Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.502
- Likes
- 31.377
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
Πέμπτη 12/1/2017
Η πόλη μας καλημέρισε ντυμένη στα λευκά. Χθες βράδυ χιόνισε πολύ και ο πρωινός ήλιος δεν πρόλαβε να λιώσει το χιόνι.
Έτσι βγήκαμε στους χιονισμένους δρόμους με προορισμό τον λόφο Gellert και την ανάβαση στη Citadel. Από τη στάση Eötvös πήραμε το τραμ 2 που κάνει τη γνωστή διαδρομή παράλληλα με το ποτάμι
και κατεβήκαμε στη Fővám tér. Από τη στάση απέναντι από την κλειστή αγορά,
το τραμ 47 ή 49, διασχίζοντας τη γέφυρα της Ελευθερίας (πράσινη), μας άφησε ακριβώς έξω από το διάσημο ξενοδοχείο Gellért.
Το Hotel Gellért ήταν κάποτε φρούριο που χτίστηκε από τους Βούρκους της Αυστρίας με σκοπό να ελέγχουν την πόλη μετά την καταστολή της Ουγγρικής Επανάστασης για ανεξαρτησία και ήταν περιτριγυρισμένο από τείχη. Όταν οι Αψβούργοι έφυγαν το φρούριο ήρθε στη δικαιοδοσία της πόλης και τα τείχη γκρεμίστηκαν. Εκεί στεγάστηκε ο Ουγγρικός στρατός. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι ιστορικοί αναφέρουν, ότι οι Γερμανοί εξ’ αιτίας του φρουρίου κατόρθωσαν απόλυτο έλεγχο της πόλης. Σήμερα είναι ένα καταπληκτικό τουριστικό θέρετρο με πολυτελείς εγκαταστάσεις με θερμά λουτρά και φημίζεται για τα ιαματικά του νερά.
Μπήκαμε μέσα για να περιεργαστούμε τα λουτρά και να δούμε τις εγκαταστάσεις. Η φυσική αυτή πηγή είναι γνωστή από τις αρχές του 13ου αι. Η κεντρική πισίνα είναι κλειστή και προσελκύει τους επισκέπτες χάρη στο πανέμορφο αρτ-νουβό εσωτερικό με τις μαρμάρινες κολώνες και τα πολύχρωμα πατώματα. Πάντως εγώ δε θα τα προτιμούσα για κολύμπι, μου φάνηκαν μουντά, σκοτεινά και αποπνικτικά. Επίσης να πω ότι είναι χωριστά ανδρικά-γυναικεία.
Αποχωρίσαμε αφήνοντας το ξενοδοχείο και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε τον λόφο με πρώτο προορισμό την εκκλησία του σπηλαίου. Εδώ υπάρχει ένα σπήλαιο που χρησιμοποιείται από το 1926 ως εκκλησία, την οποία ίδρυσαν οι ιερείς του τάγματος του Παύλου. Σχεδιάστηκε έτσι ώστε να μοιάζει με το Άγιο σπήλαιο της Λούρδης. Σφραγίστηκε από τους Κομμουνιστές αλλά ξανάνοιξε το 1989.
Το εισιτήριο εισόδου κοστίζει 600 Ft. (2€) και στην τιμή περιλαμβάνεται audio guide. Το εσωτερικό της είναι ομολογουμένως πολύ ιδιαίτερο και εντυπωσιακό.
Αλλά τί να πει κανείς για τη θέα στον Δούναβη και την πόλη και ακόμα είναι μόνο η αρχή της ανάβασης!!
Συνεχίσαμε την πορεία μας προς την κορυφή περπατώντας σε χιονισμένα μονοπάτια μέσα στο δάσος και έχοντας όλο και πιο πανοραμική θέα στην Πέστη και το παγωμένο ποτάμι!!
Πριν φτάσουμε στην κορυφή του λόφου υπήρχε ένα μπαλκόνι με ξεχωριστή θέα στο Κάστρο της Βούδα μέχρι πέρα στο νησί της Μαργαρίτας.
Ο λόφος πήρε το όνομά του προς τιμήν του Επισκόπου Gellert, ο οποίος διέδωσε τον Χριστιανισμό στην Ουγγαρία. Μετά τον θάνατο του Αγίου Στεφάνου, ο θρύλος λέει, ότι οι επαναστάτες παγανιστές Μαγυάροι σφράγισαν τον Gellert μέσα σε ένα βαρέλι και τον πέταξαν από την πλαγιά του λόφου.
Φτάσαμε στην κορυφή και αντικρίσαμε το άγαλμα της Ελευθερίας, το οποίο έστησαν οι Σοβιετικοί το 1947 για την απελευθέρωση της πόλης από τους Ναζί.
Η θέα ανεπανάληπτη! Δικαιολογημένα θεωρείται το καλύτερο σημείο της πόλης και γι’ αυτό οι Ούγγροι το προτιμούν τους καλοκαιρινούς μήνες για βόλτες και αραλίκι στα μπαλκονάκια που υπάρχουν στην άκρη του λόφου, πίνοντας τις μπίρες ή το κρασάκι τους, απολαμβάνοντας στιγμές ξεκούρασης έχοντας την ωραιότερη θέα στην πόλη τους.
Θα θέλαμε πολύ να ξανά ΄ρθουμε εδώ πάνω και το βράδυ για να φωτογραφίσουμε την πόλη φωταγωγημένη, αλλά αυτό θα ήταν επικίνδυνο με τόσο χιόνι στα μονοπάτια και στα σκαλιά που υπάρχουν σε όλη τη διαδρομή. Χαρήκαμε πολύ τη βόλτα μας στον λόφο αλλά ακόμα περισσότερο μας άρεσε το χιονισμένο τοπίο και η θέα στο παγωμένο ποτάμι. Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής κατηφορίζοντας σιγά-σιγά τα δρομάκια και τα μονοπάτια και φτάσαμε πάλι στο ξενοδοχείο Gellert.
Στο πρόγραμμα της ημέρας επόμενος προορισμός ήταν η κλειστή αγορά αλλά βλέποντας από ψηλά τη χιονισμένη Βούδα με το Κάστρο της δεν μπορέσαμε να της αντισταθούμε και αποφασίσαμε να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και να της αφιερώσουμε άλλη μια επίσκεψη. Έτσι θα είχε την ευκαιρία και ο σύζυγος να τη δει και μέρα, αφού λόγω του τραυματισμού του δεν είχε μπορέσει να έρθει μαζί μας το πρωινό της Τρίτης.
Από τη στάση έξω από το Gellert Hotel πήραμε το τραμ 19 ή 41 και κινηθήκαμε παράλληλα με τον Δούναβη φτάνοντας στην Clark Ádám tér. Εκεί αλλάξαμε παίρνοντας το λεωφορείο 16, το οποίο μας άφησε στη γνωστή από την προηγούμενη φορά, πλατεία Bécsi kapu tér. Από εδώ ξεκινήσαμε κάνοντας πάλι την ίδια διαδρομή, από την οδό των Λόρδων μέχρι την εκκλησία του Ματθαίου, μόνο που αυτή τη φορά όλη η συνοικία και οι δρόμοι της είχαν πολύ περισσότερο χιόνι.
Φτάσαμε στη στρωμένη με χιόνι πλατεία Szentháromság tér όπου είδαμε πλήθος στρατιωτικών ντυμένους με τις βαριές χειμερινές στολές τους, με τις μακριές πράσινες κάπες τους να είναι συγκεντρωμένοι έξω από την εκκλησία. Μάλλον κάποια εκδήλωση υπήρχε γιατί μπαινόβγαιναν στον ναό, αλλά δε μάθαμε τί ακριβώς γινόταν.
Ανεβοκατεβήκαμε σε όλους τους Πύργους του προμαχώνα, ακόμα και στον μεγάλο, όπου λειτουργεί καφέ και θαυμάσαμε για ακόμα μια φορά το υπέροχο χιονισμένο τοπίο της συνοικίας.
Πήγαμε πάλι για γλυκάκια και τσαγάκια στο Ruszwurm Cafe και στη συνέχεια αποχαιρετίσαμε οριστικά πλέον τη Βούδα κατευθυνόμενοι προς τον επόμενο προορισμό μας, την κλειστή αγορά της πόλης!
Στο τέλος της Váci Utca λοιπόν, βρίσκεται η κεντρική αγορά, ένα εντυπωσιακό στεγασμένο κτίριο 2 ορόφων. Ανοίξαμε τις βαριές βελούδινες κουρτίνες της εισόδου και μπήκαμε στον χώρο. Στο ισόγειο έχει φρούτα, λαχανικά, αλλαντικά, λουκάνικα, πάπρικες, ποτά κ.α.
Στον επάνω όροφο έχει φαγητό, ρούχα, σουβενίρ και εστιατόριο.
Αν και λαϊκή αγορά με πολλούς τουρίστες και ντόπιους να μπαινοβγαίνουν συνεχώς και να την κατακλύζουν καθημερινά, όλα ήταν τακτοποιημένα και καθαρά στους πάγκους.
Πρώτα εξερευνήσαμε το ισόγειο και ψωνίσαμε διάφορες πάπρικες για δωράκια σε φίλους. Στη συνέχεια ανεβήκαμε στον επάνω όροφο και χαζέψαμε τα μαγαζάκια με τα langos και τα γεμάτα με καλούδια ταψιά, αλλά δε φάγαμε τίποτα εκεί. Αφιερώσαμε αρκετή ώρα στα σουβενίρ και κάναμε διάφορα ακόμη ψώνια για μας και για φίλους. Στο υπόγειο που λειτουργεί ψαραγορά δεν κατεβήκαμε.
Αφήσαμε την αγορά και συνεχίσαμε την πορεία μας στη Váci Utca. Θέλαμε να ψωνίσουμε μερικά δωράκια ακόμα τα οποία είχαμε εντοπίσει από τις προηγούμενες βόλτες μας σ’ αυτόν τον δρόμο.
Εκείνο που διαπίστωσα ψωνίζοντας στην αγορά και στα σουβενιράδικα της Vaci είναι ότι και οι Ούγγροι καταστηματάρχες είναι τσακωμένοι με τις ταμειακές τους μηχανές και αποφεύγουν την επαφή μαζί τους. Από τα 5 μαγαζιά της κλειστής αγοράς τα 4 δεν μας έκοψαν απόδειξη και 2 ακόμα μαγαζιά στη Vaci το ίδιο. Επίσης στο mini-market της γειτονιάς μας από τις 4-5 φορές που ψωνίσαμε, σίγουρα τις 3 δεν μας έδωσαν απόδειξη. Ακόμα και το ξενοδοχείο προσπάθησε να μας φάει την απόδειξη, αλλά αυτό θα σας το πω στο επόμενο κεφάλαιο.
Είχαμε πλέον ολοκληρώσει τις αγορές μας και είχε έρθει η ώρα να πάμε για φαγητό. Η σημερινή μας επιλογή ήταν το εστιατόριο M E N Z A - Étterem és kávézó στην οδό Liszt Ferenc tér 2. Από Vörösmarty tér πήραμε τη γραμμή Μ1 του metro και κατεβήκαμε στην πλατεία Oktogon. Από εκεί στα 150m περίπου, περπατώντας στη λεωφόρο Andrassy και στρίβοντας αριστερά στη Liszt Ferenc φτάσαμε στο Menza.
Υπήρχαν ελεύθερα τραπέζια οπότε δε συναντήσαμε κανένα πρόβλημα αναμονής, καθίσαμε και αρχίσαμε να ψάχνουμε τον κατάλογο για να παραγγείλουμε. Πολλά πιάτα μας φάνηκαν ενδιαφέροντα και επιλέξαμε τα εξής: 2 πιάτα κολοκυθόσουπα βελουτέ με κάσιους και καραμελωμένα κομμάτια κολοκύθας,
σαλάτα Menza με κοτόπουλο και σπόρους σουσαμιού
και 3 κυρίως πιάτα: χοιρινό με πατάτες baby και ψητό στήθος κοτόπουλου, συνοδευόμενο από ριζότο, που περιείχε κομματάκια πατζαριού και είχε μωβ χρώμα. Εξαιρετικά όλα τα πιάτα. Κατά τη γνώμη μου το καλύτερο από όλα τα εστιατόρια που φάγαμε στην πόλη. Ο λογαριασμός μαζί με αναψυκτικά και μπίρα ήρθε στα 15170 Ft. (50€).
Πλήρως ικανοποιημένοι σηκωθήκαμε για την επιστροφή μας στο διαμέρισμα. Χρειαζόμασταν λίγη ξεκούραση μετά από τόσες ώρες στους λόφους και τους παγωμένους δρόμους της πόλης. Έπρεπε επιπλέον να ετοιμάσουμε και τις βαλίτσες, αφού η αυριανή μέρα θα ήταν η τελευταία μας στη Βουδαπέστη.
Αργά τη νύχτα ήρθε πάλι το χιόνι!
Η πρόγνωση του καιρού για την αυριανή μέρα έλεγε δυστυχώς βροχή. Δεν ήθελα να το πιστέψω ότι θα μας τα χάλαγε την τελευταία στιγμή και θα μας ανάγκαζε να αλλάξουμε το πρόγραμμα και να χάσουμε τη βόλτα μας στο νησί της Μαργαρίτας.
Η πόλη μας καλημέρισε ντυμένη στα λευκά. Χθες βράδυ χιόνισε πολύ και ο πρωινός ήλιος δεν πρόλαβε να λιώσει το χιόνι.


Έτσι βγήκαμε στους χιονισμένους δρόμους με προορισμό τον λόφο Gellert και την ανάβαση στη Citadel. Από τη στάση Eötvös πήραμε το τραμ 2 που κάνει τη γνωστή διαδρομή παράλληλα με το ποτάμι



και κατεβήκαμε στη Fővám tér. Από τη στάση απέναντι από την κλειστή αγορά,

το τραμ 47 ή 49, διασχίζοντας τη γέφυρα της Ελευθερίας (πράσινη), μας άφησε ακριβώς έξω από το διάσημο ξενοδοχείο Gellért.


Το Hotel Gellért ήταν κάποτε φρούριο που χτίστηκε από τους Βούρκους της Αυστρίας με σκοπό να ελέγχουν την πόλη μετά την καταστολή της Ουγγρικής Επανάστασης για ανεξαρτησία και ήταν περιτριγυρισμένο από τείχη. Όταν οι Αψβούργοι έφυγαν το φρούριο ήρθε στη δικαιοδοσία της πόλης και τα τείχη γκρεμίστηκαν. Εκεί στεγάστηκε ο Ουγγρικός στρατός. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι ιστορικοί αναφέρουν, ότι οι Γερμανοί εξ’ αιτίας του φρουρίου κατόρθωσαν απόλυτο έλεγχο της πόλης. Σήμερα είναι ένα καταπληκτικό τουριστικό θέρετρο με πολυτελείς εγκαταστάσεις με θερμά λουτρά και φημίζεται για τα ιαματικά του νερά.
Μπήκαμε μέσα για να περιεργαστούμε τα λουτρά και να δούμε τις εγκαταστάσεις. Η φυσική αυτή πηγή είναι γνωστή από τις αρχές του 13ου αι. Η κεντρική πισίνα είναι κλειστή και προσελκύει τους επισκέπτες χάρη στο πανέμορφο αρτ-νουβό εσωτερικό με τις μαρμάρινες κολώνες και τα πολύχρωμα πατώματα. Πάντως εγώ δε θα τα προτιμούσα για κολύμπι, μου φάνηκαν μουντά, σκοτεινά και αποπνικτικά. Επίσης να πω ότι είναι χωριστά ανδρικά-γυναικεία.


Αποχωρίσαμε αφήνοντας το ξενοδοχείο και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε τον λόφο με πρώτο προορισμό την εκκλησία του σπηλαίου. Εδώ υπάρχει ένα σπήλαιο που χρησιμοποιείται από το 1926 ως εκκλησία, την οποία ίδρυσαν οι ιερείς του τάγματος του Παύλου. Σχεδιάστηκε έτσι ώστε να μοιάζει με το Άγιο σπήλαιο της Λούρδης. Σφραγίστηκε από τους Κομμουνιστές αλλά ξανάνοιξε το 1989.

Το εισιτήριο εισόδου κοστίζει 600 Ft. (2€) και στην τιμή περιλαμβάνεται audio guide. Το εσωτερικό της είναι ομολογουμένως πολύ ιδιαίτερο και εντυπωσιακό.




Αλλά τί να πει κανείς για τη θέα στον Δούναβη και την πόλη και ακόμα είναι μόνο η αρχή της ανάβασης!!






Συνεχίσαμε την πορεία μας προς την κορυφή περπατώντας σε χιονισμένα μονοπάτια μέσα στο δάσος και έχοντας όλο και πιο πανοραμική θέα στην Πέστη και το παγωμένο ποτάμι!!





Πριν φτάσουμε στην κορυφή του λόφου υπήρχε ένα μπαλκόνι με ξεχωριστή θέα στο Κάστρο της Βούδα μέχρι πέρα στο νησί της Μαργαρίτας.


Ο λόφος πήρε το όνομά του προς τιμήν του Επισκόπου Gellert, ο οποίος διέδωσε τον Χριστιανισμό στην Ουγγαρία. Μετά τον θάνατο του Αγίου Στεφάνου, ο θρύλος λέει, ότι οι επαναστάτες παγανιστές Μαγυάροι σφράγισαν τον Gellert μέσα σε ένα βαρέλι και τον πέταξαν από την πλαγιά του λόφου.
Φτάσαμε στην κορυφή και αντικρίσαμε το άγαλμα της Ελευθερίας, το οποίο έστησαν οι Σοβιετικοί το 1947 για την απελευθέρωση της πόλης από τους Ναζί.


Η θέα ανεπανάληπτη! Δικαιολογημένα θεωρείται το καλύτερο σημείο της πόλης και γι’ αυτό οι Ούγγροι το προτιμούν τους καλοκαιρινούς μήνες για βόλτες και αραλίκι στα μπαλκονάκια που υπάρχουν στην άκρη του λόφου, πίνοντας τις μπίρες ή το κρασάκι τους, απολαμβάνοντας στιγμές ξεκούρασης έχοντας την ωραιότερη θέα στην πόλη τους.



Θα θέλαμε πολύ να ξανά ΄ρθουμε εδώ πάνω και το βράδυ για να φωτογραφίσουμε την πόλη φωταγωγημένη, αλλά αυτό θα ήταν επικίνδυνο με τόσο χιόνι στα μονοπάτια και στα σκαλιά που υπάρχουν σε όλη τη διαδρομή. Χαρήκαμε πολύ τη βόλτα μας στον λόφο αλλά ακόμα περισσότερο μας άρεσε το χιονισμένο τοπίο και η θέα στο παγωμένο ποτάμι. Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής κατηφορίζοντας σιγά-σιγά τα δρομάκια και τα μονοπάτια και φτάσαμε πάλι στο ξενοδοχείο Gellert.




Στο πρόγραμμα της ημέρας επόμενος προορισμός ήταν η κλειστή αγορά αλλά βλέποντας από ψηλά τη χιονισμένη Βούδα με το Κάστρο της δεν μπορέσαμε να της αντισταθούμε και αποφασίσαμε να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και να της αφιερώσουμε άλλη μια επίσκεψη. Έτσι θα είχε την ευκαιρία και ο σύζυγος να τη δει και μέρα, αφού λόγω του τραυματισμού του δεν είχε μπορέσει να έρθει μαζί μας το πρωινό της Τρίτης.
Από τη στάση έξω από το Gellert Hotel πήραμε το τραμ 19 ή 41 και κινηθήκαμε παράλληλα με τον Δούναβη φτάνοντας στην Clark Ádám tér. Εκεί αλλάξαμε παίρνοντας το λεωφορείο 16, το οποίο μας άφησε στη γνωστή από την προηγούμενη φορά, πλατεία Bécsi kapu tér. Από εδώ ξεκινήσαμε κάνοντας πάλι την ίδια διαδρομή, από την οδό των Λόρδων μέχρι την εκκλησία του Ματθαίου, μόνο που αυτή τη φορά όλη η συνοικία και οι δρόμοι της είχαν πολύ περισσότερο χιόνι.



Φτάσαμε στη στρωμένη με χιόνι πλατεία Szentháromság tér όπου είδαμε πλήθος στρατιωτικών ντυμένους με τις βαριές χειμερινές στολές τους, με τις μακριές πράσινες κάπες τους να είναι συγκεντρωμένοι έξω από την εκκλησία. Μάλλον κάποια εκδήλωση υπήρχε γιατί μπαινόβγαιναν στον ναό, αλλά δε μάθαμε τί ακριβώς γινόταν.

Ανεβοκατεβήκαμε σε όλους τους Πύργους του προμαχώνα, ακόμα και στον μεγάλο, όπου λειτουργεί καφέ και θαυμάσαμε για ακόμα μια φορά το υπέροχο χιονισμένο τοπίο της συνοικίας.






Πήγαμε πάλι για γλυκάκια και τσαγάκια στο Ruszwurm Cafe και στη συνέχεια αποχαιρετίσαμε οριστικά πλέον τη Βούδα κατευθυνόμενοι προς τον επόμενο προορισμό μας, την κλειστή αγορά της πόλης!
Στο τέλος της Váci Utca λοιπόν, βρίσκεται η κεντρική αγορά, ένα εντυπωσιακό στεγασμένο κτίριο 2 ορόφων. Ανοίξαμε τις βαριές βελούδινες κουρτίνες της εισόδου και μπήκαμε στον χώρο. Στο ισόγειο έχει φρούτα, λαχανικά, αλλαντικά, λουκάνικα, πάπρικες, ποτά κ.α.




Στον επάνω όροφο έχει φαγητό, ρούχα, σουβενίρ και εστιατόριο.



Αν και λαϊκή αγορά με πολλούς τουρίστες και ντόπιους να μπαινοβγαίνουν συνεχώς και να την κατακλύζουν καθημερινά, όλα ήταν τακτοποιημένα και καθαρά στους πάγκους.
Πρώτα εξερευνήσαμε το ισόγειο και ψωνίσαμε διάφορες πάπρικες για δωράκια σε φίλους. Στη συνέχεια ανεβήκαμε στον επάνω όροφο και χαζέψαμε τα μαγαζάκια με τα langos και τα γεμάτα με καλούδια ταψιά, αλλά δε φάγαμε τίποτα εκεί. Αφιερώσαμε αρκετή ώρα στα σουβενίρ και κάναμε διάφορα ακόμη ψώνια για μας και για φίλους. Στο υπόγειο που λειτουργεί ψαραγορά δεν κατεβήκαμε.
Αφήσαμε την αγορά και συνεχίσαμε την πορεία μας στη Váci Utca. Θέλαμε να ψωνίσουμε μερικά δωράκια ακόμα τα οποία είχαμε εντοπίσει από τις προηγούμενες βόλτες μας σ’ αυτόν τον δρόμο.

Εκείνο που διαπίστωσα ψωνίζοντας στην αγορά και στα σουβενιράδικα της Vaci είναι ότι και οι Ούγγροι καταστηματάρχες είναι τσακωμένοι με τις ταμειακές τους μηχανές και αποφεύγουν την επαφή μαζί τους. Από τα 5 μαγαζιά της κλειστής αγοράς τα 4 δεν μας έκοψαν απόδειξη και 2 ακόμα μαγαζιά στη Vaci το ίδιο. Επίσης στο mini-market της γειτονιάς μας από τις 4-5 φορές που ψωνίσαμε, σίγουρα τις 3 δεν μας έδωσαν απόδειξη. Ακόμα και το ξενοδοχείο προσπάθησε να μας φάει την απόδειξη, αλλά αυτό θα σας το πω στο επόμενο κεφάλαιο.
Είχαμε πλέον ολοκληρώσει τις αγορές μας και είχε έρθει η ώρα να πάμε για φαγητό. Η σημερινή μας επιλογή ήταν το εστιατόριο M E N Z A - Étterem és kávézó στην οδό Liszt Ferenc tér 2. Από Vörösmarty tér πήραμε τη γραμμή Μ1 του metro και κατεβήκαμε στην πλατεία Oktogon. Από εκεί στα 150m περίπου, περπατώντας στη λεωφόρο Andrassy και στρίβοντας αριστερά στη Liszt Ferenc φτάσαμε στο Menza.
Υπήρχαν ελεύθερα τραπέζια οπότε δε συναντήσαμε κανένα πρόβλημα αναμονής, καθίσαμε και αρχίσαμε να ψάχνουμε τον κατάλογο για να παραγγείλουμε. Πολλά πιάτα μας φάνηκαν ενδιαφέροντα και επιλέξαμε τα εξής: 2 πιάτα κολοκυθόσουπα βελουτέ με κάσιους και καραμελωμένα κομμάτια κολοκύθας,

σαλάτα Menza με κοτόπουλο και σπόρους σουσαμιού

και 3 κυρίως πιάτα: χοιρινό με πατάτες baby και ψητό στήθος κοτόπουλου, συνοδευόμενο από ριζότο, που περιείχε κομματάκια πατζαριού και είχε μωβ χρώμα. Εξαιρετικά όλα τα πιάτα. Κατά τη γνώμη μου το καλύτερο από όλα τα εστιατόρια που φάγαμε στην πόλη. Ο λογαριασμός μαζί με αναψυκτικά και μπίρα ήρθε στα 15170 Ft. (50€).
Πλήρως ικανοποιημένοι σηκωθήκαμε για την επιστροφή μας στο διαμέρισμα. Χρειαζόμασταν λίγη ξεκούραση μετά από τόσες ώρες στους λόφους και τους παγωμένους δρόμους της πόλης. Έπρεπε επιπλέον να ετοιμάσουμε και τις βαλίτσες, αφού η αυριανή μέρα θα ήταν η τελευταία μας στη Βουδαπέστη.
Αργά τη νύχτα ήρθε πάλι το χιόνι!





Η πρόγνωση του καιρού για την αυριανή μέρα έλεγε δυστυχώς βροχή. Δεν ήθελα να το πιστέψω ότι θα μας τα χάλαγε την τελευταία στιγμή και θα μας ανάγκαζε να αλλάξουμε το πρόγραμμα και να χάσουμε τη βόλτα μας στο νησί της Μαργαρίτας.
Last edited: