Ουκρανία Πολωνία Πόλσκα, Ουκραγίνα

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Αυτό που κάνω με τη Βαρσοβία, το ότι συνέχεια αναβάλλω να της αφιερώσω ένα κείμενο, μου θυμίζει εκείνο που έκανα με τον Λευκό Πύργο στη Θεσσαλονίκη. Σκεφτόμουν ότι... ήταν/είναι ΕΚΕΙ, και “κάααποια στιγμή” θα ανέβαινα επιτέλους στην κορυφή του, έτσι, για να δω πώς φαίνεται η παραλία και η υπόλοιπη πόλη από εκεί. Με αυτά και μ' αυτά, μόλις στα 27-28 μου... αξιώθηκα να μπω και να ανέβω στην κορυφή του.

Στη Βαρσοβία πρωτοήρθα τον Οκτώβριο του 2011, όμως την ιστορία που είχα αρχίσει τότε την άφησα στη μέση ακριβώς πριν φθάσω εδώ. Επέστρεψα το 2012 για το εναρκτήριο παιχνίδι του Euro, το Πολωνία-Ελλάδα, όμως τότε δεν μπήκα καν στη διαδικασία να αρχίσω ιστορία. Τώρα, ήμουν εδώ στις 11 Φεβρουαρίου για το πρώτο βράδυ αυτού του ταξιδιού, επέστρεψα μετά από... τριήμερη εκδρομή στο Γκντανσκ, ξανάφυγα για 9-10 μέρες μέχρι που επέστρεψα το Σάββατο από Βρότσλαβ, κι αύριο φεύγω ξανά. Αν δε βάλω ΤΩΡΑ τέλος στην αναβλητικότητά μου, φοβάμαι ότι θα είναι το μοναδικό μέρος στο οποίο θα περάσω χρόνο σε αυτό το ταξίδι των 70 ημερών, και ΔΕΝ θα αφιερώσω ούτε καν λίγες παραγράφους...

Τον Οκτώβριο του 2011 έφθασα εδώ άγρια χαράματα με βραδινό λεωφορείο από το Λβιβ (Ουκρανία). Περπατώντας από τον -δυτικό- σταθμό λεωφορείων προς τον πλησιέστερο σταθμό του μετρό (δεν ήταν και δίπλα), αν και... ζαλισμένος από την άβολη βραδιά στο λεωφορείο, θυμάμαι ότι το μυαλό μου πήγε στην πρώτη φορά που πέρασα τα σύνορα της Σερβίας με την Κροατία(!).

Τότε, μπαίνοντας στην Κροατία, η... ατμόσφαιρα, η κατάσταση των κτηρίων, τα καθαρά πεζοδρόμια, το ότι οι δρόμοι είχαν γραμμές ανάμεσα στις λωρίδες και μάλιστα φρεσκοβαμμένες, έντονες, διάφορες μικρές-μικρές λεπτομέρειες, με είχαν κάνει να αισθανθώ ότι πίσω μου είχα αφήσει τα Βαλκάνια, και μπροστά μου είχα την... Κεντρική Ευρώπη. Τα πάντα έμοιαζαν ασύγκριτα πιο... “τακτοποιημένα” απ' ότι στη Σερβία, και σωστά ή λανθασμένα, το “τακτοποιημένα” το έχω συνδέσει στο μυαλό μου με την Κεντρική Ευρώπη, και όχι τα Βαλκάνια...

Την ίδια ακριβώς αίσθηση είχα όταν πρωτοπάτησα στη Βαρσοβία, με τη διαφορά ότι πίσω μου είχα αφήσει όχι τα Βαλκάνια, αλλά την Ανατολική Ευρώπη. Όχι ότι η Ουκρανία με είχε αφήσει με την εντύπωση... “χύμα” χώρας, απλά, τα πάντα στη Βαρσοβία έμοιαζαν πιο... “σε τάξη”, μοντέρνα, “γυαλισμένα”, “ραφιναρισμένα”, απ' ότι στο Κίεβο και στο Λβιβ. Θυμάμαι για παράδειγμα ότι είδα μαζεμένα κτήρια με γυάλινες προσόψεις. Κάποια λεωφορεία και τραμ που ήδη κυκλοφορούσαν, έμοιαζαν να είναι τρεις γενιές νεότερα από εκείνα που είχα πάρει στο Κίεβο και στο Λβιβ.

Ίσως πάλι να ήμουν επηρεασμένος από τον τεράστιο θόρυβο που γινόταν τότε για το αν το Euro θα το φιλοξενούσαν και οι δύο χώρες, ή αν, λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων στις εργασίες στα γήπεδα της Ουκρανίας, όλοι οι αγώνες θα γίνονταν στην Πολωνία, η οποία είχε φανεί σχεδόν απόλυτα συνεπής, και είχε τα γήπεδα έτοιμα εντός χρονοδιαγράμματος. Για παράδειγμα, τέλη Σεπτεμβρίου στο Κίεβο ακόμα “πάλευαν” να “τρέξουν” τις εργασίες στο Ολυμπιακό Στάδιό τους, και οι εργασίες στο γήπεδο του Λβιβ ήταν επίσης πολύ “πίσω”. Αντίθετα, αρχές Οκτωβρίου στη Βαρσοβία, είχα την τύχη να είμαι στην πόλη τη μέρα που το νεόκτιστο τότε Εθνικό Στάδιο άνοιγε τις πόρτες του για να το δει ο κόσμος, εκείνο και την “επίδειξη” του πώς ανοίγει και κλείνει η οροφή του.

Φεύγοντας από τη Βαρσοβία τότε, αισθανόμουν ότι μόλις είχα περάσει μερικές ημέρες σε μία όμορφη πόλη, “περιποιημένη”, ταχύτατα αναπτυσσόμενη, με την Παλιά Πόλη της (έστω και “ρέπλικα” της αυθεντικής, που καταστράφηκε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο), με το ποτάμι της, με το μετρό της, με τα πάρκα της, με τα ενδιαφέροντα μνημεία της, με τον όμορφο κόσμο της (τουλάχιστον του γυναικείου φύλλου, στις του οποίου είχα στραμμένη την προσοχή μου), με τα “τσίλικα” γήπεδά της, όμως...

Όμως, ήταν σαν να είχα γνωρίσει μία υπέροχη γυναίκα που είχαμε όλα τα... φόντα να κάνουμε σχέση, χωρίς όμως να “τσιμπηθώ” μαζί της στα πρώτα ραντεβού. Θα μέναμε σε επαφή, μπορεί να γινόμασταν και φίλοι, όμως... μέχρι εκεί. Δεν... ξελογιάστηκα από τη Βαρσοβία (σε αντίθεση με το Κίεβο). Ίσως “έφταιγε” το ότι έμεινα σε χόστελ, και δεν δοκίμασα να φιλοξενηθώ από κάποιον, άρα να έχω ντόπια παρέα. Ίσως να έφταιγε το ότι τότε δεν είχα ασχοληθεί καθόλου -μα καθόλου- με τα Πολωνικά, τα οποία -κακώς, τελικά- θεωρούσα το ίδιο... απλησίαστα με τα Ουγγρικά, ή τα Φινλανδικά. Ίσως να έφταιγε... η σύγκλιση των πλανητών εκείνες τις ημέρες, δεν ξέρω...

Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως να έφταιγε και το ότι πήγα σε μία συνάντηση μελών ενός σάιτ, ένα... “get-together” για καφέ-τσάι-ποτό, και το πρώτο που είπε η κοπέλα που κάθισε δίπλα μου όταν άκουσε ότι είμαι Έλληνας ήταν, “ε, πρέπει να το περιμένατε ότι κάποια στιγμή θα χρεοκοπούσατε, αφού πηγαίνετε στη δουλειά σας όποτε θέλετε και για όσο θέλετε”(!). Ακόμα κι αυτό όμως, ήταν... ύμνος μπροστά σε όσα άκουσα λίγες εβδομάδες αργότερα στην Μπρατισλάβα...

Οκτώ μήνες αργότερα, η Βαρσοβία ήταν ντυμένη στα Euro-ικά της, κι όλα φάνταζαν ονειρεμένα. Κερασάκι στην τούρτα ήταν ότι γνώρισα και φιλοξενήθηκα από μία Πολωνή που είναι η κατά 12 χρόνια νεότερη θηλυκή έκδοσή μου. Εκείνο που μας έδεσε περισσότερο ήταν ο σαρκασμός, τον οποίο και οι δύο έχουμε για δεύτερη γλώσσα (όσο κι αν δυσκολεύεστε ίσως κάποιοι να πιστέψτε διαβάζοντας τα κατά κανόνα “φλατ” κείμενά μου εδώ).

Από τότε, όλο με καλούσε να ξανάρθω, κι όλο το ανέβαλα για... κάποια άλλη φορά, δίνοντας προτεραιότητα σε άλλους προορισμούς. Μέχρι πριν από τρεις εβδομάδες. Στο διαμέρισμά της γράφω αυτό το κείμενο, με το χιόνι να πέφτει σαν λυσσασμένο από το πρωί που άνοιξα τα μάτια. Ό,τι καιρό και να κάνει όμως, αυτό το διαμέρισμα έχει κάτι για το οποίο δε θα το άλλαζα ούτε με δωμάτιο πεντάστερου ξενοδοχείου. “Τη φίλη σου”, θα σκεφτεί κανείς. Εεεεεε, ννννναι, κι εκείνη. Βασικά όμως, δυόμισι χιλιόμετρα (όπως πετάει πουλί) βορειοδυτικά, βρίσκεται το Εθνικό Στάδιο. Το διαμέρισμα είναι στον τελευταίο όροφο (13ο) μοντέρνας οικοδομής, με κανένα άλλο κτήριο να είναι αρκετά ψηλό για να κρύβει έστω και μια γωνιά του σταδίου. Κάθε απόγευμα στις έξι, και μέχρι τα μεσάνυχτα, ανάβουν τα φώτα στο εξωτερικό “ρούχο” του σταδίου, κόκκινα και άσπρα, και η ένδειξη “PGE NARODOWY” (το επίσημο όνομα του σταδίου) κάνει αδιάκοπα... κύκλους. Δεν τη χορταίνω αυτήν τη θέα (όπως και το ιδιόρρυθμο χιούμορ της φίλης μου).

Κατά τα άλλα, τη Βαρσοβία αυτήν τη φορά τη βρήκα ακόμα πιο... μοντέρνα από το 2012. Ουρανοξύστες που τότε κτίζονταν, τώρα είναι ολοκληρωμένοι, έχοντας “εμπλουτίσει” το “skyline” της πόλης. Νέα μοντέρνα κτήρια σε αυτόνομα συγκροτήματα έχουν ξεφυτρώσει, στεγάζοντας την όλο και επεκτεινόμενη αριθμητικά μεγαλομεσαία τάξη. Τα πάρκα και τα μνημεία μοιάζουν καλύτερα διατηρημένα από ποτέ, κάτι που εξηγείται από την ακόμα μεγαλύτερη από παλιότερα προσοχή που δίνουν οι τοπικές αρχές στον καλλωπισμό της πόλης. Ακόμα και σε ώρα αιχμής, έχεις την αίσθηση ότι... δεν κολλάς στην κυκλοφορία αν είσαι σε αμάξι, ενώ τα μέσα μαζικής συγκοινωνίας φαίνονται να λειτουργούν στην εντέλεια, με το εισιτήριο μάλιστα να κοστίζει λιγότερο από το αστικό λεωφορείο στη Θεσσαλονίκη. Γενικά, έχεις την αίσθηση ότι η Βαρσοβία έχει... πατήσει γκάζι, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι είναι και κανένας... επί γης παράδεισος...

Ακόμα και στην “πιο καλλωπισμένη, δε γίνεται” Παλιά Πόλη, βλέπεις άστεγους που ψάχνουν στα σκουπίδια για... οτιδήποτε. Ο βασικός μισθός είναι στα 1200 ζλότι (καθαρά), δηλαδή λιγότερο από 300 ευρώ, χρήματα που δεν είναι αρκετά για να ζήσει κανείς μόνος του, όσο χαμηλές κι αν είναι οι τιμές στα τρόφιμα, στη βενζίνη, και στη στέγαση -μακριά από το κέντρο. Τουλάχιστον οι πολύ χαμηλά αμειβόμενοι παίρνουν κάποιο βοήθημα-συμπλήρωμα από το κράτος.

Θα μπορούσα να συνεχίσω με τη λίστα εκείνων που δικαιολογούν το “δεν είναι και επί γης παράδεισος η Βαρσοβία”, όμως... νομίζω ότι θα ήταν άδικο να επεκταθώ σε δεινά της πόλης που είναι δεινά... μάλλον κάθε πόλης σε όλον τον πλανήτη. Εκείνο στο οποίο ούτως ή άλλως θέλω να καταλήξω είναι ότι σαν επισκέπτης της, παρατηρώντας, συγκρίνοντας, και μαζεύοντας πληροφορίες από κάθε πιθανή και απίθανη πηγή, μένω με την αίσθηση (που μπορεί φυσικά να είναι και λανθασμένη) ότι η Βαρσοβία, σε πολύ απλά Ελληνικά, “πηγαίνει μπροστά”, κι ότι ναι μεν υπάρχουν πολλοί που... μένουν πίσω (λογικό, σε μία μεγάλη πόλη), όμως υπάρχει κι ένας όλο κι αυξανόμενος αριθμός πολιτών της που... ανεβαίνει στο τρένο.

Για την Πολωνία γενικά, για τους Πολωνούς και τα Πολωνικά, έχω πολλά ακόμα σχόλια, όμως αυτό το κείμενο είναι ήδη μεγάλο, και ούτως ή άλλως έχω ακόμα... μέλλον στη χώρα, πριν πάρω λεωφορείο για Λβιβ, οπότε... θα επανέλθω. Επόμενος προορισμός μου είναι το “Μπιάλιστοκ” ή “Μπιαλίστοκ” (έτσι το γράφει στα Ελληνικά στη wikipedia, το πρώτο στον τίτλο, το δεύτερο στο κείμενο), τη μεγαλύτερη πόλη της βορειοανατολικής Πολωνίας. Το γιατί κυρίως πηγαίνω εκεί αύριο (μέρα με αγώνες εμβόλιμης αγωνιστικής του πολωνικού πρωταθλήματος), όσοι παρακολουθείτε αυτήν την ιστορία δεν χρειάζεται να... εξαντλήσετε τη φαντασία σας για να μαντέψετε... :)
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Για να μοιραστώ τις εντυπώσεις μου από το Μπιαλίστοκ (ας το γράφω έτσι, χωρίς να το κουράσω με το πώς ακριβώς προφέρεται), πρέπει να κάνω έναν... αχταρμά στον οποίο θα συμπεριλάβω τον Ζαμπούνη(!), μια Αμερικάνα γνωστή μου (“μία γνωστή σου από τις ΗΠΑ”, όπως θα με διόρθωναν φίλοι μου από την Αργεντινή, τη Βραζιλία, γενικά από... οπουδήποτε αλλού στην Αμερική εκτός από τις ΗΠΑ -δεν τους αρέσει να λέμε “Αμερικάνους” τους ΗΠΑϊνούς, λες και οι υπόλοιποι στην ίδια ήπειρο δεν είναι Αμερικάνοι. Δεν έχουν άδικο), το πώς με φοβέριζε η μάνα μου για να φάω όταν ήμουν πιτσιρίκι, αλλά και το Σούκρε (Βολιβία), το Κάλι (Κολομβία), και τις Βρυξέλλες (Ο αχταρμάς).

Τον Ζαμπούνη, επειδή όσο ήμουν στο Μπιαλίστοκ (επέστρεψα χθες το βράδυ στη Βαρσοβία) και σκεφτόμουν τι θα έγραφα εδώ, θυμόμουν να τον ακούω στην τηλεόραση να λέει ότι ένας από τους κανόνες του “σαβουάρ βιβρ” είναι ότι “όταν έχουμε κάτι θετικό να πούμε για κάποιον/κάτι, το λέμε. Αν αυτό που έχουμε να πούμε είναι αρνητικό, το κρατάμε για τον εαυτό μας” (κάπως έτσι τέλος πάντων).

Τη γνωστή μου από τις ΗΠΑ επειδή κάποια στιγμή πρόπερσι πέρασε λίγες ημέρες στη Θεσσαλονίκη (εγώ ήμουν αλλού), κι όταν μου έγραψε τις εντυπώσεις της μου περιέγραψε την πόλη με τη λέξη “μπλα”, λέξη που οι ΗΠΑϊνοί χρησιμοποιούν όταν κάτι/κάποιος τους αφήνει εντελώς αδιάφορους, όταν δεν τους προκαλεί καμία εντύπωση. Το ότι η Θεσσαλονίκη τής φάνηκε “μπλα” το αφήνω ασχολίαστο. Το “μπλα” της όμως το θυμήθηκα όσο περπατούσα στους δρόμους του Μπιαλίστοκ.

Τη μάνα μου, επειδή όταν ήμουν πιτσιρικάς, δύσκολος στο φαγητό, για να με κάνει να φάω κάτι που δεν ήθελα, με φοβέριζε με το... κλασικό -κι αυτό θα το αφήσω ασχολίαστο, για να μη “στολίσω” τη μάνα μου δημόσια- “αν δεν το φας, θα φωνάξω τις γύφτισσες να σε πάρουν”. Στο Μπιαλίστοκ σκέφτηκα ότι η φοβέρα των Πολωνών μαμάδων στα μικρά παιδιά τους που κάνουν τα... δύσκολα στο φαγητό, πρέπει να είναι, “αν δεν το φας, θα σε στείλω να μείνεις με άλλη οικογένεια στο Μπιαλίστοκ”...

Το του Σούκρε, του Κάλι, και των Βρυξελλών, το αφήνω για το τέλος του κειμένου.

Λίγο-πολύ, έχετε ήδη καταλάβει πόσο με... σαγήνεψε το Μπιαλίστοκ. Για να... επεκτείνω το εγκώμιό του που ήδη άρχισα να πλέκω, προσθέτω ότι όσο ήμουν εκεί, σκεφτόμουν ακόμα “πότε ήταν η τελευταία φορά που μία πόλη με άφησε τόσο μα τόσο αδιάφορο”, και, περπατώντας προς τον σταθμό λεωφορείων (τον πιο dodgy που έχω δει εδώ και πολύ-πολύ καιρό, για την ακρίβεια από έναν στις Φιλιππίνες το 2013), σκεφτόμουν “πότε ήταν η τελευταία φορά που αισθανόμουν ΤΟΣΟ καλά που έφευγα από μία πόλη” (αυτό, όσο κι αν έστυψα το κεφάλι μου, το άφησα αναπάντητο).

Για να είμαι δίκαιος απέναντι στο Μπιαλίστοκ, αν προσέξατε, δεν έχω γράψει πουθενά μέχρι τώρα “το Μπιαλίστοκ είναι μπλα, είναι χάλια, είναι αίσχος, είναι, είναι, είναι”. “Μου φάνηκε”, γράφω. Πάντα -προσπαθώ να- είμαι όσο πιο ακριβής -κι ακριβοδίκαιος- μπορώ, και νομίζω ότι θα ήταν τουλάχιστον βλακώδες να χαρακτήριζα μία πόλη “μπλα” έχοντας περάσει εκεί μόλις 30 ώρες, από τις οποίες εφτά ήταν κοιμώμενος, και τέσσερις στο όμορφο μόλις ενός έτους γήπεδο της τοπικής Γιαγκελόνια. Εντυπώσεις μοιράζομαι, όχι... ετυμηγορία για το τι είναι πραγματικά το Μπιαλίστοκ.

Τι ήταν εκείνο που κυρίως με άφησε με αυτές τις... λιγότερο από λαμπρές εντυπώσεις; Το feeling περπατώντας επί ώρες σε μία πόλη που τουλάχιστον στα δικά μου μάτια φαντάζει ένας σχεδόν χωρίς ίχνος γοητείας συνδυασμός επαρχιακού “σοβιετικού” (ξέρω ότι η Πολωνία ήταν ξεχωριστή χώρα και όχι “Δημοκρατία” της ΕΣΣΔ, δεν είμαι τόσο άσχετος από πολωνική ιστορία του 20ού αιώνα, στο αρχιτεκτονικό στιλ αναφέρομαι) και απελπισμένα πεινασμένου (οικοδομικά) μοντέρνου. Εννοώ ότι η πόλη μού φάνηκε πολύ... “σοβιετική”, με πολύ φαρδιούς δρόμους, με τεράστιες... ανοιχτωσιές, με μεγάλα αλλά “άχρωμα” πάρκα, γενικά με χαρακτηριστικά που προσωπικά μού φάνηκαν ενδιαφέροντα τις πρώτες 2-3 φορές που βρέθηκα σε παρόμοιες πόλεις, πλέον όμως δε μου γαργαλάνε καθόλου το ενδιαφέρον. Το “μεγαλιθικό” το σοβιετικό έχει το ενδιαφέρον του (για μένα, ακόμα), ένα κακάσχημο κτήριο-κουτί μπορεί να με κάνει να το προσέξω για ώρα απλά και μόνο με το μέγεθός του, αλλά αυτό το επαρχιακό σοβιετικό με τα χαμηλά κτήρια και τα μαγαζιά με βιτρίνες που μοιάζουν βγαλμένα από τα πρώτα χρόνια της μετα-κομμουνιστικής “ελεύθερης” αγοράς, δεν μου... λένε τίποτα (σε μία κλίμακα από το ένα ως το δέκα για το πόσο “ψωνισμένος” ακούγομαι -”ακούγομαι” σε κείμενο”, τέλος πάντων...- πρέπει να με έχετε κάποιοι αυτήν τη στιγμή μεταξύ... 11 και 12).

Προσθέστε σε αυτά ότι η πόλη μοιάζει με ένα απέραντο εργοτάξιο, κάποια μεγάλα μοντέρνα κτήρια είναι έτοιμα, όμως ασύγκριτα περισσότερα είναι “στο ανέβασμα”, κάτι που σημαίνει ότι κάνοντας βόλτα περνάς συνέχεια μπροστά από ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα που είναι φασκιωμένα με τεράστιες ταμπέλες με το πώς ΘΑ είναι κάποτε ο ίδιος χώρος, όταν οι εργασίες θα έχουν ολοκληρωθεί. Μπράβο στους ανθρώπους, καλό είναι μία οικογένεια -αν δύναται οικονομικά- να ζει σε ένα διαμέρισμα άνετο, σύγχρονο, αντί για μία τρύπα σε κτήριο του '50 στο οποίο τα υδραυλικά του έχουν επιδιορθωθεί περισσότερες φορές κι από αυτοκίνητο της ίδιας δεκαετίας στην Αβάνα (που “κυκλοφορεί” ακόμα, αποτέλεσμα της ίσως ασύγκριτης επινοητικότητας των Κουβανών να καλύπτουν ελλείψεις -μάλλον σχεδόν ολική ανυπαρξία, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα- ανταλλακτικών παμπάλαιων αυτοκινήτων), όμως... δύσκολα μπορώ να φανταστώ επισκέπτη της πόλης να ψελλίζει “χμ... Ωραία πόλη”, κάνοντας βόλτα στους δρόμους του Μπιαλίστοκ.

Εγώ πάντως, εκείνο που ήθελα να κάνω, το έκανα. Είδα ένα ακόμα παιχνίδι σε γήπεδο-υπόδειγμα για το πώς πρέπει να είναι η έδρα μικρομεσαίας ομάδας (μοντέρνο, χωρητικότητα 20-25000 θεατές, εύκολη πρόσβαση, άριστες γωνίες θέασης του αγωνιστικού χώρου από παντού, χωρίς στίβο, αμιγώς ποδοσφαιρικό γήπεδο), κι αυτό για μένα ήταν αρκετό για να φύγω από την πόλη βάζοντας ένα νοερό “τικ” δίπλα στις 30 ώρες μου εκεί.

Εκτός όμως από το “τικ” δίπλα στο “να δω παιχνίδι στο καινούργιο γήπεδο του Μπιαλίστοκ”, την πόλη θα τη θυμάμαι -πάντα- με ένα μισοχαμόγελο επειδή -ποιος να το' λεγε- μπήκε σε ένα... εκλεκτό, κλειστό “κλαμπ” τεσσάρων, πλέον, πόλεων. Τον Απρίλιο του 2012 έμαθα στο Σούκρε ότι είχα πάρει δημοσιογραφική διαπίστευση για το Euro της Πολωνίας και της Ουκρανίας. Δύο χρόνια αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2014, στο Κάλι έμαθα (και με πήραν τα ζουμιά από την ανακούφιση και την εκτόνωση της πίεσης που αισθανόμουν τότε) ότι είχε γίνει αποδεκτό από τη ΦΙΦΑ το αίτημά μου για διαπίστευση για το Μουντιάλ της Βραζιλίας. Την ίδια χρονιά, τέλη Οκτωβρίου, ανήμερα της γιορτής μου, στις Βρυξέλλες έμαθα ότι η AFC, η... ΟΥΕΦΑ της Ασίας, μου είχε δώσει διαπίστευση για το Ασιατικό Κύπελλο που φιλοξενήθηκε τον Ιανουάριο του 2015 στην Αυστραλία.

Στο Μπιαλίστοκ, τσεκάροντας μία τελευταία φορά το μέιλ μου πριν περπατήσω τα τέσσερα χιλιόμετρα από τον ξενώνα μου μέχρι το γήπεδο της Γιαγκελόνια, έμεινα έκπληκτος να χαζεύω την οθόνη του υπολογιστή μου βλέποντας ότι η ΟΥΕΦΑ μού είπε “ναι” για διαπίστευση για το Euro της Γαλλίας :). Γύρω στις 15 του μήνα θα μας ενημερώσουν για τα “match tickets” συγκεκριμένων αγώνων που ο καθένας έχει ζητήσει για τη φάση των ομίλων. Άπληστος -σε αυτόν τον τομέα- όπως πάντα, ζήτησα “εισιτήρια” για δεκατρία παιχνίδια σε δεκατρείς ημέρες, ένα για κάθε μέρα :). Θα είμαι ικανοποιημένος αν μου πουν “ναι” για 6-7 παιχνίδια (η απληστία μου έχει όρια) της φάσης των ομίλων. Για τα νοκ-άουτ παιχνίδια αιτήσεις για “match tickets” γίνονται αφού πρώτα βγουν τα ζευγάρια.

Μια “εκδρομή” μού μένει στην Πολωνία (πριν “μετακομίσω” στην Ουκρανία), αύριο πηγαίνω στο Πόζναν και θα περάσω τρία βράδια εκεί. Ένα κείμενο θα αφιερώσω σε εκείνο, ένα λέω να γράψω με... γενικά σχόλιά μου για τον μήνα που θα έχω περάσει εδώ πριν πάρω λεωφορείο για Λβιβ, και μία ακόμα ανάρτηση θα είναι με φωτογραφίες, τις οποίες υποσχέθηκα και δεν έχω ξεχάσει.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Αν για να... καμουφλάρω στο προηγούμενο κείμενο τις αρνητικές εντυπώσεις μου από το Μπιαλίστοκ, μνημόνευσα -μεταξύ άλλων, σε έναν... πλούσιο αχταρμά- τον Ζαμπούνη(!), στην πρώτη παράγραφο του αποψινού κειμένου για το Πόζναν αρκεί να επαναλάβω μία ατάκα από το “Jerry Maguire”, την οποία χρησιμοποίησα και το 2009, την πρώτη, αν δεν κάνω λάθος, φορά, που “ανέβασα” κείμενο εδώ, από τη Φιλαδέλφεια. Το Πόζναν, “had me at hello”, από τη στιγμή κιόλας που κατέβηκα από το λεωφορείο...

Σε αντίθεση με το Μπιαλίστοκ στου οποίου τον σταθμό των λεωφορείων φθάνεις και νομίζεις ότι δεν αποβιβάζεσαι από λεωφορείο, αλλά από κάψουλα με την οποία ταξίδεψες τουλάχιστον 30 χρόνια πίσω στον χρόνο, στο Πόζναν το λεωφορείο της Polski Bus κάνει τέρμα σε σταθμό που αποτελεί προέκταση καινούργιου τεράστιου εμπορικού κέντρου, στη νοτιοδυτική άκρη τής καρδιάς τής πόλης. Μία υπόγεια διάβαση αργότερα, είσαι ουσιαστικά στις παρυφές τής Παλιάς Πόλης. Σε λιγότερο από 15 λεπτά είχα ήδη περπατήσει μέχρι το χόστελ που είχα επιλέξει για την πρώτη βραδιά μου εδώ, έχοντας περάσει από τον όμορφο κεντρικό πεζόδρομο της πόλης. Το ίδιο το χόστελ (Blooms) αποδείχθηκε τόσο καλό όσο το είχα δει σε φωτογραφίες (που καμιά φορά “απατούν”, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα), και δέκα λεπτά μετά το τσεκ-ιν ήμουν ήδη έξω για την πρώτη βόλτα, βραδινή, σε πεντακάθαρους πλακόστρωτους δρόμους με όμορφα κτήρια, αμέτρητα μπαρ-ρεστοράν, και καλοντυμένο κόσμο (Σάββατο βράδυ ήταν). Γενικά, όλα ήταν όπως έπρεπε να ήταν για να με έκαναν να αισθανθώ ΠΟΛΥ καλά για το μέρος που θα περνούσα τις επόμενες 2-3 μέρες, και όντως, το τελευταίο διήμερο στο Πόζναν ήταν το κερασάκι στην τούρτα τεσσάρων πολύ ευχάριστων εβδομάδων στην Πολωνία.

Κάτι που... πριμοδότησε το Πόζναν με αμέτρητους επιπλέον πόντους στην εκτίμησή μου, είναι ότι η Παλιά Πόλη του και η... ζώνη ακριβώς γύρω από αυτήν, είναι γεμάτες από -όχι απότομες- ανηφόρες/κατηφόρες, στοιχείο που λατρεύω σε κάθε πόλη που το συναντώ, επειδή πολλαπλασιάζει τις... προσφερόμενες γωνίες για λήψη φωτογραφιών. Κάθε κορυφή ανηφοριάς είναι κι ένα σημείο με -μερικώς, έστω- πανοραμική θέα, με πλακόστρωτο δρόμο κάτω από τα πόδια σου και μέχρι εκεί που φθάνει το μάτι σου, με όμορφα -κάποια ακόμα κι επιβλητικά- κτήρια δεξιά κι αριστερά, και με τους δίδυμους πυργίσκους κάποιας εκκλησίας στο βάθος να εμπλουτίζουν ακόμα περισσότερο τη θέα-εικόνα-φωτογραφία.

Ξανά σε αντίθεση με το Μπιαλίστοκ, εδώ τα πάρκα δεν είναι απλά... πράσινες ανοιχτωσιές που πρέπει να διασχίσεις για να πας από το Α στο Β, αλλά χώροι στους οποίους κάνεις κέφι να καθίσεις και να χαζέψεις τον κόσμο, ακόμα και αρχές Μαρτίου, με τη θερμοκρασία λίγο πάνω από το μηδέν.

Η ποικιλία των κτηρίων επίσης μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Από το... ντισνεϊλαντικό παλιό δημαρχείο στο rynek, την πλατεία της αγοράς στην Παλιά Πόλη, μέχρι το “Αυτοκρατορικό Κάστρο”, στο Πόζναν βρίσκεις... “πολλά” (έχασα τον λογαριασμό) κτήρια που σε άλλες πόλεις θα ήταν μόνα τους σημεία αναφοράς και τοπικό καμάρι, ενώ εδώ είναι απλά μεμονωμένα κομμάτια ενός απίθανου αρχιτεκτονικού παζλ που σαν περιπατητή σε ξαφνιάζει συνέχεια, διατηρεί το ενδιαφέρον σου αμείωτο, σαν ταινία που σε κάθε σκηνή συμβαίνει κάτι που αλλάζει τα δεδομένα, ή, για να μην... ξεχνάτε τη μούρλα τού γράφοντα, σαν ποδοσφαιρικός αγώνας στον οποίο η μπάλα πηγαίνει πάνω-κάτω, και κάθε επίθεση “μυρίζει” γκολ...

Τεράστιο ρόλο στο να χαρώ τις βόλτες στο Πόζναν έπαιξε -σήμερα- ο καιρός. Αυτές τις τέσσερις εβδομάδες στην Πολωνία, οι μέρες με σχετικά καθαρό ουρανό ήταν... τρεις; Σήμερα, αντί να “χαραμίζω” το ένα χέρι κρατώντας την ομπρέλα μου, ρισκάροντας κάθε φορά που έβγαζα τη μηχανή αυτή να μου ξεφύγει από το -παγωμένο- άλλο χέρι, έχοντας συνέχεια τον νου μου στο έδαφος για να μην πέσω σε καμιά λακκούβα με νερό, (σήμερα λοιπόν) είχα την... πολυτέλεια να σεργιανίζω ξέγνοιαστος, κυνηγώντας την πλευρά κάθε δρόμου που “έβλεπε” ο ήλιος (που τόσο μου είχε λείψει).

Επιπλέον, ποδοσφαιρικά, στο Πόζναν είδα εικόνες που παρόμοιές τους δεν είχα δει πουθενά αλλού, στις 45 χώρες που έχω πάει σε γήπεδα. Η αρχή έγινε χθες το πρωί, σε ένα γηπεδάκι δέκα λεπτά περπάτημα από την Παλιά Πόλη. Η ερασιτεχνική ομάδα-περίπτωση Όντλεφ, η οποία στη σελίδα της στο ίντερνετ γράφει “είμαστε οι πιο αδύναμοι, αλλά θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι”, και αναρτά... ανάποδα τη βαθμολογία του πρωταθλήματος στο οποίο συμμετέχει, έτσι ώστε ο τελευταίος να φαίνεται στην κορυφή (συνήθως είναι τελευταίοι, όπως τώρα, και κάνουν πλάκα για να φαίνονται πρώτοι), φιλοξένησε σε διεθνές φιλικό παιχνίδι(!) ερασιτεχνική ομάδα από τη Γερμανία, παίκτες της οποίας εμφανίστηκαν στο γήπεδο στο ημίχρονο, “κατηγορώντας” τους υπόλοιπους ότι δεν τους ξύπνησαν το πρωί (το παιχνίδι άρχισε στις δέκα, κι εκείνοι... έσκασαν μύτη στο γήπεδο κατά τις έντεκα, με backpacks στην πλάτη και βλέμματα που... κραύγαζαν ότι το περασμένο βράδυ είχαν περάσει ώρες και ώρες πίνοντας σε κάποιο μπαρ).

Μετά τον πρωινό ερασιτεχνικό χαβαλέ, το απόγευμα πήγα σε ένα από τα τέσσερα γήπεδα που φιλοξένησαν αγώνες του Euro το 2012 στην Πολωνία, για να δω την περσινή πρωταθλήτρια Λεχ να καλωσορίζει την Κρακόβια. Το “καλωσορίζει” το εννοώ κυριολεκτικά. Είχα διαβάσει για τους στενούς δεσμούς φιλίας μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων, αλλά... σχεδόν με τσίμπησα για να πιστέψω αυτά που είδα. Χιλιάδες οπαδοί των δύο ομάδων πήγαν στο γήπεδο με δύο κασκόλ ο καθένας, μπλε (της Λεχ) στο ένα χέρι, κόκκινο (της Κρακόβια) στο άλλο. Κάποιοι φορούσαν σκουφάκι της μιας ομάδας, και κασκόλ της άλλης.

Πριν αρχίσει το παιχνίδι, στο γήπεδο ακούστηκε πρώτα ο ύμνος της φιλοξενούμενης Κρακόβια, τον οποίο τραγούδησαν όλοι μαζί, ακόμα και οι “σκληροπυρηνικοί” οπαδοί της Λεχ, όρθιοι, με τα κασκόλ υψωμένα και τεντωμένα. Αμέσως μετά, τον ύμνο της Λεχ τραγούδησαν κι οι της Κρακόβια, οι οποίοι κάθονταν... παντού στις κερκίδες, κι όχι στην -απομονωμένη και αποκομμένη με πλεξιγκλάς- γωνιά που σε κάθε γήπεδο στην Πολωνία διατίθεται στους οπαδούς της φιλοξενούμενης ομάδας.

Μετά δε το παιχνίδι, στο οποίο η Λεχ νίκησε με γκολ στα τελευταία λεπτά, ο κόσμος έφυγε από το γήπεδο φωνάζοντας τα ονόματα και των δύο ομάδων (και αρκετά... μπινελίκια για τη Λέγκια Βαρσοβίας, την οποία -ως μεγαλύτερη ομάδα της Πρωτεύουσας- σχεδόν κανείς άλλος στην Πολωνία δεν φαίνεται να συμπαθεί, εκτός φυσικά από τους ίδιους τους δικούς της οπαδούς).

Σήμερα, η... ποδοσφαιρική εμπειρία μου μπορεί να χαρακτηριστεί μέχρι και... απόκοσμη. Στον χάρτη είχα προσέξει ένα γήπεδο ακριβώς νότια του κέντρου της πόλης, για το οποίο διάβασα ότι έχει εγκαταλειφθεί εδώ και χρόνια. Περίμενα να το βρω κλειδωμένο, με την πρόσβαση αδύνατη, όμως... :)

Θυμήθηκα επεισόδια του “Εκατό χρόνια μετά το τέλος της ανθρωπότητας”, ή κάπως έτσι, μία σειρά που δείχνει πώς θα ήταν πασίγνωστα σημεία του πλανήτη αν αφήνονταν στις... ορέξεις της φύσης επί 100 χρόνια, με τους ανθρώπους να έχουμε εξαφανιστεί. Το γήπεδο “Edmunda Szyca” μοιάζει σήμερα με... δάσος, οι κερκίδες του έχουν καλυφθεί από δέντρα, και τα κλαδιά τους είναι τόσο πυκνά που στεκόμενος στην κορυφή των “κερκίδων” μετά βίας διακρίνεις αυτό που κάποτε ήταν ο αγωνιστικός χώρος. Οι τσιμεντένιες σειρές “καθισμάτων” έχουν εξαφανιστεί, κι έχουν απομείνει μόνο οι στύλοι πάνω στους οποίους κάποτε στηρίζονταν. Κάτω από τις κερκίδες, έχουν... στήσει σπιτικά δεκάδες άστεγοι, ενώ ο χώρος ακριβώς γύρω από το γήπεδο είναι ουσιαστικά σκουπιδότοπος και λασπότοπος, με όποια άσφαλτο υπήρχε κάποτε, να έχει... “φαγωθεί”.

Το... “κλου” του γηπέδου όμως, είναι ότι παρά την απερίγραπτη εγκατάλειψή του, παρά τη μετατροπή του σε καταφύγιο αστέγων, παρά το ότι στέκεσαι στην κορυφή των -άλλοτε- κερκίδων και νομίζεις ότι είσαι σε πλαγιά δάσους, παρά-παρά-παρά, οι εστίες είναι ακόμα εκεί!!! :):):). Σκουριασμένες, σχεδόν... χαμένες ανάμεσα σε δέντρα και πανύψηλα χορτάρια, όμως εκεί... :) Αυτή θα είναι σίγουρα μία από τις φωτογραφίες που θα μοιραστώ αύριο-μεθαύριο, πριν πάρω λεωφορείο από τη Βαρσοβία για το Λβιβ (Ουκρανία), κλείνοντας το πρώτο κεφάλαιο αυτού του ταξιδιού.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Δεν είμαι σίγουρος για πολλά πράγματα στη ζωή μου, όμως για ΑΥΤΟ είμαι σίγουρος, δεν υπάρχει περίπτωση να ανεβάσω ξανά φωτογραφίες εδώ. Υπάρχει λόγος που τόσα χρόνια μόνο γράφω και δεν ανεβάζω φωτογραφίες. Ανέκαθεν το θεωρούσα απίστευτη αγγαρεία να τσεκάρω τις εκατοντάδες φωτογραφίες που βγάζω κάθε μέρα ταξιδιού για να διαλέξω μία-δύο. Μακάρι να ήμουν από εκείνους που ανεβάζουν είκοσι φωτογραφίες στο facebook έτσι, για την πλάκα τους, και το χαίρονται, όμως αυτό το να μοιράζομαι φωτογραφίες που λένε κάτι σε μένα αλλά πιθανότατα τίποτα σε κανέναν άλλον... δεν το είχα ποτέ. ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ. Υποσχέθηκα να ανεβάσω μερικές, και το έκανα. Αν κατάλαβα καλά, ο τρόπος είναι να δημιουργήσεις ένα άλμπουμ, κι όποιος θέλει τις βλέπει εκεί; Μετά από ξεψάχνισμα τριών ωρών για να διαλέξω φωτογραφίες δεν έχω την υπομονή να ψάξω αν υπάρχει άλλος τρόπος. Το άλμπουμ που δημιούργησα έχει -τον τρελά ευφάνταστο, μη μου πείτε- τίτλο, “Πολωνία, 2016” (μιλάμε... εξάντλησα την αχαλίνωτη φαντασία μου). Άρχισα να γράφω κειμενολεζάντες για κάθε φωτογραφία, μέχρι που διαπίστωσα ότι υπάρχει όριο τριακοσίων χαρακτήρων, οπότε αύριο θα γράψω ένα ξεχωριστό κείμενο που θα είναι “δέκα σε ένα”, δέκα κειμενολεζάντες σε μία ανάρτηση.

Στο Λβιβ είμαι, τσατισμένος από το πρώτο συνάχι μου από τον Ιούλιο του 2014(!). Σπάνια συναχώνομαι, αλλά όταν συμβαίνει, επειδή σχεδόν πάντα με πετυχαίνει σε ταξίδι που είμαι συνέχεια στη γύρα και δεν μου δίνω την ευκαιρία να το αντιμετωπίσω σωστά, μου “τραβάει” τουλάχιστον δύο βδομάδες (στη Βραζιλία το '14 συναχώθηκα την τρίτη, νομίζω, μέρα του Μουντιάλ, και το πακέτο “βήχας-καταρροή-πυρετός” το ξεφορτώθηκα μια βδομάδα ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΕΛΙΚΟ (πάνω από μήνα αργότερα).
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Πριν αρχίσω με τις “αλλού αντί αλλού” κειμενολεζάντες (μια και... αλλού αυτές, αλλού οι φωτογραφίες), διευκρινίζω το αυτονόητο. Κουκλίστικη η κεντρική πλατεία/παλιά αγορά του... Πόζναν για παράδειγμα, όμως δεν είδα τον λόγο να ανεβάσω τέτοιες φωτογραφίες, με τα ωραιότερα σημεία κάθε πόλης. Τέτοιες μπορεί σε ένα νανοδευτερόλεπτο να βρει κανείς βάζοντας “Πόζναν” σε μία μηχανή αναζήτησης στο ίντερνετ. Διάλεξα μία φωτογραφία από κάθε πόλη, μία που να “δένει” με τα κείμενα που ανέβασα τον τελευταίο μήνα, με πράγματα που έγραψα, επομένως οι φωτογραφίες θα “πούνε” κάτι μόνο -φαντάζομαι- σε εσάς που αφιερώσατε χρόνο (για το οποίο σας ευχαριστώ πολύ) αυτόν τον μήνα για να διαβάσετε κάποιες τουλάχιστον από τις αναρτήσεις μου.

Στο κείμενο για το Γκντανσκ εξήγησα γιατί ακριβώς η πόλη μου άρεσε, όμως δε με ξετρέλανε (χωρίς φυσικά να... φταίει εκείνη). Παρέλειψα όμως να αναφέρω ότι εκεί είδα κάτι που ομολογώ ότι δεν είχα δει ποτέ πριν, πουθενά. Αυτό που φαίνεται στη φωτογραφία είναι κάτι που ανάθεμά με αν ξέρω πώς το λέμε στα Ελληνικά, “σιφόνι”, “λούκι” (τρομάρα μου... Κάθισα να μάθω εκατοντάδες λέξεις στα Πολωνικά, κι ακόμα δεν είναι καν τα Ελληνικά μου πλήρη -όχι ότι θα γίνουν ποτέ), αυτό τέλος πάντων που “υποδέχεται” το βρόχινο νερό (ή το λιωμένο χιόνι) στην ταράτσα κτηρίων, στην περίπτωση του συγκεκριμένου, στην τριγωνική οροφή κτηρίου, και... φροντίζει να το μεταφέρει μέχρι το πεζοδρόμιο, ή, ακόμα καλύτερα, απευθείας σε κάποιον υπόγειο αγωγό. Σε έναν συγκεκριμένα δρόμο του Γκντανσκ, κάθετο στον κεντρικό πεζόδρομο της Παλιάς Πόλης, κάθε τέτοιο “πράγμα” είναι κι ένα μικρό έργο τέχνης. Το συγκεκριμένο είναι... ρέπλικα του τροπαίου που σήκωσε η Ισπανία το 2012 στο Euro. Άλλα ήταν... κεφαλή ελέφαντα, ολόκληρη κουκουβάγια, άλλα συμπαθή ζώα, ασπίδα, η λίστα συνεχίζεται και συνεχίζεται. Ευκαιρία για ενδιαφέρουσες φωτογραφίες, και για υποτροπή σε διάστρεμμα (αν μόλις έχεις πάθει ένα, και χαζεύεις στον συγκεκριμένο δρόμο με το κεφάλι ψηλά, χωρίς να προσέχεις το πλακόστρωτο και την ανισόπεδη επιφάνεια κάτω από τα πόδια σου).

Η φωτογραφία από το Γκλιβίτσε είναι τόσο χάλια όχι επειδή η μηχανή μου είναι -τόσο- χάλια, αλλά επειδή ΕΤΣΙ φαινόταν η συγκεκριμένη κερκίδα του γηπέδου από εκεί που καθόμουν εγώ, λόγω της έντονης χιονόπτωσης και του τρελού αέρα. Όπως έγραψα τότε, χιόνιζε τόσο που φοβήθηκα ότι θα ανέβαλαν το παιχνίδι. Τελικά έπαιξαν -κλοτσοπατινάδα. Δύο βδομάδες αργότερα όμως, όντως αναβλήθηκε παιχνίδι στο ίδιο γήπεδο λόγω χιονόπτωσης.

Το χαριτωμένο Μπιέλσκο-Μπιάγουα το αδικώ με τη φωτογραφία που διάλεξα, όμως ήθελα οπωσδήποτε να συμπεριλάβω μία με φουγάρο/καμινάδα, και στη συγκεκριμένη υπάρχουν ΔΥΟ, ΚΑΙ γήπεδο, οπότε... Αυτό με τα φουγάρα σε άλλες χώρες μάλλον θα με απωθούσε, θα το έβρισκα άσχημο, όμως στην Πολωνία, στις περισσότερες πόλεις που πήγα, τα φουγάρα ξεπρόβαλαν στο... βάθος πολλών φωτογραφιών με όμορφα κτήρια εκατέρωθεν πλακόστρωτων δρόμων, κάτι που με έναν παράξενο τρόπο τα έκανε να “δένουν” με την όλη εικόνα (ειδικά τα λιθόκτιστα φουγάρα, όχι τα συγκεκριμένα της φωτογραφίας πίσω από το γήπεδο της Ποντμπεσκίτζιε).

Η φωτογραφία από το Ζάμπζε δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από εκείνη που... χτύπησε το τατουάζ της στις αναμνήσεις μου από τη συγκεκριμένη πόλη. Σε ελεύθερη μετάφραση στα Ελληνικά, “εισιτήρια για το ντέρμπι, γιοκ”. Είναι η ανακοίνωση σε τζάμι σημείου πώλησης εισιτηρίων, την οποία φοβόμουν ότι θα έβλεπα φθάνοντας στο γήπεδο, και, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκα.

Για το Κατοβίτσε έγραψα πως ό,τι πιο ενδιαφέρον -αρχιτεκτονικά- είδα εκεί, ήταν ο “Ιπτάμενος Δίσκος” (κλειστό γήπεδο που φιλοξενεί... τα πάντα) και ο... sculpted (μ' αρέσει που απεχθάνομαι τα Grenglish/Greeklish, αλλά όταν βρίσκω τα σκούρα με τα Ελληνικά, πηδάω απευθείας στα Αγγλικά) λοφίσκος ακριβώς δίπλα. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη από το κορυφαίο σκαλοπάτι. Η πλαγιά, καταπράσινη και απόλυτα ευθεία, ανεβαίνει άλλα 15-20 μέτρα, κι έτσι όταν στέκεσαι ακριβώς πίσω από τους προβολείς και κοιτάς ψηλά, νομίζεις ότι η πλαγιά πηγαίνει μέχρι... τον ουρανό.

Η φωτογραφία από την Κρακοβία είναι η... περίφημη που ανέφερα στο κείμενο για τη συγκεκριμένη πόλη, η πανοραμική, στην οποία φαίνεται πόσο κοντά είναι τα γήπεδα της Κρακόβια (δεξιά, στο τέλος της... πρασινάδας, ένα χαμηλό λευκό κτίσμα), και της “μισητής συμπολίτισσας” Βίσλα (το κτήριο στην αριστερή άκρη της φωτογραφίας, πίσω από... όλα αυτά τα δέντρα). Όπως έγραψα και τότε, τα γήπεδα δεν πρέπει να απέχουν περισσότερο από... 300 μέτρα το ένα από το άλλο.

Βρότσλαβ, αγαπημένη λεπτομέρεια που μ' έκανε να χασκογελάσω πολλές φορές και το 2011. Η πόλη είναι ΓΕΜΑΤΗ από τέτοια... φιγουρίνια, τα οποία συναντάς παντού, μερικές φορές ακόμα και... σκοντάφτεις πάνω τους. Με λίγη προσοχή, βλέπει κανείς ότι οι... χαρακτήρες τους δεν είναι τυχαίοι. Έξω από το μέγαρο μουσικής για παράδειγμα, υπάρχει ολόκληρη μπάντα από τέτοια. Έξω από πιτσαρία υπάρχει ένας τροφαντός τυπάκος πάνω σε μηχανή να κρατάει μία πίτσα και να ετοιμάζεται να παραδώσει παραγγελία. Έξω από ταχυδρομείο μπορείς να δεις (προφανώς) ταχυδρόμο. Η συγκεκριμένη φωτογραφία είναι έξω από ζαχαροπλαστείο, οπότε ο μοντέλος μου κρατάει κρουασάν.

Το Μπιαλίστοκ το... έθαψα κανονικά, οπότε είπα να μοστράρω την -παγωμένη- μουτσούνα μου από τις κερκίδες του γηπέδου του (το οποίο προφανώς ήταν το αγαπημένο μου μέρος της πόλης).

Το Πόζναν με έβαλε σε πειρασμό να ανεβάσω δέκα φωτογραφίες μόνο από εκεί, όμως μένοντας πιστός στο “μία φωτογραφία για κάθε πόλη”, η επιλογή για μένα ήταν αυτονόητη. Αναφέρθηκα στο κείμενό μου από εκεί σε ένα παρατημένο γήπεδο ακριβώς νότια του κέντρου της πόλης. Έγραψα ότι ο χώρος έχει... παραδοθεί στη φύση, τόσο που στέκεσαι στην κορυφή εκείνου που κάποτε ήταν κερκίδα, και με το ζόρι βλέπεις τον αγωνιστικό χώρο. ΒΛΕΠΕΙΣ όμως τις εστίες :):), έστω και... κρυμμένες ανάμεσα σε κλαδιά δέντρων.

Όσο για τη Βαρσοβία, η φωτογραφία δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τη θέα από το μπαλκόνι του διαμερίσματος της φίλης μου εκεί, στην οποία αναφέρθηκα στο αντίστοιχο κείμενο. Στο κέντρο, στο βάθος, το κέντρο της πόλης, με το εντυπωσιακό, τεράστιο κατάλοιπο της κομμουνιστικής εποχής της πόλης/χώρας, πλαισιωμένο πλέον από μια ντουζίνα σύγχρονους ουρανοξύστες. Δεξιά, το Εθνικό Στάδιο, με το τεράστιο φωτεινό “ρούχο” του, το οποίο “φοράει” κάθε μέρα από τις έξι το απόγευμα μέχρι τα μεσάνυχτα. Συνήθως η επιγραφή που κάνει αδιάκοπα τον κύκλο είναι “PGE NARODOWY”, η επίσημη ονομασία του σταδίου, όμως σε ειδικές περιπτώσεις (Ημέρα της Γυναίκας, για παράδειγμα), η επιγραφή... προσαρμόζεται στα δεδομένα της ημέρας (την Ημέρα της Γυναίκας έγραφε “Ημέρα της Γυναίκας” στα Πολωνικά, με τρεις τεράστιες καρδιές στο τέλος).

Αυτά. Συγγνώμη αν “ακούστηκα” υπερβολικά γκρινιάρης χθες. Είμαι που είμαι, αλλά ειδικά συναχωμένος, το τερματίζω.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Έκτη μέρα στο Λβιβ, στο οποίο αισθάνομαι πλέον... σαν στο σπίτι μου, εν μέρει επειδή είναι σχεδόν σαν να μοιράζομαι το σπίτι κάποιου, με τον οποίο έχουμε αναπτύξει καλή σχέση. Σε χόστελ μένω, όμως το Λβιβ έχει πάααρα πολλά, όχι όμως και αντίστοιχα “μιλιούνια” επισκεπτών (τουλάχιστον όχι τον Μάρτιο), με αποτέλεσμα τις περισσότερες από αυτές τις έξι μέρες να ήμασταν εδώ ουσιαστικά... εμείς κι εμείς, ο συμπαθής νεαρός ιδιοκτήτης κι εγώ (συν κάποιοι “περαστικοί” επισκέπτες που έρχονται αργά το απόγευμα απλά για έναν ύπνο, και πριν τις εννιά το επόμενο πρωί έχουν ήδη εξαφανιστεί).

Χθες χιόνιζε, κι όταν πέρασα απέναντι από το κεντρικό ταχυδρομείο είδα ηλεκτρονικό δείκτη της θερμοκρασίας, έναν βαθμό Κελσίου, στις δύο το μεσημέρι. Τις δύο χθεσινές βόλτες τις έκανα με δύο ζευγάρια κάλτσες, ισοθερμικά, “στρώση” ρούχων επί “στρώσεων” ρούχων (είμαι και... κρυουλιάρης), και, και, και. Προχθές και σήμερα ο ουρανός ήταν/είναι καταγάλανος, κι ο ήλιος δυνατός. Ούτε γάντια δεν φόρεσα σήμερα, και κάποια στιγμή το φλις το έβγαλα και το κράταγα στο χέρι. Οι Ουκρανοί (κι οι Πολωνοί) έχουν μία έκφραση για το πόσο ευμετάβλητος είναι ο καιρός στη χώρα τους τον Μάρτιο. Το πώς την “εμπνεύστηκαν” το κατάλαβα τις τελευταίες αλλοπρόσαλλες καιρικά μέρες.

Όταν, σεργιανίζοντας ανέμελα, σκεφτόμουν σήμερα το πρωί τι θα έγραφα εδώ, θυμήθηκα τι μας ζητούσαν πολλές ασκήσεις στα βιβλία Αγγλικών που χρησιμοποιούσα παιδί, μαθητής φροντιστηρίου. “Περίγραψε ποιο είναι το αγαπημένο σου Χ, Ψ, Ω, και γιατί”. Αυτό το “και γιατί” μού έχει... κολλήσει από τότε, και πάντα προσπαθώ να εξηγήσω γιατί μου αρέσει κάτι, γιατί απεχθάνομαι κάτι, γιατί κάτι με αφήνει αδιάφορο. Το Λβιβ το περπάτησα αρκετά το 2011, τις λίγες ημέρες που πέρασα εδώ τότε, λιγότερο το 2012, τις δύο φορές που ήρθα για να δω αγώνες του Euro, και πολύ-πολύ περισσότερο αυτές τις τελευταίες ημέρες. Σε μία ιστορία το 2011 περιέγραψα γιατί μου άρεσε ΠΑΡΑ πολύ. Σήμερα έχω ένα πιο... διευρυμένο “και γιατί”...

Το Λβιβ λοιπόν θεωρώ ότι είναι σχεδόν απίθανο να σε κάνει να βαρεθείς ακόμα και μετά από παραμονή αρκετών ημερών εδώ, επειδή είναι έτσι όπως είναι ρυμοτομικά(!). Σας προκαλώ να μπείτε στο google maps, να κεντράρετε στο Λβιβ, να... ζουμάρετε, και να βρείτε ΔΥΟ δρόμους που να είναι παράλληλοι. Απλά, δεν υπάρχουν. Κάθε φορά που βγαίνω βόλτα έχω μία γενική ιδέα πού θέλω να πάω και πώς θέλω να φθάσω εκεί, όμως όλοι οι δρόμοι είναι καμπυλωτοί, και σταματώντας σε κάθε γωνία, όταν κοιτάζω δεξιά κι αριστερά, βλέπω δευτερεύοντες δρόμους με γοητευτικά κτήρια (πολλά από τα οποία μοιάζουν κάπως... αφημένα στη μοίρα τους, κάτι όμως που για μένα τους προσδίδει ακόμα περισσότερη γοητεία) από τους οποίους δεν έχω περάσει ήδη. Κάπως έτσι, το... γενικό πλάνο μου πετιέται σε έναν νοερό κάλαθο αχρήστων, και βρίσκομαι να τριγυρνάω σε άγνωστα δρομάκια, σκαλοπάτια που οδηγούν σε λόφους, πύλες που οδηγούν σε εσωτερικές αυλές, μέχρι που ξαφνικά φθάνω σε ένα πάρκο ή μια πλατεία που μου είναι γνώριμα, επειδή ήδη έχω περάσει από εκεί, έχοντας ακολουθήσει όμως τελείως διαφορετική διαδρομή.

Το Λβιβ είναι σαν ταινία που μπορεί να την παρακολουθείς κάθε μέρα, η αρχή και το τέλος της να είναι τα ίδια, όμως η πλοκή, οι πρωταγωνιστές, τα σκηνικά, όλα είναι διαφορετικά, κι έτσι ναι μεν ξέρεις ότι το βράδυ θα επιστρέψεις στο ίδιο χόστελ και θα κοιμηθείς στο ίδιο κρεβάτι, όμως δεν ξέρεις τι καινούργιους δρόμους-διαμάντια θα έχεις περπατήσει, τι μαγαζάκια/καφέ/φαγάδικα/μπαράκια-μαργαριτάρια θα έχεις ανακαλύψει.

Επιπλέον, αν είσαι... φαν της παρατήρησης, το Λβιβ είναι ακόμα πιο ανεξάντλητα ενδιαφέρον ΑΥΤΟ ειδικά το διάστημα, για έναν επιπλέον λόγο. Από όλες τις πρωτοκλασάτες πόλεις της Ουκρανίας, είναι εκείνη που αβίαστα μπορεί να χαρακτηριστεί “η πιο ουκρανική”. Είναι η μόνη μεγάλη πόλη της Ουκρανίας στην οποία τα Ουκρανικά είναι κυρίαρχη γλώσσα, κάτι που το 2011 και το 2012 δεν ίσχυε ούτε καν για την Πρωτεύουσα Κίεβο (το αν αυτό έχει αλλάξει, θα το διαπιστώσω σύντομα, μια και είναι ο επόμενος προορισμός μου). Σε μία εποχή που η Ουκρανία είναι... τριχοτομημένη (ντε φάκτο αποσχισμένη Κριμαία, ημι-αποσχισμένες ανατολικές επαρχίες, υπόλοιπη χώρα), τα “μικρά-μικρά” που βλέπεις πάνω σε βόλτα κι έχουν κάτι να κάνουν με τη σημερινή κατάσταση στην Ουκρανία, είναι αμέτρητα.

Μπορεί να είναι... οτιδήποτε, από αφίσες που να παροτρύνουν τον κόσμο να μποϊκοτάρει κάθε τι ρωσικό (συμπεριλαμβανομένης της ρωσικής ποπ μουσικής, η οποία τις δύο προηγούμενες φορές που ήρθα στην Ουκρανία φαινόταν να είναι το κυρίαρχο είδος μουσικής σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα), μέχρι μπλουζάκια με το πρόσωπο του Πούτιν σε μαγαζιά με αναμνηστικά (με τον Βλαδίμηρο να εμφανίζεται σε μορφές όχι... κολακευτικές για εκείνον), μέχρι συγκεντρώσεις (σήμερα) κατά της παθητικής -για πολλούς- στάσης της κυβέρνησης στο θέμα της ανατολικής Ουκρανίας και της Κριμαίας.

Εννοείται ότι περπατώντας στο Λβιβ δεν έχεις την παραμικρή “υποψία” ότι είσαι σε μία χώρα στην οποία βρίσκεται σε εξέλιξη ένοπλη διαμάχη. Η ζωή φαίνεται να κυλάει το ίδιο “ήσυχα” όσο άλλοτε. Να όμως που συμβαίνουν πράγματα που στο θυμίζουν. Χθες το βράδυ βγήκαμε για μπίρα με μία Ουκρανή από το Χάρκοβο που είναι εδώ για ολιγοήμερες διακοπές, και κάποια στιγμή τής έστειλε μήνυμα στο κινητό το αγόρι της, ο οποίος είναι αξιωματικός του ουκρανικού στρατού και αυτό το διάστημα υπηρετεί στη ζώνη στα “σύνορα” με την περιοχή στην ανατολική Ουκρανία που έχει αυτοανακηρυχτεί ανεξάρτητη. Δεν ρώτησα τι ακριβώς της έγραψε, όμως η αλλαγή στη διάθεσή της ήταν άμεση κι απόλυτη. Σήμερα το πρωί διάβασα νέα στο Ukraine Today (αυτό τσεκάρω κάθε μέρα, και το σάιτ της Kyiv Post) για έξι τραυματίες Ουκρανούς στρατιώτες...

Ακόμα και το κεφάλαιο “ποδόσφαιρο” έχει έντονο “εθνικό” χαρακτήρα στο Λβιβ. Τη δεύτερη μέρα μου εδώ, πήγα να δω Καρπάτι-Ντινάμο Κιέβου, στο γήπεδο που έχτισαν οι Ουκρανοί για το Euro του 2012. Το παιχνίδι ήταν για το πρωτάθλημα. Μέρος του τελετουργικού πριν την έναρξη του αγώνα, ήταν η ανάκρουση του εθνικού ύμνου, κάτι που σε ελάχιστες χώρες έχω δει, στις 45 (νομίζω) που έχω παρακολουθήσει ποδόσφαιρο (με εξαίρεση, αυτονόητο, αγώνες εθνικών ομάδων). Προς το τέλος του αγώνα, οι ίδιοι οι οπαδοί των δύο ομάδων πήραν πρωτοβουλία και έψαλλαν ξανά τον εθνικό ύμνο. Μάλιστα, στις κερκίδες υπήρχε ένα μεγάλο τμήμα αποκλειστικά για ένστολους στρατιωτικούς. Όσο για την ατμόσφαιρα στο γήπεδο με οπαδούς και των δύο ομάδων, “συναδελφική”. Προς το τέλος, οι της Καρπάτι φώναζαν “Ντινάμο Κίγιβ”, και οι της Ντινάμο “Καρπάτι Λβιβ”, εναλλάξ. Οι “ούλτρας” των δύο ομάδων “φημίζονται” για τις σχέσεις τους, και μεταξύ άλλων θεωρούν ότι αυτοί είναι οι πιο... καθαρόαιμοι Ουκρανοί, μεταξύ των οπαδών όλων των ουκρανικών ομάδων.

Ακόμα πιο ενδιαφέρον όμως ήταν το σκηνικό στο ίδιο γήπεδο μία μέρα νωρίτερα, τη μέρα που έφθασα στο Λβιβ. Η Σαχτάρ, ομάδα από το Ντόνετσκ, στο οποίο δεν μπορεί να αγωνιστεί λόγω της κατάστασης στην ανατολική Ουκρανία (μεγαλύτερη πόλη της οποίας είναι το Ντόνετσκ), έχει κάνει από την περσινή ακόμα περίοδο σπίτι της το γήπεδο του Λβιβ, εκεί/εδώ δίνει όλα τα ευρωπαϊκά παιχνίδια της, και τα περισσότερα του πρωταθλήματος. Από το πρωί που έφθασα από τη Βαρσοβία, έβλεπα κόσμο στον δρόμο με κασκόλ της Σαχτάρ και βαριά ρωσική προφορά, οι άνθρωποι είχαν “είμαι από το Ντόνετσκ” γραμμένο με τεράστια γράμματα από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Στο γήπεδο όμως, στο παιχνίδι κόντρα στην Άντερλεχτ, ο κόσμος, στη συντριπτική πλειοψηφία του, ήταν ντόπιος, από το Λβιβ, και πάρα-πάρα-πάρα πολλοί πήγαν στο γήπεδο με σημαίες της Ουκρανίας.

Την ώρα του αγώνα, σε κάθε φορά που από την κερκίδα ακουγόταν το “Σα-χτάρ, Σα-χτάρ”, αντιστοιχούσαν δύο φορές που ακουγόταν το “Ου-κρα-γίνα, Ου-κρα-γί-να”, όχι... σε αντιπαράθεση, αλλά... συμπληρωματικά.

Για να βοηθήσω τους μη κατέχοντες το αντικείμενο να καταλάβουν γιατί αυτό μου φάνηκε ΤΟΣΟ εντυπωσιακό, ας πούμε ότι... οι Τούρκοι εισβάλλουν στη δυτική Θράκη, και φθάνουν μέχρι τα σύνορα με τη Μακεδονία. Ας πούμε ότι ανακηρύσσουν ανεξάρτητη περιοχή με την υποστήριξη/ανοχή μέρους του τοπικού πληθυσμού. Ας πούμε ότι προπύργιό τους είναι η... Κομοτηνή, κι ότι ο τοπικός Πανθρακικός δεν είναι ο... Πανθρακικός, αλλά μία από τις δύο μεγαλύτερες ομάδες της χώρας. Τώρα, επειδή η κατάσταση είναι όπως είναι στην Κομοτηνή, ο Πανθρακικός δεν μπορεί να υποδεχθεί ομάδες στο γήπεδό του, κι αναγκάζεται να “μετακομίσει” σε άλλη πόλη. Ας πούμε λοιπόν ότι επιλέγει να δίνει τους εντός έδρας αγώνες του στη Θεσσαλονίκη, η οποία -επίσης ας πούμε- στο θέμα της “κατάληψης” της δυτικής Θράκης από τους Τούρκους είναι πιο... πατριωτική και ορκισμένη να αντισταθεί, απ' ότι ίσως άλλες περιοχές της Ελλάδας. Φανταστείτε λοιπόν μία ομάδα-ποδοσφαιρικό θηρίο προερχόμενη από περιοχή της Ελλάδας που λίγο-πολύ έχει αποδεχθεί την απόσχισή της από την υπόλοιπη χώρα, να παίζει στην “πιο ελληνική πόλη” (όπως ακριβώς το Λβιβ είναι όντως, χωρίς “ας πούμε”, η πιο ουκρανική πόλη). Το γεγονός αυτό καθεαυτό θα είχε το -τεράστιο- ενδιαφέρον του για ξένο που θα τύχαινε να παρακολουθήσει τον Πανθρακικό στην Τούμπα, ή στο Καυτανζόγλειο, με το γήπεδο γεμάτο από ντόπιους, με ελληνικές σημαίες και ιαχές “Ελλάς, Ελλάς”.

Ακόμα και χάλια να ήταν τα δύο παιχνίδια στο Λβιβ, θα με είχαν αποζημιώσει με το παραπάνω απλά και μόνο με το people watching και τα δύο βράδια στο γήπεδο. Το ότι και στα δύο χάρηκα επιτέλους ποδόσφαιρο (μετά από έναν μήνα στην Πολωνία στην οποία τα γήπεδα είναι σούπερ, η ατμόσφαιρα στα περισσότερα είναι ζεστή, αλλά από μπάλα... κλοτσοσκούφι), ήταν απλά ένα καλοδεχούμενο μπόνους.

Ανάλογα με τα κέφια, μπορεί να γράψω ένα ακόμα κείμενο-ύμνο για το Λβιβ. Διαφορετικά, Παρασκευή βράδυ παίρνω τρένο για Κίεβο, και θα τα “πούμε” από εκεί.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Παρασκευή απόγευμα, στο χόστελ, τακτοποιώ λεπτομέρειες/κρατήσεις κρεβατιών για τις επόμενες δέκα μέρες σε Κίεβο και Οδησσό, διπλοσώζω τις φωτογραφίες του ταξιδιού σε στικάκι και εξωτερικό σκληρό δίσκο, και κάνω... σούμα πόσα χρήματα ξόδεψα στο Λβιβ αυτές τις εννιά μέρες που πέρασα εδώ, πίνοντας καφέ που κατά κανόνα προσφέρουν δωρεάν τα χόστελ στην Ουκρανία (και φυσικά όχι μόνο εδώ).

Στο των εξόδων δεν μπορώ παρά να αφιερώσω μερικές γραμμές (μάλλον παραγράφους). Αν το 2011 και το 2012 έφυγα από την Ουκρανία σκεπτόμενος ότι πρέπει να ήταν η πιο budget-friendly χώρα της Ευρώπης, τα κόστη φέτος είναι τέτοια που με κάνουν να αισθάνομαι σχεδόν... ένοχος, σαν να κλέβω λεφτά από παιδάκι, ή σαν να τσιμπάω κουλούρι από πάγκο, ο ιδιοκτήτης του οποίου δεν είναι τριγύρω, και περιμένει οι πελάτες του να κάνουν το έντιμο και να αφήσουν μόνοι τους το αντίτιμο του κουλουριού.

Τις δύο προηγούμενες φορές μου εδώ, το ευρώ ήταν περίπου στα δέκα χρίβνια. Το κρεβάτι σε χόστελ στο Λβιβ το 2011 μου κόστισε πέντε ευρώ, και το εισιτήριο του μετρό στο Κίεβο κόστιζε 20 λεπτά του ευρώ. Φαντάζεται κανείς σας πόσα χρίβνια είναι το ευρώ αυτόν τον καιρό; Σχεδόν 30(!)...

“Ναι, αλλά προφανώς κι οι τιμές σε χρίβνια έχουν ανέβει, δεν μπορεί να είναι εκείνες του 2011 και του 2012”, θα πει κανείς. Όντως, το κρεβάτι σε χόστελ στο Λβιβ το 2011 μου κόστισε 50 χρίβνια, και φέτος 70. Η δε τιμή του εισιτηρίου του μετρό στο Κίεβο πέρσι διπλασιάστηκε, πήγε στα τέσσερα χρίβνια, όμως αυτές οι αυξήσεις δεν πλησιάζουν καν το... όφελος που -ένοχα- απολαμβάνω αυτές τις ημέρες. Εβδομήντα χρίβνια είναι κάτι περισσότερο από δύο ευρώ, και τέσσερα χρίβνια δεν είναι ούτε 15 λεπτά του ευρώ...

Στο των εξόδων αναφέρομαι όχι μόνο για να μοιραστώ την χαρά/ενοχή μου, αλλά κι επειδή αποτελεί σημαντικό λόγο που με κάνει να βλέπω το Λβιβ σχεδόν σαν... επίγειο ταξιδιωτικό παράδεισο. Θέλοντας και μη, από το 2009 και μετά, στα ταξίδια μου έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτικός με τα έξοδά μου. Δεν αισθάνομαι ότι μου στέρησα κάτι πραγματικά σημαντικό, διάολε, αν έλεγα κάτι τέτοιο με δεδομένο το ότι αυτά τα χρόνια έχω περάσει το 90% του χρόνου μου εκτός Ελλάδας, και κατά κανόνα εκτός Ευρώπης, θα ήμουν για... δέσιμο και λιθοβολισμό, όμως στο Λβιβ βρίσκομαι σε μία πόλη στην οποία τα πάντα είναι ΤΟΣΟ φθηνά, που καθώς κάνω βόλτα και περνάω μπροστά από ένα μαγαζί που μου αρέσει, δεν κοιτάζω καν τον κατάλογο με τις τιμές, απλά... μπαίνω και κάθομαι...

Μία μερίδα βαρενίκι (τα οποία σε μενού με Αγγλικά τα μεταφράζουν ως “dumplings”) κάνει μόλις 12 χρίβνια (υπολογίστε χονδρικά τρία και κάτι λεπτά του ευρώ για κάθε χρίβνια). Καφές, το ίδιο. Μπίρα μισού λίτρου σε “καλό” μαγαζί, από 15 χρίβνια. Γλυκά σε επίσης πολύ καλαίσθητα μαγαζιά, από 15 χρίβνια. Τραμ και λεωφορεία, από δύο μέχρι τέσσερα χρίβνια. Ακόμα και το εισιτήριο του αγώνα της Σαχτάρ με την Άντερλεχτ (το φθηνότερο τουλάχιστον), έκανε μόνο 100 χρίβνια, δηλαδή λιγότερο από 3,50 ευρώ! Για παιχνίδι που τα εισιτήρια παρόμοιου επιπέδου αγώνα σε χώρες της δυτικής Ευρώπης μπορεί να κάνουν και 30-35 ευρώ.

Χαρακτηριστική ήταν κουβέντα που είχα με Βέλγο, οπαδό της Άντερλεχτ, στο χόστελ “μου”, το πρωί μετά το παιχνίδι. Τον άκουσα να μιλάει Γαλλικά με δύο φίλους του, μάντεψα ότι ήταν Βέλγος κι ότι ήρθε για το ματς, και τον ρώτησα πώς του φάνηκε το παιχνίδι και το τελικό 3-1. “Ειλικρινά, πριν ακόμα αρχίσει το παιχνίδι, ήμουν τόσο μεθυσμένος που δεν θυμάμαι τίποτα. Δεν θυμάμαι ούτε καν πώς επέστρεψα στο χόστελ”, ήταν η δίχως ίχνος προσπάθειας να τα... μπαλώσει, απάντησή του. Σημαντικότατη λεπτομέρεια: η μπίρα στο γήπεδο, το μισό λίτρο, έκανε μόλις 25 χρίβνια, λιγότερο από ευρώ, σαφώς ακριβότερη ακόμα και από “καλό” μπαρ, όμως με δεδομένο ότι ήταν σε ΓΗΠΕΔΟ, οι τιμές στα οποία κατά κανόνα είναι... φαρμακείο σχεδόν παντού στον “αναπτυγμένο” κόσμο, στα 25 χρίβνια η μπίρα ήταν σχεδόν... δωρεάν για τους Βέλγους.

Θα μπορούσα να δώσω περισσότερα παραδείγματα -εξευτελιστικά- χαμηλών τιμών (ενάμισι ευρώ το εισιτήριο του Καρπάτι-Ντινάμο Κιέβου, τέσσερα ευρώ το βραδινό τρένο που θα πάρω σε λίγες ώρες για Κίεβο, για ΚΡΕΒΑΤΙ -έστω και στην φθηνότερη κατηγορία, όχι για απλή θέση), όμως... τη γενική εικόνα, την έχετε.

Κατά τα άλλα, σκεπτόμενος πώς θα έπρεπε να κλείσω αυτό το κείμενο από το λατρεμένο μου Λβιβ, “δένοντάς” το με όσα έγραψα προχθές για το πώς μου φαίνεται αδιανόητο να βαρεθεί εδώ κανείς (και γιατί), θυμήθηκα ένα τραγούδι της Βανδή, που λέει “κι όταν σε κοιτώ, πάντα ανακαλύπτω κάτι ακόμα, κάτι από τη μαγική σου εικόνα, που μ' αναγκάζει να(ααα) σ' ερωτευτώ ξανά”. Το έκανα ελαφρώς (τι “ελαφρώς” δηλαδή...) “cheesy” το κείμενο στο τέλος του, αλλά... η ουσία ΕΙΝΑΙ αυτή. Όπως έγραψα και προχθές, το Λβιβ είναι έτσι ρυμοτομικά που ακόμα και πολλές-πολλές ημέρες να περάσεις εδώ, εξακολουθείς καθημερινά να ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο. Μόνο σήμερα, χωρίς καλά-καλά να καταλάβω πώς, βρέθηκα να περπατάω σε κι εγώ δεν ξέρω πόσες στοές και “κρυμμένες” εσωτερικές αυλές που συνδέουν βασικούς δρόμους, από τις οποίες δεν είχα περάσει ούτε μία φορά τόσες ημέρες, αν και βρίσκονται σε πολύ μικρή απόσταση από το χόστελ που έκανα σπίτι μου εννιά μέρες τώρα.

Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα βρω τα πράγματα στο Κίεβο, στην Οδησσό, στο Ντνιπροπετρόβσκ, στο Χάρκοβο, ήδη όμως, πριν ακόμα φύγω -απόψε- από το Λβιβ, αισθάνομαι πολύ-πολύ όμορφα που ακριβώς πριν φύγω από την Ουκρανία για να επιστρέψω στην Πολωνία, σε έναν μήνα από σήμερα, θα περάσω μερικές ακόμα ημέρες στο Λβιβ (με κερασάκι στην τούρτα τον προημιτελικό του Europa League κόντρα στη Σπόρτινγκ Μπράγκα, τον οποίο η... αυτοεξόριστη Σαχτάρ θα δώσει εδώ στις 14 Απριλίου. Θα προτιμούσα αντίπαλο πιο... “όνομα”, όμως δεν τολμώ να παραπονεθώ. Τον επαναληπτικό με βόλευε να παίζει εντός έδρας η Σαχτάρ, όχι το πρώτο παιχνίδι, και τον επαναληπτικό κληρώθηκε να παίξει εντός στις 14. “Παραγγελιά” :) ).
 
Last edited:

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Έντονη συναισθηματικά μέρα... Έντονη πρώτα όμορφα, πανέμορφα, μετά θλιβερά, και στο τέλος πάλι ευχάριστα... Μέρα που πέρασα στο μεγαλύτερο μέρος της με ένα χαζοχαρούμενο χαμόγελο παγωμένο (λόγω παρατεταμένης διάρκειας, αλλά και λόγω κρρρρρύου, παρά τη λιακάδα) στο πρόσωπό μου, μέρα όμως που κάποια στιγμή έφθασα στα όριά μου να δακρύσω από λύπη (αν και γενικά “παχύδερμο”, από τη φύση μου).

Στον σιδηροδρομικό σταθμό του Κιέβου ήμουν λίγο πριν τις εφτά και μισή το πρωί. Χιόνι παντού, πεντακάθαρος ουρανός, παγγγγωνιά. Στο μισάωρο που μου πήρε για να περπατήσω μέχρι το χόστελ που επέλεξα για απόψε και αύριο, θυμήθηκα τη μέρα που πάτησα για πρώτη φορά στο Μπουένος Άιρες, τέλη Οκτωβρίου του 2009...

Το να πάω στο Μπουένος Άιρες το είχα εφηβικό όνειρο. Τη μέρα που έφθασα εκεί (με πλοιάριο από Κολόνια ντελ Σακραμέντο, Ουρουγουάη), έτυχε να έχουν απεργία οι εργαζόμενοι στο μετρό. Ήξερα ότι το χόστελ μου ήταν ουσιαστικά μια -ατελείωτη, χιλιομέτρων- ευθεία δρόμος, κι ήμουν τόσο... ειλικρινά δεν βρίσκω λέξη στα Ελληνικά να περιγράψω τον ενθουσιασμό μου, που αντί να ψάξω άλλον τρόπο, κάποιο λεωφορείο, για να φθάσω στο χόστελ, απλά... άρχισα να περπατάω...

Τότε ακόμα, έκανα την αχαρακτήριστη βλακεία που μου πήρε χρόνια (και χρόνια, και χρόνια...) να σταματήσω να επαναλαμβάνω, ταξίδευα με ΠΟΛΛΑ πράγματα, με... 17-18 κιλά στην πλάτη, στον μεγάλο σάκο, και άλλα 7-8 κιλά μπροστά, στο στήθος, στο μικρότερο σακίδιο. Παρά το βάρος όμως (και τη ζέστη), επαναλαμβάνω πως ήμουν τόσο... “αν φύγω από ανακοπή αυτήν τη στιγμή, θα φύγω χαμογελώντας”, που όχι μόνο δεν... αισθανόμουν τα κιλά, αλλά επιπλέον σταματούσα κάθε τρεις και λίγο (μερικές φορές αναγκαστικά, στα φανάρια), για να βγάζω φωτογραφίες!

Χαμογελούσα, σιγοτραγουδούσα, σφύριζα, κι έβγαζα φωτογραφίες, επί χιλιόμετρα (αν και πρέπει να έκανα μία-δύο στάσεις για να... ανακάμψει η κυκλοφορία του αίματος στους ώμους μου).

Η απόσταση σήμερα ήταν ασύγκριτα μικρότερη, το βάρος που κουβαλάω είναι -ακόμα κι εγώ, ο ανεπίδεκτος διόρθωσης, έμαθα, επιτέλους, πρόπερσι- “πούπουλο”, σε σύγκριση με το τι κουβαλούσα παλιά, όμως κατά τα άλλα, ήμουν μία κατά εφτά(!) χρόνια γηραιότερη εκδοχή του Δημήτρη εκείνου του πρωινού Οκτωβρίου στο Μπουένος Άιρες. Χαμόγελο, μουρμούρισμα αγαπημένων τραγουδιών, σιγοσφύριγμα, και φωτογραφίες, παρά το ότι έκανε τόσο κρύο που κάθε φορά που έβγαζα τα χέρια από τις τσέπες για να βγάλω τη μηχανή, έπρεπε να ζεσταίνω τα δάκτυλα για να πατήσω τα πλήκτρα.

Εκεί μάλιστα που χασκογέλασα και κοίταξα πίσω μου για να δω αν τρόμαξα κανέναν, ήταν όταν σκέφτηκα, “αν κάνει ΤΩΡΑ τόσο κρύο, με τον ήλιο να με βλέπει, πόσο κρύο θα κάνει αύριο το βράδυ στο γήπεδο;” Όπως έχω ξαναγράψει, με το κρύο δεν έχω κα-θό-λου καλή σχέση. “Και πήγες Πολωνία-Ουκρανία Φλεβάρη και Μάρτη μήνα;”, θα πει -πολύ εύστοχα- κανείς. Είχα τους λόγους μου. ΟΜΩΣ, μου υποσχέθηκα, την επόμενη φορά που θα μπω στον πειρασμό να ταξιδέψω σε μέρος εποχή του χρόνου που θα είναι δεδομένο ότι θα κάνει ΠΟΛΥ κρύο, πριν αγοράσω τα αεροπορικά, θα γεμίσω μία μπανιέρα με παγάκια(!), και θα με αναγκάσω να μείνω εκεί μέσα για... όσο αντέξω, έτσι, για να μου θυμίσω αυτό που μου υποσχέθηκα, “να μην ξαναπάω ΠΟΤΕ κάπου που θα κάνει παγωνιά”.

Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, το πρόβλημα με το κρύο δεν είναι τόσο οι βόλτες (στις οποίες κινείσαι, και ανά πάσα στιγμή μπορείς να μπεις σε ζεστό περιβάλλον, σε κάποιο μαγαζί), όσο οι επισκέψεις σε γήπεδα, στα οποία περνάω τουλάχιστον τρεις ώρες (αν όχι, συνήθως, τέσσερις), σχεδόν ακίνητος (εκτός από τις περιπτώσεις που φθάνω στα όριά μου κι αρχίζω να χοροπηδάω, κυριολεκτικά), και στα οποία μοναδικό ζεστό... καταφύγιο, είναι οι τουαλέτες. Στα ημίχρονα των αγώνων, ακόμα και η πιο πήχτρα στον κόσμο και βρόμικη τουαλέτα γηπέδου, μου μοιάζει σαν μια μικρή γωνιά του παραδείσου...

Το τρίπτυχο χαμόγελο/τραγούδι/σφύριγμα συνεχίστηκε αφού άφησα τα πράγματα στο χόστελ και βγήκα πρώτη κανονική βόλτα. Με ήδη δύο επισκέψεις στο Κίεβο το 2011 και το 2012, τα γνώριμα σημεία είναι δεκάδες. Όπως έγραψα και το 2011 σε μία ιστορία εδώ, το Κίεβο με... θάμπωσε τότε, με εντυπωσίασε, με... σήκωσε από το έδαφος, με έκανε τρεις γύρες στον αέρα, και με άφησε ξανά κάτω. Έχει κάτι, στα δικά μου τουλάχιστον μάτια, μεγαλειώδες, κι όπως, επαναλαμβάνω, έγραψα τότε, αν υπάρχει ΕΝΑ στοιχείο που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο με κάνει να παραμιλάω, είναι οι πανύψηλες αψιδωτές είσοδοι κτηρίων, πύλες που... θα μπορούσαν να αποτελούν σκηνικό επικής ταινίας, πύλες τόσο ψηλές που... άνθρωπος θα μπορούσε να περάσει στεκόμενος όρθιος στην οροφή διώροφου λεωφορείου (λες και θα συνέβαινε ποτέ κάτι τέτοιο).

Φθάνοντας στην Πλατεία Ανεξαρτησίας, τη Μαϊντάν, και συγκεκριμένα στο μακρόστενο δυτικό κομμάτι της, αισθάνθηκα να πεινάω, δεν είχα βάλει τίποτα στο στόμα από χθες το απόγευμα. Θυμήθηκα ένα μαγαζί στην υπόγεια διάβαση στο οποίο πριν από τέσσερα χρόνια αγόρασα πολλές φορές διάφορες λιχουδιές. Το βρήκα, αγόρασα κάτι, έφαγα την πρώτη μπουκιά ανεβαίνοντας τα σκαλιά προς το κομμάτι της πλατείας που βρίσκεται ακριβώς μπροστά/κάτω από το ξενοδοχείο Ουκραγίνα, κι εκεί...

Πώς να το περιγράψω;... Σαν να τρως μπουνιά στο στομάχι, όχι εν μέσω καβγά, όχι ενώ ξέρεις ότι μπορεί και να συμβεί, αλλά... σε εντελώς ανέμελη στιγμή... Το είδος της μπουνιάς που σε... σαστίζει, σε κάνει να νομίζεις ότι κάποιος πάτησε το “pause”, σαν να παγώνει ο χρόνος, σαν να έχεις μεν συναίσθηση του πού βρίσκεσαι, χωρίς όμως να μπορείς να κάνεις κάτι περισσότερο από το να παραμείνεις διπλωμένος, περιμένοντας η γη να αρχίσει ξανά να κινείται, ο χρόνος να κυλάει, κι εσύ να είσαι ξανά ικανός να κινηθείς, το σώμα σου, τα πόδια σου, όχι μόνο να περιπλανιέται αργά-αργά το βλέμμα σου...

Ξέροντας τι συνέβη εκεί πριν από δύο χρόνια, περίμενα να δω κάτι, μία πλάκα με ονόματα νεκρών, κάτι, δεν ήξερα τι ακριβώς έπρεπε να περιμένω, όμως... αυτό που βλέπεις ακόμα και σήμερα στην πλατεία, σε ΕΚΕΙΝΟ το τμήμα της πλατείας, σε αφήνει με την αίσθηση πως ό,τι συνέβη, συνέβη... την περασμένη βδομάδα. Το πρώτο που είδα ανεβαίνοντας τα σκαλιά, ήταν ένας ξύλινος σταυρός, ψηλός, πάνω από δύο μέτρα, με λουλούδια στα χρώματα της Ουκρανίας στο σημείο που συναντώνται τα δύο ξύλα. Περισσότερα λουλούδια αφημένα στη βάση του σταυρού, με το χιόνι και τον πάγο πάνω τους να τα κάνει να φαντάζουν ακόμα πιο... δραματικά...

Φθάνοντας στην κορυφή των σκαλοπατιών, είδα ότι οι ξύλινοι σταυροί δεν είναι ένας, αλλά τουλάχιστον τέσσερις... Η ανηφόρα που οδηγεί στην είσοδο του Ουκραγίνα είναι κλειστή στην κυκλοφορία, είναι λες και έχει... οδόφραγμα, και κάπου στη μέση της υπάρχει κανονικό οδόφραγμα, με λάστιχα αυτοκινήτων, με φωτογραφίες Ουκρανών που σκοτώθηκαν τότε, ακόμα και με κράνη, εκείνα που φορούσαν τότε, και τα οποία πρέπει να θυμάστε αν παρακολουθούσατε στην τηλεόραση τα νέα από Κίεβο.

Εννοείται ότι το πρώτο που έκανα πριν τριγυρίσω στο ανατολικό μισό της Μαϊντάν ήταν να βάλω στο σακίδιο το σνακ που μόλις είχα αγοράσει. Δεν είναι μόνο ότι σου κόβεται η όρεξη βλέποντας ότι βρίσκεσαι σε έναν χώρο που μοιάζει με... απέραντο νεκροταφείο, είναι κυρίως ότι αισθάνεσαι πως ο ελάχιστος σεβασμός στον χώρο επιβάλει το να μην τρως. Δε γίνεται να περπατάς σε έναν χώρο που είναι γε-μά-τος από φωτογραφίες πεσόντων, κι εσύ να... μασουλάς. Κοινή λογική (αν και ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα βλέποντας ζευγαράκια που φαινόντουσαν να είναι Ουκρανοί από άλλες πόλεις, να χαμογελούν σε φωτογραφίες με φόντο την πλατεία. Δεν ξέρω... Μπορεί απλά εγώ να βλέπω τα πράγματα “βαριά” και σοβαρά).

Η δασκάλα μίας τάξης σχολείου αποτελούμενη από μικρά παιδιά, ξεναγούσε τους μαθητές της στον χώρο. Δύο εθελοντές μοίραζαν ενημερωτικό υλικό. Κάποιοι πουλούσαν αναμνηστικά περικάρπια-κορδελίτσες στα χρώματα της Ουκρανίας. Και παντού, παντού, παντού, κατάλοιπα των... “μαχών” του 2014. Ακόμα κι ένας προβολέας, από εκείνους που είναι μπηγμένοι στο χορτάρι για να φωτίζουν τον χώρο το βράδυ, έμοιαζε με... επιτύμβια στήλη, με 6-7 κράνη τοποθετημένα γύρω του, και ακόμα περισσότερα λουλούδια...

Το γιατί συνέβη ό,τι συνέβη στο Κίεβο (και αλλού στην Ουκρανία) τότε, το πώς... εξομαλύνθηκε (στον βαθμό και ό,που εξομαλύνθηκε) η κατάσταση, το ποιοι είχαν το δίκιο με το μέρος τους και ποιοι εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να προωθήσουν εντελώς ιδιοτελή συμφέροντα, είναι ζητήματα για τα οποία θα μπορούσε κανείς (που ενδιαφέρεται) να μιλάει επί ώρες, προφανώς όμως εδώ δεν είναι ο κατάλληλος χώρος για τέτοιου είδους... μονόλογο εκ μέρους μου. Εκείνο που μπορώ να μοιραστώ είναι ότι πιστεύω ακράδαντα πως όσα συνέβησαν στο Κίεβο πριν από δύο χρόνια, δεν θα με είχαν αγγίξει ΤΟΣΟ, αν δεν είχα ονειρεμένες αναμνήσεις από την πόλη, από προηγούμενα ταξίδια μου εδώ...

Εκεί που σήμερα έβλεπα ξύλινους σταυρούς, το 2012 ήταν η σκηνή της fan zone, με γιγαντοοθόνη για να παρακολουθεί ο κόσμος του αγώνες του Euro. Εκεί που ήταν σήμερα ο προβολέας/επιτύμβια στήλη, καθόμουν με την Ουκρανή φίλη μου το 2012 στριμωγμένοι ανάμεσα σε χιλιάδες κόσμο, παρακολουθώντας το πάρτι που είχε στηθεί λίγο πριν το Ουκρανία-Σουηδία. Εκείνη έμεινε στη fan zone, εγώ κάποια στιγμή πήγα στο γήπεδο για το παιχνίδι. Εκεί που σήμερα είδα μικρά πολύχρωμα καντήλια να σχηματίζουν κάποιο όνομα (ένα μέτρο επί τέσσερα, ΠΟΛΛΑ καντηλάκια), το 2012 ήταν το κατάστημα με τα αναμνηστικά του Euro, τα κιόσκια των χορηγών, το μίνι γήπεδο στο οποίο πιτσιρίκια μπορούσαν να κερδίσουν δώρα στέλνοντας την μπάλα στα δίχτυα.

Τη Μαϊντάν την έχω δει στα... καλύτερά της, μάλλον, στα... “πιο χαρούμενά της”, στα “πιο ξέγνοιαστά της”, στα “πιο χαμογελαστά της”, (το “καλύτερα” είναι σχετικό. Για κάποιον, το να θυσιάζεται για κάτι που θεωρεί άξιο να θυσιαστεί, μπορεί να είναι ο ορισμός του “καλύτερου”), και αυτό που είδα σήμερα ήταν πραγματικά... πολύ περισσότερο απ' ότι περίμενα, πολύ πιο... μακάβριο, ίσως, ΙΣΩΣ, πολύ πιο πρέπον. “Μία πλάκα με ονόματα νεκρών κι αυτό είναι όλο”, αυτό ίσως το δω μετά από... 10-15 χρόνια, όταν τα γεγονότα του 2014 θα είναι πλέον -κάπως- μακρινά. Μόλις δύο χρόνια αργότερα όμως, ίσως είναι πιο πρέπον να είναι η πλατεία όπως είναι σήμερα.

Ούτως ή άλλως, δεν φαντάζομαι σημερινό επικεφαλής της κυβέρνησης στην Ουκρανία, ή τον δήμαρχο, να δίνουν εντολή να απομακρυνθούν από την πλατεία όλα αυτά που βλέπει κανείς σήμερα. Όχι μόνο οι αναμνήσεις είναι νωπές, αλλά και η... όλη κατάσταση, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δεν “σηκώνουν” τέτοια ρίσκα, με πολύ κόσμο να είναι αηδιασμένος από το πώς εξελίχθηκε πολιτικά η κατάσταση μετά τις αλλαγές του 2014...

Όσο για το σνακ που... πάγωσε στο σακίδιο, το έβγαλα ξανά αρκετή ώρα αργότερα, έξω από το Ολυμπιακό Στάδιο, αφού αγόρασα εισιτήρια για το αυριανό εντός έδρας παιχνίδι της Ντινάμο, και το προσεχές φιλικό της Ουκρανίας με την Ουαλία. Οι Ουκρανοί παίζουν φιλικό και με την Κύπρο, στις 24 του μήνα, στην Οδησσό, στην οποία θα είμαι τη Δευτέρα το βράδυ, και από την οποία θα είναι το επόμενο κείμενο.
 
Last edited:

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.659
Likes
50.482
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ταξίδι-Όνειρο
Περού τότε, τώρα, πάντα
Ό,τι καιρό και να κάνει όμως, αυτό το διαμέρισμα έχει κάτι για το οποίο δε θα το άλλαζα ούτε με δωμάτιο πεντάστερου ξενοδοχείου. “Τη φίλη σου”, θα σκεφτεί κανείς. Εεεεεε, ννννναι, κι εκείνη. Βασικά όμως, δυόμισι χιλιόμετρα (όπως πετάει πουλί) βορειοδυτικά, βρίσκεται το Εθνικό Στάδιο.
Άρρωστε, καλώς ήλθες!

Η καλύτερη πένα του φόρουμ επέστρεψε. Το ότι διάβασα με τόσο ενδιαφέρον ατελείωτα κείμενα με αναρίθμητες αναφορές στο ποδόσφαιρο (που είναι για μένα ό,τι είναι το ΑΣΕΠ για τον Καρανίκα), είναι προσωπική σου επιτυχία. Υποκλίνομαι.

Να μη χάνεσαι!
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Μπήκα πριν από λίγο στο facebook και είδα “It's the first day of spring!”, με ζωγραφιές μιας γυναίκας κι ενός άνδρα να ποτίζουν τρία τεράστια λουλούδια υπό καταγάλανο ουρανό. Η γυναίκα μάλιστα έχει το ένα πόδι πεταμένο πίσω, δείχνοντάς μας πόσο ενθουσιασμένη είναι που μπήκε η άνοιξη και φτιάχνει ο καιρός. Μπήκα αμέσως μετά στο weather.com και είδα “Κίεβο, 0 βαθμοί Κελσίου, feels like -6. Ελαφριά χιονόπτωση” (τι ελαφριά, που με το ζόρι βλέπω μία στάση λεωφορείων 30 μέτρα από το παράθυρο δίπλα στο οποίο κάθομαι, στη ζεστούλα του χόστελ).

Η αντίφαση μου θυμίζει το γνωστό, “όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει”. Στην προκειμένη περίπτωση, “όταν σε πολλές χώρες υποδέχονται 'επίσημα' την άνοιξη, οι Ουκρανοί ξεκαρδίζονται στα γέλια -και φοράνε ένα ακόμα πιο χοντρό πουλόβερ κάτω από το παλτό/πάπλωμά τους πριν βγουν έξω”...

Η -κάθε άλλο παρά- πλάκα της υπόθεσης είναι ότι σήμερα το πρόγραμμά μου έχει ΔΥΟ αγώνες, στις δύο και στις εφτά και μισή. Το μεσημέρι μία μικρή ομάδα του Ντόνετσκ “υποδέχεται” ομάδα από τη δυτική Ουκρανία σε ένα γηπεδάκι 500 μέτρα από το Ολυμπιακό Στάδιο του Κιέβου (“αυτοεξόριστη” κι αυτή, όπως κι η μεγάλη ομάδα του Ντόνετσκ, η Σαχτάρ, λόγω της κατάστασης στην ανατολική Ουκρανία), και αργά το απόγευμα η πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα Ντινάμο παίζει δίπλα, στο Ολυμπιακό Στάδιο, με την τρίτη της βαθμολογίας, μία ομάδα από το επίσης... αποκομμένο/αποσχισμένο/διαφιλονικούμενο Λουχάνσκ (η οποία με τη σειρά της παίζει τους εντός έδρας αγώνες της τυπικά σαν γηπεδούχος κάπου στην κεντρική Ουκρανία).

Έχοντας δει ότι ακόμα και αρκετές στρώσεις ρούχων δε με έσωσαν από την παγωνιά στην Πολωνία και στο Λβιβ, σκέφτομαι σήμερα να αγοράσω ειδική αλοιφή, από εκείνες που ανεβάζουν τη θερμοκρασία του σώματος, από εκείνες που χρησιμοποιούν ποδοσφαιριστές (desperate times/situations call for desperate measures).

Γιώργο, όπως έγραψα προχθές, δέκα μέρες τώρα στην Ουκρανία αισθάνομαι μισοένοχος για το πόσο εξευτελιστικά χαμηλές είναι οι τιμές. Γενικά αισθάνομαι ένοχος που αφιερώνω κομμάτια των κειμένων μου στο ποδόσφαιρο (αναπόφευκτο όμως, μια και αν δεν ήταν αυτό, δε θα έκανα αυτό το ταξίδι όπως το κάνω). Τώρα που ξέρω ότι διάβασες διαδοχικά κατεβατά πλούσια πασπαλισμένα με αναφορές σε άθλημα που η μπάλα του είναι πολύ μικρότερη και άλλου χρώματος από την αγαπημένη σου, αισθάνομαι ακόμα πιο ένοχος (αυτό με τις ενοχές πρέπει να το κοιτάξω, αν και μάλλον παραμεγάλωσα για να το/με γιατρέψω).

Άσχετο... Το πόσο σε ντρέπομαι θα σου το γράψω ευθύς αμέσως σε προσωπικό μήνυμα.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Σκόρπιες σκέψεις-εντυπώσεις από Οδησσό... Είμαι σε ένα Πουζάτα Χάτα, ουκρανική αλυσίδα φαγάδικων (με μπουφέ πλούσιο σε επιλογές), είναι η ώρα του μεσημεριανού γεύματος, γίνεται ο κακός χαμός από κόσμο, πολύς ο θόρυβος, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ για να γράψω κάτι με αρχή-μέση-τέλος, οπότε... πατάω το “random”, και ό,τι προκύψει.

Όπως είπα προχθές σε έναν Καναδό οδηγό φορτηγών, από εκείνους που δουλεύουν έξι μήνες τον χρόνο (δέκα σερί μέρες, 10-12 ώρες την ημέρα, μετά παίρνουν τετραήμερο ρεπό, και πάλι απ' την αρχή, μέχρι που συμπληρώνουν εξάμηνο) και τους άλλους έξι μήνες... ξοδεύουν αυτά που έβγαλαν δουλεύοντας, η Οδησσός μού θυμίζει την Αβάνα(!!). Ο τύπος έχει πάει στην Κούβα, και ξαφνιάστηκε όταν του είπα αυτό που του είπα, όπως ομοίως φαντάζομαι ότι ξαφνιάστηκες κι εσύ που με διαβάζεις τώρα αν κι εσύ έχεις πάει/έρθει και στις δύο πόλεις. Εξηγούμαι...

Μία από τις εικόνες που μου έχουν μείνει από την Αβάνα είναι να στέκομαι στα σκαλοπάτια του Καπιτωλίου, κι απέναντι να βλέπω όμορφα κτήρια που έχουν δει ΠΟΛΥ καλύτερες ημέρες από άποψη συντήρησης (μάλλον... ΜΟΝΟ καλύτερες ημέρες), άνδρες γυμνούς από τη μέση και πάνω να καπνίζουν σε μικροσκοπικό μπαλκόνι ή δίπλα σε παράθυρο, και γυναίκες να κρεμάνε ρούχα που μόλις έχουν πλύνει. Επαναλαμβάνω, σε όμορφα (αλλά κραυγαλέα... καταπονημένα από την ελλειπή συντήρηση -τουλάχιστον το 2009 που ήμουν εκεί) κτήρια, απέναντι ακριβώς από το Καπιτώλιο.

Κάτι παρόμοιο βλέπεις στην Οδησσό. Στη μια πλευρά ενός δρόμου μπορεί να βρίσκεται ένα από τα πιο μεγαλοπρεπή κατάλοιπα της σοβιετικής εποχής, στο οποίο μπορεί να στεγάζεται σήμερα κάποια σημαντική δημόσια υπηρεσία, και στην απέναντι πλευρά του δρόμου να βρίσκεται ένα κτήριο που άλλες εποχές πρέπει να στέγαζε εύπορες (ή έστω “μεγαλομεσαίες”) οικογένειες, αλλά σήμερα μοιάζει ημιπαρατημένο, με σπασμένα τζάμια και πολύχρωμα καλύμματα στις μπαλκονόπορτες (προφανώς για να προστατεύουν εκείνους που ζουν μέσα από τον αέρα, τη βροχή, γενικά τα στοιχεία της φύσης), κι ένα σχοινί τεντωμένο με δύο παντελόνια και τρεις μπλούζες να κρέμονται.

Γενικά, η Οδησσός είναι γ ε μ ά τ η από πανέμορφα κτήρια, σαν εκείνα που ευτυχώς κάποτε αναπαλαιώσαμε στη Θεσσαλονίκη στη Βασιλίσσης Όλγας, ειδικά τα κάτω μέρη των μπαλκονιών είναι... για χάζεμα, με περίτεχνα γλυπτά και διάφορα μοτίφια, μπαλκόνια όμως από τα οποία μπορεί να λείπουν κομμάτια, να έχουν αποκολληθεί κομμάτια, ή να έχουν “μπαλωμένα” τζάμια.

Ο δε κόσμος που βλέπεις να μπαινοβγαίνει σε αυτά τα μπαλκόνια, επίσης μου θυμίζει τους Κουβανούς, προφανώς όχι λόγω... χρώματος δέρματος, αλλά επειδή... η γιαγιά και ο παππούς που κάνουν τσιγάρο, φαίνονται άνθρωποι που έχουν περάσει δύσκολα, είναι από εκείνους που φαίνονται να έχουν γεράσει νωρίτερα από... σχετικά ανέμελους συνομηλίκους τους στη... Δανία, στη Σουηδία, σε περιοχές των ΗΠΑ με πολύ υψηλό βιοτικό επίπεδο. Ίσως πάλι, εννοείται, έτσι να τα βλέπω εγώ, και η πραγματικότητα να μην μπορούσε να μην είναι πιο διαφορετική...

Η Οδησσός είναι... στην τσίτα αυτές τις ημέρες. Μαγαζιά στήνουν τις προεκτάσεις τους στα πεζοδρόμια (αυτές που ο κόσμος προτιμά από το εσωτερικό των μαγαζιών τους μήνες που ο καιρός επιτρέπει να κάθεσαι έξω), άλλα μαγαζιά που μοιάζουν να έκαναν ανακαίνιση κάνουν κάτι τελευταία μερεμέτια και διαφημίζουν την επανέναρξη της λειτουργίας τους, χόστελ που έμειναν κλειστά τους χειμερινούς μήνες διαφημίζουν κι εκείνα την επανέναρξη της λειτουργίας τους, κι η πόλη είναι γεμάτη από ταμπέλες που προετοιμάζουν τον κόσμο για ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα της χρονιάς στην Οδησσό, αν όχι ΤΟ μεγαλύτερο. Την Πρωταπριλιά(!).

Οι κάτοικοι της Οδησσού φημίζονται για την αίσθηση του χιούμορ τους, οι κάτοικοι κάθε πόλης στην Ουκρανία συνοδεύονται από κάποια “ταμπέλα”, κι εκείνη των της Οδησσού είναι ότι... έχουν πλάκα, ότι κάνουν πλάκα με τα πάντα, ότι δεν... χορταίνουν να αυτοσαρκάζονται, ότι λατρεύουν να πειράζουν ο ένας τον άλλον, να κάνουν φάρσες, κι έτσι “κολλάει” απόλυτα το ότι στη ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ πόλη η Πρωταπριλιά είναι ΤΟΣΟ σημαντική μέρα. Τόσο, που λαμβάνει χώρα ακόμα και παρέλαση αρμάτων, με θέματα εμπνευσμένα από την επικαιρότητα, και “δοσμένα” με τρόπο χιουμοριστικό.

Λεπτομέρεια: πέρσι, ίδιες ημέρες, οι τοπικές αρχές αποφάσισαν (και ζήτησαν από τους κατοίκους της πόλης την κατανόησή τους) να μην διοργανώσουν τη σχετική γιορτή, φοβούμενες ότι η τεταμένη -τότε- ατμόσφαιρα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε... ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Τότε, πλησίαζε η επέτειος του ενός έτους από όσα θλιβερά συνέβησαν στο κέντρο της Οδησσού τέλη Απριλίου/αρχές Μαΐου του 2014, κι έτσι...

Δεν μπορούσα να μην πάω... Οι εικόνες που είχα δει στην τηλεόραση και πολύ περισσότερο οι φωτογραφίες που είχα δει στο ίντερνετ, ήταν τόσο... πώς να τις χαρακτηρίσω... τόσο... “δεν γίνεται να συμβαίνει... Πρέπει να είναι ταινία με διεστραμμένη αίσθηση της ρεαλιστικής απεικόνισης”, που... θα μου μείνουν για πάντα, νομίζω/φοβάμαι.

Αναφέρομαι στον “Οίκο των Εργατικών Ενώσεων”, αν το μεταφράζω σωστά στα Ελληνικά, ένα μεγάλο κτήριο 100-150 μέτρα από τον σιδηροδρομικό σταθμό της Οδησσού. Μαζοχιστικά πράττοντας, μπήκα στο ίντερνετ προχθές το πρωί, είδα ξανά φωτογραφίες από τότε, με καμμένα σώματα, κάποια χωρίς άκρα, και κυρίως διάβασα αρκετά για το “πριν” των γεγονότων που κορυφώθηκαν στις 2 Μαΐου του 2014. Μετά, περπάτησα τα δυόμισι χιλιόμετρα από το χόστελ μέχρι εκεί.

Υπάρχουν ακόμα καντηλάκια, λουλούδια, κι επιγραφές μνήμης σε εκείνους που σκοτώθηκαν εκείνη τη μέρα. Η κεντρική είσοδος του κτηρίου είναι... σφραγισμένη, υπάρχει λαμαρινένιος “τοίχος” γύρω-γύρω, κι ακόμα και σε τρύπες πάνω του υπάρχουν μπηγμένα λουλούδια. Στο έδαφος είναι γραμμένο “Ουκρανία” με τεράστια γράμματα σε μπλε και κίτρινο, τα χρώματα της σημαίας. Κάποια τζάμια είναι σπασμένα, και τμήματα της πρόσοψης γύρω από παράθυρα έχουν ακόμα εμφανή σημάδια φωτιάς, σαν να μην ασχολήθηκε κανείς με την επισκευή των υλικών καταστροφών εκείνων των ημερών. Ίσως και να πρόκειται για ηθελημένη επιλογή των τοπικών αρχών. Δεν ξέρω. Δεν το αποκλείω. Κάτι που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι η σημαία σε έναν στύλο εκεί μπροστά, κυμάτιζε μεσίστια. Καμία άλλη σημαία σε δημόσιο κτήρια δεν κυματίζει αυτές τις ημέρες μεσίστια στην Οδησσό, οπότε προφανώς πρόκειται για ένδειξη πένθους για τα γεγονότα του 2014.

Οι παράπλευρες είσοδοι του κτηρίου είναι πάντως ανοικτές. Μέχρι και καφέ (όχι μεγάλο. Κάτι σαν... κυλικείο) λειτουργεί στην πλευρά που “βλέπει” στον εντυπωσιακό σιδηροδρομικό σταθμό.

Ακόμα και σήμερα μου φαίνεται... εκτός λογικής το σκηνικό που στήθηκε εκείνες τις ημέρες. ΥΠΑΡΧΕΙ “λογική”, τίποτα δεν συνέβη τυχαία, όμως... τι να πω, τι να γράψω... Απλά, εύχομαι τις διαφορές τους να τις είχαν λύσει χωρίς να χυθεί αίμα, χωρίς να καούν άνθρωποι ζωντανοί, χωρίς να διχαστεί μία ολόκληρη πόλη έτσι όπως διχάστηκε.

Τέτοιες στιγμές είναι που θυμάμαι πρώην κοπέλα μου από την Κροατία, από την Κοπρίβνιτσα, μία μικρή πόλη πολύ κοντά στην Ουγγαρία. Κάποτε μου περιέγραψε τις ημέρες που... αγρίεψαν τα πράγματα, στην αρχή του πολέμου στην άλλοτε Γιουγκοσλαβία. Μου είπε πώς από τη μια μέρα στην άλλη, ή έστω από τη μια βδομάδα στην άλλη, Κροάτες και Σέρβοι (πολύ λιγότεροι οι τελευταίοι) που ζούσαν σε γειτονικά σπίτια επί δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια, άρχισαν να κυνηγούν με όπλα και μαχαίρια οι μεν τους δε, ή, για την ακρίβεια, οι πολλοί περισσότεροι Κροάτες τους άμοιρους Σέρβους που έψαχναν τρόπο να διαφύγουν στην Ουγγαρία, ή να “κατέβουν” νότια, στο Όσιγιεκ, στο οποίο αν και κροατικό, το σερβικό στοιχείο ήταν πιο πολυπληθές απ' ότι στην Κοπρίβνιτσα.

Χθες το βράδυ πήγα στο Ουκρανία-Κύπρος, φιλικό. Είδα μία παρέα τριών μεσήλικων κυρίων σε ένα σημείο της κερκίδας με σημαία της Κύπρου. Το γήπεδο ήταν σχεδόν γεμάτο, ο κόσμος ήταν ενθουσιώδης, οι Ουκρανοί κάνουν σαν μικρά παιδιά στο γήπεδο, όταν αρχίζουν να κάνουν το “κύμα” στις κερκίδες πρέπει να συμβεί κάτι συνταρακτικό στον αγωνιστικό χώρο για να σταματήσουν, βγάζουν σέλφις με την ίδια ταχύτητα που καταπίνει χιλιόμετρα (μίλια, whatever) αεροπλάνο στον αέρα, πίνουν, πίνουν, πίνουν, γελάνε, γενικά τους βλέπεις πιο ξέγνοιαστους από... οπουδήποτε αλλού, όμως... :) αυτό με τον ύμνο τους, να με συμπαθάνε, αλλά έχει πλάκα, και το γράφω με όλη την αγάπη μου για τους Ουκρανούς...

Παρά το γεγονός ότι γλωσσικά η Ουκρανία ήταν (και τελικά παραμένει) πρώτα ρωσική και μετά ουκρανική, ο εθνικός ύμνος είναι αποκλειστικά στα Ουκρανικά. Οι δύο γλώσσες κάθε άλλο παρά “μέρα με τη νύχτα” είναι, οι ομοιότητες είναι αμέτρητες και χτυπητές, όμως, όπως μάλλον κατά κανόνα συνέβαινε στην άλλοτε Σοβιετική Ένωση, οι ρωσόφωνοι δεν έμπαιναν ποτέ στον... κόπο να μάθουν τη γλώσσα της “Δημοκρατίας” στην οποία ζούσαν, σε αντίθεση με τους Ουκρανούς, τους Λετονούς, τους Λιθουανούς, τους Εσθονούς, τους Μολδαβούς, οι οποίοι, εκτός από τη μητρική γλώσσα τους, ΣΑΦΩΣ και μάθαιναν και Ρωσικά.

Ειδικά στην Οδησσό, εκείνοι που έχουν τα Ρωσικά σαν μητρική γλώσσα, και όχι τα Ουκρανικά, αποτελούν συντριπτική πλειοψηφία. Κάπως έτσι, στο γήπεδο, σε ένα σχεδόν γεμάτο επαναλαμβάνω γήπεδο, από κόσμο που πήγε με ουκρανικές σημαίες και κασκόλ, την ώρα της ανάκρουσης του ύμνου τους άκουγες χθες ένα... παρατεταμένο μουρμουρητό. Από όλους όσοι στέκονταν γύρω μου, ΔΥΟ πενηντάρηδες τραγούδησαν τον ύμνο δυνατά (έστω και εγκληματικά παράφωνα). Άλλοι, ακόμα και κόσμος που είχε το δεξί χέρι στην καρδιά, στην καλύτερη περίπτωση... ψέλλιζε τους στίχους.

Δεν ξέρω... Καταλαβαίνω ότι για κάποιους είναι δύσκολο να μάθουν άλλη γλώσσα πέρα από τη μητρική τους, αλλά... διάολε, δεν χρειάζεται να μάθεις άπταιστα Ουκρανικά για να μπορείς να τραγουδήσεις τον ύμνο. Εγώ στη Μαλαισία έμαθα τον ύμνο τους -από ενδιαφέρον και μόνο- στην τοπική γλώσσα, χωρίς καν να είμαι ο πιο προικισμένος στις γλώσσες άνθρωπος του κόσμου, κι οι ρωσόφωνοι της Ουκρανίας δεν μπορούν να μάθουν δέκα στίχους σε μία γλώσσα που είναι ΠΟΛΥ κοντινή στη μητρική τους; Σηκώνω τα χέρια ψηλά, ειλικρινά...

Γενικά, η Οδησσός είναι ρυμοτομικά το απόλυτο αντίθετο του Λβιβ, με τους δρόμους να σχηματίζουν τέλεια τετράγωνα, κάτι που σου επιτρέπει ανά πάσα στιγμή να ξέρεις πού ακριβώς βρίσκεσαι. Οι δρόμοι στο κέντρο έχουν τρεις και τέσσερις λωρίδες, τα πεζοδρόμια είναι πλατιά, και γενικά η πόλη προσφέρεται για ατελείωτες βόλτες. Το ότι τους δρόμους μοιράζονται SUV-φρούρια με Ζάσταβα του... '60 και τραμ που σε άλλες χώρες πρέπει να αποτελούν εκθέματα μουσείων, κάνει το χάζι ακόμα πιο ενδιαφέρον. Προσοχή όμως στα πεζοδρόμια, τα οποία πρέπει να είναι τα χειρότερα που έχω δει στην Ευρώπη. Με εξαίρεση τον κεντρικό πεζόδρομο, το περπάτημα στο υπόλοιπο κέντρο (πόσο μάλλον πιο “έξω”, είχα χρόνο τις τελευταίες ημέρες και... ξανοίχτηκα) μοιάζει με... βόλτα στη φύση, σε λόφο, με τα ups and downs να αποτελούν κανόνα. Τη μια στιγμή αποφεύγεις μια λακκούβα, την επόμενη βρίσκεσαι να ισορροπείς σε “μυτούλα” 20 και 30 εκατοστά πάνω από την “κανονική” επιφάνεια του εδάφους, κι αμέσως μετά προσέχεις πού πατάς για να μην πέσεις σε χωμάτινη επιφάνεια που μόλις έχει σκαφτεί (συνεργεία από δεκάδες γυναίκες σκάβουν τους χώρους γύρω από δέντρα σε κεντρικούς δρόμους, και μάλλον θα φυτέψουν λουλούδια, μέρος κι αυτό των... ετοιμασιών για την είσοδο της άνοιξης -η οποία τυπικά έχει μπει, αλλά καιρικά στην Οδησσό μάλλον αναγγέλλει την άφιξή της τον Απρίλιο).

Το παρατράβηξα -και- το σημερινό κείμενο, αλλά πρέπει να προσθέσω κάτι. Κάποτε ο Μπατιστούτα (σπουδαίος Αργεντινός ποδοσφαιριστής) είπε ότι για εκείνον η αίσθηση που είχε όταν πετύχαινε γκολ ήταν καλύτερη κι από την κορύφωση στο σεξ. Εμείς οι αθλητικογράφοι που δεν βιώσαμε ποτέ την αποθέωση από γεμάτα γήπεδα για κάποιο γκολ μας, χαιρόμαστε με τις μεγάλες διοργανώσεις που κάποιοι έχουμε την τύχη να παρακολουθούμε με δημοσιογραφική διαπίστευση.

Αν θυμάστε, σε ένα κείμενο αυτής της ιστορίας έγραψα ότι όσο ήμουν στο Μπιαλίστοκ, στην Πολωνία, ενημερώθηκα από την ΟΥΕΦΑ ότι μου έδωσαν διαπίστευση για το Euro της Γαλλίας. Έγραψα τότε ότι είχα ζητήσει “match tickets” (άλλο γενικά η διαπίστευση, άλλο “εισιτήρια” για συγκεκριμένους αγώνες) για 13 παιχνίδια της φάσης των ομίλων, κι ότι περίμενα να μου πουν “ναι” στα 8-9.

Στην Οδησσό έφθασα Δευτέρα βράδυ, τσέκαρα το μέιλ μου κατά τις οκτώ και μισή, και είδα ότι η ΟΥΕΦΑ μόλις είχε αρχίσει να στέλνει “ραβασάκια” για τα “match tickets”. “Confirmed” το πρώτο (Γαλλία-Ρουμανία, το παιχνίδι με το οποίο αρχίζει η διοργάνωση), ομοίως το δεύτερο, ομοίως το τρίτο, κάθε 15 με 20 λεπτά μού έστελναν κι ένα μήνυμα, κάτι σαν... (συγγνώμη κιόλας) back to back οργασμοί :), για να μνημονεύσω/παραφράσω τον μεγάλο Μπατιστούτα. Εκείνο το βράδυ σταμάτησαν στα εφτά “confirmed”. Το πρωί (σε δεύτερο... κύκλο back to back “οργασμών”) μου έστειλαν άλλα έξι(!). Δεκατρία στα 13, δεκατρία παιχνίδια σε δεκατρείς ημέρες (λογιστικά εξωφρενικό, αλλά πρακτικά εφικτό, και φυσικά προκλητικά άπληστο), Παρίσι, Μπορντό, Λιόν, Σεντ-Ετιέν, Μασσαλία, Τουλούζη (σε κάποιες πόλεις θα δω δύο αγώνες, στο Παρίσι τέσσερις). Όνειρο ( ; ).

Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι ακόμα δεν ξέρω καν αν θα πάω(!). Για να πάω πρέπει να βρω κάποιο Μέσο να συνεργαστώ, για να καλύψω έστω τα έξοδά μου (δεν τρέφω αυταπάτες ότι θα βγάλω και λεφτά από αυτήν την υπόθεση. Τα οδοιπορικά μου στη Βραζιλία τα πήρα σε δόσεις, με τελευταία τον Ιούνιο του 2015). Αν δεν καταφέρω να βρω πηγή εσόδου, η μόνη ρεαλιστική επιλογή μου θα είναι, με πόνο καρδιάς :), να ενημερώσω την ΟΥΕΦΑ ότι παραιτούμαι της διαπίστευσης (για να μην χρεωθώ “no-show”, που θα επηρέαζε μελλοντική αίτησή μου για διαπίστευση σε άλλη διοργάνωση). Σχεδόν εφτά χρόνια αδιάκοπων πήγαινε-έλα και ελάχιστων εσόδων, με έχουν αφήσει σχεδόν... ολόστεγνο, οπότε...

Τελευταία βόλτα, και μετά βραδινό τρένο για Κίεβο (για άλλους τρεις ποδοσφαιρικούς αγώνες σε τέσσερις ημέρες. Μην ξεχνιόμαστε).

Χαιρετίσματα από τη Μαύρη Θάλασσα.
 
Last edited:

chris7

Member
Μηνύματα
3.091
Likes
23.855
Επόμενο Ταξίδι
Λουξεμβούργο
Ταξίδι-Όνειρο
Καναδάς
Μακάρι να σου έρθουν όλα βολικά και να μπορέσεις να πας στη Γαλλία και να μας στέλνεις τις υπέροχες ανταποκρίσεις σου.
Ευχαριστούμε και περιμένουμε νέα σου από το Κίεβο.
Καλά να περνάς.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Ενεργά Μέλη

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.169
Μηνύματα
882.784
Μέλη
38.883
Νεότερο μέλος
ayahuasca97

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom