Fanie
Member
Περιεχόμενα
Συνηθισμένη στο πρωινό εγερτήριο ξύπνησα από τις επτάμιση το πρώτο πρωί. Αφού υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι τέτοιο πράγμα δεν θα το ξανακάνω, έφτιαξα ένα φλιτζάνι ζεστό καφέ και κάθισα πλάι στο παράθυρο να δω την ανατολή. Είδα κάτι καλύτερο: την ομίχλη. Πυκνές, γαλανόλευκες τούφες από σύννεφα είχαν περικυκλώσει τον ξενώνα, το δάσος, τα βουνά και καθώς η ώρα περνούσε τις έβλεπα να αποτραβιούνται αργά προς τον ουρανό, αποκαλύπτοντας σταδιακά το τοπίο. Μαγεία!
Όταν ξημέρωσε για τα καλά και ξύπνησε και το άλλο μισό της παρέας, ντυθήκαμε κι ανεβήκαμε πάλι στο χωριό.
Ο καιρός, ψυχρός και συννεφιασμένος, δεν έδειχνε ιδιαίτερα απειλητικός. Περπατήσαμε μέχρι το Λαογραφικό Μουσείο, περάσαμε κι από τη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας, εντοπίσαμε τον φούρνο, το περίπτερο, το φαρμακείο, το παντοπωλείο και όντας κατατοπισμένοι με τα βασικά αρχίσαμε ν' ανηφορίζουμε προς το Ηρώον. Κάναμε μια στάση στο βυζαντινό εκκλησάκι της Παναγίας της Μπαφέρως (1185) και είδαμε και το Διδακτήριο της Ελληνικής Σχολής Στεμνίτσας (1690-1828), στο παρακείμενο άλσος. Όσο εγώ καθυστερούσα για να τα δω και να τα φωτογραφίσω ΟΛΑ, το άλλο μισό της παρέας άρχισε να γκρινιάζει ότι θα μας πιάσει καταιγίδα. Καταιγίδα! Υπερβολές...
Τελικά φτάσαμε στο Ηρώον. Από εκεί η θέα της Στεμνίτσας ήταν μοναδική.
Άρχισα να βγάζω φωτογραφίες και δεν σταμάτησα ούτε όταν άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες προειδοποιητικές ψιχάλες. Ούτε με τις δεύτερες σταμάτησα. Όταν όμως ξέσπασε τελικά η καταιγίδα ήμουν η πρώτη που άρχισα να τρέχω τον λόφο (για μια στιγμή θυμήθηκα την Μονμάρτη, που μας είχε πιάσει η βροχή στα σκαλοπάτια της Sacre Coeur και τρέχαμε δίχως ομπρέλα μέχρι τον Nord Gare! Ευτυχώς τώρα και ομπρέλα είχαμε και οι αποστάσεις ήταν σημαντικά μικρότερες).
Φτάνοντας στην πλατεία μπήκαμε στην πρώτη ταβέρνα που βρήκαμε, στη “Στεμνίτσα” και παραγγείλαμε τα ψητά της παϊδάκια με συνοδεία χωριάτικης και κόκκινου κρασιού. Μέχρι ν' αποτελειώσουμε το γεύμα μας η βροχή είχε σταματήσει και έτσι πήραμε το δρόμο για το ξενοδοχείο. Είμασταν μόνοι μας, μια και οι ιδιοκτήτες είχαν φύγει και κανένας άλλος ένοικος δεν θα έρχονταν για τις επόμενες τρεις ημέρες. Από τα DVD που υπήρχαν πάνω στο μικρό τραπεζάκι της ρεσεψιόν ξεχωρίσαμε δύο: το “Κοινωνικό με τον πρώην 007” και το “Περιπέτεια σε ένα μπαρ που τους σκοτώνει όλους”. Διαλέξαμε να δούμε το δεύτερο και όταν έπεσε για καλά το βράδυ, κοιμηθήκαμε γλυκά.
Όταν ξημέρωσε για τα καλά και ξύπνησε και το άλλο μισό της παρέας, ντυθήκαμε κι ανεβήκαμε πάλι στο χωριό.
Ο καιρός, ψυχρός και συννεφιασμένος, δεν έδειχνε ιδιαίτερα απειλητικός. Περπατήσαμε μέχρι το Λαογραφικό Μουσείο, περάσαμε κι από τη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας, εντοπίσαμε τον φούρνο, το περίπτερο, το φαρμακείο, το παντοπωλείο και όντας κατατοπισμένοι με τα βασικά αρχίσαμε ν' ανηφορίζουμε προς το Ηρώον. Κάναμε μια στάση στο βυζαντινό εκκλησάκι της Παναγίας της Μπαφέρως (1185) και είδαμε και το Διδακτήριο της Ελληνικής Σχολής Στεμνίτσας (1690-1828), στο παρακείμενο άλσος. Όσο εγώ καθυστερούσα για να τα δω και να τα φωτογραφίσω ΟΛΑ, το άλλο μισό της παρέας άρχισε να γκρινιάζει ότι θα μας πιάσει καταιγίδα. Καταιγίδα! Υπερβολές...
Τελικά φτάσαμε στο Ηρώον. Από εκεί η θέα της Στεμνίτσας ήταν μοναδική.
Άρχισα να βγάζω φωτογραφίες και δεν σταμάτησα ούτε όταν άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες προειδοποιητικές ψιχάλες. Ούτε με τις δεύτερες σταμάτησα. Όταν όμως ξέσπασε τελικά η καταιγίδα ήμουν η πρώτη που άρχισα να τρέχω τον λόφο (για μια στιγμή θυμήθηκα την Μονμάρτη, που μας είχε πιάσει η βροχή στα σκαλοπάτια της Sacre Coeur και τρέχαμε δίχως ομπρέλα μέχρι τον Nord Gare! Ευτυχώς τώρα και ομπρέλα είχαμε και οι αποστάσεις ήταν σημαντικά μικρότερες).
Φτάνοντας στην πλατεία μπήκαμε στην πρώτη ταβέρνα που βρήκαμε, στη “Στεμνίτσα” και παραγγείλαμε τα ψητά της παϊδάκια με συνοδεία χωριάτικης και κόκκινου κρασιού. Μέχρι ν' αποτελειώσουμε το γεύμα μας η βροχή είχε σταματήσει και έτσι πήραμε το δρόμο για το ξενοδοχείο. Είμασταν μόνοι μας, μια και οι ιδιοκτήτες είχαν φύγει και κανένας άλλος ένοικος δεν θα έρχονταν για τις επόμενες τρεις ημέρες. Από τα DVD που υπήρχαν πάνω στο μικρό τραπεζάκι της ρεσεψιόν ξεχωρίσαμε δύο: το “Κοινωνικό με τον πρώην 007” και το “Περιπέτεια σε ένα μπαρ που τους σκοτώνει όλους”. Διαλέξαμε να δούμε το δεύτερο και όταν έπεσε για καλά το βράδυ, κοιμηθήκαμε γλυκά.