Georgia86
Member
- Μηνύματα
- 194
- Likes
- 1.438
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ιαπωνία
Περιεχόμενα
Τέταρτη μέρα στην Ρουμανία.
Ξυπνήσαμε ετοιμοπόλεμοι και γεμάτη όρεξη για την πρώτη ολόκληρη μέρα στο Βουκουρέστι όπου ήμασταν σίγουροι πως θα περνούσαμε το ίδιο υπέροχα όπως και στο Μπρασόβ. Όταν βγήκαμε έξω όμως ανακαλύψαμε πως το κρύο ήταν αρκετά πιο τσουχτερό από εχθές και ο ουρανός ετοιμαζόταν για βροχή. Όποτε κατεβάσαμε το σκουφάκι πιο χαμηλά και ξεκινήσαμε κάπως ανήσυχοι την εξερεύνηση μας. Η πρώτη μας στάση είναι το Πατριαρχείο Ρουμανίας το οποίο ιδρύθηκε το 1872 από τον Φερδινάνδο της Ρουμανίας , Κάρολο β’ της Ρουμανίας και μερικά ακόμα σημαίνοντα πρόσωπα. Το Πατριαρχείο φαίνεται λιτό και απλό στην εμφάνιση του αλλά αν προσέξεις καλύτερα βρίσκεις εντυπωσιακές πινελιές που χαρίζουν μια λάμψη «πολυτέλειας» και Ορθοδοξίας στο κτήριο που συνδυάζει εξαιρετικά την αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική με την βυζαντινή τοιχογραφία. Δεν κάτσαμε όμως πολύ γιατί θέλαμε να πάμε στο Παλάτι του Λαού και ο καιρός μας ανησυχούσε αρκετά.
Ευτυχώς όμως το Κοινοβούλιο ήταν κοντά γιατί καθ οδόν είχαν αρχίσει να πέφτουν οι πρώτες στάλες βροχής. Δυσκολευτήκαμε να βρούμε την είσοδο στον Κοινοβούλιο και στην αρχή πήγαμε από την λάθος πλευρά αλλά σύντομα ανακαλύψαμε πως η είσοδος είναι από την δεξιά πλευρά όπως κοιτάς το Κοινοβούλιο ενώ βρίσκεσαι στην piata Constitutiei. Φανήκαμε πολύ τυχεροί γιατί ένα νέο γκρουπ ετοιμαζόταν για ξενάγηση ακριβώς την στιγμή που πήγαμε στο ταμείο και προλάβαμε να μπούμε στην ομάδα τους πληρώνοντας 40 lei το άτομο και ακόμα άλλα 30 lei για την άδεια φωτογράφισης. Θέλαμε να επιλέξουμε το πακέτο που σου προσφέρει την ευκαιρία να επισκεφτείς και το διάσημο μπαλκόνι του Παλατιού αλλά δυστυχώς θα ήταν κλειστό για τους επισκέπτες όλο το 2018.
Το Παλάτι του Λαού άρχισε να χτίζεται το 1984 με εντολή του Νικολάε Τσαουσέσκου που ανάθεσε μετά από διαγωνισμό την δημιουργία αυτού του σε μια νεαρή και άγνωστη μέχρι τότε αρχιτέκτονα. Είναι το μεγαλύτερο κτήριο στην Ευρώπη και το δεύτερο στον κόσμο. Όσο αφορά το βάρος όμως παίρνει την πρώτη θέση σε ολόκληρη την υφήλιο. Επηρεασμένος από τα κτήρια που είχε δει στην επίσκεψη του στην βόρεια Κορέα ο Τσαουσέσκου ήθελε να δημιουργήσει κάτι παρόμοιο για να φιλοξενήσει τα γραφεία του κόμματος του. Για την ανοικοδόμηση του καταστράφηκε το 20% του ιστορικού κέντρου του Βουκουρεστίου (ένα 20% που φιλοξενούσε οικισμούς από πολλές χώρες) και ένας ολόκληρος λόφος! Υπήρξαν φυσικά και οικολογικές καταστροφές όπως η αποξήλωση των δασών για να πάρουν το ξύλο και η χρησιμοποίηση των 2/3 του αποθέματος μαρμάρου της Ρουμανίας. Οι εργάτες που δούλεψαν για να χτιστεί αυτό το Παλάτι δεν πληρώνονταν φυσικά και εκτός από τους πολίτες , οι στρατιώτες ήταν επίσης ένα κομμάτι του εργατικού δυναμικού. Ο Νικολάε Τσαουσέσκου δολοφονήθηκε πριν δει την ολοκλήρωση του έργου η οποία έφτασε στο τέλος της το 1997. Μετά την δολοφονία του οι άνθρωποι που ανέβηκαν στην εξουσία αποφάσισαν να κρατήσουν το κτήριο ανέπαφο και να ολοκληρώσουν την κατασκευή του μιας και θα τους κόστιζε πιο ακριβά να το καταστρέψουν. Τώρα πια για να μπορούν να το συντηρούν το έχουν μετατρέψει σε τουριστικό αξιοθέατο και τις πολυτελές του αίθουσες τις νοικιάζουν για διάφορες εκδηλώσεις.
Ο ξεναγός μας ήταν πολύ συμπαθητικός, με χιούμορ και διαθέσιμος να απαντήσει σε όλες μας τις απορίες. Μας πήγαινε σε διάφορα μέρη του παλατιού όπου η χλιδή ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, ο Τσαουσέσκου ήθελε να σου τρίψει στην μούρη το πόσο πετυχημένη είναι η πολιτική του με ψηλοτάβανα δωμάτια , με χρυσά διακοσμητικά, χαλιά ασήκωτα και κουρτίνες απίστευτου μάκρους. Αν και απέξω δεν μοιάζει τόσο σπουδαίο, εσωτερικά είναι ένα εκπληκτικά εντυπωσιακό κτήριο. Η επίσκεψη μας κράτησε περίπου μια ώρα. Μέσα σε αυτή την ώρα ο καιρός είχε χαλάσει για τα καλά.
Βγαίνοντας από το κτήριο ήρθαμε αντιμέτωποι με βροχή και έντονο αέρα. Η χρήση ομπρέλας ήταν αδύνατη γιατί ο αέρας την τσαλάκωνε και έτσι αχρηστευόταν, εκτός όμως από τον αέρα και την βροχή το κρύο ήταν ακόμα πιο δυνατό από το πρωί. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε μέχρι εκεί που θέλαμε, είχαμε γίνει μούσκεμα και κρυώναμε πάρα πολύ. Σταματήσαμε ένα ταξί το οποίο θα μας πήγαινε μέχρι την πλατεία Unirii , που ήταν σχεδόν μια ευθεία από εκεί που βρισκόμασταν και κυριολεκτικά μας έγδαρε. Μας χρέωσε περίπου 6 ευρώ για μια διαδρομή 5 λεπτών. Αλλά επειδή ήταν η κατάσταση τέτοια δεν είπαμε τίποτα και βγήκαμε από το ταξί αρκετά νευριασμένοι.
Το πρωί είχαμε φύγει νηστικοί από το ξενοδοχείο και αποφασίσαμε να φάμε νωρίς το μεσημεριανό μας σε μια πιτσαρία που βρήκαμε κοντά εκεί που μας άφησε ο ταξιτζής ελπίζοντας πως ο καιρός θα έφτιαχνε κάπως. Μας έκανε εντύπωση πόσο γρήγορα άρχισαν οι πινακίδες να πιάνουν πάγο και σύντονα καταλάβαμε πως δεν ήταν νερό αυτό που έπεφτε αλλά πάγος. Έβρεχε παγωμένο νερό που είχε κρυσταλλώσει από το κρύο! Μπήκαμε στο ρεστοράν (Borselino) και παραγγείλαμε την μεσαία πίτσα για τρία άτομα που μας κόστισε 28 lei, δηλαδή 6 ευρώ και κάτι. Η σερβιτόρα ήταν αρκετά αγενής αλλά η πίτσα πολύ καλή!!
Από ότι φαινόταν η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει και φεύγοντας από το μαγαζί βρεθήκαμε σε δίλλημα. Δεν ξέραμε αν μπορούσαμε να συνεχίσουμε μιας και ο αέρας ήταν πολύ δυνατός, το κρύο περόνιαζε και η βροχή ήταν έντονη αλλά από την άλλη δεν θέλαμε να χάσουμε καθόλου χρόνο από την μέρα μας. Ο φίλος μας αποφάσισε να γυρίσει στο δωμάτιο του και εμείς να συνεχίσουμε παρά τις κακές καιρικές συνθήκες. Βγαίνοντας από την πιτσαρία στρίψαμε αριστερά και προχωρήσαμε στην bulevardul Ion C. Brătianuγια για να μπούμε στο ιστορικό κέντρο του Βουκουρεστίου. Στρίψαμε πάλι αριστερά στην strada Gabroveni ευτυχώς ο αέρας μειώθηκε αρκετά με το που στρίψαμε και έτσι είχαμε κυρίως το κρύο και την βροχή να μας ταλαιπωρεί. Οι δρόμοι ήταν έρημοι και καθώς περπατούσαμε ακούσαμε ξαφνικά από κάποιο από τα ρεστοράν… Παντελίδη! Λίγο πιο κάτω υπήρχε μια ελληνική ταβέρνα όπου η μουσική έπαιζε πολύ δυνατά, αυτό που λένε έφτασαν στο τσακίρ κέφι.
Αφήσαμε πίσω μας την ελληνική ταβέρνα και τον Παντελίδη και συνεχίσαμε με σκοπό να επισκεφτούμε την strata Postei όπου βρίσκεται η εκκλησία του μοναστηριού της Σταυρουπόλεως.
Δεν δυσκολευτήκαμε να το βρούμε. Η εκκλησία είναι μικρή και βρίσκεται μέσα σε μια πολύ όμορφη και γραφική αυλή. Οι κίονες θυμίζουν κορινθιακό ρυθμό αλλά το υπόστεγο που στηρίζει έχει ανατολικές επιρροές. Στο χώρο διάσπαρτα είναι μάρμαρα από παλαιούς τάφους και μισό καταστρεμμένοι κίονες. Μπήκαμε στην εκκλησία, καθίσαμε λίγο και μετά ξανά βγήκαμε έξω όπου άρχιζε να χιονίζει για τα καλά πια. Ο δρόμος γλιστρούσε λόγω των λίθων και προχωρούσαμε πολύ προσεκτικά.
Φεύγοντας από την εκκλησία βρήκαμε ένα μαγαζί με αναμνηστικά και πήραμε μερικά δωράκια για τους φίλους μας. Είχαμε σκοπό να δούμε όλα όσα θέλαμε σήμερα και έπρεπε να βρούμε τον τρόπο να το κάνουμε γρήγορα και αποτελεσματικά γιατί το κρύο θέριζε και το χιόνι έπεφτε πιο έντονα και οι δρόμοι ήταν επικίνδυνοι. Πήραμε την strada Stavropoleos η οποία θα μας έβγαζε στην Calea Victoriei. Περάσαμε έξω από το Caru’ cu bere την διάσημη μπυραρία & ρεστοράν όπου θα τρώγαμε το βράδυ και λίγο πιο κάτω βρίσκεται μια καφετέρια (Gloria Jean’s) όπου μπήκαμε για να ζεσταθούμε και να πάρουμε μια ζεστή σοκολάτα και ένα λαχταριστό εκλέρ για να μας δώσει δυνάμεις.
Με την ζεστή σοκολάτα να μας ζεσταίνει τα χέρια βγήκαμε στην Calea Victoriei και μπροστά από το Palatul CEC (Δημόσιο Ταμιευτήριο) το οποίο είναι πολύ όμορφο και εντυπωσιακό. Στρίψαμε αριστερά περάσαμε μπροστά από τον Εθνικό μουσείο ιστορίας και στρίψαμε στην strada Franceza και κάναμε αμέσως αριστερά στην strada Postei για να δούμε την ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Μετά από εκεί προχωρήσαμε προς το Pasajul Vilacrosse/Mecca. Πρόκειται για ένα δρόμο που χωρίζεται μπροστά από ένα παλιό ξενοδοχείο και έτσι γίνεται ο villacrosse και ο mecca, οι οποίοι είναι σκεπαστοί με κίτρινο γυαλί που πλέον είναι γεμάτο ρεστοράν και στις δύο πλευρές. Βγάλαμε φωτογραφίες αλλά δεν καθίσαμε για φαΐ , φύγαμε για τα υπόλοιπα αξιοθέατα που μας περίμεναν.
Είχε πλέον αρχίσει να το στρώνει για τα καλά. Οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι από κόσμο και εμείς θαυμάζαμε όσο μπορούσαμε τα γύρω κτήρια όταν πέσαμε επάνω στο άγαλμα του Iuliu Maniu. Προχωρήσαμε με τα χίλια ζόρια προς την piata Revolutiei (πλατεία της επανάστασης) στην οποία συσπειρώθηκε ο κόσμος κατά του Τσαουσέσκου και ξεκίνησε την επανάσταση του 1989 , επίσης είδαμε και το μνημείο της αναγέννησης. Συνεχίζουμε με καινούργιο μας στόχο το Parcul Ateneului (Αθηναίο) στην Strada Episcopiei αλλά πριν φτάσουμε εκεί είδαμε και το έφιππο άγαλμα του Καρόλου του πρώτου που βρίσκεται απέναντι από το Παλάτι του. To Αθήναιο κτίστηκε το 1865 από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Albet Galleron και φιλοξενεί την Ρουμάνικη φιλαρμονική του Enescu. Είναι νεοκλασσικού ρυθμού και μπροστά στο κτήριο μπορείς να δεις ένα άγαλμα αφιερωμένο στον ποιητή Eminescu. Για να μπεις μέσα πρέπει να πληρώσεις είσοδο η οποία είναι γύρω στα δυο ευρώ και προτείνω να το κάνετε γιατί το εσωτερικό του είναι απλά υπέροχο. Οι τοιχογραφίες, τα διακοσμητικά γλυπτά και το ταβάνι είναι πανέμορφα και σου δημιουργούν πολλά συναισθήματα και το μεγάλο εκκλησιαστικό όργανο σου προκαλεί δέος. Όταν φύγαμε από το Αθηναίο σκεφτήκαμε μήπως να παίρναμε το μετρό για να επισκεφτούμε ένα από τα πάρκα που θέλαμε αλλά αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι εκεί και γιατί όχι άλλωστε, είχαμε συνηθίσει τον καιρό! Μπορεί ο καιρός να μην μας έκανε την χάρη αλλά εμείς είχαμε σχεδόν δει πολλά από αυτά που θέλαμε και νιώθαμε γεμάτοι ενέργεια και ειλικρινά βιώναμε κάτι το ξένο (αλλά ευχάριστο) προς εμάς με το χιόνι και το κρύο που είχε φτάσει τους -6.
Φτάσαμε στο πάρκο Cismigiu μετά από αρκετό περπάτημα και αφού χαθήκαμε μια δυο φορές. Ψυχή δεν κυκλοφορούσε και δεν μου έκανε εντύπωση, ποιος άλλωστε θα πήγαινε στο πάρκο με τέτοιον καιρό. Το χιόνι εδώ ήταν απάτητο, σαν άσπρο χαλί μπροστά στις κούνιες. Μιας και δεν το ενοχλούσε ανθρώπου πόδι είχε μαζευτεί πολύ και ένιωθες λες και ήταν μέσα Ιανουαρίου. Το πάρκο είναι πολύ όμορφο, με πράσινο αρκετό, με κούνιες για παιδιά , με παρτέρια γεμάτα λουλούδια. Διασχίζοντας το φτάσαμε στον δρόμο ξανά και αποφασίσαμε πως είχε έρθει η ώρα να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο· τα μπούτια μας είχαν μουδιάσει από την παγωνιά. Ήμασταν βεβαίως λίγο μακριά από το σπίτι και θα χρειαζόταν αρκετό περπάτημα αλλά ήμασταν χαρούμενοι από όλα όσα είδαμε σήμερα και το περπάτημα δεν μας φόβιζε. Στην διαδρομή μας πέσαμε επάνω σε ένα σούπερ μάρκετ και αποφασίσαμε να μπούμε για να δούμε πως είναι, τι προϊόντα έχει και τα λοιπά και βρήκαμε ελιές καλαμών! Πήραμε έναν χυμό (πράγμα σπάνιο στην Ρουμανία!) και ένα κρουασάν με σταφίδες και φύγαμε για το ξενοδοχείο. Προχωρούσαμε δίπλα από το ποτάμι Dâmbovița αν και φυσούσε πολύ και η παγωνιά ήταν πιο έντονη, ήταν πολύ όμορφα.
Η ξεκούραση ήταν ότι χρειαζόμασταν. Τα μπούτια μου έκαναν δυο ώρες να ζεσταθούν αν και πάλι μέχρι το βράδυ ήταν μουδιασμένα. Για την νυχτερινή μας εξόρμηση αποφάσισα να βάλω ένα κολάν και μια φόρμα, μια μπλούζα και μια ζακέτα από πάνω και φυσικά το μπουφάν, σκουφάκι ,κασκόλ και τα γάντια μου. Πεινούσαμε πολύ για αυτό οι τρεις μας τώρα ξεκινήσαμε για το Caru’ cu bere. Πατούσαμε στο πεζοδρόμιο με πολύ προσοχή γιατί η μάζα χιόνι και λάσπης μετακινούταν εύκολα και κινδύνευες να σπάσεις το πόδι σου.
Στο Caru’ cu μας έβαλαν στο υπόγειο όπου παλιά ήταν το κελάρι, μας άρεσε πολύ η διακόσμηση και νιώθαμε πολύ «ζεστή» την ατμόσφαιρα. Την παραγγελία την ανέλαβα εγώ και παράγγειλα δυο πιατέλες την μία με κρύο κρέας και την άλλη με ψητό. Η πιατέλα με το κρύο κρέας κατέληξε να είναι μια ποικιλία αλλαντικών και ο φίλος μας σίγουρα απογοητεύτηκε αλλά για να μην μείνει πεινασμένος έφαγε και μια μερίδα με λαχανοντολμάδες με κόκκινη σάλτσα που είναι τοπική λιχουδιά. Μετά το φαΐ βγήκαμε για βόλτα, περάσαμε πάλι από κάποια αξιοθέατα για να τα δει και ο φίλος μας και αφού χωνέψαμε για τα καλά γυρίσαμε στο δωμάτιο μας για ύπνο.
Ξυπνήσαμε ετοιμοπόλεμοι και γεμάτη όρεξη για την πρώτη ολόκληρη μέρα στο Βουκουρέστι όπου ήμασταν σίγουροι πως θα περνούσαμε το ίδιο υπέροχα όπως και στο Μπρασόβ. Όταν βγήκαμε έξω όμως ανακαλύψαμε πως το κρύο ήταν αρκετά πιο τσουχτερό από εχθές και ο ουρανός ετοιμαζόταν για βροχή. Όποτε κατεβάσαμε το σκουφάκι πιο χαμηλά και ξεκινήσαμε κάπως ανήσυχοι την εξερεύνηση μας. Η πρώτη μας στάση είναι το Πατριαρχείο Ρουμανίας το οποίο ιδρύθηκε το 1872 από τον Φερδινάνδο της Ρουμανίας , Κάρολο β’ της Ρουμανίας και μερικά ακόμα σημαίνοντα πρόσωπα. Το Πατριαρχείο φαίνεται λιτό και απλό στην εμφάνιση του αλλά αν προσέξεις καλύτερα βρίσκεις εντυπωσιακές πινελιές που χαρίζουν μια λάμψη «πολυτέλειας» και Ορθοδοξίας στο κτήριο που συνδυάζει εξαιρετικά την αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική με την βυζαντινή τοιχογραφία. Δεν κάτσαμε όμως πολύ γιατί θέλαμε να πάμε στο Παλάτι του Λαού και ο καιρός μας ανησυχούσε αρκετά.
Ευτυχώς όμως το Κοινοβούλιο ήταν κοντά γιατί καθ οδόν είχαν αρχίσει να πέφτουν οι πρώτες στάλες βροχής. Δυσκολευτήκαμε να βρούμε την είσοδο στον Κοινοβούλιο και στην αρχή πήγαμε από την λάθος πλευρά αλλά σύντομα ανακαλύψαμε πως η είσοδος είναι από την δεξιά πλευρά όπως κοιτάς το Κοινοβούλιο ενώ βρίσκεσαι στην piata Constitutiei. Φανήκαμε πολύ τυχεροί γιατί ένα νέο γκρουπ ετοιμαζόταν για ξενάγηση ακριβώς την στιγμή που πήγαμε στο ταμείο και προλάβαμε να μπούμε στην ομάδα τους πληρώνοντας 40 lei το άτομο και ακόμα άλλα 30 lei για την άδεια φωτογράφισης. Θέλαμε να επιλέξουμε το πακέτο που σου προσφέρει την ευκαιρία να επισκεφτείς και το διάσημο μπαλκόνι του Παλατιού αλλά δυστυχώς θα ήταν κλειστό για τους επισκέπτες όλο το 2018.
Το Παλάτι του Λαού άρχισε να χτίζεται το 1984 με εντολή του Νικολάε Τσαουσέσκου που ανάθεσε μετά από διαγωνισμό την δημιουργία αυτού του σε μια νεαρή και άγνωστη μέχρι τότε αρχιτέκτονα. Είναι το μεγαλύτερο κτήριο στην Ευρώπη και το δεύτερο στον κόσμο. Όσο αφορά το βάρος όμως παίρνει την πρώτη θέση σε ολόκληρη την υφήλιο. Επηρεασμένος από τα κτήρια που είχε δει στην επίσκεψη του στην βόρεια Κορέα ο Τσαουσέσκου ήθελε να δημιουργήσει κάτι παρόμοιο για να φιλοξενήσει τα γραφεία του κόμματος του. Για την ανοικοδόμηση του καταστράφηκε το 20% του ιστορικού κέντρου του Βουκουρεστίου (ένα 20% που φιλοξενούσε οικισμούς από πολλές χώρες) και ένας ολόκληρος λόφος! Υπήρξαν φυσικά και οικολογικές καταστροφές όπως η αποξήλωση των δασών για να πάρουν το ξύλο και η χρησιμοποίηση των 2/3 του αποθέματος μαρμάρου της Ρουμανίας. Οι εργάτες που δούλεψαν για να χτιστεί αυτό το Παλάτι δεν πληρώνονταν φυσικά και εκτός από τους πολίτες , οι στρατιώτες ήταν επίσης ένα κομμάτι του εργατικού δυναμικού. Ο Νικολάε Τσαουσέσκου δολοφονήθηκε πριν δει την ολοκλήρωση του έργου η οποία έφτασε στο τέλος της το 1997. Μετά την δολοφονία του οι άνθρωποι που ανέβηκαν στην εξουσία αποφάσισαν να κρατήσουν το κτήριο ανέπαφο και να ολοκληρώσουν την κατασκευή του μιας και θα τους κόστιζε πιο ακριβά να το καταστρέψουν. Τώρα πια για να μπορούν να το συντηρούν το έχουν μετατρέψει σε τουριστικό αξιοθέατο και τις πολυτελές του αίθουσες τις νοικιάζουν για διάφορες εκδηλώσεις.
Ο ξεναγός μας ήταν πολύ συμπαθητικός, με χιούμορ και διαθέσιμος να απαντήσει σε όλες μας τις απορίες. Μας πήγαινε σε διάφορα μέρη του παλατιού όπου η χλιδή ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, ο Τσαουσέσκου ήθελε να σου τρίψει στην μούρη το πόσο πετυχημένη είναι η πολιτική του με ψηλοτάβανα δωμάτια , με χρυσά διακοσμητικά, χαλιά ασήκωτα και κουρτίνες απίστευτου μάκρους. Αν και απέξω δεν μοιάζει τόσο σπουδαίο, εσωτερικά είναι ένα εκπληκτικά εντυπωσιακό κτήριο. Η επίσκεψη μας κράτησε περίπου μια ώρα. Μέσα σε αυτή την ώρα ο καιρός είχε χαλάσει για τα καλά.
Βγαίνοντας από το κτήριο ήρθαμε αντιμέτωποι με βροχή και έντονο αέρα. Η χρήση ομπρέλας ήταν αδύνατη γιατί ο αέρας την τσαλάκωνε και έτσι αχρηστευόταν, εκτός όμως από τον αέρα και την βροχή το κρύο ήταν ακόμα πιο δυνατό από το πρωί. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε μέχρι εκεί που θέλαμε, είχαμε γίνει μούσκεμα και κρυώναμε πάρα πολύ. Σταματήσαμε ένα ταξί το οποίο θα μας πήγαινε μέχρι την πλατεία Unirii , που ήταν σχεδόν μια ευθεία από εκεί που βρισκόμασταν και κυριολεκτικά μας έγδαρε. Μας χρέωσε περίπου 6 ευρώ για μια διαδρομή 5 λεπτών. Αλλά επειδή ήταν η κατάσταση τέτοια δεν είπαμε τίποτα και βγήκαμε από το ταξί αρκετά νευριασμένοι.
Το πρωί είχαμε φύγει νηστικοί από το ξενοδοχείο και αποφασίσαμε να φάμε νωρίς το μεσημεριανό μας σε μια πιτσαρία που βρήκαμε κοντά εκεί που μας άφησε ο ταξιτζής ελπίζοντας πως ο καιρός θα έφτιαχνε κάπως. Μας έκανε εντύπωση πόσο γρήγορα άρχισαν οι πινακίδες να πιάνουν πάγο και σύντονα καταλάβαμε πως δεν ήταν νερό αυτό που έπεφτε αλλά πάγος. Έβρεχε παγωμένο νερό που είχε κρυσταλλώσει από το κρύο! Μπήκαμε στο ρεστοράν (Borselino) και παραγγείλαμε την μεσαία πίτσα για τρία άτομα που μας κόστισε 28 lei, δηλαδή 6 ευρώ και κάτι. Η σερβιτόρα ήταν αρκετά αγενής αλλά η πίτσα πολύ καλή!!

Από ότι φαινόταν η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει και φεύγοντας από το μαγαζί βρεθήκαμε σε δίλλημα. Δεν ξέραμε αν μπορούσαμε να συνεχίσουμε μιας και ο αέρας ήταν πολύ δυνατός, το κρύο περόνιαζε και η βροχή ήταν έντονη αλλά από την άλλη δεν θέλαμε να χάσουμε καθόλου χρόνο από την μέρα μας. Ο φίλος μας αποφάσισε να γυρίσει στο δωμάτιο του και εμείς να συνεχίσουμε παρά τις κακές καιρικές συνθήκες. Βγαίνοντας από την πιτσαρία στρίψαμε αριστερά και προχωρήσαμε στην bulevardul Ion C. Brătianuγια για να μπούμε στο ιστορικό κέντρο του Βουκουρεστίου. Στρίψαμε πάλι αριστερά στην strada Gabroveni ευτυχώς ο αέρας μειώθηκε αρκετά με το που στρίψαμε και έτσι είχαμε κυρίως το κρύο και την βροχή να μας ταλαιπωρεί. Οι δρόμοι ήταν έρημοι και καθώς περπατούσαμε ακούσαμε ξαφνικά από κάποιο από τα ρεστοράν… Παντελίδη! Λίγο πιο κάτω υπήρχε μια ελληνική ταβέρνα όπου η μουσική έπαιζε πολύ δυνατά, αυτό που λένε έφτασαν στο τσακίρ κέφι.
Αφήσαμε πίσω μας την ελληνική ταβέρνα και τον Παντελίδη και συνεχίσαμε με σκοπό να επισκεφτούμε την strata Postei όπου βρίσκεται η εκκλησία του μοναστηριού της Σταυρουπόλεως.
Δεν δυσκολευτήκαμε να το βρούμε. Η εκκλησία είναι μικρή και βρίσκεται μέσα σε μια πολύ όμορφη και γραφική αυλή. Οι κίονες θυμίζουν κορινθιακό ρυθμό αλλά το υπόστεγο που στηρίζει έχει ανατολικές επιρροές. Στο χώρο διάσπαρτα είναι μάρμαρα από παλαιούς τάφους και μισό καταστρεμμένοι κίονες. Μπήκαμε στην εκκλησία, καθίσαμε λίγο και μετά ξανά βγήκαμε έξω όπου άρχιζε να χιονίζει για τα καλά πια. Ο δρόμος γλιστρούσε λόγω των λίθων και προχωρούσαμε πολύ προσεκτικά.
Φεύγοντας από την εκκλησία βρήκαμε ένα μαγαζί με αναμνηστικά και πήραμε μερικά δωράκια για τους φίλους μας. Είχαμε σκοπό να δούμε όλα όσα θέλαμε σήμερα και έπρεπε να βρούμε τον τρόπο να το κάνουμε γρήγορα και αποτελεσματικά γιατί το κρύο θέριζε και το χιόνι έπεφτε πιο έντονα και οι δρόμοι ήταν επικίνδυνοι. Πήραμε την strada Stavropoleos η οποία θα μας έβγαζε στην Calea Victoriei. Περάσαμε έξω από το Caru’ cu bere την διάσημη μπυραρία & ρεστοράν όπου θα τρώγαμε το βράδυ και λίγο πιο κάτω βρίσκεται μια καφετέρια (Gloria Jean’s) όπου μπήκαμε για να ζεσταθούμε και να πάρουμε μια ζεστή σοκολάτα και ένα λαχταριστό εκλέρ για να μας δώσει δυνάμεις.
Με την ζεστή σοκολάτα να μας ζεσταίνει τα χέρια βγήκαμε στην Calea Victoriei και μπροστά από το Palatul CEC (Δημόσιο Ταμιευτήριο) το οποίο είναι πολύ όμορφο και εντυπωσιακό. Στρίψαμε αριστερά περάσαμε μπροστά από τον Εθνικό μουσείο ιστορίας και στρίψαμε στην strada Franceza και κάναμε αμέσως αριστερά στην strada Postei για να δούμε την ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Μετά από εκεί προχωρήσαμε προς το Pasajul Vilacrosse/Mecca. Πρόκειται για ένα δρόμο που χωρίζεται μπροστά από ένα παλιό ξενοδοχείο και έτσι γίνεται ο villacrosse και ο mecca, οι οποίοι είναι σκεπαστοί με κίτρινο γυαλί που πλέον είναι γεμάτο ρεστοράν και στις δύο πλευρές. Βγάλαμε φωτογραφίες αλλά δεν καθίσαμε για φαΐ , φύγαμε για τα υπόλοιπα αξιοθέατα που μας περίμεναν.
Είχε πλέον αρχίσει να το στρώνει για τα καλά. Οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι από κόσμο και εμείς θαυμάζαμε όσο μπορούσαμε τα γύρω κτήρια όταν πέσαμε επάνω στο άγαλμα του Iuliu Maniu. Προχωρήσαμε με τα χίλια ζόρια προς την piata Revolutiei (πλατεία της επανάστασης) στην οποία συσπειρώθηκε ο κόσμος κατά του Τσαουσέσκου και ξεκίνησε την επανάσταση του 1989 , επίσης είδαμε και το μνημείο της αναγέννησης. Συνεχίζουμε με καινούργιο μας στόχο το Parcul Ateneului (Αθηναίο) στην Strada Episcopiei αλλά πριν φτάσουμε εκεί είδαμε και το έφιππο άγαλμα του Καρόλου του πρώτου που βρίσκεται απέναντι από το Παλάτι του. To Αθήναιο κτίστηκε το 1865 από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Albet Galleron και φιλοξενεί την Ρουμάνικη φιλαρμονική του Enescu. Είναι νεοκλασσικού ρυθμού και μπροστά στο κτήριο μπορείς να δεις ένα άγαλμα αφιερωμένο στον ποιητή Eminescu. Για να μπεις μέσα πρέπει να πληρώσεις είσοδο η οποία είναι γύρω στα δυο ευρώ και προτείνω να το κάνετε γιατί το εσωτερικό του είναι απλά υπέροχο. Οι τοιχογραφίες, τα διακοσμητικά γλυπτά και το ταβάνι είναι πανέμορφα και σου δημιουργούν πολλά συναισθήματα και το μεγάλο εκκλησιαστικό όργανο σου προκαλεί δέος. Όταν φύγαμε από το Αθηναίο σκεφτήκαμε μήπως να παίρναμε το μετρό για να επισκεφτούμε ένα από τα πάρκα που θέλαμε αλλά αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι εκεί και γιατί όχι άλλωστε, είχαμε συνηθίσει τον καιρό! Μπορεί ο καιρός να μην μας έκανε την χάρη αλλά εμείς είχαμε σχεδόν δει πολλά από αυτά που θέλαμε και νιώθαμε γεμάτοι ενέργεια και ειλικρινά βιώναμε κάτι το ξένο (αλλά ευχάριστο) προς εμάς με το χιόνι και το κρύο που είχε φτάσει τους -6.

Φτάσαμε στο πάρκο Cismigiu μετά από αρκετό περπάτημα και αφού χαθήκαμε μια δυο φορές. Ψυχή δεν κυκλοφορούσε και δεν μου έκανε εντύπωση, ποιος άλλωστε θα πήγαινε στο πάρκο με τέτοιον καιρό. Το χιόνι εδώ ήταν απάτητο, σαν άσπρο χαλί μπροστά στις κούνιες. Μιας και δεν το ενοχλούσε ανθρώπου πόδι είχε μαζευτεί πολύ και ένιωθες λες και ήταν μέσα Ιανουαρίου. Το πάρκο είναι πολύ όμορφο, με πράσινο αρκετό, με κούνιες για παιδιά , με παρτέρια γεμάτα λουλούδια. Διασχίζοντας το φτάσαμε στον δρόμο ξανά και αποφασίσαμε πως είχε έρθει η ώρα να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο· τα μπούτια μας είχαν μουδιάσει από την παγωνιά. Ήμασταν βεβαίως λίγο μακριά από το σπίτι και θα χρειαζόταν αρκετό περπάτημα αλλά ήμασταν χαρούμενοι από όλα όσα είδαμε σήμερα και το περπάτημα δεν μας φόβιζε. Στην διαδρομή μας πέσαμε επάνω σε ένα σούπερ μάρκετ και αποφασίσαμε να μπούμε για να δούμε πως είναι, τι προϊόντα έχει και τα λοιπά και βρήκαμε ελιές καλαμών! Πήραμε έναν χυμό (πράγμα σπάνιο στην Ρουμανία!) και ένα κρουασάν με σταφίδες και φύγαμε για το ξενοδοχείο. Προχωρούσαμε δίπλα από το ποτάμι Dâmbovița αν και φυσούσε πολύ και η παγωνιά ήταν πιο έντονη, ήταν πολύ όμορφα.
Η ξεκούραση ήταν ότι χρειαζόμασταν. Τα μπούτια μου έκαναν δυο ώρες να ζεσταθούν αν και πάλι μέχρι το βράδυ ήταν μουδιασμένα. Για την νυχτερινή μας εξόρμηση αποφάσισα να βάλω ένα κολάν και μια φόρμα, μια μπλούζα και μια ζακέτα από πάνω και φυσικά το μπουφάν, σκουφάκι ,κασκόλ και τα γάντια μου. Πεινούσαμε πολύ για αυτό οι τρεις μας τώρα ξεκινήσαμε για το Caru’ cu bere. Πατούσαμε στο πεζοδρόμιο με πολύ προσοχή γιατί η μάζα χιόνι και λάσπης μετακινούταν εύκολα και κινδύνευες να σπάσεις το πόδι σου.
Στο Caru’ cu μας έβαλαν στο υπόγειο όπου παλιά ήταν το κελάρι, μας άρεσε πολύ η διακόσμηση και νιώθαμε πολύ «ζεστή» την ατμόσφαιρα. Την παραγγελία την ανέλαβα εγώ και παράγγειλα δυο πιατέλες την μία με κρύο κρέας και την άλλη με ψητό. Η πιατέλα με το κρύο κρέας κατέληξε να είναι μια ποικιλία αλλαντικών και ο φίλος μας σίγουρα απογοητεύτηκε αλλά για να μην μείνει πεινασμένος έφαγε και μια μερίδα με λαχανοντολμάδες με κόκκινη σάλτσα που είναι τοπική λιχουδιά. Μετά το φαΐ βγήκαμε για βόλτα, περάσαμε πάλι από κάποια αξιοθέατα για να τα δει και ο φίλος μας και αφού χωνέψαμε για τα καλά γυρίσαμε στο δωμάτιο μας για ύπνο.


Last edited: