Αργεντινή Χιλή Παταγονία – Η χώρα του Πουθενά

Μηνύματα
245
Likes
893
SAN TELMO

΄Άλλη μια παλιά συνοικία του Buenos Aires

Αν, από την πλατεία De Mayo του Προεδρικού μεγάρου, ακολουθήσεις την Avenida Passeo Colon προς νότο, βρίσκεσαι στην παλιά συνοικία San Telmo. Μέχρι και τον 19ο αιώνα ήταν αριστοκρατικό προάστειο. ΄Όμως, όταν έπεσε εδώ επιδημία κίτρινου πυρετού, οι πλούσιοι Portenos μετακόμισαν προς τά βορεινά.

΄Οταν άρχισαν να έρχονται στην Αργεντινή μετανάστες, κούρνιασαν εδώ:στα παλιά σπίτια, τα οποία χώριζαν σε μικρότερους χώρους, για να βολεύονται όσο γίνεται περισσότεροι. ΄Ετσι, ζούσαν μαζί πολλές οικογένειες, με κακές συνθήκες υγιεινής. Και αφού έγινε η αρχή, τίποτα δεν σταματούσε πια την υποβάθμιση της περιοχής. Σ΄αυτήν την κατάσταση βρίσκεται και σήμερα.

Όμως, τούτη η γειτονιά. εκτός του ότι είναι η παλιότερη, έχει το μερίδιο της και στην ιστορία της πόλης. Το 1806 οι ΄Αγγλοι, στον πόλεμο τους με την Ισπανία, εισέβαλαν στο Μπουένος ΄Αιρες, και το κράτησαν για ένα χρόνο. Την επόμενη χρονιά η εθνική αντίσταση ήταν ήδη οργανωμένη και πολύ επιθετική. Οπότε όταν μια δύναμη των Εγγλέζων περνούσε από τη σημερινή Calle Defensa(οδός Αντιστάσεως) του San Telmo, όλοι οι ένοικοι των σπιτιών αυτού του δρόμου, έρριχναν πάνω στους στρατιώτες, τενεκέδες με καυτό λάδι. Και από το μπαλκόνι του αριθμού 372, ένα κανόνι έριχνε μπαταριές! ! ! Οι Εγγλέζοι οδυνηρά αιφνιδιασμένοι, έτρεξαν να κρυφτούν στα πλοία τους αφήνοντας την νίκη στους Portenos! Και όλα αυτά εδώ στο San Telmo.

Μέσα στις γραφικότητες της συνοικίας είναι και το παζάρι στην Plaza Dorrego. Γίνεται μια φορά την εβδομάδα και βρίσκεις πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Ακόμη και αυθεντικές αντίκες. Σ΄αυτήν την πλατεία, πέσαμε και πάνω σε ένα θέαμα χορευτικό. Δύο νέα παιδιά χορεύουν Tango, στους ήχους ενός κασετόφωνου. Μαύρο, κορακάτο μαλλί, μαζεμένο σε σινιόν, η κοπελιά. Και φόρεμα μαύρο, σχιστό ως το γοφό, με τακούνι πανύψηλο. Ο νεαρός φορά μαύρο, επίσημο κοστούμι, κι έχει το μαλλί ίσιο, κολλημένο με μπριγιαντίνη. Μέσα στον ήλιο και με μπόλικους θεατές, εν οις και εμείς, χορεύουν. Χορεύουν με εκείνες τις τρελλές φιγούρες που είδαμε το προηγούμενο βράδυ, στην Casa Blanca. Θαρρείς κι είσαι σε …τσίρκο! Πώς οι άνθρωποι δεν μπερδεύουν-κι εδώ θα κυριολεκτήσω-τα μπούτια τους;Πώς δεν περδικλώνονται να πέσουν και να τσακιστούν;Αφήστε που τις περισσότερες φορές η κυρία φορά και φόρεμα με …. ουρά! Κι αυτό κάνει τα πράγματα ακόμη δυσκολότερα. Διότι, αντί οι χειριστές να έχουν το νου τους στα 4 ποδάρια τους, πρέπει τώρα να προσέχουν μην τύχει και πατήσουν και το ύφασμα!

Η επίσκεψη μας τελειώνει με μια παγωμένη μπύρα σ’ ένα παλιό καφενέ της πλατείας.


RIO GALLEGOS-CALAFATE

΄Οταν το πουθενά είναι προορισμός με ένα συντροφικό «ΜΑΤΕ»

΄Οσο όμορφο όμως κι αν είναι το Buenos Aires το σταματώ εδώ. Διότι δεν είναι ο προορισμός μας. Είναι μονάχα η πόρτα, που θα μας μπάσει στην Μεγάλη Περιπέτεια. Στην τρομερή Ανακάλυψη και Αποκάλυψη. Από εδώ πετάμε προς νότον, στο Rio Gallegos, στο οποίο φτάνουμε μετά από 3. 30 ώρες. Από το αεροδρόμιο και μετά από πορεία 4 ωρών προς ΒΔ, με αυτοκίνητο, θα φτάσουμε στο Calafate. Από κείνη τη στιγμή αρχίζει ουσιαστικά το ταξίδι.

Είναι ένα μικρό χωριουδάκι 3. 500 κατοίκων, που το χειμώνα αδειάζει, αφού τους περισσότερους μήνες του χρόνου είναι εντελώς αποκλεισμένο από το βαρύ χιόνι και τις τρομερές θύελλες. Καμιά 300αριά μένουν μονίμως εδώ-Είναι οι γενναίοι που κάθε βράδυ σκέφτονται: «Κάπου παραμονεύει ή άνοιξη! Ας κοιμηθούμε κι ας την ονειρευτούμε, για να περάσει ευχάριστα η νύχτα. Κάθε καταιγίδα και κάθε θεομηνία μας φέρνει κοντύτερα της. . »

Θα μου άρεσε πολύ να έχω τις προμήθειες μου, ένα γερό και ζεστό σπίτι, και να παρακολουθώ ασφαλής τα καμώματα του καιρού σ΄αυτό το σκληρό, το ανελέητο πολικό κλίμα! Να δω, σ΄όλο το μεγαλείο και την ομορφιά της, την αδάμαστη Φύση!

Νωρίς το μεσημέρι, φτάνουμε στο Ρίο Γκαγιέγκος, μια μικρή πόλη, πάνω στον Ατλαντικό, στην επαρχία της Santa Cruz. O Χόρχε, ο οδηγός του πούλμαν και η Κλαούντια η…αντροφέρνουσα πανύψηλη ξεναγός μας περιμένουν με χαμόγελα. Σ’ αυτούς τους δύο, έλαχεν ο κλήρος να μας μπάσουν πρώτοι σε δύο λογής μυστικά:Την Παταγονία και το «Ματέ»! Με την Παταγονία θα πρωτοσμίξουμε στην μακρυά πορεία μας από το Γκαγιέγκος στο Καλαφάτε.

Το «Ματέ» θα το γνωρίσουμε αμέσως μόλις το πούλμαν ξεκινά.

Την ιεροτελεστία της παρασκευής του, την έχει αναλάβει η Κλαούντια. Με ύφος περίφροντι και σοβαρό-σαν γκουρού-σε αυτοσυγκέντρωση. . Από ένα μεγάλο, τενεκεδένιο κουτί, παίρνει με το δεξί μια μεγάλη ποσότητα ενός γκριζοπράσινου χόρτου, κατά τα άλλα άοσμου. Στο αριστερό κρατά ένα καύκαλο μικρής κολοκύθας, ντυμένο με δέρμα, προφανώς για μόνωση. Ρίχνει εκεί μέσα το χορτάρι. Κι από πάνω ρίχνει, σιγά σιγά, με προσοχή, καυτό νερό, που κρατά μέσα σ΄ένα τεράστιο θερμός. Δίχως να ανακατεύει ή να ταράζει το νερό. Η βάση της προετοιμασίας είναι αυστηρή:Καθόλου, μα καθόλου ανακάτεμα! Περιμένει λίγα λεπτά, έως ότου το χόρτο απορροφήσει όλο το νερό. Ρίχνει κι άλλο. Πάλι αργά. Περιμένει. Μισοαπορροφάται κι αυτό. Ρίχνει τρίτη φορά. Τώρα το κολοκύθι, από τη μέση κι απάνω έχει πια το αναμενόμενο αφέψημα.

Α, ήρθε και η ώρα της … «πομπιγίτσας»! Ουφ, μη παίρνετε τα πάντα τοις μετρητοίς! Μ΄αρέσει να ξαναβαφτίζω τα πράματα! «Pompija» τη λένε οι άνθρωποι! Την προφέρουν «πομπίγια». Αλλά επειδή είναι μικρούλα, εμένα μ’ αρέσει να τη λέω χαϊδευτικά «πομπιγίτσα». Είναι μια μικρή «τρόμπα». Μικρότερη από κουταλάκι. ΄Εχει στέλεχος σωληνωτό, σαν καλαμάκι γρανίτας, συνήθως από ασήμι. Καταλήγει όμως σ’ ένα πλατύ κουφωτό πέλμα, διάτρητο. Σαν σουρωτήρι. Από εκεί μέσα περνά εύκολα το νερό, αλλά όχι και τα χόρτα. Ρουφάς από πάνω, και το αφέψημα φτάνει στον ουρανίσκο σου πεντακάθαρο, πικρό κι άνοστο. Σαν …. ανάλατο μου φάνηκε! Δεν ξέρω…

Το «Ματέ» είναι πράμα κοινόχρηστο. Σαν τη «Γιακόνα» των νησιών Fiji. Από το ίδιο κολοκύθι, κι από την ίδια πομπίγια, τραβούν όλοι της παρέας μια ρουφηξιά. Γρήγορα το καυκαλάκι αδειάζει. Η… Ματοχόος παίρνει το κοινόχρηστο κύπελλο, βγάζει με προσοχή την πομπίγια και σιγά σιγά προσθέτει νερό, πάντα χωρίς να ταράζει το περιεχόμενο. Περιμένει να απορροφηθεί. Προσθέτει ακόμη λίγο. Κι όταν νομίσει ότι αρκεί το θέτει σε κίνηση, βάζοντας πάλι μέσα την πομπίγια. Αυτό γίνεται όλη τη μέρα. Κι όλη την νύχτα μπορώ να σας πω, αν η παρέα το καλεί. Διακοπή ενδιάμεση δεν υπάρχει. ΄Οποιος βαρεθεί ή γίνει ο «στόμας» του παντοφλέ από την πίκρα και τη στυφάδα λέει Gracias κι αυτό σημαίνει: Να μένει το βύσσινο ή Ευχαριστώ δεν θα πάρω! Οι υπόλοιποι συνεχίζουν μέχρι τελικής πτώσεως.

΄Οταν πια μάθαμε και τη διαδικασία του «Ματέ», ρίξαμε και μια ματιά έξω. Και αποσβολωθήκαμε. Ερημιά! Ισιάδα! Επίπεδη απομόνωση! Γη και Ουρανός! Χαλίκια και σκόνη! Απεραντοσύνη και σιωπή. Και πάνω απ΄όλα, ερημιά. Όχι ερήμωση! Σκέτη, καθαρή ερημιά! Σαν ο Θεός να ήθελε να σκηνοθετήσει εδώ, ένα συγκλονιστικό θρίλλερ. Κι αυτήν την ερημιά τη νοιώθεις μέσα σου. Κατασταλάζει θαρρείς στην ψυχή σου. Κι όμως την καλοδέχεσαι. Γιατί κάπου σε ηρεμεί! Μπορεί και να σε ανακουφίζει!

-Περίεργο. σκέφτομαι. ΄Ένα τέτοιο αίσθημα για πρώτη φορά έχω. Η Σαχάρα και η έρημος Γκόμπι δεν μου το έδωσαν. Ερημιά ήταν κι εκεί. ΄Η μήπως ήταν ερήμωση;Εκεί ένοιωθα πελώρια την παγίδα του θανάτου. Και ανατρίχιαζα…Αμ οι στέπες της Μογγολίας;Ερημιά του Θεού ήταν και σ΄αυτές. ΄Ομως εκεί το πράσινο όργιο της χλόης σε παρηγορούσε. Τούτο εδώ το αίσθημα ήταν αλλοιώτικο. Εντελώς αλλοιώτικο! Διότι εδώ γινόταν τούτο το σχιζοφρενικό. Ενώ ο τόπος έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικός, δεν σ΄αγρίευε. Αντιθέτως σε προκαλούσε να δείς περισσότερα, να ανακαλύψεις καινούρια, να χαρείς μιαν ατμόσφαιρα μαγείας και προκλήσεων.

Αυτό πράγματι είναι τελικά η Παταγονία. Πρόκληση! Ανοιχτός πειρασμός! Σαν να σου φωνάζει από κάθε γωνιά:Είμαι εδώ, για σένα. Ψάξε με! Κι ανακάλυψε με! ΑΝ μπορείς…

Ε λοιπόν αυτό το ΑΝ κάνει την διαφορά. Στις ερήμους δεν υπάρχει ΑΝ. αφού δεν υπάρχει Ελπίδα. Μονάχα ο Θάνατος!

Εδώ όμως όλα αρχίζουν μ΄αυτή τη λεξούλα:

*Αν ανέβαινα αυτόν τον ανήφορο, τι θα΄βλεπα στο τέρμα του;

*Αν έμπαινα μ΄ένα σκαφάκι σε τούτη τη λίμνη, τι θα μου αποκάλυπταν οι στροφές της;

*Αν έκανα το γύρο τούτου του νησιού, ποια θα ήταν η θέα;

*Αν, αν, αν…

Και η περιέργεια μαζί με την ανάγκη για περιπέτεια, να σου πολλαπλασιάζουν τους σφυγμούς, και να σου ανεβάζουν τον πυρετό στα ύψη.

-Τι καθόμαστε λοιπόν;Ξεκινάμε! Τώρα! Κι όπου μας βγάλει.

Η Παταγονία άλλωστε, έχει ένα εκπληκτικό προσόν:Δεν επαναλαμβάνεται ΠΟΤΕ.

Σε κρατά διαρκώς σε διέγερση και εγρήγορση. Διότι ουδέποτε παίζει το ίδιο παιχνίδι. Ποτέ δε λέει την ίδια ιστορία. Πάντα καταφέρνει να σε παίρνει απ΄τα μούτρα. Να σε αλλαφιάζει και τελικά να σε καθηλώνει. Πότε λιτή κι απέριττη. Πότε μεγαλειώδης και απρόσιτη. Πότε γλυκειά και τρυφερή, χαδιάρα και πλανερή, και πότε άγρια κι απρόβλεπτη, καταφέρνει πάντα να σε κρατά αρτσωμένο. Συνεχώς περιμένεις κάτι. Και ξέρεις πως θα’ ρθει. Πως είναι εκεί. Στην επόμενη στροφή. Στη σκιερή γωνία. Στο πύργωμα του παγετώνα. Στα μεγαλόπρεπα παγόβουνα. Στις υγρές, κατάφυτες σπηλιές. Στά βράχια, στα ποτάμια, στους καταρράκτες, στα φαράγγια, στις κοιλάδες, στις λίμνες, στα δάση, στα οροπέδια…

Εν τέλει η ομορφιά της Παταγονίας είναι η απίστευτη ποικιλία της που τη βλέπεις, και η μαγεία της που την αισθάνεσαι, σε κάθε κώχη, σε κάθε κούρμπα, σε κάθε κοτρώνι.

Τώρα, καθώς πορεύομαστε, βόρεια πάντα, από το Rio Callegos προς Καλαφάτε, βλέπουμε μονάχα το λιτό πρόσωπο, με τη δύναμη της Μοναξιάς και την υποβλητικότητα του τραγουδιού των Καλοκαιρινών Ανέμων. Σαρώνουν οι αέρηδες τα ξεκάρφωτα ξερόχορτα και γδέρνουν το στεγνό χώμα, ως τον άλλο χειμώνα, ως τους άλλου χιονάδες…΄Ετσι η είσοδος μας στην Παταγονία γίνεται με το μαλακό! Για να μη γνωρίσουμε συμπτώματα…. ανακοπής…

Αύριο θα έχουμε την εκπληκτικότερη ίσως εμπειρία της ζωής μας. Θα δούμε επί τέλους, τον Περίτο Μορένο, τον μοναδικό παγετώνα στον κόσμο, που ο όγκος του ολοένα αυξάνει, και. . περπατάει προς την αρχή της λίμνης Argentino.

Αμάν, να δώ παγετώνα που να ξεκινάει από το ύψος μου! ΄Οποιο κι αν είναι! Δε θα πάθω τώρα κόμπλεξ και για το 1. 59 που είμαι! Μην τρελλαθούμε!

Πρίν όμως φτάσουμε σ΄αυτόν, έχετε μια τόση δα υπομονή, να ψάξουμε και να βρούμε τι σόι φαινόμενο είναι οι παγετώνες. Για να ξέρουμε, δηλαδή τι βλέπουμε.
 
Μηνύματα
245
Likes
893
Σε όσους είχαν την καλωσύνη και το κουράγιο να διαβάσουν, μέχρι τώρα, την Παταγονία , θερμές ευχαριστίες.
Εύχομαι αυτό το κουράγιο , να υπάρχει και στην συνέχεια του κειμένου, που την χρωστώ στον κ. Καλογρίδη και στον fotast.
Αν δεν ήταν εκείνοι, Παταγονία γιόκ!!! (Θυμάστε το ιστορικό: "Μάλτα γιόκ", του ανίκανου τούρκου κυβερνήτη πολεμικού πλοίου;)
Εύχομαι σε όλους σας τα καλλίτερα ταξίδια ....
 
Μηνύματα
245
Likes
893
EL CALAFATE & LAGO ARGENTINO

Εκεί που η Φύση μεγαλουργεί γεννώντας παγετώνες…


Για το χωριό Καλαφάτε μίλησα ήδη. Το όνομα του πήρε από το ομώνυμο φυτό, που «δένει» κάτι στυφόξινα καρπουδάκια. Τα γευτήκαμε αργότερα, στον εθνικό Χιλιανό δρυμό Paine, καθώς πεζοπορούσαμε αλλά και ανηφορίζαμε-ανάθεμα όλους τους ανήφορους του κόσμου-προς τη βάση του παγετώνα Cuernos del Paine.

Εκεί ο Κάρλος, ο Χιλιανός ξεναγός μας, μας συνέστησε το φυτό Calafate, και το Calo-Fagame! Διότι μας βεβαίωσε πως «όποιος φάει τα μικροσκοπικά φρουτάκια, ξαναεπιστρέφει στην Παταγονία». Στυφουλά ξεστυφουλά, εγώ σπεύδω να τα δοκιμάσω! Πού ξέρεις;Καμιά φορά πραγματοποιούνται και τα πιο απίθανα. Γιατί να χάσω την ευκαιρία;

Στο Calafate μας φέρνει κάτι συγκλονιστικό. Κάτι που θεωρείται «θαύμα της Φύσεως». Κάτι, που δεν αποτελεί θέαμα συνηθισμένο, κάτι το οποίο μπορείς να βρεις παντού. Μονάχα δύο περιοχές του κόσμου περηφανεύονται για αυτά: Ο Βόρειος και ο Νότιος Πόλος.

Σ’ όλη μου τη ζωή άκουγα για τους παγετώνες. Οι πιο κοντινοί μας είναι εκείνοι των ΄Αλπεων.

-Βρέ παιδιά, σε μένα, το άλυωτο χιόνι στις απρόσιτες βουνοκορφές, δε λέει τίποτα.

-Να πας απάνω!

-Ε, και;Πες πως πήγα. Τι το παράξενο θα δω δηλαδή;Χιόνι και πάγος στα ψηλώματα. Χαρά στο πράμα.

-Μα δε λυώνει ποτέ! Αυτό, σε σου λέει τίποτα;

-Μωρ΄τι με νοιάζει εμένα;Δικό του το πρόβλημα! Ας το λύσει και ας το λυώσει! Εγώ, δηλαδή πως κάνω απόψυξη στο ψυγείο μου.

Αυτά, έως ότου ήρθαν οι τηλεοράσεις και τα ντοκυμαντέρ. Κι εκεί είδα άλλα παράξενα και δυσεξήγητα! ΄Ένα ποτάμι φουσκωμένο με παγωμένη την εκβολή του. ΄Ογκοι παγωμένου νερού, να φτάνουν και να βυθίζονται μέσα σε κρυσταλλωμένο νερό. ΄Η ένα πλούσιο καταρράκτη, παγωμένο καθ’ όλη τη διαδρομή του….

Από αυτές τις εικόνες άρχισα να υποψιάζομαι περί τίνος μπορεί να επρόκειτο. Τότε, μονάχα, άρχισα να φαντάζομαι, τι μπορεί να είναι αυτό το φαινόμενο-διότι περί φαινομένου πρόκειται. Και ένοιωθα την ίδια έξαψη, την οποία αισθανόμουν, όταν προσπαθούσα να μάθω για τις ατόλλες, και για τον θαυμαστό τρόπο με τον οποίο δημιουργούνταν. ΄Ιδρωσα για να το βρώ! Αλλά, όταν τελικά τα κατάφερα, παρ’ ότι ήταν πολυπλοκότατο, ηρέμησα! Γιατί δεν μπορώ να βλέπω κάτι, και να μην καταλαβαίνω πως στο καλό φτιάχτηκε! Χοντρικά, βεβαίως, το αντιλαμβάνομαι, αλλά μου φτάνει. Για τις ατόλλες, λοιπόν, πήρα μια ιδέα. Οι παγετώνες όμως;Ιδέαν δεν είχα γι΄αυτό το φαινόμενο. Κι ούτε ήξερα ότι θα μπορούσα να το καταλάβω, έστω κι αν το έβλεπα, με τα δικά μου μάτια, κι όχι μέσα από το μάτι της κάμερας του οπερατέρ της National Geographic! . . . .

Ο Παγετώνας γεννιέται με πρώτο κύτταρο μια νιφάδα χιονιού! Τόσο απλά! (Και να σας εξομολογηθώ κάτι;Στα ταξίδια μου κατάλαβα τούτο το σημαντικό:τα συγκλονιστικότερα και εκπληκτικότερα πράγματα στη Φύση, αρχίζουν με τον πιο απλό και πιο αφελή τρόπο! )

Η μικρή, χαριτωμένη νιφάδα χιονιού, μόλις κάτσει κάπου αμέσως παγώνει! Οι χιονοπτώσεις που στην Παταγονία είναι στα καλύτερα τους επί εννέα μήνες, πλουτίζουν, βεβαίως με νιφάδες τον τόπο. Και καθώς το κρύο είναι τρομερά δριμύ, το χιόνι κρυσταλλιάζει την ίδια ώρα. Πάνω σε τούτο το στρώμα παγωμένων νιφάδων, ξαναχιονίζει. Και ξαναπαγώνει. Το πάνω στρώμα του παγωμένου χιονιού-του πάγου δηλαδή-ασκεί μοιραία, τρομακτική πίεση στο κάτω και το υποχρεώνει να αποβάλει τον αέρα που εμπεριέχει-ως εκ του τάπερ, για να καταλαβαινόμαστε! Συγχρόνως όμως η πίεση του ανωτέρου στρώματος αναγκάζει το κάτω, να πλαταίνει! Το τρίτο στρώμα που πέφτει, κάνει ακριβώς το ίδιο στο δεύτερο και το πρώτο. Και μ΄αυτόν τον τρόπο ο παγετώνας ψηλώνει και φαρδαίνει συνεχώς! Κι αυτήν την τελευταία πληροφορία, μαζί με την εξήγηση της, την πληροφορήθηκα από τον Αρχηγό μας, λάτρη των φυσικών φαινομένων και της ανάλυσης τους! Να΄χει την ευχή μου, ο άνθρωπος! Κατάλαβα, επί τέλους, πως στο καλό πλαταίνει! Διότι, το πώς ψηλώνει είναι προφανές. Ε, η πίεση τα κάνει όλα, φίλτατοι! Μονάχα η πίεση! Ο Αλέκος, μάλιστα, το γράφει παραστατικά: «Σαν το άνοιγμα του φύλλου της… σπανακόπιττας! Το ζυμάρι από βώλος γίνεται φύλλο, με την συνεχή πίεση του πλάστη»! Τόσο απλά! Παγετώνας-σπανακόπιτα σημειώσατε Χι! Κερδίσατε! Κι εγώ εν τέλει άνοιξα τα μάτια μου στην αλήθεια του θαύματος…

Κάτι άλλο επίσης που έμαθα από το κιτάπι του Αλέκου, είναι τούτο το εξωφρενικό, που ποτέ δε θα το φανταζόμουν:Οι χιονοπτώσεις στους Πόλους είναι πολύ μικρές, σε σύγκριση με άλλα σημεία του πλανήτη. Και πολύ σωστά. Διότι, αυτές οι μικρές χιονοπτώσεις, παγώνουν τα βορεινά και νότια άκρα της Υδρογείου, και μένουν. Δε λυώνουν. ΄Αρα, με τις χιλιετίες, σωρεύονται πάνω στο νερό του Βόρειου Πόλου και πάνω στο έδαφος της 6ης ηπείρου, της Ανταρκτικής, στο Νότιο Πόλο. Και το ύψος των πάγων πάνω στη στεριά της τελευταίας, 4. 500 μέτρα! Κι όμως, το ύψος των χιονοπτώσεων σ’ αυτήν την περιοχή μόλις που περνά τα 0. 12-0. 14 του μέτρου. Αλλά αφού τα χιόνια δεν λυώνουν το καλοκαίρι, δεν είναι δύσκολο, το ύψος των πάγων να φτάσει σε τέτοια νούμερα! Θεέ Μεγαλοδύναμε! Τι σοφία διαθέτει αυτή η αξιοθαύμαστη Φύση! Τι λεπτές ισορροπίες προσπαθεί και πετυχαίνει να διατηρήσει για να μην υπάρξουν ανεπανόρθωτες καταστροφές στον τόσο εύθραυστο πλανήτη μας! Διότι, αν οι χιονοπτώσεις ήταν ίσες με κείνες των εύκρατων ζωνών, ή αν όλοι οι πάγοι των πόλων έλυωναν, τότε, κάθε λίγο και λιγάκι θα είχαμε και έναν κατακλυσμό του Νώε! . .

Ας γυρίσουμε τώρα που μάθαμε μερικά από τα μυστικά των παγετώνων εν γένει, στον δικό μας παγετώνα prive, που το όνομα του είναι Perito Moreno και γεννήθηκε και ζεί στο Lago Argentino. Είπαμε ήδη, πως είναι ο μοναδικός παγετώνας που χρόνο με το χρόνο αυγαταίνει! Το φαινόμενο οφείλεται στη θέση του. Σ΄αυτό το σημείο της λίμνης υπάρχουν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα κι όχι ιδιαίτερα υψηλές το καλοκαίρι. Είναι ένα πέρασμα που προφανώς υποφέρει από μπουγάζια. ΄Ετσι, δημιουργείτα μπόλικος πάγος με το χιόνι. Η ποσότητα αυτή, δε λυώνει όλη με τον ήλιο, γιατί είναι ένας ήλιος με δόντια! Κάθε χρόνο, λοιπόν, μένει μια ποσότητα άλυωτη. Κι αυτή είναι πάντα η μαγιά, που φουσκώνει συνεχώς τον παγετώνα. Τον ψηλώνει, τον πλαταίνει-με τον τρόπο που είπαμε ήδη-και δίνει την εντύπωση ότι αυτός ο όγκος κινείται. Περπαράει. Σαν να είναι ένας ζωντανός Γίγαντας!

Και τω όντι περπατάει! Κι αυτό γίνεται κάπως έτσι:

Το καλοκαίρι, ο πάγος στην τεράστια επιφάνεια των 217 χιλιομέτρων του Πέριτο Μορένο ψιλολυώνει. Και μια ποσότητα-νερού πλέον-κατεβαίνει στα κατώτερα στρώματα του παγετώνα. Και, σε κάποιο σημείο της προς τα κάτω διαδρομής του, ξαναπήζει αποβάλλοντας όμως και μια ποσότητα θερμότητας, με τη διαδικασία της τήξεως. Αυτή η θερμότητα λυώνει γειτονικούς πάγους που, κι αυτοί σαν νερό πιά, κατεβαίνουν ακόμη πιο κάτω. Μ΄αυτόν τον τρόπο λοιπόν λυώνουν διαδοχικά, ποσότητες πάγου και στα … εντόσθια του παγετώνα, δημιουργώντας, αναπόφευκτα, εσωτερικές ρωγμές. Μέσα από αυτές κατεβαίνει όλο και χαμηλότερα το νερό. Μέχρι τη ριζά του παγετώνα. Στον πυθμένα της λίμνης. Τέλος, μ’ αυτές τις διαδοχικές τήξεις και απελευθερώσεις θερμότητας, καταφέρνει να φτάσει στη βάση του παγωμένου όγκου, μια μεγάλη ποσότητα νερού. Αυτό το νερό, πρίν πήξει και κολλήσει πάνω στον υπάρχοντα πάγο, ενεργεί σαν …. γράσο. Διότι, για λίγο, ο θεώρατος παγετώνας χάνει τη σταθερότητα του, και …. πλέει πάνω στο νερό, το οποίο παίζει, έτσι, το ρόλο…λιπαντικού! Και πάνω σ’ αυτή τη νερένια «εξέδρα» γλυστρά, λίγα χιλιοστά κάθε χρόνο, ολόκληρος αυτός ο παγωμένος Γολιάθ….

Αυτήν την εξήγηση όλου του φαινομένου, με δυσκολία την κατανοώ. Περισσότερο τη φαντάζομαι. Αλλά αυτό δε με εμποδίζει να θαυμάζω τις υδροστατικές μεθόδους της Φύσεως! Μακάρι να ήξερα όσα μαθηματικά ξέρει κι αυτή η Μεγάλη Κυρία! Δεν θα ΄χανα 10 χρόνια από τη ζωή μου, κάθε φορά που έδινα εξετάσεις μαθηματικών στο Σχολείο! . . .

Εδώ κάπου, όμως, πρέπει να σταματήσει η. . επιστημονική σας ενημέρωση! Διότι εγώ καίγομαι να έρθω στο ψητό, και να σας πώς τι είδαν τα ξαφνιασμένα μάτια μου, σ΄αυτήν την περιοχή του Calafate και του Lago Argentino, που έχει την τιμή να φιλοξενεί τον πιο παράξενο παγετώνα του κόσμου! . . .
 
Μηνύματα
245
Likes
893
PERITO MORENO, LO MISMO…

Ο Πέριτο Μορένο, αυτοπροσώπως! ή το βασίλειο των Πάγων-Η άλλη όψη της ερήμου

Το πρώτο βράδυ στο Καλαφάτε, μάτι σχεδόν δεν έκλεισα. Κάτι η προσμονή, κάτι οι ψιλοσυγχύσεις, που σ΄αυτό το ταξίδι, δυστυχώς διόλου δεν μας έλειψαν, ξημέρωσε στο χωριουδάκι, κι εγώ ήμουν σαν ζόμπι!

Το ξενοδοχείο μας ήταν μικρό αλλά συμπαθητικό. Μέ τζάκι πέτρινο που άναψε μόλις έπεσε ο ήλιος, με ζεστό φιλικό μπάρ, κι όμορφη τραπεζαρία.

΄Ολοι φλυαρούσαμε αγουροξυπνημένοι, παίρνοντας το πρωϊνό μας. Κι όλοι δείχναμε κομματάκι ανήσυχοι. Άλλοι γιατί δεν ξέρανε τι να περιμένουνε, κι άλλοι γιατί περιμένανε πολλά-σαν την αφεντιά μου-κι έτρεμαν μην τύχει κι απογοητευτούν!

Η Κλαούντια γέλασε αινιγματικά, όταν της ζήτησα κάποιες πληροφορίες, στο δείπνο της προηγούμενης μέρας, και περιορίστηκε σ΄ένα λακωνικό:

-Tomorrow! Nel Parquo Nacional de los Glacieres…(Αύριο. Στο Εθνικό Πάρκο των Παγετώνων).

Στο χάρτη, το Πάρκο αρχίζει από τα νοτιοδυτικά, όπου και η Λίμνη Αρτζεντίνο, και ο Πέριτο Μορένο μέσα σ΄αυτήν, που φτάνει μέχρι τα Αργεντινο-Χιλιανά σύνορα. Το Lago προχωρεί, πάντα με τον ίδιο προσανατολισμό, με τον παγετώνα Ούψαλα-που συνεχίζεται και εκτός λίμνης, για να καταλήξει στην οροσειρά Φιτζρόι, των νοτίων ΄Ανδεων. ΄Ολη τούτη η περιοχή είναι ένας τεράστιος Εθνικός Δρυμός, ο οποίος περιλαμβάνει ακόμη και την τεράστια-πλήν πιο…λογική σε σχήμα! -λίμνη Βιέντμα κι όχι μονο. Εκεί μέσα υπάρχουν ένα σωρό ποτάμια, μικρά και μεγάλα. ΄Όλα αυτά γεννήματα της τήξεως των τεραστίων γειτονικών παγετώνων.

Και να΄μαστε λοιπόν Tomorrow, στο breakfast room. Κάθομαι στα καρφιά:Μωρ’ θα δικαιωθούν οι προσδοκίες μου, ή θα μου δείξουν κάποια μπούρδα;

Κι επί τέλους ξεκινάμε. Πορευόμαστε όλο και βορειότερα. Το αυτοκίνητο τρέχει, τώρα, σ΄άλλο τοπίο. Καταπράσινο! Ρομαντικό! ΄Ημερο!

-΄Άλλος κόσμος τούτος εδώ, λέω στη Γιάννα.

Κάθεται πλάι μου, ασάλευτη σαν Βούδας. Αλήθεια τώρα που το ανέφερα:Αυτό το κορίτσι είναι υπόδειγμα δύναμης χαρακτήρος και απίστευτης υπομονής. ΟΤΑΝ το αποφασίσει:Είναι κάτι το απίστευτο, πιστέψτε με. ΄Ωρα ώρα δεν το καταλαβαίνω. Μου θυμίζει Γκουρού! Και παθαίνω κρίση! Σκεφτείτε μονάχα ότι έβγαλε ολόκληρη πτήση 4 ωρών, με πυρετό και ακούνητη! Κι όταν λέω «ακούνητη» εννοώ α σ ά λ ε υ τ η. Τελείως. Ούτε ένα δάχτυλο δεν κούνησε η ευλογημένη! Επί 4 ώρες! Μα καλά δεν πιάστηκε; ΄Ετσι τη βάλαμε στο αεροπλάνο, κι έτσι τη βγάλαμε:Απίστευτο! Αφού κάποια στιγμή, η Φρόσω κι εγώ πανικοβληθήκαμε:

-Διόλου δεν σαλεύει τούτο το πλάσμα. Δεν φαντάζομαι να…

-Σταμάτα να χαρείς! Τίποτα δεν έχει.

-΄Ισως. Ξέρω πως το΄εχει συνήθειο να κάνει…διαλογισμό, όπου της έρθει, παραδέχομαι κι εγώ, για να ηρεμήσω. Ωστόσο καλού κακού, πιάνω και το σφυγμό της. Δόξα τω Θέω, χτυπάει σχεδόν κανονικά. Ανασαίνω.

-Αυτή η γυναίκα θα μου σπάσει κάποια ώρα τη χολή, να μου το θυμάσαι Φρόσω. Αυτά μου κάνει και στο δωμάτιο. Συχνά ξεχνώ ότι υπάρχει!

Το Φροσί, το τρίτο μέρος του φιλικού μας τριγώνου, χαμογελά με κατανόηση. Ξέρει εκείνη. Σήμερα, λοιπόν, κάθεται πάλι ακούνητη πλάι μου, και γελάει με τους ενθουσιασμούς μου.

-Σου λείπουν τα … σκαντζοχοιράκια της στέπας, ε;

-΄Οχ. Μ΄αρέσει κι εδώ. Μονάχα που εδώ, δεν βλέπω μοναδικότητα. Βλέπω μόνο ομορφιά που, όμως, υπάρχει και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου.

-Μα είσαι και βιαστική. Περίμενε λίγο. Παρακάτω είναι η μοναδικότητα. Σε βεβαιώνω πως δεν θα πιστεύεις στα μάτια σου.

Η φιλενάδα μου είναι. . βετεράνος των…Πόλων. Την προηγούμενη χρονιά, ήταν στην Αλάσκα. ΄Αρα ξέρει γιατί πράγμα μιλάει. Κι εγώ πρέπει να την ακούσω.

Το πούλμαν έχει ήδη καταβροχθίσει τα 80 χιλιόμετρα από το Καλαφάτε, και σταματά σ΄ένα ψήλωμα. Κι εμείς, ξαναμμένοι από την προσμονή, ροβολάμε τον κατήφορο, μέχρι την όχθη της λίμνης. Το καραβάκι μας περιμένει. Εμάς κι ελάχιστους ξένους. Η Παταγονία δεν έχει μεγάλο τουρισμό. Λίγοι οι μερακλήδες εν τω κόσμω τούτω, παρ’ όλο που ο Βέρν είναι ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας του παιδόκοσμου του πλανήτη μας, εδώ και δεκαετίες.

Η Γιάννα αιφνιδίως έρχεται στα ίσια της. Κι αρχίζει επιτέλους να κινείται, και μάλιστα δραστηριότατα! Κι έχει το λόγο της:

-Αχ, μια λίμνη! Βγάλε με μια φωτογραφία. Στελλίτσα, με φόντο αυτήν την θαυμαστή θέα!

-Σε λίγο. ΄Ηρθε κι εμένα η ώρα μου να την…εκδικηθώ, για όλες τις λαχτάρες που μου έχει κάνει. .

-Τώρα! Σε παρακαλώ τώρα! Δες τι όμορφα που είναι!

Εγώ παλεύω με τα βάλε-βγάλε των φακών της δικής μου μηχανής και την βασανίζω…βαρυακούγοντας! Πάνως σ΄ένα πράγμα έχει δίκιο. Η περιοχή είναι πανέμορφη. Πόσο, αλήθεια, είναι ρομαντικές όλες οι λίμνες του κόσμου! Κι εδώ κάνει μια γλυκύτατη δροσούλα! Κι έχει έναν αστραφτερό, πεντακάθαρο ήλιο! Λαμποκοπούν τα πάντα μέσα στο κρυστάλλινο, χιλιαρό φώς!

-Αντε! ΄Εχε χάρη που είσαι ένα όμορφο, κομψότατο μοντέλο, και δεν προσβάλλεις την αισθητική μου, μέσα από τον φακό, λέω, και της κάνω εντέλει το χατήρι. Και εισπράττω ένα πλατύ, φωτεινό χαμόγελο.

(Χμ! Αλλοιώτικα θα της έδειχνα εγώ, πόσες φωτογραφίες θα κατάφερνε να βγάλει! . . )_

Το Lago Argentino είναι μια μεγάλη λίμνη, ανάμεσα σε πλαγιές, βράχια και δάση. Τα βράχια, ειδικά, έχουν θαυμάσια, στρογγυλεμένα σχήματα, και πολλαπλές διαστρωματώσεις σε διάφορα χρώματα. Θαρρείς πως η πέτρα εζήλωσε τα καμώματα των παγετώνων, και τα ανταγωνίζεται με πάθος!

Το πλοιαράκι ξεκινά, μεταφέροντας τους επιβάτες και τον ολοένα αυξανόμενο πυρετό τους. Τα μάτια μας κατατρώνε και την παραμικρή λεπτομέρεια της ρότας του πλεούμενου:

-Μήπως αυτό το ασπράκι στο βάθος…

Κι εκεί που όλοι ψάχναμε για «κάποιο ασπράκι στο βάθος» που δε λέει να φανεί, το πλοίο παίρνει μια κλειστή στροφή και, ξαφνικά:

-Παναγίτσα μου! . .

-Θεούλη μου! . .

-Απίστευτο! . . .

Οι φράσεις βγαίνουν μαζί μ΄ένα ρούφηγμα μεγάλης μπουκιάς αέρα, που ορμά άγρια μέσα σε χάνοντα στόματα. ΄Εχουμε μείνει, πραγματικά άπνοες για μερικά δευτερόλεπτα! Τι πράμα είναι τούτο χριστιανοί; Μουρμουρίζω, πραγματικά συντετριμμένη! Και για να καταλάβετε και. . πρό πάντων να κατανοήσετε αυτή μου τη συντριβή πρέπει, πριν σας περιγράψω συναισθηματικά τον Πέριτο Μορένο, να σας δώσω μερικές πεζές αλλά άκρως απαραίτητες πληροφορίες γι΄αυτόν, μια και τα γενικότερα περί παγετώνων τα έχουμε ήδη πεί. Κατ’ αρχήν, το λίκνο-και κυριολεκτώ-του παγετώνα αυτού είναι το Lago Argentino, μια θεοπάλαβη λίμνη. Αν δείτε το θεότρελλο σχήμα της, θα τρίβετε τα μάτια σας.

-Μωρέ πως διάβολο έγινε αυτή έτσι; Αδύνατον ν΄αποφασίσει τι σόι σχήμα θέλει, τελικώς, να πάρει. Στρογγυλό; ΄Όχι! Μακρουλό, μήπως; Χμ, μπορεί ναι, μπορεί και όχι! Με προεξοχές ίσως; Ου πολλές! Πάρα πολλές!

Κι αυτές οι πάμπολες προεξοχές έχουν τα δικά τους ζαβά σχήματα! Γενικώς μοιάζουν με τεράστια, κατσαρά … κέρατα, που άλλοτε σχηματίζουν κύκλους, κι άλλοτε ολόκληρα δένδρα με κλαδιά! Καλέ, δεν έχετε ιδέαν!

΄Ένα από όλα αυτά τα κέρατα, φτιάχνει ένα σχεδόν τέλειο κύκλο, περισφίγγοντας με νερό την Χερσόνησο του Μαγγελάνου. ΄Όμως, κι αυτό το ολοστρόγγυλο κέρας, έχει κι άλλα δύο τρία, τέτοια δικά του. Οι Αργεντίνοι τα λένε Brazos-μπράτσα! Σ΄αυτήν την περιοχή λοιπόν της λίμνης, βρίσκεται και το αντικείμενο του τουριστικού μας ενδιαφέροντος. Πιό συγκεκριμένα, ο Πέριτο Μορένο βρίσκεται σ΄ένα από τα 4 μπράτσα αυτού του κεκαμμένου κέρατος του Lago Argentino, που έχει το όνομα Brazo Rico! Το πλούσιο μπράτσο!

Εδώ μια φορά και έναν καιρό, ξεκίνησαν όλα. Ο παγετώνας άρχισε να δημιουργείται κατά το πλάτος του μακρόστενου αυτού τμήματος της λίμνης. Από τη μιαν όχθη στην άλλη. Συχνά εδώ, γίνεται κι ένα είδος φράγματος, που κόβει το Brazo στα δύο. Τότε, η στάθμη του νερού ανεβαίνει, λόγω της θερινής τήξεως των πάγων. Και η πίεση στο φράγμα γίνεται αφόρητη. ΄Εως ότου, κάποια στιγμή, ένα μέρος του παγετώνα-το πιο αδύνατο-σπάει, επιτρέποντας έτσι την επικονωνία των νερών μεταξύ τους, και το «ξεφούσκωμα» του πιεσμένου μέρους της λίμνης.

Και τότε συντελείται μια πραγματική κοσμογονία! Τεράστιοι όγκοι πάγου γκρεμίζονται μέσα στο νερό με τέτοιο πάταγο που, ο στις όχθες ευρισκόμενος τυχερός νοιώθει το έδαφος να χορεύει κάτωθέ του, Σεισμός πολλών ρίχτερ! Σαν να εκρήγνυται ηφαίστειο οργισμένο! Που, αντί φωτιάς εκσφενδονίζει πάγους! Φαντάζομαι πως εκείνη την ώρα, ο ευτυχής που θα τύχει να παρακολουθεί το φαινόμενο, θα έχει πλήρη αίσθηση των τρομακτικών φυσικών δυνάμεων! Όπως σ΄ένα τυφώνα! Όπως μπροστά σ΄έναν μεγάλο, δυναμικό καταρράκτη! ΄Οπως όταν ένα βουνό βρυχάται πρίν «σπάσει» και αφήσει τη λάβα να εκλύεται σαν αίμα, μέσα από τα κατασπαραγμένα σπλάγχνα του! Εμείς φτάσαμε αργά! Το ρήγμα είχε ήδη γίνει.

΄Ομως, επειδή η μέρα ήταν εξαιρετική ζεστή γίναμε αυτόπτες, και φυσικά, αυτήκοοι μάρτυρες, του σπασίματος μερών του παγετώνα. ΄Ογκοι, εξαιρετικά μεγάλοι, αποκολλώνταν ξαφνικά, με ανατριχιαστικούς τριγμούς, από το κυρίως σώμα του Πέριτο Μορένο και γκρεμοτσακίζονταν από ύψος 69 μετρών, μέσα στα νερά. Κι έτσι είχαμε αμέσως έτοιμο ένα παγόβουνο! Ένα Tempano ! Βούταγε ολόκληρο στην αρχή, με τη δύναμη της πτώσης. Κι έβγαινε αργά στην επιφάνεια, σαν υποβρύχιο που ξενερίζει με το πάσο του! Πάνω στο Lago Argentino πλέουν δεκάδες παγόβουνα όλων των σχημάτων. Μοιάζουν με μεγάλες μονοκατοικίες ή ακομη και πολυκατοικίες! Κι όλες έχουν γερά θεμέλια!

Διότι για κάθε ένα μέτρο παγόβουνου πάνω στο νερό, αντιστοιχούν 4 μέτρα υπό την επιφάνεια! Αν δηλαδή ένα παγόβουνο έχει ορατό ύψος 10 μέτρα, έχει 40 μέτρα αόρατο όγκο! ! Για τέτοιες αντιστοιχίες και μεγέθη μιλάμε. Που όμως, σ’ αυτόν τον χώρο μοιάζουν τελείως φυσικά και αναμενόμενα.

Όπως καταλαβαίνει κανείς, λογικό είναι να μην επιτρέπεται να πλησιάσει πολύ τον παγετώνα το πλοίο, διότι οι πτώσεις των παγόβουνων είναι εντελώς απρόβλεπτες. Και, φυσικά, καταπλακώνουν το κάθε τι-άσχετα με τον όγκο και το μέγεθος του-που θα τύχει να βρεθεί στην διαδρομή της πτώσης του…

Μα ούτε και τα παγόβουνα-αφού γεννηθούν! -επιτρέπεται να τα πλησιάσουν τα σκάφη. Διότι, δεδομένου του αόρατου όγκου και σχήματος τους, αποτελούν θανάσιμη παγίδα για τα κάτω από τα ίσαλα μέρη του πλοίου, όσο υπερμέγεθες κι αν είναι αυτό. Θυμηθείτε το πάθημα του ΤΙΤΑΝΙΚΟΥ. Και ήταν υπερωκεάνειο, να σας χαρώ!

Τα παγόβουνα «ταξιδεύουν» συνεχώς. Ουδέποτε μένουν ακίνητα. Μοιάζουν με λουλούδια του λωτού, ξεχασμένα πάνω στον γαλαζωπό καθρέφτη της λίμνης! Κι όταν τύχει να ΄ρθουν κοντά κοντά πολλά μαζί, τότε εκείνος ο χώρος μεταβάλλεται σε νερένιο ανθόκηπο, γεμάτο από υπερμεγέθη, πάλλευκα, γκριζογάλανα και ροδόχρωμα λουλουδένια πέταλα! . .

Το πλοιαράκι μας, λοιπόν, στέκεται, σοφά, σε σεβαστή απόσταση από τον τρομακτικό όγκο πάγου. Κι εμείς, περιδεείς θεατές, δεν μπορούμε να χωνέψουμε το συνταρακτικό θέαμα!

΄Ένα απίστευτο μέτωπο πάγου, φτιάχνει ένα κάτασπρο, ιριδίζον τοίχος μπροστά μας. Φανταστείτε το! 69 μέτρα ύψος και 4. 000 μέτρα πλάτος! Από όχθη σε όχθη! Εικόνα σχεδόν τρομακτική. Ακριβώς επειδή είναι απίστευτη.

Και πάνω σ΄αυτόν τον αλλόκοτο τοίχο, η φαντασία του καθενός μπορεί να φτιάχνει σημεία και τέρατα. Σπήλαια. Μυθικά φυτά και ζώα. Ανάγλυφα έξεργα τεραστίων διαστάσεων. Που εγώ τα βλέπω όλα σαν λυγερές κόρες, με ανεμίζοντα πέπλα! Αλλά και με παράξενα καπέλα ή κάνιστρα στα κεφάλια! . .

-Κοίτα που έχουν κι εδώ Καρυάτιδες! Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτές τις δημιούργησε η Φύση, κι όχι ανθρώπινο χέρι!

Αλλά ας δούμε τα πράγματα πιο λεπτομερειακά στο επόμενο κεφάλαιο.
 
Μηνύματα
245
Likes
893
ΕΝΑ ΦΥΣΙΚΟ ΘΑΥΜΑ


Καθώς προσπαθώ να βάλω μέσα στο οπτικό πεδίο της μηχανής μου, όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος του παγετώνα, διαπιστώνω με έκπληξη, ότι αυτός ο υπερμεγέθης όγκος των 69 μέτρων ύψους και 4 χιλιομέτρων πλάτους, είναι πηγή ιριδισμών. Ανάλογα με τη θέση του ήλιου, ο πάγος παίρνει διάφορες αποχρώσεις. Σε μέρη μέρη μπλεδίζει. Αλλού είναι ροζωπός! Πού και πού σχεδόν μώβ! Σαν ένα πελώριο αλλόκοτο διαμάντι που εκπέμπει κατά δέσμες, φώς! Φώς παγωμένο και ψυχρή φωτιά! . .

Καθώς η μηχανή μου γυροφέρνει πάνω στην ανώμαλη επιφάνεια του τείχου, ξαφνικά σταματά πάνω στις «4 Κόρες», με τους μακρείς χιτώνες! Στέκουν στα δεξιά μας, πανύψηλες, λυγερόκορμες, με μιαν ελαφρά κλίση του σώματος στο ένα πλάι ! Θαρρείς πψς ρεμβάζουν. Ακουμπούν πάνω στο παγωμένο «βουνό», παρατηρούν την κίνηση της λίμνης, κι ίσως να κάνουν κιόλας χάζι με τις παλαβομάρες των ξένων! . .

-Τα κεφαλομάντηλα τους είναι εντελώς μπλέ, λέω στην Φρόσω, δίχως να πάρω το μάτι μου από το φακό.

-Μμμ, ναι! ΄Όπως το λές! Μου απαντά στοχαστικά. Κι αμέσως μετά:

-΄Όμως που βλέπεις τα κεφαλομάντηλα; Είναι ξαφνιασμένη σαν να συνέρχεται από βαθειά περισυλλογή!

Σκάω στα γέλια, ελαφρύνοντας έτσι και λίγο την ατμόσφαιρα. Η καλή μου φίλη έχει-όπως άλλωστε όλοι μας-χαζέψει εντελώς με το επιβλητικό θέαμα. Προφανώς, κάνει τις δικές της σκέψεις και σχηματίζει τις δικές της εικόνες, που σίγουρα θα είναι εντελώς διαφορετικές από τις δικές μου. ΄Ακου, να βλέπω κόρες με πέπλα και χιτώνες! Είμαι σίγουρη πως καμιά φαντασία δεν είναι ίδια με την άλλη. Η Φρόσω ίσως, αντί για κοπελιές, να έβλεπε λουλούδια, τίγρεις, δέντρα! Κι είναι φυσικό! Πάνω σε έναν όγκο 4 χιλιομέτρων πλάτους, ο κάθε νούς μπορεί να οργιάσει ανεξέλεγκτα, ανακαλύπτοντας εκατοντάδες σχήματα και μορφές.

Ξαφνικά κι ενώ η σιωπή μέσα στο σκαφάκι, γίνεται, κάποια στιγμή, σχεδόν αβάστακτη, τριγμοί φοβεροί, σαν να σπουν μεγάλα κλαδιά χοντρού δένδρου, μας ανατριχιάζουν!

-Ημαρτον Κύριε! πιάνω τον εαυτόν μου να μετανοεί στα σβέλτα! Μην τύχει και συμβεί η συντέλεια του κόσμου κι εγώ δεν προλάβω να συγχωρεθώ!

Κι αμέσως βροντή μεγάλη ταράζει τη γλυκειά πρωϊνή ατμόσφαιρα. Σαν να σχίζεται το καταπέτασμα του ουρανού! Κι η οργισμένη φωνή του Θεού να απειλεί τα τρομοκρατημένα, τα ψοφοειδή πλάσματα του! Κι ενώ το βουητό κρέμεται ακόμη στον αέρα σαν οιωνός σκοτεινός, σαν απειλή, ένα τεράστιο κομμάτι πάγου γκρεμίζεται από τα ύψη του παγετώνα, στα νερά, μέσα σ΄έναν «καπνό» σταγονιδίων. Η ήμερη λίμνη ταράζεται άγρια. Γίνεται μια τοπική αλλά επικίνδυνη τρικυμία, στα πόδια του παγωμένου όγκου. Το σκάφος μας κλυδωνίζεται, παρ΄ότι βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας. Το κομμάτι που πέφτει εξαφανίζεται προς στιγμήν. Σαν να το έχαψε το απόλυτο στόμα της Lago Argentino. Ωστόσο, σε λίγα δευτερόλεπτα και χωρίς να βιάζεται μια τεράστια πλωτή… πολυκατοικία, ξενερίζει αρχίζοντας ένα αυτόνομο ταξίδι στο οπουδήποτε ή στο πουθενά! Διότι κάποια στιγμή καθοδόν μπορεί και να λυώσει! Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη μοίρα ενός παγόβουνου! Τα παγωμένα σταγονίδια αιωρούνται ακόμη σαν αραχνιασμένος ιστός στον λάγαρον ορίζοντα. Κάθε μια σταγονίτσα γίνεται και μια μικρούλα ίριδα! ΄Ενα τοσοδούλι ουράνιο τόξο! Κι ως ότου χαθουν κι αυτές στο νερό, δημιουργούν έναν ιπτάμενο ανθόκηπο!

Tempanos λένε οι Αργεντινοί τα παγόβουνα. «Τύμπανα» μ΄άλλα λόγια. Υποθέτω για λόγους ακουστικούς! Τέτοια χλαλογή, πιά!

Εν τέλει ένας παγετώνας είναι ένα θέαμα απαράμιλλο. Απ΄αυτά που ποτέ δεν μπορεί να ξεχάσει κανείς. Μια ανάμνηση που είναι των αδυνατών να ξεθωριάσει. Μπορεί με το χρόνο η εικόνα να διαφοροποιείται κομματάκι. Μπορεί να της προσθέσεις ή να της αφαιρείς λεπτομέρειες. Ότι όμως και αν κάνεις, το τεράστιο λευκό διαμάντι της λίμνης Αρτζεντίνο, δεν θα διαγραφεί σαν εικόνα, από τη μνήμη σου, Π Ο Τ Ε. .

΄Όταν πια χορταίνουμε-μα ποιος χορταίνει στ’ αλήθεια; -τις συγκλονιστικές εικόνες, το σκαφάκι κάνει μια πολύ προσεκτική στροφή 180 μοιρών, μακρυά από τα πονηρά Tempanos, κι αρχίζει η επιστροφή. Τώρα μας ταξιδεύει σ΄ένα ψηλό σημείο της χερσονήσου του Μαγγελάνου, για να χαρούμε κι από στεριάς, αλλά κι από ψηλότερο επίπεδο, αυτό το φυσικό θαύμα. Πρό πάντων, όμως μπορούμε να δούμε έτσι την πτώση των παγόβουνων, τελείως ακίνδυνα κι σπό πολύ κοντά.

Βγαίνουμε στην όχθη. Πρώτα ανηφορίζουμε σ΄ένα λοφίσκο. Καλά που έχει μιαν ευχάριστη δροσιά και δεν μας παίρνει το δρωτάρι! Μετά, από μια φιδογυριστή ξύλινη σκάλα, κατηφορίζουμε ως την άκρη του γκρεμού, όπου έχει στηθεί ένα ασφαλές Belvedere. Ακουμπώ στα κάγκελλα, και χαζεύω μιαν άλλη πλευρά του Πέριτο Μορένο. Εδώ οι κατακρημνίσεις είναι πολύ συχνές. Και η κάθετη επιφάνεια των παγετώνα παρουσιάζει βαθειές ρωγμές. Είναι γεμάτη «σκασίματα». Βαθουλές σπηλιές, σαν στόματα ανοιχτά σε άηχη κραυγή. Εξογκώματα σε διάφορες μορφές…Και είναι εδώ, που ανακαλύπτω τον …. καθεδρικό ναό! Μια είσοδος τοξωτή, και δύο χοντροί κίονες να της παρεστέκουν! . . Γαλαζωπές είναι εδώ οι ανταύγειες. Ψυχρές! Τώρα καταλαβαίνω γιατί το γαλάζιο ανήκει στα «ψυχρά χρώματα».

Φοβερές κατολισθήσεις συμβαίνουν σε τούτη τη μεριά. Χαλά ό κόσμος!

-΄Ετσι πρέπει να είναι η Δευτέρα Παρουσία, λέω στην Φρόσω και στη Γιάννα.

-Ξομολογήθηκες τα μαύρα κρίματά σου; ρωτά πονηρά η δεύτερη.

-Αν ματαδείς, κορίτσι μου, φωτογραφία από εμένα στο εγγύς μέλλον, να μου κρεμάσεις χαλκά στη μύτη, απαντώ τσαντισμένη.

-Το Στελλάκι δεν έχει κρίματα, και μάλιστα «μαύρα»! Είπε η πάντα διαλλακτική Φρόσω.

-Εσένα αντιθέτως, Φροσάκι μου, θα σε κάνω…φωτομοντέλο! Για να μάθει τούτη η φαρμακομύτα, να με ποτίζει όξος!

Με γέλια και ευφρόσυνη διάθεση ανηφορίζουμε τώρα. Το μεσημέρι τρώμε σ΄ένα ψήλωμα, με θαυμάσια θέα στο Πέριτο Μορένο. Ο ήλιος είναι λαμπρός, η ατμόσφαιρα χλιαρή, κι εγώ ευτυχισμένη. Πίνω τον καφέ μου στη λιακάδα, κι έχω μπροστά μου ένα από τα ωραιότερα και επιβλητικότερα φυσικά θεάματα. Όμως, νοιώθω το πρόσωπο μου να τσούζει! Και τη μύτη μου να πονά.

-Να δεις που μ΄άρπαξε κιόλας ο ήλιος! Εμ, με τόση αντανάκλαση πάνω στους πάγους, τι να σου κάνει; σκέφτομαι τρομακρατημένη.

Τω όντι έχω καεί. ΄Ολες τις υπόλοιπες μέρες του ταξιδιού, καταγίνομαι να ξεφλουδίζω το προεξάρχον τούτο μέρος του προσώπου μου! Μέχρι κι ο Fabio ξεφλούδιζε-αφηρημένος, φυσικά! ΄Ηταν ο Χιλιανός ξεναγός μας στο Santiago, τον τελευταίο σταθμό του ταξιδιού μας. Τόσες μέρες απολεπιζόμουν η αθεόφοβη! Μα τέτοιο κάψιμο, τέλος πάντων;

Αύριο περνάμε σύνορα. Αφήνουμε για την ώρα την Αργεντινή, και πορευόμαστε προς Χιλή μεριά. Διαμονή μας το Εθνικό Πάρκο Torres del Paine-Πύργοι του Πάινε.

Τούτο το Πάρκο είναι ένας παράδεισος. ΄Εχει απ΄όλα. Και πλούσια. Κι όμορφα.

Ελάτε να το δούμε από κοντά.



Οι πολλοί Torres

που τελικά έμειναν tres

Αλλά pacienza, αύριο η sorpresa!
 
Μηνύματα
245
Likes
893
PAINE

Το Εθνικό Πάρκο των Torres και το Lago Pehoe

Φτάνουμε στα σύνορα νωρίς το μεσημεράκι. Ένας γρήγορος έλεγχος διαβατηρίων για την έξοδο από την Αργεντινή, κι αποχαιρετιόμαστε εγκάρδια με την Κλαούντια και τον Χόρχε. Αυτοί οι δύο έχουν καταναλώσει ήδη δυο μπουγέλα "μάτε" ως τα τώρα, και σιγοπίνουν ένα φρέσκο, καθώς περιμένουν να ξεμπλέξουμε και με τις διατυπώσεις εισόδου μας στη Χιλή. Εδώ, θα αλλλάξουμε μέσον. Θα μας παραλάβουν, ξεναγός, οδηγός κι αυτοκίνητο, ντόπια. Ωστόσο οι Αργεντίνοι φίλοι μας θα περιμένουν έως ότου δουν το χιλιανό πούλμαν να φτάνει διότι, μέχρι στιγμής τέτοιο είδος δεν βλέπουμε στον ορίζοντα. Και λιγουλάκι ανησυχούμε. Ευτυχώς η μέρα είναι ηλιόλουστη και δροσερή, κι η περιοχή προσφέρεται για περπάτημα. Ευκαιρία να ξεμουδιάσουμε.

- Φοβερή ξεραϊλα φιλενάδα, λέω στη Φρόσω, με την οποία κάνουμε έναν όμορφο περίπατο.

- Κι ερημιά! Παρατηρεί εκείνη.

Πράγματι, ο τόπος είναι μια μεγάλη πεδιάδα -τα βουνά μόλις διακρίνονται στο βάθος- δίχως δέντρα, δίχως σπίτια, δίχως ανθρώπους. Τρία-τέσσερα Ι.Χ. μονάχα βρίσκονται εδώ. Άλλα από αυτό μπαίνουν, κι άλλα φεύγουν.

Το πούλμαν φτάνει, με μικρή καθυστέρηση. Από μακρυά γνέφουμε στους Αργεντίνους μας που, τώρα πια, ξεκινούν κι αυτοί για επιστροφή στο Καλαφάτε.

Ο Χιλιανός ξεναγός μας λέγεται Marcos. Είναι νεότατο παιδί, μεταξύ 25 και 28. Μας καλωσορίζει γελαστός. Μια και οι συνοριακές διαδικασίες έχουν ήδη τελειώσει, οι βαλίτσες φορτώνονται αμέσως. Κι εκεί που νομίζουμε πως ξεκινάμε, αρχίζει το σφράγισμα του πούλμαν! Κι εγώ αρχίζω να αισθάνομαι σαν πολύτιμο ECU, κλειδαμπαρωμένο μέσα σε... χρηματοκιβώτιο της Τράπεζας της Αγγλίας...

- Τρελλοί καλέ είναι αυτοί; Τι στο καλό κάνουν; Γιατί βάζουν ταινίες σ' όλες τις συνδέσεις του αυτοκινήτου; Τρύπιο είναι;

- Σκόνη! Λέει ο Μάρκος.

- Σκόνη! Τι σκόνη δηλαδή; Τι εννοείς;

- Α, οι δρόμοι μας, ξέρετε, είναι χώμα και χαλίκι.

- Α, μάλιστα. Αλλά οι πάγοι, οι νεροποντές και το βάρος του χιονιού, δεν αφήνουν, για πολύ, ζωντανό έναν ασφαλτοστρωμένο και νοικοκυρεμένο δρόμο...

Καταλαβαίνω τώρα.

Σαν τους δρόμους μέσα στη ζούγκλα. Για να τους συντηρήσουν πρέπει να τους καθαρίζουν, κάθε λίγο και λιγάκι, από τις ρίζες που φυτρώνουν παντού. Ακόμα και μέσα στις πιο μικρές ρωγμές του τσιμέντου. Κι απάνω σου, που λέει ο λόγος, μπορεί να φυτρώσουν, αν τύχει και μείνεις λίγη ώρα ακούνητος! Είναι απερίγραπτοι οι τρόποι που εφευρίσκει η Φύση για να καταστρέψει τα ανθρώπινα δημιουργήματα και, μάλιστα, σε χρόνο μηδέν!...

Έτσι ταξιδεύουμε ως... βουλωμένα γράμματα, με την όσο το δυνατόν μικρότερη ποσότητα σκόνης στα ρουθούνια μας. Δε βαρυέστε! Ίσως να χρειαζόμασταν ένα πραγματικό χρηματοκιβώτιο, για να γλυτώσουμε τελικά από δαύτην. Διότι όταν φτάνουμε στο ξενοδοχείο, μπαίνει πραγματική μπουγάδα στις βαλίτσες και τα βαλιτσόνια! Και να σηκώνεται ένα ντουμάνι...

Ήδη ταξιδεύουμε στη Χιλιανή Παταγονία.

Από την Αθήνα έχουμε πληροφορία ότι στο Paine θα μείνουμε σε ξενοδοχείο πάνω στο μικρό νησί της λίμνης Pehoe. Αναρωτιέμαι τι σόι πάρκο θα είναι αυτό. Σαν το Cruger Park της Νότιας Αφρικής, ας πούμε; Σαν το Ιγκουασού στη Βραζιλία; Σαν το Σινγκριρίγια της Κεϋλάνης; Σαν τι, άραγε;

Κι ενώ στο ξεκίνημα η διαδρομή ήταν σαν εκείνη από το Ρίο Γκαγιέγκος-Καλαφάτε -έρημος αερική, γεμάτη σκαντζοχοιράκια- σιγά σιγά αρχίζει να γίνεται ορεινή. Η πρώτη μας επαφή με τα όρη τ' άγρια βουνά είναι οπτική.

Τρεις πανέμορφοι γρανίτες, δίκην πύργων -Torres- κρατούν περήφανα, σε ύψη μεταξύ 2450 και 3050 μέτρων, τα χιονισμένα τους φωτοστέφανα. Είναι άγριοι, απότομοι, κατάξεροι. Τα δυνατά τους όμως "πόδια" βυθίζονται στα νερά της γαλαζοπράσινης λίμνης Nordenskjiold - κι αν καταφέρετε να διαβάσετε τον γλωσσοδέτη, σας πρέπει ένα ταξίδι στην Παταγονία!

Σταματάμε με φωνές τον οδηγό μας. Ο Μάρκος όμως διαμαρτύρεται.

- Είναι πολύ μακρυά μας ακόμα, βρε παιδιά! Και δεν είναι και η καλύτερη πλευρά τους! Υπομονέψτε. Αύριο θα τους δείτε σ' όλο τους το μεγαλείο.

Τι μας λέει ο άνθρωπος! Εμείς, πρώτη φορά βλέπουμε κάτι τέτοιο, και δε μας κρατάν σαράντα άλογα! Ειδικώς εμένα! Η οποία τοον έναν από τους τρεις τον βάφτισα κιόλας, με το όνομα: Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΡΟΛΟΓΙΟΥ. Διότι είχε πάνω στην κορφή του μια "πλάκα" με καμιά δεκαριά στίγματα! Ίδιο καντράν ρολογιού! Και μ΄ αυτό το σουσούμι μπορούσα να τον αναγνωρίσω οπουδήποτε.

Άλλωστε, όπου κι αν ταξιδέψαμε δυο μέρες εκεί, στη "γειτονιά μας", όλο τριγύρω τους βρισκόμασταν! Ίσως, βέβαια, να μην ήταν η "γειτονιά" που νομίζαμε εμείς αλλά το μεγάλο τους ύψος, που τους έκανε ορατούς από μεγάλη απόσταση.

Μέσα στον ενοχλητικά ψυχρόν πια αέρα -η ώρα είναι ήδη περασμένη- κατεβαίνουμε να φωτογραφίσουμε. Και δεν μπορούμε να κρύψουμε την έκπληξή μας.

- Μα εμείς νομίζαμε πως με τον Πέριτο Μορένο ξεμπερδέψαμε από παγετώνες. Όμως εδώ βλέπουμε πράματα και θάματα, λέω και φωτογραφίζω σεληνιασμένη.

Η Φρόσω που με ξέρει χρόνια, και ξέρει πολύ καλά τους ταξιδιωτικούς καημούς μου, βάζει τα γέλια.

- Λύσσαξες τόσα χρόνια με την Παταγονία, ψέματα; Από σένα την πρωτακούσαμε, στις αρχές της δεκαετίας του '80, που πρωτογνωριστήκαμε στη Νότιο Αμερική, θυμάσαι; Ε, τόσο εύκολα νόμιζες πως θα ξεμπερδεύεις μαζί τους. Σημαίνει πως το ενδιαφέρον σου είναι περιορισμένο. Κι εμένα δε μου φτάνει.

Στο Πάρκο Πάινε φτάνουμε, έχοντας περάσει ξυστά από μιαν ακρουλίτσα της τεράστιας λίμνης Sarmiento. Είναι ήδη μούχρωμα. Κάνει κρύο. Και σηκώθηκε αέρας.

- Θεέ μου! Έτσι τη φανταζόμουνα την ατμόσφαιρα, όταν ονειρευόμουν την Παταγονία! Ακριβώς έτσι: κρύο, αέρας, συννεφιά! Κι ίσως και καμιά βροχή! Αν είμαι τυχερή, βέβαια!...

Σε λίγο φτάνουμε στη δική μας λίμνη. Την Pehoe. Εδώ πρέπει να πω πως, κοιτώντας το χάρτη της περιοχής, σαστίζω με το πλήθος των λιμνών. Κι όχι μικρές κι ασήμαντες! Όχι!

Οι λίμνες είναι γενικώς μεγάλες. Συχνά τεράστιες. Σαν την Del Toro, την Sarmiento, την Grey, την Nordenskjold… Για να μη σας πω πως μερικές μικρότερες ενώνονται η μια με την άλλη, και φτιάχνουν κάτι εξωφρενικά νερένια σχήματα, που η ομορφιά τους, με τις τόσες κούρμπες και τα τόσα κανάλια, δεν περιγράφεται, Ας είναι καλά το λιώσιμο των παγετώνων! Παιδιά δικά τους οι λίμνες και τα ποτάμια όλης αυτής της καταπληκτικής περιοχής, που γειτονεύει με το Νότιο Πόλο.

Το ξενοδοχείο μας βρίσκεται πάνω στο πολύ μικρό νησάκι της λίμνης Pehoe. Κάτω ακριβώς από τους τρεις Torres. Είναι πράγματι μια σταλίτσα γης. Χωρά δυο μικρά συγκροτήματα bungallows, κι ένα συγκρότημα κοινόχρηστων χώρων. Εκεί βρίσκονται το σαλόνι, το μπαρ, η τραπεζαρία και το μαγαζάκι με τα αναμνηστικά. Φυσικά, τούτο το σύνολο των χώρων έχει έναν και μόνο τοίχο! Οι άλλοι τρεις είναι τζαμαρίες. Έτσι έχουμε και μέσα, τις μεγαλόπρεπες εικόνες του έξω: τους Tres Torres –τους τρεις πύργους- τη λίμνη και τις αντανακλάσεις τους μέσα στα σκουρογάλαζα νερά.

Στο νησάκι φτάνουμε με τα… πόδια, περπατώντας πάνω σε μια μακρυά, άσπρη, ξύλινη γέφυρα, που συνδέει τη στεριά με την κουκίδα γης μέσα στο νερό. Το συγκρότημα δεν έχει φως! Το ηλεκρτικό έρχεται από μια γεννήτρια, που αρχίζει να λειτουργεί στις 19:00 και σταματά τα μεσάνυχτα, ακριβώς! Αυτό, βέβαια, σημαίνει πως δεν μπορούμε να πληθούμε αμέσως, αφού δεν υπάρχει ζεστό νερό. Κι εμείς είμαστε σαν φτερά ξεσκονίσματος, που ρούφηξαν το κουρνιαχτό ενός μηνός, πάνω από τα έπιπλα! Τόσες ώρες, πορευόμασταν μέσα σε φοβερή σκόνη, παρά το «σφράγισμα» όλων των χαραμάδων του λεωφορείου, με αυτοκόλλητες ταινίες.

Τα δωμάτιά μας είναι κουκλίστικα. Κι ακριβώς γι΄ αυτό είναι μονάχα για κούκλες, κι όχι για κανονικούς ανθρώπους. Καλόγουστα, φιλικά, ζεστά αλλά τόσο στενόχωρα, που ούτε μια βαλίτσα δεν μπορούμε ν’ ανοίξουμε!

- Αν ανοίξω τη δική μου ανάμεσα στα δυο κρεβάτια, σε πειράζει να την πηδάς; Μονάχα πρόσεξε μη σκοντάψεις κάποια ώρα! Θα τσακιστείς σε καμιά κώχη, προτείνει η Γιάννα.

Δε διαφωνώ. Κι εγώ;

- Θαρρώ πως βρήκα και του λόγου μου τη λύση, λέω ξαφνικά. Θα τη βάλω πρώτα στο διάδρομο για να τη… μπουγαδιάσω κομμάτι. Ύστερα θα την ανοίξω, θα πάρω από μέσα το θέλημά μου, θα την κλείσω, κι ύστερα τα τη στήσω πίσω από την πόρτα, για να μην την κλωτσάμε. Ουδέν πρόβλημα!

Έτσι και γίνεται. Κι όλα λειτουργούν ρολόγι αφού:

- Όσο να’ ρθει το ρημάδι το φως, εμείς μπορούμε να κάνουμε με τα πόδια τον… περίδρομο του νησιού, προτείνω προσφυώς!

Ρίχνουμε πάνω μας τα ζεστά τζάκετς κι αμολιόμαστε στον μικρόν ανήφορο.

Το νησί βρίσκεται σ’ ένα μπράτσο της λίμνης Pehoe. Εκεί να δείτε τσαπατσουλιά σχήματος. Αν τούτο η λίμνη είχε κάπου κάποιο διέξοδο, θα την έλεγε κανείς ποτάμι. Ποτάμι σκουληκαντέρα! Το βασικό της σχήμα είναι μακρύστενο, με πάμπολλες διακλαδώσεις. Πολλές από αυτές ενώνονται με μεγαλύτερες ή μικρότερες γειτονικές λίμνες. Σ’ όλο το μήκος των μπράτσων της, παραστέκουν ψηλά βουνά, με κοργές παγωμένες.

- Για όνομα! Ακόμα και στο χάρτη είναι πανέμορφη αυτή η περιοχή! Ποτάμια έχει, καταρράκτες διαθέτει, οι λίμνες της περισσεύουν, οι παγετώνες πυργώνονται πάνω της. Τι άλλο θα δουν τα μάτια μας, μονολογώ, καθώς παρατηρώ το τοπίο γύρω μου.

- Χμ. Σκέψου τώρα, τι πρόκειται να δούμε αύριο, υπερθεματίζει η Φρόσω.

Αύριο! Μου φαίνεται τόσο μακρυνό! Εγώ δεν έχω ακόμα χορτάσει το σήμερα!

- Εγώ πάντως, θέλω να πλυθώ. Δεν αντέχω τόση σκόνη πάνω μου. Αισθάνομαι σαν την Αρετούσα με τον Κωνσταντή, που «κουρνιαχτό μυρίζει»! Παραφράζω κατσούφικα τον Κορνάρο!

Στο τέλος φυσικά, όλα τα προβλήματα βρίσκουν τη λύση τους. Και τρώμε κι ένα νοστιμότατο δείπνο, με ψάρι της λίμνης, πριν πάμε για ύπνο. Όλοι είμαστε ψόφιοι από την κούραση.

Το πρωινό είναι μαγευτικό.

Κατ’ αρχήν η σ υ χ ί α! Τίποτε δε σαλεύει! Μήτε τα νερά! Έχουν γίνει ένας λείος, σκουρόχρωμος καθρέφτης.

Και, εκεί μέσα, ναρκισσεύονται –σε βαθμό κακουργήματος!- οι Tres Torres!

Εικόνα δίδυμη.

Η μια ψηλά: Λαμπερή, απαστράπτουσα, ζωντανή.

Η άλλη, κάτω: Μουντή, απόμακρη, σχεδόν δυσοίωνη στην ακινησία και την υποβλητικότητά της.

Φεύγω τρεχάτη πάνω στη μακρυά γέφυρα, προς την αντικρυνή στεριά. Πρέπει να χωρέσω μέσα στο φακό μου όλην αυτήν την εξαίσια εικόνα, χωρίς να παραλείψω το παραμικρό. Για να θυμάμαι πώς ακριβώς είδαν τα μάτια μου αυτό το τοπίο εκείνο το λαμπερό πρωινό:

Τρεις γιγαντιαίοι, τεφροί γρανίτες, με αστραφτερούς πάγους στις κορφές. Πίσω τους, ένας κατακάθαρος, περουζένιος ορίζοντας. Πάνω τους, ένα τεράστιο γαλακτερό σύννεφο, σαν στο στερέωμα! Και, κάτω, στα πόδια τους, η λίμνη, με τη μουντή θαμπάδα, και τις αντανακλάσεις των «Πύργων» στα νερά της…

Φαντάζεστε, τώρα, την ομορφιά του μπρέκφαστ, με τον μυρωδάτο καφέ, τα φρεσκοψημένα κρουασάν και το τηγανισμένο μπέικον, με θέα αυτό το ασύγκριτο τοπίο!

- Ποτέ στη ζωή μου δεν ξανάφαγα με στόμα και μάτια! Αποφαίνομαι μπουκωμένη.

Και οι ακηκοότες συμφωνούν, κουνώντας σιωπηλά το κεφάλι.

Ξεκινάμε. Κι ο Μάρκος έχει να μας αναγγείλει κάτι σοβαρό:

- Πώς τα πάτε με την πεζοπορία; Αρχίζει χαμογελώντας.

- Ε, καλάάά…

- Και με τον ανήφορο;

Μουγγαμάρα. Καμιά… προσφορά.

- Δεν ακούω! λέει γελαστά

- Πάντως δεν φταιν΄ τ΄ αυτιά σου, τον πληροφορώ μουτρωμένη. Σκάλες κι ανήφορους τους εξήντλησα στη Λάσα, την αναθεματισμένη. Κι ορκίστηκα να μην την ξαναπάθω, Μάρκος μου, χρυσέ! Ωστόσο μιλάμε για μακρύ ανήφορο;

- Χμ, Μάλλον!

Όταν ένας 28χρονος λέει «μάλλον», εγώ πρέπει να μεταφράσω: «να μένει το βύσσινο!» Ο… αυτοχειριασμός δεν είναι καθόλου του τύπου μου. Ναι, αλλά αν δεν δω ό,τι πρέπει, έχω χάσει τα λεφτά μου! Τι ήρθα, τότε, να κάνω σε τούτη την άκρη της γης;

Καλή ερώτηση, Που χωρά μια και μόνη απάντηση: Σκάσε κι ανέβαινε….

Αρχίζουμε μαλακά. Ο δρόμος είναι κακοτράχαλος αλλά ίσιος. Και μας φέρνει σχεδόν ανώδυνα, στο Salto Chico –τον Μικρό Καταρράκτη του Rio Paine– του ποταμού Πάινε. Είναι τω όντι μικρός, σε σύγκριση με άλλους. Όμως, όπως όλοι οι… συνάδελφοί του, είναι πολύ όμορφος. Ορμητικός, θρασύς κι επικίνδυνος. Πηδά πάνω από βράχους, από κροκάλες, από εξογκώματα. Και, τελικά, γκρεμοτσακίζεται με πάταγο, μέσα σ’ ένα μικρό φαράγγι, που καταλήγει στη λίμνη.

Κατεβαίνουμε πέτρα-πέτρα, όσο κοντύτερα γίνεται στα αφρισμένα νερά. Βρόντος, χλαπαταγή, χαμός… Δεν μιλάμε, διότι δεν ακουγόμαστε.

Προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε τη γλώσσα των κουφών, σε μια τελείως αυθαίρετη έκδοση! Που, όμως, αποδίδει. Καταλαβαινόμαστε τελικά!

Εγώ, πάντως, δεν ξεχνώ τον υπεσχημένον ανήφορο. Και η προοπτική μού φέρνει κάτι σαν κνησμό στα πλευρά! Ε, κι ύστερα; Αφρίζει ξαφρίζει τον παράν μου έδωκα!

Η πορεία στη θαμνώδη περιοχή είναι, για την ώρα, άνετη. Ένα καλούτσικο μονοπάτι, πότε τέλεια ισιάδα, πότε κάποιος ψιλοανήφορος…

Τίποτε το τραγικό.

Ακόμα.

Και σε λίγο:

- Παιδιά, προδοσία! Τον είδατε;

- Προς το τέλος του γίνεται κομματάκι χειρότερος, γελά ο Μάρκος.

Θέλω να κάνω έγκλημα. Ή χαρακίρι! Το ίδιο κάνει. Ο μόνος τρόπος να γλητώσω το επικείμενο μαρτύριο. Αηδίες! Αφού το είπαμε: «Σκάσε κι ανέβαινε…». Αναγκαστικά σκάω. Πού να μου μείνει ανάσα για κουβέντα. Ξεφυσάμε όλοι σαν τις όρκες, τις δολοφόνους φάλαινες! Πάντα στα μουγγά.

Σε λίγο αρχίζουν οι απώλειες:

- Εγώ παιδιά, ζεστάθηκα. Θα σας περιμένω εδώ, στη σκιά!

Σε πέντε λεπτά άλλος:

- Εγώ λέω να επιστρέφω σιγά-σιγά!

Αργότερα ένας τρίτος:

- Μα γιατί βασανιζόμαστε; Τι πάμε να δούμε; Όμορφα δεν είναι κι εδώ;

Από τους 17 μείναμε μονάχα 5, συν τον Μάρκος. Εγώ, όλως περιέργως, πάω καλά. Μαζί με τους μπροστάρηδες.

- Πόσο lontano πάει η maleta, ξεναγέ; (Έτσι λένε τη βαλίτσα, ισπανιστί!).

- Ω, σχεδόν τελειώσαμε. Μας μένει μονάχα ένα μάλλον δύσκολο κομμάτι ακόμα.

Τα «σχεδόν» και τα «μάλλον» των νέων ανθρώπων, μου φέρνουν γενικώς ρίγη ελονοσίας. Ξέρω, πια, να τα μεταφράζω σωστά. Και τρομοκρατούμαι.

- Μα, πού μας πας, άνθρωπε; Τι θα δούμε, επί τέλους;

- Sorpresa, senora, sorpresa!

- Να τη βράσω εγώ τη sorpresa. Θέλω να ξέρω τι μου γίνεται.

- Pacienza, senora! Pacienza!

- Μπα, που κακό να μη σ’ εύρει, χριστιανέ μου! Μας ξεκατίνιασες, πια!

Pieta, βρε! Pieta! Έλεος, να χαρείς!

Ο Μάρκος γελάει με τα ισπανικά μου αλλά εκτιμά την προσπάθεια, αφού καταλαβαίνει τι θέλω να πω! Είναι γνώστης του… πόνου μου!

- Δεν έχει έλεος, senior! Ανήφορο έχει! Adelante, adelante!

- «Εμπρός, εμπρός» αλλά εγώ θέλω να πάω πίσω!

- Mui tardes! Πολύ αργά! Adelante! Forza!

- Πού να τη βρω τη forza καλέ; Είμαι άπνους! Ή σχεδόν…

Αλλάζω τακτική. Άλλωστε έχω εξαντλήσει το ισπανικό μου λεξιλόγιο. Σιγανεύω το βήμα μου. Χαλαρώνω το ρυθμό μου. Φροντίζω τις ανάσες μου.

- Όχι σαν… ιπποπόταμος, χρυσή μου! Σαν πετεινό του ουρανού, αυτοσυμβουλεύομαι. Κι ας βάλει κι ο Θεός το χέρι του!

Ξαναξεκινώ. Με το κεφάλι σκυφτό. Να βαραίνω κατά μπρος, και να μην πισωπατώ. Θέλει κι η δυσκολία την πονηριά της!

- Ει, Στέλλα! Εμείς φτάσαμε! Κουράγιο, δεν είσαι μακρυά.

Είναι ο Αργύρης με την Ερμιόνη. Πάτησαν κορφή. Μου κουνούν ενθουσιασμένοι τα αμπέχωνά τους.

Καλός ο λόγος τους. Μου ξαναδίνει τη χαμένη μου αισιοδοξία. Και, επί τέλους, πατώ κι εγώ κορφή:

- Ε, δεν ήταν και Mui terrible, καταφέρνω να πω στον Μάρκος. Αλλά τώρα είμαι κυριολεκτικά άπνους!

- Gracias a Dios, απαντά ανακουφισμένος, και μου απλώνει το χέρι για το τελευταίο μέτρο.

- Αμάν, Χριστούλη μου! Que Vista! Καταφέρνω να αναφωνίσω, πριν χυθώ, σαν καυτό… ζελέ πάνω σε μια πλατειά κοτρώνα!

Τρέμω. Από κούραση αλλά κι από έκπληξη. Ο, μέχρι λίγο πριν μακρυνός, παγετώνας υψώνεται πάνω μας σε απόσταση αναπνοής. Είναι βυθισμένος στην απέναντι όχθη της λίμνης, που εδώ είναι brazo –τουτέστιν στενή. Θαρρώ πως, αν απλώσω το χέρι, θα τον αγγίξω.

- Vale la pena; ρωτά γελαστός ο Μάρκος.

- Μωρέ vale και παραvale! Σίγουρα αξίζει τον κόπο. Και τον ανήφορο. Και το αγκομαχητό μπορώ να σου πω!...

Εδώ πάνω φυσά ένα δροσερό, λεπτό σαν ιστός αράχνης, αεράκι.

Ησυχία!

Χρώμα!

Μεγαλοπρέπεια!

- Νοιώθω σαν κόκκος σταριού, μ’ αυτό το θηρίο φάτσα, μονολογώ.

Γενικώς, νοιώθω σαν «τίποτε» μέσα σ’ αυτήν την απεραντωσύνη και την ομορφιά. Είμαι χαμένη. Ή σαν χαμένη…

Πράσινο, γκρι, γαλάζιο και άσπρο, μέσα στο νερό και πάνω στο βουνό. Κίτρινα κόκκινα και μωβ λουλούδια που φυτρώνουν γύρω μας κι ως τις άκρες του νερού.

Μέχρι το φυτό Calafate βρίσκουμε και τρώμε.

«Για να ξαναγυρίσουμε εδώ», λέει. Κάποτε, ίσως…


Τι να περιγράψω, αλήθεια, από τούτο τον περίπατο των δύο ωρών;

Τα λόγια προσβάλλουν τις εικόνες.

Ας τις αφήσουμε έτσι, άθικτες στη μνήμη μου. Γιατί έτσι τους πρέπει.

Διότι, φαίνεται τελικά, πως είναι κι αυτός ένας τρόπος για να προσδιοριστούν, υποκειμενικά, έστω, οι έννοιες της Αυθεντικότητας, και της Μοναδικότητας.

Τι άλλο, πράγματι, θα μπορούσες να σκεφτείς, μπροστά σε τέτοια θεάματα, όταν σου λύνονται τα γόνατα και σου δένεται η γλώσσα;

Όταν, οι απερίγραπτες εικόνες, κάνουν να ξεσπούν μέσα σου παράδοξοι ίμεροι, φερμένοι στο Ώριμο Σήμερα από το Χτες γης Εφηβείας σου;
 
Μηνύματα
245
Likes
893
Στον Γκρι Παγετώνα και στα παγόβουνα της λίμνης Gray, πάντα στο Πάρκο Πάινε



Ο πολύξερος Οδηγός μου γράφει:

«Το θέμα δεν είναι αν πρέπει ή δεν πρέπει να έρθεις στο Πάινε. Το θέμα είναι πόσο χρόνο διαθέτεις γι’ αυτό.»

Κι έχει δίκιο. Όπως ήδη καταλάβατε το Πάινε έχει απ’ όλα. Και με αφθονία. Η έκτασή του άλλωστε είναι ιλιγγιώδης: 2000 τ. χλμ.

Ο καιρός εδώ είναι μεταβλητός, με δυνατούς δυτικούς ανέμους. Που σαρώνουν όλη την Παταγονία. Ωστόσο, το καλοκαίρι με τις μεγάλες μέρες, ο ξένος έχει τη δυνατότητα να τους αγνοήσει –με συμπαράσταση το φως- και να μείνει στο ύπαιθρο πολλές ώρες. Εκμεταλλεύεται, έτσι, τον συνήθως περιορισμένο χρόνο του.

Πριν από τη δημιουργία του πάρκου, στο 1959, το Πάινε ήταν μέρος της τεράστιας Estancia –σημαίνει πολύ μεγάλη φυτεία- που, η σχεδόν επί έναν αιώνα εκμετάλλευσή της ποικιλοτρόπως –υλοτομία, βοσκή, κυνήγι- κόντευαν να την αποψιλώσουν γενικώς. Σήμερα φιλοξενεί κοπάδια Guanacos –ένα είδος Llama- ιπτάμενες στρουθοκαμήλους –που εδώ τις λένε Nandu (Νιαντού), κόνδορες των Άνδεων, ελάφια και πλήθος άλλων ζώων και πετεινών.

Από το 1978 ανήκει στους προστατευομένους από τον ΟΗΕ βιότοπους του πλανήτη μας. Και, φυσικά, διαθέτει για τους θιασώτες του είδους, οργανωμένα Campings. Βεβαίως, δεν λείπουν και τα… παραδοσιακά καταλύματα, δόξα τω Υψίστω! Ένα από αυτά ήταν και το κουκλίστικο δικό μας. Μονάχα που αυτά είναι πολύ λίγα. Ίσως γιατί ως εδώ φτάνουν συνήθως οι περιπετειώδεις ταξιδευτές, που αναζητούν πολύ πιο έντονες εμπειρίες. Δικαίωμά τους. Εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένη με το bungalow μου, κι ας είναι μια δρασκελιά τόπος.

Μετά την πρωινή πεζοπορία στη γειτονιά μας –που λεπτομερώς σας διεξετραγώδησα ήδη- καιρός να ανιχνεύσουμε και μερικά μακρυνότερα μέρη του Πάρκου. Θα φάμε το μεσημεριανό μας πάνω στη λίμνη Gray, που φιλοξενεί τον ομώνυμο παγετώνα. Η πορεία μας θα είναι τα ΒΔ της λίμνης Πεχόε. Της λίμνης μας!

Το εστιατόριο που τρώμε ανήκει στο ξενοδοχείο, που οι κήποι του φτάνουν ως τις όχθες. Το τραπέζι… γάμου στήνεται μπροστά στη τζαμαρία, φάτσα στον παγετώνα και τα θηριώδη παγόβουνα. Ε, λοιπόν, εγώ εδώ, στο Πάινε, χορταίνω τελικώς με τα μάτια! Ούτε που σκέφτομαι το φαϊ. Είμαι διαρκώς έξω, και φωτογραφίζω.

Μετά το μεσημεριανό, θα πάρουμε αμέσως το πλοίο, που θα μας πάει κοντά στον Γκρι Παγετώνα. Επειδή το πλεούμενο έχει δυσκολία να ακοστάρει, η συντροφιά μας θα το βρει στ’ ανοιχτά, με ένα Zodiac. Φεύγει η πρώτη των εξ. Και, σε δέκα λεπτά επιστρέφει κυριολεκτικώς κατησχυμμένη! Με τα μούτρα κάτω! Παπί και σε χάλι κακό!

- Σήκωσε αέρα. Και το Zodiac λίγο έλειψε να μας φουντάρει, το αναθεματισμένο! Κοιτάξτε πώς μας έκανε το κύμα! Αίσχος!...

- Κι ο Γκρι;

- Θα μείνει πάντα γκρι, μη σκοτίζεστε. Αλλά ξεχάστε τον, αν θέλετε τη ζωή σας, δηλαδή… Καλός είναι κι από μακρυά!

Κατήφεια στους ταξιδιώτες:

- Τότε, τι κάνουμε εδώ; Δεν πάμε κάτω, στην όχθη της λίμνης, να δούμε από κοντά, τα παγόβουνα τουλάχιστον.

Μια κουβέντα ήταν αυτή. Για να κατέβουμε ήταν μια μακρυά πεζοπορία, μέσα από τα μονοπάτια του δάσους. Γύρω στα 45 λεπτά της ώρας.

- Κι εμένα μου φαινόταν από ψηλά, μόλις δυο βήματα, λέω και κατηφορίζω. Και καλά τώρα! Κατεβαίνω. Πώς θ’ ανέβω, όμως, μετά;

Ευτυχώς που είμαστε ντυμένοι ζεστά. Όσο ο ήλιος γέρνει, κι όσο πλησιάζουμε στο νερό, το κρύο κι ο αέρας γίνονται άγρια, κυριολεκτικώς. Σφυρίζει δαιμονισμένα στ’ αυτιά μας ο άνεμος. Και φέρνει στα μούτρα μας παγωμένες σταγόνες από τη λίμνη. Σταματήσαμε να μιλάμε, διότι είναι αδύνατον ν’ ακουστούμε. Γύρω μας γίνεται σωστή κοσμογονία! Ανταλλάσουμε απόψεις με νοήματα:

Πώς θα περάσουμε, φερ’ ειπείν, μέσα από τις λιμνούλες που αφήνει πίσω μας η πλημμύριδα της λίμνης; Πώς θα σκαρφαλώσουμε ένα απότομο ανάχωμα, καμωμένο από άμμο και χαλίκια; Ποιος θα φωτογραφίζει ποιον;

Τέτοια ζωτικά!... Είμαστε πολύ αστείοι μ’ όλα αυτά τα καραγκιοζιλίκια, που ωστόσο τα απολαμβάνουμε, ξεραμένοι στα γέλια. Η ιλαρότητα κόβεται μαχαίρι, όταν αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει εύκολη λύση. Είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε κύκλους επί κύκλων. Διότι η μια λιμνούλα έχει νεροποριά από τα δεξιά. Κι η άλλη, μετά από αυτήν, από τα αριστερά!... Το τι ζικ-ζακ και κυκλικές πορείες κάνουμε μέσα στο ψοφόκρυο και το ξεροβόρι, ούτε σε στρατιωτικό καψόνι, να σας χαρώ!

Επί τέλους φτάνουμε στην όχθη! Μας θερίζει ο αέρας και η παγωνιά. Εμείς όμως απτόητοι, παρ’ όλο που έχουμε κόντρα τον άνεμο, να μας σπρώχνει βίαια πίσω.

Αλλά το περπάτημα –παρά την αποφασιστικότητά μας- γίνετα εξαιρετικά κοπιαστικό:

- Καιρός, θαρρώ, να επιστρέψουμε, λέω άηχα. Οι άλλοι καταλαβαίνουν με χειλεανάγνωση, και νεύουν καταφατικά. Ξανά, λοιπόν, κυκλοτερείς κινήσεις, ξανά τζάμπα πορείες μπρος πίσω, ξανά κακοτράχαλος δρόμος… Και τώρα πια ΑΝΗΦΟΡΟΣ! Ανήφορος ανυπόφορος και σκοτωματικός.

- Ανάθεμα όλους τους ανήφορους του κόσμου. Κι είμαι και φαγωμένη, μουγκρίζω έξαλλη με την αδυναμία μου να βρω καλύτερη λύση. Και, σαν μουλάρι, βάζω το κεφάλι κάτω και προχωρώ αγκομαχώντας…

Ο μυρωδάτος καφές που, στην επιστροφή μας πίνουμε στο σαλόνι του ξενοδοσείου, μπροστά στο μεγάλο τζάκι, μας φέρνει κομματάκι στα ίσα μας…

Η μέρα τελειώνει. Αρχίζει το μελαγχολικό μούχρωμα. Καιρός να γυρίσουμε στον καταυλισμό μας. Τα δυο vans χοροπηδάν σαν μπαμπουίνοι, πάνω σε λακούβες και κοτρώνια! Το μεσημεριανό φαγητό, μαζί με τ’ άντερά μας έχουν φτάσει πια στα σαγόνια μας!

- Πολύ το κακό μας, σήμερα. Σαν καφές φραπέ αισθάνομαι, λέω δυστυχεστάτη στις φιλενάδες μου.

Η Φρόσω αρπάζει την κουβέντα στον αέρα:

- Αχ, Στέλλα μου, εγώ διόλου δεν φχαριστήθηκα τον καφέ στη λίμνη. Στο λαιμό μου στάθηκε από τη βιάση. Λάχα-λάχα τον ήπια, λέει και με κοιτάζει με νόημα. Ξέρει πού απευθύνεται, η ευλογημένη. Α υ τ ό ακριβώς είχα κι εγώ στο νου μου. Άλλωστε το σαλόνι του δικού μας ξενοδοχείου με την απαράμιλλη θέα, είναι περισσότερο του γούστου μας.

- Καλά! Κατάλαβα. Γυάλισε το μάτι και των δυο σας για καφέ. Είναι η «ιερή σας ώρα»! Έτσι δεν λέτε; Μαύρη Θάλασσα θα κάνετε, μωρέ, το στομάχι σας, διαμαρτύρεται η Γιάννα και συμπληρώνει: Εγώ πάντως πάω να λουτροκοπανηθώ αμέσως. Κι εσείς κάντε της κεφαλής σας.

Έχει δίκιο. Αυτή είναι πράγματι η «ιερή ώρα» της μέρας, για τη Φρόσω και μένα.

Ξεκουραζόμαστε, δεν βιαζόμαστε, ξιλοκουβεντιάζουμε και χαλαρώνουμς. Αναμασάμε τις εντυπώσεις της μέρας, χωρίς περισπασμούς.

- Έλα, Φροσί. Ας πιούμε έναν σωστό καφέ! Κι ας κάνουμε κι άλλη μιαν ευχή – όπως κάθε απόγευμα: Όλο και μακρύτερα, όλο και συχνότερα. Μακάρι να βαστούν τα πόδια μας, τα μάτια μας και κείναι τα έρμα τα πορτοφόλια μας… Και να σου θυμίσω πως είναι το τελευταίο μας απόγευμα εδώ. Αύριο θα βρισκόμαστε στο Punta Arenas.
 
Μηνύματα
245
Likes
893
Επαρχία MAGALLANES και οπτική επαφή με τα ομώνυμα Στενά



Είμαστε δυστυχείς που αφήνουμε πίσω μας το Paine. Έχουμε γίνει όλοι μάτια, για να πάρουμε μαζί μας τις τελευταίες εικόνες του Πάρκου. Και είναι πολλές. Και πολύ όμορφες. Ύστερα από παραμονή δύο ημερών εδώ, εξακολουθούε ν’ απορούμε με την απερίγραπτη ποικιλία του τοπίου. Έχει δίκιο ο Οδηγός μου. Για να αναβαπτιστείς πραγματικά στη Σιλωάμ της Φύσης, πρέπει να μείνεις εδώ, τουλάχιστον μια βδομάδα.

Το Πάινε είναι μια Παταγονία σε μικρογραφία.

Και με την ευκαιρία ας θυμηθούμε ότι:

Η περιοχή της Παταγονίας που ανήκει στην Αργεντινή αρχίζει από τις επαρχίες Neuquen και Rio Negro (ανοίξτε, ντε, και κανένα χάρτη!), έξω από την επαρχία του Buenos Aires. Συνεχίζει με τις επαρχίες Chubut και Santa Cruz, για να καταλήξει στο μισό νησί της Γης του Πυρός.

Στη δε Χιλή αποτελεί το 1/3 περίπου της χώρας, και περιλαμβάνει δυο τεράστιες περιοχές, την Aysen και την Magallanes, για να καταλήξει κι εκεί, στο άλλο μισό του νησιού της Γης του Πυρός. Όπως καταλαβαίνει κανείς, Χιλή και Αργεντινή κάπου, γεωγραφικώς, «μπλέκουν τα μπούτια τους»! Κι αυτό το βλέπεις και στους τουριστικούς οδηγούς. Οι αργεντίνικοι περιλαμβάνουν και τη Χιλιανή Παταγονία, χωρίς όμως να το αναφέρουν στο εξώφυλλό τους. Και οι χιλιανοί σε πληροφορούν περί της Αργεντίνικης τοιαύτης, εξίσου μουγγά! Γι’ αυτό όσοι βρεθείτε εκεί και ενδιαφερθείτε, προσέξτε τι αγοράζετε. Διότι είναι και πανάκριβοι, οι αναθεματισμένοι! 6-7.000 δρχ. Ο καθένας!...

Λόγω, λοιπόν, κοινού τουρισμού, το έμπα και έβγα στα και από τα σύνορα των δύο χωρών σ’ αυτήν τη συγκεκριμένη περιοχή, διευκολύνεται αμφιπλεύρως. Προς μεγάλη ανακούφιση των ταξιδιωτών που δεν ταλαιπωρούνται.

Εμείς, για την ώρα, πορευόμαστα πάντα σε Χιλιανό έδαφος. Αφήνουμε, πίσω μας, τη βόρεια μεριά της επαρχίας Magallanes και κατηφορίχουμε νότια, προς την πρωτεύουσα, το Punta Arenas.

Κατ’ αρχάς μ’ αρέσει το όνομά της: Punta Arenas! Η πρώτη λέξη σημαίνει «μύτη», «ακρωτήρι» ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Εκείνο το Arenas όμως με μπερδεύει. Να είναι άραγε ο πληθυντικός της γνωστής μας Arena των ταυρομαχιών, που σημαίνει «γήπεδο», «στάδιο»; Ωστόσο, όλο μαζί, δεν μου ακούγεται πολύ λογικό: «Το ακρωτήρι των γηπέδων»; Των «επίπεδων γαιών» μήπως; Δεν καταλαβαίνω, αλλά στ’ αυτιά μου ηχεί πολύ μουσικά. Κι αυτό το βρίσκω άκρως λογικό!...

Δεύτερον, βρίσκεται πάνω σ’ ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο του κόσμου: Στα Στενά του Μαγγελάνου. Από εδώ μπορεί κανείς να κάνει τον συντομότερο γύρο του κόσμου, σ’ αντίθεση με το σημείο του Ισημερινού, όπου ο γύρος του κόσμου είναι ο μακρύτερος. Και βεβαίως, αφού περάσεις τα Στενά, πατάς, επί τέλους, στη μυθική Terra Del Fuego. Άλλο θαυμαστό όνομα κι αυτό! «Γη του Πυρός»!

Όχι ακόμα, όμως, εκεί. Δεν έχουμε φτάσει, για την ώρα. Είμαστε στο δρόμο για το Punta Arenaw, 400 χλμ. μακρυά από το Πάινε.

Σε μια στάση της διαδρομής μας, βλέπουμε κι ένα σχεδόν μυθικό πουλί των Άνδεων: έναν κόνδορα σε απόσταση τριών μέτρων. Ήταν πληγωμένος, ο έρμος, και τον γιατροπόρευε με αγάπη μια οικογένεια Χιλιανών.

Το Puerto Natales είναι πράγματι «λιμάνι» πάνω στον Ειρηνικό, με 18.000 ψυχές.

Είναι ένας σχεδόν αναγκαίος σταθμός για τους ταξιδιώτες προς τους διάφορους εθνικούς δρυμούς. Βρίσκεται, επίσης, και πάνω στο δρόμο για το περίφημο Milodon Cueva –το Σπήλαιο Μιλοντόν. Είναι μια πόλη σχετικά νέα. Αποικήθηκε μόλις τον 19ο αιώνα από το Γερμανό Herman Eberhard, που έφτιαξε την πρώτη Estancia. Κι αυτή, τελικά, υπήρξε και η αρχή της δημιουργίας της πόλης.

Στο Puerto Natales, έναν σταθμό πριν την πρωτεύουσα, τρώω το ωραιότερο ψάρι της ζωής μου. Το λένε «χάλιμπατ» και διόλου δεν μυρίζει ψαρίλα. Είναι σαν κοτόπουλο.

Πριν από τον 19ο αιώνα, τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για τους Ευρωπαίους σ’ αυτήν την περιοχή, αφού οι ιθαγενείς δεν τους δέχονταν με τίποτε. Τον 16ο αι. οι Ισπανοί Juan Ladrillero και Pedro Sarmiento de Gamboa –να και η προέλευση του ονόματος της λίμνης του Paine Parquo– έψαχναν να βρουν διέξοδο προς τον Ειρηνικό. Ήταν σίγουροι πως υπήρχε. Ωστόσο οι Ινδιάνοι τους ανασκολόπισαν και τους έστειλαν άναυλους πίσω στον τόπο τους.

24 χιλιόμετρα πριν από το Punta Arenas, βρισκόμαστε στο Σπήλαιο του Μιλοντόν. Μια επίσκεψη σ’ αυτό είναι μια καλή ευκαιρία για ξεμούδιασμα. Άλλωστε η περιοχή είναι όμορφη, και ο καιρός ευχάριστα δροσερός…

Το σπήλαιο θεωρείται εθνικό μνημείο.

Είναι το σημείο όπου, στα 1890, ο πλοίαρχος ανεκάλυψε τα πολύ καλά συντηρημένα υπολείμματα ενός υπερμεγέθους βραδύποδος –Ground Sloth το ονοματίζει ο αγγλόφωνος Οδηγός μου, κι ούτε που θυμάμαι πώς μας το είπε ισπανιστί ο Μάρκος. Το όνομα του βραδύποδος; Milodon.

Ήταν ένα χορτοφάγο θηλαστικό που, όπως και τα μαμούθ, εξαφανίστηκε την εποχή του πλειστόκαινου. Διπλάσιο σε μέγεθος από τον άνθρωπο, τρεφόταν με φύλλα δέντρων.

Μέσα στο δροσερό σπήλαιο, που έχει 200 μ. βάθος, 30 ύψος και 80 πλάτος, υπάρχει ένα ομοίωμα σε φυσικό και τρομακτικό, πρέπει να πω μέγεθος, και ασχήμια! Περιττό να σας πω ότι με την ύπαρξη αυτού του άκακου, προφανώς, τέρατος, συνδέονται δεκάδες μύθοι. Μέχρι που, ένας από αυτούς, θέλει τούτο το θηρίο, ζώο… «κατοικίδιο»!! Ή ότι τέτοια ζώα ζούσαν μέχρι και τον περασμένο αιώνα…

(Ναι, σιγά μη ζούσαν μέχρι χτες, λέω ΄γω…)
 
Μηνύματα
245
Likes
893
PUNTA ARENAS

Η πρωτεύουσα της επαρχίας Magallanes


Στους πρόποδες των Άνδεων, στη δυτική πλευρά των Στενών του Μαγγελάνου, βρίσκεται το Πούντα Αρένας, με 100.000 ψυχές. Όντας περιοχή απαλλαγμένη δασμών, ελκύει εμπόρους, μεταπράτες, αγοραστές παντός είδους, μετανάστες…

Είναι μια πόλη ζωντανή, με υψηλό βιοτικό επίπεδο και πολυάσχολο λιμάνι. Δημιουργημένη στα 1848, ήταν, αρχικά, στρατιωτική βάση των Ισπανών, και τόπος εξορίας!

Ό,τι ήταν περίπου για τους Άγγλους η Αυστραλία.

Μέχρι το 1875 η επαρχία αριθμούσε μόλις 1.000 κατοίκους. Ωστόσο, η έκρηξη παραγωγης μαλλιού, τράβηξε πολλούς Ευρωπαίους εδώ. Όλοι έκαναν την τύχη τους ασχολούμενοι με την εκτροφή προβάτων, στις αχανείς Estancias. Από τότε, κι ως τα σήμερα, αυτές οι ιδιοκτησίες διατηρούν τις τεράστιες διαστάσεις τους, έτσι ώστε η κάθε μια τους να είναι το μισό, ως και τα ¾ της δικής μας… Πελοποννήσου, ας πούμε… Για τόσα τετραγωνικά χιλιόμετρα μιλάμε!

Ανάμεσα στους πιο γνωστούς μετανάστες ήταν και ο Ισπανός Menendez από την Asturias, ο γνωστός μετέπειτα μεγαλοκτηματομεσίτης αλλά και εργολάβος. Ήταν αυτός που δημιούργησε την περίφημη Sociedad Exploradora de Tierra del Fuego. Ήλεγχε 1.000.000 εκτάρια γης, μονάχα στην περιοχή Magallanes, και αποτελούσε την μεγαλύτερη Estancia σ’ όλη τη Χιλή. Η οικογένεια Menendez, μαζί με την οικογένεια Braun, έγιναν πολύ γρήγορα οι πλουσιότερες και ισχυρότερες της Νότιας Αμερικής. Και είναι αυτές, και οι απόγονοί τους, που ευθύνονται για τη σημερινή όψη της πόλης. Παρ’ ότι πολύ λίγοι από τους κατιόντες αυτών των δυο τζακιών, ζουν στο Πούντα Αρένας, τα εντυπωσιακά αρχοντικά τους διατηρούνται ανέπαφα. Σύμβολα της Χρυσής Εποχής της πρωτεύουσαν του Magallanes.

Ο Menendez και οι συνέταιροί του δεν θα κατάφερναν ποτέ να φτιάξουν εμπορική και κτηνοτροφική αυτοκρατορία μαλλιού, αν δεν είχαν τα εργατικά χέρια των μεταναστών. Έφτασαν εδώ, από όλα τα μέρη του κόσμου: την Αγγλία, την Ιρλανδία, τη Σκωτία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία και δεν ξέρω από πού διάβολο αλλού… Τούτο επαληθεύεται από μιαν επίσκεψη στο πολύ ενδιαφέρον νεκροταφείο της πόλης. Γύρω από το μεγαλόπρεπο μαυσωλείο του Menendez, υπάρχουν οι ταπεινές ταφόπλακες των απλών ανθρώπων, που με τη σκληρή δουλειά και τον ιδρώτα τους έφτιαξαν τους Patrones Grandes –τα μεγάλα αφεντικά του τόπου.

Ο αναδασμός της περιοχής έγινε μόλις το 1960, οπότε και οι «ιερές» γαίες της Sociedad Exploradora έγιναν φύλλο και φτερό! Επί τέλους η γη μπορούσε, τώρα πια, να περάσει στα χέρια των μικρών και μεσαίων κτηνοτρόφων και καλλιεργητών.

Το ξενοδοχείο μας, το Cabo de Hornos, βρίσκεται στην καρδιά της πόλης. Στην κεντρική πλατεία Plaza de Armas. Φάτσα του, και καταμεσής της πλατείας, το επιβλητικό άγαλμα του μεγάλου θαλασσοπόρου, μέσα σε δροσερό πάρκο. Εδώ, και για πρώτη φορά σε τούτο το ταξίδι η Φρόσω κι εγώ θυμηθήκαμε το Pisco, το εθνικό κοκτέηλ όλης της Νότιας Αμερικής. Αυτό ήταν η δική μας μεγάλη «ανακάλυψη» στο πρώτο μας ταξίδι σε τούτα τα λημέρια το 1980. Χαλαρώνουμε, λοιπόν, μέσα στο συμπαθητικό bar του Cabo de Hornos –που σημαίνει «Ακρωτήρι του Χορν»-σιγοπίνουμε το ποτό μας και ψιλοκουβεντιάζουμε, αναμασώντας τα γεγονότα της μέρας.

- Την πόλη θα τη δούμε αύριο. Σήμερα έχει νωρίς ύπνο. Ποιος ξέρει τι καιρό θα μας ξημερώσει, μονολογώ.

- Πάντως, σήμερα, θα έλεγα πως είχε ζέστη. Περίεργο δεν είναι; Κουβαλήσαμε μαζί μας ένα σωρό μάλλινα, κι αρχίζω να φοβάμει πως δεν θα μας χρειαστούν. Θα το φανταζόμουν ποτέ πως τόσο κοντά στο Νότιο Πόλο θα μας περίμενε ένας τόσο καλός καιρός; απορεί το Φροσί.

- Κι εγώ ξαφνιάζομαι, δε σου το κρύβω. Περίμενα μαύρο ψόφο όλες τις ώρες της μέρας. Κι όμως, μονάχα τις πρωινές και τις βραδινές ώρες χρειάζεσαι ένα αμπέχωνο! Πρόσεξε! Αμπέχωνο! Όχι ζακετούλα! Καταλαβαίνουμε, τώρα, τις κλιματολογικές ιδιαιτερότητες αυτού του γεωγραφικού χώρου, δεν νομίζεις; Δεν υπάρχουν οι «γλυκειές βραδειές» της ανοιξιάτικης και φθινοπωρινής Μεσογείου! Άλλο σόι ταραχή το κλίμα εδώ. Άλλωστε, κάθε βράδυ, το κατιτίς μαλλινάκι μετά του τζάκετ, τα τιμούμε πάντα μετά τη δύση του ήλιου. Και, μην ξεχνάς πως έχουμε ακόμα μπροστά μας τη Γη του Πυρός, που είναι και το νοτιότερο σημείο της διαδρομής μας. Εκεί, δεν μπορεί, θα έχει κρύο όλες τις ώρες της μέρας. Άσε, πια, το τι μας περιμένει αύριο το απόγευμα στους πιγκουίνους! Σκέψου τι μπουγάζι θα φέρνει από τον Ειρηνικό! Μην ξεχαστούμε και δεν πάρουμε τα πιο ζεστά μας ρούχα. Κάλλιο να μας περισσέψουν παρά να μας λείψουν! Συμφωνείς;

Η άλλη μέρα είναι εξίσου λαμπρή. Ξεκινάμε τη γνωριμία μας με την πόλη, γύρω στις 09:00. Δεν έχουμε και πολλά να δούμε. Μετά την επίσκεψή μας στο νεκροταφείο –που είναι ένα πανέμορφο πάρκο- ο δρόμος μάς φέρνει στο ιστορικό, πολιτιστικό και ανθρωπολογικό μουσείο –Museo Regional Salesiano Mayorino Borgatello. Έχει πολύ ενδιαφέρον. Παλιά έπιπλα, ιστορικές φωτογραφίες, βαλσαμωμένα ζώα και πετεινά, στολές, κεντήδια, παλιές εκδόσεις, δημόσια έγγραφα, ιδιωτικά χειρόγραφα είναι τα εκθέματά του. Ο επισκέπτης παίρνει μιαν ιδέα της παράδοσης του τόπου.

Φυσικά, υπάρχει πάντα το θαυμάσιο σπίτι της κυριούλας Braun, κόρης του Mauricio Braun και της Josefina Menendez, 91 ετών σήμερα. Ζει τώρα πια στο Buenos Aires. Κι εδώ μέσα οι συλλογές επίπλων, ιστορικών φωτογραφιών και χειροτεχνημάτων προσπαθούν να σε μπάσουν στην αποικιοκρατική ατμόσφαιρα. Ψηλοτάβανα δωμάτια, μισοσκότεινοι χώροι, πολύ ξύλο στην κατασκευή, μια έντονη οσμή κλεισούρας κι ένας αέρας παρηκμασμένης αρχοντιάς… Λατρεύω την ατμόσφαιρα αυτών των παλιών σπιτιών. Μου φαίνεται πως κρύβουν πλήθος μυστικών, που πολύ θα ήθελα κάποτε να ανακαλύψω. Συνήθως, δεν χαζεύω τα εκθέματα μέσα σ’ αυτά. Παρατηρώ, κυρίως, το ίδιο το σπίτι. Τους γέρικους τοίχους. Τις κουρασμένες κουπαστές των κλιμακοστασίων. Τα γενικώς μικρά παράθυρα, που μοιάζουν με νυσταγμένα μάτια. Μάτια παράξενα που κάτι θαρρείς τα εμποδίζει να κλείσουν τα βλέφαρα και να ξεκουραστούν, επί τέλους!... Αμ εκείνες πάλι οι πανύψηλες μασίφ πόρτες… Μοιάζουν Κέρβεροι βουβοί, που φυλάν τα άγια των αγίων των χτεσινών ανθρώπων! Ίσως και των αλλοτινών καιρών! Μπορεί και του ίδιου του αδάμαστου Χρόνου!... Ποιος να το πει; Εγώ, πάντως, περπατώ μέσα στα μακρύστενα, σκοτεινά κοριντόρ, περιδιαβαίνω στα θαμπά σαλόνια, στις μουντές τραπεζαρίες, στις βλοσυρές… κρεβατοκάμαρες και φαντάζομαι… Και νοιώθω υπέροχα.

Και σε κάτι τέτοιες στιγμές αναρωτιέμαι:

- Μωρέ μπας κι έχω γεννηθεί σε λάθος εποχή;

Το Instituto Patagonico είναι τμήμα του Πανεπιστημίου της Επαρχίας Magallanes. Είναι, ουσιαστικά μια μικρή φάρμα, μ’ ένα τυπικό, αποικιακού ρυθμού, σπιτάκι που το βρίσκουμε όμως κλειστό. Κρίμα. Μέσα στην αυλή είναι μαζεμένα δείγματα μηχανών, που χρησιμοποίησαν κατά καιρούς οι άποικοι, για να δαμάσουν τη γη και τα πλάσματά της: άροτρα, καρότσες, ατμομηχανές, βαγόνια, αυτοκίνητα αντίκες, τρέιλερ που μέσα κατέφευγαν οι βοσκοί στις ερήμους και τα βουνά, για να βγάλουν τις παγερές νύχτες.

Κι ο γύρος της πόλης τελείωσε.

Δεν έχει πολλά να δεις. Όμως το Punta Arenas είναι μια πολύ όμορφη πόλη, ανοιχτόκαρδη, αερικιά, αρχοντική. Άξίζει πάντα ένας περίπατος στις λεωφόρους αλλά και στα κομψά μαγαζιά της αγοράς της.

Τρώμε σ’ ένα ξενοδοχείο στα προάστεια, κι αμέσως φεύγουμε για να γνωρίσουμε την πρώτη αποικία των πιγκουίνων, που εδώ τη λένε: Piguinera. Βρίσκεται στην παραλία του Seno Otway. Εκεί ζουν οι πιγκουίνοι, οι γνωστοί με το όνομα: του Μαγγελάνου. Στα ντοκιμαντέρ μας δείχνουν συνήθως την ομορφιά των «βασιλικών» πιγκουίνων, με τα χρυσοκόκκινα στολίδια στους λαιμούς και το κεφάλι. Είναι τα πιο κορδωμένα, τα πιο «στημένα» πλάσματα του κόσμου! Είναι μοναδικά. Όμως δεν ξέρω καθόλου τον πιγκουίνο του Μαγγελάνου. Κι επειδή κάνω μεγάλο χάζι αυτά τα πουλιά – που δεν είναι και ακριβώς πουλιά- καίγομαι να τα δω στο φυσικό τους περιβάλλον. Ωστόσο είμαι και χολοσκασμένη. Ο τηλεφακός μου έγινε… σούπα! Διαλύθηκε! Του ΄φυγαν βίδες, του ΄φυγαν ελάσματα… πανάθεμά τον! Κι εγώ πώς θα κουλαντρίσω τα πτηνά από, ποιος ξέρει, πόση απόσταση μακρυά; Αυτά, μια φορά, χαζά δεν είναι για να με πλησιάσουν εθελοντικώς!

Είμαι απαρηγόρητη.

-Φτου να πάρει! Πάλι ψείρες θα βγουν φωτογραφιζόμενα! Βρίζω συνέχεια μέσα από τα δόντια μου. Γιατί, Θεούλη μου, με δοκιμάζεις τις πιο ακατάλληλες ώρες!... Είμαι κυριολεκτικώς έξαλλη, αλλά ανήμπορη να διορθώσω τη ζημιά!

Χρειάζεται άραγε να το πω; Ψείρες, θεοψείρες βγήκαν οι πιγκουίνοι, παρ’ ότι παρανόμησα, παραβιάζοντας το συρματόπλεγμα, που εμποδίζει τη βάρβαρη ανθρώπινη φυλή να πλησιάσει και να ενοχλήσει τα ζωντανά. Ο Μάρκος με επιπλήττει ευγενικά, μα καταλαβαίνει τον καημό μου, καθώς με βλέπει περίλυπη έως θανάτου.

-Nada; ρωτά. «Τίποτα;»

- Mal suerte, απαντώ. Κακοτυχιά!

Ωστόσο το τοπίο είναι εκπληκτικό. Καθαρά παταγονικό. Το θερίζει ένας τρομερός άνεμος. Έρχεται από τον Ειρηνικό καλπάζων, παγωμένος θορυβοδέστατος και τυφλός! Σκοντάφτει άγρια και κουτουλάει πάνω σ’ ό,τι βρει μπροστά του. Κι εμάς μας σπρώχνει κατά πίσω με τέτοια λύσσα που, κάποια ώρα, σκέφτομαι να γυρίσω στο αυτοκίνητο! Σηκώνει φούστες, ορθώνει μαντήλια, αρπάζει ζακέτες, λύνει φουλάρια, τραβολογάει ανελέητα το πουλόβερ που κάποιος δυστυχής πολεμάει να περάσει πάνω από την ανεμόδαρτη κεφαλή του… Ταλαιπωρεί, γενικώς. Όλην την ακτή, κι όλους όσοι αφρόνως έρχονται εδώ από την άλλη άκρη του κόσμου! Πολύ αφιλόξενο πράμα η Παταγονία, φίλτατοι!

Η βλάστηση είναι χαμηλή. Πού να φτουρήσει εδώ μποϊλίδικο είδος!

Πίττα θα το κάνει ο παλαβιάρης άνεμος!

Ο Ειρηνικός φτάνει ως εδώ μέσα από μια πραγματική δαντέλλα ξηράς, που περιλαμβάνει φιόρδ, νησάκια, και μικρές χερσονήσους. Διατηρεί, παρ’ όλα αυτά τα φυσικά εμπόδια, μεγάλο μέρος τηςν μάνητάς του. Τα κύματα κάνουν τέτοιο θόρυβο, που κανείς δεν ακούει κανέναν. Χαλά ο κόσμος. Γκρεμίζονται τα τείχη της Ιεριχούς. Παντρεύονται δυο βροντεροί ήχοι: του νερού και του αέρα. Το αποτέλεσμα είναι τρομακτικό.

Μόνο μέσον επικοινωνίας, τα μάτια μας και η γλώσσα των κωφαλάλων!

Οι πιγκουίνοι είναι σκόρπιοι παντού.

Σεργιανούν στην ακτή αλλά και μακρυά απ’ το νερό, ψηλά σ’ ένα μικρό ανάχωμα, όπου έχουν και τις φωλιές τους, κάτω από καχεκτικούς θάμνους. Μας κοιτούν παραξενεμένοι. Κάποιοι τολμηροί μας πλησιάζουν κορδωμένοι, αλλά πάντα σε απόσταση ασφαλείας, και καθόλου βολική για τον δικό μου συμβατικό φακό… Άλλοι μας αποφεύγουν γυρνώντας μας την πλάτη. Ή χαντακώνονται στο κατάμερό τους. Ορισμένοι πάλι ούτε τολμούν ούτε φοβούνται. Μένουν ακίνητοι και μας κοιτούν από μακρυά.

-Θεέ μου, είναι χάρμα αυτά τα πουλερικά! Γιατί να μην έχω zoom; Και γιατί κι αυτά τα, θαρρείς παραγεμισμένα με ροκανίδι, πλάσματα δεν έρχονται κοντύτερα για ένα “OLA”, «γεια χαρά» δηλονότι ισπανιστί; Αμάν καντεμιά, πια!...

Μουρμουρίζω έξαλλη και τρέχω σαν τρελλή να φωτογραφίσω όσο κι όπως μπορώ αυτά τα χαριτωμένα πλασματάκια, που όμοιά τους δεν υπάρχουν στον πλανήτη. Αυτή η μοναδικότητά τους κάνει τη δυστυχία μου μεγαλύτερη! Αφού δεν μπορώ να πάρω ένα πουλί και να το κάνω… κατοικίδιο, ε, ας του πάρω μια όμορφη φωτογραφία. Αλλά πού; Με τι; Πάω να σκάσω απ’ το κακό μου.

Μόνη μου παρηγορία, η μελλοντική επίσκεψή μας στην Punta Tombo, την τεράστια αργεντίνικη Piguinera, έξω από το Trellew -Τρελλέου το λέγαμε εμείς-. Εκεί, επειδή υπάρχουν 700.000 πουλιά, σίγουρα κάποια θα ξεστρατίζουν έξω από τα συρματοπλέγματα και, όντα περίεργα κι έξυπνα, μπορεί να μας πλησιάζουν περισσότερο! Κι εκεί μπορεί να έχω σε μια λογική απόσταση αυτά τα κουκλάκια! Βρίσκω πολύ καλή αυτήν την παρηγοριά, και παύω να πηλαλώ.

Και για σας, επομένως, περισσότερα πιγκουινάκια σε λίγο…

Επιστρέφουμε ανεμοτσακισμένες στο Punta Arenas, και παίρνουμε ασπιρίνες! Το κεφάλι μας γυρίζει, τα αυτιά μας βουίζουν κι έχουμε έντονο το αίσθημα του αποπροσανατολισμού και της αστάθειας!

Καζάν τιμπί η κεφαλή μας, που έλεγε κι η μάνα μου.

Τι πειράζει όμως; Ήταν και σήμερα μια γεμάτη μέρα!

Κι αύριο; Α, αύριο θα ζήσω μιαν αξιομνημόνευτη εμπειρία. Ιστορική για μένα.

Θα περάσω –επί τέλους!- τα Στενά του Μεγγελάνου.

Και θα πατήσω –πάλι επί τέλους!- την Tierra Del Fuego…

Όνειρα γλυκά, λοιπόν….
 
Μηνύματα
245
Likes
893
TIERRA DEL FUEGO, κι εγώ!...

Ενώπιος ενωπίω… por fin!…. κι επί τέλους!...

Η κουκίδα-πρόκληση τόσων χρόνων πάνω στο χάρτη, έγινε πράμα χειροπιαστό και.. ποδοπατητό!!!

Διαπλέω ήδη τα Στενά του Μαγγελάνου!

Κατευθύνομαι προς Porvenir το λιμάνι της Γης του Πυρός, που συνδέει ακτοπλοϊκώς το νησί με την ηπειρωτική Αμερική. Βρίσκομαι πάνω στο κατάστρωμα, κουκουλωμένη ως τ΄ αυτιά!

- Τέτοιο μπουγάζι δεν είδα δι’ όλου μου του βίου, φιλενάδα, σφυρίζω στ’ αυτί της Γιάννας για ν’ ακουστώ.

- Θυμήσου ότι με τούτον εδώ τον δίαυλο, συνδέονται δυο ωκεανοί-θηρία: ο Ατλαντικός κι ο Ειρηνικός. Ε, λογικό δεν είναι ν’ ανταμώνουν εδώ κι οι αέρηδές τους;

- Σωστά! Ωκεανοί είναι αυτοί. Δεν είναι η λεκάνη της Μεσογείου! Εδώ μιλάμε για υδάτινα στοιχειά. Όχι για νεροφίδες!...

Ο αέρας βογγάει θανατερά, και ρίχνει αυτιά και μύτες αν τύχει και τα βρει ακάλυπτα!

Πρώτη φορά στη ζωή μου φορώ κουκούλα. Και καλά που μου βρέθηκε. Ειδ’ άλλως θα γύριζα με πάραιση ή κρίση του τριδύμου, Θεός φυλάξοι…

Η διαδρομή δεν κρατά παρά μονάχα 2:30 ώρες. Το φέρρυ της γραμμής δεν ξέρω πόσο γερό σκαρί είναι, όμως, από ανέσεις είναι χειρότερο από κείνον τον αλήστου μνήμης ΠΟΡΤΟΚΑΛΗ ΗΛΙΟ του Λάτση, προ της εποχής των εκατομμυρίων.

Καλέ, μήτε καρέκλα να αναπαύσεις τα μέλη σου δεν είχε. Απλώς, σ’ ένα χώρο πάνω από το μηχανοστάσιο, ανάμεσα σε σωλήνες, εξογκώματα και εσοχές-παγίδες στο δάπεδο, υπήρχαν 2-3 πάγκοι όλοι κι όλοι. Κι εκεί κατέφυγαν οι ψύχραιμοι, για να γλυτώσουν το ψύχος. Ενώ εμείς οι θερμοκέφαλοι κάτσαμε στα εφτά μπουγάζια, να κρυσταλλώσουμε καλά! Μυαλά δα!...

Ωστόσο, ορισμένα πράγματα, ορισμένες ώρες είναι εκτός λογικής. Και πάντα υπάρχει εξήγηση για την όποια παλαβομάρα. Εγώ, λοιπόν, ήμουν χρόνια μαγεμένη απ’ αυτά τα περίφημα MAGALLANS STRAITS. Μέχρι που ήξερα την ιστορία τους, εδώ και χρόνια. Και, μια κι αυτός ο μεγάλος θαλασσοπόρος έχει στοιχειώσει με την παρουσία του όλην αυτήν τη γεωγραφική περιοχή, καιρός να κάνουμε κι εμείς τη γνωριμία του και ν΄ακούσουμε την ιστορία του, όπως μου τη διηγήθηκε μια φλύαρη φωκίτσα, που την αντάμωσα λίγο πριν «δέσουμε» στο Porvenir.

Το παραμύθι του παππού Μαγγελάνου

Μια φορά κι έναν καιρό, στην πόλη Porto ή Sambrosa της Πορτογαλίας, γεννήθηκε στα 1480 ένα αγόρι. Ουδέν το παράξενον στο γεγονός. Πλούσια κι αριστοκρατική η φαμίλια του. Αυτό μπορεί να κριθεί ως προσόν, αλλά τίποτε περισσότερο. Όμως ο νεαρός ήταν ανήσυχος και ριψοκίνδυνος. Πραγματικός εραστής της άγριας περιπέτειας, του ρίσκου και της αποκοτιάς. Τον έτρωγε θαρρείς το κεφάλι του, κι όλο μπελάδες κυνήγαγε.

Α, αυτά τα χαρακτηριστικά είναι πράγματι διαφορετικά.

Μπορεί να λεν’ πολλά για το μέλλον του Πορτογάλου μπόμπιρα.

Το 1505, μόλις 25 ετών, τον βρίσκουμε μέλος πληρώματος πορτογαλικού πλοίου, στις πορτογαλικές τότε αποικίες της Μαλαισίας και της Ινδονησίας, να οργώνει τον Ινδικό Ωκεανό. Δεν φτούρισε όμως σε κείνη τη σταδιοδρομία. Επέστρεψε άναυλα στην πατρίδα του, τσακωμένος με τους ανωτέρους του. Και δεν ήταν μόνον αυτό. Έχασε και την εύνοια του Βασιλιά Εμμανουήλ, διότι τόλμησε, παρά τη δυσμενή του επιστροφή, να ζητήσει και αύξηση μισθού!

Στο χωριό δεν τον ήθελαν, το σπίτι του παπά γύρευε, έλεγε η Μάνα μου.

Θηρίον ο Άναξ.

Τσίνισε τόσο, που του είπε σκαιώς, πως ήταν ελεύθερος να προσφέρει τις ναυτικές του υπηρεσίες αλλαχού! Ξου ξου και μακρυά οι ρέμπελοι!

Επικίνδυνοι για τις Αυλές και για τους Άνακτες! Μακάρι να πήγαινε σε άλλη χώρα, να γλυτώσει ο τόπος από τον ανυπάκουο! Τον επαναστάτη! Τον βιαιοπραγούντα! Για να κοιμόμαστε ήσυχοι!

Αχ, Αυτά τα λάθη της κεφαλής ενός κράτους, όταν αυτή η κεφαλή συμβαίνει να είναι άδεις ως νεροκολοκύθα! Κι ενώ ο Πορτογάλος βασιλιάς έδιωχνε, χωρίς δεύτερη σκέψη τον υπήκοό του, η γειτονική Ισπανία –έχοντας την προηγούμενη πείρα με τον Κολόμβο- άνοιγε διάπλατα τις πόρτες της στον αποπεμφθέντα. Ρηξικέλευθη χώρα η Ισπανία. Απόδειξη τούτου είναι ότι όλη η Νότια Αμερική ισπανοκρατείται. Ενώ η Πορτογαλία κατάφερε να κρατήσει μονάχα τη Βραζιλία, κι αυτό μονάχα με τη βοήθεια του Πάπα και τη Συνθήκη της Τορντεσίγιας, το 1493. Άλλωστε η ίδια ιστορία δεν είχε προηγηθεί και με τον Κολόμβο; Οι Πορτογάλοι βασιλιάδες τον έδιωξαν, αφού προηγουμένως τον κατακορόιδεψαν. Κι ύστερα από τόσα χρόνια, μυαλά δεν άλλαξαν. Έδιωξαν λοιπόν τον Μαγγελάνο, αρνούμενοι να συμμεριστούν τη βεβαιότητά του, ότι κάπου στη Ν. Αμερική υπάρχει θαλάσσιο πέρασμα, που βγάζει σ’ έναν τρίτο Ωκεανό. Σ’ έναν καινούριο κόσμο. Κι αφού όλοι είχαν πια χωνέψει πως η γη ήταν στρογγυλή, ήλπιζε να μπορέσει να κάνει το γύρο του κόσμου πλέοντας δυτικά, κι αποφεύγοντας το σκοτωματικό ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας. Φυσικά, όλος ο καημός ήταν οι αποικίες του Ινδικού, και πώς να τις πλησιάζουν από τον κοντινότερο και ασφαλέστερο θαλάσσιο δρόμο. Κι ως τα τότε ήταν γνωστή μονάχα μια ρότα: προς τα ανατολικά. Πού να ήξερε ο Πορτογάλος Άναξ, τι φέτα με βούτυρο έχανε από το στόμα του, και πόσο θα στοίχιζε αυτή του η χαζομάρα στην πατρίδα του.

Ο Ισπανός βασιλιάς Κάρολος ο Α΄, κι αργότερα Αυτοκράτωρ ο Ε΄, ξεσηκώθηκε πάραυτα. Σίγουρα μυρίστηκε ψητό. Και στα 1519 του έδωσε πέντε καράβια. Κι ο Μαγγελάνος ξεκίνησε στις 20 Σεπτεμβρίου από το λιμάνι Σανλούκαρ δε Μπαραμέδα. Ήταν κιόλας 39 ετών, κι έμπειρος ναυτικός όσο λίγοι στον καιρό του.

Θεώρησε λογικό να ξεκινήσει την εξερεύνησή του όσο γίνεται νοτιώτερα, αφού αυτή η περιοχή ήταν η λιγότερο γνωστή στους Ευρωπαίους Κονκισταδόρες.

- Πες μου, μπρε δαιμόνια και πολύξερη φωκίτσα, πόσους άνδρες είχε μαζί του;

- 250 ναυτικούς πήρε μαζί του, που ανήκαν σε 9 εθνικότητες να σε χαρώ!

- Αμάν Παναγιά μου! Κάθε καρυδιάς καρύδι. Και πώς τους κουμαντάριζε; Δεν του έφτιαχναν κάθε λίγο και λιγάκι κι ένα ρεμπελιό; Πώς τα βόλευε;

- Κάτι λίγο ράβδος, κάτι λιγότερο αγχόνη, έ, τα κατάφερνε! Θα τ’ ακούσεις παρακάτω. Βάλε γλώσσα μέσα, τέλος πάντων, κι άσε με να μιλήσω.

- Μωρ’ είσαι μπιτ τρελλή; Αράχνες έβγαλε το στόμα μου από την απραξία! Πότε σε διέκοψα διαολόπραμα, που μήτε ψάρι μήτε ζώο σωστό είσαι; Άντε να μη σε ξεφωνίσω και μας ακούσει όλη η Ανταρκτική. Άιντε, τέλειωνε! Μ’ έσκασες!

- Άκου να σου πω. Εμένα μη μου αντιμιλάς και μάλιστα μ’ αυτό το ύφος, γιατί θα σταματήσω να λέω! Κι εσύ θα τρέχεις μετά, σε διάφορα κιτάπια να βρείς το θέλημά σου. Υπομόνεψε, να χαρείς. Άλλωστε δεν φτάσαμε ακόμα. Τι σ’ έπιασαν τα βιαστικά της χελώνης;

- Ουφ, καλά! Δεν ξαναμιλάω. Πες μου μονάχα αν άφησε πίσω του οικογένεια.

- Α, βέβαια. Άφησε τη γυναίκα του, τη Σεβιλλιάνα Μπεατρίθ Μπαρμπόζα, κι ένα γιο, τον Ροδρίγο.

- Μη χειρότερα! Τι την ήθελε την παντρειά, εξερευνητής άνθρωπος; Αυτός δεν καθόταν ποτέ στ’ αυγά του. Δεν είχε στασμό. Και το παιδί γιατί το έκανε;

- Πάει! Παλάβωσε το ανθρώπινο είδος. Τι με ρωτάς τώρα, ύστερα από 400 χρόνια να σου εξηγήσω; Γιατί παντρεύτηκε κι έκανε παιδί ο Μαγγελάνος; Γούστο του! Μήπως έπρεπε να σε ρωτήσει; Λέω, τώρα, «μήπως…». Σάμπως και ο Κολόμβος ήταν soltero;

- Γεροντοπαλίκαρο θα πει αυτό;

- Μάλιστα. Κι άσε με επί τέλους να τελειώσω.

Πω, πω! Το κήτος είχε θυμώσει και με μάλωνε για τα καλά. Καιρός να λουγάξω.

- Τα πέντε πλοία έφτασαν κάποτε στο Rio της Βραζιλίας, που ήταν ήδη γνωστό. Από κει κατέβηκαν στο Rio de la Plata –όπου το σημερινό Buenos Aires- ψάχνοντας εις μάτην στις ατελείωτες διακλαδώσεις των εκβολών του μεγάλου αυτού ποταμού. Πέρασμα ουδαμού! Άκου τώρα και τούτο, για να λύσεις τις απορίες που βιάστηκες να ξεφουρνίσεις. Στις 31 του Μάρτη έφτασαν στο λιμάνι του Σαν Χουλιάν (νότιο γεωγραφικό πλάτος 49ο 20΄). Και, τα μεσάνυχτα της μέρας του Πάσχα, οι Ισπανοί πλοίαρχοι –δηλαδή οι κατάδικοί του άνθρωποι, κι όχι οι ξένοι- στασίασαν κατά του Διοικητού τους.

Δεν μπόρεσα να κρατηθώ:

- Αμάν λαχτάρα ο Hermando de Magallanes! Να καίγεται ο χριστιανός ν’ ανακαλύψει το ρημάδι το πέρασμα, να είναι Πασχαλιά, να έχει σχεδόν 6 μήνες στη θάλασσα, κι οι πλοίαρχοι το χαβά τους! Να του σκαρώνουν ρεμπελιό! Πάει η εξερεύνηση, ε;

- Πριτς, που πάει! Ξέρεις τι κέρατο ήταν ο μακαρίτης;

- Εμ, δε θα ΄ταν; Με το σταυρό στο χέρι δε γίνονται μεγάλα εγχειρήματα και δεν επιτυγχάνονται οι μεγάλοι στόχοι! Δυστυχώς!...

- Σωστά, αγαπητή ξένη. Ο Πορτογάλος, λοιπόν, τους αντιμετώπισε «με γενναιότητα και τόλμη», λένε οι ιστορικοί, τουφεκίζοντας έναν πλοίαρχο, κι εγκαταλείποντας έναν άλλον πίσω.

- Να, είδες; Κι ο άγιος φοβέρα θέλει!

- Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, δεν λέτε κι εσείς; Έτσι συνέχισε προν νότον, κι έφτασε στη Santa Cruz. Εκεί, βρήκε συντρίμμια το πλοίο Santiago, που το είχε στείλει για ανίχνευση. Με ό,τι του απόμεινε εξακολούθησε νοτιότερα, προς το Ακρωτήρι των Παρθένων, το Cabo de las Virgines και τελικώς, (σε νότιο γεωγραφικό πλάτος 52ο 30’) μπήκε, στις 28 Νοεμβρίου του 1520, σε ένα πέρασμα που όπως αποδείχτηκε, ήταν ο πορθμός που αναζητούσε! Μονάχα τρία από τα πλοία του έφτασαν στο δυτικό άκρο του πορθμού, στον Ειρηνικό Ωκεανό! Λένε πως στο άκουσμα της αναφοράς του πληρώματος ότι το πέρασμα στην άλλη μεγάλη θάλασσα βρέθηκε, ο πλοίαρχος με τη σιδερένια θέληση και την εγνωσμένη σκληρότητα, κατέρρευσε, βάζοντας τα κλάματα από συγκίνηση και χαρά…

Δεκατέσσερις μήνες, λοιπόν, μετά την αναχώρηση του μικρού στόλου από την Ευρώπη, τα τρία ισπανικά πλοία έμπαιναν στην Θάλασσα του Νότου, την οποία βρήκαν πολύ ήρεμη και γαλήνια, σ’ όλο το ταξίδι τους. Και τη βάφτισαν «Ειρηνικό».

Σ’ αυτόν το νότιο γεωγραφικό χώρο, ο Μαγγελάνος βρήκε τους Παταγόνες που προαναφέραμε, αλλά και τους Γιαγκάνς (Yahgans), τους Αλακαλούφ (Alacaluf) και τους Τεχέλτσε (Tehelce). Όλες αυτές οι φυλές ζούσαν από το ψάρεμα και το κυνήγι, κι αιφνιδιάστηκαν με την άφιξη των Ευρωπαίων. Κι όταν αυτοί οι τελευταίοι προσπάθησαν να αποικήσουν για πρώτη φορά αυτήν την περιοχή, οι Ινδιάνοι θύμωσαν και τους αφαλοκόψαν! Όμως τη δεύτερη φορά οι Ισπανοί ήρθαν πιο οργανωμένοι, και τσατάλιασαν τους έρμους τους ντόπιους. Κι έτσι άρχισε ο αποδεκατισμός τους.

Ο Μαγγελάνος, όπως και οι μετά από αυτόν εξερευνητές και περιηγητές –εν οις και ο Δαρβίνος- εντυπωσιάστηκαν από τις πολλές φωτιές που άναβαν οι Ινδιάνοι σ’ όλες τους τις δραστηριότητες, ακόμα και μέσα στα κανώ τους. Και δεν ήταν δα και πολύ παράξενο το γεγονός, αφού για 10 μήνες το χρόνο έχουν κρύο, υγρασία και σκοτάδι. Άρα, τι καλύτερο από μια φωτιά να φωτίχει τις μακρυές νύχτες και να ζεσταίνει όλες τις ώρες; Κι επειδή όλοι οι εξερευνητές είναι κρυπτορομαντικοί και κομματάκι ποιητές, ο Μαγγελάνος ονόμασε το μεγαλύτερο από τα νησιά του Αρχιπελάγους –που χωρίζει τη Ν. Αμερική από την ήπειρο της Ανταρκτικής- Tierra del Fuego, Γη του Πυρός…

Δεν είναι καταπληκτικό όνομα;

Στις 9 του Μάρτη του 1520, αποπλέει με τα δυο πλοία που του απόμειναν, προς τα νοτιοδυτικά. Κι αυτή η ρότα τον φέρνει στα νησιά που σήμερα λέμε: Φιλιππίνες. Κι εκεί, δυο μήνες μετά, δολοφονείται από ιθαγενείς. Ήταν μονάχα 41 ετών, και άτυχος μέσα στη μεγάλη του τύχη! Δεν πρόλαβε να επιστρέψει στην Ισπανία, για να εισπράξει τη δόξα και τις τιμές που του οφείλονταν…

Η φωκίτσα σταμάτησε για λίγο τη διήγηση, κοιτώντας ρεμβαστικά το πέλαγος.

Μου φάνηκε πως προσπαθούσε να δει το παρελθόν και να γραδάρει τα γεγονότα του Χτες. Κι εγώ άρπαξα την ευκαιρία να σχολιάσω:

- Κρίμα. Κρίμα στ’ αλήθεια. Πήγε με το παράπονο, ο καημενούλης. Πρέπει να είναι αχώνευτος ο καημός, να σου στερήσουν την ευτυχία ν’ ακούσεις τα «μπράβο» και τα «ζήτω». Και να μοιραστείς με φίλους κι αγαπημένους τις αναμνήσεις από τη συγκλονιστική σου περιπέτεια!... Έτσι δεν είναι φιλενάδα;

- Χμ, δεν ξέρω. Ήταν πολύ περίεργος άνθρωπος και πολύπλοκος χαρακτήρας. Ήταν γεμάτος αντιθέσεις. Και παραμένει πάντα μια αινιγματική φυσιογνωμία για τους βιογράφους του. Πάντως, όλοι του αναγνωρίζουν «την τολμηρή σύλληψη» και τον παραδέχονται για την «διοικητική του ιδιοφυία». Χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά, μια τέτοια επιχείρηση σίγουρα δεν θα φτουρούσε. Διότι, σκέψου! Έσερνε μαζί του κι έπρεπε να επιβληθεί σε 250 ρέμπελους, εννέα εθνικοτήτων! Καθένας είχε τα δικά του σουσούμια, τη δική του γλώσσα, αλλοιώτικη νοοτροπία…

Πώς να συνεννοούνταν μαζί τους ο δυστυχής; Φαντάζεσαι τι θα του έκαναν τον βίο, ξένη; Κινούμενη άμμο!!! Δεν ήξερε τι θα του ξημέρωνε η νύχτα, και τι θα του βράδυαζε η μέρα! Κι όμως…

Το φωκάκι με κοίταξε για λίγο αφηρημένο. Κι ύστερα έδωσε μια βουτιά πάνω από το βραχάκι του, και χάθηκε στο νερό.

- Ούτε ένα «γεια σου» δεν μου είπε η ανάγωγη, αγανάκτησα. Εγώ ωστόσο ξεπάγιασα κρεμασμένη στην κουπαστή! Ώρα να κατέβω στο σαλόνι-λαγούμι, σκέφτομαι.

Και ξεκολλώ από το παραπέτο. Κι εκείνη την ώρα, να ΄σου μπροστά μου η φωκίτσα.

Με κοίταξε γελαστά, τραμπαλίζοντας τα μακρυά της μουστάκια, και με μια τρισχαριτωμένη τούμπα, μου κούνησε το ένα της φτεράκι. Και σαν ν’ άκουσα μια μελωδική πνοή ανέμου που συλλάβιζε:

«Ώρα σου καλή, ξένη. Είσαι τυχερή που έφτασες ως εδώ. Μακάρι να ταξιδεύεις πάντα!

Όλο και μακρύτερα – αν μπορεί να γίνει, βέβαια αυτό.

Buena Suerte, Querida… Καλή τύχη, αγαπημένη μου…»
 
Μηνύματα
245
Likes
893
USHUAIA

EL FIN DEL MUNDO

Αποβιβαζόμενοι στο Porvenir, στα βορειοδυτικά του νησιού, βρισκόμαστε ακόμη στο χιλιανό έδαφος. ‘Ετσι σε κάποιο σημείο της χερσαίας διαδρομής, πρέπει ν’αλλάξουμε ξανά-μανά σύνορα! Θα ξαναμπούμε στην Αργεντινή, από την πόλη San Sebastian. Επειδή η Ουσουάια βρίσκεται στο απώτατο νότο του νησιού της Γης του Πυρός-του «τέλους του κόσμου» όπως λένε αυτήν την πόλη-ανάγκη πάσα να έχουμε μιαν ενδιάμεση διανυκτέρευση. Θα γίνει στο Rio Grande, στα βορειοανατολικά του νησιού.

Αποχαιρετάμε συγκινημένοι τον αγαπητό μας Μάρκο. Είναι κι αυτός λυπημένος. Τα συνήθως γελαστά ματάκια του γυαλίζουν επικίνδυνα! Μια εβδομάδα τώρα, ήμασταν μια όμορφη συντροφιά. Μας συνήθισε και τον συνηθίσαμε. Σχεδόν αγαπηθήκαμε! Δύσκολα αποχωριζόμαστε. .

Από την άλλη μεριά των συνόρων μας περιμένει η Μαρία Λάουρα. Θα την αγαπήσουμε εξίσου με τον Μάρκο. Διότι αποδεικνύεται πρόθυμη, δραστήρια, αποτελεσματική αλλά και πολύ γλυκειά. ‘Εχει το νού της σ’όλους μας. Σαν κλώσσα!. . . .

Σ’όλη τη διαδρομή, μέχρι το Rio Grande, κινούμαστε μέσα στην ήδη γνωστή μας στέπα. Ωστόσο, πού και πού, το τοπίο μας προετοιμάζει για κάποια δραματική αλλαγή. Μια συστάδα δένδρων εδώ, κάποιοι πράσινοι θάμνοι παρακεί, μας προϊδεάζουν για το κάτι άλλο.

Το Rio Grande είναι μια «επίπεδη» πόλη. Δεν έχει τίποτα το εξαιρετικό. Απλώς αναπαυόμαστε εκεί το βράδυ, για να ξεκινήσουμε το πρωί, καλύπτοντας την υπόλοιπη διαδρομή προς την Ushuaia-Ουσουάγια τη λένε, οι ευλογήμενοι…

Την άλλη μέρα ξεκινάμε «temprano-temprano»-πουρνό πουρνό δηλονότι. . Τώρα πιά το τοπίο παίρνει ζωή. Πρασινίζει. Δροσερεύει. Και, τελικά ανθίζει! Γεμίζει χρώματα και πετεινά. Μπαίνουμε, άλλωστε, σε μια περιοχή λιμνών και ποταμών, κι έτσι η βλάστηση φτάνει στα όρια της υπερβολής. Καλοδεχόμαστε την αλλαγή. Είχαμε αγριέψει από την τόση ξεραϊλα και την τόση ερημιά. Καιρός ήταν να ξεπλυθούν τα μάτια μας με το αγίασμα της φυσικής ομορφιάς.

Μεγαλύνοιτο το όνομά Σου Κύριε!Μονάχα Εσύ μπορείς να ζωγραφίσεις αυτές τις δοξαστικές εικόνες….

Λίμνες, αριπίδωτες, σαν υπνωτισμένες! ‘Ενα ασύνορο γαλάζιο, ερωτικά σφιχταγκαλιασμένο με το βαθύ πράσινο των, γεμάτων αφέγγιστα δάση, τριγυρινών βουνών. Βουεροί καταρράκτες! Ιριδίζοντες παγετώνες! Και πάνω τους, κάτι άλλες λίμνες, «κρυφές» που τις λένε Escondides-κρυμμένες! Ποιός, Παναγιά μου, τις έχασε, και πρέπει να τις γυρεύει ψηλά, ανάμεσα στους επικίνδυνους πάγους;

Καθώς κατηφορίζουμε όλο και νοτιότερα, τα δάση πυκνώνουν τρομερά, λόγω μεγάλων βροχοπτώσεων. Ακόμη και κοντά στο Ακρωτήρι Χόρν-που είναι το ακρότατο σημείο του τελευταίου νησιού του Αρχιπελάγους-τα δάση έχουν μια απίστευτη πυκνότητα.

Κατά τις 10. 00 φτάνουμε στην λίμνη Tolquin. Η Μαρία Λάουρα σκοπεύει να μας μπάσει-εν υπαίθρω τούτη τη φορά-στα μυστικά της ιεροτελεστίας του Ματέ. ‘Εχει όλα τα σύνεργα μαζί της. Καθόμαστε γύρω της, πάνω στο χορτάρι, κάτω από τα αιωνόβια δέντρα. Δίπλα μας η λίμνη.

Καθώς μας ετοιμάζει το ρόφημα, μας διηγείται και ένα δυσάρεστο περιστατικό:

-Η λίμνη δεν είναι πάντα τόση ήρεμη, όσο τη βλέπετε σήμερα. ‘Οταν αγριέψει γίνεται «mui peligrosa»-πολύ επικίνδυνη. ‘Ετσι, όταν κάποτε ένα πλοιαράκι, γεμάτο εκδρομείς-μαθητές Δημοτικού Σχολείου βρέθηκε εδώ, έπιασε φουρτούνα τρομερή. Το βαρκάκι ανατράπηκε. Και, παρ’ ότι η όχθη ήταν πολύ κοντά, και μολονότι άνθρωποι βούτηξαν σχεδόν αμέσως, τα περισσότερα παιδιά πνίγηκαν ή πέθαναν από το κρύο.

Για μας αυτή η λίμνη είναι «Maltida»! Καταραμένη!

Διότι ζήσαμε την αγριότητα και την απανθρωπιά της! Βλέπετε και τα θύματα ήταν πολύ μικρά παιδιά…

Πλησιάζουμε ολοένα προς την Ushuaia. Το τοπίο είναι τώρα ολοζώντανο! Κατάφυτο! Πενέμορφο! Αστραφτερό σαν φρεσκολουσμένο! Οι λίμνες είναι πια συχνό θέαμα. ‘Ενα θέαμα που, όμως, ποτέ δεν χορταίνουν τα μάτια μας…

Το μεσημεράκι, με δροσερή λιακάδα, μας βρίσκει πάνω στις όχθες άλλης μιας εκπληκτικής λίμνης. Είναι η Φανιάνο τούτη τη φορά. Το σημείο που σταματάμε για να γευματίσουμε, είναι από τα ωραιότερα της λίμνης. Εδώ το νερό στενεύει κάπως, δημιουργώντας ένα είδος γοητευτικού φιόρδ, που μέσα του ναρκισσεύονται ξεδιάντροπα τα τριγυρινά βουνά και δάση! ‘Ολος ο λιμναίος χώρος είναι γεμάτος φως και σκιές, αστραφτερές επιφάνειες και μαγευτικές αντανακλάσεις…

Πίνουμε στα γρήγορα έναν καφέ-η Γιάννα επιμένει ακόμη στις Papas Frittas αδιαφορώντας για την σιλουέττα της-κι ορμάμε έξω, στη λαμπρή λιακάδα!

Παναγία μου! Τι πεντακάθαρη ατμόσφαιρα είναι τούτη! Το φωτόμετρό μου ζητά το μέγιστο κλείσιμο! Τι απίστευτη φωτεινότητα είναι αυτή; Είμαι εντυπωσιασμένη!

Ανηφορίζουμε σ’ένα κατάφυτο λοφάκι. Κι από εκεί ψηλά γεμίζουμε τα μάτια μας με αγλαϊσματα. λαμπηδόνες και φαντασμαγορία!. . (Κι ύστερα σου λένε:καταργήσαμε τ’αρχαία για να ευκολύνουμε τη ζωή μας. Καλά τη ζωή μας! Με το λόγο, τι γίνεται; ).

-Απίστευτα μου φαίνονται τέτοια θεάματα μονολογεί η Φρόσω. Ούτε που τα φανταζόμουν όταν ξεκινούσα από την Αθήνα.

-Ούτε ‘γώ. απαντώ. Κι ας ήταν η Παταγονία το όνειρο της ζωής μου. Η Μόλυ ακόμη με πειράζει, θυμίζοντας μου τη μόνιμη αποστροφή:

« Ας δω την Παταγονία κι ας πεθάνω!»…

Ξεκινούμε πάλι. Ξαφνικά ό ήλιος χάνεται. Αρχίζει να συννεφιάζει. Κι όσο προχωρούμε τόση η συννεφιά γίνεται βαρύτερη. Σε λίγο αρχίζει να πέφτει χιονόνερο! Και το απόγευμα φτάνει με γρήγορη περπατησιά. Αυτήν την ώρα του απειλητικού μουχρόματος, βρισκόμαστε στο Πέρασμα Garibaldi, στη λίμνη Escodida. Την «Κρυμμένη»! Που σημαίνει ότι είμαστε σε κάποιο υψόμετρο. Γι’ αυτό και ο καιρός άλλαξε τόσο δραστικά. Τολμάμε να βγούμε έξω για μια φωτογραφία. Ω Θεέ μου! Ο αέρας μας παίρνει και μας σηκώνει κυριολεκτικώς. Μήτε κουκούλες στέκουν στην κεφαλή μας, μήτε μαντήλια. Μας τ’αρπάζουν οι απανωτές ριπές του ανέμου, σαν να έχουν προηγούμενα μαζί μας. Παλαβώνουμε:

-Μωρ’τ’είν’τούτο το κακό; μονολογώ καθώς πασχίζω να στερεωθώ στη θέση μου, για να φωτογραφίσω τη Φρόσω και τη Γιάννα.

Αδύνατον. Ο αέρας με σπρώχνει βάρβαρα απ’όλες τις μεριές. Σειέμαι σαν εκκρεμές. Κι αυτές οι δύο, οι αδικιορισμένες, να σκούζουν μες’τη χλαπαταγή και το κακό:

-’Αντε, παιδάκι μου, τέλειωνε και γίναμε αρχαιότητες!

-Και τι σας πέρασε; Πως εγώ έμεινα απλώς αρχαία; Στον υπερθετικό βρίσκομαι κι εγώ, εξαιτίας σας αχάριστες! Αν είναι τέτοιος ο καιρός και στην Ushuaia, μονάχα τους τοίχους του ξενοδοχείου θα δούμε!. . Μη χάνεστε!. . .

Αστεία αστεία αλλά εγώ είμαι φοβερά ανήσυχη. Υπάρχει κίνδυνος να μας χαλάσει το ταξίδι ο διαολόκαιρος.

-Τι θεϊκή οργή είν’αυτή! Σίγουρα τέτοια εικόνα θα είχε η Πλάση, όταν ο Θεός έδινε στο Μωυσή τις Δέκα Εντολές, σκέπτομαι μπουρινιασμένη.

Σ’αυτήν εδώ τη διαδρομή βλέπω, για πρώτη φορά, την τύρφη πάνω στις αβαθείς λίμνες. Εγώ τη λέω «λειχήνα». Ο Αγγλόφωνος οδηγός μου τη λέει Peat moss (ελώδη τόπο φυτανθράκων). Τελικώς όμως, ο Δημητράκος μου δίνει τη χαριστική βολή, ερμηνεύοντας τη φράση ως: «ορυκτόν άνθρακα». Κι ό, τι καταλάβαμε όλοι καταλάβαμε, κι ας μην ψάχνουμε παραπάνω. Κάτι απ’όλα αυτά, είναι σίγουρα το Peat moss. Ωχ, πιά! Για να καταλάβετε, δηλαδή, σε τι και πόσα πράγματα ενίοτε κολλάω. Και η καθυστέρηση είναι αναπόφευκτη. Αφήστε, δα, τη σύγχυση και τον εκνευρισμό! Ξέρετε τι τίναι να ψάχνεις ώσπερ μανιακή χάρτες, Οδηγούς, Εγκυκλοπαίδειες, φυλλάδια, σημειώσεις, λεξικά και δεν ξέρω τι άλλο, και εν τέλει να μη βρίσκεις το θέλημα σου; Χάνετε η αναθεματισμένη η πληροφορία!

Μόνο στον Αη Φανούρη πίττα δεν έχω τάξει ακόμη. Όμως που θα πάει; Θα το κάνω κι αυτό! Τι θαρρείτε;

Στην Ushuaia μπαίνουμε νωρίς το απόγεμα, με ψοφόκρυο και καταρρακτώδη βροχή αλλά, ευτχώς, χωρίς την ανταγιάντιστη ανεμοζάλη του Garibaldi.

Πρώτη εντύπωση:

-Ιουσούς Χριστός νικά! Τι…τενεκέ μαχαλάς τεχνικολόρ είναι αυτός; Κοίτα έγχρωμες λαμαρίνες στις στέγες! Δεν το πιστεύω! Καλά, αυτοί εδώ δεν έχουν ακουστά για ένα συμπαθητικότατο υλικό που το λέμε «κεραμίδι»; Και τι σόι χρώματα είναι αυτά; Κίτρινα του ίκτερου! Πράσινα της χολής! Εκρού του νεκρού! Κόκκινα του κοκκινογουλιού…Τι πράμα και τούτο!. . . .

Την απάντηση την έχουμε αργότερα.

-Το κεραμίδι, μας εξηγεί η Μαρία Λάουρα, δεν στέκει σε δικές μας στέγες. Το σηκώνει αυτοστιγμή ο παράφρων άνεμος. Οι λαμαρίνες όμως καρφώνονται, και είναι πιο στέρεες πάνω από τα κεφάλια μας. Ωστόσο κι αυτή η λύση έχει την αισθητική της, δεν συμφωνείτε;

Εκείνη την ώρα καθόλου δεν συμφωνήσαμε. Την άλλη όμως μέρα το πρωϊ, όταν είδαμε την πόλη από την θάλασσα, πάνω από το πλοίο, δικαιώσαμε την καλή ξεναγό μας! ‘Εμοιαζε σαν χρωματιστό, επιτραπέζιο, παιδικό παιχνίδι!

Υπό βροχήν αναβαίνουμε στο ξενοδοχείο μας. Βρίσκεται στην πλαγιά του βουνού, στου οποίου τα πόδια είναι κτισμένη η πρωτεύουσα του νησιού της Tierra del Fuego. Το τι θέα έχουμε από το σαλόνι, δεν περιγράφεται! Η πόλη κάτω, και πέρα το λιμάνι, με τα Στενά Beagle και τα βραχονήσια τους!. .

Το όνομα των Στενών προήλθε από το όνομα του πλοίου Beagle, με το οποίο έφτασε εδώ ο γνωστός μας και μη εξαιρετέος Δαρβίνος. Και η Παταγονία απέκτησε μ’αυτόν, άλλον έναν εραστή, που προπαγάνδισε μάλιστα τη μοναδικότητα της στα βιβλία του.
 

Defkalion

Administrator
Μηνύματα
11.400
Likes
17.206
Ταξίδι-Όνειρο
Αλάσκα
Να ευχαριστήσω και την @Sassenach77 που έχει πάρει... υπεργολαβία ένα μεγάλο μέρος του κειμένου, και σύντομα θα μπουν και τα τελευταία κεφάλαια :clap:
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.189
Μηνύματα
883.391
Μέλη
38.895
Νεότερο μέλος
tsala

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom