Παραγουάη Ασουνσένιο – μαζοχιστής – για έξι μήνες

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.189

18μηνη σύνοψη: από την Καταλονία στην Παραγουάη, μέσω Γερμανίας, Γεωργίας, Αρμενίας, και κυρίως Πολωνίας

Πρώτο κείμενο από την Ασουνσιόν, κι αυτή είναι η πρώτη και τελευταία φορά που αναφέρω το όνομα της πρωτεύουσας της Παραγουάης σήμερα. Γιατί; Επειδή όλα αυτά τα χρόνια που είμαι στο travelstories, από τον Μάρτη τού 2009 που ανέβασα το πρώτο κείμενο από τη Φιλαδέλφεια, έχοντας πρόσφατα φύγει από την Ελλάδα για ένα ταξίδι που επρόκειτο να κρατήσει τέσσερις μήνες και... λίγο-πολύ κρατάει ακόμα, έβλεπα τα κείμενά μου εδώ σαν ένα δεύτερο... ημερολόγιο, μηνολόγιο, χρονολόγιο, όπως θέλετε πείτε το, πέρα από εκείνο που συστηματικά κρατάω από έφηβος ακόμα(!). Έχω να γράψω εδώ από τις 2 Σεπτεμβρίου τού 2016(!), μεθαύριο (στην Παραγουάη είναι ακόμα 28 Φεβρουαρίου) κλείνω ενάμιση χρόνο, κι αφού έχω μήνες μπροστά μου για να γράφω( ; ) από Νότια Αμερική, μου “βγαίνει” να κάνω μία σύνοψη των τελευταίων 18 μηνών.

Αρχές Σεπτέμβρη τού ‘16 έγραψα ένα τελευταίο κείμενο για την ιστορία από Γαλλία, για τον μήνα τού Euro που πέρασα εκεί. Την επομένη πετούσα για Καταλονία, για να περάσω δύο μήνες δουλεύοντας στο “celler” (οινοποιείο) τής οικογένειας ενός καλού Καταλανού φίλου που γνωριστήκαμε σε ποδοσφαιρικό γήπεδο στην Κότα Μπάρου, τη... “μουσουλμανικότερη” πόλη τής Μαλαισίας, πριν από χρόνια. Σπάνια ανοίγω κουβέντα σε κόσμο (σε αντίθεση με σκυλάκια, που όταν τα βλέπω με πιάνει λογοδιάρροια, λέγοντας διάφορες ανοησίες), αλλά... είδα “Δυτικό” σε γήπεδο στην Κότα Μπάρου, με φανέλα τής τοπικής Κελάνταν και καταλανική σημαία στην αγκαλιά του, οπότε... πήγα κόντρα στη φύση μου και τον πλησίασα πρώτος.

Στη γραφικότατη μικροσκοπική Πουρρέρα πέρασα δύο μήνες, νοικιάζοντας δικό μου διαμέρισμα με σούπερ θέα, μαθαίνοντας λίγα Καταλανικά, προσπαθώντας να βελτιώσω τα Ισπανικά μου, κάνοντας αμέτρητες ερωτήσεις στα παιδιά στο οινοποιείο για... οτιδήποτε μου κατέβαινε στο κεφάλι σχετικά με την Καταλονία, παρακολουθώντας ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο εκεί και στο γειτονικό Φαλσέτ, πίνοντας κρασί (όχι επειδή πραγματικά ψηνόμουν, άλλος ήταν ο λόγος), και περνώντας χρόνο με μια κοπέλα από την Αρμενία που έκανε την πρακτική της εκεί, φοιτήτρια οινολογίας (ο “λόγος” που ήπια περισσότερο κρασί απ’ όσο είχα πιει ποτέ πριν, ή θα πιω ποτέ ξανά).

Διευκρινίζω ότι στο οινοποιείο έκανα χαμαλίκι, δεν είναι ότι... συναποφάσιζα με τους υπεύθυνους λεπτομέρειες που είχαν να κάνουν με την παραγωγή. Περί κρασιών δεν ήξερα τίποτα, και παρά τις... φιλότιμες προσπάθειες των παιδιών εκεί να μου μάθουν πέντε πράγματα, να μου εξάψουν το ενδιαφέρον, εξακολουθώ να μην ξέρω πού πάνε τα τέσσερα.

Η δουλειά, ε ξ α ν τ λ η τ ι κ ή, τα περισσότερα απογεύματα με το που επέστρεφα σπίτι ήμουν έτοιμος να κοιμηθώ μετά το ντουζ, όμως η όλη εμπειρία ήταν... “επιβραβευτική”, διδακτική (περί ζωής, όχι περί κρασιών) και “γλυκιά”, μεταξύ πολλών άλλων.

Πριν επιστρέψω στη Θεσσαλονίκη, δεν υπήρχε περίπτωση να μην περάσω 10 μέρες στη Βαρκελώνη, και μια και η πτήση ήταν για Σόφια, λίγες ημέρες κι εκεί.

Δέκα μέρες αφού επέστρεψα στην Ελλάδα, πέταξα για Γερμανία, για να δω την κοπελιά από την Αρμενία εκεί που είχε πάει για να συνεχίσει τις σπουδές της (Γκάιζενχαϊμ. Αν είστε των κρασιών, μπορεί αν το έχετε ακουστά. Φημίζεται για το τμήμα οινολογίας το πανεπιστήμιο εκεί). Ενώ ήμουν μαζί της, έμαθα ότι είχα πάρει μία δουλειά για την οποία είχα δείξει ενδιαφέρον τις λίγες ημέρες που είχα περάσει στη Θεσσαλονίκη. Το όνομα της εταιρείας ντρέπομαι να το αναφέρω, κοιτώντας πίσω... ειλικρινά δεν ξέρω τι σκεφτόμουν όταν έλεγα στον εαυτό μου ότι ναι, μπορούσα να δουλέψω εκεί.

Το δεύτερο μισό τού Δεκέμβρη το πέρασα κάνοντας πρακτική, με πλάνο να αρχίσω να δουλεύω κανονικά αρχές Ιανουαρίου. Κατέληξα να... παραιτηθώ την πρώτη μέρα(!!!!!), για την ακρίβεια, στα μισά τής πρώτης ημέρας. Τώρα που το σκέφτομαι γελάω σαν βλάκας, αλλά τότε δεν ήταν καθόλου μα καθόλου αστείο, επειδή είχα ξεμείνει από λεφτά, είχα μεγάλη ανάγκη να δουλέψω, κι είχα κάνει σχέδια να νοικιάσω δικό μου χώρο στη Θεσσαλονίκη με τον πρώτο μισθό. Η κοπέλα από την Αρμενία θα ερχόταν να περάσουμε τρεις εβδομάδες μαζί στη Θεσσαλονίκη, κι εγώ δεν ήξερα όχι πού θα μέναμε εκείνες τις τρεις εβδομάδες, αλλά ούτε πώς θα έβγαζα την εβδομάδα...

Από αυτό το σημείο και μετά, η ιστορία γίνεται καλή, και συνεχίζει να πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο μέχρι και σήμερα (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλες οι μέρες είναι “ουάου”. Αλίμονο).

Με την κοπέλα είμαστε πλέον σε επικοινωνία μόνο μέσω μέιλ, φιλικά, όμως μπορώ άφοβα να γράψω ότι... μου άλλαξε τη ζωή. Στη Γερμανία, όταν πήγα να τη δω, ξέροντας – εκείνη – ότι η δουλειά που είχα πάρει στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν και... όνειρό μου, με παρακίνησε να ρίξω μια ματιά στο upwork.com, ένα σάιτ που βοηθάει freelancers (και όχι μόνο) να έρθουν σε επαφή με εργοδότες, και το αντίστροφο. Της είπα ό,τι έλεγα πάντα μέχρι τότε, σε όλους όσοι μου είχαν προτείνει κάτι ανάλογο, ότι “τα Αγγλικά μου είναι καλά για να γράψω ένα μέιλ και να κάνω μια κουβέντα, αλλά... μέχρι εκεί. Δεν είναι για να βγάζω λεφτά γράφοντας επαγγελματικά”. Κούνια που με κούναγε...

Αρχές Γενάρη, έστησα ένα ψευτοπροφίλ στο συγκεκριμένο σάιτ, περισσότερο επειδή επέμενε η κοπέλα, όχι επειδή πίστευα ότι “κάτι μπορούσε να βρεθεί”. Για να μην μακρηγορώ, χωρίς καν να καταλάβω πώς, είχα βρει client, για τον οποίο έγραφα προφίλ ποδοσφαιρικών συλλόγων, δίνοντας έμφαση στην ιστορία τους, όχι στο “σήμερά” τους. Στο καπάκι, άρχισα να γράφω match previews για δεύτερο πελάτη, και σύντομα μου προέκυψε και τρίτο project, ειδήσεις για ένα σάιτ γαλλικής ιδιοκτησίας (αλλά στα Αγγλικά, όχι στα Γαλλικά). Τα Αγγλικά μου ήταν και παραμένουν ατελή (και λίγα γράφω), όμως... είναι “good enough” για κάποιους πελάτες. Δεν πρόκειται ποτέ να δουλέψω για “μεγάλο” πελάτη, όμως... άνοιξαν τα μάτια μου, κατάλαβα ότι μπορώ να βγάζω χρήματα κάνοντας κάτι που γουστάρω, γράφοντας για ποδόσφαιρο, και, πολύ-πολύ-πολύ-πολύ-ΠΟΛΥ σημαντικό, χωρίς να είμαι υποχρεωμένος να βρίσκομαι σε ένα συγκεκριμένο μέρος.

Σχεδόν με το που έφυγε η κοπέλα από τη Θεσσαλονίκη (στην οποία μείναμε σε ένα ωραίο διαμέρισμα airbnb, δεν είχα σκοπό να μείνω στην πόλη για καιρό, αφού πλέον μπορούσα να δουλέψω από οπουδήποτε), πήγα εγώ σε εκείνη, στην Αρμενία (είχε τελειώσει από το Γκάιζενχαϊμ), περνώντας έναν μήνα στο Γερεβάν, κι έναν μοιρασμένο σε τρεις πόλεις στη Γεωργία. Από την αρχή εκείνου του ταξιδιού, το είχα δει σαν τεστ, ήθελα να δω πώς θα πήγαινε το “δουλεύω 50-55 ώρες την εβδομάδα στον υπολογιστή, και ταυτόχρονα ταξιδεύω”. Είχα δουλέψει online από το 2009 και μετά, όμως λίγο, και ποτέ περισσότερο από... δύο, βαριά-βαριά, ώρες την ημέρα.

Στη Γεωργία ήταν που κατάλαβα ότι... δεν. Ήταν εφικτό, αλλά πολύ αγχωτικό. Από... ευκαιριακά/περιστασιακά εργαζόμενος για λίγες ώρες την εβδομάδα, είχα πάει στο “50-55 ώρες, εφτά μέρες την εβδομάδα”, και ναι μεν η δουλειά δεν με κούραζε/κουράζει, αλλά κάνοντάς την μένοντας σε χόστελ, και μετακινούμενος από πόλη σε πόλη κάθε μερικές ημέρες, οι... επιπλοκές ήταν πολλές.

Αρχές Ιουνίου ήταν η τελευταία βδομάδα εκείνου του ταξιδιού. Είχα αποφασίσει να εγκατασταθώ σε ΜΙΑ πόλη για τουλάχιστον έξι μήνες, είχα ετοιμάσει μία λίστα με ονόματα που είχα στο μυαλό μου, επικοινώνησα με παιδιά που γνωρίζω σε κάποιες από τις πόλεις που είχα στα υπόψη, και ξανά, για να μην μακρηγορώ, επέλεξααααα...

...

...

(παρατείνω το... σασπένς – ξερόβηχας)

...

Κράκουφ!

Την Κρακοβία την είχα ψηλά στη λίστα, επειδή είχε σχεδόν όλα όσα έψαχνα εκείνη την περίοδο στην πόλη που ήθελα να περάσω τουλάχιστον ένα εξάμηνο. Όταν διαπίστωσα ότι μπορούσα να συγκατοικήσω με Έλληνα, παιδί που ήξερα ήδη, φίλο Πολωνής φίλης μου, σε σπίτι εντός προϋπολογισμού μου, κοντά στο κέντρο, ε, δεν χρειάστηκε να το κουράσω πολύ στο μυαλό μου.

Τέλος Ιουνίου ήμουν στην Κρακοβία, κι από την δεύτερη μέρα ήξερα ότι ήταν μία από τις ελάχιστες πολύ καλές επιλογές που έχω κάνει στη ζωή μου. Ναι μεν το πρώτο βράδυ συνέβη κάτι που με έκανε να σκέφτομαι μέχρι και να φύγω το πρωί(!), αλλά... το υποβάθμισα στο μυαλό μου, και ναι, από τη δεύτερη μέρα άρχισα να σκέφτομαι ότι... είχα δίκιο για την Κρακοβία.

Τους έξι μήνες που πέρασα εκεί δεν έγραψα ούτε μία φορά εδώ, αν και πολλές φορές ήμουν έτοιμος να σκαρώσω ιστορία, κι αυτό επειδή η δουλειά μου είναι με τον υπολογιστή, γράφοντας, και μετά από εφτά, οκτώ, εννιά, κάποιες φορές 10 ώρες στον υπολογιστή, το τελευταίο που ήθελα να κάνω τελειώνοντας το γράψιμο ήταν να... συνεχίσω να γράφω. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο μού πήρε έναν μήνα και κάτι να αρχίσω αυτήν την ιστορία από την Παραγουάη, αλλά αύριο κάνω μία σημαντική αλλαγή στη διαμονή μου εδώ, κι είπα να το δω σαν ευκαιρία να αφήσω την αναβλητικότητά μου στην άκρη.

Έξι μήνες στην Κρακοβία, με εξαίρεση την πρώτη μέρα και δυο-τρεις ημέρες αρχές Δεκεμβρίου, ήταν... νομίζω με διαφορά, η πιο ξέγνοιαστη περίοδος τής ζωής μου, η πιο χαλαρή (παρά τις ατελείωτες ώρες γραψίματος), η πιο... “σηκώνομαι το πρωί και αρχίζω να σφυρίζω και να σιγοτραγουδώ, και συνεχίζω μέχρι το βράδυ” περίοδος της ζωής μου. Έτσι μετράω την ξεγνοιασιά μου, ανέκαθεν, ανάλογα με τον χρόνο που περνάω σφυρίζοντας και σιγοτραγουδώντας. Στην Κρακοβία το έκανα καθημερινά, αυθόρμητα, σχεδόν ασταμάτητα, ακόμα κι όταν έπιασαν τα κρύα, ακόμα κι όταν άρχισα να ξυπνάω και να βλέπω τον ουρανό γκρίζο-γκρίζο, επί μέρες...

Έξι μήνες...

Γιατί δεν έμεινα περισσότερο; Για δέκα λόγους. Δεν είναι της ώρας. Γιατί Ασουνσιόν; Γιατί από όλες τις πόλεις-διαμάντια που μπορούσα να είχα επιλέξει για τους επόμενους έξι μήνες εγώ επέλεξα το Αχούρι (με το “Α” κεφαλαίο) που λέγεται Ασουνσιόν; Δεν ήξερα; Δεν ρώτησα; Ήξερα (πέρασα λίγες ημέρες εδώ το 2009, και από τότε είχα να λέω πόσο Άσχημη πόλη μού είχε φανεί). Ρώτησα (πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα). Όπως και να ‘χε, ήρθα. Περισσότερα, από αύριο, ανάλογα με τα κέφια, τον διαθέσιμο χρόνο, και το ενδιαφέρον υμών για “ανταποκρίσεις” από Παραγουάη.
Γιατί Ασουνσιόν;

Γιώργο, μου έδωσες την καλύτερη πάσα, αλλά πριν “ομολογήσω” τον βασικό λόγο που επέλεξα Ασουνσιόν, θα αραδιάσω τους δευτερεύοντες.

Μου είχε λείψει να είμαι σε ισπανόφωνο περιβάλλον, και πιο συγκεκριμένα να είμαι στη Λατινική Αμερική, το κομμάτι τού πλανήτη που αισθάνομαι περισσότερο “δικό μου”, περισσότερο “σπίτι μου” από οποιοδήποτε άλλο (όχι ότι έχω γυρίσει κι όλο τον κόσμο, αλλά... τα έχω κάνει τα ταξίδια μου).

Μου είχε λείψει να μου χαϊδεύουν τη ματαιοδοξία, να με αντιμετωπίζουν σαν... τροπικό πουλί. Στην Πολωνία πέρασα έξι μήνες απαρατήρητος. Τρεις εβδομάδες πριν πατήσω το πόδι μου στην Παραγουάη, είχα ήδη μαζέψει μια ντουζίνα τηλέφωνα κόσμου που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να βρεθούμε, με βασικό κίνητρό τους (φαντάζομαι) το ότι είμαι από μία χώρα που ανθρώπους της βλέπουν σπάνια εδώ.

Μου είχε λείψει να είμαι στο κομμάτι εκείνο του κόσμου που από την πρώτη φορά που ήρθα, το 2007, χαλαρώνω, ΟΣΟ μπορώ να χαλαρώσω, κρύος και σχετικά αντικοινωνικός από τη φύση μου.

Το “Λατινική Αμερική”, νωρίς-νωρίς περιορίστηκε σε “Νότια Αμερική”, για λόγο άρρηκτα δεμένο στον βασικό, στον οποίο σιγάαα-σιγάαα φθάνω.

Το “ισπανόφωνο περιβάλλον” απέκλεισε τη Βραζιλία (αν και πέρασα μια βδομάδα στο Ρίο και δύο μέρες στο Φοζ πριν φθάσω στην Ασουνσιόν). Στις τρεις χώρες που είναι σφηνωμένες μεταξύ Βραζιλίας, Βενεζουέλας και Ατλαντικού, δεν έχω πάει, και για διάφορους λόγους δεν τις έλαβα καν υπόψη. Νωρίς-νωρίς απέκλεισα και τη Βενεζουέλα, για διαφορετικούς λόγους.

Έμεινα λοιπόν με οκτώ χώρες, όμως η επιλογή μου έγινε μεταξύ πόλεων, όχι μεταξύ χωρών. Στη λίστα είχα το Ροσάριο, το Μοντεβιδέο, το Σαντιάγο (Χιλή), τη Λα Πας, το Κίτο, το Μεντεγίν, και την Ασουνσιόν. Μία πόλη δηλαδή από κάθε χώρα, με εξαίρεση το Περού(...).

Τις έξι πρώτες τις πάω με χίλια. Από το Ροσάριο έχω απίθανες αναμνήσεις και τις δύο φορές που πήγα, και το “απίθανες” είναι πάμπτωχο understatement. Το Μοντεβιδέο έχει παραλίες(!), και μιλάνε τα αγαπημένα μου Ισπανικά (όπως και στο Ροσάριο). Το Σαντιάγο με κέρδισε με τα ποικίλα πρόσωπά του. Έμεινα σε τρία διαφορετικά χόστελ εκεί το 2012, κι αυτό που θυμάμαι είναι ότι κάθε γειτονιά είχε τον δικό της χαρακτήρα, σαν να είναι μισή ντουζίνα πόλεις στα χωροταξικά όρια μίας και μοναδικής. Τη Λα Πας τη βρήκα εντυπωσιακή, η Βολιβία είναι πολύ budget-friendly, και η Τιτικάκα είναι μία σύντομη διαδρομή λεωφορείου μακριά. Το Κίτο είναι στα μάτια μου η πιο γοητευτική πρωτεύουσα της Νότιας Αμερικής, αφήνοντας στην άκρη το Μπουένος Άιρες που δεν το συγκρίνω με καμία άλλη πόλη για καθαρά συναισθηματικούς λόγους. Επιπλέον, οι αποστάσεις στο Εκουαδόρ είναι μικρές (σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες τής ηπείρου), οπότε θα μπορούσα να περάσω κάποιο διάστημα και σε άλλες πόλεις. Το Μεντεγίν... τι να πρωτο-γράψω; Μια κατηγορία μόνο του. Η Ασουνσιόν;

Το 2009, τις λίγες ημέρες που πέρασα εδώ, περπάτησα αρκετά, όμως έβγαλα ελάχιστες φωτογραφίες. Στην περίπτωσή μου, αυτό σημαίνει ότι δεν μου άρεσε αυτό που είδα. Φωτογραφίες ΔΕΝ βγάζω όταν έχω κακή διάθεση, κι όταν αυτά που βλέπω δεν με βάζουν σε πειρασμό να βγάλω τη μηχανή από το σακίδιο. Στην προκειμένη περίπτωση, η διάθεσή μου ήταν μια χαρά, όμως η πόλη μού φάνηκε τόσο... απεριποίητη, τόσο “αφημένη στη μοίρα της”, τόσο “αχταρμάς” (αρχιτεκτονικά), τόσο “ό,τι να ‘ναι”, που με έπιασα να σκέφτομαι ότι κάποιος (ταξιδιώτης) πρέπει να είναι πολύ παράξενος για να μείνει εδώ περισσότερο από μια-δυο μέρες, απλά για να δει περί τίνος πρόκειται, πριν κινήσει για αλλού.

Στο πόσο έχει αλλάξει, θα αναφερθώ σε άλλο κείμενο.

Γιατί λοιπόν Ασουνσιόν; Επιστρέφοντας στην πάσα τού Γιώργου, ομολογώ ότι στην καρδιά τής επιλογής μου ήταν κάτι... στρογγυλό, όχι όμως από εκείνα που η Λαρίσα έχει δύο, όχι από εκείνα που οι άνδρες λατρεύουμε να... ζουλάμε, αλλά εκείνο το “στρογγυλό” που σε πολλούς αρέσει να κλωτσάμε(!), ή/και να βλέπουμε άλλους να κλωτσάνε...

Είτε το πιστεύετε είτε όχι, εκείνο που με έφερε στη... μητέρα όλων των αχουριών Ασουνσιόν, είναι το ποδόσφαιρο(!!!).

...

Παύση μερικών δευτερολέπτων, για να το... χωνέψετε :).

...

Αν δεν είσαι του ποδοσφαίρου, σε έχω ξενερώσει τελείως. Αν ΕΙΣΑΙ του ποδοσφαίρου, πρέπει να σκέφτεσαι, “πήγες Ασουνσιόν και όχι Μπουένος Άιρες;” Κι όμως, η επιλογή μου, μέσα στην... ανοησία και την παράνοιά της, είχε( ; ) τέλεια λογική.

Στη Νότια Αμερική (κι όχι γενικά στη Λατινική), υπάρχει μία ποδοσφαιρική διοργάνωση που λέγεται Κόπα Λιμπερταδόρες, ας πούμε το Τσάμπιονς Λιγκ τής Νότιας Αμερικής. Τη συγκεκριμένη διοργάνωση, από το 2009, την παρακολουθώ πιο στενά ακόμα κι από το ευρωπαϊκό Τσάμπιονς Λιγκ, ακόμα κι όταν είμαι στην Ασία (νωρίς το πρωί), ή στην Ευρώπη (άγριες μεταμεσονύχτιες ώρες). Την αισθάνομαι πολύ πιο... δική μου από το Τσάμπιονς Λιγκ, αφού έχω πάει στα περισσότερα “βασικά” γήπεδα στη Νότια Αμερική, κι έχω παρακολουθήσει αρκετούς αγώνες Λιμπερταδόρες σε προηγούμενα ταξίδια μου εδώ, ενώ αγώνα Τσάμπιονς Λιγκ δεν έχω δει ποτέ (από κερκίδα γηπέδου). Τις 21 από τις 32 ομάδες που είναι φέτος στη φάση των ομίλων, τις έχω δει εντός έδρας, και τις περισσότερες από τις άλλες 11 τις έχω δει σε εκτός έδρας παιχνίδια τους.

Η Ασουνσιόν έχει δύο ομάδες στη φάση των ομίλων, και δύο ακόμα συμμετείχαν στα προκριματικά (είχα την ελπίδα μία από τις δύο να έμπαινε σε όμιλο, αλλά... ας όψεται μια ομάδα από την Κολομβία που μου τις απέκλεισε και τις δύο). Τα εισιτήρια εδώ, ακόμα και για αγώνες τέτοιου επιπέδου, κοστίζουν από δύο ευρώ(!!!). Καλά διάβασες, δύο ευρώ... Αύριο το πρωί πηγαίνω στα γραφεία τής Σέρρο Πορτένιο για να αγοράσω το “combo”, ένα εισιτήριο για τα τρία παιχνίδια τού ομίλου, και το πακέτο κοστίζει 45000 γκουαρανίες (για μένα, επειδή έγινα μέλος τού συλλόγου με το που ήρθα, αγόρασα “διαρκείας” για το Πρωτάθλημα Παραγουάης), δηλαδή περίπου 6,50 ευρώ!! Όχι 6,50 ανά παιχνίδι, αλλά 6,50 ΤΟ ΠΑΚΕΤΟ τριών αγώνων! Ένας δε από τους τρεις, είναι με την Γκρέμιο, κάτοχο του τροπαίου!

Στην Αργεντινή, οι τιμές των αγώνων έχουν ξεφύγει. Στη Χιλή, στην Ουρουγουάη, στο Εκουαδόρ και στην Κολομβία παραμένουν λογικές, αλλά ούτε κατά διάνοια κοντά στις τιμές τής Παραγουάης. Στη Βολιβία είναι φθηνά, η Λα Πας έχει δύο ομάδες σε ομίλους, αλλά σαν πόλη δεν έχει τον ποδοσφαιρικό πλούτο τής Ασουνσιόν. Εδώ, κάθε ΠΣΚΔ (κάθε αγωνιστική τού τοπικού πρωταθλήματος τραβάει από Παρασκευή μέχρι και Δευτέρα), βλέπω τουλάχιστον δύο αγώνες, συνήθως τρεις, πληρώνοντας ακόμα και λιγότερο από ευρώ(!) για τα εισιτήρια, ενώ από το κέντρο τής πόλης μπορείς να περπατήσεις σε οκτώ(!) γήπεδα, οι αποστάσεις είναι μικρές, σε αντίθεση με το Μπουένος Άιρες για παράδειγμα, όπου για να πας στα περισσότερα γήπεδα τρως τη μισή μέρα σε λεωφορεία.

Ήταν το ποδόσφαιρο ΤΟΣΟ σημαντικός λόγος για μένα; Για να είμαι εδώ, για να ανέχομαι όλα τα στραβά τής Ασουνσιόν, και για να μένω πιστός στο πλάνο μου να περάσω τουλάχιστον έξι μήνες εδώ, αν όχι εννιά, η απάντηση είναι, προφανώς, ναι. Όχι ότι είναι το μοναδικό που χαίρομαι εδώ, αλλά... σίγουρα είναι το βασικό. Όταν είμαι σε γήπεδο, σιγοτραγουδάω τα συνθηματάκια των οπαδών, κουνάω τον κορμό μου δεξιά-αριστερά ακολουθώντας τον ρυθμό, χαζεύω τον κόσμο, απολαμβάνω τον καιρό που είναι ιδανικός – για μένα – για να βλέπεις μπάλα, κι εκείνες τις τρεις ώρες που περνάω στο γήπεδο (πάντα μπαίνω τουλάχιστον μία ώρα πριν αρχίσει κάθε παιχνίδι), ξεχνάω – προσωρινά – όλα τα στραβά κι ανάποδα αυτής της πόλης.

Στις/στους μη ποδοσφαιρόφιλες/ους υπόσχομαι ότι οι αναφορές μου στο τόπι θα είναι σπάνιες, και πάντα σε συνάρτηση με κάτι άλλο. Όταν για παράδειγμα αναφερθώ στις γυναίκες στην Παραγουάη, δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω καλύτερο επιχείρημα από κάτι που συνέβη σε γήπεδο, σε γήπεδΑ, εδώ την περασμένη Δευτέρα, και κάπου στη Βενεζουέλα αρχές τού 2011.

Προειδοποιώ ότι στο επόμενο κείμενο θα... βγάλω πολλή χολή, θα γράψω εδώ όλα όσα από λεπτότητα δεν λέω στους Ασουνσένιος όταν με ρωτάνε πώς μου φαίνεται η πόλη τους.
Τι μου αρέσει στην, και σχετικά με την Ασουνσιόν

Κάνω... κωλοτούμπα, κι αντί να μοιραστώ σήμερα όσα με τρελαίνουν (αρνητικά), τσατίζουν, απλά εκνευρίζουν, ή ακόμα και αηδιάζουν στην Ασουνσιόν, θα αφιερώσω το κείμενο σε όσα μου αρέσουν εδώ, και σχετικά με το εδώ.

Γράφοντας “σχετικά με το εδώ”, εννοώ ότι μετά από έξι μήνες στη σούπερ-ντούπερ τουριστική και δημοφιλή Κρακοβία, ήθελα να ζήσω κάτι τελείως (μα τε-λεί-ως) διαφορετικό. Στη Νότια Αμερική γνωρίζω πλέον αρκετό κόσμο, από τις Ελληνο-Βενεσολάνες που περάσαμε χρόνο μαζί στο Καράκας, μέχρι φιλόσοφο και λάτρη του “ελληνικού” καφέ με τον οποίο συγκατοίκησα ένα διάστημα στο Μπουένος Άιρες το 2011-12. Κανείς τους, ΚΑΝΕΙΣ τους όμως, δεν έχει έρθει στην Παραγουάη. Ποτέ. Κανείς. Και στην προκειμένη περίπτωση, το “κανείς” είναι μεταξύ πολλών ατόμων, όχι πέντε-δέκα.

Η σχεδόν καθολική αντίδρασή τους στα νέα μου περί Ασουνσιόν, ήταν πρώτα “δεν έχω πάει”, και μετά “δεν ξέρω σχεδόν τίποτα για τη χώρα”. Για κάποιον λόγο, αυτό έκανε την Ασουνσιόν ακόμα πιο ενδιαφέρουσα στο μυαλό μου σαν τόπο προσωρινής εγκατάστασης, σαν... νύχτα σε σύγκριση με τη μέρα-Κρακοβία.

Είναι καρακλισέ τού κερατά, όμως δεν μπορώ να μην αναφέρω το επόμενο νωρίς-νωρίς στη λίστα εκείνων που μου αρέσουν εδώ, δεν μπορώ να το αγνοήσω απλά και μόνο επειδή χρησιμοποιείται σαν καραμέλα για τους κατοίκους διαφόρων χωρών. Εννοώ το πόσο “ζεστός” είναι ο κόσμος εδώ, πώς κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να σε κάνουν να αισθανθείς άνετα, να σε γυρίσουν, να σου δείξουν, να μοιραστούν, να, να, να.

Το... “πρόβλημά” μου σχεδόν 40 μέρες τώρα, ήταν ότι βρέθηκα πολλές φορές σε άβολη θέση, επειδή έπαιρνα πολύ περισσότερα από όσα έδινα, κάτι που συνέβαινε κι εξακολουθεί να συμβαίνει για δύο λόγους: αφενός, οι Παραγουανοί ώρες-ώρες γίνονται... too much, χαλί να τους πατήσεις. Από την άλλη, αυτά που εγώ θέλω να μοιράζομαι με κόσμο (κυρίως τον χρόνο μου), είναι... περιορισμένα, κρατάω τις προσδοκίες μου κι αυτά που εισπράττω από άλλους “υπό έλεγχο”, επειδή δεν θέλω να βρίσκομαι ηθικά υποχρεωμένος να μοιραστώ περισσότερα από όσα θέλω (μάλλον σας μπερδεύω, οπότε το κόβω εδώ). Το... ζουμί τής παραγράφου, είναι ότι μου αρέσει το πόσο “ζεστός” είναι ο κόσμος στην Ασουνσιόν.

Μου αρέσει ο καιρός. Ναι μεν ζέστη και υγρασία, αλλά καθαρός ουρανός, κατά κανόνα (αν και τις τελευταίες ημέρες μάς τάραξε στις βροχές), κι ακόμα κι όταν ξυπνάω και βλέπω τον ουρανό “βαρύ”, είναι... όμορφα “βαρύς”, είναι εκείνος ο μαύρος ουρανός που σε προειδοποιεί ότι θα ρίξει καρεκλοπόδαρα, αλλά αφού αυτό συμβεί, τα σύννεφα διαλύονται και σύντομα είναι πάλι χαρά Θεού. Στην Ελλάδα, αυτό μάλλον δεν σας λέει τίποτα. Αν όμως είχατε περάσει τους τελευταίους έξι μήνες (ειδικά από μέσα Σεπτεμβρίου και μετά, μέχρι τέλη Δεκεμβρίου) στην Πολωνία, στην οποία έπρεπε να ανάψω το φως στις οκτώ και μισή το πρωί για να φάω πρωινό και να αρχίσω να δουλεύω, ο καιρός τής Παραγουάης θα σας έλεγε πάρα μα πάρα μα πάρα πολλά...

Μου αρέσει το ότι το απογευματάκι, όταν παίρνει να δροσίζει κάπως, ο κόσμος στήνει καρέκλες και τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο, μπροστά από το σπίτι του, και περνάει ώρα εκεί, κουβεντιάζοντας, πίνοντας τερερέ (ό,τι παραγουανικότερο μπορείς να πιεις εδώ), κουβεντιάζοντας, κουβεντιάζοντας, κουβεντιάζοντας. Έχω περπατήσει χιλιόμετρα και χιλιόμετρα μεταξύ 11 και μία το βράδυ, λίγο πριν και λίγο μετά τα μεσάνυχτα (όχι επειδή ήθελα, αλλά επειδή ήμουν υποχρεωμένος, αυτό όμως είναι για το κείμενο με τη... χολή που θα βγάλω για την Ασουνσιόν, όχι σήμερα), και πάντα το έβρισκα πολύ χαριτωμένο ότι τόσος κόσμος ήταν στο πεζοδρόμιο μπροστά στο σπίτι του ακόμα και τόσο αργά το βράδυ.

Μου αρέσει το ότι η βασικότερη μυρωδιά από αργά το απόγευμα και μετά, περπατώντας στον δρόμο, είναι εκείνη του γιασεμιού(!). Οι μονοκατοικίες στην Ασουνσιόν είναι πάμπολλες, ακόμα και στο κέντρο, οι περισσότερες έχουν μικρές αυλές, και τα γιασεμιά... κρέμονται από παντού. Ανέκαθεν είχα κόλλημα με τα γιασεμιά, η μυρωδιά τους με κάνει να σταματάω και να ρουφάω τζούρες ακόμα κι αν βιάζομαι, και στην Ασουνσιόν η... εξάρτησή μου από το συγκεκριμένο “ναρκωτικό” ικανοποιείται γενναιόδωρα και δωρεάν.

Μου αρέσει ότι η δεύτερη μυρωδιά που επικρατεί από το απόγευμα και μετά στους δρόμους είναι εκείνη της “τσίκνας”, του κρέατος πάνω σε κάρβουνα. Συνήθως είναι σε μαγαζιά που στήνουν “κουζίνες” στο πεζοδρόμιο. Άλλες φορές είναι μπροστά από σπίτια, με κόσμο που προτιμάει να κάνει “μπάρμπεκιου” εκεί, αντί για εντός τού σπιτιού, ή εντός αυλής. Η συγκεκριμένη μυρωδιά με κάνει να πεινάω ακόμα κι αν μόλις έχω φάει.

Μου αρέσει ότι πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ για ψώνια φορώντας σαγιονάρες. Στην Κρακοβία είχα τεράστιο Tesco 7-8 λεπτά περπάτημα από το σπίτι, ανοικτό 24 ώρες, αλλά τους τελευταίους μήνες περνούσα κι εγώ δεν ξέρω πόσο χρόνο βάζοντας ένα κάρο ρούχα για να πάω μέχρι εκεί, και άλλον τόσο για να τα ξεφορτωθώ αφού επέστρεφα σπίτι. Το κρύο στην Πολωνία ήταν... αντιμετωπίσιμο, δεν ήταν κάτι... από κάποιον παγωμένο πλανήτη, όμως “αντιμετωπίσιμο” μόνο με τα κατάλληλα ρούχα, ακόμα και για μικρές αποστάσεις. Εδώ, όταν χρειάζομαι κάτι, απλά... βάζω σαγιονάρες (από ξυπόλυτος στο δωμάτιο, γενικά στο χόστελ), και πηγαίνω. Με κάνει να αισθάνομαι ότι... είμαι διακοπές.

Μου αρέσει ότι κάποια πράγματα είναι πάμφθηνα. Τις προάλλες αναφέρθηκα στις τιμές των εισιτηρίων ποδοσφαιρικών αγώνων. Σήμερα θα αναφερθώ μόνο στο χόστελ στο οποίο “μετακόμισα” την πρώτη μέρα τού μήνα. Με 900.000 γκουαρανίες, 130 ευρώ (τον μήνα), νοικιάζω πλέον ένα μεγάλο δωμάτιο (όχι κρεβάτι σε κοιτώνα), πρωινού συμπεριλαμβανομένου. Ναι μεν δεν έχω δικό μου μπάνιο, αλλά αυτό ποτέ δεν με προβλημάτιζε ιδιαίτερα σε χόστελ. Έχει αξιόπιστο ίντερνετ, καλωδιακή τηλεόραση, πολύ φαν περιβάλλον, σούπερ ιδιοκτήτες, και σε αντίθεση με το – κάτι σαν – διαμέρισμα που νοίκιασα τον Φεβρουάριο, το χόστελ είναι κεντρικότατο, κάτι που έχει περιορίσει τον χρόνο που σπαταλούσα περπατώντας όταν ΔΕΝ ήθελα, αλλά ήμουν υποχρεωμένος να περπατήσω (αργά το βράδυ, μετά από παιχνίδια, με τα λεωφορεία να μην κυκλοφορούν πλέον).

Για να είμαι ειλικρινής, η... κωλοτούμπα μου πιστώνεται ακριβώς στο χόστελ. Από τη μέρα που ήρθα εδώ, “άλλαξα τσιπ”, άρχισα να βλέπω τον χρόνο μου στην Ασουνσιόν με πολύ θετικότερο μάτι. Πολλά έπαιξαν ρόλο. Μεταξύ αυτών, το πόσο όμορφα πέρασα το δεύτερο βράδυ, που είχαμε πάρτι μέχρι τις πέντε το πρωί επειδή είχε γενέθλια ο πατέρας τής ιδιοκτήτριας. Φίλοι του ήρθαν στο χόστελ για να το γιορτάσουν, έπαιξαν μουσική, ήπια... πέντε φορές τις μπίρες που ήπια σε έξι μήνες στην Κρακοβία, πέρασα μούρλια, και μεταξύ των “κλου” ήταν ότι ένας από τους μουσικούς, επαγγελματίας, διάσημος στην Παραγουάη κυρίως για την άρπα που παίζει, ένα παραδοσιακό όργανο εδώ, αφού γνωριστήκαμε και του είπα από πού είμαι, μου “αφιέρωσε” συρτάκι(!!!), παίζοντάς το με την τεράστια άρπα του(!!!). Ανεκτίμητο...

Στο επόμενο κείμενο, ε, ναι, θα είναι ώρα να γκρινιάξω μέχρι... κυλίσματος στο πάτωμα για όσα ΔΕΝ μου αρέσουν στην Ασουνσιόν.

ΥΓ gio ntam, θα είχαμε πολλάαα να πούμε αν βρισκόμασταν από κοντά, αλλά στη συγκεκριμένη ιστορία θα αναφέρομαι στο ποδόσφαιρο με το σταγονόμετρο, προκειμένου τα κείμενα να διαβάζονται ευχάριστα από όσους γίνεται περισσότερους. Στα πεταχτά αναφέρω ότι σε 38 – νομίζω – μέρες μέχρι τώρα, έχω πάει σε 18 παιχνίδια, κι αν δεν υπήρχε το τεράστιο ζήτημα με τα λεωφορεία που δεν κυκλοφορούν μετά από κάποια ώρα, αν μπορούσα να είχα πάει και στο γειτονικό Λούκε – να είχα πάει, μπορούσα. Η επιστροφή θα ήταν ο εφιάλτης – θα είχα δει ακόμα περισσότερα. Πήγα και σε Φλου – Μποταφόγκο στο Μαρακανά, τον Ιανουάριο. Αγνώριστο το γήπεδο, εσωτερικά, σε σύγκριση με το Μουντιάλ, την τελευταία φορά που ήμουν εκεί, στον τελικό το 2014.
Κι όμως, πέντε ΑΚΟΜΑ πράγματα που μου αρέσουν στην Ασουνσιόν

Αν ήμουν στρουμφάκι, θα ήμουν σίγουρα ο γκρινιάρης. Αν δεν αισθανόμουν ότι έχω τελειώσει με τα τατουάζ, θα έκανα ένα ακόμα που θα έγραφε “γκρινιάζω, άρα υπάρχω”. Κι όμως... Με τσιμπάω για να πιστέψω κι εγώ ο ίδιος ότι αναβάλω ΞΑΝΑ να “κράξω” την Ασουνσιόν (και να δικαιολογήσω το “μαζοχιστής” στον τίτλο τής ιστορίας), αφιερώνοντας ένα ακόμα κείμενο σε πράγματα που μου αρέσουν εδώ, κι αυτό επειδή κάνοντας βόλτα σήμερα, μου... ήρθαν κι άλλα, πέρα από εκείνα που ανέφερα προχθές.

Μου αρέσει λοιπόν ότι το κέντρο τής Ασουνσιόν είναι ένας... ατελείωτος καμβάς, με ζωγραφιές (δεν θα τις χαρακτήριζα γκράφιτι) κάθε μεγέθους, από... ένα επί ένα (μέτρο), μέχρι ολόκληρες πλευρές πολυκατοικιών, και θέματα παρμένα κυρίως από τη φύση και την παράδοση της Παραγουάης. Θα μπορούσα να περιγράψω επί πολλές παραγράφους όσα μπορείς να δεις εδώ, όμως είναι προτιμότερο μία μέρα να ανεβάσω μερικές φωτογραφίες, όταν ασχοληθώ με τις κι εγώ δεν ξέρω πόσες έχω βγάλει 40 μέρες τώρα με τις τρεις κάμερες που έχω μαζί μου (πέρα από το κινητό, που ενίοτε χρησιμοποιείται σαν τέταρτη μηχανή, επειδή ΠΡΟΦΑΝΩΣ, τρεις... τι να σου κάνουν... ).

Μου αρέσει ότι χρησιμοποιούν το “vos” αντί του “tú”, κι αντί να πουν “dime” (πες μου), λένε “decíme”, κάτι που είναι εντελώς... rioplatense, απόλυτα μπουενοσαϊρεσικό, ροσαρίνο, ουρουγουανικό επίσης. Ναι μεν δεν είμαι στην αγαπημένη μου Αργεντινή (για διάφορους λόγους), αλλά να που κάτι με κάνει να αισθάνομαι ότι είμαι εκεί (πέρα από το ότι η Αργεντινή είναι... στην απέναντι πλευρά τού ποταμού, απέναντι από την Ασουνσιόν, κάτι που θα φανεί ΠΟΛΥ χρήσιμο την 89η μέρα μου στην Παραγουάη, όταν θα χρειαστεί να φύγω και να επιστρέψω για να... μηδενίσω το κοντέρ, και να περάσω άλλες 90 μέρες εδώ).

Μου αρέσει ότι ακόμα και στη μία μετά τα μεσάνυχτα δεν κοιτάω πίσω από την πλάτη μου για να δω ποιος είναι εκείνος που βηματίζει 10-15 μέτρα πίσω μου. Σε σύγκριση με άλλες πόλεις στη Λατινική Αμερική, η Ασουνσιόν είναι... παιδική χαρά. ΕΙΝΑΙ Λατινική Αμερική, με προβλήματα παρόμοια πολύ μεγαλύτερων πόλεων, πόλεων που “φημίζονται” για το πόσο rough είναι, το να την αποκαλώ “ασφαλή” (σε σύγκριση με άλλες πόλεις τής... γειτονιάς) είναι σαν να λέω ότι... μια μορφή καρκίνου σκοτώνει λιγότερο από άλλες, αλλά... παρά το μακάβριο και untactful τής προηγούμενης πρότασης, το “ζουμί” παραμένει, στην Ασουνσιόν κυκλοφορείς χωρίς (σε γενικές γραμμές) φόβο, ακόμα και πολύ αργά τη νύχτα.

Μου αρέσει ότι είμαι σε μία χώρα στην οποία όταν ακούω ντόπιους να μιλάνε για τους άλλους λαούς τής “γειτονιάς”, αλλά και για τους ξένους που ζουν εδώ, οι “μπηχτές” που ακούω είναι οι... κλασικές “χαριτωμένες” που ακούς στη Νότια Αμερική σε κάθε χώρα. “Οι Βραζιλιάνοι είναι όλο φιέστα-φιέστα-φιέστα, οι Αργεντίνοι έχουν τη μύτη πιο ψηλά από το μέτωπο, οι Ουρουγουανοί επιμένουν ότι δεν είναι Αργεντίνοι, οι Βολιβιανοί είναι περίεργοι, απόμακροι, οι τάδε είναι το τάδε, οι δείνα είναι το δείνα” και πάει λέγοντας. Μετά από έξι μήνες στην Πολωνία, στην οποία ο στυγνός ρατσισμός με σόκαρε από τις πρώτες ημέρες (πήρα λεωφορείο για Γκλιβίτσε, να πάω να δω έναν αγώνα, κι ο κατά τα άλλα συμπαθής και φιλικότατος – προς εμένα – οδηγός με τον οποίο περάσαμε όλη τη διαδρομή μιλώντας, κάποια στιγμή άρχισε να μου λέει για τους “σκατόμαυρους” και τους “σκατομουσουλμάνους” που “βρωμίζουν” τη χώρα του... ... ...), μετά λοιπόν από έξι μήνες στην Πολωνία, οι “μπηχτές” των Παραγουανών για τους “τριγύρω” είναι... μουσική στ’ αυτιά μου.

Μου αρέσει, και μ’ αυτό κλείνω σύντομα-σύντομα σήμερα, επειδή ούτε εγώ με αντέχω τόσο... γκρίνια-free, ότι οι Παραγουανοί όχι απλά δεν έχουν σταματήσει να μιλάνε Γκουαρανί, αλλά τα έχουν και επίσημη γλώσσα, δίπλα φυσικά στα Ισπανικά. Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες στις οποίες οι “αυτόχθονες” γλώσσες κάποια στιγμή άρχισαν να μπαίνουν στο περιθώριο, μέχρι που πετάχτηκαν σε κάποιο καλάθι σκουπιδιών, στην Παραγουάη συμβαίνει το απίθανο ακόμα και κόσμος που... γενετικά δεν έχει σχέση με τον αυτόχθονο-αυτόχθονο πληθυσμό (που δεν ξέρω πόσοι έχουν απομείνει, ακόμα και “λίγο” αυτόχθονες, μετά από κάποιους αιώνες “μίξης” κι έναν πόλεμο που αποδεκάτισε τον αρσενικό πληθυσμό τής χώρας), να μιλάει Γκουαρανί, να τα χρησιμοποιεί συστηματικά. Προσωπικά, από όλες τις χώρες στις οποίες έχω πάει, η μόνη που μου “φέρνει” λίγο σε Παραγουάη στον συγκεκριμένο τομέα, είναι η Νέα Ζηλανδία, στην οποία τα Μαορί είναι επίσημη γλώσσα, και δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι σε δύο μουσεία που πήγα στο Όκλαντ γύρω στα Χριστούγεννα του 2008 που ήμουν εκεί, τα εκθέματα είχαν επεξηγήσεις πρώτα στα Μαορί και ΜΕΤΑ στα Αγγλικά.

Τέλος. Μία από αυτές τις ημέρες θα αφήσω τις... καλοσύνες στην άκρη, και θα ικανοποιήσω τον γερογκρινιάρη μέσα μου. Πρόγευση δίνω, γράφοντας επιγραμματικά ότι το βασικό, ίσως, που δεν μου αρέσει στην Ασουνσιόν, είναι ότι μου φαίνεται πόλη που... σου δίνει ένα, και σου παίρνει δύο. Όχι σαν μεμονωμένοι πολίτες, οι κάτοικοί της, αλλά σαν... πόλη, συλλογικά. Σηκώνει εξήγηση αυτό, και (πόοοσο) θα χαρώ να την δώσω στο επόμενο κείμενο.
Αρχίζει η... τριλογία – όπως υπολογίζω – της γκρίνιας μου

Μέρες τώρα, σκεφτόμουν πώς να περιγράψω το βασικό πρόβλημά μου με την Ασουνσιόν, το πόσο... “μη ευχάριστες” είναι οι βόλτες μου εδώ, και νομίζω ότι “το έχω”.

Λόγω της διαφοράς ώρας με την Ευρώπη, αρχίζω να γράφω/δουλεύω νωρίς, κάποια στιγμή κάνω διάλειμμα για να... καθαρίσει λίγο το μυαλό και να ξεπιαστεί ο... πισινός, συνεχίζω με δεύτερο γύρο γραψίματος, και συνήθως υπάρχει και τρίτος, μετά από δεύτερο διάλειμμα.

Ο καλύτερος τρόπος για μένα για να περάσω τα διαλείμματα, είναι να περπατήσω. Ανέκαθεν ήμουν του... περπατήματος, κι αυτό δεν έχει αλλάξει.

Σχεδόν 50 μέρες τώρα στην Ασουνσιόν, ειλικρινά, δεν έχει υπάρξει ΜΙΑ φορά που να επέστρεψα από βόλτα... χαλαρός, αναζωογονημένος, με φορτισμένες τις μπαταρίες για να συνεχίσω τη δουλειά. Γιατί; Φθάνω επιτέλους στο πώς σκέφτηκα να περιγράψω τις βόλτες μου στην Ασουνσιόν...

Το περπάτημα σε αυτήν την πόλη είναι σαν να πηγαίνεις για βουτιά στη θάλασσα, αλλά με τον ουρανό κατράμι, κατάμαυρο, και με ενοχλητικό άνεμο που κάνει τις σκόρπιες άδειες πλαστικές σακούλες τριγύρω να... γλεντοκοπούν στον αέρα.

Για να φθάσεις στη θάλασσα, περνάς από αμέτρητα σκουπίδια, κι όταν επιτέλους φθάνεις στην άκρη τού νερού, αρχίζει να βρέχει. Μπαίνεις στη θάλασσα, και πατάς πάνω σε ακόμα περισσότερα σκουπίδια, αποφεύγεις ένα... τείχος φυκιών, προσέχεις πού πατάς επειδή ο βυθός (αφήνοντας τα σκουπίδια στην άκρη) είναι γεμάτος κοφτερές πέτρες, κι όταν επιτέλους φθάνεις σε ένα σημείο στο οποίο δεν “πατώνεις”, το βασικό πρόβλημά σου είναι τα μεγάλα κύματα.

Τις τσούχτρες τις ανέφερα; Δεν τις ανέφερα... Στην όλη “θελκτική”(...) εικόνα τής όλης εμπειρίας, προσθέστε τσούχτρες, κι έχετε το κάδρο πλήρες.

Έτσι είναι οι βόλτες στην Ασουνσιόν. Δυσάρεστες. “Μη ευχάριστες”, για να το... “μαλακώσω” λίγο.

Τον καιρό, τη ζέστη με την υγρασία, τον αφήνω στην άκρη, επειδή δεν μπορώ να... τα βάλω με μία πόλη λόγω των κλιματικών συνθηκών της. Θα ήταν παιδιάστικο. Όμως, με το που βγαίνω από την πόρτα τού χόστελ, μου έρχεται αμέσως η μαυρίλα και τα ντουμάνια από τις απαράδεκτες εξατμίσεις αυτοκινήτων και – κυρίως – λεωφορείων.

Στα πέντε μέτρα, αρχίζω να... παλεύω με τα πεζοδρόμια. Όσα δεν είναι γεμάτα λακκούβες, σπασμένα πλακάκια, σκόρπια σκουπίδια, όσα δεν είναι όλα αυτά και άλλα τόσα, είναι απλά... ανύπαρκτα. Μου έχει συμβεί αμέτρητες φορές να κάνω ζιγκ-ζαγκ για να αποφύγω ανωμαλίες στα πεζοδρόμια, μόνο για να φθάσω σε ένα σημείο στο οποίο ξαφνικά το πεζοδρόμιο χανόταν... τελείως, κι είχα μπροστά μου 5-10 μέτρα από... τίποτα, από κάτι που κάποτε ήταν πεζοδρόμιο, και τώρα είναι αρκετά τετραγωνικά μέτρα από χώμα, λάσπη, πέτρες, κλαδιά δέντρων, σκουπίδια, σκουπίδια, σκουπίδια.

Ειλικρινά, έχω σχεδόν σταματήσει να περπατάω στα πεζοδρόμια, αυτό που κάνω είναι να περπατάω στην άκρη των δρόμων, εκτός κι αν πρόκειται για δρόμο με μεγάλη κίνηση, οπότε τον αφήνω για τα λεωφορεία και τους οδηγούς αυτοκινήτων που νομίζουν στην Ασουνσιόν ότι όσο πιο γρήγορα πάνε από το ένα φανάρι στο άλλο, τόσο πιο πολύ θα... υγρανθούν οι γυναίκες που στέκονται τριγύρω περιμένοντας το λεωφορείο τους, ή κάνοντας... οτιδήποτε άλλο.

Η Ασουνσιόν είναι μία πόλη που την τριγυρνάς με το κεφάλι κάτω, επειδή σε κάθε βήμα μπορείς να πέσεις πάνω σε λακκούβα ή σε σπασμένο πλακάκι, ή κάτι αιχμηρό. Τα πεζοδρόμιά της έγιναν αφορμή να σκεφτώ πολλές φορές αυτές τις 45-50 μέρες μία πρώην κοπέλα μου από την Κροατία, η οποία ήταν κούκλα, πάν-κομψη, στιλάτη μέχρι... “ουάου”, αλλά η λατρεμένη μου ήταν ικανή να σκοντάψει ακόμα και σε αίθουσα αναμονής αεροδρομίου. Δεν μπορώ καν να φανταστώ πώς θα... επιβίωνε μία βόλτα εδώ...

Ακόμα και κοιτώντας κάτω, πάλι δεν είσαι “ασφαλής” στην Ασουνσιόν, λόγω των αμέτρητων “ξεκάρφωτων” καλωδίων που κρέμονται από παντού. Κάνεις ένα μεγάλο βήμα διαγώνια δεξιά για να αποφύγεις μία λακκούβα στο πεζοδρόμιο, και ξαφνικά αισθάνεσαι κάτι να γδέρνει το μέτωπό σου, ένα καλώδιο που κρέμεται από... ποιος ξέρει πού, απλά... επειδή.

Το άλλο που σκεφτόμουν αυτές τις ημέρες, ετοιμάζοντας στο μυαλό μου αυτό το κείμενο, είναι το πώς θα περιέγραφα το πόσο Άσχημη, με το ΑΛΦΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, βρίσκω αυτήν την πόλη. Κατέληξα σε τούτο: θυμάστε το “Fear Factor”; Δεν ξέρω αν έχει γυριστεί κι από ελληνικό κανάλι, και ποιο ακριβώς ήταν το κόνσεπτ εκεί, αλλά εγώ έβλεπα κάποτε την αμερικάνικη βερσιόν του.

Συνήθως, οι “κατηγορίες” των δοκιμασιών ήταν τρεις: μία είχε να κάνει με ύψη, ποντάροντας στον φόβο πολλών ανθρώπων με αυτά, μία είχε να κάνει με ζώα (αράχνες, φίδια, μέχρι πιράνχας θυμάμαι σε κάποια επεισόδια), και μία είχε να κάνει με τη... βρώση αηδιαστικών “εδεσμάτων”. Η Ασουνσιόν, για μένα, αν ήταν “δοκιμασία” τής τρίτης κατηγορίας στο Fear Factor, θα ήταν ένα πιάτο με μάτια αγελάδας, πέος αλόγου, κόπρανα ρινόκερου, και τρίχες πιθήκου. Α! Κι όλα, με... σος, πηγμένο αίμα αρκούδας. Και μια και το... ξεχείλωσα, γιατί να μην προσθέσω και αγκάθια πέντε εκατοστών από... διαλέξτε εσείς ένα ψάρι...

Αρχιτεκτονικά, η πόλη είναι ένας ανυπόφορος αχταρμάς, χωρίς την παραμικρή αρχή, μέση, και τέλος. Ναι, υπάρχουν όμορφα κτήρια, αλλά είναι... ένα στα ΤΟΣΑ, κι ακόμα κι αυτά, είναι “κρυμμένα” πίσω από δάση καλωδίων. Βδομάδες τώρα, παλεύω να βγάλω φωτογραφίες κάποιων εντυπωσιακών “ζωγραφιών” που ανέφερα σε προηγούμενο κείμενο, ζωγραφιές που κάποιες εξ αυτών είναι τόσο μεγάλες που καλύπτουν ολόκληρες πλευρές κτηρίων. Δοκιμάζω από εδώ, δοκιμάζω από εκεί, “θυσιάζω” μέρος των ζωγραφιών ζουμάροντας, έτσι ώστε να “καθαρίσω” την εικόνα από καλώδια, κι ακόμα κι έτσι, τις περισσότερες φορές αισθάνομαι ότι... προσπαθώ να μείνω στεγνός εν μέσω καταιγίδας, χωρίς ομπρέλα ή καταφύγιο τριγύρω, μόνο με τη... δύναμη της σκέψης. Χαμένο παιχνίδι.

Τις προάλλες έγραψα ότι η Ασουνσιόν είναι πόλη που τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, σου δίνει ένα και σου παίρνει δύο. Ανέφερα το πόσο μου αρέσει να πέφτω σε γιασεμιά ενώ περπατάω, ή να μου έρχεται στη μύτη η τσίκνα από υπαίθριο μπάρμπεκιου. Οι στιγμές που περνάω απολαμβάνοντας αυτές τις δύο μυρωδιές, είναι μειοψηφία. Την περισσότερη ώρα έξω, περπατώντας, η κύρια μυρωδιά είναι η μπόχα από τις εξατμίσεις, τα ούρα(!), και κάποια κοντινή αποχέτευση...

Κι αν νομίζει κανείς ότι τα πράγματα είναι έτσι μόνο στο κέντρο, λόγω έλλειψης υποδομών, σας διαβεβαιώ ότι δεν είναι μόνο το κέντρο, είναι όλες οι περιοχές που εγώ τουλάχιστον έχω περπατήσει, κι είναι πολλές, πηγαίνοντας σε γήπεδα πάνω-κάτω και δεξιά-αριστερά.

Βλέπω κάτω αριστερά ότι έπιασα τις 1000 λέξεις. Προτιμώ να κρατήσω την γκρίνια μου σε δόσεις τέτοιου μεγέθους, για να μην σας... overdose με την πρώτη. “Προβλέπω” δύο ακόμα κείμενα γεμάτα γκρίνια, κι αμέσως μετά σκοπεύω να εξηγήσω γιατί τα ανέχομαι όλα αυτά, και δεν σηκώνομαι να πάω κάπου αλλού. Προφανώς έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο, το Α και το Ω μου “my North, my South, my East and West, my working week, my Sunday rest” (που “λέει” ένα πανέμορφο ποίημα του WH Auden, ανάμνηση από τις 4-5 φορές που έχω δει το “Τέσσερις Γάμοι και μια Κηδεία”), αλλά όχι μόνο.

Hasta pronto…

ΥΓ gio ntam και tupacgr13, την τελευταία βδομάδα πήγα στο “Κλάσικο” (Ολίμπια-Σέρρο Πορτένιο), και στο πρώτο εντός τής Σέρρο στο Λιμπερταδόρες (αυτό που νίκησαν 2-1 με γκολ στο 6ο λεπτό των καθυστερήσεων). Α-να-τρι-χί-λα... Τις επόμενες δύο βδομάδες θα έχω περισσότερο χρόνο για γράψιμο εδώ, και θα αφιερώσω τουλάχιστον δύο κείμενα στο τι συμβαίνει στα γήπεδα στην Ασουνσιόν, “προειδοποιώντας” τους μη ποδοσφαιρόφιλους στην πρώτη πρόταση.
Γκρίνιας συνέχεια (και τέλος, μέχρι... νεωτέρας)

Με ενοχλεί το πόσο τριτοκοσμική είναι, από κάποιες απόψεις, η Ασουνσιόν. Με ενοχλεί το ότι σε δέκα λεπτά “φυσιολογικής” βροχής, όχι... κατακλυσμού, δημιουργούνται “ρυάκια” πλάτους ενός μέτρου στις άκρες των δρόμων. Στα 15 λεπτά βροχής, το να περπατάς σε πεζοδρόμιο είναι απλά... ανόητο, επειδή οι οδηγοί δεν δίνουν την παραμικρή σημασία, πηγαίνουν κανονικότατα (δηλαδή με το γκάζι πατημένο), βρέχοντας τους... ανόητους πεζούς. Η έλλειψη υποδομών είναι τόσο χτυπητή που μου θυμίζει επαρχιακές πόλεις χωρών στιλ... Καμπότζη, Λάο. Η Ασουνσιόν όμως είναι πρωτεύουσα, και μάλιστα χώρας που καυχιέται για το πόσο σταθερή είναι η οικονομία της...

Με ενοχλεί το ότι οι περισσότερες γραμμές των λεωφορείων παύουν να λειτουργούν γύρω στις οκτώ(!!!). Στην Ασουνσιόν, κάθε γραμμή είναι και μία εταιρεία. Δεν υπάρχει... ΟΑΣΘ, ΜΙΑ εταιρεία που να λειτουργεί το όλο σύστημα. Με το που μειώνεται σημαντικά η κίνηση, η διατήρηση των λεωφορείων στους δρόμους παύει να είναι επικερδής για την επιχείρηση, και πολύ απλά, διακόπτουν τα δρομολόγια. Κάποιες γραμμές δεν λειτουργούν μετά τις οκτώ για λόγους ασφαλείας, επειδή περνάνε από περιοχές (κυρίως μεταξύ Ασουνσιόν και γειτονικού Λούκε) στις οποίες στο παρελθόν υπήρχαν επιθέσεις σε λεωφορεία, σε σχετικά αραιοκατοικημένα σημεία τής διαδρομής.

Με ενοχλεί το ότι πηγαίνεις σε σούπερ μάρκετ, ακόμα και “καλό”, και οι τιμές που βλέπεις στα ράφια έχουν λίγη σχέση με τις τιμές που χρεώνεσαι στο ταμείο. Πολύ απλά, δεν... μπαίνουν στον κόπο να τις ενημερώσουν.

Με ενοχλεί ότι ένα προϊόν εξαντλείται, και μπορεί να περάσουν δύο βδομάδες μέχρι να το ξαναφέρουν, επειδή στην Παραγουάη η παραγωγή προϊόντων είναι σχετικά περιορισμένη, πολλά πράγματα έρχονται από την Αργεντινή και τη Βραζιλία, και η τροφοδοσία είναι... ό,τι να ‘ναι.

Με ενοχλεί ότι ούτε καν τα πάρκα στο κέντρο τής πόλης, στη “βιτρίνα” τής πόλης, είναι περιποιημένα. Βλέπεις άστεγους να... κάνουν την ανάγκη τους, βλέπεις σκουπίδια, σπασμένα παγκάκια, μυρίζεις μπόχα, δεν σου κάνει κέφι να καθίσεις και να... χαζέψεις τον κόσμο που περνάει. Κι αν όντως καθίσεις, το πιθανότερο είναι σε λίγα λεπτά να αρχίσουν να σου κολλάνε ζητιανάκια, εκ των οποίων η Ασουνσιόν έχει αμέτρητα. Είναι πιτσιρίκια ξυπόλυτα, με ρούχα που... ούτε μπορείς να μαντέψεις πότε πλύθηκαν τελευταία φορά.

Πού περνούν τα βράδια τα συγκεκριμένα πιτσιρίκια; Σε “φαβέλες” (δεν ξέρω πώς τις λένε εδώ), ακόμα και στα όρια του κέντρου τής πόλης. Υπάρχουν χιλιάδες “damnificados”, κόσμος που έμενε σε... αυτοσχέδια καταλύματα στα όρια του ποταμού, κόσμος που αναγκάστηκε να μετακινηθεί είτε επειδή υπήρχε/υπάρχει πρόβλημα με τη στάθμη του νερού, είτε επειδή έγιναν έργα ανάπλασης (κατά μήκος τού ποταμού).

Μου έχουν πει ότι η Κυβέρνηση δίνει δωρεάν σπίτια σε αυτούς τους ανθρώπους, κι ότι πολλοί επιλέγουν να τα πουλήσουν και να επιστρέψουν στις “φαβέλες” τους, κοινότητες ολόκληρες από σπίτια φτιαγμένα από μακριές και σχετικά λεπτές ξύλινες πλάκες. Μου έχουν πει ότι πολλοί προτιμούν να ζουν έτσι, επειδή ως κάτοικοι “φαβελών” έχουν δωρεάν ρεύμα (με γεννήτριες), δωρεάν νερό, και τους δίνεται βοήθεια σε φαγητό. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια ότι κάποιοι ΕΠΙΛΕΓΟΥΝ να ζήσουν έτσι, εμένα μου φαίνεται... τρελό, αλλά είναι γεγονός ότι τέτοιου είδους “κοινότητες” βλέπεις παντού, ακόμα και... ένα τετράγωνο μακριά από την προεδρική κατοικία(!).

Με ενοχλεί η κραυγαλέα επίδειξη πλούτου. Μαγκιά τους όσοι τα έχουν, άσχετα από το πώς τα απέκτησαν (δεν μπορώ να ξέρω), όμως... για παράδειγμα, υπάρχει μία plaza, ένα πάρκο, τρία τετράγωνα από το σπίτι στο οποίο πέρασα τον πρώτο μήνα εδώ. Το πάρκο είναι “φαβέλα”, 100%, από τη μία άκρη του μέχρι την άλλη. Στην απέναντι γωνία, υπάρχει ένα... αρχοντικό, στο οποίο θα μπορούσαν να ζήσουν... 50 άνθρωποι; Μπορεί και περισσότεροι. Ειλικρινά, κάθε φορά που περνούσα, προσπαθούσα να διακρίνω κάποια ταμπέλα, ή κάποια σημαία, επειδή ΤΕΤΟΙΑ κτήρια είναι συνήθως πρεσβείες, ή κατοικίες πρέσβεων προνομιούχων χωρών.

Τα “παλάτια” που βλέπεις στην Ασουνσιόν, είναι τόσα και τέτοια, και τόσο κοντά σε παραπήγματα στα οποία ζουν εκατοντάδες άνθρωποι (εκατοντάδες, στο καθένα. Αθροιστικά, σε όλη την πόλη, χιλιάδες), που πραγματικά μένεις να χαζεύεις. Έχω χάσει τον λογαριασμό πόσα... κάστρα έχω δει, έχω περάσει από έξω, από απέναντι, “σπίτια” που θα μπορούσαν να είναι στο... Μπέβερλι Χιλς, κι όμως, είναι στην Ασουνσιόν(!), δύο τετράγωνα από κεντρικό δρόμο με νησίδα πλάτους τριών μέτρων μεταξύ των δύο ρευμάτων, την οποία, ναι, ακόμα και τη νησίδα, την έχουν μετατρέψει σε ατελείωτη μακρόστενη “φαβέλα”.

Με ενοχλεί το πόσο “τσιμπάνε” οι τιμές πολλών προϊόντων. Σε προηγούμενο κείμενο ανέφερα ότι κάποια πράγματα είναι πάμφθηνα. Είναι όντως. Κάποια. Πολλά όμως, μόνο “φθηνά” δεν τα λες. Τουλάχιστον, δεν τα λέω εγώ, έχοντας συνηθίσει σε πολύ budget-friendly χώρες. Για παράδειγμα, στην Ασουνσιόν, για 400 γραμμάρια κορν φλέικς, δίνω 50% περισσότερα χρήματα από όσα έδινα για ένα κιλό κορν φλέικς στην Κρακοβία. Με παρακολουθείτε; Ασουνσιόν, λιγότερο από μισή ποσότητα, 50% μεγαλύτερο κόστος από την Κρακοβία... Προφανώς δεν είναι η ίδια μάρκα, όμως και τα δύο είναι προϊόντα “ετικέτας”, προϊόντα των ίδιων των σούπερ μάρκετ, δηλαδή τα φθηνότερα. Και, στην Κρακοβία τα ράφια ήταν πάντα γεμάτα. Εδώ πηγαίνεις σε σούπερ μάρκετ, και... εύχεσαι να βρεις αυτό που θέλεις, γιατί αν όχι, “αναγκάζεσαι” να αγοράσεις κάτι αντίστοιχο, αλλά πολύ ακριβότερο.

Με ενοχλεί το ότι η μπίρα σε μπαρ είναι πιο ακριβή από μπίρα ίδιου μεγέθους στα τέσσερα μπαρ που πήγα στο Ρίο ντε Ζανέιρο τον Ιανουάριο, τη βδομάδα που πέρασα εκεί “στον δρόμο” προς Ασουνσιόν. Με ενοχλεί το ότι κάποια πράγματα στην “ταπεινή” Ασουνσιόν είναι πολύ πιο ακριβά από το “αφροκρεμικό” Ρίο (για να μην συγκρίνω με Κρακοβία).

Με ενοχλεί ΠΟΛΥ το πώς μιλάνε Ισπανικά :):):). Ανέφερα σε άλλο κείμενο ότι μου αρέσει που χρησιμοποιούν το “vos”, κάτι που μου θυμίζει Αργεντινή και Ουρουγουάη. Ανέφερα επίσης ότι η Ασουνσιόν, για μένα, είναι πόλη που σου δίνει ένα και σου παίρνει δύο. Στην περίπτωση των Ισπανικών, ναι μεν χρησιμοποιούν στοιχεία ριοπλατένσε Ισπανικών, αλλά η προφορά τους είναι απλά οικτρή (στα αυτιά μου, και στα αυτιά αρκετών ξένων με τους οποίους το έχω κουβεντιάσει).

Το 2009, τις λίγες ημέρες που πέρασα εδώ, τα... φωνητικά πάνω-κάτω τους όταν μιλούσαν μεταξύ τους (όχι μαζί μου, όχι με ξένο), κι επίσης το πώς πρόφεραν το “r” κυρίως στο τέλος των λέξεων, με έκαναν να αισθανθώ ότι ήμουν στην Ινδία(!), κι άκουγα ντόπιους να μιλάνε... Malayalam, ή κάποια άλλη ινδική γλώσσα. Νόμιζα ότι μιλούσαν Γκουαρανί, αλλά όχι(!), μιλούσαν ΙΣΠΑΝΙΚΑ, πολύυυυ επηρεασμένα από τα Γκουαρανί.

Ειλικρινά, ώρες-ώρες, μου έρχεται να κλείσω τα αυτιά. Σκέφτομαι πώς μπορεί μια ολόκληρη χώρα να... κακομεταχειρίζεται έτσι κάτι τόσο μα τόσο όμορφο... Αυτό που... κάνουν στα Ισπανικά, για μένα, είναι σαν να σου δωρίζουν μία Φεράρι, κι εσύ να τη χρησιμοποιείς αποκλειστικά για να αποθηκεύεις παλιές εφημερίδες και περιοδικά!! Από την άλλη, όπως λένε, η ομορφιά βρίσκεται στα μάτια τού θεατή, και κατ’ επέκταση, στα αυτιά τού ακροατή. Ξέρω κόσμο που δεν αντέχει να ακούει τα Ισπανικά τού Μπουένος Άιρες, τα αγαπημένα μου με διαφορά από... εδώ μέχρι τον Πλούτωνα. Περί ορέξεως και γούστου...

Για να το κλείνω σιγά-σιγά, γράφω τούτο: το 2009, η Ασουνσιόν με άφησε με την εντύπωση ότι ήταν μία πόλη... παρατημένη, παραμελημένη, υπερβολικά “χύμα” για τα γούστα μου. Η κοπέλα (αρχιτέκτονας) στο σπίτι τής οποίας έμεινα τον πρώτο μήνα μου εδώ, χρησιμοποίησε τη λέξη “descuidada” για να την περιγράψει. Δεν την “προσέχει”, δεν την “φροντίζει” κανείς αυτήν την πόλη, αυτήν την αίσθηση έχεις, βλέποντας ακόμα και τα κεντρικά πάρκα να είναι... ένα χάλι και μισό.

Είναι πόλη που στην πράξη, με έργα, όχι στα λόγια, δεν την αγαπάνε ούτε οι κάτοικοί της. Αν την αγαπούσαν, δεν θα πετούσαν τα μπουκάλια τους δεξιά-αριστερά με το που αδειάζουν το περιεχόμενό τους.

Πενήντα μέρες στην Ασουνσιόν, έχω δει αμέτρητες ταμπέλες με πολιτικά μηνύματα, με συνθήματα, με, με, με. Εκείνο που με έκανε να αισθανθώ ότι ταυτιζόμουν πλήρως, ήταν ένα πανό σε μία σχετικά καλή περιοχή τής πόλης, στην οποία οι κάτοικοι της γειτονιάς είχαν γράψει “φθάνει πια με την οπτική μόλυνση στους δημόσιους χώρους”. I rest my case… Να... αγιάσει το χέρι όποιου το έγραψε...

Είχα σκοπό να γράψω και τρίτο “γκρινιάρικο” κείμενο, αλλά... δεν κάνω κέφι(!), παρά το πόσο γκρινιάρης είμαι από τη φύση μου. Έχω ήδη... γυρίσει σελίδα, έχω ήδη αποδεχθεί – σε γενικές γραμμές – τα πάμπολλα αρνητικά αυτής της πόλης, κι έχω αποφασίσει να μείνω πιστός στο αρχικό σχέδιό μου, να περάσω μήνες εδώ, σίγουρα μέχρι παραμονές έναρξης Μουντιάλ (μέσα Ιουνίου), ίσως ακόμα περισσότερο. Προτιμώ από το επόμενο κιόλας κείμενο να περάσω στο πώς με... έπεισα να υποβαθμίσω τα μύρια όσα αρνητικά. Ξανά, σε γενικές γραμμές, είμαι καλά, και προτιμώ να γράφω για αυτά που με κάνουν να αισθάνομαι καλά.

“Δημιουργία ικανοποιητικού μικρόκοσμου”

Taver, στην Αθήνα έχω να πάω χρόνια, ελπίζω όμως τα πράγματα να είναι πολύ-πολύ-πολύ διαφορετικά από την Ασουνσιόν, και κατά βάθος, δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι... για παράδειγμα, οι δρόμοι γίνονται ποτάμια μετά από 15 λεπτά βροχής. Μετά από μία ώρα κατακλυσμού, ναι, μπορώ να το φανταστώ. Μετά από 15 λεπτά απλής βροχής, αμφιβάλω, αλλά... ¿qué sé yo?

Και στη Θεσσαλονίκη λέμε διάφορα αρνητικά για την πόλη μας, αισθάνομαι ότι για κάποια έχουμε δίκιο, σε κάποια υπερβάλουμε, αλλά... δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να συγκρίνω την Ασουνσιόν με τη Θεσσαλονίκη, πόσο μάλλον με την Κρακοβία, από την οποία είναι οι περισσότερες πρόσφατες αναμνήσεις μου, λόγω του εξαμήνου μου εκεί.

Ένα μόνο θα γράψω: παρά τα μύρια όσα προβλήματα με την κατασκευή τού μετρό στη Θεσσαλονίκη, κουτσά-στραβά, το έργο προχωράει, και “μιλάμε” για μετρό, για σήραγγες, για... σοβαρή δουλειά. Στην Ασουνσιόν, χρόνια τώρα, δεν μπορούν να “στήσουν” μία λεωφορειολωρίδα(!), εκτός κέντρου, σε δρόμο με άπλετο χώρο δεξιά-αριστερά, που συνδέει την Ασουνσιόν με... ας πούμε, την Καλαμαριά της. Μετρό – λεωφορειολωρίδα. Παράδειγμα, απλά για να καταδείξω για πόσο διαφορετικά μεγέθη “μιλάμε”.

Όπως έγραψα χθες όμως, σε γενικές γραμμές, είμαι καλά. Πώς... μπορώ να είμαι καλά σε μία ΤΕΤΟΙΑ πόλη; Έχοντας δημιουργήσει έναν μικρόκοσμο που με ικανοποιεί. Τις βόλτες για απλή “περιπλάνηση” στην πόλη, τις έχω περιορίσει στο ελάχιστο. Έδωσα στην Ασουνσιόν πολλές ευκαιρίες να με ξαφνιάσει ευχάριστα, τις... έφτυσε όλες, και πλέον όταν νιώθω την ανάγκη να περπατήσω κατά τη διάρκεια της ημέρας, πηγαίνω “καρφί” σε συγκεκριμένα σημεία, κάπου για να φάω, στα outlets της Adidas και της Nike (είμαι άρρωστος συλλέκτης φανελών ποδοσφαιρικών ομάδων, έχω περίπου 340 πλέον, και συνεχίζω να αγοράζω), σε τράπεζες και ανταλλακτήρια, σε σούπερ μάρκετ. “Βόλτα” κάνω πλέον μόνο από τις οκτώ και μετά, επειδή τα καλώδια με ενοχλούν πολύ λιγότερο τότε, υπάρχουν ασύγκριτα λιγότερα αυτοκίνητα στους δρόμους, και η θερμοκρασία πέφτει κάπως.

Από 1η Μαρτίου μένω πλέον σε χόστελ, σε δικό μου δωμάτιο, και το χαίρομαι, επειδή έχω δικό μου χώρο (με κλιματιστικό) για να δουλεύω, κι όταν κάνω κέφι για διάλειμμα, απλά βγαίνω στην αυλή ή σε κάποιον άλλο κοινόχρηστο χώρο τού χόστελ, και κάνω χαβαλέ με παιδιά εδώ. Οι περισσότεροι είναι long-termers, παιδιά που μένουν εδώ καιρό. Υπάρχουν και οι... περαστικοί, για να... πασπαλίζουν την ατμόσφαιρα. Αισθάνομαι ότι κάνω διακοπές. Η ατμόσφαιρα είναι τόσο χαλαρή που... ναι, διακοπές, αυτή είναι η λέξη, άσχετα αν στην πραγματικότητα δουλεύω πολλές ώρες την εβδομάδα, εφτά μέρες.

Είμαι τόσο χαλαρός, που χθες το βράδυ τραγούδησα καραόκε(!!!), πρώτη φορά στη ζωή μου(!!!!!). Τα παιδιά στο χόστελ οργάνωσαν βραδιά καραόκε, μία Βραζιλιάνα που θα σπουδάσει Ιατρική εδώ ετοίμασε καϊπιρίνια, στην αρχή απλά έκανα πλάκα με τα παιδιά που τραγουδούσαν αποφεύγοντας να πάρω το μικρόφωνο, μέχρι που έβαλαν Auténticos Decadentes (“La Guitarra”), και... ακόμα και τώρα που το γράφω δυσκολεύομαι να το/με πιστέψω, σκέφτηκα “δε γαμ...”, και πήρα το μικρόφωνο εθελοντικά(!!). Αν γράψω σε πρώην φίλη μου στη Μαλαισία ότι τραγούδησα καραόκε, θα μου κόψει και τις ευχές γενεθλίων (έχουμε μείνει σε σχετικά συχνή επαφή). Χρυσό με έκανε δύο χρόνια να πάμε σε καραόκε, κι εγώ ο κρυόκωλος επέμενα στο “όχι”, απόλυτα όμως, λες και μου πρότεινε να... δεθούμε σε δέντρα στη μέση δάσους στη Μαλαισία, και να αφήσουμε τα κουνούπια να μας... γλεντήσουν.

“Δημιουργία ικανοποιητικοί μικρόκοσμου”. Αυτό είναι που με έχει βοηθήσει να “καταπιώ” τα πολλά και σοβαρά που δεν μου αρέσουν στην Ασουνσιόν.

Εννοείται όμως ότι αν δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, θα έφευγα από εδώ... χθες, την περασμένη βδομάδα, δύο μέρες αφού ήρθα...

Έγραψα σε προηγούμενο κείμενο για την “ανατριχίλα” στο “Κλάσικο” τής Ασουνσιόν, το παιχνίδι μεταξύ των δύο μεγαλύτερων και λαοφιλέστερων ομάδων, και σε εκείνο τής Σέρρο Πορτένιο στο Κόπα Λιμπερταδόρες. Μία άλλη ανατριχίλα ήταν εκείνη που... αρχές Οκτωβρίου, αν θυμάμαι καλά, με έκανε να αποφασίσω οριστικά να επιστρέψω στη Νότια Αμερική μετά την Πολωνία. Τότε σχεδίαζα να κάνω το “άλμα” τον Ιούνιο ή Ιούλιο, πριν ή μετά το Μουντιάλ. Δεν πήγαινε το μυαλό μου – τότε ακόμα – ότι θα ερχόμουν πολύ νωρίτερα.

Υπάρχει ένα φανταστικό ελληνικό σάιτ, ποδοσφαιρικό, το sombrero.gr, τα παιδιά τού οποίου ποστάρουν απίθανες ιστορίες, πολλές εκ των οποίων έχουν να κάνουν με τη Νότια Αμερική. Ήμουν στην Κρακοβία, έκανα διάλειμμα για μεσημεριανό φαγητό, κι έριξα μια ματιά. Είχαν ανεβάσει ιστορία για τον... θρυλικό “Χοντρό τού Ροσάριο”, έναν... “εύσωμο” οπαδό τής Σεντράλ, ο οποίος κάποτε “άνοιξε διάλογο” με μία ολόκληρη κερκίδα οπαδών τής Μπόκα, σε παιχνίδι μεταξύ των δύο στο Ροσάριο.

Για να μην μακρηγορήσω, πρόκειται για μία “χαριτωμένη” ιστορία, με τον “χοντρό” να έχει ολόκληρη την κερκίδα τής Μπόκα να τον πικάρει με συνθήματα “επί προσωπικού”, στοχεύοντας προφανώς στα κιλά του. Εκείνος κάποια στιγμή πετάει την κλασική, πλέον, ατάκα, “andá a la cancha, bobo” (πήγαινε στο γήπεδο, βλάκα), εννοώντας ότι οι της Μπόκα σπάνια πήγαιναν τότε στο γήπεδο, μόνο στα μεγάλα παιχνίδια (κάτι που δεν ισχύει, αλλά... τέλος πάντων).

Ήταν μία απλά... χαριτωμένη ιστορία, ένα αστείο βίντεο, κι όμως, εμένα με ανατρίχιασε, σχεδόν βούρκωσα (χαχαχαχαχα), επειδή μου είχε λείψει ΤΟΣΟ το να είμαι στη Νότια Αμερική με τα... ωραία της, τα ωραία της ΓΕΝΙΚΑ, και τα ωραία της ΕΙΔΙΚΑ, στα γήπεδα. Θυμάμαι ότι έγραψα σε μία φίλη το... ψευτοβαθύ “η ζωή είναι πολύ σύντομη για να μην εκμεταλλευόμαστε αυτά που μας προκαλούν ανατριχίλα”, κάτι τέτοιο, και τότε ήταν που πάρθηκε οριστικά η απόφαση να μην πάω στην Ασία μετά την Πολωνία, ή σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, αλλά να επιστρέψω στη Νότια Αμερική.

Το τι σου προκαλεί (ευχάριστη) ανατριχίλα είναι... περίπτωση στην οποία ταιριάζει το cada loco con su tema, κάθε τρελός με την περίπτωσή του, μπορεί εκείνο που μας προκαλεί ανατριχίλα να είναι... μέχρι και γελοίο, όμως το θέμα είναι ότι αν κάτι όντως σου προκαλεί ανατριχίλα, κάτι τόσο... έντονο και αυθόρμητο, κάτι σημαίνει...

Για διάφορους λόγους, το ενδιαφέρον μου στη ζωή ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια έχει περιοριστεί... ανησυχητικά :), πράγματα που κάποτε με ενθουσίαζαν, πλέον δεν το κάνουν, το ενδιαφέρον μου εξάπτεται όλο και λιγότερο για όλο και λιγότερα πράγματα, και παρά το πόσο ξέγνοιαστος-ξέγνοιαστος-ξέγνοιαστος ήμουν πέρσι στην Κρακοβία, αισθάνθηκα κάποια στιγμή ότι είχα βάλει... αυτόματο πιλότο, είχα αράξει πίσω, κι απλά... χάζευα, ξέγνοιαστος μεν, χωρίς “ανατριχίλες” δε.

Σκέφτηκα ότι σε αυτό που είχα στην Κρακοβία, μπορούσα κάποια στιγμή να επιστρέψω, είναι το... μαξιλαράκι μου, όμως έπρεπε να κάνω κάτι για να με ξεβολέψω, και κυρίως να είμαι κάπου που η τρίχα μου θα σηκώνεται πολύ πιο συχνά, κι όχι βλέποντας κάτι στην οθόνη υπολογιστή, αλλά... ευρισκόμενος στο “σημείο μηδέν”, εκεί όπου η ανατριχίλα προκαλείται, δεν “μεταδίδεται” απλά μέσω υπολογιστή ή τηλεόρασης.

Για να καταλήξω, παρά το πόσο γελοίο μπορεί να φαίνεται σε κάποιους το να ανατριχιάζω ευρισκόμενος σε ποδοσφαιρικό γήπεδο στην Παραγουάη, εμένα “μου κάνει” :). Το θέαμα σαν θέαμα εντός αγωνιστικού χώρου άλλοτε είναι απολαυστικό, άλλοτε όχι, άλλοτε... κάθε άλλο ΠΑΡΑ απολαυστικό, όμως κατά κανόνα, η ατμόσφαιρα στα γήπεδα, ακόμα και στα παιχνίδια που έχει λιγοστό κόσμο, εμένα μου αρκεί για να υποβαθμίσω στο μυαλό μου όλα τα αρνητικά τής Ασουνσιόν. Για πόσο; Νομίζω, μέχρι το τέλος τής Απερτούρα, το πρώτο μισό τής σεζόν, μέσα Ιουνίου. Μπορεί να μείνω και Ιούνιο/Ιούλιο για να δω εδώ το Μουντιάλ, όμως νομίζω ότι μετά από πέντε μήνες στην Ασουνσιόν δεν θα είμαι απλά έτοιμος να φύγω, αλλά... δεν θα κρατιέμαι.

Θα φύγω για να πάω πού; Μέχρι τότε... μεσολαβούν πολλές ανατριχίλες σε γήπεδα και ζιγκ-ζαγκ σε διαλυμένα πεζοδρόμια της Ασουνσιόν. Έχω διάφορες ιδέες, οι περισσότερες έχουν να κάνουν με Νότια Αμερική (όχι απαραίτητα ισπανόφωνη), αλλά... queda mucho.

Δεν το γράφω κάθε φορά, μάλλον δεν το έχω γράψει καθόλου σε αυτήν την ιστορία, αλλά ευχαριστώ πολύ όλους εξ υμών που αφιερώνετε χρόνο να με διαβάζετε.

Αξίζει για ταξίδι;” Απάντηση με... μπόλικους αστερίσκους

Στο πρώτο κείμενο από Ασουνσιόν ανέφερα ότι φίλοι και γνωστοί μου στη Νότια Αμερική ξαφνιάστηκαν όταν τους ενημέρωσα, τον Δεκέμβριο ακόμα, ότι από όλες τις πόλεις τής... γειτονιάς τους είχα επιλέξει την πρωτεύουσα της Παραγουάης για ένα εξάμηνο. Ανέφερα τότε ότι κανείς τους, ΚΑΝΕΙΣ τους, δεν έχει έρθει στην Ασουνσιόν, κι οι περισσότεροι, αν και Νοτιοαμερικάνοι, γνωρίζουν ελάχιστα για τη χώρα.

Από τότε που ήρθα, με ρωτάνε αν αξίζει να έρθουν στην Ασουνσιόν, να την κάνουν προορισμό ταξιδιού, ή έστω να τη συνδυάσουν με... τους καταρράκτες τού Ιγκουασού, για παράδειγμα. Σε όλους έχω δώσει την ίδια... μη απάντηση, ή απάντηση συνοδευόμενη από τρεις-τέσσερις αστερίσκους, ανάλογα με την... περίπτωση.

Η καλύτερη φίλη μου από την Αργεντινή ζει στο Ροσάριο, λατρεύει τις παραλίες, τη φύση, το καγιάκ, δεν είναι φαν των μεγάλων πόλεων. Όσα χρόνια την ξέρω, οι εννιά στις δέκα διακοπές της ήταν στη Βραζιλία ή στην Παταγονία, και μια στο πολύ τόσο πηγαίνει στην Ευρώπη. Σε εκείνη απάντησα “όχι”, ξερά, επειδή δεν μπορώ να τη φανταστώ να απολαμβάνει... ούτε ένα διήμερο στην Ασουνσιόν.

Σε άλλη φίλη μου από την Αργεντινή, από την Κόρδοβα, που ξέρω ότι της αρέσουν οι... “κουφοί” προορισμοί, τα μέρη στα οποία για τον έναν ή τον άλλον λόγο λίγοι πηγαίνουν, έγραψα “γιατί όχι;” Σημαντική λεπτομέρεια: η Ροσαρίνα κάνει δύο ταξίδια τον χρόνο, δεν μπορεί να φύγει από τη δουλειά της (για την ακρίβεια από τις δύο δουλειές της)... όποτε της καπνίσει. Η Κορδοβέσα κάνει περισσότερα ταξίδια, μικρότερα σε διάρκεια, δεν χρειάζεται να περιμένει έξι μήνες για το επόμενο ταξίδι της.

Αν με ρωτούσε Έλληνας “τι λέει η Ασουνσιόν; Αξίζει;”, η απάντησή μου θα ήταν σε άμεση συνάρτηση με το για τι ταξίδι θα μιλούσαμε. Αν είσαι εργαζόμενος που κάνει ένα ταξίδι τον χρόνο και θέλει να περάσει τις διακοπές του χαλαρά και ξέγνοιαστα, σε ξορ-κί-ζω, μη σκεφτείς καν να έρθεις στην Ασουνσιόν, πήγαινε... στο Ρίο, στην Μπαΐα, στην Κολομβία (στο παραλιακό κομμάτι της στην Καραΐβική για παράδειγμα), πήγαινε οπουδήποτε αλλού πέρα από την Ασουνσιόν!

Αν δεν είσαι πρωτάρης στα ταξίδια στη Νότια Αμερική, αν έχεις ήδη πάει στο Ρίο, στο Μπουένος Άιρες, στο Περού, τότε πήγαινε στο Εκουαδόρ, στη Χιλή, στη Βολιβία.

Εδώ όμως, αρχίζουν οι αστερίσκοι...

Αν το ταξίδι σου στη Νότια Αμερική δεν είναι “διακοπές” δύο-τριών εβδομάδων, αλλά... break δύο-τριών μηνών, αν μόλις έχασες τη δουλειά σου (χτύπα ξύλο), έχεις οικονομίες, νιώθεις την ανάγκη να “ξεφύγεις”, και σου αρέσει γενικά σαν ιδέα ένα τρίμηνο στη Νότια Αμερική, τότε... “ίσως”.

Μέρος της “γοητείας” (καταχρηστικά χρησιμοποιώ αυτήν τη λέξη αναφερόμενος στη συγκεκριμένη πόλη) τής Ασουνσιόν, είναι ότι την επισκέπτονται λίγοι. Αν έρθεις, θα έχεις την... ικανοποίηση ότι θα έχεις επισκεφτεί μία χώρα που ακόμα και οι “τριγύρω” γνωρίζουν ελάχιστα.

Επιπλέον, άσχετα από το πόσο όμορφη ή άσχημη είναι μία πόλη, οι πιθανότητες να “περάσεις καλά” εξαρτώνται από τόσα μα τόσα άλλα πράγματα, πέρα από την... ομορφιά αυτή καθεαυτή τής πόλης. Εννοώ ότι... μπορεί να έρθεις για μία μέρα, στον... δρόμο για κάπου αλλού, να γνωρίσεις... cool κόσμο στο χόστελ σου, να βγεις το βράδυ, να περάσεις... σούπερ στο Bolsi, στο Poniente, στο Arsenal, ή ΚΑΙ στα τρία το ίδιο βράδυ (όλα είναι στον κεντρικό δρόμο, λίγα τετράγωνα το ένα από το άλλο), και να σκεφτείς... “θα μείνω λίγο περισσότερο”.

Δεν ανακαλύπτω την Αμερική γράφοντας ότι δεν υπάρχει κανένας κανόνας που λέει ότι περνάμε καλά μόνο στα όμορφα μέρη, και... δεινοπαθούμε στα άσχημα. Γνωρίζω κόσμο που... ορκίζεται στο Περού σαν προορισμό (μεταξύ αυτών και ο αγαπημένος μου τραβελστορίτης), αλλά εγώ προσωπικά ούτε να ακούω θέλω για Περού, για δικούς μου λόγους. Επίσης, ξέρω κόσμο που ακούει “Μπουένος Άιρες” και... αλλάζει κουβέντα, για διάφορους λόγους. Εγώ σκέφτομαι Μπουένος Άιρες και... λιώνω, παρά τα αδιαμφισβήτητα υπαρκτά αρνητικά τής πόλης.

Επιμένω στη διάρκεια τού ταξιδιού, στον τύπο τού ταξιδιού, στο πώς θέλεις να περάσεις τις εβδομάδες που δεν δουλεύεις, στο πόσο καλά έχεις... γυρίσει ήδη αυτό το κομμάτι τού πλανήτη, ακόμα και στο πόσο... “παράξενος” είσαι. Αναρωτιέμαι πόσοι εξ υμών έχετε πάει στην Εσθονία, και πολύ περισσότερο, πόσοι πήγατε στη Νάρβα, στα σύνορα με Ρωσία (μια γέφυρα περνάς, κι είσαι απέναντι). Το 2003 πήγα δύο φορές στην Εσθονία, καλοκαίρι και χειμώνα, τη Νάρβα δεν την είχα ούτε ακουστά, όμως είδα ένα φρούριο σε ένα εσθονικό χαρτονόμισμα, η φίλη μου στο Τάλιν μού είπε ότι έπρεπε να πάω στη Νάρβα για να το δω, και... πήγα(με). Έτσι. Απλά. Επειδή μου καρφώθηκε να δω κάτι που είχα δει στο χαρτονόμισμα. Ο καθένας με τις φλασιές του...

Αυτήν την εβδομάδα έχω λιγότερη δουλειά, κι έχω σκοπό να αφιερώσω χρόνο να τακτοποιήσω τις φωτογραφίες των τελευταίων εφτά εβδομάδων. Γράφω, γράφω, γράφω για Ασουνσιόν, αλλά... δέκα φωτογραφίες θα ήταν... πολύχρωμο διάλειμμα από τα κατεβατά μου.


Μπηχτές, υπόκλιση, και ενημέρωση

Σκόρπια σχόλια...

Στο προηγούμενο κείμενο ανέφερα τις εργασίες που γίνονταν στο πεζοδρόμιο μπροστά στο Lido Bar, μαγαζί-θεσμός στην Ασουνσιόν. “Μαγαζί-θεσμός”; Το 2009, πριν φθάσω στην Ασουνσιόν, επικοινώνησα με τρία άτομα μέσω Couchsurfing. Και τα τρία μού πρότειναν να συναντηθούμε εκεί, οπότε... ναι, “θεσμός” στην Ασουνσιόν.

Ανέφερα ότι τα πεζοδρόμια είναι ευθύνη των ιδιοκτητών (καταστημάτων και σπιτιών), ότι ο Δήμος δεν... χολοσκάει, δεν ασχολείται με τέτοια “επουσιώδη” ζητήματα όπως η θλιβερή κατάσταση των πεζοδρομίων (“desastroso” χαρακτήρισε το “estado de veredas” μία εφημερίδα τις προάλλες). Τους πήρε πάνω από δύο βδομάδες, όμως τα περίπου 15 τετραγωνικά μέτρα ακριβώς στη γωνία τού Lido Bar είναι – επιτέλους – έτοιμα...

Σε προηγούμενα κείμενα δεν έχω κρύψει (κάθε άλλο...) το πόσο “βαριά” μού... κάθονται κάποια – εεεεε... Μάλλον “αρκετά” - πράγματα στην Ασουνσιόν, οπότε δεν θα παρεξηγούσα κάποιον αν έμενε με την εντύπωση πλέον ότι “τη λέω” στους Παραγουανούς σε κάθε ευκαιρία, ακόμα κι όταν δεν τους “αξίζει”. Σας διαβεβαιώ όμως ότι αν αυτές τις γραμμές τις έγραφε η ιδιοκτήτρια του σπιτιού στο οποίο πέρασα τον πρώτο μήνα μου στην πόλη, θα έγραφε πολύ χειρότερα για την... εργασιακή νοοτροπία των Παραγουανών.

Εξηγούμαι...

Έναν μήνα, την Αναλία την άκουσα να μιλάει πολλές φορές στο τηλέφωνο με “συνεργάτες” της. Είναι αρχιτέκτονας, “τρέχει” κοντά στα δέκα projects αυτόν τον καιρό, και σε κάθε ένα έχει αναθέσει τη δουλειά σε κόσμο που λίγο-πολύ εμπιστεύεται. Το πρόβλημα είναι ότι δουλειά που μπορεί να γίνει σε... έναν μήνα, στην Ασουνσιόν παίρνει πολύ-πολύ-πολύ περισσότερο, και βασικός λόγος δεν είναι η έλλειψη χρηματοδότησης, αλλά το πόσο... “χαλαροί” είναι οι Παραγουανοί στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Πολλές ημέρες, εργάσιμες ημέρες, όχι αργίες, δεν γίνεται δουλειά, επειδή... βάλτε τη φαντασία σας να δουλέψει, σκεφτείτε δέκα γελοίους λόγους, κι είμαι βέβαιος ότι οι περισσότεροι βρίσκουν συχνά εφαρμογή στην Ασουνσιόν.

Τα ίδια – και πολλά περισσότερα – άκουσα από τους Παραγουανούς στο χόστελ, στο οποίο “μετακόμισα” αρχές Μαρτίου. Για να καταλήξω, “σκληρά εργαζόμενος” είναι δύο λέξεις που δεν θα έβαζα δίπλα στη λέξη “Παραγουανός”. Δίπλα στις λέξεις “Γουατεμαλτέκος” και “Βολιβιανός”, ναι. Πριν το “Παραγουανός”, όχι, κι αναφέρομαι φυσικά στον μέσο Παραγουανό, Γουατεμαλτέκο, Βολιβιανό, χωρίς – προφανώς – να βάζω ολόκληρο τον πληθυσμό μίας χώρας στο ίδιο τσουβάλι.

Επίσης σε προηγούμενο κείμενο ανέφερα την Κοστανέρα, το... παραποτάμιο “μέτωπο” της πόλης, “το μόνο κομμάτι τής Ασουνσιόν που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι είσαι σε περιποιημένη πόλη”. “Όπως πετάει το κοράκι” (που λένε), η Κοστανέρα είναι περίπου 500 μέτρα από το χόστελ. Για να φθάσω όμως εκεί, πρέπει να περπατήσω κάτι περισσότερο από δύο χιλιόμετρα, επειδή η περιοχή ανάμεσα στο χόστελ και το ποτάμι είναι ουσιαστικά απροσπέλαστη.

Η “Τσακαρίτα” είναι μία... ξεχωριστή πόλη, σφηνωμένη μεταξύ τού κέντρου τής Ασουνσιόν και του ποταμού. Έχουν σχολεία, γήπεδα, εκκλησία, όμως ουσιαστικά πρόκειται για παραγκούπολη. Φανταστείτε στη Θεσσαλονίκη το κέντρο να τελειώνει στην Εγνατία, να μένεις στη Βενιζέλου, και για να φθάσεις στον Θερμαϊκό, να χρειάζεται να περπατάς μέχρι τον Λευκό Πύργο, επειδή όλη η περιοχή μεταξύ Βενιζέλου-Εγνατίας-Νίκης είναι παραγκούπολη.

Είναι... σουρεαλιστικό. Η παραποτάμια Ασουνσιόν έχει τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της ουσιαστικά αποκομμένη από το ποτάμι, επειδή καμία Κυβέρνηση τις τελευταίες δεκαετίες δεν ασχολήθηκε σοβαρά-σοβαρά να εξασφαλίσει στις οικογένειες που ζουν στην Τσακαρίτα αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης κάπου αλλού, δίνοντας τη συγκεκριμένη περιοχή πίσω στην πόλη, σε όλους.

Τέλη Φεβρουαρίου είχα μία πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με ένα ζευγάρι Γάλλων, ιδιοκτήτες χόστελ στην Ασουνσιόν. Πριν από μια πενταετία, όταν αποφάσισαν να ανοίξουν το χόστελ, πήγαν στον Δήμο και στο αρμόδιο υπουργείο, και ρώτησαν για τα σχέδια της πόλης/Κυβέρνησης για τα επόμενα δέκα χρόνια, ποιες περιοχές θα οικοδομηθούν, πώς, τι θα γίνει με την Τσακαρίτα συγκεκριμένα. Όλες οι πληροφορίες ήταν διαθέσιμες, κάτι που τους προκάλεσε ευχάριστη έκπληξη. Σε τι ποσοστό έχουν προχωρήσει τα σχέδια πέντε χρόνια τώρα; Η σωστή ερώτηση κάποιου θα ήταν, “έχουν αρχίσει να υλοποιούν τα σχέδια;” Αυτή θα ήταν η σωστή ερώτηση, με... προφανή απάντηση.

Bottom line, ξανά, τα πράγματα στην Ασουνσιόν γίνονται αργάαααα, βααασααανιιιστιιικάααα αργάααα, κάτι που ενοχλεί λιγότερο τους “παλιούς”, κόσμο που έχει γεννηθεί εδώ, έχει μεγαλώσει εδώ, έχει ζήσει όλη τη ζωή του εδώ, και πολύ περισσότερο κόσμο που είναι σχετικά “φρέσκος” στην πόλη, ή, ντόπιους που έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό, κι έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι ΠΟΛΥ καλύτερα, σε πολλούς τομείς, χωρίς απαραίτητα να ξοδευτούν δισεκατομμύρια γκουαρανίες. Πολιτική βούληση είναι αυτό που λείπει κατά 90%, όχι χρήματα.

Γράφω για τα... στραβά τής Ασουνσιόν, αλλά υπάρχουν και πράγματα που ζηλεύω, και με κάνουν να ντρέπομαι για τη δική μου χώρα. Στο “Κλάσικο” της πόλης/χώρας, το ποδοσφαιρικό ντέρμπι μεταξύ Ολίμπια και Σέρρο Πορτένιο, κάθε ομάδα είχε το δικό της “πέταλο” για τους πιο “εκδηλωτικούς” οπαδούς της, όμως η κεντρική κερκίδα και η ακριβώς απέναντι, ήταν 50-50. Εγώ πήγα απέναντι από την κεντρική. Όχι μόνο δεν υπήρχε “νεκρή ζώνη” μεταξύ των μεν και των δε, όχι μόνο δεν υπήρχαν άδεια καθίσματα για 10-15 μέτρα, αλλά δεν υπήρχε ούτε καν αστυνομία(!). Στο σημείο όπου οι της Ολίμπια κάθονταν δίπλα στους της Σέρρο Πορτένιο, ο χώρος ήταν γεμάτος από μικτά ζευγάρια, ακόμα κι ολόκληρες οικογένειες, με τον μπαμπά και τον γιο για παράδειγμα με φανέλες τής Ολίμπια, και τη μαμά με την κόρη με φανέλες τής Σέρρο.

Το δικό μου εισιτήριο ήταν για την πλευρά τής Ολίμπια, όμως “είχαμε” πολύ περισσότερο κόσμο από τη Σέρρο, και στο ημίχρονο, οι “δικές μας” τουαλέτες ήταν γεμάτες. Δοκίμασα την πρώτη τουαλέτα στην πλευρά τής Σέρρο, και... ναι, όχι μόνο μπόρεσα να περάσω από τη μια πλευρά στην άλλη και να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα “τους”, αλλά είδα κι άλλους με φανέλα τής Ολίμπια να κάνουν το ίδιο.

Πριν το παιχνίδι, όλοι πήραμε τους ίδιους δρόμους για να φθάσουμε στο γήπεδο, και περπατούσαμε δίπλα-δίπλα. Μετά το παιχνίδι, αν και υπήρχε νικητής (στις ισοπαλίες τα πράγματα είναι κατά κανόνα πιο ήρεμα, παντού στον κόσμο), πάλι όλοι μαζί φύγαμε, με την αστυνομία να έχει διακριτική παρουσία μόνο στα πέταλα, εκεί που πηγαίνουν κάποιοι που έχουν όντως πρόθεση να κάνουν μανούρα.

Γενικά, η όλη εμπειρία με έκανε να ντραπώ για εμάς, για το πόση καφρίλα βασιλεύει στα ελληνικά γήπεδα, για το ότι πέρσι, την ημέρα τού τελικού τού Κυπέλλου, άνοιξα τον υπολογιστή στο Γερεβάν (εκεί ήμουν, Αρμενία), κι η πρώτη εικόνα ήταν μία τεράστια κερκίδα, απέναντι από την κεντρική, άδεια. Ντροπή. Έληξε το παιχνίδι, είχε κερδίσει η ομάδα μου, κι έκλεισα τον υπολογιστή αμέσως, ούτε καν την απονομή περίμενα να δω (στο ημίχρονο είχα διαβάσει τι είχε συμβεί πριν το παιχνίδι, και ξενέρωσα/αηδίασα ακόμα περισσότερο).

Κλείνω σήμερα με... ενημέρωση. Πριν από λίγες ημέρες, αποφάσισα οριστικά για το πότε και πώς θα φύγω από την Ασουνσιόν, και πού θα πάω. Θα δω τη φάση των ομίλων τού Μουντιάλ εδώ, 28 Ιουνίου θα είμαι στο Φοζ (Βραζιλία, ακριβώς μετά τα σύνορα, κοντά στους καταρράκτες τού Ιγκουασού), και 29 θα πετάξω για Ρίο ντε Ζανέιρο. Θα δω εκεί το δεύτερο μισό τού Μουντιάλ, και η ιδέα είναι να εξαντλήσω τις 90 μέρες που έχω δικαίωμα να περάσω στη Βραζιλία, είτε περνώντας και τους τρεις μήνες στο Ρίο, είτε μοιράζοντας το τρίμηνο σε δύο-τρεις πόλεις. Βλέποντας και κάνοντας. Ένα μαρτύριο η ζωή μου(...), γεμάτη βασανιστικά διλήμματα(...) του στιλ, “να περάσω τρεις μήνες στο Ρίο, ή ενάμιση μήνα εκεί, κι ενάμιση μήνα στο Σαλβαντόρ, στην Μπαΐα;” Για λύπηση είμαι, και σίγουρος ότι με συμπονάτε(...).

Πάνε 40 μέρες από το τελευταίο κείμενό μου, δεν έχω ιδέα πότε – και αν – θα ξαναγράψω από Ασουνσιόν, οπότε... αρχίζω με σχόλια, κι όποιος αντέχει διαβάζει μέχρι το τέλος.

Πριν από τρεις-τέσσερις εβδομάδες “είχαμε” εκλογές. Για κάποιον λόγο, κάθε φορά που είμαι κάπου κι υπάρχουν εκλογές, ειδικά σε χώρες που περνάω πολύ χρόνο, το θέμα μού κεντρίζει το ενδιαφέρον. Διαβάζω, κυκλοφορώ, ρωτάω, ενημερώνομαι. Από όλα όσα μου τράβηξαν την προσοχή, μοιράζομαι κάποια.

H αποχή ήταν σχεδόν 40%(!). Ειδικά οι “νέοι”, μέχρι 35 ετών, “κραύγασαν” δια της απουσίας τους. Αν ήταν κόμμα, θα είχαν βγει δεύτεροι(!), με μικρή διαφορά από το πρώτο.

Ο... κανόνας σε εκλογές, σε χώρες με έντονα προβλήματα, είναι να βλέπεις κόσμο να παλεύει να βελτιώσει την κατάσταση, να επιφέρει κάποια αλλαγή. Είναι οι λιγότερο προνομιούχοι, εκείνοι που... get screwed από το υπάρχον καθεστώς, ειδικά σε χώρες που το πολιτικό τοπίο έχει μείνει απαράλλαχτο επί δεκαετίες, κι αν δεν είσαι από τους “βολεμένους”, είσαι από τους screwed. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, είδα αμέτρητα αυτοκίνητα με stickers μπροστά, πίσω, στα πλάγια, με το όνομα του υποψηφίου τού κόμματος που ήταν ήδη στην εξουσία. Είδα ελάχιστα αυτοκίνητα με stickers που προέβαλαν την υποψηφιότητα άλλων, και το ακόμη πιο ενδιαφέρον ήταν ότι στη συντριπτική-συντριπτική πλειοψηφία τους, τα αυτοκίνητα ήταν... SUV, “θηρία”, με φιμέ τζάμια. Ελάχιστα “σαραβαλάκια” είδα με stickers που είχαν το όνομα αντιπολιτευόμενων υποψηφίων. Με άλλα λόγια, εκείνοι που... έκαναν εκστρατεία στην Παραγουάη, πριν τις εκλογές, δεν ήταν οι “μη έχοντες”, οι περιθωριοποιημένοι, εκείνοι που είχαν λόγο να θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα, αλλά οι “έχοντες”, οι “βολεμένοι”, εκείνοι που είχαν κάθε λόγο να ΜΗΝ αλλάξουν τα πράγματα.

Την επομένη των εκλογών, ένας τίτλος εφημερίδας ήταν “Los de siempre”. Ο τίτλος είχε να κάνει με το ποιοι εκλέχθηκαν. Έξι νέα πρόσωπα στο κοινοβούλιο. Έξι. Μόλις. “Los de siempre”, σε... ελεύθερη μετάφραση, σημαίνει “οι ίδιοι και οι ίδιοι”. Έτσι ήταν/είναι. Οι Παραγουανοί γκρινιάζουν για τη διαφθορά, για την έλλειψη θέσεων εργασίας που να πληρώνουν καλά, για το ένα, για το άλλο, αλλά την ώρα που έχουν την δυνατότητα να κάνουν κάτι για να αλλάξουν τα πράγματα, γράφουν την ευκαιρία κάπου μεταξύ του αφαλού και των γονάτων τους...

Ομολογώ ότι κι εγώ έχω “αρνηθεί” να ψηφίσω στην Ελλάδα σε περιπτώσεις που αισθανόμουν ότι κανείς υποψήφιος δεν άξιζε την ψήφο μου, όμως δεν είναι όλες οι εκλογές, παντού στον κόσμο, “χαμένες υποθέσεις”. Ο κόσμος ΜΠΟΡΕΙ να επιφέρει αλλαγές, ακόμα και σε χώρες που φαντάζει απίθανο. Ίσως ξέρετε τι συνέβη πρόσφατα στην Αρμενία, στην οποία οι – ιστορικές – αλλαγές δεν προκλήθηκαν από εκλογές, αλλά από μαζική κινητοποίηση κόσμου. Στη Μαλαισία, πριν από μια βδομάδα, το α-δι-α-νό-η-το συνέβη, έχασε τις εκλογές ο συνασπισμός που είχε μετατρέψει, 61 χρόνια τώρα, τη χώρα σε τσιφλίκι του (η ειρωνεία είναι ότι έχασαν από τον άλλοτε ηγέτη τους, 92 ετών σήμερα, που σιχάθηκε το παλιό κόμμα του και συνεργάστηκε με ηγέτη τής αντιπολίτευσης που έστειλε ο ίδιος στη φυλακή πριν από 20 χρόνια!!).

Για να καταλήξω, στην Παραγουάη επικρατεί ακόμα αυτό που διάβασα πρόσφατα σε ένα βιβλίο που γράφτηκε πριν από 15 χρόνια, “έλλειψη οργής”. Υπάρχει γκρίνια, υπάρχει παράπονο, αλλά δεν βλέπεις... οργή, δεν βλέπεις κόσμο να παθιάζεται για να αλλάξει τα πράγματα. Στα μάτια μου, ο μέσος Παραγουανός, για χίλιους-δύο λόγους που έχουν να κάνουν με την ιστορία τής χώρας, μέχρι και αρχές τού αιώνα που ζούμε, είναι “θύμα”, πρόθυμο “θύμα”.

Το... αρχηγείο τού κόμματος που βγήκε πρώτο, βρίσκεται στον δρόμο που είναι παράλληλος προς τον δρόμο τού χόστελ “μου”, στο ίδιο ύψος. Αργά το βράδυ, όταν βεβαιώθηκαν ότι είχαν νικήσει, έκλεισαν τον δρόμο, είχαν στήσει σκηνή νωρίτερα, και περίμεναν τον αρχηγό να εμφανιστεί για να το γιορτάσουν. Πήγα. Ήθελα να δω πώς ήταν. Μαζεύτηκαν... 500 άτομα; Το πολύ. Τι άτομα; Άτομα που πάρκαραν στους γύρω δρόμους τα SUV τους, δίνοντας κάτι ψιλά στους δεκάδες “trapitos” που... δούλεψαν καλά εκείνο το βράδυ. Καλοντυμένες κυρίες με δυνατά αρώματα, καλοντυμένοι κύριοι με επίσης δυνατά αρώματα, και φυσικά, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, λευκοί, λευκοί-λευκοί. Για πέντε – τουλάχιστον – ακόμα χρόνια (οι επόμενες εκλογές είναι το 2023), θα έχουν το κεφάλι τους ήσυχο...

Τώρα που το σκέφτομαι, αν η Παραγουάη είχε “Goin’ Through”, θα μπορούσαν να γράψουν όχι ΕΝΑ “Buenas noches, Paraguay” (στο στιλ τού “Καληνύχτα, Ελλάδα”), αλλά να κυκλοφορήσουν ολόκληρο CD με παρόμοια τραγούδια...

“Trapitos” (τραπίτος) είναι εκείνοι που “προσέχουν” παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Πολλοί είναι άστεγοι, που περνούν όλη τη μέρα, κάθε μέρα, στο ίδιο σημείο, στον ίδιο δρόμο, στο ίδιο τετράγωνο, με ένα βρόμικο πανί στο χέρι, “προσέχοντας” τα αυτοκίνητα που είναι παρκαρισμένα στην περιοχή “τους”.

Πριν από λίγες ημέρες, η Παραγουάη γιόρτασε 207 χρόνια ανεξαρτησίας. Εννοείται ότι διοργανώθηκε “μεγαλειώδης” παρέλαση, στρατιωτική, στην Κοστανέρα, το παραποτάμιο μέτωπο της πόλης.

Μεταξύ εκείνων που παρέλασαν ήταν μέλη τού “Grupo Lince”. Πρόκειται για... επίλεκτο σώμα τής αστυνομίας, για το οποίο οι Παραγουανοί είναι Περήφανοι, με το “Π” κεφαλαίο. Σε μία χώρα στην οποία ο μέσος πολίτης βλέπει τον μέσο αστυνομικό σαν... πηγή προβλημάτων από την οποία καλά θα κάνει να μείνει όσο πιο μακριά γίνεται, οι του Grupo Lince είναι... ήρωες, γενναίοι, “καθαροί”.

Προσωπικά, μοτοσικλετιστές Lince έχω δει πέντε φορές. Και τις πέντε, τα είχαν βάλει με κάτι πιτσιρικάδες, μαστουρωμένους, τους οποίους μεταχειρίζονταν με άσκοπη δύναμη, μια και τα τυπάκια ήταν ήδη... αλλού, χαμένα στον κόσμο τους. Σε μένα, το να έχεις “επίλεκτους αστυνομικούς” να ασχολούνται με μαστουρωμένους εφήβους φαντάζει γελοίο. Ως “επίλεκτοι”, θα έπρεπε να αφιερώνουν τον χρόνο τους αλλού, αλλά... οι Παραγουανοί τούς λατρεύουν. “Ακολουθώ” δέκα οπαδούς τής Σέρρο Πορτένιο στο Τουίτερ, κι άλλους τόσους της Ολίμπια, για να ξέρω τι “παίζει” μεταξύ τους (είναι οι δύο μεγαλύτερες ομάδες τής χώρας). Όλοι τους είναι... νορμάλ άτομα, δεν είναι... πυροβολημένοι, κάθε φορά που σχολιάζουν μη ποδοσφαιρικά ζητήματα αισθάνομαι ότι... έχουν το μυαλό εντός τού κεφαλιού τους, δεν είναι κάφροι, και στην πλειοψηφία τους έχουν σχολιάσει κολακευτικά διάφορα που έχουν κάνει οι του Grupo Lince, οπότε δεν έχω λόγο να αμφισβητώ το έργο τους, άσχετα αν εγώ τους έχω πετύχει μόνο σε... ανούσια σκληρή μεταχείριση ανήλικων ναρκομανών.

Then again, οι Παραγουανοί έχουν τον πήχη των προσδοκιών τους πολύυυυυ χαμηλά... Δύο Lince έγιναν πρώτο θέμα σε εφημερίδες και στην τηλεόραση επειδή στο τέλος τής καταδίωξης ενός ληστή, βλέποντάς τον να βουτάει στο ποτάμι, καβάλησαν ένα κανό που ήταν δεμένο εκεί κοντά, και τον συνέλαβαν μέσα στο νερό. Μπράβο τους, καλή δουλειά, αλλά... ο κόσμος το χειροκρότησε λες και είχαν μπουκάρει σε φλεγόμενο κτήριο για να σώσουν βρέφη. Το ότι οι Παραγουανοί ήταν ΤΟΣΟ έτοιμοι να αποθεώσουν αστυνομικούς για κάτι ΤΕΤΟΙΟ, εμένα μου “είπε” ότι ο κόσμος είναι πρόθυμος να κάνει Θεό έναν αστυνομικό για το absolute minimum. Σου δίνει μια ιδέα τού πόσο άχρηστοι (αδιάφοροι, διεφθαρμένοι) είναι οι “απλοί” αστυνομικοί εδώ...

Επιστρέφοντας στα της παρέλασης, το “κλου” για μένα ήταν ένας του Grupo Lince, πάνω σε μηχανή, πλάτη-πλάτη με τον οδηγό, που παρέλασε κρατώντας ένα κουτάβι (ΩΩΩωωωωωω... Σούπερ χαριτωμένο, μέχρι κι εγώ το ομολογώ).

Διακοπές ρεύματος είχαμε από τότε που ήρθα, τέλη Ιανουαρίου, αλλά υπάρχουν βδομάδες που η κατάσταση... ξεφεύγει. Ναι, η Παραγουάη τού τιτάνιου Ιταϊπού, του υδροηλεκτρικού φράγματος στον Παρανά, το ποτάμι που χωρίζει την Παραγουάη από τη Βραζιλία, η Παραγουάη που θα έπρεπε να έχει ενέργεια να... φάνε και οι κότες, η Παραγουάη που θα έπρεπε να έχει ΤΟΣΗ ενέργεια που το κόστος της για τους πολίτες της θα έπρεπε να είναι ψίχουλα, ΑΥΤΗ η Παραγουάη, αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα, σταθερά, ακόμα και μετά την κατασκευή τού φράγματος. Επιπλέον, το κόστος τής ηλεκτρικής ενέργειας στην Παραγουάη είναι ασύγκριτα υψηλότερο από άλλες χώρες που μετά βίας παράγουν δική τους ενέργεια. Πώς είναι δυνατόν;

Ένα ελάχιστο ποσοστό τής ενέργειας που παράγεται στο φράγμα και αντιστοιχεί στην Παραγουάη, διατίθεται για εγχώρια χρήση. Η Παραγουάη, όσο γελοίο κι αν αυτό φαντάζει (με δεδομένο ότι δεν καλύπτει τις ανάγκες της στο έπακρο), ΠΟΥΛΑΕΙ ενέργεια, και εκείνη που διατίθεται για την κάλυψη των αναγκών των δικών της πολιτών είναι μη επαρκής, κι άρα, ακριβή. Συγχαρητήρια, Παραγουάη...

Φέτος είναι η πρώτη χρονιά που η ποδοσφαιρική ομοσπονδία τής χώρας διοργανώνει το Copa Paraguay, κάτι σαν το δικό μας Κύπελλο Ελλάδας. Η ιδέα ήταν να δοθεί η ευκαιρία σε ομάδες εκτός Ασουνσιόν, μικρές ομάδες, να... διευρύνουν τους ορίζοντές τους, να παίξουν εναντίον μεγαλύτερων ομάδων, από άλλες περιοχές τής χώρας. Μόνο που είχαν υπολογίσει χωρίς την τεταρτοκοσμική κατάσταση των “δρόμων” που ενώνουν πολλές πόλεις/χωριά. Ομάδες έχουν “κολλήσει” στη μέση του πουθενά πηγαίνοντας από το Α στο Β, με λεωφορεία τής κακιάς ώρας, ποστάροντας στο Τουίτερ φωτογραφίες με τους παίκτες να προσπαθούν να ξεκολλήσουν το λεωφορείο τους από τη λάσπη. Ναι, μεγάλο-μεγάλο-μεγάλο ποσοστό των δρόμων στην Παραγουάη, είναι ακόμα χωμάτινοι, και μετά από δυνατή βροχή, πολύ απλά, οι δρόμοι γίνονται απροσπέλαστοι. Συγχαρητήρια ξανά, Παραγουάη...

Αισθάνομαι ότι... αφήνομαι να πέσω ξανά στην ίδια “παγίδα” που έχω πέσει και σε προηγούμενα κείμενα, “κράζοντας” την Παραγουάη για κάθε πιθανό και απίθανο λόγο. Είναι όμως ότι... η χώρα μού δίνει αμέτρητα ερεθίσματα...

Από την άλλη, σκεφτόμουν αυτές τις ημέρες τι θα μου λείψει από την Ασουνσιόν, όταν φύγω, 27 Ιουνίου, βράδυ. Τι θα μου λείψει; Η ατμόσφαιρα στα γήπεδα, ειδικά σε εκείνα της Σέρρο Πορτένιο και της Ολίμπια, που μαζεύουν περισσότερο κόσμο. Ειδικότερα, θα μου λείψουν κάτι πεντάλεπτα που οι γηπεδούχοι πιέζουν, κερδίζουν δύο κόρνερ συνεχόμενα, χάνουν δύο ευκαιρίες τη μία μετά την άλλη, εκείνα τα πεντάλεπτα που χιλιάδες και χιλιάδες κόσμου χοροπηδάει, κραυγάζει, πιάνει από τον ώμο όποιον βρίσκεται δίπλα του, γνωστούς και αγνώστους, τραγουδάει, ουρλιάζει, φουσκώνουν οι φλέβες τους, κοκκινίζουν τα πρόσωπά τους, τρελαίνονται... Κι αν νομίζετε ότι περιγράφω το τι συμβαίνει μόνο στις κερκίδες των “φανατικών”, λάθος. Προφανώς στα γήπεδα πηγαίνουν κάθε λογής “πυροβολημένοι”, αλλά τα γήπεδα στην Παραγουάη έχουν αμέτρητες οικογένειες, από μωρά μέχρι παππούδες, αμέτρητες γυναίκες, ξανά, από μωρά μέχρι γιαγιάδες (δύο, δίδυμες, γλυκύτατες, ήταν στο video promo τής Σέρρο Πορτένιο για να “πείσει” φιλάθλους να γίνουν μέλη – εκ των οποίων, ένα, είμαι εγώ, έστω και προσωρινά). Η Παραγουάη είναι χώρα στην οποία μία καλοστεκούμενη 60άρα μπορεί να τραγουδάει το ίδιο σύνθημα δίπλα σε ένα τσογλανάκι που από τη φάτσα μπορείς να είσαι βέβαιος ότι η “δουλειά” του είναι μικροκλοπές. Όχι όμως στο γήπεδο. Στο γήπεδο, ειδικά εκείνα τα ονειρεμένα πεντάλεπτα, όλοι είμαστε ένα, ηλικιωμένοι, πιτσιρικάδες, μεσήλικες, γυναίκες, άνδρες, ντόπιοι, “παράξενοι” ξένοι, όλοι στην ίδια κερκίδα που δεν νομίζεις, αλλά όντως πάλλεται (την πρώτη φορά μού φάνηκε υπερβολική η ταλάντωση, όμως... όλα καλά).

Εγώ είμαι διπλά τυχερός, επειδή δεν είμαι ταυτισμένος με μία ομάδα, μπορώ να χοροπηδάω με τους οπαδούς τής Σέρρο το ένα Σαββατοκύριακο, και με τους οπαδούς τής Ολίμπια το άλλο. Προφανώς δεν έχω το ίδιο πάθος που έχουν οι μεν και οι δε για την ομάδα τους, μόνο ο ΠΑΟΚ (και η εθνική ομάδα τής Αργεντινής) με παθιάζει-παθιάζει, αλλά... και μόνο που είμαι εκεί, και συμμετέχω, μου φθάνει. Αυτό, ναι, θα μου λείψει.

Ανέφερα προηγουμένως ένα βιβλίο. Πρόκειται για το “At the tomb of the inflatable pig”. Αν κάποιος ενδιαφέρεται για την Παραγουάη, το προτείνω ανεπιφύλακτα. Κάθε φορά που ταξιδεύω κάπου, ψάχνω βιβλία, και προτεραιότητά μου πάντα είναι εκείνα που έχουν γραφτεί από δημοσιογράφους, κι έχουν να κάνουν με την πρόσφατη ιστορία ενός τόπου, ή, ακόμα καλύτερα, με το... σήμερα-σήμερα. Δεν έχω τίποτα εναντίον “παραδοσιακών” συγγραφέων, αλλά προσωπικά απολαμβάνω περισσότερο βιβλία που έχουν γραφτεί από δημοσιογράφους, που περιέχουν λιγότερη... φανφάρα, περισσότερα στοιχεία, γραμμένα με αυτό που λένε “διεισδυτική ματιά”, right on target, σαν βελάκι νταρτ που πηγαίνει καρφί στο κέντρο. Το συγκεκριμένο βιβλίο το θεωρώ “πολύ καλό” για όσους σχεδιάζουν ταξίδι εδώ, για όσους απλά ενδιαφέρονται για τη χώρα, και ίσως περισσότερο, για όσους έχουν ήδη έρθει και θέλουν να... εμβαθύνουν, ή να τους ξυπνήσουν αναμνήσεις.

Παραμονές ή ανήμερα του τελικού τού Τσάμπιονς Λιγκ, 25-26 Μαΐου, μπήκα σε ένα ελληνικό αθλητικό σάιτ κι έπεσε το μάτι μου στην ανταπόκριση του απεσταλμένου τους στο Κίεβο (εκεί έγινε το παιχνίδι). Στον τίτλο, χαρακτήριζε την πόλη “καταθλιπτική”. Η αυθόρμητη αντίδρασή μου ήταν να τον βρίσω(!), όμως αμέσως μετά σκέφτηκα ότι όλα τα “Γαλλικά” με τα οποία τον στόλισα, εγώ τα “αξίζω” πολλαπλασιασμένα επί του δέκα για τη μνημειωδώς λανθασμένη επιλογή μου (εκ του αποτελέσματος κρίνοντας) πρώτα να έρθω στην Ασουνσιόν, και μετά να με “αναγκάσω” να μείνω πέντε ολόκληρους, ατελείωτους, από ένα σημείο και μετά αυτοκαταστροφικούς, μήνες εδώ...

Προσωπικά, το Κίεβο το λατρεύω, κι έχω γράψει σε κείμενα σε άλλες ιστορίες ακριβώς γιατί το θεωρώ όμορφο, επιβλητικό, σαγηνευτικό, κι άλλα κλισέ επίθετα που λατρεύουμε να περιλαμβάνουμε σε περιγραφές πόλεων/γενικά ταξιδιωτικών προορισμών. Για μένα, το Κίεβο ticks τόσα πολλά boxes που το έχω στην κορυφή τής λίστας των πόλεων που σκέφτομαι να περάσω το εξάμηνο Απρίλιος-Σεπτέμβριος 2019 (αν είμαι στην Ευρώπη). Μεταξύ Οκτωβρίου και Μαρτίου, κι ειδικά μεταξύ Νοεμβρίου και Φεβρουαρίου δεν θα ξαναπήγαινα (για περισσότερες από δύο-τρεις ημέρες) ακόμα κι αν μου έδιναν δωρεάν σουίτα στο Ουκραγίνα, με θέα στην κεντρική πλατεία, αλλά από τον Απρίλιο και μέχρι τον Σεπτέμβριο, το Κίεβο το θεωρώ... χαρά Θεού.

Σκέφτηκα λοιπόν σήμερα να γράψω τι αρέσει σε άλλους στην Ασουνσιόν. Αυτή είναι μία κουβέντα που κάνω με τους περισσότερους που περνούν από το χόστελ, μένοντας εδώ δύο-τρεις ημέρες, αλλά και με τα παιδιά που μένουν εδώ για βδομάδες, μήνες (δεν είμαι ο μόνος... παράξενος).

Ένας Βραζιλιάνος από την Μπαΐα, μαύρος, πλανόδιος πωλητής, βασικά χίπης, πέρασε βδομάδες στην Ασουνσιόν επειδή του άρεσε ο κόσμος, το ότι δεν αισθανόταν ότι οι Παραγουανοί τον κοιτούσαν κι έβλεπαν έναν μαύρο που θα προτιμούσαν να μην τον έβλεπαν τριγύρω τους, αλλά του μιλούσαν με σεβασμό, κάτι στο οποίο φαινόταν μη συνηθισμένος στη χώρα του.

Μία Βραζιλιάνα από το Μανάους, 58άρα που φαίνεται 40άρα, ήρθε στην Ασουνσιόν πριν από τρεις μήνες βγαίνοντας για πρώτη φορά στη ζωή της από τη Βραζιλία, αηδιασμένη από... διάφορα, εκεί. Η Ασουνσιόν τής αρέσει τόσο, λόγω κόσμου, λόγω του σεβασμού με τον οποίο την αντιμετωπίζουν, που άρχισε ήδη τη διαδικασία για να βγάλει παραγουανική cédula, ταυτότητα. Σε αντίθεση με άλλες (μάλλον όλες τις υπόλοιπες) χώρες στη νότια Αμερική που στο κάνουν πολύ δύσκολο να γίνεις πολίτης τους, με δικαιώματα και υποχρεώσεις, η Παραγουάη, χωρίς να στο κάνει και... παιχνιδάκι, έχει γενικά φήμη χώρας που “διευκολύνει” κόσμο να αποκτήσει δεύτερη υπηκοότητα. Η γραφειοκρατία σπάει κόκαλα, αν δεν δώσεις μπαχτσίσι κάτω από το τραπέζι σού βγάζουν την πίστη, αλλά γενικά, επαναλαμβάνω, είναι εφικτό να βγάλεις cédula εδώ, πολύ πιο εφικτό απ’ ότι σε άλλες χώρες στη νότια Αμερική.

Πιτσιρικάς Βραζιλιάνος, φοιτητής ιατρικής, γκέι, το άτομο με το οποίο πέρασα περισσότερη ώρα μιλώντας και κάνοντας χαβαλέ τον ενάμιση μήνα που περάσαμε μαζί στο χόστελ (μετά μετακόμισε σε διαμέρισμα με άλλους Βραζιλιάνους φοιτητές), βρήκε στην Ασουνσιόν την “ήσυχη” πόλη που χρειαζόταν για να αφοσιωθεί στο διάβασμα, μετά από αμέτρητες εξαλλοσύνες στην Κολομβία, στην οποία οι γονείς του τον έστειλαν πρώτα για να σπουδάσει, μέχρι που τον... “μετέθεσαν δυσμενώς” στην Ασουνσιόν, διαπιστώνοντας ότι στο Μεντεγίν ο τύπος το μόνο που ΔΕΝ έκανε ήταν να σπουδάζει.

Βέλγος, άτομο με το οποίο ήρθαμε πολύ κοντά λόγω ενός σοβαρού προσωπικού ζητήματός του που μοιράστηκε μαζί μου κι έπαιξα έναν μικρό ρόλο στο να το... διαχειριστεί, γουστάρει Ασουνσιόν και Παραγουάη γενικά επειδή βλέπει προοπτικές να αρχίσει δική του επιχείρηση, τουριστικό γραφείο, με ειδίκευση σε πακέτα που θα δίνουν την ευκαιρία σε ξένους να ανακαλύπτουν όμορφα μέρη εκτός Ασουνσιόν. Υπάρχουν, αλλά η Ασουνσιόν δεν είναι... Μπανγκόκ, δεν είναι πόλη στην οποία κυκλοφορείς και βλέπεις αμέτρητους τουρίστες να μπαινοβγαίνουν σε τουριστικά γραφεία και να κλείνουν εκδρομές για το τάδε ή το δείνα αξιοθέατο/σύμπλεγμα νησιών/πλωτή αγορά. Οι υποδομές στην Παραγουάη είναι τόσο τεταρτοκοσμικές που ακόμα και οι μικρότερες – χιλιομετρικά – μετακινήσεις σε κάνουν να βλαστημάς την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισες να ξεμυτίσεις από την Ασουνσιόν, όμως τα πράγματα θα ήταν κάπως καλύτερα αν υπήρχε τουλάχιστον κάποιος να διευκολύνει τις μετακινήσεις σου, αντί να εξαρτάσαι από λεωφορεία τής γραμμής.

Εξηντάρης Άγγλος που πέρασε πάνω από μήνα εδώ, ήρθε για πολλοστή φορά, και του αρέσουν οι... χαμηλοί ρυθμοί τής ζωής στην Ασουνσιόν, οι μικρές αποστάσεις (αν έχεις τη βάση σου στο κέντρο), και last but not least, το ότι υπάρχουν πολλές απελπισμένες κοπέλες από το interior, από μέρη που βρίσκονται στη μέση του... παραγουανικού πουθενά, κι έρχονται στην Πρωτεύουσα με την ελπίδα αφενός να βρουν δουλειά, κι αφετέρου να βρουν κάποιον να τις “στηρίξει” οικονομικά(...). Οι κοπέλες δεν είναι πόρνες, αλλά... ας πούμε... “ανταμείβουν” την “οικονομική στήριξη” που τους δίνεται (σε μορφή είτε δώρων, είτε μετρητών).

Αρκετοί πιτσιρικάδες που έχουν περάσει από το χόστελ για πάνω-κάτω μια βδομάδα, χάρηκαν την Ασουνσιόν λόγω του πόσο εύκολο τους φάνηκε να βρουν “παρέα”. Το Tinder πηγαίνει σύννεφο στην πόλη, έχω δει 20άρηδες να είναι όλη την ώρα στο κινητό, να κανονίζουν ραντεβού, και να βγαίνουν από το χόστελ μόνο για να συναντήσουν κοπέλες. Δεν ξέρω μέχρι πού το τραβάνε, αν... go all the way, όμως γενικά, σαν ξένος (όχι όμως Βολιβιανός ή Περουβιανός), εδώ έχεις... πέραση, κι αν κάνεις έστω και υποτυπώδη προσπάθεια να το κυνηγήσεις, “περνάς καλά”.

Βολιβιανός που πηγαινοέρχεται στο χόστελ κάθε τρεις και λίγο (εμπορεύεται μικροπράγματα), λέει ότι στην Ασουνσιόν... ανοίγει το μάτι του. Ναι μεν του είναι δύσκολο (ως Βολιβιανός) να... “βγάλει γυναίκα”, όμως τουλάχιστον... βλέπει δέρμα, ακάλυπτους ώμους, φούστες, ενώ στη μικρή πόλη τής Βολιβίας που κανονικά ζει, οι – αυτόχθονες – γυναίκες δεν είναι του γούστου του.

Γκέι Χιλιανός που... έχει ρίξει άγκυρα στην Ασουνσιόν και δεν τον βλέπω να το κουνάει σύντομα, απολαμβάνει κυρίως το πόσο “gay-friendly” είναι η πόλη. Όχι ότι βλέπεις ομόφυλα ζευγάρια να φιλιούνται στον δρόμο και σε πάρκα, αλλά γενικά... βλέπεις γκέι, εμφανώς γκέι, και των δύο φύλων. Τους βλέπεις να δουλεύουν σε μαγαζιά, ακόμα και σε δημόσιες υπηρεσίες, και πάνω από τέσσερις μήνες τώρα, δεν έχω διαβάσει είδηση για επίθεση σε ομοφυλόφιλο. Προς έκπληξή μου μάλιστα, έμαθα ότι η Ασουνσιόν έχει φήμη προορισμού για γκέι άνδρες, ότι δηλαδή εδώ υπάρχουν συγκεκριμένα μαγαζιά, νυχτερινά, που προσφέρουν ακριβώς το περιβάλλον που ομοφυλόφιλοι ψάχνουν για να βρουν ταίρι. Ιδέα δεν είχα πριν έρθω...

Μεξικάνος που είχε περάσει έναν μήνα (Απρίλιο) στην Αργεντινή, γούσταρε την Ασουνσιόν επειδή λόγω καιρού (αρχές Μαΐου), φόρεσε σορτσάκι μετά από βδομάδες. Ομολογώ ότι αυτό ήταν από τα ελάχιστα που μου άρεσαν κι εμένα την πρώτη βδομάδα μου εδώ, τέλη Ιανουαρίου/αρχές Φεβρουαρίου.

Για να το μαζεύω σιγά-σιγά, είτε το πιστεύετε είτε όχι, από το χόστελ πέρασε κι ένας Ουρουγουανός που ήρθε στην Ασουνσιόν πρώτα και κύρια για τον ίδιο λόγο που έκανε κι εμένα να έρθω, δηλαδή να δει μπάλα, να πάει σε παιχνίδια, ακόμα και να αγοράσει φανέλες ομάδων(!). Μιλάμε... αδελφή ψυχή μου ο τύπος, τον άκουγα να μιλάει, άφωνος εγώ, και με το που τελείωσε του έδειξα τις δικές μου φανέλες (αυτές που είχα όταν ήρθα και τις περισσότερες που αγόρασα εδώ), και τα εισιτήρια των αγώνων που είχα δει μέχρι τότε.

Όσο για τις γυναίκες, το θέμα είναι εντελώς υποκειμενικό, και θα γράψω μόνο τούτο: στη Βενεζουέλα, το 2011 που πέρασα έναν μήνα εκεί, έχασα τα δύο (νομίζω) από τα τρία (νομίζω) γκολ τού πρώτου ποδοσφαιρικού αγώνα που παρακολούθησα εκεί, επειδή χάζευα (με το στόμα ανοικτό, παραμιλώντας, βγάζοντας κάτι αυθόρμητα μακρόσυρτα “πωωωωω...”) τις γυναίκες στην κερκίδα. Στην Ασουνσιόν, για να χάσω γκολ σε γήπεδο χαζεύοντας γυναίκα, έπρεπε να φθάσω στο 16ο παιχνίδι μου εδώ. Περί γούστου...

Πέρσι, έξι μήνες στην Κρακοβία, υποκλινόμουν νοερά στην ομορφιά γυναικών κάθε φορά που έβγαινα από το σπίτι, πριν ακόμα φθάσω στη γωνία τού δρόμου, πολλές φορές πριν ακόμα βγω από το συγκρότημα κατοικιών που έμενα. Στο δε Tesco που πήγαινα συνήθως για ψώνια, πολλές φορές τράκαρα με το καρότσι μου σε ράφια, με το κεφάλι μου να έχει στρίψει 135 μοίρες. Στην Ασουνσιόν, ακόμα και σε σικ καταστήματα με καλλυντικά σε τοπ εμπορικά κέντρα, οι – περισσότερες – κοπέλες που δουλεύουν εκεί μου φαίνονται... πώς να το θέσω... κοπέλες που ακόμη κι αν δεν είχα “αποσυρθεί από τον χώρο”, αν ήμουν δέκα χρόνια νεότερος, ή τουλάχιστον αν αισθανόμουν δέκα χρόνια νεότερος, θα έβγαινα μαζί τους μόνο για καφέ και βόλτα δίπλα στο ποτάμι, για να μιλήσουμε. Τι να πω... Επαναλαμβάνω: περί γούστου...

Πριν αρχίσω να γράφω αυτό το κείμενο, χάζεψα στην τηλεόραση το πρώτο ημίχρονο ενός αγώνα τού τοπικού πρωταθλήματος. Μιλούσε ο relator (εκείνος που κάνει την περιγραφή τού αγώνα) με τον comentarista (τον σχολιαστή, εκείνον που σχολιάζει λεπτομέρειες, χωρίς να περιγράφει ό,τι γίνεται στον αγωνιστικό χώρο). Κάποια στιγμή ο relator ρώτησε έναν από τους ρεπόρτερ τού καναλιού, δίπλα σε πάγκο ομάδας: ¿temperatura? “9”, η απάντηση. Δεύτερη ερώτηση στο καπάκι: “¿sensación térmica?” “6,5”(!!!). Στις πέντε και μισή το απόγευμα, με τον ουρανό να είναι κατράμι από τις πέντε, επειδή νυχτώνει πολύ-πολύ-πολύ νωρίς...

Πώς αισθάνομαι που είμαι σε μία χώρα που κάνει τόσο κρύο (ο καιρός άλλαξε δραματικά τις δύο τελευταίες εβδομάδες) και νυχτώνει τόσο νωρίς, και θα δω το πρώτο μισό τού Μουντιάλ εδώ, βάζοντας όλα τα ψευτοζεστά ρούχα που έχω μαζί μου, με τον ήλιο να δύει λίγη ώρα μετά τη λήξη του τρίτου αγώνα κάθε μέρα (στη φάση των ομίλων, το τρίτο παιχνίδι θα αρχίζει στις δύο το μεσημέρι εδώ, και θα τελειώνει λίγο πριν τις τέσσερις). Πώς αισθάνομαι γι’ αυτό; Όπως οι Βραζιλιάνοι το 2014, μετά το 1-7 από τη Γερμανία στο Μπέλο Οριζόντε. Μέχρι το 0-3 ήταν έκπληκτοι. Μετά, μέχρι το 0-5, ήταν έξαλλοι. Στο 0-6 το γύρισαν στην ειρωνεία (προς του παίκτες τους). Στο 0-7 απλά είχαν πάθει... ανοσία, η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα όρια της έκπληξης, του θυμού, της ειρωνείας.

Υπήρχαν μέρες τώρα τελευταία που σκεφτόμουν πόσο λάθος έκανα με την Ασουνσιόν, επιλέγοντας να περάσω ακόμα και τον Ιούνιο εδώ (το εισιτήριο για Ρίο ντε Ζανέιρο το αγόρασα αρχές Απριλίου, αν θυμάμαι καλά. Είναι non-changeable/non-refundable, οπότε...). Υπήρχαν στιγμές που θύμωσα με τον εαυτό μου, που με μπινελίκιασα άσχημα, όμως ακούγοντας εκείνη τη σύντομη στιχομυθία μεταξύ relator και ρεπόρτερ νωρίτερα, απλά... το προσπέρασα, σαν Βραζιλιάνος στο έβδομο γκολ τής Γερμανίας σε εκείνον τον ημιτελικό... Κατά έναν αρρωστημένο τρόπο, το 0-7 πονάει λιγότερο από το 0-5, τουλάχιστον τη στιγμή που συμβαίνει...

Τεράστιο μάθημα η Ασουνσιόν, τεράστιο, για μένα, για το πώς πρέπει να επιλέγω τα “σπίτια μου” για τα πεντάμηνα/εξάμηνα που περνάω σε κάθε μέρος. Τε-ρά-στι-ο... (όπως κι αυτό το κείμενο, που κόβω – επιτέλους – εδώ).

Ποτέ δεν είχα κόλλημα με τα αυτοκίνητα, μέχρι τα 27 μου καλά-καλά δεν ήξερα να οδηγώ και δεν είχα σκεφτεί καν να “βγάλω” αμάξι, όμως το... παλιό Top Gear, με Jeremy Clarkson, Richard Hammond και James May, ήταν από τις αγαπημένες μου εκπομπές στην τηλεόραση, λόγω του χιούμορ τους, και κυρίως, λόγω των special επεισοδίων τους, από... Παταγονία μέχρι Ιαπωνία, κι από Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι Βιετνάμ. Μάλιστα, το special τους από το Βιετνάμ ήταν εκείνο που για πρώτη φορά με... έβαλε στο τριπάκι να προσθέσω τη χώρα στη λίστα εκείνων που ήθελα, κάποτε, να πάω, και τον μήνα που πέρασα εκεί το 2013 τούς θυμήθηκα – χασκογελώντας – πολλές φορές.

Παρομοίως, δεν έχω κόλλημα με το φαγητό. Με εξαίρεση τη Μαλαισία, στις υπόλοιπες χώρες τρώω... ό,τι να ‘ναι απλά για να μην πεινάω. Δοκιμάζω τοπικές λιχουδιές, ειδικά όταν μου τις προσφέρουν – και θα ήταν αγενές να πω όχι – όμως δεν... καίγομαι. Έστω κι έτσι, πάρα πολλές φορές με έπιασα να απολαμβάνω εκπομπές τού μακαρίτη, πλέον, Anthony Bourdain. Με αφορμή το ότι... “έφυγε” (όπως έφυγε), πέρασα χθες χρόνο βλέποντας σχετικά βίντεο στο YouTube, ειδικά ένα σύντομο “αφιέρωμα” στο CNN, από τον Anderson Cooper.

Κάπου μέσα στο βίντεο, ο Bourdain είπε μεσ’ στις άκρες ότι το φαγητό ήταν το μέσο που τον βοηθούσε να “ανακαλύπτει” τους προορισμούς του, να σπάει τον πάγο με ντόπιους. Κάτι παρόμοιο θεωρώ ότι ισχύει με τους παλιούς παρουσιαστές τού Top Gear, με τη διαφορά ότι εκείνοι χρησιμοποιούσαν την... εμμονή τους με τα αυτοκίνητα, όχι με το φαγητό, για να “ανακαλύπτουν” πτυχές κάθε χώρας που επισκέπτονταν.

Κάνω όοολη αυτήν την εισαγωγή, πριν επαναλάβω κάτι που είμαι βέβαιος ότι έχω αναφέρει και στο παρελθόν, ότι το ποδόσφαιρο για μένα, όταν ταξιδεύω, είναι πρώτα και κύρια οι... υπότιτλοι στην... ταινία “Βολιβία”, “Ιαπωνία”, “Λάο”, “Ουκρανία”, “Παραγουάη”... (η λίστα έχει 46 “ταινίες”, όσες οι χώρες – αφήνοντας στην άκρη την Ελλάδα – στις οποίες έχω δει μπάλα σε γήπεδο). Είναι το... σκαμπό πάνω στο οποίο ανεβαίνω και ισορροπώ για να δω τι υπάρχει πάνω σε μία ντουλάπα, στο βάθος, εκεί που το μάτι μου δεν φθάνει όταν στέκομαι στο πάτωμα. Είναι το κλειδί που ανοίγει πόρτες, που υπό διαφορετικές συνθήκες θα έμεναν κλειστές για μένα.

Όπως, ξανά, είμαι βέβαιος ότι έχω αναφέρει στο παρελθόν, στο εξωτερικό, εκείνο που απολαμβάνω περισσότερο βλέποντας ποδόσφαιρο, δεν είναι αυτό καθεαυτό το... άθλημα, αλλά αυτό που λένε “φολκλόρ” στη Λατινική Αμερική, όσα συμβαίνουν ΓΥΡΩ από το άθλημα, από τους αγώνες.

Παράδειγμα, που “πιάνει” τη χώρα στην οποία είμαι σήμερα, κι εκείνη στην οποία σύντομα θα “μετακομίσω” (και δεν βλέπω την ώρα). Πριν από λίγους μήνες προέκυψε ένα ζήτημα με Παραγουανό παίκτη μίας βραζιλιάνικης ομάδας, της Κορίνθιανς (Άνχελ Ρομέρο). Άρχισε να γίνεται στόχος... “πειραγμάτων”, κάθε άλλο παρά αστείων όμως, κάποιος θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει “λεκτικές επιθέσεις”, ακόμα κι από οπαδούς τής ίδιας της ομάδας του(!), επειδή, βασικά, είναι... Παραγουανός. Από όλα όσα διάβασα σχετικά με το θέμα, τίποτα δεν ξεπερνάει σε “σου βγάζω το καπέλο” βαθμό ΑΥΤΟ: https://www.uol/esporte/especiais/caso-romero-e-preconceito-ao-paraguai.htm#por-que-somos-tao-crueis Είναι γραμμένο από δύο γυναίκες, κι έχει τίτλο “Por que somos tão cruéis?” (Γιατί είμαστε τόσο σκληροί; - εννοώντας “με τους Παραγουανούς”). Με αφορμή λοιπόν το ποδόσφαιρο, διάβασα κάτι που για μένα είναι απείρως πιο ενδιαφέρον από ένα στεγνό κείμενο ιστορίας στη wikipedia η σε κάποιο βιβλίο. Έχει να κάνει ακριβώς με την ιστορία, τη σχετικά πρόσφατη ιστορία τής περιοχής, διενέξεις μεταξύ των δύο χωρών/λαών σε περασμένους αιώνες, κείμενο που... μου άνοιξε τα μάτια στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Δεύτερο παράδειγμα: στην τριτοκοσμική, από αρκετές απόψεις, Παραγουάη, μία πολύ συνηθισμένη λέξη στις ειδήσεις είναι η “femicidio”. Homicidio, όπως και homicide στα Αγγλικά, είναι η δολοφονία. Femicidio είναι η λέξη που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δολοφονία συγκεκριμένα μίας γυναίκας. Στην πολύ... μάτσο Παραγουάη, στην Παραγουάη που η θέση τής γυναίκας είναι τόσο χάλια που θα με έκανε να ντρεπόμουν αν ήμουν Παραγουανός, οι femicidios είναι τόσο συνηθισμένοι που δύσκολα περνούν λίγες ημέρες χωρίς σχετική είδηση στις εφημερίδες.

Παίκτης τής Ολίμπια, της ομάδας που κέρδισε το πρωτάθλημα (Απερτούρα) πριν από λίγες ημέρες (τυπικά το πρωτάθλημα λήγει αύριο, αλλά η Ολίμπια το έχει κερδίσει ήδη, μαθηματικά), ο Rodrigo Burgos, βρέθηκε πριν από μήνες ένοχος για ενδοοικογενειακή βία. Επειδή είναι άνδρας και διάσημος στη χώρα, η “ποινή” του ήταν να περάσει ένα διάστημα σε “περιορισμό”. Μπορούσε να συνεχίσει να παίζει με την Ολίμπια, να προπονείται, να ταξιδεύει εκτός Ασουνσιόν για αγώνες, όμως μετά, έπρεπε να μένει στο σπίτι του, ή στο προπονητικό κέντρο τής ομάδας. Παραβίασε τους όρους, έγραψε στα cojones του τη χαριστική, ουσιαστικά, ποινή που του είχε επιβληθεί, και μόνο τότε, μετά από γενική... κατακραυγή, βρέθηκε δικαστής να διατάξει τη φυλάκισή του.

Στο επόμενο παιχνίδι, δεν θυμάμαι ποιος ήταν που σκόραρε για την Ολίμπια, αλλά στις φωτογραφίες των πανηγυρισμών, αργότερα, τον είδα να κρατάει ψηλά μία φανέλα με το νούμερο και το όνομα του Μπούργος. Αηδία... Αυτό με τη φανέλα, παίκτες το κάνουν όταν συμπαίκτης τους έχει... τραυματιστεί, υποβληθεί σε εγχείρηση, τότε ναι, έχει λογική, του δείχνουν οι συμπαίκτες του ότι είναι στο πλευρό του. Αυτό που έκαναν οι της Ολίμπια με έκανε να ξενερώσω τελείως μαζί τους σαν ομάδα, σαν σύλλογος, σαν... νοοτροπία.

Το ποδόσφαιρο μου άνοιξε τα μάτια και για την... ιδιαίτερη σχέση που έχουν οι Παραγουανοί με τους Αργεντινούς. Ρώτα έναν τυχαίο περαστικό στον δρόμο στην Ασουνσιόν, στο Σαντιάγο, στη Λίμα, στη Λα Πας, στο Κίτο, στην Μπογκοτά, στο Καράκας, οπουδήποτε στη Βραζιλία, τι γνώμη έχει για τους Αργεντινούς, και στη συντριπτική πλειοψηφία τους θα σου πουν τα χειρότερα, επειδή θεωρούν τους Αργεντινούς όχι... κακούς, αλλά πολύ-πολύ-πολύ ενοχλητικούς. Όταν όμως πρόκειται για ποδόσφαιρο, οι Αργεντινοί προπονητές υπογράφουν καλύτερα συμβόλαια στην Παραγουάη από τους ντόπιους προπονητές, κι όταν τα πράγματα στην ομάδα τους δεν πηγαίνουν καλά, η διοίκηση κάθε συλλόγου επιδεικνύει μεγαλύτερη υπομονή απ’ ότι αν ο προπονητής είναι ντόπιος.

Nick_St, θεώρησε αυτό το κείμενο πρόγευση του επόμενου, που θα είναι ουσιαστικά αφιερωμένο στην... ικανοποίηση αιτημάτων σου :). Αρχικά σκέφτηκα να σου γράψω προσωπικό μήνυμα, αλλά θυμάμαι στην αρχή τής ιστορίας κάποια παιδιά ακόμα που έδειξαν ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο εδώ, οπότε... ακόμα κι αν είστε/είμαστε λίγοι, θα αφιερώσω ένα ολόκληρο κείμενο, που το φαντάζομαι μεγαλύτερο από όλα τα προηγούμενα αυτής της ιστορίας. Φωτογραφίες έχω μάθει πλέον να ανεβάζω, αλλά για βίντεο θα πρέπει να πειραματιστώ. Θα σου άρεσε εκείνο με Τακουάρα να σκοράρει στο 90’, στο παιχνίδι τής Λιμπερτάδ με την Πενιαρόλ, Λιμπερταδόρες, 2-1, φάουλ. Ακριβώς επειδή ήταν στημένη φάση (καλή θέση, Τακουάρα, ό,τι έπρεπε για γκολ), μπόρεσα να το “πιάσω” σε βίντεο. Ήμουν “platea” σε εκείνο το παιχνίδι (η κερκίδα απέναντι από την κεντρική), περίπου... 15 μέτρα στην πλάτη τού Καρδόσο, οπότε όλα έγιναν... μπροστά μου.

Το Μουντιάλ το περίμενα τέσσερα χρόνια, είμαι από εκείνους τους... πυροβολημένους που μετράνε τον χρόνο σε τετραετίες που μεσολαβούν μεταξύ τελικών Παγκοσμίου Κυπέλλου, παραμονές έναρξης Μουντιάλ θα έπρεπε να... πετούσα, όμως τα των τελευταίων 48 ωρών(...) έχουν επισκιάσει τα πάντα για μένα, ακόμα και το Μουντιάλ(!!!). Σεβόμενος απόλυτα όμως το ότι το travelstories.gr δεν είναι ο χώρος για να ρίξω τις κατάρες μου σε εκείνους που – για μένα – τις αξίζουν, αφιερώνω ένα κείμενο στο ποδόσφαιρο της Παραγουάης, αφενός επειδή το έχω υποσχεθεί, κι αφετέρου επειδή χρειάζομαι να... ξεχαστώ λίγο.

“Προειδοποιώ” :) εκ των προτέρων ότι το κείμενο αυτό είναι για λίγους, μάλλον... πολύ λίγους :). Ακόμα και του ποδοσφαίρου να είσαι, κάτι μου λέει ότι προς το τέλος, εκεί που θα πιάσω συγκεκριμένους παίκτες στην Παραγουάη, θα σε “χάσω” :).

Όταν ήρθα στην Ασουνσιόν, είχα μία λίστα με δέκα στόχους. Ένας από τους εννιά που ΔΕΝ έπιασα, ήταν να μάθω τουλάχιστον 500 λέξεις στα Γκουαρανί (αν σας φαίνονται πολλές, σκεφτείτε ότι θα φύγω από την Ασουνσιόν έχοντας περάσει εδώ 150 μέρες. Αν σπάστε τις 500 λέξεις σε 150 μέρες, ο μέσος όρος είναι εξευτελιστικά μικρός. Ούτε αυτόν έπιασα). Μία από τις πολύ-πολύ λιγότερες λέξεις που όντως έμαθα, είναι η “vacapipopo”(!). Vaca-pi-popo. Αγελάδα-δέρμα-πηδάει. Έτσι είναι η “μπάλα” στα Γκουαρανί.

Τι μου άρεσε στην Ασουνσιόν παρακολουθώντας ποδόσφαιρο εδώ;

Οι τιμές των εισιτηρίων. Η Λιμπερτάδ έχει τα φθηνότερα των φθηνότερων, μόλις 5.000 γκουαρανίες στη “gradería sur” ένα από τα δύο “πέταλα”), λιγότερο από δολάριο. Σε πολλά παιχνίδια έδωσα 10.000 γκουαρανίες, σε κάποια 15.000 (ακόμα και για Σέρρο Πορτένιο – Γκρέμιο, Λιμπερταδόρες, επειδή έγινα μέλος με το που ήρθα, κι αγόρασα combo εισιτήριο για τα τρία παιχνίδια τού ομίλου τού Λιμπερταδόρες, 45.000 για τα τρία), σε κάποια 20.000 (κυρίως στα εντός έδρας παιχνίδια τής Ολίμπια), ελάχιστες φορές έδωσα 30.000, και μόνο μία έδωσα 40.000. Συνολικά πήγα σε 63 παιχνίδια, από Superclásicos Σέρρο – Ολίμπια και Λιμπερταδόρες, μέχρι... Copa Paraguay μεταξύ ομάδων από χαμηλότερες κατηγορίες, και γυναικείο πρωτάθλημα. Για εισιτήρια ξόδεψα κάτι λιγότερο από 150 ευρώ(!). Κρατάω αναλυτικά στοιχεία για όλα τα παιχνίδια που έχω δει στο εξωτερικό (404 πλέον), και φυσικά οι τιμές των εισιτηρίων είναι μία από τις στήλες στον excel φάκελο που ενημερώνω συστηματικά. Για να είμαι ακριβής, ο μέσος όρος είναι κάτω από δυόμισι ευρώ ανά παιχνίδι επειδή σε κάποια η είσοδος ήταν ελεύθερη (φιλικά παιχνίδια τής εθνικής Παραγουάης κάτω των 21 ετών).

Η πληθώρα ευκαιριών να βλέπω μπάλα. Η Ασουνσιόν έχει πολλές ομάδες, που γίνονται ακόμα περισσότερες αν προσθέσεις τις δύο τού γειτονικού Λούκε. Κάθε αγωνιστική είχε τουλάχιστον δύο παιχνίδια στην Ασουνσιόν, και οκτώ παραγουανικές ομάδες έπαιξαν σε διεθνείς διοργανώσεις (αν και δύο τα έκαναν μούσκεμα στα προκριματικά τού Λιμπερταδόρες, μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις μου σε αυτό το ταξίδι, επειδή έχασα την ευκαιρία να δω Μπόκα και Παλμέιρας στην Ασουνσιόν), οπότε υπήρχαν παιχνίδια και μεσοβδόμαδα, πολλές εβδομάδες.

Οι μικρές αποστάσεις μέχρι τα γήπεδα. Από το χόστελ μου, ενάμισι τετράγωνο από την Plaza Uruguaya, έχω... (μετράω σιωπηλά...) εφτά γήπεδα σε απόσταση μικρότερη των πέντε χιλιομέτρων, κι άλλα τόσα σε λίγο μεγαλύτερη απόσταση. Με εξαίρεση το Λούκε, για το οποίο έπαιρνα λεωφορείο, σε όλα τα υπόλοιπα γήπεδα πήγαινα περπατώντας.

Η ατμόσφαιρα στα γήπεδα. Σε κάποια παιχνίδια είχε πολύ κόσμο. Σε κάποια ήμασταν... ο ένας πάνω στον άλλο. Πολλά παιχνίδια, τα περισσότερα, είχαν πολύ λίγο, έως ελάχιστο κόσμο. Η κάθε “φάση” ήταν “επιβραβευτική”. Όταν έχει πολύ κόσμο, χαίρεσαι... παλμό. Όταν έχει ελάχιστο κόσμο, μου άρεσε πολύ να ακούω τι έλεγαν οι παίκτες μεταξύ τους, τι τους φώναζαν οι φίλαθλοι, τι απαντούσαν (πολλές φορές) οι παίκτες, ήταν σαν να υπήρχε... μικρόφωνο στο στόμα τού καθένα, ήμασταν τόσο λίγοι (σε γήπεδα που η απόσταση μεταξύ κερκίδας και αγωνιστικού χώρου είναι σχεδόν μηδαμινή), που ακουγόντουσαν τα πάντα.

Ο... πολιτισμός των Παραγουανών στα γήπεδα. Προφανώς και υπήρξαν καφριλίκια σε κάποια παιχνίδια, τα γήπεδα δεν ήταν και... όπερα, όμως κατά κανόνα, οι Παραγουανοί είναι πολύ “πολιτισμένοι” στα γήπεδα, άσχετα αν οι ίδιοι νομίζουν ότι τα πράγματα είναι άθλια. Έχω δει “άθλια” αλλού, και σας διαβεβαιώ ότι οι Παραγουανοί είναι αξιοζήλευτα “πολιτισμένοι” σαν θεατές ποδοσφαιρικών αγώνων. Δεν νομίζω ότι υπάρχει πιο τρανταχτό παράδειγμα από εκείνο που πρέπει να έγραψα σε ένα κείμενο, για το πρώτο “κλάσικο” της χρονιάς, το Ολίμπια – Σέρρο, σκηνικό που είδα και στο Σέρρο – Ολίμπια, στον δεύτερο γύρο. Στις δύο κεντρικές κερκίδες “preferencia” και “platea” (έτσι λένε εδώ την κεντρική-κεντρική κερκίδα, κι εκείνη που είναι ακριβώς απέναντι), δεν υπήρχαν “νεκρές ζώνες”. “Buffer zone” μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων ήταν... μικτά ζευγάρια, μικτές οικογένειες, “μισοί-μισοί”, που κάθονταν στη μέση τής κερκίδας. Ελάχιστοι αστυνομικοί τριγύρω, ελάχιστοι, κι εκείνοι με καθαρά διακοσμητικό ρόλο. Στα πέταλα, στις “graderías”, έγιναν... μανούρες σε δύο-τρία παιχνίδια, αλλά ελάχιστα πράγματα, περισσότερο διαπληκτισμοί μεταξύ οπαδών τής ίδιας ομάδας. Στο παρελθόν, ακόμη και στο πρόσφατο (δεύτερο μισό 2017) έγιναν χοντράδες, αλλά τουλάχιστον τους τελευταίους μήνες που εγώ ήμουν εδώ, ελάχιστα πράγματα.

Η ποιότητα του ποδοσφαίρου. Η πρώτη κατηγορία τής Παραγουάης δεν είναι... Premier League, La Liga, Bundesliga, αλλά για τα χρήματα που δίνεις, η μπάλα που βλέπεις είναι πολύ-πολύ-πολύ καλή. Πέρσι, στην Πολωνία, υπήρχαν πολλές φορές που με έπιασα να σκέφτομαι “πώς μπορεί αυτό το παλικάρι να είναι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής;” Έξι μήνες στην Πολωνία είδα... άπειρη μπάλα, Ekstraklasa, πρώτη κατηγορία, τόσο σε γήπεδα όσο και στην τηλεόραση, κι ειλικρινά υπήρχαν πάμπολλες περιπτώσεις που... πόνεσαν τα μάτια μου. Στην Παραγουάη, ακόμα και οι μικρότερες ομάδες τής πρώτης κατηγορίας, παίζουν μπάλα, είναι γεμάτες από παίκτες με καλή τεχνική, με μυαλό. Στην Πολωνία, πολλοί-πολλοί-πολλοί παίκτες, είναι απλά... δυνατοί, αλλά αφόρητα άτσαλοι, χωρίς ποδοσφαιρικό IQ, άμπαλοι.

Τα γήπεδα. Το Defensores del Chaco είναι... μια κατηγορία μόνο του, βουτηγμένο στην ιστορία, κι ειδικά μετά από κάτι βελτιωτικές εργασίες που έγιναν τα τελευταία χρόνια, χαίρεσαι ακόμα περισσότερο να βλέπεις μπάλα εκεί (πριν έρθω φέτος τον Ιανουάριο, είχα δει ποδόσφαιρο στην Ασουνσιόν μόνο στο Defensores, το 2009, δύο παιχνίδια, πριν το lifting του). Η “Nueva Olla” τής Σέρρο Πορτένιο είναι... άλλη χώρα. Αν πας σε δέκα γήπεδα στην Ασουνσιόν και ΜΕΤΑ πας στο γήπεδο της Σέρρο που άνοιξε πριν από λιγότερο από έναν χρόνο (έχτισαν καινούργιο εκεί που ήταν το παλιό τους), νομίζεις ότι είσαι σε άλλη χώρα. Μου θύμισε τις 15 ώρες που πέρασα στην Αθήνα το 2004 για τους Ολυμπιακούς, το πόσο... “άλλη χώρα” μού είχε φανεί, παίρνοντας για πρώτη φορά στη ζωή μου μετρό(!) στην Αθήνα, βλέποντας το νέο Καραϊσκάκη, παίρνοντας τραμ(!), πηγαίνοντας στις εγκαταστάσεις τού παλιού Ελληνικού για να δω μπάσκετ και softball(… Μετά πήγα και σε beach volley), και γενικά περνώντας μία μέρα σε μία εντελώωως διαφορετική – από εκείνη που είχα συνηθίσει μέχρι τότε – Αθήνα. Τα υπόλοιπα γήπεδα είναι πολύ-πολύ μικρότερα, όμως... είναι “χαριτωμένα”, έχουν “χαρακτήρα”.

Τι ΔΕΝ μου άρεσε παρακολουθώντας ποδόσφαιρο στην Ασουνσιόν...

Η κατάσταση των περισσότερων γηπέδων. Αυτό μάλλον φαντάζει οξύμωρο μια και μόλις συμπεριέλαβα τα γήπεδα στη λίστα εκείνων που μου άρεσαν στην Ασουνσιόν, όμως... εξηγούμαι: Στο Ντεφενσόρες, το εθνικό στάδιο της Παραγουάης, στο Ολίμπια – Σέρρο, στον πρώτο γύρο, όταν ακόμα έκανε τρελή ζέστη, ζέστη που για κάποιους ήταν αφόρητη (μία κοπέλα κι ένα πιτσιρίκι γύρω μου χρειάστηκαν πρώτες βοήθειες, ΤΕΤΟΙΑ ζέστη έκανε, χωρίς σκιά, με την ώρα έναρξης νωρίς, και με το γήπεδο στην πλευρά τής Ολίμπια γεμάτο δύο ώρες πριν την έναρξη), οι τουαλέτες δεν είχαν νερό(!!!). Το τσίλικο γήπεδο της Σέρρο, που κατά τα άλλα είναι όμορφο, στολίδι για την πόλη και τη χώρα, είναι γεμάτο κακοτεχνίες. Εύκολα καταλαβαίνεις γιατί τους κόστισε μόλις 20 εκατομμύρια δολάρια, κόστος που για γήπεδο 40-45 χιλιάδων θέσεων, ακόμα και σε χώρα με μισθούς Παραγουάης, ήταν ψίχουλα. “Φαίνεται” το χαμηλό κόστος κατασκευής, όταν περάσεις λίγη ώρα χαζεύοντας λεπτομέρειες. Στα υπόλοιπα γήπεδα, ακόμα και το να βρεις τουαλέτα είναι ζήτημα. Αν βρεις τουαλέτα, το πιθανότερο είναι να “λείπει” η πόρτα(...). Στο δε γήπεδο της Σπορτίβο Λουκένιο, εν έτη 2018, χρειάζεται να πληρώσεις για να χρησιμοποιήσεις την τουαλέτα(!!!), κι εννοώ στην platea, σε μία από τις δύο κεντρικές κερκίδες, όχι στην gradería των φανατικών στην οποία πήγα μία φορά, κι η τουαλέτα ήταν χειρότερη από ογδοοκοσμική τουαλέτα στην ινδική ύπαιθρο. Τα “χαριτωμένα” γήπεδα είναι... χαριτωμένα τις δύο πρώτες φορές. Όταν πλέον δεν είσαι πρωτάρης, ξένος καψούρης με την μπάλα, που όλα σου φαίνονται... μαγικά επειδή είσαι στη Νότια Αμερική και βλέπεις ποδόσφαιρο εδώ, μετά από εκείνη τη φάση, όταν αρχίζεις να πηγαίνεις στο γήπεδο για το παιχνίδι αυτό καθεαυτό, βλέπεις πόσο “φτωχά” είναι τα γήπεδα, από άποψη ανέσεων, έστω και στοιχειωδών (τουαλέτες). Το γήπεδο της Ολίμπια δεν το “πιάνω” καν, επειδή είναι τόσο άθλιο από άποψη παροχής ανέσεων, που... θα μπορούσα να του αφιερώσω ένα κείμενο ολόκληρο. Γήπεδο όχι απλά τού περασμένου αιώνα, αλλά... του πρώτου μισού τού περασμένοι αιώνα, με ελάχιστη μόνο δόση υπερβολής...

Η εμμονή των Παραγουανών να κάνουν καθυστερήσεις. Προσωπικά, μόνο τούς Κολομβιανούς θεωρώ χειρότερους σε αυτό. Στα περισσότερα παιχνίδια που πήγα, ή είδα στην τηλεόραση, οι παίκτες που γίνονταν αλλαγή, οι παίκτες τής ομάδας που βολευόταν με το σκορ, δεν έβγαιναν περπατώντας, αλλά με φορείο. Τη στιγμή που είναι έτοιμη η αλλαγή, απλά... έπεφταν στο έδαφος, έκαναν ότι δεν μπορούσαν να περπατήσουν, κι έτσι χρειαζόταν να περιμένουμε τον γιατρό να μπει, το φορείο ή το αμαξάκι με το φορείο, κι όλο αυτό το καραγκιοζιλίκι έπαιρνε ένα δίλεπτο. Εννοείται ότι με το που έβγαιναν από τον αγωνιστικό χώρο, πετάγονταν σαν ελατήρια από το φορείο. Ήταν ΤΟΣΟ προφανές. Αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα του πώς “τρώγεται” χρόνος εδώ. Δεν είμαι χθεσινός, 42 είμαι, βλέπω μπάλα από τότε που με θυμάμαι, έχω παίξει μπάλα, γράφω για μπάλα, επιλέγω τα “σπίτια” μου για πεντάμηνα-εξάμηνα με κύριο γνώμονα την μπάλα, ξέρω ότι οι καθυστερήσεις αποτελούν – αηδιαστικό και αρρωστημένο – κομμάτι τού ποδοσφαίρου, αλλά για να μου κάνει ΤΟΣΗ εντύπωση το συγκεκριμένο ΕΔΩ, πάει να πει ότι οι Παραγουανοί το πηγαίνουν σε... άλλο επίπεδο.

Ο λιγοστός κόσμος. Κι άλλο οξύμωρο. Έγραψα νωρίτερα ότι έχει χαβαλέ να είσαι σε γήπεδο με ελάχιστο κόσμο και να μπορείς να ακούς τα πάντα, και τώρα “γκρινιάζω” για τον λιγοστό κόσμο. Το θέμα είναι, υπάρχουν ομάδες θεωρητικά μεγάλες, η Λιμπερτάδ, η Νασιονάλ, η Γκουαρανί, ακόμα και η Σπορτίβο Λουκένιο, που εντός έδρας δεν μαζεύουν περισσότερα από χίλια άτομα. Αν είχα περάσει μια βδομάδα στην Ασουνσιόν, όχι περισσότερο, κι είχα πάει σε... τέσσερα παιχνίδια, θα μου είχε φανεί απλά ενδιαφέρον. Έχοντας περάσει μήνες εδώ, κάποια στιγμή άρχισε να μου φαίνεται γελοίο. Υπήρχαν παιχνίδια μεγάλων ομάδων με λιγότερα από 300 άτομα στις κερκίδες...

Η όλη αίσθηση... “χωριού”. Το ίδιο ισχύει για την πόλη γενικά, όχι μόνο για το ποδόσφαιρό της. Για να μην παρεξηγηθώ, το... πρόβλημά μου δεν είναι με τα χωριά, κι εγώ κατά κάποιον τρόπο από χωριό είμαι, το πρόβλημά μου έχει να κάνει με το πόσο... χωριό (με την έννοια της “μικρής κλίμακας”) είναι το ποδόσφαιρο εδώ, κατά κανόνα, αφήνοντας στην άκρη Ολίμπια και Σέρρο. Ναι, το Σέρρο – Γκρέμιο για παράδειγμα, έγινε σε τέτοιο γήπεδο με τόσο κόσμο και τέτοια ατμόσφαιρα που ήταν... highlight ταξιδιού. Το ίδιο και το Ολίμπια – Ζούνιορ στα προκριματικά τού Λιμπερταδόρες. Το ίδιο και ελάχιστα παιχνίδια τού πρωταθλήματος. Η... πεζή πραγματικότητα όμως είναι ότι το... μέσο παιχνίδι στην Ασουνσιόν, κι εννοώ των ομάδων τής πρώτης κατηγορίας, ακόμα και τα διεθνή κάποιων συλλόγων, γίνονται σε πολύ φτωχά γήπεδα, με ελάχιστο κόσμο, που από ένα σημείο και μετά άρχισε να μου φαίνεται πολύ μίζερο (ίσως επειδή γενικά είχα χάσει την υπομονή μου με την Ασουνσιόν).

“Χωριό” κι από άποψη νοοτροπίας παικτών. Κι αυτό σηκώνει μακροσκελή εξήγηση, αλλά γράφω απλά ότι δεν μπορείς να είναι ο Άντονι Σίλβα, ο τερματοφύλακας της Σέρρο, να κερδίζει η ομάδα σου 1-0 εντός έδρας έναν μικρό αντίπαλο, και από το... 25’ να αρχίζεις να κάνεις εξόφθαλμα καθυστέρηση. Να κάνεις καθυστέρηση εκτός έδρας, από το 75’ και μετά, εναντίον σοβαρού αντιπάλου, το καταλαβαίνω. Εντός, απέναντι σε “χωριό”, από το 25’, για μένα είναι γελοίο. H Λιμπερτάδ είναι ομάδα Λιμπερταδόρες που έχει προκριθεί στους 16, τον Ιανουάριο μπήκα στο σάιτ τους και είδα “página en construcción”, έχουμε φθάσει μέσα Ιουνίου, κι εξακολουθεί να είναι “en construcción”. Αυτό εννοώ με τη λέξη ”χωριό”.

Αυτά.

Όσο για τον Τσουρίν που ανέφερε κάποιος, τον Αργεντινό επιθετικό τής Σέρρο (για πόσο ακόμα; ), το σχόλιό μου είναι ότι πρόκειται για σπουδαίο συμπαίκτη. Είναι από εκείνους που δίνουν το 101% σε κάθε παιχνίδι, είτε έχει απέναντί του την Γκρέμιο είτε την... 3 de Febrero. Είδα όλα τα παιχνίδια τής Σέρρο αυτούς τους μήνες, είτε σε γήπεδο είτε στην τηλεόραση, κι οι περιπτώσεις που σκέφτηκα “τι σουτάρεις ρε... Δίπλα σου είναι ελεύθερος συμπαίκτης”, ήταν ελάχιστες. Είναι πολύ ομαδικός, κάνει πολλή βρόμικη δουλειά, κυνηγάει κάθε μπάλα, έβαλε και κάποια όμορφα/σημαντικά γκολ. Γενικά, τον θεωρώ πολύ “τίμιο” παίκτη, αν και με εκνευρίζει ώρες-ώρες, κάνοντας σχεδόν σε κάθε παιχνίδι περισσότερα φάουλ από όσα κερδίζει. Αν είσαι επιθετικός και τα φάουλ που κάνεις είναι περισσότερα από εκείνα που κερδίζεις, κάτι κάνεις λάθος.

Α! Ειδική μνεία σε εκείνο που έκανε στο παιχνίδι με τη Μονάγας, στο Λιμπερταδόρες. Είναι εκείνος που κανονικά χτυπάει τα πέναλτι στη Σέρρο. Κερδίζουν πέναλτι στο δεύτερο ημίχρονο, κι αμέσως παίρνει την μπάλα ο Βαλντές, που μόλις είχε μπει στο παιχνίδι. Πηγαίνει στο σημείο τού πέναλτι ο Τσουρίν, πηγαίνει και ο αρχηγός τους, κάτι λέει στον Βαλντές, εκείνος δεν αντιδράει, ο Τσουρίν δίπλα όλη την ώρα, και μετά μένει ο Βαλντές μόνος του, με τους άλλους δύο να τραβιούνται εκτός περιοχής. Το βάζει ο Βαλντές (προφανώς χωρίς να έχει εντολή από τον πάγκο να το χτυπήσει εκείνος, προφανώς έχοντας “γράψει” τον Τσουρίν και τον αρχηγό τους που πρέπει να του “θύμισε” ποιος χτυπάει τα πέναλτι στη Σέρρο), κι ο μεγάλος συμπαίκτης Τσουρίν, χειροκροτάει και κάνει τρεις φορές κίνηση να συγχαρεί τον Βαλντές. Αντί να τσατιστεί με το όλο σκηνικό, φάνηκε bigger person, δεν έκανε μανούρα, κι από πάνω πήγε και να συγχαρεί τον συμπαίκτη του. Η ειρωνεία τής υπόθεσης ήταν ότι όλη εκείνη την ώρα ο Βαλντές δεν είχε γυρίσει καν να κοιτάξει τον Τσουρίν, ακόμα κι όταν ο Αργεντινός είχε σηκωμένο το χέρι για high-five, ενάμισι μέτρο δίπλα του. Εκείνο το βράδυ εκτίμησα τον συμπαίκτη Τσουρίν ακόμα περισσότερο...

Από τη Σέρρο, ο παίκτης που για μένα αξίζει να πληρώσεις εισιτήριο για να δεις, είναι ο Νόβικ. Από την προθέρμανση ακόμα βλέπεις ότι ξεχωρίζει σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Προς το τέλος τής προθέρμανσης, οι της Σέρρο κάνουν σουτ στους τερματοφύλακες. Οι περισσότεροι παίκτες απλά... ψάχνουν εστία. Λιγοστοί, σημαδεύουν. Ο Νόβικ, της μιλάει της μπάλας, είναι σχεδόν σαν να πατάει ένα κουμπί και να την στέλνει εκεί που την έχει προγραμματίσει. Μακάρι να είχε πνευμόνια να παίζει 90 λεπτά σε κάθε παιχνίδι, αλλά δεν. Στα περισσότερα γινόταν αλλαγή, και δεν μπορούσα να κακίσω τον προπονητή του, τον Σουμπελδία. Ήταν εμφανές από το 65’ και μετά ότι έφθανε στα όριά του.

Στην Ολίμπια χαιρόμουν να βλέπω τον Καμάτσο, και κατά δεύτερο λόγο τον Μεντιέτα. Στην αρχή τής χρονιάς μου άρεσε και ο Κουέρο, όμως δεν... άρεσε στον προπονητή του, επειδή αμυντικά ο Κολομβιανός έχει τα χάλια του. Με την μπάλα στα πόδια, ήξερες ότι θα έκανε... κάτι από το τίποτα. Αλλά όταν η Ολίμπια αμυνόταν, ήταν... “περάστε κόσμε”. Το αριστερό πόδι τού Καμάτσο είναι για ατελείωτα χειροκροτήματα, και μου έκανε εντύπωση και με το πόσο καλός κεφαλοσφαιριστής είναι. Παρεμπιπτόντως, για μένα, κλειδί για να κερδίσουν την Απερτούρα δεν ήταν μόνο ο Καμάτσο, ο Μεντιέτα, ο Φαρίντ Ντίας, ακόμα και ο Ρόκε, αλλά πολύ περισσότερο από άλλους, ο Αγκιλάρ, ο τερματοφύλακάς τους. Σχεδόν σε κάθε παιχνίδι έπιανε άπιαστα. Ναι μεν τα φώτα πήγαιναν στους σκόρερ, αλλά ο τύπος έκανε μαγικά κάτω από τα δοκάρια σε κάθε παιχνίδι, δίνοντας βαθμούς, όχι αστεία.

Η Λιμπερτάδ ήταν... δύο ομάδες σε μία. Με Τακουάρα και Αντόνιο Μπαρέιρο στην ενδεκάδα, κάθε επίθεσή τους μπορούσε να καταλήξει σε γκολ. Χωρίς αυτούς τους δύο, ήταν μία κατά κανόνα χλωμή ομάδα. Σε τόσα γήπεδα στην Ασουνσιόν, όσα μπινελίκια άκουσα να εκτοξεύονται από οπαδούς τής Λιμπερτάδ προς τον προπονητή τους, ακόμα και σε νίκες, δεν άκουσα σε κανένα άλλο γήπεδο για προπονητή. Ο Μπομπαδίγια πρέπει να είναι ο πιο απεχθής προπονητής στην Παραγουάη, μεταξύ των οπαδών τής ίδιας τής ομάδας του.

Παρεμπιπτόντως, οι “σταθεροί” στα παιχνίδια τής Λιμπερτάδ ήμασταν τόσο λίγοι, που από το δεύτερο παιχνίδι άρχισαν να με αναγνωρίζουν και να χαιρετιόμαστε με χειραψίες(!). Στο πρώτο παιχνίδι που πήγα, έκανα μπαμ ότι ήμουν ξένος, με κάμερα και σημειωματάριο την ώρα τού αγώνα. Τρία παιδιά με πλησίασαν, τα είπαμε γενικά περί ποδοσφαίρου, και από το επόμενο παιχνίδι, λες και είχε πέσει σύρμα, όσοι κάθονταν τριγύρω μου με χαιρετούσαν με χειραψία, λες και είχα γίνει ένας από εκείνους :).

Από τις υπόλοιπες ομάδες, μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο Άνταμ Μπαρέιρο της Νασιονάλ (φορ, καταπληκτική υποδοχή και μοίρασμα μπάλας, ελάχιστες λάθος πάσες σε κάθε παιχνίδι, αίσθηση γκολ) ο Σεμπαστιάν Φερρέιρα της Ιντεπεντιέντε (επιθετικός που φτιάχνει γκολ μόνος του, από διεισδύσεις μέχρι απίθανα σουτ από μακριά, δίνοντας τρελή καμπύλη στην μπάλα), κι ένας 16χρονος της Λιμπερτάδ, κάποιος Χεσούς Αμαρίγια. Έπαιξε μόνο σε πέντε παιχνίδια στο τέλος τής Απερτούρα, αλλά όταν τσέκαρα περί τίνος πρόκειται κι είδα ότι είναι γεννημένος το 2001, “έμεινα”. Έμφυτη τεχνική, γρήγορος, μυαλό-ξυράφι, και γαμώ τις κλειστές τρίπλες, μύτη για να βρίσκει κενούς χώρους... Προφανώς το παιδί θέλει ακόμα πολλή δουλειά, αλλά αν ήξερα κόσμο στο τμήμα σκάουτινγκ του ΠΑΟΚ, θα τους έλεγα να διαθέσουν ένα μικρό ποσό να αγοράσουν τα δικαιώματά του. Τόση εντύπωση μου έκανε.

Ειδική μνεία αξίζει και σε έναν οπαδό τής Γκουαρανί με σύνδρομο Down. Δεν ξέρω το όνομα του παιδιού, αλλά ήταν εκεί σε κάθε παιχνίδι (το ξέρω επειδή κι εγώ ήμουν εκεί σε κάθε εντός έδρας παιχνίδι τους), μεταξύ των “φανατικών”, συνήθως ένας από τους “murgueros” (το γκρουπ εκείνων που παίζουν όργανο, χτυπάνε τύμπανο, ή “λαλάνε” με τρομπέτα). Από τα όμορφα του ποδοσφαίρου, να βλέπεις ένα παιδί με τη δική του κατάσταση να αποτελεί μέλος – πολύ αγαπητό, κρίνοντας από το πώς του συμπεριφέρονταν ΟΛΟΙ – κερκίδας, συλλόγου, “οικογένειας” δεύτερης, πέρα από εκείνη στο σπίτι του. Στο τέλος κάθε αγώνα που οι λιγοστοί οπαδοί τής Γκουαρανί αγκαλιάζονταν κι αποχαιρετιούνταν, όταν έβλεπα ότι το συγκεκριμένο παιδί έπαιρνε όσες αγκαλιές έπαιρναν κι όλοι οι υπόλοιποι, έφευγα από το γήπεδο αισθανόμενος καλύτερα για το... ανθρώπινο είδος γενικότερα.

Τέλος, περί Μουντιάλ, βλέπω Βραζιλία (άσχετα αν θέλω Αργεντινή), όχι επειδή τη δίνουν φαβορί οι στοιχηματικές εταιρείες, αλλά για μία σειρά άλλων λόγων: εκπληκτικά προκριματικά, σταθερά καλοί και στα φιλικά, με τους σημαντικότερους παίκτες υγιείς, με άψογη επικοινωνία μεταξύ προπονητή και παικτών, και για μένα, με το μεγαλύτερο κίνητρο από όλους (με εξαίρεση την Αργεντινή, την οποία όσο και να αγαπάω, δεν βλέπω να το σηκώνει). Δεν μηδενίζω τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Αργεντινή, απλά “λέω” ότι αν έπαιζα στοίχημα σήμερα, για νικητή διοργάνωσης, κι έβαζα όλα τα χρήματα σε ΜΙΑ ομάδα, αυτή θα ήταν η Βραζιλία.

Δυο βδομάδες μού μένουν στην Ασουνσιόν. Η ιδέα είναι να γράψω ένα ακόμα κείμενο, με τελευταία σχόλια, και να ανεβάσω κάποιες φωτογραφίες, κυρίως από γήπεδα. Θα εξαρτηθεί από τα... κέφια.
 

mariath

Member
Μηνύματα
2.208
Likes
5.674
Ονειρεμένο Ταξίδι
Όλη η Νότια Αμερική
Το δικό μας ενδιαφέρον παραμένει πάντα μεγάλο για ανταποκρίσεις απ' όπου κι αν βρίσκεσαι, ειδικά αν αυτό το "όπου" είναι κάπου στη νότια Αμερική.
Welcome back!
 
Last edited:

makisg

Member
Μηνύματα
4.712
Likes
14.779
Επόμενο Ταξίδι
Βενετία,Λουμπλιάνα,Μπλέντ
Ονειρεμένο Ταξίδι
Νησιά Φίτζι
φίλε @10900km καλημέρα από Θεσσαλονίκη. επειδή δεν σε έχουμε συνηθίσει σε τόσο ......ολιγόλογα πόστ και επειδή μας έλειψε η παρουσία σου όλο αυτό τον καιρό, στρώσε σε παρακαλώ τον κ@λο σου και γράψε μας με κάθε λεπτομέρεια για τα πάντα.:clap:
 

depy!!!

Member
Μηνύματα
730
Likes
1.851
Επόμενο Ταξίδι
Λάος
Ονειρεμένο Ταξίδι
Με βανάκι στη Νορβηγία
Καλως μας ξαναρθες, ειναι παρα πολυ αυτοι που περιμενουν τις ανταποκρισεις σου. Οποτε μπορεις, χαλαρα, χωρις αγχος, αλλα .... μη μας ξεχνας....
 

fenia42

Member
Μηνύματα
3.853
Likes
14.086
Επόμενο Ταξίδι
Азербайджан
Ονειρεμένο Ταξίδι
Γροιλανδία,Σβάλμπαρντ
Δημήτρη! Πόσο χαίρομαι που μας γράφεις!Λατρεύω τα ταξιδιωτικά ημερολόγιά σου!
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.626
Likes
50.297
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ονειρεμένο Ταξίδι
Περού τότε, τώρα, πάντα
Δηλαδή από όλες τις πρωτεύουσες της ηπείρου πήγες στη χειρότερη; Ελπίζω να μάθεις guarani τουλάχιστον. Κάποια στιγμή μας εξηγείς το κριτήριο ή πώς το σκέφτηκες, απίθανη επιλογή μου φαίνεται. Εκτός κι αν σε όλα αυτά τα γήπεδα που τρέχεις γνώρισες τη ΛΑρίσα Ρικέλμε και τα φτιάξατε, οπότε διακιολογείσαι...

http://www.damncoolpictures.com/2010/06/larissa-riquelme-cute-paraguay-fan.html
 

chris7

Member
Μηνύματα
3.085
Likes
23.661
Επόμενο Ταξίδι
Λουξεμβούργο
Ονειρεμένο Ταξίδι
Καναδάς
Μας έλειψες. Περιμένουμε τις ανταποκρίσεις σου. :)
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.189
Γιατί Ασουνσιόν;

Γιώργο, μου έδωσες την καλύτερη πάσα, αλλά πριν “ομολογήσω” τον βασικό λόγο που επέλεξα Ασουνσιόν, θα αραδιάσω τους δευτερεύοντες.

Μου είχε λείψει να είμαι σε ισπανόφωνο περιβάλλον, και πιο συγκεκριμένα να είμαι στη Λατινική Αμερική, το κομμάτι τού πλανήτη που αισθάνομαι περισσότερο “δικό μου”, περισσότερο “σπίτι μου” από οποιοδήποτε άλλο (όχι ότι έχω γυρίσει κι όλο τον κόσμο, αλλά... τα έχω κάνει τα ταξίδια μου).

Μου είχε λείψει να μου χαϊδεύουν τη ματαιοδοξία, να με αντιμετωπίζουν σαν... τροπικό πουλί. Στην Πολωνία πέρασα έξι μήνες απαρατήρητος. Τρεις εβδομάδες πριν πατήσω το πόδι μου στην Παραγουάη, είχα ήδη μαζέψει μια ντουζίνα τηλέφωνα κόσμου που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να βρεθούμε, με βασικό κίνητρό τους (φαντάζομαι) το ότι είμαι από μία χώρα που ανθρώπους της βλέπουν σπάνια εδώ.

Μου είχε λείψει να είμαι στο κομμάτι εκείνο του κόσμου που από την πρώτη φορά που ήρθα, το 2007, χαλαρώνω, ΟΣΟ μπορώ να χαλαρώσω, κρύος και σχετικά αντικοινωνικός από τη φύση μου.

Το “Λατινική Αμερική”, νωρίς-νωρίς περιορίστηκε σε “Νότια Αμερική”, για λόγο άρρηκτα δεμένο στον βασικό, στον οποίο σιγάαα-σιγάαα φθάνω.

Το “ισπανόφωνο περιβάλλον” απέκλεισε τη Βραζιλία (αν και πέρασα μια βδομάδα στο Ρίο και δύο μέρες στο Φοζ πριν φθάσω στην Ασουνσιόν). Στις τρεις χώρες που είναι σφηνωμένες μεταξύ Βραζιλίας, Βενεζουέλας και Ατλαντικού, δεν έχω πάει, και για διάφορους λόγους δεν τις έλαβα καν υπόψη. Νωρίς-νωρίς απέκλεισα και τη Βενεζουέλα, για διαφορετικούς λόγους.

Έμεινα λοιπόν με οκτώ χώρες, όμως η επιλογή μου έγινε μεταξύ πόλεων, όχι μεταξύ χωρών. Στη λίστα είχα το Ροσάριο, το Μοντεβιδέο, το Σαντιάγο (Χιλή), τη Λα Πας, το Κίτο, το Μεντεγίν, και την Ασουνσιόν. Μία πόλη δηλαδή από κάθε χώρα, με εξαίρεση το Περού(...).

Τις έξι πρώτες τις πάω με χίλια. Από το Ροσάριο έχω απίθανες αναμνήσεις και τις δύο φορές που πήγα, και το “απίθανες” είναι πάμπτωχο understatement. Το Μοντεβιδέο έχει παραλίες(!), και μιλάνε τα αγαπημένα μου Ισπανικά (όπως και στο Ροσάριο). Το Σαντιάγο με κέρδισε με τα ποικίλα πρόσωπά του. Έμεινα σε τρία διαφορετικά χόστελ εκεί το 2012, κι αυτό που θυμάμαι είναι ότι κάθε γειτονιά είχε τον δικό της χαρακτήρα, σαν να είναι μισή ντουζίνα πόλεις στα χωροταξικά όρια μίας και μοναδικής. Τη Λα Πας τη βρήκα εντυπωσιακή, η Βολιβία είναι πολύ budget-friendly, και η Τιτικάκα είναι μία σύντομη διαδρομή λεωφορείου μακριά. Το Κίτο είναι στα μάτια μου η πιο γοητευτική πρωτεύουσα της Νότιας Αμερικής, αφήνοντας στην άκρη το Μπουένος Άιρες που δεν το συγκρίνω με καμία άλλη πόλη για καθαρά συναισθηματικούς λόγους. Επιπλέον, οι αποστάσεις στο Εκουαδόρ είναι μικρές (σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες τής ηπείρου), οπότε θα μπορούσα να περάσω κάποιο διάστημα και σε άλλες πόλεις. Το Μεντεγίν... τι να πρωτο-γράψω; Μια κατηγορία μόνο του. Η Ασουνσιόν;

Το 2009, τις λίγες ημέρες που πέρασα εδώ, περπάτησα αρκετά, όμως έβγαλα ελάχιστες φωτογραφίες. Στην περίπτωσή μου, αυτό σημαίνει ότι δεν μου άρεσε αυτό που είδα. Φωτογραφίες ΔΕΝ βγάζω όταν έχω κακή διάθεση, κι όταν αυτά που βλέπω δεν με βάζουν σε πειρασμό να βγάλω τη μηχανή από το σακίδιο. Στην προκειμένη περίπτωση, η διάθεσή μου ήταν μια χαρά, όμως η πόλη μού φάνηκε τόσο... απεριποίητη, τόσο “αφημένη στη μοίρα της”, τόσο “αχταρμάς” (αρχιτεκτονικά), τόσο “ό,τι να ‘ναι”, που με έπιασα να σκέφτομαι ότι κάποιος (ταξιδιώτης) πρέπει να είναι πολύ παράξενος για να μείνει εδώ περισσότερο από μια-δυο μέρες, απλά για να δει περί τίνος πρόκειται, πριν κινήσει για αλλού.

Στο πόσο έχει αλλάξει, θα αναφερθώ σε άλλο κείμενο.

Γιατί λοιπόν Ασουνσιόν; Επιστρέφοντας στην πάσα τού Γιώργου, ομολογώ ότι στην καρδιά τής επιλογής μου ήταν κάτι... στρογγυλό, όχι όμως από εκείνα που η Λαρίσα έχει δύο, όχι από εκείνα που οι άνδρες λατρεύουμε να... ζουλάμε, αλλά εκείνο το “στρογγυλό” που σε πολλούς αρέσει να κλωτσάμε(!), ή/και να βλέπουμε άλλους να κλωτσάνε...

Είτε το πιστεύετε είτε όχι, εκείνο που με έφερε στη... μητέρα όλων των αχουριών Ασουνσιόν, είναι το ποδόσφαιρο(!!!).

...

Παύση μερικών δευτερολέπτων, για να το... χωνέψετε :).

...

Αν δεν είσαι του ποδοσφαίρου, σε έχω ξενερώσει τελείως. Αν ΕΙΣΑΙ του ποδοσφαίρου, πρέπει να σκέφτεσαι, “πήγες Ασουνσιόν και όχι Μπουένος Άιρες;” Κι όμως, η επιλογή μου, μέσα στην... ανοησία και την παράνοιά της, είχε( ; ) τέλεια λογική.

Στη Νότια Αμερική (κι όχι γενικά στη Λατινική), υπάρχει μία ποδοσφαιρική διοργάνωση που λέγεται Κόπα Λιμπερταδόρες, ας πούμε το Τσάμπιονς Λιγκ τής Νότιας Αμερικής. Τη συγκεκριμένη διοργάνωση, από το 2009, την παρακολουθώ πιο στενά ακόμα κι από το ευρωπαϊκό Τσάμπιονς Λιγκ, ακόμα κι όταν είμαι στην Ασία (νωρίς το πρωί), ή στην Ευρώπη (άγριες μεταμεσονύχτιες ώρες). Την αισθάνομαι πολύ πιο... δική μου από το Τσάμπιονς Λιγκ, αφού έχω πάει στα περισσότερα “βασικά” γήπεδα στη Νότια Αμερική, κι έχω παρακολουθήσει αρκετούς αγώνες Λιμπερταδόρες σε προηγούμενα ταξίδια μου εδώ, ενώ αγώνα Τσάμπιονς Λιγκ δεν έχω δει ποτέ (από κερκίδα γηπέδου). Τις 21 από τις 32 ομάδες που είναι φέτος στη φάση των ομίλων, τις έχω δει εντός έδρας, και τις περισσότερες από τις άλλες 11 τις έχω δει σε εκτός έδρας παιχνίδια τους.

Η Ασουνσιόν έχει δύο ομάδες στη φάση των ομίλων, και δύο ακόμα συμμετείχαν στα προκριματικά (είχα την ελπίδα μία από τις δύο να έμπαινε σε όμιλο, αλλά... ας όψεται μια ομάδα από την Κολομβία που μου τις απέκλεισε και τις δύο). Τα εισιτήρια εδώ, ακόμα και για αγώνες τέτοιου επιπέδου, κοστίζουν από δύο ευρώ(!!!). Καλά διάβασες, δύο ευρώ... Αύριο το πρωί πηγαίνω στα γραφεία τής Σέρρο Πορτένιο για να αγοράσω το “combo”, ένα εισιτήριο για τα τρία παιχνίδια τού ομίλου, και το πακέτο κοστίζει 45000 γκουαρανίες (για μένα, επειδή έγινα μέλος τού συλλόγου με το που ήρθα, αγόρασα “διαρκείας” για το Πρωτάθλημα Παραγουάης), δηλαδή περίπου 6,50 ευρώ!! Όχι 6,50 ανά παιχνίδι, αλλά 6,50 ΤΟ ΠΑΚΕΤΟ τριών αγώνων! Ένας δε από τους τρεις, είναι με την Γκρέμιο, κάτοχο του τροπαίου!

Στην Αργεντινή, οι τιμές των αγώνων έχουν ξεφύγει. Στη Χιλή, στην Ουρουγουάη, στο Εκουαδόρ και στην Κολομβία παραμένουν λογικές, αλλά ούτε κατά διάνοια κοντά στις τιμές τής Παραγουάης. Στη Βολιβία είναι φθηνά, η Λα Πας έχει δύο ομάδες σε ομίλους, αλλά σαν πόλη δεν έχει τον ποδοσφαιρικό πλούτο τής Ασουνσιόν. Εδώ, κάθε ΠΣΚΔ (κάθε αγωνιστική τού τοπικού πρωταθλήματος τραβάει από Παρασκευή μέχρι και Δευτέρα), βλέπω τουλάχιστον δύο αγώνες, συνήθως τρεις, πληρώνοντας ακόμα και λιγότερο από ευρώ(!) για τα εισιτήρια, ενώ από το κέντρο τής πόλης μπορείς να περπατήσεις σε οκτώ(!) γήπεδα, οι αποστάσεις είναι μικρές, σε αντίθεση με το Μπουένος Άιρες για παράδειγμα, όπου για να πας στα περισσότερα γήπεδα τρως τη μισή μέρα σε λεωφορεία.

Ήταν το ποδόσφαιρο ΤΟΣΟ σημαντικός λόγος για μένα; Για να είμαι εδώ, για να ανέχομαι όλα τα στραβά τής Ασουνσιόν, και για να μένω πιστός στο πλάνο μου να περάσω τουλάχιστον έξι μήνες εδώ, αν όχι εννιά, η απάντηση είναι, προφανώς, ναι. Όχι ότι είναι το μοναδικό που χαίρομαι εδώ, αλλά... σίγουρα είναι το βασικό. Όταν είμαι σε γήπεδο, σιγοτραγουδάω τα συνθηματάκια των οπαδών, κουνάω τον κορμό μου δεξιά-αριστερά ακολουθώντας τον ρυθμό, χαζεύω τον κόσμο, απολαμβάνω τον καιρό που είναι ιδανικός – για μένα – για να βλέπεις μπάλα, κι εκείνες τις τρεις ώρες που περνάω στο γήπεδο (πάντα μπαίνω τουλάχιστον μία ώρα πριν αρχίσει κάθε παιχνίδι), ξεχνάω – προσωρινά – όλα τα στραβά κι ανάποδα αυτής της πόλης.

Στις/στους μη ποδοσφαιρόφιλες/ους υπόσχομαι ότι οι αναφορές μου στο τόπι θα είναι σπάνιες, και πάντα σε συνάρτηση με κάτι άλλο. Όταν για παράδειγμα αναφερθώ στις γυναίκες στην Παραγουάη, δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω καλύτερο επιχείρημα από κάτι που συνέβη σε γήπεδο, σε γήπεδΑ, εδώ την περασμένη Δευτέρα, και κάπου στη Βενεζουέλα αρχές τού 2011.

Προειδοποιώ ότι στο επόμενο κείμενο θα... βγάλω πολλή χολή, θα γράψω εδώ όλα όσα από λεπτότητα δεν λέω στους Ασουνσένιος όταν με ρωτάνε πώς μου φαίνεται η πόλη τους.
 

gio ntam

New Member
Μηνύματα
4
Likes
6
Επόμενο Ταξίδι
Βελιγραδι
Ονειρεμένο Ταξίδι
Κουβα
Υπεροχη αρχη και αναμενουμε μια ακομη καλυτερη συνεχεια.Για μας που ξερουμε,πραγματι το......τοπι σερνει καραβι.Και νομιζω οτι θα ηταν καλη ιδεα να αλλαξεις τον αρχικο σου σχεδιασμο και να μιλησεις αρκετα για ποσοσφαιρο,μιας και ειναι κορυφαιο κοινωνικο γεγονος.Αλλωστε καποιοι εχουμε σιγουρα πονταρει καποια εουρος στη Σερρο Πορτενιο....Ειχα βρεθει πριν εφτα χρονια στην Κουριτιμπα και ειχα την τυχη να παρακολουθησω δυο αγωνες των ομαδων της πολης :Κουριτιμπα και Ατλετικο Παραναενσε και αμεσως μετα στο Ριο,οπου ειδα το Φλουμινενσε-Κορινθιανς κ τολμω να πω οτι ηταν μια αξεχαστη εμπειρια
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.189
Τι μου αρέσει στην, και σχετικά με την Ασουνσιόν

Κάνω... κωλοτούμπα, κι αντί να μοιραστώ σήμερα όσα με τρελαίνουν (αρνητικά), τσατίζουν, απλά εκνευρίζουν, ή ακόμα και αηδιάζουν στην Ασουνσιόν, θα αφιερώσω το κείμενο σε όσα μου αρέσουν εδώ, και σχετικά με το εδώ.

Γράφοντας “σχετικά με το εδώ”, εννοώ ότι μετά από έξι μήνες στη σούπερ-ντούπερ τουριστική και δημοφιλή Κρακοβία, ήθελα να ζήσω κάτι τελείως (μα τε-λεί-ως) διαφορετικό. Στη Νότια Αμερική γνωρίζω πλέον αρκετό κόσμο, από τις Ελληνο-Βενεσολάνες που περάσαμε χρόνο μαζί στο Καράκας, μέχρι φιλόσοφο και λάτρη του “ελληνικού” καφέ με τον οποίο συγκατοίκησα ένα διάστημα στο Μπουένος Άιρες το 2011-12. Κανείς τους, ΚΑΝΕΙΣ τους όμως, δεν έχει έρθει στην Παραγουάη. Ποτέ. Κανείς. Και στην προκειμένη περίπτωση, το “κανείς” είναι μεταξύ πολλών ατόμων, όχι πέντε-δέκα.

Η σχεδόν καθολική αντίδρασή τους στα νέα μου περί Ασουνσιόν, ήταν πρώτα “δεν έχω πάει”, και μετά “δεν ξέρω σχεδόν τίποτα για τη χώρα”. Για κάποιον λόγο, αυτό έκανε την Ασουνσιόν ακόμα πιο ενδιαφέρουσα στο μυαλό μου σαν τόπο προσωρινής εγκατάστασης, σαν... νύχτα σε σύγκριση με τη μέρα-Κρακοβία.

Είναι καρακλισέ τού κερατά, όμως δεν μπορώ να μην αναφέρω το επόμενο νωρίς-νωρίς στη λίστα εκείνων που μου αρέσουν εδώ, δεν μπορώ να το αγνοήσω απλά και μόνο επειδή χρησιμοποιείται σαν καραμέλα για τους κατοίκους διαφόρων χωρών. Εννοώ το πόσο “ζεστός” είναι ο κόσμος εδώ, πώς κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να σε κάνουν να αισθανθείς άνετα, να σε γυρίσουν, να σου δείξουν, να μοιραστούν, να, να, να.

Το... “πρόβλημά” μου σχεδόν 40 μέρες τώρα, ήταν ότι βρέθηκα πολλές φορές σε άβολη θέση, επειδή έπαιρνα πολύ περισσότερα από όσα έδινα, κάτι που συνέβαινε κι εξακολουθεί να συμβαίνει για δύο λόγους: αφενός, οι Παραγουανοί ώρες-ώρες γίνονται... too much, χαλί να τους πατήσεις. Από την άλλη, αυτά που εγώ θέλω να μοιράζομαι με κόσμο (κυρίως τον χρόνο μου), είναι... περιορισμένα, κρατάω τις προσδοκίες μου κι αυτά που εισπράττω από άλλους “υπό έλεγχο”, επειδή δεν θέλω να βρίσκομαι ηθικά υποχρεωμένος να μοιραστώ περισσότερα από όσα θέλω (μάλλον σας μπερδεύω, οπότε το κόβω εδώ). Το... ζουμί τής παραγράφου, είναι ότι μου αρέσει το πόσο “ζεστός” είναι ο κόσμος στην Ασουνσιόν.

Μου αρέσει ο καιρός. Ναι μεν ζέστη και υγρασία, αλλά καθαρός ουρανός, κατά κανόνα (αν και τις τελευταίες ημέρες μάς τάραξε στις βροχές), κι ακόμα κι όταν ξυπνάω και βλέπω τον ουρανό “βαρύ”, είναι... όμορφα “βαρύς”, είναι εκείνος ο μαύρος ουρανός που σε προειδοποιεί ότι θα ρίξει καρεκλοπόδαρα, αλλά αφού αυτό συμβεί, τα σύννεφα διαλύονται και σύντομα είναι πάλι χαρά Θεού. Στην Ελλάδα, αυτό μάλλον δεν σας λέει τίποτα. Αν όμως είχατε περάσει τους τελευταίους έξι μήνες (ειδικά από μέσα Σεπτεμβρίου και μετά, μέχρι τέλη Δεκεμβρίου) στην Πολωνία, στην οποία έπρεπε να ανάψω το φως στις οκτώ και μισή το πρωί για να φάω πρωινό και να αρχίσω να δουλεύω, ο καιρός τής Παραγουάης θα σας έλεγε πάρα μα πάρα μα πάρα πολλά...

Μου αρέσει το ότι το απογευματάκι, όταν παίρνει να δροσίζει κάπως, ο κόσμος στήνει καρέκλες και τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο, μπροστά από το σπίτι του, και περνάει ώρα εκεί, κουβεντιάζοντας, πίνοντας τερερέ (ό,τι παραγουανικότερο μπορείς να πιεις εδώ), κουβεντιάζοντας, κουβεντιάζοντας, κουβεντιάζοντας. Έχω περπατήσει χιλιόμετρα και χιλιόμετρα μεταξύ 11 και μία το βράδυ, λίγο πριν και λίγο μετά τα μεσάνυχτα (όχι επειδή ήθελα, αλλά επειδή ήμουν υποχρεωμένος, αυτό όμως είναι για το κείμενο με τη... χολή που θα βγάλω για την Ασουνσιόν, όχι σήμερα), και πάντα το έβρισκα πολύ χαριτωμένο ότι τόσος κόσμος ήταν στο πεζοδρόμιο μπροστά στο σπίτι του ακόμα και τόσο αργά το βράδυ.

Μου αρέσει το ότι η βασικότερη μυρωδιά από αργά το απόγευμα και μετά, περπατώντας στον δρόμο, είναι εκείνη του γιασεμιού(!). Οι μονοκατοικίες στην Ασουνσιόν είναι πάμπολλες, ακόμα και στο κέντρο, οι περισσότερες έχουν μικρές αυλές, και τα γιασεμιά... κρέμονται από παντού. Ανέκαθεν είχα κόλλημα με τα γιασεμιά, η μυρωδιά τους με κάνει να σταματάω και να ρουφάω τζούρες ακόμα κι αν βιάζομαι, και στην Ασουνσιόν η... εξάρτησή μου από το συγκεκριμένο “ναρκωτικό” ικανοποιείται γενναιόδωρα και δωρεάν.

Μου αρέσει ότι η δεύτερη μυρωδιά που επικρατεί από το απόγευμα και μετά στους δρόμους είναι εκείνη της “τσίκνας”, του κρέατος πάνω σε κάρβουνα. Συνήθως είναι σε μαγαζιά που στήνουν “κουζίνες” στο πεζοδρόμιο. Άλλες φορές είναι μπροστά από σπίτια, με κόσμο που προτιμάει να κάνει “μπάρμπεκιου” εκεί, αντί για εντός τού σπιτιού, ή εντός αυλής. Η συγκεκριμένη μυρωδιά με κάνει να πεινάω ακόμα κι αν μόλις έχω φάει.

Μου αρέσει ότι πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ για ψώνια φορώντας σαγιονάρες. Στην Κρακοβία είχα τεράστιο Tesco 7-8 λεπτά περπάτημα από το σπίτι, ανοικτό 24 ώρες, αλλά τους τελευταίους μήνες περνούσα κι εγώ δεν ξέρω πόσο χρόνο βάζοντας ένα κάρο ρούχα για να πάω μέχρι εκεί, και άλλον τόσο για να τα ξεφορτωθώ αφού επέστρεφα σπίτι. Το κρύο στην Πολωνία ήταν... αντιμετωπίσιμο, δεν ήταν κάτι... από κάποιον παγωμένο πλανήτη, όμως “αντιμετωπίσιμο” μόνο με τα κατάλληλα ρούχα, ακόμα και για μικρές αποστάσεις. Εδώ, όταν χρειάζομαι κάτι, απλά... βάζω σαγιονάρες (από ξυπόλυτος στο δωμάτιο, γενικά στο χόστελ), και πηγαίνω. Με κάνει να αισθάνομαι ότι... είμαι διακοπές.

Μου αρέσει ότι κάποια πράγματα είναι πάμφθηνα. Τις προάλλες αναφέρθηκα στις τιμές των εισιτηρίων ποδοσφαιρικών αγώνων. Σήμερα θα αναφερθώ μόνο στο χόστελ στο οποίο “μετακόμισα” την πρώτη μέρα τού μήνα. Με 900.000 γκουαρανίες, 130 ευρώ (τον μήνα), νοικιάζω πλέον ένα μεγάλο δωμάτιο (όχι κρεβάτι σε κοιτώνα), πρωινού συμπεριλαμβανομένου. Ναι μεν δεν έχω δικό μου μπάνιο, αλλά αυτό ποτέ δεν με προβλημάτιζε ιδιαίτερα σε χόστελ. Έχει αξιόπιστο ίντερνετ, καλωδιακή τηλεόραση, πολύ φαν περιβάλλον, σούπερ ιδιοκτήτες, και σε αντίθεση με το – κάτι σαν – διαμέρισμα που νοίκιασα τον Φεβρουάριο, το χόστελ είναι κεντρικότατο, κάτι που έχει περιορίσει τον χρόνο που σπαταλούσα περπατώντας όταν ΔΕΝ ήθελα, αλλά ήμουν υποχρεωμένος να περπατήσω (αργά το βράδυ, μετά από παιχνίδια, με τα λεωφορεία να μην κυκλοφορούν πλέον).

Για να είμαι ειλικρινής, η... κωλοτούμπα μου πιστώνεται ακριβώς στο χόστελ. Από τη μέρα που ήρθα εδώ, “άλλαξα τσιπ”, άρχισα να βλέπω τον χρόνο μου στην Ασουνσιόν με πολύ θετικότερο μάτι. Πολλά έπαιξαν ρόλο. Μεταξύ αυτών, το πόσο όμορφα πέρασα το δεύτερο βράδυ, που είχαμε πάρτι μέχρι τις πέντε το πρωί επειδή είχε γενέθλια ο πατέρας τής ιδιοκτήτριας. Φίλοι του ήρθαν στο χόστελ για να το γιορτάσουν, έπαιξαν μουσική, ήπια... πέντε φορές τις μπίρες που ήπια σε έξι μήνες στην Κρακοβία, πέρασα μούρλια, και μεταξύ των “κλου” ήταν ότι ένας από τους μουσικούς, επαγγελματίας, διάσημος στην Παραγουάη κυρίως για την άρπα που παίζει, ένα παραδοσιακό όργανο εδώ, αφού γνωριστήκαμε και του είπα από πού είμαι, μου “αφιέρωσε” συρτάκι(!!!), παίζοντάς το με την τεράστια άρπα του(!!!). Ανεκτίμητο...

Στο επόμενο κείμενο, ε, ναι, θα είναι ώρα να γκρινιάξω μέχρι... κυλίσματος στο πάτωμα για όσα ΔΕΝ μου αρέσουν στην Ασουνσιόν.

ΥΓ gio ntam, θα είχαμε πολλάαα να πούμε αν βρισκόμασταν από κοντά, αλλά στη συγκεκριμένη ιστορία θα αναφέρομαι στο ποδόσφαιρο με το σταγονόμετρο, προκειμένου τα κείμενα να διαβάζονται ευχάριστα από όσους γίνεται περισσότερους. Στα πεταχτά αναφέρω ότι σε 38 – νομίζω – μέρες μέχρι τώρα, έχω πάει σε 18 παιχνίδια, κι αν δεν υπήρχε το τεράστιο ζήτημα με τα λεωφορεία που δεν κυκλοφορούν μετά από κάποια ώρα, αν μπορούσα να είχα πάει και στο γειτονικό Λούκε – να είχα πάει, μπορούσα. Η επιστροφή θα ήταν ο εφιάλτης – θα είχα δει ακόμα περισσότερα. Πήγα και σε Φλου – Μποταφόγκο στο Μαρακανά, τον Ιανουάριο. Αγνώριστο το γήπεδο, εσωτερικά, σε σύγκριση με το Μουντιάλ, την τελευταία φορά που ήμουν εκεί, στον τελικό το 2014.
 

LULLU

Member
Μηνύματα
3.500
Likes
7.691
Επόμενο Ταξίδι
το ψαχνω....
Ονειρεμένο Ταξίδι
Νιγηρας-Μαλι
Καλως ηλθες και παλι..μου ειχαν λειψει οι ιστοριες σου..
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.189
Κι όμως, πέντε ΑΚΟΜΑ πράγματα που μου αρέσουν στην Ασουνσιόν

Αν ήμουν στρουμφάκι, θα ήμουν σίγουρα ο γκρινιάρης. Αν δεν αισθανόμουν ότι έχω τελειώσει με τα τατουάζ, θα έκανα ένα ακόμα που θα έγραφε “γκρινιάζω, άρα υπάρχω”. Κι όμως... Με τσιμπάω για να πιστέψω κι εγώ ο ίδιος ότι αναβάλω ΞΑΝΑ να “κράξω” την Ασουνσιόν (και να δικαιολογήσω το “μαζοχιστής” στον τίτλο τής ιστορίας), αφιερώνοντας ένα ακόμα κείμενο σε πράγματα που μου αρέσουν εδώ, κι αυτό επειδή κάνοντας βόλτα σήμερα, μου... ήρθαν κι άλλα, πέρα από εκείνα που ανέφερα προχθές.

Μου αρέσει λοιπόν ότι το κέντρο τής Ασουνσιόν είναι ένας... ατελείωτος καμβάς, με ζωγραφιές (δεν θα τις χαρακτήριζα γκράφιτι) κάθε μεγέθους, από... ένα επί ένα (μέτρο), μέχρι ολόκληρες πλευρές πολυκατοικιών, και θέματα παρμένα κυρίως από τη φύση και την παράδοση της Παραγουάης. Θα μπορούσα να περιγράψω επί πολλές παραγράφους όσα μπορείς να δεις εδώ, όμως είναι προτιμότερο μία μέρα να ανεβάσω μερικές φωτογραφίες, όταν ασχοληθώ με τις κι εγώ δεν ξέρω πόσες έχω βγάλει 40 μέρες τώρα με τις τρεις κάμερες που έχω μαζί μου (πέρα από το κινητό, που ενίοτε χρησιμοποιείται σαν τέταρτη μηχανή, επειδή ΠΡΟΦΑΝΩΣ, τρεις... τι να σου κάνουν... ).

Μου αρέσει ότι χρησιμοποιούν το “vos” αντί του “tú”, κι αντί να πουν “dime” (πες μου), λένε “decíme”, κάτι που είναι εντελώς... rioplatense, απόλυτα μπουενοσαϊρεσικό, ροσαρίνο, ουρουγουανικό επίσης. Ναι μεν δεν είμαι στην αγαπημένη μου Αργεντινή (για διάφορους λόγους), αλλά να που κάτι με κάνει να αισθάνομαι ότι είμαι εκεί (πέρα από το ότι η Αργεντινή είναι... στην απέναντι πλευρά τού ποταμού, απέναντι από την Ασουνσιόν, κάτι που θα φανεί ΠΟΛΥ χρήσιμο την 89η μέρα μου στην Παραγουάη, όταν θα χρειαστεί να φύγω και να επιστρέψω για να... μηδενίσω το κοντέρ, και να περάσω άλλες 90 μέρες εδώ).

Μου αρέσει ότι ακόμα και στη μία μετά τα μεσάνυχτα δεν κοιτάω πίσω από την πλάτη μου για να δω ποιος είναι εκείνος που βηματίζει 10-15 μέτρα πίσω μου. Σε σύγκριση με άλλες πόλεις στη Λατινική Αμερική, η Ασουνσιόν είναι... παιδική χαρά. ΕΙΝΑΙ Λατινική Αμερική, με προβλήματα παρόμοια πολύ μεγαλύτερων πόλεων, πόλεων που “φημίζονται” για το πόσο rough είναι, το να την αποκαλώ “ασφαλή” (σε σύγκριση με άλλες πόλεις τής... γειτονιάς) είναι σαν να λέω ότι... μια μορφή καρκίνου σκοτώνει λιγότερο από άλλες, αλλά... παρά το μακάβριο και untactful τής προηγούμενης πρότασης, το “ζουμί” παραμένει, στην Ασουνσιόν κυκλοφορείς χωρίς (σε γενικές γραμμές) φόβο, ακόμα και πολύ αργά τη νύχτα.

Μου αρέσει ότι είμαι σε μία χώρα στην οποία όταν ακούω ντόπιους να μιλάνε για τους άλλους λαούς τής “γειτονιάς”, αλλά και για τους ξένους που ζουν εδώ, οι “μπηχτές” που ακούω είναι οι... κλασικές “χαριτωμένες” που ακούς στη Νότια Αμερική σε κάθε χώρα. “Οι Βραζιλιάνοι είναι όλο φιέστα-φιέστα-φιέστα, οι Αργεντίνοι έχουν τη μύτη πιο ψηλά από το μέτωπο, οι Ουρουγουανοί επιμένουν ότι δεν είναι Αργεντίνοι, οι Βολιβιανοί είναι περίεργοι, απόμακροι, οι τάδε είναι το τάδε, οι δείνα είναι το δείνα” και πάει λέγοντας. Μετά από έξι μήνες στην Πολωνία, στην οποία ο στυγνός ρατσισμός με σόκαρε από τις πρώτες ημέρες (πήρα λεωφορείο για Γκλιβίτσε, να πάω να δω έναν αγώνα, κι ο κατά τα άλλα συμπαθής και φιλικότατος – προς εμένα – οδηγός με τον οποίο περάσαμε όλη τη διαδρομή μιλώντας, κάποια στιγμή άρχισε να μου λέει για τους “σκατόμαυρους” και τους “σκατομουσουλμάνους” που “βρωμίζουν” τη χώρα του... ... ...), μετά λοιπόν από έξι μήνες στην Πολωνία, οι “μπηχτές” των Παραγουανών για τους “τριγύρω” είναι... μουσική στ’ αυτιά μου.

Μου αρέσει, και μ’ αυτό κλείνω σύντομα-σύντομα σήμερα, επειδή ούτε εγώ με αντέχω τόσο... γκρίνια-free, ότι οι Παραγουανοί όχι απλά δεν έχουν σταματήσει να μιλάνε Γκουαρανί, αλλά τα έχουν και επίσημη γλώσσα, δίπλα φυσικά στα Ισπανικά. Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες στις οποίες οι “αυτόχθονες” γλώσσες κάποια στιγμή άρχισαν να μπαίνουν στο περιθώριο, μέχρι που πετάχτηκαν σε κάποιο καλάθι σκουπιδιών, στην Παραγουάη συμβαίνει το απίθανο ακόμα και κόσμος που... γενετικά δεν έχει σχέση με τον αυτόχθονο-αυτόχθονο πληθυσμό (που δεν ξέρω πόσοι έχουν απομείνει, ακόμα και “λίγο” αυτόχθονες, μετά από κάποιους αιώνες “μίξης” κι έναν πόλεμο που αποδεκάτισε τον αρσενικό πληθυσμό τής χώρας), να μιλάει Γκουαρανί, να τα χρησιμοποιεί συστηματικά. Προσωπικά, από όλες τις χώρες στις οποίες έχω πάει, η μόνη που μου “φέρνει” λίγο σε Παραγουάη στον συγκεκριμένο τομέα, είναι η Νέα Ζηλανδία, στην οποία τα Μαορί είναι επίσημη γλώσσα, και δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι σε δύο μουσεία που πήγα στο Όκλαντ γύρω στα Χριστούγεννα του 2008 που ήμουν εκεί, τα εκθέματα είχαν επεξηγήσεις πρώτα στα Μαορί και ΜΕΤΑ στα Αγγλικά.

Τέλος. Μία από αυτές τις ημέρες θα αφήσω τις... καλοσύνες στην άκρη, και θα ικανοποιήσω τον γερογκρινιάρη μέσα μου. Πρόγευση δίνω, γράφοντας επιγραμματικά ότι το βασικό, ίσως, που δεν μου αρέσει στην Ασουνσιόν, είναι ότι μου φαίνεται πόλη που... σου δίνει ένα, και σου παίρνει δύο. Όχι σαν μεμονωμένοι πολίτες, οι κάτοικοί της, αλλά σαν... πόλη, συλλογικά. Σηκώνει εξήγηση αυτό, και (πόοοσο) θα χαρώ να την δώσω στο επόμενο κείμενο.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.112
Μηνύματα
880.656
Μέλη
38.838
Νεότερο μέλος
Crimson_gr

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom