travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ταξίδι αναχώρησης και πρώτη μέρα στη Τζακάρτα.
- Λίγα λόγια για να γνωρίσουμε γεωγραφικά τα μέρη που πήγαμε - Από την Jakarta στο Bandung
- Bandung, στο Ηφαίστειο Tangkuban Perahu και στο Domas Crater
- Bandung, φυτείες τσαγιού και οι θερμές πηγές στο Ciater
- Μετακίνηση από το Bandung ως την Yogiokarta.
- Borobudur και η πόλη Yogyakarta
- Από την Yogyakarta στην Surakarta μέσω Prambanan και Ratu Boko.
- Από την Surakarta στη Surabaya
- Από τη Surabaya στο Malang
- Από το Malang στο Licin. Ένα ξενοδοχείο κόσμημα.
- Ηφαίστειο Ijen
- Από την Ιάβα στο Μπαλί
- Βίντεο
- Από το Βόρειο Μπαλί στο Νότιο. Οι πρώτοι καταρράκτες.
- Ναοί στο Μπαλί. Σανούρ.
- Βίντεο
- Βόλτες στο Μπαλί, μέρος πρώτο.
- Βόλτες στο Μπαλί, μέρος δεύτερο
- Μονοήμερη εκδρομή στο Nusa Penida, snorkeling.
- Nusa Penida, οι ακτές του νησιού.
- Από το Μπαλί στο Λομπόκ.
- Lombok, στα Gili Islands
- Βόλτες στο Λομπόκ. Ναοί και ο καταρράκτης Jeruk Manis.
- Βόλτες στο Λομπόκ. Παραλίες.
- Από το Lombok στο Bali ξανά
- Βόλτες σε ναούς του Μπαλί. Μέρος πρώτο.
- Βόλτες σε ναούς του Μπαλί. Μέρος δεύτερο.
- Βόλτες σε ναούς του Μπαλί. Μέρος τρίτο.
- Η αναχώρηση από το Μπαλί και την Ινδονησία γενικότερα
- Μια άλλη γενική ματιά για το ίδιο ταξίδι.
Από την Surakarta στη Surabaya
Οι δύο προαναφερθείσες πόλεις του σημερινού τίτλου απέχουν μεταξύ τους περίπου τρεισήμισι ώρες, ή 260 χιλιόμετρα εθνικής οδού, εάν δεν κάνεις κάποια παρεκτροπή στη διαδρομή. Εμείς όμως είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε δύο ναούς, τους Sukuh Temple και τον Cetho Temple. Για να τους προσεγγίσουμε είχε αρκετή οδήγηση σε πολύ κακό οδικό δίκτυο. Ξέραμε ότι θα καθυστερήσουμε, μόνο για την οδήγηση, κάπου δύο ώρες.
Το είχαμε πάρει απόφαση και έτσι ξεκινήσαμε «χαρωπά» το πρωί. Ο πρώτος Ναός που επισκεφθήκαμε ήταν ο Sukuh Temple και ο δεύτερος ο Cetho Temple. Είχα δει από την προηγούμενη φωτογραφίες των ναών αυτών και είδα ότι είχαν ενδιαφέρον. Η απόσταση του πρώτου τέμπλου από τη Σουρακάρτα ήταν 50 km, αλλά κάναμε πάνω από μιάμιση ώρα για να φτάσουμε εκεί. Πληρώσαμε το αξιοπρεπές εισιτήριο των 50.000 ρουπιών και μπήκαμε μέσα. Ήδη απ’ έξω φαινόταν ότι είχε ενδιαφέρον το τέμπλο αυτό. Πράγματι πηγαίνοντας σε ένα ανηφορικό μονοπάτι του ναού και έχοντας δεξιά και αριστερά διάφορα τμήματά του, έφτανες στο τέλος σε μία μικρή πυραμίδα η οποία θύμιζε Αζτέκους.
Να και οι εκπλήξεις:
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της επίσκεψής μας ήταν ότι είχαμε ανέβει σε μεγάλο σχετικά υψόμετρο, δηλαδή κοντά στο 1,5 χιλιόμετρο. Από εκεί είχαμε μία καταπληκτική θέα σε διάφορες καλλιέργειες της περιοχής, όμως είχε μία καταχνιά και δεν είχαμε καλή ορατότητα. Και αυτό κυρίως για τις φωτογραφίες. Το ανάγλυφο του τοπίου ήταν πολύ ιδιαίτερο, με πολύ απότομες πλαγιές και ψηλούς αλλά στενούς λόφους.
Ο επόμενος Ναός ήταν σχετικά κοντά και αφού οδηγήσαμε πάλι σε στενούς και κακούς δρόμους με χιλιάδες μηχανάκια να πηγαίνουν και να έρχονται, φτάσαμε και σε αυτόν. Να σημειώσω εδώ ότι την προηγούμενη μέρα είχαμε δει ένα ατύχημα με δύο μηχανάκια που τράκαραν σε ένα χωριό, όταν μία κοπέλα πήγε να περάσει κάθετα το δρόμο και έπεσε πάνω της μία άλλη κοπέλα με το μηχανάκι της. Όμως δεν νομίζω να υπήρξε σοβαρός τραυματισμός. Ο ναός Cetho που πήγαμε λοιπόν ήταν διαφορετικός.
Είχε και αυτός ένα πολύ ανηφορικό μονοπάτι που ανέβαινε πάνω σε ένα λόφο. Το μονοπάτι αυτό είχε σκαλοπάτια και κάθε τόσο είχε και μία πύλη από εκείνες που έχουν οι ινδουιστές: έχει δύο μικρές ή μεγάλες σχετικά αψίδες δεξιά και αριστερά και αυτές δημιουργούν μια πύλη, χωρίς πόρτα όμως. Ανάμεσα στις πύλες αυτές υπάρχουν πεζούλες και προχωρείς ανεβαίνοντας σκαλιά. Πάλι στην κορυφή του λόφου υπήρχε μία μικρή πυραμίδα, όπως και στον προηγούμενο ναό. Σε αυτόν τον χώρο δεν είχαμε πολλά ανάγλυφα πάνω στις πέτρες όσα στον προηγούμενο.
Σε εκείνη την περιοχή, ανάμεσα στους υψηλούς λόφους, είδαμε μια μεγάλη κατασκευή, κάτι σαν εξέδρα πάνω από τις καλλιέργειες. Υψωνόταν σε ύψος περίπου 20-30 μέτρων και για μήκος εκατό και ο κόσμος ανέβαινε για να δει τη θέα. Εμείς σταματήσαμε για λίγο αλλά δεν ανεβήκαμε στην εξέδρα γιατί έτσι κι αλλιώς τη θέα την βλέπαμε. Άλλωστε είχε εκείνη την καταχνιά που δεν σου επέτρεπε να δεις καθαρά.
Αφού τελειώσαμε εκεί την επίσκεψη, πήραμε το δρόμο της επιστροφής για να μπούμε στον Εθνικό δρόμο και να πάμε στην Σουραμπάγια, όσο πιο σύντομα γινόταν. Κάναμε αρκετή ώρα μέσα στους πολυσύχναστους μικρούς δρόμους και κάναμε και μία στάση για σχεδόν μία ώρα σε μία rest area.
Σχετικά αργά φτάσαμε στο ξενοδοχείο Novotel στη Σουραμπάγια. Είχε μία καταπληκτική αυλή με πισίνα και όμορφα δέντρα. Το δωμάτιο ήταν πολύ μεγάλο, χωρίς να είναι και ένα που θα περίμενες σε τέτοιο ξενοδοχείο. Πάντως ήταν πολύ καλό. Εκεί πληρώναμε λίγο πάνω από τα 40 ευρώ, που για Ινδονησία είναι αρκετά χρήματα.
Αν και το Novotel στη Σουραμπάγια υπερηφανεύεται στο booking.com ότι είναι στο κέντρο της πόλης, εμείς το βράδυ μετά το φαγητό που κάναμε μία βόλτα δεν διαπιστώσαμε κάτι τέτοιο. Άλλωστε ψάχνοντας στο διαδίκτυο και στο Lonely Planet, είδαμε ότι τα πιο ενδιαφέροντα μέρη απέχουν από 3 χιλιόμετρα και πάνω.
Η Ινδονησία φαίνεται μία πολύ περιποιημένη και τακτική χώρα. Θεωρώ ότι είναι πολύ καθαρή, κυρίως στους δρόμους. Κάποιο θέμα υπάρχει σε κάποιες πλατείες που είναι λίγο εγκαταλειμμένες. Αυτό που προκαλεί εντύπωση εδώ είναι ότι στα σταυροδρόμια υπάρχουν κάποιοι νεαροί ή μεγαλύτεροι άνθρωποι, οι οποίοι εκτελούν χρέη τροχονόμου, ελπίζοντας σε κάποια πολύ λίγα χρήματα που θα τους δώσει ο οδηγός ενός περαστικού αυτοκινήτου τον οποίον θα διευκολύνουν να περάσει το δρόμο. Εάν θέλει για παράδειγμα να στρίψει ή αν θέλει να κάνει ένα ελιγμό σταματάνε με νοήματα τους άλλους οδηγούς για να τον πραγματοποιήσει. Πράγματι πολλοί είναι εκείνοι που τους δίνουν ένα νόμισμα. Το ίδιο κάνει και ο δικός μας ο οδηγός που πάντα έχει ψιλά γι αυτό το σκοπό δίπλα σε ένα κουτάκι. Συχνά βοηθούν αυτοί οι τύποι και τους πεζούς.
Ένα άλλο θέμα είναι το ζήτημα της τουαλέτας. Δεν υπάρχει πρόβλημα, αφού παντού υπάρχουν τουαλέτες. Απλά πρέπει να πληρώσεις 2000 ρουπίες, μέχρι 5.000 το πολύ. Αν και πιστεύω ότι και να μην του δώσεις χρήματα δεν θα σε πάρουν κυνήγι για να τους πληρώσεις. Εκτός αν στα ζητήσουν πριν μπεις μέσα. Οι άνθρωποι είναι πολύ ευγενικοί. Δεν αντιμετωπίζαμε κανένα πρόβλημα όταν τραβούσαμε φωτογραφίες. Φυσικά έχω ξαναπεί ότι πολλοί έρχονταν για να μπουν και εκείνοι στο κάδρο μαζί μας και να έχουν τη φωτογραφία στο κινητό τους.
Μπορεί η Ινδονησία να είναι μουσουλμανική χώρα και να έχει άπειρα τζαμιά, αλλά αυτό δεν φαίνεται υπερβολικά στη συμπεριφορά ούτε στους μεγάλους αλλά ούτε και στους νέους ανθρώπους. Φυσικά πολλές γυναίκες φοράνε μαντήλια, αλλά όχι μπούργκες. Βλέπεις πολλά νέα ζευγάρια να κρατιούνται χέρι με χέρι και να μην ντρέπονται, αν και δεν είδαμε πολλά τέτοια. Το πρόβλημα είναι τα μηχανάκια τα οποία τα οδηγούν αγόρια και κορίτσια ακόμα από 12 ετών και πάνω και δυστυχώς τρέχουν πάρα πολύ, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Στις πόλεις σχεδόν όλοι φοράνε κράνος αλλά αυτό δεν συμβαίνει και στην επαρχία. Είδαμε τα παιδιά που σχολάνε από το σχολείο τους και καβαλάνε μηχανάκι χωρίς να φοράνε κράνη.
Οι δύο προαναφερθείσες πόλεις του σημερινού τίτλου απέχουν μεταξύ τους περίπου τρεισήμισι ώρες, ή 260 χιλιόμετρα εθνικής οδού, εάν δεν κάνεις κάποια παρεκτροπή στη διαδρομή. Εμείς όμως είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε δύο ναούς, τους Sukuh Temple και τον Cetho Temple. Για να τους προσεγγίσουμε είχε αρκετή οδήγηση σε πολύ κακό οδικό δίκτυο. Ξέραμε ότι θα καθυστερήσουμε, μόνο για την οδήγηση, κάπου δύο ώρες.


Το είχαμε πάρει απόφαση και έτσι ξεκινήσαμε «χαρωπά» το πρωί. Ο πρώτος Ναός που επισκεφθήκαμε ήταν ο Sukuh Temple και ο δεύτερος ο Cetho Temple. Είχα δει από την προηγούμενη φωτογραφίες των ναών αυτών και είδα ότι είχαν ενδιαφέρον. Η απόσταση του πρώτου τέμπλου από τη Σουρακάρτα ήταν 50 km, αλλά κάναμε πάνω από μιάμιση ώρα για να φτάσουμε εκεί. Πληρώσαμε το αξιοπρεπές εισιτήριο των 50.000 ρουπιών και μπήκαμε μέσα. Ήδη απ’ έξω φαινόταν ότι είχε ενδιαφέρον το τέμπλο αυτό. Πράγματι πηγαίνοντας σε ένα ανηφορικό μονοπάτι του ναού και έχοντας δεξιά και αριστερά διάφορα τμήματά του, έφτανες στο τέλος σε μία μικρή πυραμίδα η οποία θύμιζε Αζτέκους.





Να και οι εκπλήξεις:

Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της επίσκεψής μας ήταν ότι είχαμε ανέβει σε μεγάλο σχετικά υψόμετρο, δηλαδή κοντά στο 1,5 χιλιόμετρο. Από εκεί είχαμε μία καταπληκτική θέα σε διάφορες καλλιέργειες της περιοχής, όμως είχε μία καταχνιά και δεν είχαμε καλή ορατότητα. Και αυτό κυρίως για τις φωτογραφίες. Το ανάγλυφο του τοπίου ήταν πολύ ιδιαίτερο, με πολύ απότομες πλαγιές και ψηλούς αλλά στενούς λόφους.

Ο επόμενος Ναός ήταν σχετικά κοντά και αφού οδηγήσαμε πάλι σε στενούς και κακούς δρόμους με χιλιάδες μηχανάκια να πηγαίνουν και να έρχονται, φτάσαμε και σε αυτόν. Να σημειώσω εδώ ότι την προηγούμενη μέρα είχαμε δει ένα ατύχημα με δύο μηχανάκια που τράκαραν σε ένα χωριό, όταν μία κοπέλα πήγε να περάσει κάθετα το δρόμο και έπεσε πάνω της μία άλλη κοπέλα με το μηχανάκι της. Όμως δεν νομίζω να υπήρξε σοβαρός τραυματισμός. Ο ναός Cetho που πήγαμε λοιπόν ήταν διαφορετικός.


Είχε και αυτός ένα πολύ ανηφορικό μονοπάτι που ανέβαινε πάνω σε ένα λόφο. Το μονοπάτι αυτό είχε σκαλοπάτια και κάθε τόσο είχε και μία πύλη από εκείνες που έχουν οι ινδουιστές: έχει δύο μικρές ή μεγάλες σχετικά αψίδες δεξιά και αριστερά και αυτές δημιουργούν μια πύλη, χωρίς πόρτα όμως. Ανάμεσα στις πύλες αυτές υπάρχουν πεζούλες και προχωρείς ανεβαίνοντας σκαλιά. Πάλι στην κορυφή του λόφου υπήρχε μία μικρή πυραμίδα, όπως και στον προηγούμενο ναό. Σε αυτόν τον χώρο δεν είχαμε πολλά ανάγλυφα πάνω στις πέτρες όσα στον προηγούμενο.


Σε εκείνη την περιοχή, ανάμεσα στους υψηλούς λόφους, είδαμε μια μεγάλη κατασκευή, κάτι σαν εξέδρα πάνω από τις καλλιέργειες. Υψωνόταν σε ύψος περίπου 20-30 μέτρων και για μήκος εκατό και ο κόσμος ανέβαινε για να δει τη θέα. Εμείς σταματήσαμε για λίγο αλλά δεν ανεβήκαμε στην εξέδρα γιατί έτσι κι αλλιώς τη θέα την βλέπαμε. Άλλωστε είχε εκείνη την καταχνιά που δεν σου επέτρεπε να δεις καθαρά.


Αφού τελειώσαμε εκεί την επίσκεψη, πήραμε το δρόμο της επιστροφής για να μπούμε στον Εθνικό δρόμο και να πάμε στην Σουραμπάγια, όσο πιο σύντομα γινόταν. Κάναμε αρκετή ώρα μέσα στους πολυσύχναστους μικρούς δρόμους και κάναμε και μία στάση για σχεδόν μία ώρα σε μία rest area.
Σχετικά αργά φτάσαμε στο ξενοδοχείο Novotel στη Σουραμπάγια. Είχε μία καταπληκτική αυλή με πισίνα και όμορφα δέντρα. Το δωμάτιο ήταν πολύ μεγάλο, χωρίς να είναι και ένα που θα περίμενες σε τέτοιο ξενοδοχείο. Πάντως ήταν πολύ καλό. Εκεί πληρώναμε λίγο πάνω από τα 40 ευρώ, που για Ινδονησία είναι αρκετά χρήματα.
Αν και το Novotel στη Σουραμπάγια υπερηφανεύεται στο booking.com ότι είναι στο κέντρο της πόλης, εμείς το βράδυ μετά το φαγητό που κάναμε μία βόλτα δεν διαπιστώσαμε κάτι τέτοιο. Άλλωστε ψάχνοντας στο διαδίκτυο και στο Lonely Planet, είδαμε ότι τα πιο ενδιαφέροντα μέρη απέχουν από 3 χιλιόμετρα και πάνω.
Η Ινδονησία φαίνεται μία πολύ περιποιημένη και τακτική χώρα. Θεωρώ ότι είναι πολύ καθαρή, κυρίως στους δρόμους. Κάποιο θέμα υπάρχει σε κάποιες πλατείες που είναι λίγο εγκαταλειμμένες. Αυτό που προκαλεί εντύπωση εδώ είναι ότι στα σταυροδρόμια υπάρχουν κάποιοι νεαροί ή μεγαλύτεροι άνθρωποι, οι οποίοι εκτελούν χρέη τροχονόμου, ελπίζοντας σε κάποια πολύ λίγα χρήματα που θα τους δώσει ο οδηγός ενός περαστικού αυτοκινήτου τον οποίον θα διευκολύνουν να περάσει το δρόμο. Εάν θέλει για παράδειγμα να στρίψει ή αν θέλει να κάνει ένα ελιγμό σταματάνε με νοήματα τους άλλους οδηγούς για να τον πραγματοποιήσει. Πράγματι πολλοί είναι εκείνοι που τους δίνουν ένα νόμισμα. Το ίδιο κάνει και ο δικός μας ο οδηγός που πάντα έχει ψιλά γι αυτό το σκοπό δίπλα σε ένα κουτάκι. Συχνά βοηθούν αυτοί οι τύποι και τους πεζούς.
Ένα άλλο θέμα είναι το ζήτημα της τουαλέτας. Δεν υπάρχει πρόβλημα, αφού παντού υπάρχουν τουαλέτες. Απλά πρέπει να πληρώσεις 2000 ρουπίες, μέχρι 5.000 το πολύ. Αν και πιστεύω ότι και να μην του δώσεις χρήματα δεν θα σε πάρουν κυνήγι για να τους πληρώσεις. Εκτός αν στα ζητήσουν πριν μπεις μέσα. Οι άνθρωποι είναι πολύ ευγενικοί. Δεν αντιμετωπίζαμε κανένα πρόβλημα όταν τραβούσαμε φωτογραφίες. Φυσικά έχω ξαναπεί ότι πολλοί έρχονταν για να μπουν και εκείνοι στο κάδρο μαζί μας και να έχουν τη φωτογραφία στο κινητό τους.

Μπορεί η Ινδονησία να είναι μουσουλμανική χώρα και να έχει άπειρα τζαμιά, αλλά αυτό δεν φαίνεται υπερβολικά στη συμπεριφορά ούτε στους μεγάλους αλλά ούτε και στους νέους ανθρώπους. Φυσικά πολλές γυναίκες φοράνε μαντήλια, αλλά όχι μπούργκες. Βλέπεις πολλά νέα ζευγάρια να κρατιούνται χέρι με χέρι και να μην ντρέπονται, αν και δεν είδαμε πολλά τέτοια. Το πρόβλημα είναι τα μηχανάκια τα οποία τα οδηγούν αγόρια και κορίτσια ακόμα από 12 ετών και πάνω και δυστυχώς τρέχουν πάρα πολύ, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Στις πόλεις σχεδόν όλοι φοράνε κράνος αλλά αυτό δεν συμβαίνει και στην επαρχία. Είδαμε τα παιδιά που σχολάνε από το σχολείο τους και καβαλάνε μηχανάκι χωρίς να φοράνε κράνη.