς
Το κλίμα που επικρατούσε στους περισσότερους επισκέπτες ήταν ένα βεβιασμένο μπλακ χιούμορ καθώς κανείς δεν ήθελε να πάρει το χώρο στα σοβαρά. Πάντως φύγαμε από το μουσείο σχετικά προβληματισμένοι από το μέγεθος της ενέργειας και της φαντασίας που ξόδεψαν κάποτε οι άνθρωποι για να εφεύρουν όργανα βασανιστηρίου ώστε να τιμωρήσουν τους συνανθρώπους τους.
Συνεχίσαμε με το sex museum για να ξεπροβληματιστούμε και επειδή η είσοδος του δεν ήταν πάνω από 3 ευρώ (τώρα εν έτη 2014 η είσοδος είναι 4€). Αν και δεν μας εντυπωσίασε ιδιαίτερα, ομολογώ ότι μας έφτιαξε την διάθεση.
Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο πάντως του Άμστερνταμ είναι το ίδιο το Άμστερνταμ. Μας είχανε βγει τα πόδια αλλά δεν μπορούσαμε να χορτάσουμε τη βολτάδα μας. Τα κανάλια, οι γέφυρες, οι τεράστιες καθολικές εκκλησίες, τα σπίτια, τα βαρκόσπιτα, όλη η πόλη μας έμοιαζε με θεματικό πάρκο. Αργά το βράδυ πια βγήκαμε για ποτά στη Leidsplain σε ένα όμορφο τζαζ μπαρ που έπαιζε live μουσική και κατεβάζαμε τη μία Heineken μετά την άλλη. Καθώς δεν γνώριζα πως να παραγγείλω το αγαπημένο ποτό των φοιτητών , το γνωστό υποβρύχιο, κάθε φορά που έπαιρνα μια μπύρα ζήταγα και ένα σφηνάκι Τζακ Ντάνιλες. Έτσι πολύ σύντομα ο κόσμος του Άμστερνταμ έγινε ακόμα πιο όμορφος και γελαστός...