dbalats
Member
- Μηνύματα
- 152
- Likes
- 1.521
ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ. ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΚΑΜΕΡΟΥΝ – ΚΕΝΤΡΟΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Νωρίς το πρωί ξεκινάμε, επειδή έχουμε μεγάλη διαδρομή να διανύσουμε. Από την πρωτεύουσα Yaoundé θα διασχίσουμε το ανατολικό μέρος του Καμερούν, φθάνοντας στο Batouri, όπου και θα διανυκτερεύσουμε. Ευτυχώς δεν έχει αρχίσει ακόμη η μεγάλη κίνηση στην πρωτεύουσα και βγαίνουμε γρήγορα στα περίχωρα, αφού μάλιστα το ξενοδοχείο μας βρίσκεται στα ανατολικά και δεν χρειάζεται να διασχίσουμε όλη την πόλη. Περνάμε μέσα από διάφορα χωριά και μικρές πόλεις, όπως την Akounou, όπου αν και νωρίς, βλέπουμε μια τεράστια συγκέντρωση μαθητών κάτω από ένα μεγάλο υπόστεγο. Μετά από κανένα δίωρο φθάνουμε στην Ayos, μια πόλη που βρίσκεται κοντά στη δεξιά όχθη του ποταμού Nyong. Η περιοχή φημίζεται για τον ρόλο της στην ιστορία της ιατρικής, αφού κατά την δεκαετία του 1920 ιδρύθηκε εδώ ένα ιατρικό κέντρο που διαχειριζόταν ο Γάλλος στρατιωτικός γιατρός Eugène Jamot. Ο επιστήμονας αυτός ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε ότι η ασθένεια του ύπνου, η τρυπανοσωμίαση, προκαλείται από την μύγα τσε τσε και έδωσε μεγάλη μάχη για την καταπολέμησή της.
Νωρίς το πρωί η θέα της Yaoundé από το δωμάτιο του ξενοδοχείου μας
Συγκέντρωση μαθητών στην πόλη Akounou
Διαδρομή προς την Ayos
Στην πόλη Ayos
H επόμενη σημαντική πόλη είναι η Doumé, μια στρατηγική πόλη στο διαμέρισμα Haut Nyong του Ανατολικού Καμερούν, αποτελώντας σημαντικό κόμβο στον κύριο Ανατολικό Δρόμο της χώρας. Πριν από την ανεξαρτησία του Καμερούν κυβερνήθηκε από υπερπόντιους διαχειριστές, και μόλις το 1961 εξελέγη ο πρώτος Καμερουνέζος δήμαρχος της Doumé, ο Jean-Baptiste Mabaya. Το κύριο αξιοθέατο της πόλης είναι το Γερμανικό αποικιακό φρούριο της Doumé, το οποίο βρίσκεται ψηλά στην πόλη, σε μια φυσική βραχώδη προέκταση, που επέτρεψε στους Γερμανούς να ελέγχουν όλο το ανατολικό Καμερούν. Το φρούριο σχεδιάσθηκε επίσης για να προστατεύει την πρόσβαση στο χωριό Doumé. Ο “Σταθμός Doumé” ήταν η πιο σημαντική Γερμανική φυλακή που κτίσθηκε από το 1909 έως το 1911. Το φρούριο είχε πολλά μέρη: την κατοικία του διοικητή, δωμάτια που προορίζονταν για στρατιώτες και εργάτες, τέσσερις γωνιακούς πύργους, καλύβες διέλευσης, κελιά και μια σήραγγα. Μετά την αναχώρηση των Γερμανών, το οχυρό παρέμεινε εγκαταλελειμμένο προτού στεγάσει την Ταξιαρχία Χωροφυλακής. Σήμερα είναι σχεδόν εγκαταλελειμμένο και λίγες οικογένειες ζουν εκεί, ενώ τα τείχη υποφέρουν από τη φθορά του χρόνου και του κλίματος.
Στον δρόμο από το Ayos στη Doumé
Στην πόλη Doumé
Εξήντα χιλιόμετρα διαδρομής ακόμη και φθάνουμε στην Bertoua, την πρωτεύουσα της Ανατολικής Περιφέρειας του Καμερούν και παραδοσιακή έδρα της φυλής Gbaya. Οι Gbaya προέρχονται κυρίως από το νότιο Σουδάν, τα δύο Κονγκό και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Είναι κυρίως γεωργοί και είναι γνωστοί για τις συχνές εξεγέρσεις τους την εποχή της αποικιοκρατίας. Η Bertoua αποτελεί κέντρο υποδοχής και παροχής ιατρικών υπηρεσιών σε πρόσφυγες από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία που περνούν στο Καμερούν σε παραμεθόριες πόλεις. Η πόλη είναι μακρόστενη, με έναν μακρύ κεντρικό δρόμο με πάρα πολλή κίνηση που κάνουμε αρκετή ώρα για να τον διασχίσουμε. Έχουμε και αρκετή καθυστέρηση για να βρει ο οδηγός μας καύσιμα, αφού σε 2-3 πρατήρια που ρώτησε είχαν έλλειψη και τον έστειλαν σε κάποιο άλλο, αρκετά μακρύτερα.
Στην πόλη Bertoua, πρωτεύουσα του Ανατολικού Καμερούν
Ένα δίωρο ακόμη και φθάνουμε στο Batouri, την πόλη που θα διανυκτερεύσουμε. Εδώ ο δρόμος δεν είναι πλέον ασφάλτινος, αλλά είναι ακόμη αρκετά καλός. Το Batouri είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος δήμος της Ανατολικής Επαρχίας του Καμερούν, μετά την επαρχιακή πρωτεύουσα Bertoua. Βρίσκεται στον κεντρικό, χωμάτινο όμως, δρόμο που συνδέει την Bertoua με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και την πόλη Yokadouma του Καμερούν. Είναι νωρίς το απόγευμα και πηγαίνουμε σε μια Ιεραποστολή της πόλης, που εκτελεί και χρέη ξενοδοχείου. Τα δωμάτια είναι πολύ λιτά και όχι ιδιαίτερα καθαρά, αλλά δεν έχουμε πολλές επιλογές. Το δείπνο είναι μπουφέ (δεν θυμάμαι καν τι φάγαμε), από το οποίο σερβίρονται και οι μοναχές, το προσωπικό της μονής και κάποιοι Γάλλοι που έχουν έρθει για επαγγελματικούς λόγους.
Στην πόλη Batouri
Είναι ακόμη νύχτα όταν ξεκινάμε, και λόγω της ώρας το κρύο είναι τσουχτερό. Μετά από αρκετή ώρα διαδρομής αρχίζει να ξημερώνει και βλέπουμε το τοπίο γύρω μας. Σήμερα θα περάσουμε στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Όλες σχεδόν οι χώρες της Κεντρικής Αφρικής δεν είναι ασφαλείς για επίσκεψη, αλλά η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία είναι η χειρότερη, αφού μαστίζεται για χρόνια από εμφύλιους πολέμους, ένοπλες συμμορίες και πολιτικές ταραχές. Ενώ η χώρα είναι πλούσια σε πλουτοπαραγωγικές πηγές, βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις όσον αφορά την οικονομικη ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά προγραμματίσαμε να την επισκεφθούμε επειδή στο νότιο τμήμα της έχει το καλύτερο ίσως τμήμα του Κογκολέζικου Δάσους βροχής. Στο δάσος αυτό υπάρχουν πάνω από 10.000 είδη φυτών, 1000 είδη πουλιών και 400 είδη θηλαστικών, μεταξύ των οποίων κυριαρχούν οι Αφρικανικοί ελέφαντες του δάσους, γορίλες και χιμπαντζήδες. Προορισμός μας ήταν το Καταφύγιο Dzanga-Sangha, στη νοτιοδυτική Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, όπου οι συνθήκες ασφάλειας είναι σχετικά καλύτερες από την υπόλοιπη χώρα. Η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία βρίσκεται αρκετά κοντά, στα ανατολικά μας, αλλά λόγω της ζούγκλας δεν υπάρχει σύντομος προς τα εκεί, οπότε κατευθυνόμαστε νότια, προς την Yokadouma.
Η διαδρομή μας από τo Batouri στη Yokadouma
Όταν φθάνουμε στην πόλη, έχει ξημερώσει για τα καλά. Πεινάμε και ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε κάτι για πρωινό, αλλά οι συνθήκες υγιεινής στην περιοχή μας απογοητεύουν. Ευτυχώς υπάρχουν λίγες κονσέρβες, που έχουμε για ώρα ανάγκης και τις συνοδεύουμε με φρέσκο ψωμί που αγοράζουμε από έναν φούρνο. Από την Yokaduma και μετά αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια στο δρόμο μέχρι τα σύνορα. Αν ψάξετε στον χάρτη δεν υπάρχει δρόμος, αλλά το 4x4 ακολουθώντας ένα στενό άσχημο χωματόδρομο κατάφερε 300 χιλιόμετρα μετά, να μας βγάλει στο συνοριακό χωριό του Lidjombo. Στο δρόμο διάσπαρτα χωριουδάκια ντόπιων που μας κοιτάζουν περίεργα μιας και σπάνια περνούν ξένοι, ενώ γύρω μας υψώνεται η ζούγκλα, καταπράσινη και αδιαπέραστη, με αιώνια πανύψηλα δέντρα. Στο Lidjombo παίρνουμε την σφραγίδα εξόδου από το Καμερούν χωρίς προβλήματα και μπαίνουμε σε μια βάρκα που θα μας μεταφέρει στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Την διαδρομή μας αυτή στο ποτάμι την εξασφαλίσαμε κατόπιν συνενόησης με την Διεύθυνση του Καταφύγιου Dzanga-Sangha, ο διαχειριστής του οποίου είναι κάποιος Ισπανός, ιδιαίτερα αξιόπιστος και εξυπηρετικός.
Στην πόλη Yokadouma
Η διαδρομή από την Yokadouma στα σύνορα με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία
Ακολουθούμε τον ποταμό των συνόρων Sangha αντίθετα από το ρεύμα, με το Καμερούν να βρίσκεται στα δυτικά μας και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στα ανατολικά. Σταματούμε διαδοχικά σε διάφορα φυλάκια ελέγχου και σε κάποιο από αυτά μας βάζουν και την σφραγίδα εισόδου για την χώρα. Δεν έχουμε ακόμη βίζα αλλά θα βγάλουμε στο χωριό κοντά στο λοτζ της διαμονής μας την επομένη. Έχουμε πια αφήσει μακριά το Καμερούν και είμαστε για τα καλά μέσα στη χώρα. Στις όχθες της διαδρομής μας ντόπιες γυναίκες που κάνουν μπουγάδα και παιδάκια μας χαιρετούν, και μετά από 3 ώρες περίπου φθάνουμε στον προορισμό μας. Το λοτζ είναι εξαιρετικό, πολύ καλύτερο από ότι περιμέναμε. Αποτελείται από οκτώ ατομικά bungalows, μέσα στο πράσινο, με μεγάλες βεράντες και υπέροχη θέα στο ποτάμι που κυλάει πιο κάτω. Υπάρχει ρεύμα από γεννήτρια (που κλείνει όμως τη νύχτα), τρεχούμενο νερό (κρύο) και εστιατόριο, στο οποίο απολαμβάνουμε ένα ωραιότατο ψάρι (προφανώς ποταμίσιο), ενώ υπάρχει ακόμη και παγωμένη μπύρα!
Διαπλέοντας τον ποταμό Sangha
Το λοτζ μας στο Καταφύγιο Dzanga-Sangha
Προτού σας περιγράψω την εμπειρία μας τις επόμενες ημέρες, θα κάνω μια σύντομη εισαγωγή για την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Εάν ψάχνεις για την “πραγματική” Αφρική, αυτή θα μπορούσε να είναι η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (ΚΑΔ). Μια χώρα εκπληκτικής σπάνιας φυσικής ομορφιάς, με κάποια από την πιο θαυμαστή άγρια ζωή στον κόσμο, παραμένει ωστόσο υπανάπτυκτη, κατακερματισμένη και πληγωμένη από τη φτώχεια. Είναι μια χώρα, όπως τόσες πολλές στην Αφρική, που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά ευημερούσα. Ωστόσο, αν και η ΚΑΔ αγωνίζεται να σταθεί στα πόδια της μετά την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία το 1960, μια σειρά αυταρχικών ηγετών και ένας εμφύλιος πόλεμος την παρεμποδίζουν. Η χώρα έχει σημαντικά κοιτάσματα ορυκτών και σπουδαίους φυσικούς πόρους, ωστόσο ένα ελάχιστο μέρος του πλούτου που δημιουργείται καταλήγει στον λαό της. Για αιώνες η ΚΑΔ έχει υπομείνει την καταλήστευση από τους εισβολείς και στη συνέχεια από τους δικούς της ηγέτες. Δυστυχώς, αυτό συνεχίζεται και σήμερα, και το μεγαλύτερο μέρος της χώρας δεν θεωρείται αρκετά σταθερό ή ασφαλές για να ταξιδέψει κανείς. Γεωγραφικά, μεγάλο μέρος της ΚΑΔ αποτελείται από κυματιστά λιβάδια, σκονισμένες ερήμους και αχνισμένες ζούγκλες. Στο βόρειο τμήμα της χώρας κυριαρχεί η απέραντη Σαχάρα. Αλλά ο μακρινός νότος φιλοξενεί ισημερινά τροπικά δάση, τα οποία θεωρούνται μερικά από τα καλύτερα μέρη στην Αφρική για να συναντηθείς με τεράστιους ελέφαντες του δάσους και με δυτικούς πεδινούς γορίλες. Η ζούγκλα φιλοξενεί επίσης φυλές πυγμαίων, που ζουν από τη γη σε απομακρυσμένους θύλακες της κεντρικής Αφρικής. Ωστόσο, από το 2012 τα πολιτικά προβλήματα και ο κυρίως θρησκευτικός εμφύλιος πόλεμος έχουν καταστήσει τη χώρα εντελώς εκτός ορίων για τους ταξιδιώτες για λόγους ασφαλείας, με όλες τις Δυτικές κυβερνήσεις να συνιστούν αποφυγή κάθε επίσκεψης εδώ. Εκτός από επιχειρηματίες και κυβερνητικούς προσκεκλημένους στην πρωτεύουσα Bangui, ελάχιστοι μόνο τυχεροί επισκέπτες αναζητούν γορίλες και ελέφαντες στο Καταφύγιο Dzanga-Sangha, στη νοτιοανατολική γωνία της ΚΑΔ. Και υπήρξαμε κάποιοι από τους τυχερούς αυτούς!
Το Dzanga-Sangha ανήκει στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Ndoki που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας. Το πάρκο αυτό ιδρύθηκε το 1990, έχει έκταση 1.143 τετραγωνικά χιλιόμετρα και χωρίζεται σε δύο μη συνεχείς τομείς, τον βόρειο τομέα Dzanga και τον νότιο τομέα Ndoki. Το Ειδικό Καταφύγιο Dzanga-Sangha εκτείνεται ανάμεσα στους δύο αυτούς τομείς του εθνικού πάρκου. Το εθνικό πάρκο είναι Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO καλύπτοντας μεγάλη έκταση τροπικού υγρού δάσους στη βορειότερη περιοχή της Λεκάνης του Κονγκό, με το Καμερούν στα δυτικά και τη Δημοκρατία του Κονγκό στα ανατολικά. Είναι ένα περίπλοκο μωσαϊκό από ρυάκια και ποτάμια, πυκνό δάσος, ανοιχτά ξέφωτα γνωστά ως "bais" και βαλτότοπους που σφύζουν από ζωή. Η Λεκάνη του Κονγκό, η ιζηματογενής λεκάνη του Ποταμού Κονγκό, φιλοξενεί το δεύτερο μεγαλύτερο τροπικό δάσος στον πλανήτη, μετά τον Αμαζόνιο στη Νότια Αμερική. Περισσότερα από 10.000 είδη φυτών μπορούν να βρεθούν μέσα και γύρω από το δάσος, και το δάσος του Κονγκό φιλοξενεί τον Αφρικανικό ελέφαντα των δασών, τον πυγμαίο ιπποπόταμο, τον χιμπατζή, τον μπονόμπο και διάφορα άλλα θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένου του απειλούμενου πεδινού γορίλα. Η Λεκάνη του Κονγκό είναι επίσης μια σημαντική πηγή Αφρικανικού τικ, που χρησιμοποιείται για την κατασκευή επίπλων και δαπέδων.
Η θέση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας στην Αφρική
Από την επομένο πρωί αρχίζει η ξενάγησή μας στο Εθνικό πάρκο. Η πρώτη ημέρα είναι και το πιο εύκολο μέρος, η επίσκεψη των ελεφάντων του δάσους. Ξεκινάμε νωρίς, με την επίσκεψη ενός κέντρου Υγείας στο κοντινό χωριό, όπου μας κάνουν τεστ για Κόβιντ, παρότι είμαστε εμβολιασμένοι. Το τεστ είναι υποχρεωτικό, επειδή φοβούνται να μην μεταδώσουμε την ασθένεια στα άγρια ζώα που θα συναντήσουμε. Στη συνέχεια μπαίνουμε στο τζιπ και μπαίνουμε βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Η διαδρομή είναι υπέροχη, ο χωμάτινος δρόμος είναι καταπράσινος και σκιερός, ενώ τα πανύψηλα δένδρα ολόγυρα τον σκεπάζουν. Κάθε τόσο συναντούμε κοπάδια από πουλιά που πετούν τρομαγμένα από τα κλαδιά που σπάζουν από το πέρασμα του τζιπ και που και που εμφανίζονται και μαϊμούδες. Σε καμιά ώρα φθάνουμε σε ένα ξέφωτο και μετά αρχίζει το trekking. Ο δρόμος έχει κάποια ανηφόρα, αλλά όχι μεγάλη, ενώ στην αρχή διασχίζουμε ένα ποτάμι, με το νερό να μας φθάνει μέχρι τα γόνατα. Τέλος, σε 1.5 ώρα περίπου φθάνουμε στο ξακουστό Dzanga Bai, το "χωριό των ελεφάντων", ένα τεράστιο ξέφωτο μέσα στο τροπικό δάσος γεμάτο ελέφαντες του δάσους (Loxodonta cyclotis). Aνεβαίνουμε σε μια ψηλή εξέδρα και παρακολουθούμε το εκπληκτικό θέαμα: μια τεράστια έκταση γεμάτη δεκάδες ελέφαντες, περιτριγυρισμένη από πυκνή ζούγκλα! Επάνω στην εξέδρα βρίσκεται ήδη μια γυναίκα που εδώ και μέρες παρακολουθεί και καταγράφει τους ελέφαντες με μεγάλα κυάλια και τεράστιους φακούς, διεξάγοντας μια επιστημονική έρευνα.
Η διαδρομή μας προς το “Χωριό των Ελεφάντων”
Οι ελέφαντες στο ξέφωτο Dzanga Bai
Υπάρχουν τρία εν ζωή είδη ελεφάντων—ο Ασιατικός ελέφαντας, ο ελέφαντας της σαβάνας και ο ελέφαντας του δάσους. Τόσο οι ελέφαντες του δάσους όσο και οι ελέφαντες της σαβάνας ζουν στην υποσαχάρια Αφρική. Οι ελέφαντες της σαβάνας ζουν μέσα και γύρω από τη χορταριασμένη σαβάνα, ενώ οι ελέφαντες του δάσους ζουν στο υγρό τροπικό δάσος. Οι ελέφαντες του δάσους είναι συνήθως μικρότεροι από τους ελέφαντες της σαβάνας και οι χαυλιόδοντες τους είναι ίσιοι, κάτι που δεν τους επιτρέπει να μπερδευτούν στα πυκνά χαμόκλαδα του τροπικού δάσους. Αντίθετα, οι χαυλιόδοντες των ελεφάντων της σαβάνας είναι ελαφρώς καμπυλωτοί. Αυτό το βαλτώδες ξέφωτο ανάμεσα στα τροπικά δάση της χώρας, στο οποίο βρισκόμαστε, προσελκύει καθημερινά δεκάδες έως εκατοντάδες από αυτά τα τεράστια φυτοφάγα ζώα. Kάπου 50 έως 150 ελέφαντες του δάσους φτάνουν στο bai (ξέφωτο) κάθε μέρα, με πολλούς περισσότερους να ζουν στη γύρω περιοχή. Μοναδικά στη Λεκάνη του Κονγκό, τα μπάϊ είναι αμμώδη και λασπώδη ξέφωτα του δάσους, που είναι γεμάτα λακκούβες, ρυάκια και τρύπες γεμάτες με νερό πλούσιο σε μεταλλικά στοιχεία. Το Dzanga Bai πιστεύεται ότι έχει καθαριστεί και συντηρηθεί από Αφρικανικούς ελέφαντες του δάσους που ποδοπατούν ή τρώγουν μεγάλο μέρος της βλάστησης σε αυτή την περιοχή.
Μα γιατί συγκεντρώνεται τόσο μεγάλος αριθμός ελεφάντων στο ξέφωτο αυτό ; Οι επιστήμονες το αποδίδουν στο ότι τα νερά εκεί είναι πλούσια σε μέταλλα και άλατα που χρειάζονται οι ελέφαντες αλλά δεν μπορούν να τα αποκτήσουν από τη βλάστηση των τροπικών δασών. Τα μέταλλα προέρχονται από μια διείσδυση ηφαιστειακών πετρωμάτων (δολερίτης) όχι πολύ κάτω από την επιφάνεια της γης. Οι ελέφαντες, χρησιμοποιώντας τα πόδια τους, σκάβουν τρύπες στην επιφάνεια μέχρι να φθάσουν στο πλούσιο σε μεταλλικά νερό που βρίσκεται στο υπόστρωμα. Η κατανάλωση μετάλλων από τους ελέφαντες μπορεί να βοηθήσει στην ελαχιστοποίηση των τοξικών επιπτώσεων διαφόρων φυτών στο δάσος. Μένουμε αρκετά, απολαμβάνοντας το θέαμα και τραβώντας πολλές φωτογραφίες και στη συνέχεια επιστρέφουμε στο αυτοκίνητο. Επειδή είναι σχετικά νωρίς, επισκεπτόμαστε το Αφρικανικό χωριό της περιοχής, το Bayanga, ένα τυπικό Αφρικανικό χωριό, στο οποίο όμως οι κάτοικοι δεν μας αφήνουν να βγάλουμε φωτογραφίες. Αυτό βέβαια συμβαίνει και στις περισσότερες χώρες της Αφρικής, αφού οι κάτοικοι απεχθάνονται την φωτογράφηση. Ακολουθεί επίσκεψη στο χωριό των Πυγμαίων, και εκεί όμως η επίσκεψη δεν μας εντυπωσιάζει. Οι Αφρικανοί Πυγμαίοι ή οι Πυγμαίοι του Κονγκό είναι μια ομάδα εθνοτήτων ιθαγενών στην Κεντρική Αφρική, κυρίως στη Λεκάνη του Κονγκό, που παραδοσιακά επιβιώνουν από έναν τρόπο ζωής τροφοσυλλεκτών και κυνηγών και διακρίνονται για το κοντό τους ανάστημα. Οι περισσότεροι σύγχρονοι Πυγμαίοι είναι μόνο εν μέρει τροφοσυλλέκτες και εν μέρει συναλλάσσονται με γειτονικούς αγρότες για να αποκτήσουν καλλιεργημένες τροφές και άλλα υλικά αγαθά. Επιστρέφουμε στο λοτζ, δειπνούμε νωρίς και ξεκουραζόμαστε, επειδή η επομένη, θα είναι η μεγάλη μέρα, η επίσκεψη στους γορίλες.
Στο χωριό των Πυγμαίων
Ηλιοβασίλεμα στον ποταμό Sangha
Ενώ είναι πολύ γνωστοί οι “ανατολικοί highland γορίλες ” του δάσους του Κογκό στα σύνορα Ουγκάντας-Ρουάντας-Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, οι “δυτικοί lowland γορίλες” της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και του Κονγκό δεν είναι τόσο γνωστοί, αλλά είναι εξίσου ενδιαφέροντες. Και πάλι ξεκινάμε με το τζιπ, αλλά αυτή τη φορά η διαδρομή είναι πάνω απο δυό ώρες, φθάνοντας βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Από νωρίς ομάδες Πυγμαίων ανιχνευτών έχουν αρχίσει να εξερευνούν το δάσος για να εντοπίσουν τις οικογένειες των γοριλών, και να δώσουν σήμα στον Πυγμαίο οδηγό μας, για να μας οδηγήσει στη θέση τους. Ξεκινάμε το trekking και ο οδηγός μας πηγαίνει μπροστά μαζί με ένα ακόμη άτομο με ματσέτες, καθαρίζοντας το μονοπάτι για να περάσουμε, ενώ ένας ακόμη ακολουθεί πίσω μας για λόγους ασφαλείας. Ο δρόμος είναι σχετικά βατός, χρειάζεται βέβαια να διασχίσουμε κάποια ποταμάκια και λιμνούλες, αλλά με μικρό βάθος. Επίσης, είναι σχεδόν επίπεδος, με αποτέλεσμα να μην μας δυσκολεύει, παρότι συχνά πρέπει να υπερπηδούμε πεσμένους κορμούς που φράζουν την διαδρομή μας. Δυστυχώς περνούν πάνω από 2.5 ώρες και γορίλες πουθενά! Οι οδηγοί βγάζουν διάφορες κραυγές μήπως και οι γορίλες ανταποκριθούν, αλλά καμιά απάντηση. Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής αρκετά απογοητευμένοι.
Μαθαίνουμε από τους Πυγμαίους ανιχνευτές ότι το αρσενικό από μια οικογένεια επιτέθηκε στο αρσενικό άλλης οικογένειας και στη μάχη συμμετείχαν και τα θηλυκά, με αποτέλεσμα να αποτραβηχθούν όλοι βαθύτερα στη ζούγκλα. Υποσχέθηκαν όμως ότι την επόμενη ημέρα θα μας έβρισκαν γορίλες οπωσδήποτε. Εμείς βέβαια την επόμενη είχαμε σκοπό να φύγουμε από την περιοχή, συνεχίζοντας το ταξίδι μας, πήραμε όμως την μεγάλη απόφαση. Θα μέναμε και την επόμενη ημέρα. Ευτυχώς το λοτζ, που είχε συνολικά οκτώ καλύβες, ήταν σχεδόν άδειο. Υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι ηλικιωμένων Ελβετών, οι οποίοι όμως σαν παλιοί ορειβάτες είχαν ακόμη μεγάλες αντοχές και μας βεβαίωσαν ότι είχαν συναντήσει γορίλες, γεγονός που μας έκανε να μείνουμε και την επόμενη. Αυτό είναι και το πλεονέκτημα του να ταξιδεύεις ανεξάρτητα, μπορείς κατά βούληση να διαμορφώνεις το πρόγραμμά σου, χωρίς αυστηρά χρονοδιαγράμματα και περιορισμούς.
Η αλήθεια είναι ότι την επομένη, παρά τις υποσχέσεις των Πυγμαίων, ξεκινήσαμε με μικρές προσδοκίες. Φύγαμε πολύ νωρίς από το λοτζ, και φθάσαμε στο ίδιο σημείο με το τζιπ. Αυτή τη φορά όμως ακολουθήσαμε τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Πήραμε έναν δρόμο δύσκολο, τελείως αδιαμόρφωτο, με συνεχείς ανηφόρες και κατηφόρες. Οι ματσέτες δουλεύουν, αλλά η κούραση είναι μεγάλη. Υπερπηδούμε συνεχώς κορμούς, ενώ μπαίνουμε σε ποταμάκια, πολλές φορές με το νερό μέχρι την μέση. Συχνά ακούγονται πατήματα ελέφαντα και οι οδηγοί μας δίνουν σήμα κινδύνου, ώστε να κάνουμε απόλυτη ησυχία και να ακολουθήσουμε κάποια παράκαμψη για να τον αποφύγουμε. Οι ώρες κυλούν και αρχίζουμε να κουραζόμαστε και να απογοητεύομαστε. Στις 4 ώρες όμως συναντάμε μια ομάδα Πυγμαίων ανιχνευτών που μας πληροφορούν ότι πλησιάζουμε σε μια οικογένεια από γορίλες. Άλλη μισή ώρα και μετά από μια δύσκολη ανάβαση σε ανηφόρα φθάνουμε επι τέλους στην τοποθεσία της οικογένειας. Υπάρχουν 3 μικρά γοριλάκια που παίζουν χοροπηδώντας στα δένδρα. Οι οδηγοί μας λένε να περιμένουμε και όντως, σε λίγο φθάνουν και οι γονείς. Είναι ένας αρσενικός γορίλας και δύο θηλυκοί. Πλησιάζουμε σιγά σιγά, απέχοντας γύρω στα 10 μέτρα. Ο αρσενικός μας κοιτάζει για ώρα μειλίχια, και με κάποια περιέργεια. Ευτυχώς δεν φαίνεται επιθετικός. Οι θηλυκές κρύβονται λίγο πιο πέρα. Βγάζουμε αρκετές φωτογραφίες παρακολουθώντας τους. Ξαφνικά, έρχεται ένα μικρό δίπλα στο αρσενικό και αμέσως ξαπλώνουν στο έδαφος και αρχίζουν να κοιμούνται, ενώ οι υπόλοιποι χάνονται πιο μέσα στο δάσος!
Στο κάμπινγκ Bai Hokou στην περιοχή με τους γορίλες, Εθνικό Πάρκο Dzanga-Ndoki
Αναζητώντας τους γορίλες στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Sangha
Μια οικογένεια από γορίλες στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Sangha. Οι γορίλες είναι μεγάλοι πίθηκοι που κατοικούν στα τροπικά δάση της ισημερινής Αφρικής. Το DNA τους είναι ιδιαίτερα όμοιο με αυτό των ανθρώπων, από 95 έως 99%, και είναι οι επόμενοι πιο στενοί εν ζωή συγγενείς με τον άνθρωπο μετά τους χιμπατζήδες και τα μπονόμπο. Υπάρχουν τρεις τύποι γορίλων, ο ανατολικός πεδινός στην ΚΑΔ, ο δυτικός πεδινός στη Γκαμπόν και οι πιο επισκέψιμοι ορεινοί γορίλες της Ρουάντα, της Ουγκάντα και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.
Παίρνουμε χαρούμενοι τον δρόμο της επιστροφής. Η κούραση είναι μεγάλη, αλλά μεγάλη είναι και η χαρά μας, ο στόχος του ταξιδιού μας επιτεύχθηκε! Τρώμε ένα ωραίο δείπνο με κρέας που νομίζουμε ότι είναι μοσχάρι (τελικά ήταν αντιλόπη) και φεύγουμε για τις καλύβες μας για να ξεκουραστούμε αφού την επομένη ακολουθεί άλλη μια επίπονη μέρα, καθώς η περιπέτεια συνεχίζεται. Θα διαπλεύσουμε με μια βάρκα τον ποταμό Sangha, ακολουθώντας τα σύνορα Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας - Καμερούν, και μετά τα σύνορα μεταξύ Καμερούν και Κονγκό, φθάνοντας στο Ouesso, την συνοριακή πόλη του Κογκό. Πάντως οι εντυπώσεις μας από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ήταν εξαιρετικές, ένα μοναδικό ταξίδι παρά την μεγάλη ταλαιπωρία. Έχω επισκεφθεί όλα σχεδόν τα μεγάλα δάση βροχής του πλανήτη, τον Αμαζόνιο, τη Νέα Γουινέα, τη ζούγκλα της Κεντρικής Αμερικής, το Βόρνεο και την Σουμάτρα. Μερικές περιοχές της ζούγκλας του Αμαζονίου μπορεί να ξεπερνάνε το δάσος του Κογκό σε πυκνότητα βλάστησης, αλλά εδώ υπάρχουν τα ψηλότερα δέντρα σχηματίζοντας ένα φράγμα στον ήλιο, ενώ τα ποτάμια που το διασχίζουν είναι μοναδικής ομορφιάς. Και το επιστέγασμα σε όλα αυτά, είναι φυσικά η άγρια ζωή της περιοχής, οι γορίλες, αλλά και οι Αφρικανικοί ελέφαντες του δάσους που αποτελούν το έμβλημα της πολύπαθης αυτής χώρας.
Νωρίς το πρωί ξεκινάμε, επειδή έχουμε μεγάλη διαδρομή να διανύσουμε. Από την πρωτεύουσα Yaoundé θα διασχίσουμε το ανατολικό μέρος του Καμερούν, φθάνοντας στο Batouri, όπου και θα διανυκτερεύσουμε. Ευτυχώς δεν έχει αρχίσει ακόμη η μεγάλη κίνηση στην πρωτεύουσα και βγαίνουμε γρήγορα στα περίχωρα, αφού μάλιστα το ξενοδοχείο μας βρίσκεται στα ανατολικά και δεν χρειάζεται να διασχίσουμε όλη την πόλη. Περνάμε μέσα από διάφορα χωριά και μικρές πόλεις, όπως την Akounou, όπου αν και νωρίς, βλέπουμε μια τεράστια συγκέντρωση μαθητών κάτω από ένα μεγάλο υπόστεγο. Μετά από κανένα δίωρο φθάνουμε στην Ayos, μια πόλη που βρίσκεται κοντά στη δεξιά όχθη του ποταμού Nyong. Η περιοχή φημίζεται για τον ρόλο της στην ιστορία της ιατρικής, αφού κατά την δεκαετία του 1920 ιδρύθηκε εδώ ένα ιατρικό κέντρο που διαχειριζόταν ο Γάλλος στρατιωτικός γιατρός Eugène Jamot. Ο επιστήμονας αυτός ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε ότι η ασθένεια του ύπνου, η τρυπανοσωμίαση, προκαλείται από την μύγα τσε τσε και έδωσε μεγάλη μάχη για την καταπολέμησή της.

Νωρίς το πρωί η θέα της Yaoundé από το δωμάτιο του ξενοδοχείου μας

Συγκέντρωση μαθητών στην πόλη Akounou




Διαδρομή προς την Ayos



Στην πόλη Ayos
H επόμενη σημαντική πόλη είναι η Doumé, μια στρατηγική πόλη στο διαμέρισμα Haut Nyong του Ανατολικού Καμερούν, αποτελώντας σημαντικό κόμβο στον κύριο Ανατολικό Δρόμο της χώρας. Πριν από την ανεξαρτησία του Καμερούν κυβερνήθηκε από υπερπόντιους διαχειριστές, και μόλις το 1961 εξελέγη ο πρώτος Καμερουνέζος δήμαρχος της Doumé, ο Jean-Baptiste Mabaya. Το κύριο αξιοθέατο της πόλης είναι το Γερμανικό αποικιακό φρούριο της Doumé, το οποίο βρίσκεται ψηλά στην πόλη, σε μια φυσική βραχώδη προέκταση, που επέτρεψε στους Γερμανούς να ελέγχουν όλο το ανατολικό Καμερούν. Το φρούριο σχεδιάσθηκε επίσης για να προστατεύει την πρόσβαση στο χωριό Doumé. Ο “Σταθμός Doumé” ήταν η πιο σημαντική Γερμανική φυλακή που κτίσθηκε από το 1909 έως το 1911. Το φρούριο είχε πολλά μέρη: την κατοικία του διοικητή, δωμάτια που προορίζονταν για στρατιώτες και εργάτες, τέσσερις γωνιακούς πύργους, καλύβες διέλευσης, κελιά και μια σήραγγα. Μετά την αναχώρηση των Γερμανών, το οχυρό παρέμεινε εγκαταλελειμμένο προτού στεγάσει την Ταξιαρχία Χωροφυλακής. Σήμερα είναι σχεδόν εγκαταλελειμμένο και λίγες οικογένειες ζουν εκεί, ενώ τα τείχη υποφέρουν από τη φθορά του χρόνου και του κλίματος.










Στον δρόμο από το Ayos στη Doumé




Στην πόλη Doumé
Εξήντα χιλιόμετρα διαδρομής ακόμη και φθάνουμε στην Bertoua, την πρωτεύουσα της Ανατολικής Περιφέρειας του Καμερούν και παραδοσιακή έδρα της φυλής Gbaya. Οι Gbaya προέρχονται κυρίως από το νότιο Σουδάν, τα δύο Κονγκό και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Είναι κυρίως γεωργοί και είναι γνωστοί για τις συχνές εξεγέρσεις τους την εποχή της αποικιοκρατίας. Η Bertoua αποτελεί κέντρο υποδοχής και παροχής ιατρικών υπηρεσιών σε πρόσφυγες από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία που περνούν στο Καμερούν σε παραμεθόριες πόλεις. Η πόλη είναι μακρόστενη, με έναν μακρύ κεντρικό δρόμο με πάρα πολλή κίνηση που κάνουμε αρκετή ώρα για να τον διασχίσουμε. Έχουμε και αρκετή καθυστέρηση για να βρει ο οδηγός μας καύσιμα, αφού σε 2-3 πρατήρια που ρώτησε είχαν έλλειψη και τον έστειλαν σε κάποιο άλλο, αρκετά μακρύτερα.











Στην πόλη Bertoua, πρωτεύουσα του Ανατολικού Καμερούν
Ένα δίωρο ακόμη και φθάνουμε στο Batouri, την πόλη που θα διανυκτερεύσουμε. Εδώ ο δρόμος δεν είναι πλέον ασφάλτινος, αλλά είναι ακόμη αρκετά καλός. Το Batouri είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος δήμος της Ανατολικής Επαρχίας του Καμερούν, μετά την επαρχιακή πρωτεύουσα Bertoua. Βρίσκεται στον κεντρικό, χωμάτινο όμως, δρόμο που συνδέει την Bertoua με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και την πόλη Yokadouma του Καμερούν. Είναι νωρίς το απόγευμα και πηγαίνουμε σε μια Ιεραποστολή της πόλης, που εκτελεί και χρέη ξενοδοχείου. Τα δωμάτια είναι πολύ λιτά και όχι ιδιαίτερα καθαρά, αλλά δεν έχουμε πολλές επιλογές. Το δείπνο είναι μπουφέ (δεν θυμάμαι καν τι φάγαμε), από το οποίο σερβίρονται και οι μοναχές, το προσωπικό της μονής και κάποιοι Γάλλοι που έχουν έρθει για επαγγελματικούς λόγους.





Στην πόλη Batouri
Είναι ακόμη νύχτα όταν ξεκινάμε, και λόγω της ώρας το κρύο είναι τσουχτερό. Μετά από αρκετή ώρα διαδρομής αρχίζει να ξημερώνει και βλέπουμε το τοπίο γύρω μας. Σήμερα θα περάσουμε στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Όλες σχεδόν οι χώρες της Κεντρικής Αφρικής δεν είναι ασφαλείς για επίσκεψη, αλλά η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία είναι η χειρότερη, αφού μαστίζεται για χρόνια από εμφύλιους πολέμους, ένοπλες συμμορίες και πολιτικές ταραχές. Ενώ η χώρα είναι πλούσια σε πλουτοπαραγωγικές πηγές, βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις όσον αφορά την οικονομικη ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά προγραμματίσαμε να την επισκεφθούμε επειδή στο νότιο τμήμα της έχει το καλύτερο ίσως τμήμα του Κογκολέζικου Δάσους βροχής. Στο δάσος αυτό υπάρχουν πάνω από 10.000 είδη φυτών, 1000 είδη πουλιών και 400 είδη θηλαστικών, μεταξύ των οποίων κυριαρχούν οι Αφρικανικοί ελέφαντες του δάσους, γορίλες και χιμπαντζήδες. Προορισμός μας ήταν το Καταφύγιο Dzanga-Sangha, στη νοτιοδυτική Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, όπου οι συνθήκες ασφάλειας είναι σχετικά καλύτερες από την υπόλοιπη χώρα. Η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία βρίσκεται αρκετά κοντά, στα ανατολικά μας, αλλά λόγω της ζούγκλας δεν υπάρχει σύντομος προς τα εκεί, οπότε κατευθυνόμαστε νότια, προς την Yokadouma.






Η διαδρομή μας από τo Batouri στη Yokadouma
Όταν φθάνουμε στην πόλη, έχει ξημερώσει για τα καλά. Πεινάμε και ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε κάτι για πρωινό, αλλά οι συνθήκες υγιεινής στην περιοχή μας απογοητεύουν. Ευτυχώς υπάρχουν λίγες κονσέρβες, που έχουμε για ώρα ανάγκης και τις συνοδεύουμε με φρέσκο ψωμί που αγοράζουμε από έναν φούρνο. Από την Yokaduma και μετά αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια στο δρόμο μέχρι τα σύνορα. Αν ψάξετε στον χάρτη δεν υπάρχει δρόμος, αλλά το 4x4 ακολουθώντας ένα στενό άσχημο χωματόδρομο κατάφερε 300 χιλιόμετρα μετά, να μας βγάλει στο συνοριακό χωριό του Lidjombo. Στο δρόμο διάσπαρτα χωριουδάκια ντόπιων που μας κοιτάζουν περίεργα μιας και σπάνια περνούν ξένοι, ενώ γύρω μας υψώνεται η ζούγκλα, καταπράσινη και αδιαπέραστη, με αιώνια πανύψηλα δέντρα. Στο Lidjombo παίρνουμε την σφραγίδα εξόδου από το Καμερούν χωρίς προβλήματα και μπαίνουμε σε μια βάρκα που θα μας μεταφέρει στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Την διαδρομή μας αυτή στο ποτάμι την εξασφαλίσαμε κατόπιν συνενόησης με την Διεύθυνση του Καταφύγιου Dzanga-Sangha, ο διαχειριστής του οποίου είναι κάποιος Ισπανός, ιδιαίτερα αξιόπιστος και εξυπηρετικός.




Στην πόλη Yokadouma




Η διαδρομή από την Yokadouma στα σύνορα με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία
Ακολουθούμε τον ποταμό των συνόρων Sangha αντίθετα από το ρεύμα, με το Καμερούν να βρίσκεται στα δυτικά μας και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στα ανατολικά. Σταματούμε διαδοχικά σε διάφορα φυλάκια ελέγχου και σε κάποιο από αυτά μας βάζουν και την σφραγίδα εισόδου για την χώρα. Δεν έχουμε ακόμη βίζα αλλά θα βγάλουμε στο χωριό κοντά στο λοτζ της διαμονής μας την επομένη. Έχουμε πια αφήσει μακριά το Καμερούν και είμαστε για τα καλά μέσα στη χώρα. Στις όχθες της διαδρομής μας ντόπιες γυναίκες που κάνουν μπουγάδα και παιδάκια μας χαιρετούν, και μετά από 3 ώρες περίπου φθάνουμε στον προορισμό μας. Το λοτζ είναι εξαιρετικό, πολύ καλύτερο από ότι περιμέναμε. Αποτελείται από οκτώ ατομικά bungalows, μέσα στο πράσινο, με μεγάλες βεράντες και υπέροχη θέα στο ποτάμι που κυλάει πιο κάτω. Υπάρχει ρεύμα από γεννήτρια (που κλείνει όμως τη νύχτα), τρεχούμενο νερό (κρύο) και εστιατόριο, στο οποίο απολαμβάνουμε ένα ωραιότατο ψάρι (προφανώς ποταμίσιο), ενώ υπάρχει ακόμη και παγωμένη μπύρα!





Διαπλέοντας τον ποταμό Sangha


Το λοτζ μας στο Καταφύγιο Dzanga-Sangha
Προτού σας περιγράψω την εμπειρία μας τις επόμενες ημέρες, θα κάνω μια σύντομη εισαγωγή για την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Εάν ψάχνεις για την “πραγματική” Αφρική, αυτή θα μπορούσε να είναι η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (ΚΑΔ). Μια χώρα εκπληκτικής σπάνιας φυσικής ομορφιάς, με κάποια από την πιο θαυμαστή άγρια ζωή στον κόσμο, παραμένει ωστόσο υπανάπτυκτη, κατακερματισμένη και πληγωμένη από τη φτώχεια. Είναι μια χώρα, όπως τόσες πολλές στην Αφρική, που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά ευημερούσα. Ωστόσο, αν και η ΚΑΔ αγωνίζεται να σταθεί στα πόδια της μετά την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία το 1960, μια σειρά αυταρχικών ηγετών και ένας εμφύλιος πόλεμος την παρεμποδίζουν. Η χώρα έχει σημαντικά κοιτάσματα ορυκτών και σπουδαίους φυσικούς πόρους, ωστόσο ένα ελάχιστο μέρος του πλούτου που δημιουργείται καταλήγει στον λαό της. Για αιώνες η ΚΑΔ έχει υπομείνει την καταλήστευση από τους εισβολείς και στη συνέχεια από τους δικούς της ηγέτες. Δυστυχώς, αυτό συνεχίζεται και σήμερα, και το μεγαλύτερο μέρος της χώρας δεν θεωρείται αρκετά σταθερό ή ασφαλές για να ταξιδέψει κανείς. Γεωγραφικά, μεγάλο μέρος της ΚΑΔ αποτελείται από κυματιστά λιβάδια, σκονισμένες ερήμους και αχνισμένες ζούγκλες. Στο βόρειο τμήμα της χώρας κυριαρχεί η απέραντη Σαχάρα. Αλλά ο μακρινός νότος φιλοξενεί ισημερινά τροπικά δάση, τα οποία θεωρούνται μερικά από τα καλύτερα μέρη στην Αφρική για να συναντηθείς με τεράστιους ελέφαντες του δάσους και με δυτικούς πεδινούς γορίλες. Η ζούγκλα φιλοξενεί επίσης φυλές πυγμαίων, που ζουν από τη γη σε απομακρυσμένους θύλακες της κεντρικής Αφρικής. Ωστόσο, από το 2012 τα πολιτικά προβλήματα και ο κυρίως θρησκευτικός εμφύλιος πόλεμος έχουν καταστήσει τη χώρα εντελώς εκτός ορίων για τους ταξιδιώτες για λόγους ασφαλείας, με όλες τις Δυτικές κυβερνήσεις να συνιστούν αποφυγή κάθε επίσκεψης εδώ. Εκτός από επιχειρηματίες και κυβερνητικούς προσκεκλημένους στην πρωτεύουσα Bangui, ελάχιστοι μόνο τυχεροί επισκέπτες αναζητούν γορίλες και ελέφαντες στο Καταφύγιο Dzanga-Sangha, στη νοτιοανατολική γωνία της ΚΑΔ. Και υπήρξαμε κάποιοι από τους τυχερούς αυτούς!
Το Dzanga-Sangha ανήκει στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Ndoki που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας. Το πάρκο αυτό ιδρύθηκε το 1990, έχει έκταση 1.143 τετραγωνικά χιλιόμετρα και χωρίζεται σε δύο μη συνεχείς τομείς, τον βόρειο τομέα Dzanga και τον νότιο τομέα Ndoki. Το Ειδικό Καταφύγιο Dzanga-Sangha εκτείνεται ανάμεσα στους δύο αυτούς τομείς του εθνικού πάρκου. Το εθνικό πάρκο είναι Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO καλύπτοντας μεγάλη έκταση τροπικού υγρού δάσους στη βορειότερη περιοχή της Λεκάνης του Κονγκό, με το Καμερούν στα δυτικά και τη Δημοκρατία του Κονγκό στα ανατολικά. Είναι ένα περίπλοκο μωσαϊκό από ρυάκια και ποτάμια, πυκνό δάσος, ανοιχτά ξέφωτα γνωστά ως "bais" και βαλτότοπους που σφύζουν από ζωή. Η Λεκάνη του Κονγκό, η ιζηματογενής λεκάνη του Ποταμού Κονγκό, φιλοξενεί το δεύτερο μεγαλύτερο τροπικό δάσος στον πλανήτη, μετά τον Αμαζόνιο στη Νότια Αμερική. Περισσότερα από 10.000 είδη φυτών μπορούν να βρεθούν μέσα και γύρω από το δάσος, και το δάσος του Κονγκό φιλοξενεί τον Αφρικανικό ελέφαντα των δασών, τον πυγμαίο ιπποπόταμο, τον χιμπατζή, τον μπονόμπο και διάφορα άλλα θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένου του απειλούμενου πεδινού γορίλα. Η Λεκάνη του Κονγκό είναι επίσης μια σημαντική πηγή Αφρικανικού τικ, που χρησιμοποιείται για την κατασκευή επίπλων και δαπέδων.

Η θέση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας στην Αφρική
Από την επομένο πρωί αρχίζει η ξενάγησή μας στο Εθνικό πάρκο. Η πρώτη ημέρα είναι και το πιο εύκολο μέρος, η επίσκεψη των ελεφάντων του δάσους. Ξεκινάμε νωρίς, με την επίσκεψη ενός κέντρου Υγείας στο κοντινό χωριό, όπου μας κάνουν τεστ για Κόβιντ, παρότι είμαστε εμβολιασμένοι. Το τεστ είναι υποχρεωτικό, επειδή φοβούνται να μην μεταδώσουμε την ασθένεια στα άγρια ζώα που θα συναντήσουμε. Στη συνέχεια μπαίνουμε στο τζιπ και μπαίνουμε βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Η διαδρομή είναι υπέροχη, ο χωμάτινος δρόμος είναι καταπράσινος και σκιερός, ενώ τα πανύψηλα δένδρα ολόγυρα τον σκεπάζουν. Κάθε τόσο συναντούμε κοπάδια από πουλιά που πετούν τρομαγμένα από τα κλαδιά που σπάζουν από το πέρασμα του τζιπ και που και που εμφανίζονται και μαϊμούδες. Σε καμιά ώρα φθάνουμε σε ένα ξέφωτο και μετά αρχίζει το trekking. Ο δρόμος έχει κάποια ανηφόρα, αλλά όχι μεγάλη, ενώ στην αρχή διασχίζουμε ένα ποτάμι, με το νερό να μας φθάνει μέχρι τα γόνατα. Τέλος, σε 1.5 ώρα περίπου φθάνουμε στο ξακουστό Dzanga Bai, το "χωριό των ελεφάντων", ένα τεράστιο ξέφωτο μέσα στο τροπικό δάσος γεμάτο ελέφαντες του δάσους (Loxodonta cyclotis). Aνεβαίνουμε σε μια ψηλή εξέδρα και παρακολουθούμε το εκπληκτικό θέαμα: μια τεράστια έκταση γεμάτη δεκάδες ελέφαντες, περιτριγυρισμένη από πυκνή ζούγκλα! Επάνω στην εξέδρα βρίσκεται ήδη μια γυναίκα που εδώ και μέρες παρακολουθεί και καταγράφει τους ελέφαντες με μεγάλα κυάλια και τεράστιους φακούς, διεξάγοντας μια επιστημονική έρευνα.






Η διαδρομή μας προς το “Χωριό των Ελεφάντων”











Οι ελέφαντες στο ξέφωτο Dzanga Bai
Υπάρχουν τρία εν ζωή είδη ελεφάντων—ο Ασιατικός ελέφαντας, ο ελέφαντας της σαβάνας και ο ελέφαντας του δάσους. Τόσο οι ελέφαντες του δάσους όσο και οι ελέφαντες της σαβάνας ζουν στην υποσαχάρια Αφρική. Οι ελέφαντες της σαβάνας ζουν μέσα και γύρω από τη χορταριασμένη σαβάνα, ενώ οι ελέφαντες του δάσους ζουν στο υγρό τροπικό δάσος. Οι ελέφαντες του δάσους είναι συνήθως μικρότεροι από τους ελέφαντες της σαβάνας και οι χαυλιόδοντες τους είναι ίσιοι, κάτι που δεν τους επιτρέπει να μπερδευτούν στα πυκνά χαμόκλαδα του τροπικού δάσους. Αντίθετα, οι χαυλιόδοντες των ελεφάντων της σαβάνας είναι ελαφρώς καμπυλωτοί. Αυτό το βαλτώδες ξέφωτο ανάμεσα στα τροπικά δάση της χώρας, στο οποίο βρισκόμαστε, προσελκύει καθημερινά δεκάδες έως εκατοντάδες από αυτά τα τεράστια φυτοφάγα ζώα. Kάπου 50 έως 150 ελέφαντες του δάσους φτάνουν στο bai (ξέφωτο) κάθε μέρα, με πολλούς περισσότερους να ζουν στη γύρω περιοχή. Μοναδικά στη Λεκάνη του Κονγκό, τα μπάϊ είναι αμμώδη και λασπώδη ξέφωτα του δάσους, που είναι γεμάτα λακκούβες, ρυάκια και τρύπες γεμάτες με νερό πλούσιο σε μεταλλικά στοιχεία. Το Dzanga Bai πιστεύεται ότι έχει καθαριστεί και συντηρηθεί από Αφρικανικούς ελέφαντες του δάσους που ποδοπατούν ή τρώγουν μεγάλο μέρος της βλάστησης σε αυτή την περιοχή.
Μα γιατί συγκεντρώνεται τόσο μεγάλος αριθμός ελεφάντων στο ξέφωτο αυτό ; Οι επιστήμονες το αποδίδουν στο ότι τα νερά εκεί είναι πλούσια σε μέταλλα και άλατα που χρειάζονται οι ελέφαντες αλλά δεν μπορούν να τα αποκτήσουν από τη βλάστηση των τροπικών δασών. Τα μέταλλα προέρχονται από μια διείσδυση ηφαιστειακών πετρωμάτων (δολερίτης) όχι πολύ κάτω από την επιφάνεια της γης. Οι ελέφαντες, χρησιμοποιώντας τα πόδια τους, σκάβουν τρύπες στην επιφάνεια μέχρι να φθάσουν στο πλούσιο σε μεταλλικά νερό που βρίσκεται στο υπόστρωμα. Η κατανάλωση μετάλλων από τους ελέφαντες μπορεί να βοηθήσει στην ελαχιστοποίηση των τοξικών επιπτώσεων διαφόρων φυτών στο δάσος. Μένουμε αρκετά, απολαμβάνοντας το θέαμα και τραβώντας πολλές φωτογραφίες και στη συνέχεια επιστρέφουμε στο αυτοκίνητο. Επειδή είναι σχετικά νωρίς, επισκεπτόμαστε το Αφρικανικό χωριό της περιοχής, το Bayanga, ένα τυπικό Αφρικανικό χωριό, στο οποίο όμως οι κάτοικοι δεν μας αφήνουν να βγάλουμε φωτογραφίες. Αυτό βέβαια συμβαίνει και στις περισσότερες χώρες της Αφρικής, αφού οι κάτοικοι απεχθάνονται την φωτογράφηση. Ακολουθεί επίσκεψη στο χωριό των Πυγμαίων, και εκεί όμως η επίσκεψη δεν μας εντυπωσιάζει. Οι Αφρικανοί Πυγμαίοι ή οι Πυγμαίοι του Κονγκό είναι μια ομάδα εθνοτήτων ιθαγενών στην Κεντρική Αφρική, κυρίως στη Λεκάνη του Κονγκό, που παραδοσιακά επιβιώνουν από έναν τρόπο ζωής τροφοσυλλεκτών και κυνηγών και διακρίνονται για το κοντό τους ανάστημα. Οι περισσότεροι σύγχρονοι Πυγμαίοι είναι μόνο εν μέρει τροφοσυλλέκτες και εν μέρει συναλλάσσονται με γειτονικούς αγρότες για να αποκτήσουν καλλιεργημένες τροφές και άλλα υλικά αγαθά. Επιστρέφουμε στο λοτζ, δειπνούμε νωρίς και ξεκουραζόμαστε, επειδή η επομένη, θα είναι η μεγάλη μέρα, η επίσκεψη στους γορίλες.










Στο χωριό των Πυγμαίων


Ηλιοβασίλεμα στον ποταμό Sangha
Ενώ είναι πολύ γνωστοί οι “ανατολικοί highland γορίλες ” του δάσους του Κογκό στα σύνορα Ουγκάντας-Ρουάντας-Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, οι “δυτικοί lowland γορίλες” της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και του Κονγκό δεν είναι τόσο γνωστοί, αλλά είναι εξίσου ενδιαφέροντες. Και πάλι ξεκινάμε με το τζιπ, αλλά αυτή τη φορά η διαδρομή είναι πάνω απο δυό ώρες, φθάνοντας βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Από νωρίς ομάδες Πυγμαίων ανιχνευτών έχουν αρχίσει να εξερευνούν το δάσος για να εντοπίσουν τις οικογένειες των γοριλών, και να δώσουν σήμα στον Πυγμαίο οδηγό μας, για να μας οδηγήσει στη θέση τους. Ξεκινάμε το trekking και ο οδηγός μας πηγαίνει μπροστά μαζί με ένα ακόμη άτομο με ματσέτες, καθαρίζοντας το μονοπάτι για να περάσουμε, ενώ ένας ακόμη ακολουθεί πίσω μας για λόγους ασφαλείας. Ο δρόμος είναι σχετικά βατός, χρειάζεται βέβαια να διασχίσουμε κάποια ποταμάκια και λιμνούλες, αλλά με μικρό βάθος. Επίσης, είναι σχεδόν επίπεδος, με αποτέλεσμα να μην μας δυσκολεύει, παρότι συχνά πρέπει να υπερπηδούμε πεσμένους κορμούς που φράζουν την διαδρομή μας. Δυστυχώς περνούν πάνω από 2.5 ώρες και γορίλες πουθενά! Οι οδηγοί βγάζουν διάφορες κραυγές μήπως και οι γορίλες ανταποκριθούν, αλλά καμιά απάντηση. Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής αρκετά απογοητευμένοι.
Μαθαίνουμε από τους Πυγμαίους ανιχνευτές ότι το αρσενικό από μια οικογένεια επιτέθηκε στο αρσενικό άλλης οικογένειας και στη μάχη συμμετείχαν και τα θηλυκά, με αποτέλεσμα να αποτραβηχθούν όλοι βαθύτερα στη ζούγκλα. Υποσχέθηκαν όμως ότι την επόμενη ημέρα θα μας έβρισκαν γορίλες οπωσδήποτε. Εμείς βέβαια την επόμενη είχαμε σκοπό να φύγουμε από την περιοχή, συνεχίζοντας το ταξίδι μας, πήραμε όμως την μεγάλη απόφαση. Θα μέναμε και την επόμενη ημέρα. Ευτυχώς το λοτζ, που είχε συνολικά οκτώ καλύβες, ήταν σχεδόν άδειο. Υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι ηλικιωμένων Ελβετών, οι οποίοι όμως σαν παλιοί ορειβάτες είχαν ακόμη μεγάλες αντοχές και μας βεβαίωσαν ότι είχαν συναντήσει γορίλες, γεγονός που μας έκανε να μείνουμε και την επόμενη. Αυτό είναι και το πλεονέκτημα του να ταξιδεύεις ανεξάρτητα, μπορείς κατά βούληση να διαμορφώνεις το πρόγραμμά σου, χωρίς αυστηρά χρονοδιαγράμματα και περιορισμούς.
Η αλήθεια είναι ότι την επομένη, παρά τις υποσχέσεις των Πυγμαίων, ξεκινήσαμε με μικρές προσδοκίες. Φύγαμε πολύ νωρίς από το λοτζ, και φθάσαμε στο ίδιο σημείο με το τζιπ. Αυτή τη φορά όμως ακολουθήσαμε τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Πήραμε έναν δρόμο δύσκολο, τελείως αδιαμόρφωτο, με συνεχείς ανηφόρες και κατηφόρες. Οι ματσέτες δουλεύουν, αλλά η κούραση είναι μεγάλη. Υπερπηδούμε συνεχώς κορμούς, ενώ μπαίνουμε σε ποταμάκια, πολλές φορές με το νερό μέχρι την μέση. Συχνά ακούγονται πατήματα ελέφαντα και οι οδηγοί μας δίνουν σήμα κινδύνου, ώστε να κάνουμε απόλυτη ησυχία και να ακολουθήσουμε κάποια παράκαμψη για να τον αποφύγουμε. Οι ώρες κυλούν και αρχίζουμε να κουραζόμαστε και να απογοητεύομαστε. Στις 4 ώρες όμως συναντάμε μια ομάδα Πυγμαίων ανιχνευτών που μας πληροφορούν ότι πλησιάζουμε σε μια οικογένεια από γορίλες. Άλλη μισή ώρα και μετά από μια δύσκολη ανάβαση σε ανηφόρα φθάνουμε επι τέλους στην τοποθεσία της οικογένειας. Υπάρχουν 3 μικρά γοριλάκια που παίζουν χοροπηδώντας στα δένδρα. Οι οδηγοί μας λένε να περιμένουμε και όντως, σε λίγο φθάνουν και οι γονείς. Είναι ένας αρσενικός γορίλας και δύο θηλυκοί. Πλησιάζουμε σιγά σιγά, απέχοντας γύρω στα 10 μέτρα. Ο αρσενικός μας κοιτάζει για ώρα μειλίχια, και με κάποια περιέργεια. Ευτυχώς δεν φαίνεται επιθετικός. Οι θηλυκές κρύβονται λίγο πιο πέρα. Βγάζουμε αρκετές φωτογραφίες παρακολουθώντας τους. Ξαφνικά, έρχεται ένα μικρό δίπλα στο αρσενικό και αμέσως ξαπλώνουν στο έδαφος και αρχίζουν να κοιμούνται, ενώ οι υπόλοιποι χάνονται πιο μέσα στο δάσος!



Στο κάμπινγκ Bai Hokou στην περιοχή με τους γορίλες, Εθνικό Πάρκο Dzanga-Ndoki





Αναζητώντας τους γορίλες στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Sangha





Μια οικογένεια από γορίλες στο Εθνικό Πάρκο Dzanga-Sangha. Οι γορίλες είναι μεγάλοι πίθηκοι που κατοικούν στα τροπικά δάση της ισημερινής Αφρικής. Το DNA τους είναι ιδιαίτερα όμοιο με αυτό των ανθρώπων, από 95 έως 99%, και είναι οι επόμενοι πιο στενοί εν ζωή συγγενείς με τον άνθρωπο μετά τους χιμπατζήδες και τα μπονόμπο. Υπάρχουν τρεις τύποι γορίλων, ο ανατολικός πεδινός στην ΚΑΔ, ο δυτικός πεδινός στη Γκαμπόν και οι πιο επισκέψιμοι ορεινοί γορίλες της Ρουάντα, της Ουγκάντα και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.
Παίρνουμε χαρούμενοι τον δρόμο της επιστροφής. Η κούραση είναι μεγάλη, αλλά μεγάλη είναι και η χαρά μας, ο στόχος του ταξιδιού μας επιτεύχθηκε! Τρώμε ένα ωραίο δείπνο με κρέας που νομίζουμε ότι είναι μοσχάρι (τελικά ήταν αντιλόπη) και φεύγουμε για τις καλύβες μας για να ξεκουραστούμε αφού την επομένη ακολουθεί άλλη μια επίπονη μέρα, καθώς η περιπέτεια συνεχίζεται. Θα διαπλεύσουμε με μια βάρκα τον ποταμό Sangha, ακολουθώντας τα σύνορα Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας - Καμερούν, και μετά τα σύνορα μεταξύ Καμερούν και Κονγκό, φθάνοντας στο Ouesso, την συνοριακή πόλη του Κογκό. Πάντως οι εντυπώσεις μας από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ήταν εξαιρετικές, ένα μοναδικό ταξίδι παρά την μεγάλη ταλαιπωρία. Έχω επισκεφθεί όλα σχεδόν τα μεγάλα δάση βροχής του πλανήτη, τον Αμαζόνιο, τη Νέα Γουινέα, τη ζούγκλα της Κεντρικής Αμερικής, το Βόρνεο και την Σουμάτρα. Μερικές περιοχές της ζούγκλας του Αμαζονίου μπορεί να ξεπερνάνε το δάσος του Κογκό σε πυκνότητα βλάστησης, αλλά εδώ υπάρχουν τα ψηλότερα δέντρα σχηματίζοντας ένα φράγμα στον ήλιο, ενώ τα ποτάμια που το διασχίζουν είναι μοναδικής ομορφιάς. Και το επιστέγασμα σε όλα αυτά, είναι φυσικά η άγρια ζωή της περιοχής, οι γορίλες, αλλά και οι Αφρικανικοί ελέφαντες του δάσους που αποτελούν το έμβλημα της πολύπαθης αυτής χώρας.
Last edited by a moderator: