Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.502
- Likes
- 31.377
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
Δευτέρα 9/1/2017
Ένας λαμπρός ήλιος και -6°c μας καλημέρισαν την πρώτη μας μέρα στην πόλη. Το ξυπνητήρι δεν πρόλαβε καν να χτυπήσει στις 9, αφού τα μάτια άνοιξαν από μόνα τους πολύ νωρίτερα. Το πρωινό ετοιμάστηκε, καταβροχθίστηκε λαίμαργα και η διαδικασία ντυσίματος άρχισε! 2 ισοθερμικές μπλούζες, 1 λεπτή ζιβάγκο, 2 ακόμη μακρυμάνικες λεπτές αλλά ζεστές μπλούζες, 1 χοντρό μάλλινο πουλόβερ, χοντρό καλσόν, ισοθερμικό κολάν, κι’ άλλο παντελόνι-κολάν, παλτό-γούνα, σκουφί, γάντια, κασκόλ......ΟΥΦ... κουράστηκα να ντύνομαι!
Η εξερεύνηση της πόλης ξεκίνησε από τη γειτονιά μας, αφού η πλατεία Roosvelt tér βρισκόταν στα 300m από το διαμέρισμά μας, στην άκρη της γέφυρας των Αλυσίδων. Παλαιότερα ονομαζόταν πλατεία Φραγκίσκου Ιωσήφ ή πλατεία Εκφόρτωσης. Στις αρχές του 20ου αι. υπήρχαν μεγαλόπρεπα κτίρια γύρω από την πλατεία όπως ξενοδοχεία, μέγαρα, λουτρά κ.α. Σήμερα το μοναδικό κτίριο που διασώζεται να θυμίζει την αίγλη των παλαιών καιρών είναι η Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών. Εδώ βρίσκεται και το Ανάκτορο Gresham Palace το οποίο στεγάζει το πολυτελές ξενοδοχείο Four Seasons. Στη νότια πλευρά δεσπόζουν 2 μεγάλα επίσης ξενοδοχεία: το Sofitel Budapest και το Intercontinental και μάλιστα μπροστά από το δεύτερο υπάρχει το άγαλμα του Βαρόνου József Eötvös, του μεταρρυθμιστή της δημόσιας εκπαίδευσης. Μέσα στην πλατεία συναντάμε άλλα δύο μνημεία πολιτικών ανδρών: του κόμη István Széchenyi, μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού μεταρρυθμιστή και του Ferenc Deák, ο οποίος έπαιξε ρόλο στον Συμβιβασμό του 1867 που οδήγησε στη Δυαδική μοναρχία.
Επόμενος προορισμός μας η Βασιλική του Αγίου Στεφάνου (Szent István Bazilika), 600m από την πλατεία Roosvelt tér. Μια ωραία διαδρομή από ήσυχους δρόμους, χωρίς πολύ κόσμο ή τουρίστες, με επιβλητικά κτίρια μας οδήγησε στη μεγάλη πλατεία μπροστά από τον ναό. Η Mérleg utca, η Október utca, η Zrínyi utca, η Nádor utca είναι μερικοί από τους δρόμους στην περιοχή της Βασιλικής που αξίζει κάποιος να τους περπατήσει, για να θαυμάσει την αρχιτεκτονική των κτιρίων πριν καταλήξει στα σκαλιά της Εκκλησίας.
Εννοείται ότι το πρώτο πράγμα που μας ενδιέφερε να κάνουμε ήταν να κόψουμε εισιτήρια και να ανέβουμε στην κορυφή του τρούλου για να έχουμε πανοραμική θέα της πόλης, η οποία λουζόταν από το λαμπερό φως του ήλιου εκείνη την ώρα. 500 Ft. (1.60€) το κανονικό εισιτήριο και 400 Ft. (1.30€) το φοιτητικό. Μπήκαμε στο ασανσέρ και βρεθήκαμε πάνω. Μαγικές εικόνες κατέκλυσαν τα μάτια μας!
Στο Καμπαναριό υπάρχει η μεγαλύτερη καμπάνα της χώρας, βάρους 9 τόνων την οποία έκαναν δώρο οι Γερμανοί, σαν αποζημίωση για την αυθεντική, που έκλεψαν οι Ναζί το 1944. Ο ναός φαίνεται από κάθε σημείο της πόλης και φυσικά η θέα που απολαύσαμε από τον 96m τρούλο ήταν καταπληκτική, βλέποντας τις στέγες των σπιτιών, τις καμινάδες να καπνίζουν, τις πλατείες, ολόκληρη τη Βούδα με το Κάστρο της, τις λεωφόρους και φυσικά το τεράστιο κτίριο του Κοινοβουλίου.
Στη συνέχεια προχωρήσαμε στο εσωτερικό του ναού, αφού πρώτα πληρώσαμε στην είσοδo από 300Ft.(1€) ο καθένας. 50 χρόνια χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί η κατασκευή της Βασιλικής, η οποία είναι αφιερωμένη στον πρώτο Ούγγρο Χριστιανό Βασιλιά και είναι η μεγαλύτερη της χώρας. Σαν πρώτος αρχιτέκτονας ξεκίνησε ο Joseph Hill το 1851, αλλά πέθανε κατά τη διάρκεια της ανέγερσης. Ο Michel Ybl ανέλαβε να συνεχίσει την αποπεράτωση του έργου, αλλά η κατάρρευση του θόλου και ο θάνατός του, επίσης καθυστέρησαν τα έργα. Τελικά ένας τρίτος αρχιτέκτονας, ο Joseph Kraus κλήθηκε να συνεχίσει το έργο των δύο προηγούμενων και τελικά τα κατάφερε. Κάλεσε διάσημους γλύπτες να διακοσμήσουν το εσωτερικό του ναού και χρησιμοποιήθηκαν 50 διαφορετικά είδη μαρμάρου. Το αποτέλεσμα είναι ομολογουμένως εντυπωσιακό, γι’ αυτό και ο ναός κατακλύζεται από πλήθος επισκεπτών που συρρέουν εδώ απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Στο παρεκκλήσι υπάρχει διατηρημένο το δεξί χέρι του Αγίου. Το επισκεφθήκαμε, αλλά δε βγάλαμε φωτογραφίες.
Βγήκαμε από τον ναό μπροστά στη μεγάλη πλατεία. Δεν υπήρχε πολύς κόσμος και γενικά επικρατούσε ηρεμία. Καμία σχέση με άλλες πόλεις που σε τόσο τουριστικά σημεία δεν μπορείς να περπατήσεις από την κοσμοπλημμύρα. Μας άρεσε αυτό, γιατί μπορούσες να απολαύσεις τη βόλτα σου και να χαζεύεις γύρω σου, χωρίς να κινδυνεύεις να ποδοπατηθείς ή να χαθείς μέσα στο πλήθος! Περπατήσαμε γύρω από την εκκλησία και ξαναβρεθήκαμε στη διασταύρωση των οδών Október utca και Zrínyi utca για να φωτογραφίσουμε με την ησυχία μας το μπρούτζινο άγαλμα του παχουλού αστυνομικού (The fat policeman statue), γιατί προηγουμένως που περάσαμε από εδώ ήταν περικυκλωμένο από ένα γκρουπ τουριστών.
Η Arany János utca μας οδήγησε στον κεντρικό δρόμο Széchenyi rkp και βρίσκοντας κάποια σκαλάκια κατεβήκαμε στην όχθη του Δούναβη, ακολουθώντας πορεία προς το Κοινοβούλιο. Η διαδρομή αυτή κατά μήκος του ποταμού μας επιφύλασσε το πιο συγκινητικό ιστορικό μνημείο-ορόσημο, αφιερωμένο στη μνήμη των 550.000 Ούγγρων Εβραίων που έχασαν τη ζωή τους από τους Ναζί το 1944-45: Τα Παπούτσια του Δούναβη. Χιλιάδες από αυτούς πυροβολήθηκαν δίπλα στην όχθη από συμπατριώτες τους συνεργάτες των Ναζί, οι οποίοι πριν τους εκτελέσουν τους ανάγκασαν να βγάλουν το πολυτιμότερο αγαθό που διέθεταν: τα παπούτσια τους.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή μας προς το Κοινοβούλιο συναντήσαμε μια ράμπα (στάση πλοίου) και την κατεβήκαμε πλησιάζοντας ακόμα περισσότερο στα παγωμένα νερά. Το τοπίο γύρω μας ήταν μαγευτικό! Το ποτάμι πάγωνε όλο και περισσότερο και τα κομμάτια πάγου που επέπλεαν, παρασυρμένα από τα ορμητικά νερά γίνονταν όλο και μεγαλύτερα. Το κρύο ήταν πολύ τσουχτερό, ειδικά τόσο κοντά στο νερό, αλλά χωρίς να πτοούμαστε καθόλου από τα καμώματα της φύσης, το διασκεδάζαμε πραγματικά! Εμείς και τα παπάκια βολτάραμε αψηφώντας τις πολικές θερμοκρασίες της ηλιόλουστης Βουδαπέστης!!
Φτάσαμε στο Κοινοβούλιο, το ωραιότερο στολίδι της πόλης και ένα από τα εντυπωσιακότερα κτίριά της. Περάσαμε απέναντι διασχίζοντας τον κεντρικό δρόμο, ανεβήκαμε μια μεγάλη σκάλα και βρεθήκαμε να παρατηρούμε εντυπωσιασμένοι αυτό το αριστουργηματικό οικοδόμημα που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Imre Steindl και χτίστηκε από το 1885-1902 σε ρυθμό γοτθικό. Στην πρόσοψη του κτιρίου ο επισκέπτης μπορεί να δει 88 αγάλματα Βασιλιάδων και ηγετών της χώρας. Το διάβασα δεν τα μέτρησα για να είμαι ειλικρινής!
Το σχέδιό του βασίστηκε στο σχέδιο του Κοινοβουλίου του Λονδίνου. Έχει μήκος 268m και ύψος 96m (όσο και ο τρούλος της Βασιλικής) και αποτελείται από 691 αίθουσες. Το μήκος από τις σκάλες που διαθέτει λέγεται ότι φτάνει τα 20km (πολύ εντυπωσιακό νούμερο μου φαίνεται, αλλά έτσι λένε οι πληροφορίες). Εδώ φυλάσσονται τα κοσμήματα του Ουγγρικού στέμματος, στην Αψιδωτή Αίθουσα, τα οποία φυγαδεύτηκαν από την Ουγγαρία, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα νησιά Fort Knox των ΗΠΑ μέχρι το 1978.
Μπρούτζινη μακέτα με επεξηγήσεις σε γραφή Braille
Αφιερώσαμε πολύ ώρα στο Κοινοβούλιο θαυμάζοντας και τα γύρω επιβλητικά κτίρια που πλαισιώνουν την πλατεία Kossuth tér, όπως το μουσείο Εθνογραφίας
Το μνημείο Kossuth
Τα αγάλματα
Το μνημείο της Ουγγρικής Επανάστασης
Το 1949 η Ουγγαρία ανακηρύxθηκε Κομμουνιστική Λαϊκή Δημοκρατία. Η νέα κυβέρνηση θεωρούσε διάφορα κτίρια σύμβολα του προηγούμενου καθεστώτος και κατέστρεψε το εσωτερικό τους. Τον Οκτώβριο του 1956 οι πολίτες διαμαρτυρήθηκαν ειρηνικά ζητώντας δημοκρατικές αλλαγές. Το καθεστώς διέταξε τον στρατό να πυροβολήσει τον κόσμο, αλλά οι στρατιώτες έδωσαν όπλα στο πλήθος και κατάφεραν να καταλάβουν τον ραδιοφωνικό σταθμό ζητώντας να δημοσιευτούν τα αιτήματά τους. Αυτή ήταν η αρχή της Ουγγρικής Επανάστασης. Τα Σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα για να καταπνίξουν την Επανάσταση . Οι μάχες άφησαν 3000 νεκρούς και αυτό το μνημείο ανεγέρθη με αφορμή τα 50 χρόνια από εκείνη τη μέρα.
Η καλύτερη θέα στο Κοινοβούλιο είναι από την απέναντι όχθη του Δούναβη, εκεί που βρίσκεται η πλατεία Batthyany ter. Η εντυπωσιακότερη όμως είναι το βράδυ, καθώς φωτίζεται καταπληκτικά και καθρεφτίζεται στα νερά του ποταμού. Τώρα βέβαια με τόσους πάγους ίσως να μην είναι και τόσο εύκολο να δει κάποιος τον τέλειο αντικατοπρισμό του κτιρίου, αλλά αυτή η απορία (για τον βραδινό αντικατοπρισμό) θα μας λυνόταν τις επόμενες μέρες, ενώ η ημερήσια φωτογράφιση θα ακολουθούσε ευθύς αμέσως, αφού είχαμε πλέον ολοκληρώσει την εξερεύνησή μας σε όλον τον περιβάλλοντα χώρο του Κοινοβούλιου. Έτσι θα κλείναμε το κεφάλαιο αυτό έχοντας την καλύτερη θέα από το καλύτερο σημείο!
Η μετάβαση όμως για απέναντι ήταν μια μίνι περιπέτεια από εκεί που βρισκόμασταν. Και γιατί το λέω αυτό? Γιατί το καραβάκι που εκτελεί το δρομολόγιο και σε μεταφέρει σε λίγα μόλις λεπτά στην Batthyány tér δε λειτουργούσε λόγω πάγων φυσικά. Ψάξαμε εναλλακτικούς τρόπους με τραμ και ο καλύτερος συνδυασμός ήταν ο εξής: από την Kossuth tér πήραμε το τραμ 2 για Jászai Mari tér και εκεί αλλάξαμε παίρνοντας το 4 ή 6 για Margit híd, budai hídfő. Κατεβήκαμε εδώ και στη συνέχεια κάναμε την τρίτη και τελευταία αλλαγή παίρνοντας το 19 ή 41, το οποίο κάνει στάση ακριβώς πάνω στην πλατεία. Δε μας χάλασε βέβαια όλο αυτό το tour με τα τραμ και συνήθως επιλέγαμε αυτό το μεταφορικό μέσο για τις μετακινήσεις μας, γιατί έτσι μας δινόταν η ευκαιρία να βλέπουμε όσα περισσότερα κομμάτια της πόλης μπορούσαμε.
Εδώ λοιπόν δεσπόζει η εκκλησία της Αγίας Άννας και η πλατεία περιβάλλεται από όμορφα κτίρια. Στη Βουδαπέστη είναι λίγες οι εκκλησίες που σώζονται και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των 150 χρόνων της Τουρκικής κατοχής οι εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά, τα οποία αργότερα καταστράφηκαν από τις επιθέσεις Χριστιανών στη Βούδα και την Πέστη. Η συντήρηση και ανακατασκευή των παλαιών και κατεστραμμένων εκκλησιών αλλά και η κατασκευή νέων ξεκίνησε στα τέλη του 17ου αι. γι’ αυτό βλέπουμε να κυριαρχούν σε όλες τις εκκλησίες το μπαρόκ και ο νεοκλασικός ρυθμός.
Περπατήσαμε το τετράγωνο γύρω από την εκκλησία, κάναμε βόλτες, αλλά ένας και μοναδικός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι ξακουστή η συγκεκριμένη πλατεία και γίνεται πόλος έλξης για όλους τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται τη Βουδαπέστη και δεν είναι άλλος από την απίθανη θέα που προσφέρει στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο. Όλοι λοιπόν συρρέουν εδώ με έναν και μοναδικό σκοπό: να πετύχουν την καλύτερη φωτογραφία, είτε είναι μέρα, είτε είναι νύχτα. Ε! Αυτό θα προσπαθούσαμε να κάνουμε και εμείς.

Μετά τις άπειρες φωτογραφίες αποφασίσαμε ότι είχε έρθει πλέον η ώρα να καταλήξουμε σε κάποιο εστιατόριο για φαγητό. Trofea grill Etterem στην οδό Király utca ήταν η επιλογή μας και επιβιβαστήκαμε στο τραμ 19 ή 41 για να μας αφήσει μετά από 5 στάσεις, στη στάση Szent Gellért tér ακριβώς έξω από το ομώνυμο ξενοδοχείο με τα λουτρά.

Αλλάξαμε πάλι τραμ παίρνοντας το 47 ή 49, το οποίο διασχίζει την πράσινη γέφυρα και κάνει τέρμα στην πλατεία Deák Ferenc tér. Από εκεί το Trofea απέχει 450m. Φυσικά υπήρχαν και άλλοι τρόποι για να φτάσουμε στο εστιατόριο, αλλά επιλέξαμε τη συγκεκριμένη διαδρομή γιατί θέλαμε να κινηθούμε κατά μήκος του ποταμού από την πλευρά της Βούδας, βλέποντας όλο αυτό το κομμάτι της πόλης μέχρι τα λουτρά και περνώντας πάνω από τη γέφυρα θα κάναμε έναν μεγάλο κύκλο, βλέποντας επίσης ένα σημαντικό κομμάτι της Πέστης. Κατά τη διέλευση της γέφυρας, κοιτώντας έξω από το παράθυρο παρατηρήσαμε ότι ο Δούναβης ακριβώς από κάτω ήταν τελείως καλυμμένος από τεράστια κομμάτια πάγου, σχεδόν παγωμένος!
Φτάσαμε στο Trofea κατά τις 5 το απόγευμα. Αυτό το εστιατόριο ακολουθεί την εξής πολιτική: πληρώνεις ένα συγκεκριμένο ποσό (15 €, δέχονται και ευρώ) το άτομο (η τιμή αυτή ισχύει μέχρι τις 7, μετά ανεβαίνει λίγο) και μπορείς να διαλέξεις από έναν μεγάλο μπουφέ ό,τι τραβάει η όρεξή σου: σούπες (γκούλας-ψαρόσουπα), κρεατικά (μοσχάρι-κοτόπουλο-ελάφι), ψάρι, ρύζια, πατάτες, σαλάτες, τυριά, ψωμιά, γλυκά, ποτά, αναψυκτικά, χωρίς κανένα περιορισμό στις ποσότητες μέχρι να σκάσεις από το φαγητό!!
Ε.... αυτό πάθαμε και μεις.....ΣΚΑΣΑΜΕ!
Άντε μετά να σηκωθείς από το τραπέζι, να φορέσεις όλα αυτά τα ρούχα τα οποία έχεις βγάλει και αραδιάσει στη διπλανή καρέκλα και να βγεις έξω στην....κατάψυξη. Θέλει πολύ μεγάλο κουράγιο, σας λέω!
Αναζητήσαμε την πιο εύκολη διαδρομή και με το λιγότερο περπάτημα για να επιστρέψουμε στο διαμέρισμά μας, να ξεκουραστούμε και να χωνέψουμε μετά από την κραιπάλη που είχε μόλις συντελεστεί. Η λύση ήταν να περπατήσουμε μόλις 400m μέχρι τη στάση Όπερα και να πάρουμε τη γραμμή Μ1 (κίτρινη) για Vörösmarty tér.
Ανεβαίνοντας με βαριά στομάχια τις σκάλες εξόδου από τον σταθμό πετύχαμε αυτήν τη φορά το Café Gerbeaud ανοιχτό και είπαμε να μπούμε να ρίξουμε μια ματιά στον χώρο και στις βιτρίνες των γλυκών, για να 'χουμε μια ιδέα περί τίνος πρόκειται. Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα. Βρήκα το περιβάλλον και την ατμόσφαιρα του μαζαγιού ψυχρή και τα γλυκά-οπτικά τουλάχιστον-όχι κάτι το ιδιαίτερο. Θεωρώ ότι δε θα το επιλέγαμε για καφέ ή γλυκό, αλλά πάλι γούστα είναι αυτά.
Φτάσαμε σπίτι.Το δελτίο καιρού έλεγε ότι αναμένονται χιονοπτώσεις εντός των επόμενων ωρών, οπότε αράξαμε περιμένοντας το χιόνι για να ξαναβγούμε!
Και ναι, πράγματι το χιόνι ήρθε μετά από κάνα δυό ώρες και πεταχτήκαμε από τη νιρβάνα της χώνεψης για να αρχίσουμε διαδικασία ντυσίματος για τη βραδινή χιονισμένη βόλτα μας!
Προορισμός? Μα πού αλλού? Πού καλύτερα?
Κάστρο της Βούδας by night με χιόνι!
Από την Széchenyi István tér, 300m από το διαμέρισμα πήραμε το λεωφορείο 16, το οποίο μετά από 3 πολύ βασικές στάσεις (Clark Ádám tér, Donáti utca, Dísz tér) μας άφησε στην Szentháromság tér, δηλαδή ακριβώς έξω από την εκκλησία Mátyás-templom στη Βούδα.
Ανηφορίζοντας προηγουμένως με το λεωφορείο τον λόφο, η χιονόπτωση γινόταν πυκνότερη και ο δρόμος είχε ήδη στρωθεί με αρκετό χιόνι. Όταν φτάσαμε στην πλατεία και κατεβήκαμε αντικρίζοντας το σκηνικό μείναμε με το στόμα ανοιχτό! Δεν πιστεύαμε αυτό που βλέπαμε!
Δεν υπήρχε ψυχή, ήμασταν μόνοι μας! Η επιβλητική εκκλησία ήταν υπέροχα φωταγωγημένη και οι δέσμες φωτός των προβολέων αναδείκνυαν ακόμα περισσότερο την πυκνή χιονόπτωση. Σε όλο τον προαύλιο χώρο το χιόνι ήταν απαλό και απάτητο και μας φάνηκε ότι το ανυπόφορο κρύο είχε κάπως μαλακώσει, ναι σίγουρα είχε γλυκάνει το δριμύ ψύχος! Όλη η ατμόσφαιρα ήταν απόκοσμη, γαλήνια, γλυκιά, ζεστή, φωτεινή!
Τα βήματά μας, μας οδήγησαν στα σκαλιά του προμαχώνα των Ψαράδων και ανεβήκαμε στον πρώτο Πύργο μένοντας πάλι εκστασιασμένοι από τη θέα της χιονισμένης Πέστης, του φωταγωγημένου Κοινοβουλίου, της γέφυρας των Αλυσίδων. Ήταν μαγεία, από τις καλύτερες στιγμές του ταξιδιού. Ήμασταν πολύ τυχεροί που ζήσαμε αυτές τις μοναδικές εικόνες, στο ωραιότερο σημείο της πόλης με το χιόνι να πέφτει απαλό σαν πούπουλο και σχεδόν μόνοι μας. Δεν μπορούσαμε να χορτάσουμε το θέαμα που προσφερόταν απλόχερα μόνο για μας. Μια εξαιρετική παράσταση της φύσης παιζόταν με φόντο το ωραιότερο σκηνικό, που θα ζήλευε ακόμα και ο διασημότερος σκηνοθέτης του κόσμου, έχοντας σαν θεατές τους τυχερότερους ταξιδιώτες.... εμάς!!
Ανεβήκαμε σε όλους τους Πύργους, εκτός από τον μεγάλο στην αριστερή άκρη, γιατί είχαν βάλει καρέκλες και είχαν κλείσει την πρόσβαση. Περπατήσαμε σε όλη την πλατεία γύρω από την εκκλησία, φωτογραφίσαμε τα πάντα, απ’ όλες τις πιθανές και απίθανες γωνίες και συνεχίσαμε την περιήγησή μας στη Βούδα ακολουθώντας την οδό των Λόρδωv (Úri utca) με κατεύθυνση το Προεδρικό Μέγαρο (Sándor Palace) και το Βασιλικό Ανάκτορο.
Απόλυτη ησυχία επικρατούσε παντού. Τα καφέ και τα μαγαζιά ήταν όλα κλειστά τούτη την ώρα. Συναντήσαμε την είσοδο του Λαβύρινθου, περάσαμε την πλατεία Dísz tér και φτάνοντας κοντά στο Προεδρικό Μέγαρο ο σύζυγος άρχισε να έχει έντονες ενοχλήσεις στο πόδι και να δυσκολεύεται να το πατήσει. Από πριν μας είχε ενημερώσει ότι ένιωθε άβολα στο περπάτημα κάνοντας κάποιες κινήσεις, αλλά χωρίς το πρόβλημα να είναι ιδιαίτερα έντονο. Τώρα όμως τα πράγματα είχαν πλέον δυσκολέψει και σε κάθε του βήμα κούτσαινε όλο και περισσότερο. Μειώσαμε τον ρυθμό περπατήματος στο ελάχιστο και καταφέραμε να φτάσουμε στο σημείο που καταλήγει το τελεφερίκ. Εκεί υπήρχε ένα παγκάκι και κάναμε στάση, για να δούμε πώς θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση. Τον αφήσαμε να καθίσει για να ξεκουραστεί και με τον γιο μου περάσαμε την Πύλη και κατεβήκαμε τα σκαλάκια που οδηγούν στον τεράστιο προαύλιο χώρο του Βασιλικού Ανακτόρου, ψάχνοντας το μονοπάτι που κατεβαίνει κάτω τον λόφο και καταλήγει στην πλατεία Clark Ádám tér.
Η μόνη λύση ήταν να κατέβουμε σιγά-σιγά από εκεί. Μας φάνηκε ευκολότερο να κατηφορίσουμε προς τα κάτω, παρά να ξανακάνουμε όλη τη διαδρομή πίσω και να πάρουμε το λεωφορείο από την Dísz tér για να επιστρέψουμε σπίτι. Ήταν η ίδια σχεδόν απόσταση, είτε ακολουθούσαμε τη μια λύση, είτε την άλλη. Δώσαμε λίγο χρόνο στον “τραυματία” να ξεκουραστεί περιδιαβαίνοντας την αυλή του Παλατιού απ’ άκρη, σ’ άκρη τραβώντας φωτογραφίες την Πέστη να “βομβαρδίζεται” από τις πυκνές νιφάδες του χιονιού!
Ξεκινήσαμε κούτσα-κούτσα τον κατήφορο από το μονοπάτι, το οποίο ξεκινάει από την αυλή του Παλατιού και κάναμε μια φιδογυριστή διαδρομή 550m μέσα απ' το δάσος κατεβαίνοντας τον λόφο, παράλληλα με τη διαδρομή που κάνει το τελεφερίκ. Στη συνέχεια καταλήγοντας στην Clark Ádám tér είχαμε σκοπό να πάρουμε το λεωφορείο που διασχίζει την γέφυρα των Αλυσίδων και κάνει στάση έξω από το Intercontinental.
Το τοπίο ήταν μαγευτικό αλλά πλέον μια ανησυχία επικρατούσε στην ομήγυρη για τη σοβαρότητα της κατάστασης και την αντιμετώπισή της, ώστε να υπάρξει γρήγορη βελτίωση, γιατί βρισκόμασταν ακόμη στην αρχή του ταξιδιού.
Με τεράστια προσπάθεια από μέρους του συζύγου και πολύ πόνο στο πόδι, φτάσαμε στην πλατεία και για καλή μας τύχη εκεί βρισκόταν αραγμένο ένα ταξί, το οποίο πήραμε αμέσως γιατί ήταν αδύνατον να κάνει πια έστω και ένα επιπλέον βήμα. Το ταξί μας άφησε έξω από την πόρτα μας και ανεβήκαμε στο διαμέρισμα με έντονη πλέον την ανησυχία. Ξεκίνησε αμέσως φαρμακευτική αγωγή, ευτυχώς που είχα προνοήσει για ένα μίνι φαρμακείο (πάντα το κάνω στα ταξίδια) και όλοι ελπίζαμε στο θαύμα! Δύσκολα τα πράγματα, αλλά ελπίζαμε!
Ένας λαμπρός ήλιος και -6°c μας καλημέρισαν την πρώτη μας μέρα στην πόλη. Το ξυπνητήρι δεν πρόλαβε καν να χτυπήσει στις 9, αφού τα μάτια άνοιξαν από μόνα τους πολύ νωρίτερα. Το πρωινό ετοιμάστηκε, καταβροχθίστηκε λαίμαργα και η διαδικασία ντυσίματος άρχισε! 2 ισοθερμικές μπλούζες, 1 λεπτή ζιβάγκο, 2 ακόμη μακρυμάνικες λεπτές αλλά ζεστές μπλούζες, 1 χοντρό μάλλινο πουλόβερ, χοντρό καλσόν, ισοθερμικό κολάν, κι’ άλλο παντελόνι-κολάν, παλτό-γούνα, σκουφί, γάντια, κασκόλ......ΟΥΦ... κουράστηκα να ντύνομαι!
Η εξερεύνηση της πόλης ξεκίνησε από τη γειτονιά μας, αφού η πλατεία Roosvelt tér βρισκόταν στα 300m από το διαμέρισμά μας, στην άκρη της γέφυρας των Αλυσίδων. Παλαιότερα ονομαζόταν πλατεία Φραγκίσκου Ιωσήφ ή πλατεία Εκφόρτωσης. Στις αρχές του 20ου αι. υπήρχαν μεγαλόπρεπα κτίρια γύρω από την πλατεία όπως ξενοδοχεία, μέγαρα, λουτρά κ.α. Σήμερα το μοναδικό κτίριο που διασώζεται να θυμίζει την αίγλη των παλαιών καιρών είναι η Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών. Εδώ βρίσκεται και το Ανάκτορο Gresham Palace το οποίο στεγάζει το πολυτελές ξενοδοχείο Four Seasons. Στη νότια πλευρά δεσπόζουν 2 μεγάλα επίσης ξενοδοχεία: το Sofitel Budapest και το Intercontinental και μάλιστα μπροστά από το δεύτερο υπάρχει το άγαλμα του Βαρόνου József Eötvös, του μεταρρυθμιστή της δημόσιας εκπαίδευσης. Μέσα στην πλατεία συναντάμε άλλα δύο μνημεία πολιτικών ανδρών: του κόμη István Széchenyi, μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού μεταρρυθμιστή και του Ferenc Deák, ο οποίος έπαιξε ρόλο στον Συμβιβασμό του 1867 που οδήγησε στη Δυαδική μοναρχία.



Επόμενος προορισμός μας η Βασιλική του Αγίου Στεφάνου (Szent István Bazilika), 600m από την πλατεία Roosvelt tér. Μια ωραία διαδρομή από ήσυχους δρόμους, χωρίς πολύ κόσμο ή τουρίστες, με επιβλητικά κτίρια μας οδήγησε στη μεγάλη πλατεία μπροστά από τον ναό. Η Mérleg utca, η Október utca, η Zrínyi utca, η Nádor utca είναι μερικοί από τους δρόμους στην περιοχή της Βασιλικής που αξίζει κάποιος να τους περπατήσει, για να θαυμάσει την αρχιτεκτονική των κτιρίων πριν καταλήξει στα σκαλιά της Εκκλησίας.


Εννοείται ότι το πρώτο πράγμα που μας ενδιέφερε να κάνουμε ήταν να κόψουμε εισιτήρια και να ανέβουμε στην κορυφή του τρούλου για να έχουμε πανοραμική θέα της πόλης, η οποία λουζόταν από το λαμπερό φως του ήλιου εκείνη την ώρα. 500 Ft. (1.60€) το κανονικό εισιτήριο και 400 Ft. (1.30€) το φοιτητικό. Μπήκαμε στο ασανσέρ και βρεθήκαμε πάνω. Μαγικές εικόνες κατέκλυσαν τα μάτια μας!





Στο Καμπαναριό υπάρχει η μεγαλύτερη καμπάνα της χώρας, βάρους 9 τόνων την οποία έκαναν δώρο οι Γερμανοί, σαν αποζημίωση για την αυθεντική, που έκλεψαν οι Ναζί το 1944. Ο ναός φαίνεται από κάθε σημείο της πόλης και φυσικά η θέα που απολαύσαμε από τον 96m τρούλο ήταν καταπληκτική, βλέποντας τις στέγες των σπιτιών, τις καμινάδες να καπνίζουν, τις πλατείες, ολόκληρη τη Βούδα με το Κάστρο της, τις λεωφόρους και φυσικά το τεράστιο κτίριο του Κοινοβουλίου.


Στη συνέχεια προχωρήσαμε στο εσωτερικό του ναού, αφού πρώτα πληρώσαμε στην είσοδo από 300Ft.(1€) ο καθένας. 50 χρόνια χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί η κατασκευή της Βασιλικής, η οποία είναι αφιερωμένη στον πρώτο Ούγγρο Χριστιανό Βασιλιά και είναι η μεγαλύτερη της χώρας. Σαν πρώτος αρχιτέκτονας ξεκίνησε ο Joseph Hill το 1851, αλλά πέθανε κατά τη διάρκεια της ανέγερσης. Ο Michel Ybl ανέλαβε να συνεχίσει την αποπεράτωση του έργου, αλλά η κατάρρευση του θόλου και ο θάνατός του, επίσης καθυστέρησαν τα έργα. Τελικά ένας τρίτος αρχιτέκτονας, ο Joseph Kraus κλήθηκε να συνεχίσει το έργο των δύο προηγούμενων και τελικά τα κατάφερε. Κάλεσε διάσημους γλύπτες να διακοσμήσουν το εσωτερικό του ναού και χρησιμοποιήθηκαν 50 διαφορετικά είδη μαρμάρου. Το αποτέλεσμα είναι ομολογουμένως εντυπωσιακό, γι’ αυτό και ο ναός κατακλύζεται από πλήθος επισκεπτών που συρρέουν εδώ απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Στο παρεκκλήσι υπάρχει διατηρημένο το δεξί χέρι του Αγίου. Το επισκεφθήκαμε, αλλά δε βγάλαμε φωτογραφίες.





Βγήκαμε από τον ναό μπροστά στη μεγάλη πλατεία. Δεν υπήρχε πολύς κόσμος και γενικά επικρατούσε ηρεμία. Καμία σχέση με άλλες πόλεις που σε τόσο τουριστικά σημεία δεν μπορείς να περπατήσεις από την κοσμοπλημμύρα. Μας άρεσε αυτό, γιατί μπορούσες να απολαύσεις τη βόλτα σου και να χαζεύεις γύρω σου, χωρίς να κινδυνεύεις να ποδοπατηθείς ή να χαθείς μέσα στο πλήθος! Περπατήσαμε γύρω από την εκκλησία και ξαναβρεθήκαμε στη διασταύρωση των οδών Október utca και Zrínyi utca για να φωτογραφίσουμε με την ησυχία μας το μπρούτζινο άγαλμα του παχουλού αστυνομικού (The fat policeman statue), γιατί προηγουμένως που περάσαμε από εδώ ήταν περικυκλωμένο από ένα γκρουπ τουριστών.


Η Arany János utca μας οδήγησε στον κεντρικό δρόμο Széchenyi rkp και βρίσκοντας κάποια σκαλάκια κατεβήκαμε στην όχθη του Δούναβη, ακολουθώντας πορεία προς το Κοινοβούλιο. Η διαδρομή αυτή κατά μήκος του ποταμού μας επιφύλασσε το πιο συγκινητικό ιστορικό μνημείο-ορόσημο, αφιερωμένο στη μνήμη των 550.000 Ούγγρων Εβραίων που έχασαν τη ζωή τους από τους Ναζί το 1944-45: Τα Παπούτσια του Δούναβη. Χιλιάδες από αυτούς πυροβολήθηκαν δίπλα στην όχθη από συμπατριώτες τους συνεργάτες των Ναζί, οι οποίοι πριν τους εκτελέσουν τους ανάγκασαν να βγάλουν το πολυτιμότερο αγαθό που διέθεταν: τα παπούτσια τους.





Συνεχίζοντας τη διαδρομή μας προς το Κοινοβούλιο συναντήσαμε μια ράμπα (στάση πλοίου) και την κατεβήκαμε πλησιάζοντας ακόμα περισσότερο στα παγωμένα νερά. Το τοπίο γύρω μας ήταν μαγευτικό! Το ποτάμι πάγωνε όλο και περισσότερο και τα κομμάτια πάγου που επέπλεαν, παρασυρμένα από τα ορμητικά νερά γίνονταν όλο και μεγαλύτερα. Το κρύο ήταν πολύ τσουχτερό, ειδικά τόσο κοντά στο νερό, αλλά χωρίς να πτοούμαστε καθόλου από τα καμώματα της φύσης, το διασκεδάζαμε πραγματικά! Εμείς και τα παπάκια βολτάραμε αψηφώντας τις πολικές θερμοκρασίες της ηλιόλουστης Βουδαπέστης!!





Φτάσαμε στο Κοινοβούλιο, το ωραιότερο στολίδι της πόλης και ένα από τα εντυπωσιακότερα κτίριά της. Περάσαμε απέναντι διασχίζοντας τον κεντρικό δρόμο, ανεβήκαμε μια μεγάλη σκάλα και βρεθήκαμε να παρατηρούμε εντυπωσιασμένοι αυτό το αριστουργηματικό οικοδόμημα που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Imre Steindl και χτίστηκε από το 1885-1902 σε ρυθμό γοτθικό. Στην πρόσοψη του κτιρίου ο επισκέπτης μπορεί να δει 88 αγάλματα Βασιλιάδων και ηγετών της χώρας. Το διάβασα δεν τα μέτρησα για να είμαι ειλικρινής!
Το σχέδιό του βασίστηκε στο σχέδιο του Κοινοβουλίου του Λονδίνου. Έχει μήκος 268m και ύψος 96m (όσο και ο τρούλος της Βασιλικής) και αποτελείται από 691 αίθουσες. Το μήκος από τις σκάλες που διαθέτει λέγεται ότι φτάνει τα 20km (πολύ εντυπωσιακό νούμερο μου φαίνεται, αλλά έτσι λένε οι πληροφορίες). Εδώ φυλάσσονται τα κοσμήματα του Ουγγρικού στέμματος, στην Αψιδωτή Αίθουσα, τα οποία φυγαδεύτηκαν από την Ουγγαρία, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα νησιά Fort Knox των ΗΠΑ μέχρι το 1978.






Μπρούτζινη μακέτα με επεξηγήσεις σε γραφή Braille

Αφιερώσαμε πολύ ώρα στο Κοινοβούλιο θαυμάζοντας και τα γύρω επιβλητικά κτίρια που πλαισιώνουν την πλατεία Kossuth tér, όπως το μουσείο Εθνογραφίας


Το μνημείο Kossuth


Τα αγάλματα



Το μνημείο της Ουγγρικής Επανάστασης




Το 1949 η Ουγγαρία ανακηρύxθηκε Κομμουνιστική Λαϊκή Δημοκρατία. Η νέα κυβέρνηση θεωρούσε διάφορα κτίρια σύμβολα του προηγούμενου καθεστώτος και κατέστρεψε το εσωτερικό τους. Τον Οκτώβριο του 1956 οι πολίτες διαμαρτυρήθηκαν ειρηνικά ζητώντας δημοκρατικές αλλαγές. Το καθεστώς διέταξε τον στρατό να πυροβολήσει τον κόσμο, αλλά οι στρατιώτες έδωσαν όπλα στο πλήθος και κατάφεραν να καταλάβουν τον ραδιοφωνικό σταθμό ζητώντας να δημοσιευτούν τα αιτήματά τους. Αυτή ήταν η αρχή της Ουγγρικής Επανάστασης. Τα Σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα για να καταπνίξουν την Επανάσταση . Οι μάχες άφησαν 3000 νεκρούς και αυτό το μνημείο ανεγέρθη με αφορμή τα 50 χρόνια από εκείνη τη μέρα.
Η καλύτερη θέα στο Κοινοβούλιο είναι από την απέναντι όχθη του Δούναβη, εκεί που βρίσκεται η πλατεία Batthyany ter. Η εντυπωσιακότερη όμως είναι το βράδυ, καθώς φωτίζεται καταπληκτικά και καθρεφτίζεται στα νερά του ποταμού. Τώρα βέβαια με τόσους πάγους ίσως να μην είναι και τόσο εύκολο να δει κάποιος τον τέλειο αντικατοπρισμό του κτιρίου, αλλά αυτή η απορία (για τον βραδινό αντικατοπρισμό) θα μας λυνόταν τις επόμενες μέρες, ενώ η ημερήσια φωτογράφιση θα ακολουθούσε ευθύς αμέσως, αφού είχαμε πλέον ολοκληρώσει την εξερεύνησή μας σε όλον τον περιβάλλοντα χώρο του Κοινοβούλιου. Έτσι θα κλείναμε το κεφάλαιο αυτό έχοντας την καλύτερη θέα από το καλύτερο σημείο!
Η μετάβαση όμως για απέναντι ήταν μια μίνι περιπέτεια από εκεί που βρισκόμασταν. Και γιατί το λέω αυτό? Γιατί το καραβάκι που εκτελεί το δρομολόγιο και σε μεταφέρει σε λίγα μόλις λεπτά στην Batthyány tér δε λειτουργούσε λόγω πάγων φυσικά. Ψάξαμε εναλλακτικούς τρόπους με τραμ και ο καλύτερος συνδυασμός ήταν ο εξής: από την Kossuth tér πήραμε το τραμ 2 για Jászai Mari tér και εκεί αλλάξαμε παίρνοντας το 4 ή 6 για Margit híd, budai hídfő. Κατεβήκαμε εδώ και στη συνέχεια κάναμε την τρίτη και τελευταία αλλαγή παίρνοντας το 19 ή 41, το οποίο κάνει στάση ακριβώς πάνω στην πλατεία. Δε μας χάλασε βέβαια όλο αυτό το tour με τα τραμ και συνήθως επιλέγαμε αυτό το μεταφορικό μέσο για τις μετακινήσεις μας, γιατί έτσι μας δινόταν η ευκαιρία να βλέπουμε όσα περισσότερα κομμάτια της πόλης μπορούσαμε.
Εδώ λοιπόν δεσπόζει η εκκλησία της Αγίας Άννας και η πλατεία περιβάλλεται από όμορφα κτίρια. Στη Βουδαπέστη είναι λίγες οι εκκλησίες που σώζονται και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των 150 χρόνων της Τουρκικής κατοχής οι εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά, τα οποία αργότερα καταστράφηκαν από τις επιθέσεις Χριστιανών στη Βούδα και την Πέστη. Η συντήρηση και ανακατασκευή των παλαιών και κατεστραμμένων εκκλησιών αλλά και η κατασκευή νέων ξεκίνησε στα τέλη του 17ου αι. γι’ αυτό βλέπουμε να κυριαρχούν σε όλες τις εκκλησίες το μπαρόκ και ο νεοκλασικός ρυθμός.




Περπατήσαμε το τετράγωνο γύρω από την εκκλησία, κάναμε βόλτες, αλλά ένας και μοναδικός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι ξακουστή η συγκεκριμένη πλατεία και γίνεται πόλος έλξης για όλους τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται τη Βουδαπέστη και δεν είναι άλλος από την απίθανη θέα που προσφέρει στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο. Όλοι λοιπόν συρρέουν εδώ με έναν και μοναδικό σκοπό: να πετύχουν την καλύτερη φωτογραφία, είτε είναι μέρα, είτε είναι νύχτα. Ε! Αυτό θα προσπαθούσαμε να κάνουμε και εμείς.


Μετά τις άπειρες φωτογραφίες αποφασίσαμε ότι είχε έρθει πλέον η ώρα να καταλήξουμε σε κάποιο εστιατόριο για φαγητό. Trofea grill Etterem στην οδό Király utca ήταν η επιλογή μας και επιβιβαστήκαμε στο τραμ 19 ή 41 για να μας αφήσει μετά από 5 στάσεις, στη στάση Szent Gellért tér ακριβώς έξω από το ομώνυμο ξενοδοχείο με τα λουτρά.

Αλλάξαμε πάλι τραμ παίρνοντας το 47 ή 49, το οποίο διασχίζει την πράσινη γέφυρα και κάνει τέρμα στην πλατεία Deák Ferenc tér. Από εκεί το Trofea απέχει 450m. Φυσικά υπήρχαν και άλλοι τρόποι για να φτάσουμε στο εστιατόριο, αλλά επιλέξαμε τη συγκεκριμένη διαδρομή γιατί θέλαμε να κινηθούμε κατά μήκος του ποταμού από την πλευρά της Βούδας, βλέποντας όλο αυτό το κομμάτι της πόλης μέχρι τα λουτρά και περνώντας πάνω από τη γέφυρα θα κάναμε έναν μεγάλο κύκλο, βλέποντας επίσης ένα σημαντικό κομμάτι της Πέστης. Κατά τη διέλευση της γέφυρας, κοιτώντας έξω από το παράθυρο παρατηρήσαμε ότι ο Δούναβης ακριβώς από κάτω ήταν τελείως καλυμμένος από τεράστια κομμάτια πάγου, σχεδόν παγωμένος!



Φτάσαμε στο Trofea κατά τις 5 το απόγευμα. Αυτό το εστιατόριο ακολουθεί την εξής πολιτική: πληρώνεις ένα συγκεκριμένο ποσό (15 €, δέχονται και ευρώ) το άτομο (η τιμή αυτή ισχύει μέχρι τις 7, μετά ανεβαίνει λίγο) και μπορείς να διαλέξεις από έναν μεγάλο μπουφέ ό,τι τραβάει η όρεξή σου: σούπες (γκούλας-ψαρόσουπα), κρεατικά (μοσχάρι-κοτόπουλο-ελάφι), ψάρι, ρύζια, πατάτες, σαλάτες, τυριά, ψωμιά, γλυκά, ποτά, αναψυκτικά, χωρίς κανένα περιορισμό στις ποσότητες μέχρι να σκάσεις από το φαγητό!!
Ε.... αυτό πάθαμε και μεις.....ΣΚΑΣΑΜΕ!
Άντε μετά να σηκωθείς από το τραπέζι, να φορέσεις όλα αυτά τα ρούχα τα οποία έχεις βγάλει και αραδιάσει στη διπλανή καρέκλα και να βγεις έξω στην....κατάψυξη. Θέλει πολύ μεγάλο κουράγιο, σας λέω!
Αναζητήσαμε την πιο εύκολη διαδρομή και με το λιγότερο περπάτημα για να επιστρέψουμε στο διαμέρισμά μας, να ξεκουραστούμε και να χωνέψουμε μετά από την κραιπάλη που είχε μόλις συντελεστεί. Η λύση ήταν να περπατήσουμε μόλις 400m μέχρι τη στάση Όπερα και να πάρουμε τη γραμμή Μ1 (κίτρινη) για Vörösmarty tér.


Ανεβαίνοντας με βαριά στομάχια τις σκάλες εξόδου από τον σταθμό πετύχαμε αυτήν τη φορά το Café Gerbeaud ανοιχτό και είπαμε να μπούμε να ρίξουμε μια ματιά στον χώρο και στις βιτρίνες των γλυκών, για να 'χουμε μια ιδέα περί τίνος πρόκειται. Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα. Βρήκα το περιβάλλον και την ατμόσφαιρα του μαζαγιού ψυχρή και τα γλυκά-οπτικά τουλάχιστον-όχι κάτι το ιδιαίτερο. Θεωρώ ότι δε θα το επιλέγαμε για καφέ ή γλυκό, αλλά πάλι γούστα είναι αυτά.

Φτάσαμε σπίτι.Το δελτίο καιρού έλεγε ότι αναμένονται χιονοπτώσεις εντός των επόμενων ωρών, οπότε αράξαμε περιμένοντας το χιόνι για να ξαναβγούμε!
Και ναι, πράγματι το χιόνι ήρθε μετά από κάνα δυό ώρες και πεταχτήκαμε από τη νιρβάνα της χώνεψης για να αρχίσουμε διαδικασία ντυσίματος για τη βραδινή χιονισμένη βόλτα μας!
Προορισμός? Μα πού αλλού? Πού καλύτερα?
Κάστρο της Βούδας by night με χιόνι!
Από την Széchenyi István tér, 300m από το διαμέρισμα πήραμε το λεωφορείο 16, το οποίο μετά από 3 πολύ βασικές στάσεις (Clark Ádám tér, Donáti utca, Dísz tér) μας άφησε στην Szentháromság tér, δηλαδή ακριβώς έξω από την εκκλησία Mátyás-templom στη Βούδα.
Ανηφορίζοντας προηγουμένως με το λεωφορείο τον λόφο, η χιονόπτωση γινόταν πυκνότερη και ο δρόμος είχε ήδη στρωθεί με αρκετό χιόνι. Όταν φτάσαμε στην πλατεία και κατεβήκαμε αντικρίζοντας το σκηνικό μείναμε με το στόμα ανοιχτό! Δεν πιστεύαμε αυτό που βλέπαμε!
Δεν υπήρχε ψυχή, ήμασταν μόνοι μας! Η επιβλητική εκκλησία ήταν υπέροχα φωταγωγημένη και οι δέσμες φωτός των προβολέων αναδείκνυαν ακόμα περισσότερο την πυκνή χιονόπτωση. Σε όλο τον προαύλιο χώρο το χιόνι ήταν απαλό και απάτητο και μας φάνηκε ότι το ανυπόφορο κρύο είχε κάπως μαλακώσει, ναι σίγουρα είχε γλυκάνει το δριμύ ψύχος! Όλη η ατμόσφαιρα ήταν απόκοσμη, γαλήνια, γλυκιά, ζεστή, φωτεινή!










Τα βήματά μας, μας οδήγησαν στα σκαλιά του προμαχώνα των Ψαράδων και ανεβήκαμε στον πρώτο Πύργο μένοντας πάλι εκστασιασμένοι από τη θέα της χιονισμένης Πέστης, του φωταγωγημένου Κοινοβουλίου, της γέφυρας των Αλυσίδων. Ήταν μαγεία, από τις καλύτερες στιγμές του ταξιδιού. Ήμασταν πολύ τυχεροί που ζήσαμε αυτές τις μοναδικές εικόνες, στο ωραιότερο σημείο της πόλης με το χιόνι να πέφτει απαλό σαν πούπουλο και σχεδόν μόνοι μας. Δεν μπορούσαμε να χορτάσουμε το θέαμα που προσφερόταν απλόχερα μόνο για μας. Μια εξαιρετική παράσταση της φύσης παιζόταν με φόντο το ωραιότερο σκηνικό, που θα ζήλευε ακόμα και ο διασημότερος σκηνοθέτης του κόσμου, έχοντας σαν θεατές τους τυχερότερους ταξιδιώτες.... εμάς!!









Ανεβήκαμε σε όλους τους Πύργους, εκτός από τον μεγάλο στην αριστερή άκρη, γιατί είχαν βάλει καρέκλες και είχαν κλείσει την πρόσβαση. Περπατήσαμε σε όλη την πλατεία γύρω από την εκκλησία, φωτογραφίσαμε τα πάντα, απ’ όλες τις πιθανές και απίθανες γωνίες και συνεχίσαμε την περιήγησή μας στη Βούδα ακολουθώντας την οδό των Λόρδωv (Úri utca) με κατεύθυνση το Προεδρικό Μέγαρο (Sándor Palace) και το Βασιλικό Ανάκτορο.


Απόλυτη ησυχία επικρατούσε παντού. Τα καφέ και τα μαγαζιά ήταν όλα κλειστά τούτη την ώρα. Συναντήσαμε την είσοδο του Λαβύρινθου, περάσαμε την πλατεία Dísz tér και φτάνοντας κοντά στο Προεδρικό Μέγαρο ο σύζυγος άρχισε να έχει έντονες ενοχλήσεις στο πόδι και να δυσκολεύεται να το πατήσει. Από πριν μας είχε ενημερώσει ότι ένιωθε άβολα στο περπάτημα κάνοντας κάποιες κινήσεις, αλλά χωρίς το πρόβλημα να είναι ιδιαίτερα έντονο. Τώρα όμως τα πράγματα είχαν πλέον δυσκολέψει και σε κάθε του βήμα κούτσαινε όλο και περισσότερο. Μειώσαμε τον ρυθμό περπατήματος στο ελάχιστο και καταφέραμε να φτάσουμε στο σημείο που καταλήγει το τελεφερίκ. Εκεί υπήρχε ένα παγκάκι και κάναμε στάση, για να δούμε πώς θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση. Τον αφήσαμε να καθίσει για να ξεκουραστεί και με τον γιο μου περάσαμε την Πύλη και κατεβήκαμε τα σκαλάκια που οδηγούν στον τεράστιο προαύλιο χώρο του Βασιλικού Ανακτόρου, ψάχνοντας το μονοπάτι που κατεβαίνει κάτω τον λόφο και καταλήγει στην πλατεία Clark Ádám tér.
Η μόνη λύση ήταν να κατέβουμε σιγά-σιγά από εκεί. Μας φάνηκε ευκολότερο να κατηφορίσουμε προς τα κάτω, παρά να ξανακάνουμε όλη τη διαδρομή πίσω και να πάρουμε το λεωφορείο από την Dísz tér για να επιστρέψουμε σπίτι. Ήταν η ίδια σχεδόν απόσταση, είτε ακολουθούσαμε τη μια λύση, είτε την άλλη. Δώσαμε λίγο χρόνο στον “τραυματία” να ξεκουραστεί περιδιαβαίνοντας την αυλή του Παλατιού απ’ άκρη, σ’ άκρη τραβώντας φωτογραφίες την Πέστη να “βομβαρδίζεται” από τις πυκνές νιφάδες του χιονιού!








Ξεκινήσαμε κούτσα-κούτσα τον κατήφορο από το μονοπάτι, το οποίο ξεκινάει από την αυλή του Παλατιού και κάναμε μια φιδογυριστή διαδρομή 550m μέσα απ' το δάσος κατεβαίνοντας τον λόφο, παράλληλα με τη διαδρομή που κάνει το τελεφερίκ. Στη συνέχεια καταλήγοντας στην Clark Ádám tér είχαμε σκοπό να πάρουμε το λεωφορείο που διασχίζει την γέφυρα των Αλυσίδων και κάνει στάση έξω από το Intercontinental.

Το τοπίο ήταν μαγευτικό αλλά πλέον μια ανησυχία επικρατούσε στην ομήγυρη για τη σοβαρότητα της κατάστασης και την αντιμετώπισή της, ώστε να υπάρξει γρήγορη βελτίωση, γιατί βρισκόμασταν ακόμη στην αρχή του ταξιδιού.



Με τεράστια προσπάθεια από μέρους του συζύγου και πολύ πόνο στο πόδι, φτάσαμε στην πλατεία και για καλή μας τύχη εκεί βρισκόταν αραγμένο ένα ταξί, το οποίο πήραμε αμέσως γιατί ήταν αδύνατον να κάνει πια έστω και ένα επιπλέον βήμα. Το ταξί μας άφησε έξω από την πόρτα μας και ανεβήκαμε στο διαμέρισμα με έντονη πλέον την ανησυχία. Ξεκίνησε αμέσως φαρμακευτική αγωγή, ευτυχώς που είχα προνοήσει για ένα μίνι φαρμακείο (πάντα το κάνω στα ταξίδια) και όλοι ελπίζαμε στο θαύμα! Δύσκολα τα πράγματα, αλλά ελπίζαμε!
Last edited: