Pan Kai
Member
- Μηνύματα
- 23
- Likes
- 72
- Επόμενο Ταξίδι
- Κάπου που δεν έχω πάει
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ένα "Ταξίδι Ζωής"
Περιεχόμενα
Έφτασα στο Κάρντιφ βραδάκι... Κατά τις 8... Με το που κατεβαίνω, διαβάζω την πινακίδα στο σταθμό: "Cardith" - ή κάπως έτσι, τέλος πάντων. (Αργότερα, έμαθα ότι υπάρχει ουαλλική γλώσσα/διάλεκτος, την οποία μιλούν κυρίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι. Αχ, αυτοί οι νέοι... να μην κρατάν τις παραδόσεις και τα έθιμα). Πάντως, δε σας κρύβω, ότι η ταμπέλα με ξένισε αρκετά και με ψιλοτρόμαξε. Είχε αρχίσει να νυχτώνει κιόλας, δεν είναι και καμμια μεγαλούπολη το Κάρντιφ με φώτα και κοσμοπλημμύρα, ε... πολύ θέλει ο άνθρωπος;
(Και πού να φανταστώ, ότι αυτό θα ήταν ΜΟΝΟ η αρχή)...
Το hostel μου ήταν δίπλα από ένα... νεκροταφείο!!! Έκανα πως δεν το είδα, μπήκα μέσα, έδωσα τα στοιχεία μου και τα υπόλοιπα χρήματα της κράτησης στο ρεσεψιονίστα και πήγα στο δωμάτιο ν' αφήσω το σακίδιό μου. Το αφήνω, αφού πρώτα έβγαλα από μέσα καφέ και ζάχαρη." Ας πιούμε, πρώτα, ένα καφεδάκι", σκέφτηκα "και μετά βλέπουμε..."
Στην κουζίνα, ήταν κι ένα άλλο παιδί. Πιάσαμε την κουβέντα, και με προσκάλεσε να πάω μαζί του και με άλλα παιδιά που είχαν κανονίσει βόλτα. "Γιατί όχι; Μέσα!" σκέφτηκα και είπα φωναχτά. Είμασταν 5-6 άτομα, όλοι από διαφορετικές εθνικότητες. Ο ένας από αυτούς είχε και κιθάρα. Βγήκαμε έξω και αρχίσαμε να περπατάμε. Πιο κάτω, υπήρχε ένα σαν πάρκο, σαν δασάκι... ένας χώρος με πράσινο, δηλαδή. Βρήκαμε ένα ξέφωτο και κάτσαμε κάτω, στο χώμα, γύρω-γύρω. ",Ωρα είναι", σκέφτηκα, "να προσγειωθεί κανα ΟΥΦΟ και να μας την πέσουν τίποτα εξωγήινοι!" (Δε φταίω γω... Το μέρος ήταν σαν βγαλμένο από την ταινία "ΕΤ Ο Εξωγήινος").
Άρχισε ο δικός μας να γρατσουνάει την κιθάρα,΄με έπιασε εμένα ο οίστρος και έβγαζα στίχους και αυτός τους "έβγαζε" στην κιθάρα σε διάφορους ρυθμούς: Από ροκ και μπαλάντα, μέχρι κάντρυ και ποπ! (Ακομα θυμάμαι τον στίχο που "σκάρωσα" κείνο το βράδυ:
"Make a wish, when a star falls.
please, come here and lick my balls!!!"
Μιλάμε για τρομερό σουξέ, έτσι;
Με αυτά και με αυτά, με γέλια και τραγούδια (και με κανα-δυο μπάφους που κάναν οι άλλοι - εγώ ούτε μυρωδιά... βλέπετε, διένυα την 2η μου μέρα νηστικός και δεν ήθελα να έχω τίποτα παρατράγουδα) πέρασε η ώρα και σηκωθήκαμε να γυρίσουμε πίσω. Άλλωστε, είχε πάει και 1 η ώρα...
Πήγαμε στο hostel, ανεβήκαμε στο δωμάτιο (όλοι μέναμε στο ίδιο - τί σύμπτωση!), κι ετοιμαστήκαμε να πέσουμε για ύπνο!
Ε, γδύνομαι κι εγώ και μένω με ένα μπλουζάκι΄κι ένα σορτσάκι - όσο νά'ναι, κάνει λίγο ψυχρούλα τα βράδυα στο Κάρντιφ... αυτό να λέγεται! - και πέφτω στο κρεββάτι...
Μετά από 10-15 λεπτά, σηκώνομαι... Δόντι! Έτσι, ξαφνικά! (Και δεν είχα "θέμα" με κανα δόντι μου, γιατί τότε, θα είχα μαζί μου και κανα παυσίπονο.)
Αρχίζω να κόβω βόλτες πάνω-κάτω στο δωμάτιο... Τίποτα!
"Άντε", λέω, "να βγω λιγάκι έξω, μπας και με φυσήξει λίγος αέραςε και μου κάνει καλό".
Κατεβαίνω κάτω, ανοίγω την πόρτα, βγαίνω έξω, κλείνω την πόρτα... Πράγματι, μετά από λίγα λεπτά, κάπως υποχώρησε ο πόνος, οπότε, κι εγώ, κάνω έτσι να μπω μέσα.
"Που πα, ρε Καραμήτρο;" Η πόρτα κλειστή, όπως την άφησα, αλλά με τη διαφορά ότι δεν ανοίγει. Δεν έχει κάποιο χερούλι ή κάτι να σπρώξεις... Κοιτάζω καλύτερα, και βλέπω ένα keypad! Ω, ναι! Πρέπει να πληκτρολογήσω τον κωδικό για να ανοίξει και να μπω μέσα! Έλα, όμως, που εγώ μόλις τότε πήρα χαμπάρι, για πρώτη φορά ότι η πόρτα ανοίγει με κωδικό!!!
Όχι... Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα να χτυπήσω δυνατά την πόρτα, για να με ακούσει ο πανδοχέας και να έρθει να μου ανοίξει. ΝΤΡΕΠΟΜΟΥΝΑ, ΠΑΝΑΘΕΜΑ ΜΕ!!! "Τί μου φταίει το ανθρωπάκι", λέω, "αν εγώ είμαι ηλίθιος;" Πρέπει, όμως, με κάπιον τρόπο να μπω μέσα.
Κάνω έτσι, σκύβω, παίρνω από κάτω μερικά χαλικάκια κι άρχισα να τα πεττώ στο παράθυρο που ήταν το δωμάτιό μου, μπας και με ακούσει κανείς και σηκωθεί. Φευ!... τσάμπα έλπιζα! (Όχι, δεν χρησιμοποίησα μεγαλύτερες πέτρες, μην τυχόν και σπάσω κανα τζάμι - και δεν έχουμε και λεφτά...)
Τί να κάνω κι εγώ; Κάπως έπρεπε να περάσω τη νύχτα... Η ώρα ήταν μόλις 2 το πρωϊ... Πάω, λοιπόν, και κλείνομαι μέσα σε ένα τηλεφωνικό θάλαμο. Κι έτσι την "έβγαλα", όλο το βράδυ: Όρθιος - γιατί αν καθόμουν κάτω θα κρύωνα - μέσα σ' ένα τηλεφωνικό θάλαμο!
Πέρναγε η ώρα, πέρασαν ελάχιστα αμάξια - ο δρόμος δεν ήταν, φαίνεται, σε μεγάλη εκτίμηση - πέρασαν γαλατάδες, εφημεριδοπώλες... ώσπου πήγε η ώρα 7 το πρωϊ και άνοιξε η πόρτα του hostel!
Άρον-άρον να μαζέψω τα πράγματά μου, να φύγω, γιατί έπρεπε να πάρω το τρένο των 8.
2 το μεσημέρι ήμουν στο Χήθροου. Η πτήση μου για Αθήνα ήταν στις 4 το μεσημέρι...
...της επόμενης μέρας!
Πολύ σωστά! Θα πέρναγα τις τελευταία μου μέρα στο αεροδρόμιο (για την ακρίβεια, τις τελευταίες 26 ώρες) μιας και δεν είχα λεφτά όχι να πάω να βρω κανα κατάλυμα, αλλά ούτε και να πάρω το μετρό για να πάω στο κέντρο!
Την έβγαλα σε καθίσματα. Όταν νύχτωσε και αραιώσαν οι πτήσεις - άρα και ο κόσμος - έγειρα και κοιμήθηκα.
Ξύπνησα την άλλη μέρα, με το φως του ήλιου... Πρώτη μου μέριμνα, καφές! Πάω σε μια τουαλέτα να πάρω νερό (είχα και σέηκερ μαζί μου) και πέφτω μπροστά σε μια πινακίδα με μια βρύση και ένα μεγάλο Χ... "Μην πίνετε νερό"!
Πώς κάνω έτσι, και βρίσκω μέσα στην τσέπη μου κάτι ψιλά - ελληνικά, πάντα! Μια και δυο, πάω σε ένα Thomas Cook: "Δέχεστε ελληνικά κέρματα;" ρωτάω. "Μόνο κατοστάρικα", μου απαντάνε. Είχα 2 κέρματα των 100 δρχ ανάμεσα στα ψιλά! Τα αλλάζω, παίρνω 1 λίρα και κάτι ψιλά και γεμάτος χαρά πάω σε ένα φαγάδικο...
..αλλά ΔΕΝ πήρα κάτι να φάω! Αντ' αυτού, πήρα έναν καφέ κι ένα μπουκαλάκι νερό! (Είχα 1 ολόκληρη μέρα να πιω νερό, βλέπετε).
Έφαγα μέσα στο αεροπλάνο, στην πτήση μου προς Αθήνα... 3 μέρες ακριβώς, μετά το τελευταίο μου γεύμα στο Εδιμβούργο!
Ούτε στον εχθρό μου!...
(Και πού να φανταστώ, ότι αυτό θα ήταν ΜΟΝΟ η αρχή)...
Το hostel μου ήταν δίπλα από ένα... νεκροταφείο!!! Έκανα πως δεν το είδα, μπήκα μέσα, έδωσα τα στοιχεία μου και τα υπόλοιπα χρήματα της κράτησης στο ρεσεψιονίστα και πήγα στο δωμάτιο ν' αφήσω το σακίδιό μου. Το αφήνω, αφού πρώτα έβγαλα από μέσα καφέ και ζάχαρη." Ας πιούμε, πρώτα, ένα καφεδάκι", σκέφτηκα "και μετά βλέπουμε..."
Στην κουζίνα, ήταν κι ένα άλλο παιδί. Πιάσαμε την κουβέντα, και με προσκάλεσε να πάω μαζί του και με άλλα παιδιά που είχαν κανονίσει βόλτα. "Γιατί όχι; Μέσα!" σκέφτηκα και είπα φωναχτά. Είμασταν 5-6 άτομα, όλοι από διαφορετικές εθνικότητες. Ο ένας από αυτούς είχε και κιθάρα. Βγήκαμε έξω και αρχίσαμε να περπατάμε. Πιο κάτω, υπήρχε ένα σαν πάρκο, σαν δασάκι... ένας χώρος με πράσινο, δηλαδή. Βρήκαμε ένα ξέφωτο και κάτσαμε κάτω, στο χώμα, γύρω-γύρω. ",Ωρα είναι", σκέφτηκα, "να προσγειωθεί κανα ΟΥΦΟ και να μας την πέσουν τίποτα εξωγήινοι!" (Δε φταίω γω... Το μέρος ήταν σαν βγαλμένο από την ταινία "ΕΤ Ο Εξωγήινος").
Άρχισε ο δικός μας να γρατσουνάει την κιθάρα,΄με έπιασε εμένα ο οίστρος και έβγαζα στίχους και αυτός τους "έβγαζε" στην κιθάρα σε διάφορους ρυθμούς: Από ροκ και μπαλάντα, μέχρι κάντρυ και ποπ! (Ακομα θυμάμαι τον στίχο που "σκάρωσα" κείνο το βράδυ:
"Make a wish, when a star falls.
please, come here and lick my balls!!!"
Μιλάμε για τρομερό σουξέ, έτσι;
Με αυτά και με αυτά, με γέλια και τραγούδια (και με κανα-δυο μπάφους που κάναν οι άλλοι - εγώ ούτε μυρωδιά... βλέπετε, διένυα την 2η μου μέρα νηστικός και δεν ήθελα να έχω τίποτα παρατράγουδα) πέρασε η ώρα και σηκωθήκαμε να γυρίσουμε πίσω. Άλλωστε, είχε πάει και 1 η ώρα...
Πήγαμε στο hostel, ανεβήκαμε στο δωμάτιο (όλοι μέναμε στο ίδιο - τί σύμπτωση!), κι ετοιμαστήκαμε να πέσουμε για ύπνο!
Ε, γδύνομαι κι εγώ και μένω με ένα μπλουζάκι΄κι ένα σορτσάκι - όσο νά'ναι, κάνει λίγο ψυχρούλα τα βράδυα στο Κάρντιφ... αυτό να λέγεται! - και πέφτω στο κρεββάτι...
Μετά από 10-15 λεπτά, σηκώνομαι... Δόντι! Έτσι, ξαφνικά! (Και δεν είχα "θέμα" με κανα δόντι μου, γιατί τότε, θα είχα μαζί μου και κανα παυσίπονο.)
Αρχίζω να κόβω βόλτες πάνω-κάτω στο δωμάτιο... Τίποτα!
"Άντε", λέω, "να βγω λιγάκι έξω, μπας και με φυσήξει λίγος αέραςε και μου κάνει καλό".
Κατεβαίνω κάτω, ανοίγω την πόρτα, βγαίνω έξω, κλείνω την πόρτα... Πράγματι, μετά από λίγα λεπτά, κάπως υποχώρησε ο πόνος, οπότε, κι εγώ, κάνω έτσι να μπω μέσα.
"Που πα, ρε Καραμήτρο;" Η πόρτα κλειστή, όπως την άφησα, αλλά με τη διαφορά ότι δεν ανοίγει. Δεν έχει κάποιο χερούλι ή κάτι να σπρώξεις... Κοιτάζω καλύτερα, και βλέπω ένα keypad! Ω, ναι! Πρέπει να πληκτρολογήσω τον κωδικό για να ανοίξει και να μπω μέσα! Έλα, όμως, που εγώ μόλις τότε πήρα χαμπάρι, για πρώτη φορά ότι η πόρτα ανοίγει με κωδικό!!!
Όχι... Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα να χτυπήσω δυνατά την πόρτα, για να με ακούσει ο πανδοχέας και να έρθει να μου ανοίξει. ΝΤΡΕΠΟΜΟΥΝΑ, ΠΑΝΑΘΕΜΑ ΜΕ!!! "Τί μου φταίει το ανθρωπάκι", λέω, "αν εγώ είμαι ηλίθιος;" Πρέπει, όμως, με κάπιον τρόπο να μπω μέσα.
Κάνω έτσι, σκύβω, παίρνω από κάτω μερικά χαλικάκια κι άρχισα να τα πεττώ στο παράθυρο που ήταν το δωμάτιό μου, μπας και με ακούσει κανείς και σηκωθεί. Φευ!... τσάμπα έλπιζα! (Όχι, δεν χρησιμοποίησα μεγαλύτερες πέτρες, μην τυχόν και σπάσω κανα τζάμι - και δεν έχουμε και λεφτά...)
Τί να κάνω κι εγώ; Κάπως έπρεπε να περάσω τη νύχτα... Η ώρα ήταν μόλις 2 το πρωϊ... Πάω, λοιπόν, και κλείνομαι μέσα σε ένα τηλεφωνικό θάλαμο. Κι έτσι την "έβγαλα", όλο το βράδυ: Όρθιος - γιατί αν καθόμουν κάτω θα κρύωνα - μέσα σ' ένα τηλεφωνικό θάλαμο!
Πέρναγε η ώρα, πέρασαν ελάχιστα αμάξια - ο δρόμος δεν ήταν, φαίνεται, σε μεγάλη εκτίμηση - πέρασαν γαλατάδες, εφημεριδοπώλες... ώσπου πήγε η ώρα 7 το πρωϊ και άνοιξε η πόρτα του hostel!
Άρον-άρον να μαζέψω τα πράγματά μου, να φύγω, γιατί έπρεπε να πάρω το τρένο των 8.
2 το μεσημέρι ήμουν στο Χήθροου. Η πτήση μου για Αθήνα ήταν στις 4 το μεσημέρι...
...της επόμενης μέρας!
Πολύ σωστά! Θα πέρναγα τις τελευταία μου μέρα στο αεροδρόμιο (για την ακρίβεια, τις τελευταίες 26 ώρες) μιας και δεν είχα λεφτά όχι να πάω να βρω κανα κατάλυμα, αλλά ούτε και να πάρω το μετρό για να πάω στο κέντρο!
Την έβγαλα σε καθίσματα. Όταν νύχτωσε και αραιώσαν οι πτήσεις - άρα και ο κόσμος - έγειρα και κοιμήθηκα.
Ξύπνησα την άλλη μέρα, με το φως του ήλιου... Πρώτη μου μέριμνα, καφές! Πάω σε μια τουαλέτα να πάρω νερό (είχα και σέηκερ μαζί μου) και πέφτω μπροστά σε μια πινακίδα με μια βρύση και ένα μεγάλο Χ... "Μην πίνετε νερό"!
Πώς κάνω έτσι, και βρίσκω μέσα στην τσέπη μου κάτι ψιλά - ελληνικά, πάντα! Μια και δυο, πάω σε ένα Thomas Cook: "Δέχεστε ελληνικά κέρματα;" ρωτάω. "Μόνο κατοστάρικα", μου απαντάνε. Είχα 2 κέρματα των 100 δρχ ανάμεσα στα ψιλά! Τα αλλάζω, παίρνω 1 λίρα και κάτι ψιλά και γεμάτος χαρά πάω σε ένα φαγάδικο...
..αλλά ΔΕΝ πήρα κάτι να φάω! Αντ' αυτού, πήρα έναν καφέ κι ένα μπουκαλάκι νερό! (Είχα 1 ολόκληρη μέρα να πιω νερό, βλέπετε).
Έφαγα μέσα στο αεροπλάνο, στην πτήση μου προς Αθήνα... 3 μέρες ακριβώς, μετά το τελευταίο μου γεύμα στο Εδιμβούργο!
Ούτε στον εχθρό μου!...