_antonis_
Member
- Μηνύματα
- 3.357
- Likes
- 1.243
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Το ταξίδι – Η αρχή (ημέρα 1η)
- Χωρίς καθυστερήσεις (ημέρα 2η)
- Μετάβαση στο Matopos (ημέρα 3η)
- Το πρώτο μας σαφάρι (ημέρα 4η)
- Προορισμός Hwange National Park (ημέρα 5η)
- Σαφάρι στο Hwange National Park (ημέρα 6η)
- Επιστροφή στη βάση (ημέρα 7η)
- Μονοήμερη στο Chobe National Park of Botswana (ημέρα 8η)
- Στις γειτονιές των ντόπιων (ημέρα 9η)
- Η βουτιά Ι [βουτιά με τους διαβόλους ή βουτιά στον Παράδεισο;] (ημέρα 10η)
- Οι καταρράκτες ‘‘Victoria Falls’’ (ημέρα 11η)
- Τέλος πρώτου μέρους του ταξιδιού – αρχή δευτέρου [Cape Town] (ημέρα 12η)
- Η Βουτιά ΙΙ [Βουτιά με τους λευκούς] (ημέρα 13η)
- Cape Point Day Tour (ημέρα 14η)
- Λίγο πριν το τέλος (ημέρα 15η)
- Η επιστροφή (ημέρα 16η)
- Το ‘‘τέλος’’ και επίλογος (ημέρα 17η)
Κοιτώντας έξω από τη τζαμαρία του δωματίου μας, περισσότερο για να καταλάβω τι καιρό θα έκανε, εντόπισα ένα βαν στην είσοδο του κτιρίου. Ήταν σχεδόν μισή ώρα νωρίτερα όταν έφτασε, αλλά ήμασταν έτοιμοι και κατεβήκαμε. Όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα. Σήμερα πηγαίναμε νότια του Cape Town, προς το Ακρωτήρι της καλής ελπίδας, το Cape Point, τους Βοτανικούς κήπους και ότι έχει η περιοχή γενικότερα.
Μεταφερθήκαμε σε ένα άλλο ξενοδοχείο, που ήταν προφανώς το σημείο συγκέντρωσης. Μπήκαμε όλοι σε ένα άλλο βαν. Ήμασταν εμείς οι δύο και ακόμη τρία ζευγάρια. Τα δύο ζευγάρια νεαρής ηλικίας και το άλλο μεγαλύτερης. Ήταν αμερικανοί, εκτός το ένα νεαρό ζευγάρι, από Βραζιλία.
Ο καιρός όσο πηγαίναμε νότια, δεν έδειχνε να παραμένει το ίδιο καλός με το Cape Town, ήταν συννεφιασμένος και έτοιμος να βρέξει. Οι παραλίες που βλέπαμε την προηγούμενη μέρα κατά την επιστροφή μας από το Table Mountain ήταν μες το σύννεφο, ναι, μες το σύννεφο, αν και τόσο χαμηλά, το Table Mountain δεν φαινόταν καθόλου, ούτε και οι 12 κορυφές (12 κορυφές βουνών που βρίσκονται αμέσως μετά το TableMountain). Δεν είναι και ότι καλύτερο αυτό, αλλά τουλάχιστον δεν έβρεχε.

Οι παραλίες πνιγμένες στο σύννεφο
Περάσαμε από τις παραλίες τους, όπως την Clifton Beach και συνοικίες ιδιαιτέρως και εμφανώς αναβαθμισμένες. Το μόνο που τελικά μπορούσαμε να διακρίνουμε, ήταν όσοι κάθονταν στην άκρη του δρόμου, σε κάτι τοίχους-πεζούλια που παρακολουθούν την θάλασσα για σημάδια καρχαριών. Αναλόγως αν θα εντοπίσουν ή όχι ή αναλόγως την ώρα που θα δουν, βγάζουν αντίστοιχο σημαιάκι. Το μαύρο σημαίνει κάτι, το κόκκινο κάτι άλλο και νομίζω υπάρχουν και κίτρινο και λευκό. Σε μία παραλία μάλιστα, σταματήσαμε για φωτογραφίες, που θα βγάζαμε αν ο καιρός ήταν καλύτερος. Ο οδηγός μας είπε ότι εκεί πιο πέρα, έχει πολύ ωραία ρομαντικά μαγαζιά, με υπέροχο ηλιοβασίλεμα και θα ήταν πολύ ρομαντικά να πάμε εγώ και η αδερφή μου κάποιο βράδυ. Ωραία ιδέα του λέω, ευχαριστούμε. Που να λέω πάλι την ιστορία πως είμαστε αδέρφια, βαρέθηκα πια.
Όχι πολύ αργότερα, φτάσαμε στο HoutBay. Το μέρος αυτό είναι γνωστό για τις φώκιες. Συγκεκριμένα, είναι ένα λιμανάκι, απ’ όπου παίρνει όποιος θέλει το καραβάκι και πηγαίνει σε ένα μικρό νησάκι (πολλά σε –άκι πλακώσανε) που βρίσκεται πολύ κοντά, το οποίο είναι πήχτρα στις φώκιες. Είναι τόσες, που οι μισές κολυμπούν επειδή δε χωράνε. Εντάξει, κολυμπούν και για να βρουν τροφή ή να παίξουν.

Hout Bay
Το εισιτήριο για το καραβάκι κοστίζει 50 ZAR (5 ευρώ) και φυσικά ήταν γεμάτο Κινέζους. Ω, τι έκπληξη. Που να πω ότι αντί γι’ αυτό το ταξίδι σκεφτόμουν να πάω στην Κίνα και να με πιστέψουν.
Με τη μυρωδιά της θάλασσας ακόμη να πλανάται από το χθεσινό μας ταξίδι στα κύματα και να διατηρείται από το σημερινό, φτάσαμε στο νησάκι. Τουλάχιστον σήμερα ο καιρός όσον αφορά τον άνεμο, ήταν καλός. Δε νομίζω πως αντέχαμε άλλο κούνημα.
Οι φώκιες είναι πάρα πολλές, το νησάκι πολύ μικρό. Μας είπε ο οδηγός του τουρ ότι υπολογίζονται στις 4.000 και είναι μόνο θηλυκές. Όταν έρθει η ώρα για αναπαραγωγή, πηγαίνουν σε ένα άλλο μέρος, που υπάρχουν κάπου 50.000 φώκιες και γίνεται ‘η δουλειά’.
Έβγαλα κάμποσες φωτογραφίες, αποφεύγοντας τα τεντωμένα χέρια των πρεσβυώπων που βρίσκονταν κοντά μου και μπροστά στον φακό της μηχανής μου. Το καραβάκι μένει λίγη ώρα εκεί, γύρω στα είκοσι λεπτά, πριν πάρει τον δρόμο της επιστροφής.

Οι φώκιες καθήμενες στη σκιά
Η συννεφιά διατηρεί το φθινοπωρινό τοπίο, το Hout Bay εξακολουθεί να βρίσκεται μες τα σύννεφα, που έχουν κατακαθίσει για τα καλά από πάνω του. Στη δεξιά πλευρά όπως επιστρέφουμε, βλέπουμε την Chapmans Peak και τον δρόμο που θα πηγαίναμε μετά.
Στην προβλήτα είναι ένα άξιο φωτογραφίας γκρουπάκι τριών ατόμων που κάτι τραγουδούσαν, το προσπεράσαμε και κάναμε ένα μικρό διάλειμμα πριν συνεχίσουμε το μικρό μας ταξίδι.

Ακριβώς απέναντι λοιπόν από εκεί που αποβιβαζόμαστε, είναι η Chapmans Peak, μία κορυφή που το όχημα πρέπει να περάσει έναν δύσκολο στενό δρόμο για να ανέβει στην κορυφή. Το πρόσωπο του βουνού προς τον ωκεανό είναι σχεδόν κάθετο, για εκατοντάδες μέτρα. Ο δρόμος αυτός, έχει κλείσει και ξανανοίξει πολλάκις, καθώς υπήρχαν διάφορα προβλήματα, ιδίως κατολισθήσεων που υπήρξαν ακόμη και νεκροί λόγω του συγκεκριμένου προβλήματος. Τελευταία φορά είχε κλείσει μέχρι τον Ιούνιο του 2008, όπου ξανάνοιξε. Σήμερα, ο δρόμος είναι αρκετά καλύτερος, δεν είναι βέβαια και πάλι πολύ πλατύς, αλλά εμένα δε μου φάνηκε και κάτι το ιδιαίτερο, όσον αφορά τον βαθμό δυσκολίας. Μάλλον οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν έρθει Ελλάδα…
Συνεχίζουμε προς το νότο, για να καταλήξουμε στο Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας (Cape of Good Hope). Ενώ στον χάρτη όλα μου φαίνονταν πολύ μακρινά, τελικά ήταν σχετικά κοντά. Βέβαια, είχα και προϋπηρεσία πολλών ωρών οδήγησης στη Ζιμπάμπουε, ξεχνιέται; Στον δρόμο, είδαμε τις πρώτες στρουθοκαμήλους. Δεν είχαμε χρόνο για στάση, αλλά μας υποσχέθηκαν μία στην επιστροφή. Να σας πω την αλήθεια, τότε έμαθα τι είναι και το ‘ostrich’ που είχα φάει στη Ζιμπάμπουε.
Το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας πιστευόταν πώς είναι το νοτιότερο άκρο της Αφρικανικής ηπείρου. Το νοτιότερο άκρο όμως στην πραγματικότητα, βρίσκεται 150 χιλιόμετρα πιο νότια. Η λανθασμένη αυτή αντίληψη, υπήρχε επειδή το ζεστό νερό που έρχεται από τον Ινδικό Ωκεανό, έφτανε ως εκείνο το σημείο που υπάρχει το κρύο νερό του Ατλαντικού. Επειδή λοιπόν το ζεστό νερό, φτάνει ως εκεί, πίστευαν ότι εκεί είναι και το νοτιότερο άκρο της Αφρικής. Ονομάζεται Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, επειδή όταν τα πλοία έρχονταν από νότια, αυτό ήταν το σημείο αναφοράς για το ότι φτάνουν προς τα δυτικά, σηματοδοτώντας έτσι την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης ως το σημείο προορισμού τους, την Ευρώπη.
Υπάρχουν και οι ξύλινες πινακίδες αναρτημένες σε χαμηλό ύψος, ώστε να μπορεί ο κόσμος να βγάζει φωτογραφίες και να φαίνεται που βρίσκεται. Ή αλλιώς φωτογραφία και δευτερόλεπτο. Ανά δευτερόλεπτο βγαίνουν οι φωτογραφίες, εννοείται πως δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία. Όπως βγεις την πρώτη φορά, αυτό είναι, έτσι θα μείνεις. Οι επόμενοι είναι έτοιμοι να σε κατασπαράξουν αν καθυστερήσεις περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο. Τουλάχιστον εμείς βγήκαμε καλοί στη φωτογραφία.
Εκείνη η περιοχή είναι γεμάτη κορμοράνους, ένα μαύρο θαλασσοπούλι. Ο οδηγός, μας είπε ότι πρώτη φορά θυμάται να είναι τόσοι πολλοί μαζεμένοι – λέτε να το λέει σε όλους; Και μετά, μπήκαμε στο βανάκι και πήγαμε λίγο πιο πάνω, στο παρκινγκ που βρίσκεται στη βάση του Cape Point.

Κορμοράνοι
To Cape Point, είναι ένα άλλο σημείο-ακρωτήρι, λίγο πιο νότιο από το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας. Μπορεί κανείς να ανέβει είτε περπατώντας, είτε με τελεφερίκ. Εμένα μου φάνηκε περισσότερο σαν κυλιόμενες σκάλες με βαγόνι αυτό το πράγμα, παρά για τελεφερίκ. Ότι και να ήταν πάντως, φαινόταν καλύτερη επιλογή από το περπάτημα στον ανήφορο.
Φτάσαμε σε έναν φάρο, από όπου φαίνεται το Cape Point. Δεν υπάρχει κάτι τόσο εντυπωσιακό να δει κάποιος εκεί. Ο φάρος, δε λειτουργεί πια, ή ίσως λειτουργεί τιμητικά. Όσο υπήρχε μόνο αυτός ο φάρος, χτισμένος το 1857, που βρίσκεται 238 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, υπήρξαν πολλά ναυάγια, λόγω της ομίχλης που υπήρχε συχνά στην περιοχή, με εκατοντάδες νεκρούς. Έτσι, το 1914 φτιάχτηκε ο νέος φάρος, που βρίσκεται 68 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Ακρωτήρι της καλής ελπίδας

Ο παλιός φάρος, αξιοθέατο πια...

Cape Point
Στη συνέχεια καθίσαμε για φαγητό στο σημείο που βρίσκεται το παρκινγκ, εκεί που μας άφησε και το λεωφορείο. Υπάρχει ένα εστιατόριο όλο κι όλο, αλλά ήταν καλό. Μας είχε ρωτήσει νωρίτερα ο οδηγός έναν έναν ξεχωριστά αν θα τρώγαμε, για να κάνει κράτηση. Δε γινόταν να μείνουμε νηστικοί όλη μέρα, αν και κάποιοι από την ομάδα το έκαναν. Μπράβο αντοχές...
Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής, η μία αμερικανίδα κοπέλα, η Μελίσα (φαντάζεστε πόσες φορές άκουσα το όνομα, αφού το θυμάμαι) έκανε εμετό. Τη λυπόμουν πραγματικά, είχε χάσει το χρώμα της και δεν μπορούσε να συνέλθει με τίποτα. Ωραία της πήγε η μέρα, σκεφτόμουν.
Είχαμε τελειώσει το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος. Μετά το γεύμα και αφού κάναμε μια μικρή στάση να δούμε τις στρουθοκαμήλους με τα μικρά τους που βρίσκονται στην περιοχή, κατευθυνθήκαμε βόρεια, προς την Boulders Beach. Είναι η παραλία που μαζεύονται χιλιάδες πιγκουίνοι. Δεν υπήρχαν πάντοτε, αλλά ξεκίνησαν να υπάρχουν εκεί μετά το 1982, που βρέθηκαν οι πρώτοι πιγκουίνοι στο σημείο.

Είναι πολύ ωραίο μέρος. Πάλι βέβαια είχε κάποια είσοδο, περίπου 5 ευρώ αν θυμάμαι καλά. Ξεκινήσαμε να περπατάμε πάνω σε ένα υπερυψωμένο ξύλινο διάδρομο και είδαμε τους πρώτους πιγκουίνους να κάθονται σε γωνίτσες ή μέσα σε θάμνους. Μετά, κατεβήκαμε πιο κάτω, πλησιάζοντας την παραλία περισσότερο. Στην παραλία γίνεται ο μεγάλος πανικός. Είναι πάρα πολλοί πιγκουίνοι, ήρεμοι, δεν τρέχουν πέρα δώθε (εξοικείωση με το πλήθος), περπατάνε με τον μοναδικό αστείο τρόπο τους και κάποιοι έχουν πεσμένα πούπουλα. Έμαθα εκεί ότι αυτοί αλλάζουν πούπουλα κάθε χρόνο.


Μπήκαμε στο λεωφορείο και ακούσαμε την ευχάριστη είδηση ότι το ζευγάρι από την Βραζιλία, που δεν ήταν και πολύ κοινωνικό, αρραβωνιάστηκε. Ναι, έκανε πρόταση ο νεαρός στη νεαρά και της έδωσε δαχτυλίδι, στην παραλία με τους πιγκουίνους. Πόσο ρομαντικό πια θα γίνει αυτό το ταξίδι; Πρόταση γάμου, σε παραλία με πιγκουίνους και μάλιστα όταν σειρά έχουν οι Βοτανικοί Κήποι. Είναι δυνατόν;
Επόμενη στάση λοιπόν, οι απερίγραπτοι Βοτανικοί Κήποι. Με είχαν πληροφορήσει για το πόση ομορφιά έχουν, αλλά δεν το περίμενα ομολογώ. Ο ήλιος βοήθησε την κατάσταση, αν και απόγευμα πια, λόγω του ότι βρισκόμασταν βορειότερα, υπήρχαν κάποια σημάδια του, βοηθώντας με να βγάλω μερικές καλές φωτογραφίες.

Πουλί του Παραδείσου

Μια μικρή γεύση ή καλύτερα, λίγο ‘‘άρωμα’’…
Υπήρχε γκαζόν σε ολόκληρη την έκταση των κήπων και πολλά πέτρινα μονοπάτια που οδηγούσαν σε διάφορα σημεία του. Ξύλινα παγκάκια και μερικές λιμνούλες. Λουλούδια υπήρχαν πάρα πολύ όμορφα, ανθισμένα λόγω εποχής, λουλούδια με πάρα πολλά χρώματα (εδώ δεν μπορούσε να της κάνει πρόταση, μόνο του ήρθε η ιδέα στους πιγκουίνους

Ένα είδος πρωτέας

Το εθνικό λουλούδι της Ν.Αφρικής - Πρωτέα
Το τουρ αυτό έφτανε προς το τέλος του και ομολογώ πως μετά την επίσκεψη στους κήπους αυτούς, δεν μπορούσε να έχει πιο ωραία κατάληξη. Στην επιστροφή, ο οδηγός μας πρότεινε κάποια μαγαζιά για φαγητό, είτε πιο επίσημα, είτε πιο απλά, που αξίζουν επισκέψεως.
Το πουλμανάκι μας άφησε στο Waterfront, αφού ρώτησε ο οδηγός αν θέλαμε να κατεβούμε εκεί ή να μας επιστρέψει στο δωμάτιο και συγκεκριμένα ρώτησε ‘‘πού θέλει να κατέβει το ζευγάρι από την Ελλάδα;’’. Ήταν κάπως νωρίς για φαγητό, οπότε μπήκαμε στο εμπορικό κέντρο που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον τροχό (Victoria Wharf). Είναι πολύ μεγάλο αν και δεν του φαίνεται εξωτερικά. Κάναμε λίγα ψώνια και περισσότερο δώρα για άλλους. Ρωτήσαμε που βρίσκεται το Ocean Basket, ένα εστιατόριο με ψαρικά που μας πρότεινε το απόγευμα ο οδηγός μας. Είναι εντός του εμπορικού. Μερικά εστιατόρια και καφέ, ενώ τα βλέπουμε όταν περπατάμε στην παραλία, είναι μέσα στο εμπορικό, αλλά στην εξωτερική πλευρά του. Οπότε μπορεί κανείς να μπει και μέσα από το εμπορικό, αλλά και απ’ έξω.
Μπήκαμε στο εστιατόριο που είχε κατειλημμένα όλα του σχεδόν τα τραπέζια. ‘‘Τραπέζι για δύο;’’, ρωτάει ο σερβιτόρος και μας πηγαίνει σε κάποιο. Κοιτάζουμε διακριτικά γύρω μας να δούμε τι μερίδες είναι, τι παραγγέλνουν οι υπόλοιποι. Με τη βοήθεια του καταλόγου, παραγγείλαμε τρία τηγάνια με φαγητό. Ναι, τρία τηγάνια, γιατί σε τηγάνι φέρνουν τις μερίδες. Δοκιμάσαμε εκτός των άλλων, το γευστικότατο ψάρι kingklip που μας πρότεινε επίσης ο οδηγός μας. Το εστιατόριο άξιζε μέχρι το τελευταίο του rad και όχι μόνο. Ήταν τόσο χαμηλές οι τιμές, που και τα διπλά να πληρώναμε, πάλι ευχαριστημένοι θα ήμασταν. Ήδη ανυπομονούσαμε για την επόμενη μας επίσκεψη, που δεν ξέραμε πότε θα προλάβουμε να ξανακάνουμε.
Με τα υπερβολικά φουσκωμένα στομάχια, πήγαμε προς την πιάτσα ταξί και πήραμε το πρώτο που ήταν στην ουρά. Σχεδόν όλοι οι οδηγοί ταξί, μας έκαναν διάφορες ερωτήσεις και δεν σταματούσαν να ρωτάνε μέχρι να φτάσουμε στο δωμάτιο. Ερωτήσεις όπως από πού ήμασταν, πως πάει η οικονομία μας (λες και υπήρχε για να πάει κάπου), πόσο θα μείνουμε και διάφορα άλλα.
Attachments
-
139,3 KB Προβολές: 149
-
37,7 KB Προβολές: 199
Last edited by a moderator: