Zacharoula
Member
- Μηνύματα
- 228
- Likes
- 109
- Επόμενο Ταξίδι
- Δολομίτες
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ο κόσμος όλος.
Η τελευταία μας μέρα στην Σκωτία, είχε κίολας έρθει.Όταν περνάς καλά,ο χρόνος κυλάει σαν νερό.
Οταν πάλι θέλεις να περάσει,δεν περνάει με τίποτα.Τί κακό και αυτό!
Ήταν κίολας Παρασκευή.
Θα αφήναμε πίσω μας την επαρχία της Σκωτίας και θα πηγαίναμε στην πόλη της Γλασκώβης όπου ήταν και ο τελευταίος μας προορισμός.
Αποχαιρετίσαμε την κυρία Cathrine,πήραμε το τελευταίο μας Σκωτσέζικο πρωινό και ξεκινήσαμε το τελευταίο μας ταξίδι στους δρόμους της Σκωτίας.
Ο καιρός που συνέχιζε να είναι βροχερός και το συναίσθημα της επιστροφής,μας έκαναν ήδη να μελαγχολούμε.
Μέσω Loch Lomond,Glencow και Tarbet,φτάνουμε στο χωριό Arrochard και αρχίζουμε να ψάχνουμε το αρχαίο νεκροταφείο των Vikings.Γυρίσαμε όλο το χωριό αλλά το νεκροταφείο δεν το βρήκαμε πουθενά.
Κάποιο λάθος κάναμε,κάποιον δρόμο παραλείψαμε.Σχετική ταμπέλα δεν υπήρχε πουθενά."Μήπως τελικά δεν υπάρχει καν νεκροταφείο?"
Παρατήσαμε την προσπάθεια μετά απο αρκετή ώρα καθώς το πετρέλαιο τελείωνε και δεν υπήρχαν περιθώρια να ψάξουμε περισσότερο.
Σταματήσαμε για καφέ σε ένα ξενοδοχείο.Η καφετέρια του ήταν άδεια και η μόνη ζωή που υπήρχε ήμασταν εμείς.
Ηταν ξύλινο,με λίγο φώς,πολλά κλασσικά κηροπήγια,κάδρα με νεκροκεφαλές,κάδρα με μυστήρια παιδάκια,ένας τεράστιος καθρέφτης και ένα μαυρισμένο πέτρινο τζάκι.
Ηταν ίσως ο καλύτερος κλειστός χώρος στον οποίο είχα βρεθεί τόσες μέρες.Μου άρεσε πολύ αυτή η σκοτεινή ατμόσφαιρα και το μυστήριο που δημιουργούσε...
Δεν μείναμε παραπάνω απο μία ώρα.
Βρεθήκαμε στην Εθνική που πήγαινε απευθείας στην Γλασκώβη.Έπειτα απο αρκετή ώρα βρισκόμασταν εκεί...
Η πρώτη εντύπωση που μου έδωσε η πόλη, δεν ήταν η καλύτερη.Καθαρά βιομηχανοποιημένη,με πολύ κόσμο,με μουντά και ψηλά κτίρια-πολυκατοικίες.Μια εικόνα που δεν διέφερε και πολύ απο την εικόνα του κέντρου της Αθήνας
μία καθημερινή πρωί.Ηταν η μόνη πόλη στην οποία συναντήσαμε κίνηση και κολλήσαμε στον δρόμο για αρκετά λεπτά.Δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τις πόλεις και τα χωρια που είχαμε επισκεφτεί τις προηγούμενες μέρες.
Η βόλτα μέσα στο κέντρο της,μας άλλαξε κάπως την γνώμη.Τεράστιοι πεζόδρομοι γεμάτοι μαγαζιά και απίστευτα πολύς κόσμος κάθε εθνικότητας.
Μου θύμισε παραμονές Χριστουγέννων στην Ερμού και στο Σύνταγμα που όλοι τρέχουν πανικόβλητοι να κάνουν τα ψώνια της τελευταίας στιγμής.Οι τέσσερις Ινδιάνοι που έπαιζαν τη μουσική τους στην μέση μίας πλατείας,εκανε ακόμα πιο έντονη αυτή τη σύγκριση.
Παρόλα αυτά,ο ήχος αυτής της μουσικής,συμπλήρωνε τέλεια το σκηνικό της βόλτας μας.Κάναμε τις απαιτούμενες αγορές (άλλωστε όλοι αυτό έκαναν),χαθήκαμε μέσα στον κόσμο και αφού πλέον είχε πάει απόγευμα,
γυρίσαμε στο πάρκινγκ,μπήκαμε στο αυτοκίνητο και αρχίσαμε να ψάχνουμε το ξενοδοχείο στο οποίο θα μέναμε την τελευταία μας νύχτα.
Το ξενοδοχείο το βρήκαμε σχεδόν αμέσως καθώς ήταν στο κέντρο της πόλης.Το είχαμε κλείσει μέσω booking αρκετό καιρό πριν το ταξίδι μας κι έτσι ξέραμε πάνω κάτω τί θα δούμε.
Παρόλα αυτά,ίσως ήταν το χειρότερο όλων των ημερών.Όχι γιατί τα δωμάτια δεν ήταν καλά,αλλά γιατί το προσωπικό του ήταν αγενέστατο.
Κουρασμένοι όπως ήμασταν και με τις ασήκωτες βαλίτσες στο χέρι,προσπαθούσαμε επί μισή ώρα να κάνουμε διακανονισμό με την άκρως ειρωνική receptionist ώστε να μπούμε στα δωμάτια μας.
Στο booking καθώς και στους κανονισμούς του ξενοδοχείου,δεν έλεγε πουθενά πως υποχρεούμεθα να έχουμε πιστωτική κάρτα για να πληρώσουμε τις διανυκτερεύσεις.Η δεσποινίδα παρόλα αυτά,ήταν ανένδοτη και με κοφτά λόγια,μας έλεγε πως αν δεν έχουμε πιστωτική,
δεν θα μπορούσαμε και να μείνουμε.Σαστισμένοι και χωρίς πρόθεση να κάνουμε φασαρία (αν και μάλλον θα έπρεπε), προσπαθούσαμε να τις δώσουμε δίαφορες εναλλαχτικές.
Με τα πολλά και με το ζόρι,καταλήξαμε στο συμβιβασμό να της δώσουμε ώς εγγύηση 60 λίρες οι οποίες θα μας επιστρέφονταν κατά την αναχώρηση.
Μα καλά,γιατί πρέπει να έχουμε πιστωτική επάνω μας? Εγώ δεν έχω βγάλει καν και ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα φαν.
Στο θέμα δεν δώσαμε συνέχεια.Μπήκαμε στα δωμάτια που δεν άξιζαν τα λεφτά τους και λέγαμε πως ακόμα και στους πιο πολιτισμένους λαούς,υπάρχουν "στραβοί" άνθρωποι.
Απέναντι ακριβώς απο το ξενοδοχείο, υπήρχε και μία Ελληνική παραδοσιακή ταβέρνα που η τηλεόραση της έπαιζε ANT1.Κλασσικές Ελληνικές φάτσες,έτρωγαν γεμιστά και μουσακά και η θεωρία ότι
παντού υπάρχουν Ελληνες,ακόμα μία φορά επιβεβαιωνόταν..
Εκείνο το βράδυ κοιμηθήκαμε γνωρίζοντας πως το ταξίδι της Σκωτίας,έφτασε στο τέλος του.Σε λιγότερο απο ένα εικοσιτετράωρο θα πατούσαμε το πόδι μας στο Ελ.Βενιζέλος.Εκεί άρχισαν και εκεί θα τελείωναν το Εδιμβούργο,το Ινβερνές,τα Χάιλαντς και όλα τα μικρα και παραδοσιακά
χωριουδάκια που είδαμε...
Αυτό το βράδυ ήταν μελαγχολικό και οι ώρες του ύπνου μας ήταν άστατες και κυρίως χωρίς όνειρα.
Οταν πάλι θέλεις να περάσει,δεν περνάει με τίποτα.Τί κακό και αυτό!
Ήταν κίολας Παρασκευή.
Θα αφήναμε πίσω μας την επαρχία της Σκωτίας και θα πηγαίναμε στην πόλη της Γλασκώβης όπου ήταν και ο τελευταίος μας προορισμός.
Αποχαιρετίσαμε την κυρία Cathrine,πήραμε το τελευταίο μας Σκωτσέζικο πρωινό και ξεκινήσαμε το τελευταίο μας ταξίδι στους δρόμους της Σκωτίας.
Ο καιρός που συνέχιζε να είναι βροχερός και το συναίσθημα της επιστροφής,μας έκαναν ήδη να μελαγχολούμε.
Μέσω Loch Lomond,Glencow και Tarbet,φτάνουμε στο χωριό Arrochard και αρχίζουμε να ψάχνουμε το αρχαίο νεκροταφείο των Vikings.Γυρίσαμε όλο το χωριό αλλά το νεκροταφείο δεν το βρήκαμε πουθενά.
Κάποιο λάθος κάναμε,κάποιον δρόμο παραλείψαμε.Σχετική ταμπέλα δεν υπήρχε πουθενά."Μήπως τελικά δεν υπάρχει καν νεκροταφείο?"
Παρατήσαμε την προσπάθεια μετά απο αρκετή ώρα καθώς το πετρέλαιο τελείωνε και δεν υπήρχαν περιθώρια να ψάξουμε περισσότερο.
Σταματήσαμε για καφέ σε ένα ξενοδοχείο.Η καφετέρια του ήταν άδεια και η μόνη ζωή που υπήρχε ήμασταν εμείς.
Ηταν ξύλινο,με λίγο φώς,πολλά κλασσικά κηροπήγια,κάδρα με νεκροκεφαλές,κάδρα με μυστήρια παιδάκια,ένας τεράστιος καθρέφτης και ένα μαυρισμένο πέτρινο τζάκι.
Ηταν ίσως ο καλύτερος κλειστός χώρος στον οποίο είχα βρεθεί τόσες μέρες.Μου άρεσε πολύ αυτή η σκοτεινή ατμόσφαιρα και το μυστήριο που δημιουργούσε...
Δεν μείναμε παραπάνω απο μία ώρα.
Βρεθήκαμε στην Εθνική που πήγαινε απευθείας στην Γλασκώβη.Έπειτα απο αρκετή ώρα βρισκόμασταν εκεί...
Η πρώτη εντύπωση που μου έδωσε η πόλη, δεν ήταν η καλύτερη.Καθαρά βιομηχανοποιημένη,με πολύ κόσμο,με μουντά και ψηλά κτίρια-πολυκατοικίες.Μια εικόνα που δεν διέφερε και πολύ απο την εικόνα του κέντρου της Αθήνας
μία καθημερινή πρωί.Ηταν η μόνη πόλη στην οποία συναντήσαμε κίνηση και κολλήσαμε στον δρόμο για αρκετά λεπτά.Δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τις πόλεις και τα χωρια που είχαμε επισκεφτεί τις προηγούμενες μέρες.
Η βόλτα μέσα στο κέντρο της,μας άλλαξε κάπως την γνώμη.Τεράστιοι πεζόδρομοι γεμάτοι μαγαζιά και απίστευτα πολύς κόσμος κάθε εθνικότητας.
Μου θύμισε παραμονές Χριστουγέννων στην Ερμού και στο Σύνταγμα που όλοι τρέχουν πανικόβλητοι να κάνουν τα ψώνια της τελευταίας στιγμής.Οι τέσσερις Ινδιάνοι που έπαιζαν τη μουσική τους στην μέση μίας πλατείας,εκανε ακόμα πιο έντονη αυτή τη σύγκριση.
Παρόλα αυτά,ο ήχος αυτής της μουσικής,συμπλήρωνε τέλεια το σκηνικό της βόλτας μας.Κάναμε τις απαιτούμενες αγορές (άλλωστε όλοι αυτό έκαναν),χαθήκαμε μέσα στον κόσμο και αφού πλέον είχε πάει απόγευμα,
γυρίσαμε στο πάρκινγκ,μπήκαμε στο αυτοκίνητο και αρχίσαμε να ψάχνουμε το ξενοδοχείο στο οποίο θα μέναμε την τελευταία μας νύχτα.
Το ξενοδοχείο το βρήκαμε σχεδόν αμέσως καθώς ήταν στο κέντρο της πόλης.Το είχαμε κλείσει μέσω booking αρκετό καιρό πριν το ταξίδι μας κι έτσι ξέραμε πάνω κάτω τί θα δούμε.
Παρόλα αυτά,ίσως ήταν το χειρότερο όλων των ημερών.Όχι γιατί τα δωμάτια δεν ήταν καλά,αλλά γιατί το προσωπικό του ήταν αγενέστατο.
Κουρασμένοι όπως ήμασταν και με τις ασήκωτες βαλίτσες στο χέρι,προσπαθούσαμε επί μισή ώρα να κάνουμε διακανονισμό με την άκρως ειρωνική receptionist ώστε να μπούμε στα δωμάτια μας.
Στο booking καθώς και στους κανονισμούς του ξενοδοχείου,δεν έλεγε πουθενά πως υποχρεούμεθα να έχουμε πιστωτική κάρτα για να πληρώσουμε τις διανυκτερεύσεις.Η δεσποινίδα παρόλα αυτά,ήταν ανένδοτη και με κοφτά λόγια,μας έλεγε πως αν δεν έχουμε πιστωτική,
δεν θα μπορούσαμε και να μείνουμε.Σαστισμένοι και χωρίς πρόθεση να κάνουμε φασαρία (αν και μάλλον θα έπρεπε), προσπαθούσαμε να τις δώσουμε δίαφορες εναλλαχτικές.
Με τα πολλά και με το ζόρι,καταλήξαμε στο συμβιβασμό να της δώσουμε ώς εγγύηση 60 λίρες οι οποίες θα μας επιστρέφονταν κατά την αναχώρηση.
Μα καλά,γιατί πρέπει να έχουμε πιστωτική επάνω μας? Εγώ δεν έχω βγάλει καν και ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα φαν.
Στο θέμα δεν δώσαμε συνέχεια.Μπήκαμε στα δωμάτια που δεν άξιζαν τα λεφτά τους και λέγαμε πως ακόμα και στους πιο πολιτισμένους λαούς,υπάρχουν "στραβοί" άνθρωποι.
Απέναντι ακριβώς απο το ξενοδοχείο, υπήρχε και μία Ελληνική παραδοσιακή ταβέρνα που η τηλεόραση της έπαιζε ANT1.Κλασσικές Ελληνικές φάτσες,έτρωγαν γεμιστά και μουσακά και η θεωρία ότι
παντού υπάρχουν Ελληνες,ακόμα μία φορά επιβεβαιωνόταν..
Εκείνο το βράδυ κοιμηθήκαμε γνωρίζοντας πως το ταξίδι της Σκωτίας,έφτασε στο τέλος του.Σε λιγότερο απο ένα εικοσιτετράωρο θα πατούσαμε το πόδι μας στο Ελ.Βενιζέλος.Εκεί άρχισαν και εκεί θα τελείωναν το Εδιμβούργο,το Ινβερνές,τα Χάιλαντς και όλα τα μικρα και παραδοσιακά
χωριουδάκια που είδαμε...
Αυτό το βράδυ ήταν μελαγχολικό και οι ώρες του ύπνου μας ήταν άστατες και κυρίως χωρίς όνειρα.
Attachments
-
131,4 KB Προβολές: 273