gelf
Member
- Μηνύματα
- 659
- Likes
- 12.801
Κεφάλαιο 4
Η συνέχεια της δεύτερης ημέρας στο Ντίσελντορφ.
Συναντήθηκα με τους υπόλοιπους της παρέας στο μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου. Διψούσαμε πολύ και αποφασίσαμε να πιούμε τις πρώτες μπύρες της ημέρας στο ζυθοποιείο Schlösser, επί της οδού Bolkerstrasse. Όπως έχω προαναφέρει η οδός Bolkerstrasse θεωρείται το μακρύτερο μπαρ του κόσμου
και όλη η Altstadt του Ντίσελντορφ θεωρείται το μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου, αλλά αυτό, εκείνη την ώρα λίγο με ενδιέφερε. Αυτό που είχα άμεση ανάγκη ήταν, ύστερα από τόσες ώρες περπάτημα, μια μπύρα. Και όχι μόνο μία. Πολλές μπύρες. Και όχι οποιαδήποτε μπύρα, αλλά altbier. Και μάλιστα την πιο φημισμένη altbier. Τη Schlösser altbier. Και όχι οπουδήποτε. Ήθελα να απολαύσω τη Schlösser altbier, φρέσκια και λαχταριστή,
στο ζυθοποιείο Schlösser.
Η πλειοψηφία της παρέας ήθελε να απολαύσουμε τη μπύρα μας έξω, άλλωστε οι περισσότεροι ήταν και καπνίζοντες. Αφού ήπιαμε τις εξαιρετικές μπύρες μας, όπου ο σερβιτόρος είχε γεμίσει μολυβιές το σουβέρ στο οποίο κατέγραφε την κατανάλωση, ήρθε η ώρα που κάποιοι είχαν αρχίσει να πεινούν. Ξεκίνησε η διαδικασία για την ύπαρξη συναίνεσης χώρου για φαγητό. Εγώ δεν συμμετείχα στη διαδικασία αυτή. Όταν ο φίλος μας - λάτρης της ιταλικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού - έπεισε την παρέα στην επιλογή ενός ιταλικού ρεστοράν και όταν όλοι σηκώθηκαν για να μετακινηθούν προς αυτό, σηκώθηκα κι εγώ. Το ιταλικό ρεστοράν ήταν πολύ κοντά, αλλά εγώ δεν ήθελα να αποχωριστώ τον παράδεισο, ο οποίος τη συγκεκριμένη εκείνη στιγμή ήταν το ζυθοποιείο Schlösser. Εξήγησα στην παρέα ότι θα κάνω μια αποσχιστική ενέργεια. Άλλωστε είμαι γνωστός - στους φίλους μου - λικβινταριστής. Τους εξήγησα ότι εγώ σηκώθηκα από τον πάγκο, για να προχωρήσω προς τα ενδότερα του ζυθοποιείου, να συνεχίσω να πίνω τις εξαίσιες μπύρες, τις οποίες μπορείς να βρεις μόνο στον τόπο παραγωγής τους και πιθανώς να φάω κάτι ελαφρύ, όσο ελαφρύ φαγητό μπορεί να διαθέτει μια μπυραρία - ζυθοποιείο. Υπήρξε ένας αναβρασμός στην παρέα, αλλά τελικά ξεκίνησαν προς το ιταλικό ρεστοράν και εμένα με άφησαν στην ησυχία μου, προκειμένου να απολαύσω τον δικό μου παράδεισο. Μπήκα μέσα στη μπυραρία - ζυθοποιείο Schlösser,
παρήγγειλα τις μπύρες μου, έφαγα και ένα σνίτσελ και όταν οι υπόλοιποι της παρέας επέστρεψαν στο ζυθοποιείο Schlösser, με βρήκαν ευτυχή να πίνω altbier, ενώ αυτοί παραδέχτηκαν ότι το φαγητό ήταν χειρότερο από αυτό της προηγούμενης ημέρας. Είχαν πάει στο, επί της Andreasstrasse, ιταλικό εστιατόριο Arlecchino. Από τα λεγόμενά τους φάνηκε ότι δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή. Όταν ήπιαμε μερικές μπύρες ακόμα, περπατήσαμε στην Altstadt του Ντίσελντορφ, είδαμε πάλι το jazz bar Em Pöötzke,
όπως το είχαμε δει και το μεσημέρι,
όπου σκέφτηκα ότι θα είναι άριστη επιλογή για ένα ακόμα βράδυ στο Ντίσελντορφ και ύστερα από μια μεγάλη βόλτα στο μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου, προχώρησα προς την πιάτσα των ταξί και πήγα στο ξενοδοχείο για ξεκούραση. Άλλωστε η ξεκούραση είναι θαυμάσιος συνδυασμός με τις altbier, τις οποίες μόλις πρόσφατα είχα καταναλώσει.
Όταν βγήκα τη νύχτα από το δωμάτιό μου είδα τη μεγάλη πλειοψηφία της παρέας να είναι στο lobby του ξενοδοχείου. Είχαν αποφασίσει να πάνε σε ένα ζυθοποιείο - μπυραρία πολύ κοντά στο ξενοδοχείο. Συμφώνησα κι ακολούθησα κι εγώ.
Η μπυραρία - ζυθοποιείο Frankenheim,
είναι ωραίος χώρος όπως όλες οι αντίστοιχες ζυθοποιείες - μπυραρίες της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας που επισκεφτήκαμε στο ταξίδι αυτό.
Μάλιστα είχε και ωραίο κήπο
τον οποίο προτιμήσαμε, αφού η πλειοψηφία της παρέας είναι καπνιστές.
Σε βιτρίνες είχε διάφορα αξεσουάρ
αλλά και αποστάγματα
τα οποία προτίμησαν και απόλαυσαν κάποιοι από την παρέα. Εγώ πάντως απόλαυσα την altbier Frankenheim, μια ακόμα εξαιρετική μπύρα.
Όταν οι υπόλοιποι της παρέας αποφάσισαν να επιστρέψουν στο ξενοδοχείο για ξεκούραση, με το δεδομένο ότι η επόμενη ημέρα θα ήταν κουραστική, εγώ δραπέτευσα προς το "μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου". Ήταν Σάββατο βράδυ και στο "μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου" δεν έπεφτε ούτε "καρφίτσα".
Την άλλη ημέρα, ήταν Κυριακή και μετά το πρωινό, πήγαμε στον πολύ κοντά στο ξενοδοχείο μας, σταθμό Wehrhahn
και πήραμε το τρένο
για την Κολωνία. Σε είκοσι περίπου λεπτά φτάσαμε στην Κολωνία.
Αρκετές altbier είχαμε πιει. Είχε έρθει η σειρά των Kölsch.
Η συνέχεια της δεύτερης ημέρας στο Ντίσελντορφ.
Συναντήθηκα με τους υπόλοιπους της παρέας στο μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου. Διψούσαμε πολύ και αποφασίσαμε να πιούμε τις πρώτες μπύρες της ημέρας στο ζυθοποιείο Schlösser, επί της οδού Bolkerstrasse. Όπως έχω προαναφέρει η οδός Bolkerstrasse θεωρείται το μακρύτερο μπαρ του κόσμου
και όλη η Altstadt του Ντίσελντορφ θεωρείται το μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου, αλλά αυτό, εκείνη την ώρα λίγο με ενδιέφερε. Αυτό που είχα άμεση ανάγκη ήταν, ύστερα από τόσες ώρες περπάτημα, μια μπύρα. Και όχι μόνο μία. Πολλές μπύρες. Και όχι οποιαδήποτε μπύρα, αλλά altbier. Και μάλιστα την πιο φημισμένη altbier. Τη Schlösser altbier. Και όχι οπουδήποτε. Ήθελα να απολαύσω τη Schlösser altbier, φρέσκια και λαχταριστή,

στο ζυθοποιείο Schlösser.
Η πλειοψηφία της παρέας ήθελε να απολαύσουμε τη μπύρα μας έξω, άλλωστε οι περισσότεροι ήταν και καπνίζοντες. Αφού ήπιαμε τις εξαιρετικές μπύρες μας, όπου ο σερβιτόρος είχε γεμίσει μολυβιές το σουβέρ στο οποίο κατέγραφε την κατανάλωση, ήρθε η ώρα που κάποιοι είχαν αρχίσει να πεινούν. Ξεκίνησε η διαδικασία για την ύπαρξη συναίνεσης χώρου για φαγητό. Εγώ δεν συμμετείχα στη διαδικασία αυτή. Όταν ο φίλος μας - λάτρης της ιταλικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού - έπεισε την παρέα στην επιλογή ενός ιταλικού ρεστοράν και όταν όλοι σηκώθηκαν για να μετακινηθούν προς αυτό, σηκώθηκα κι εγώ. Το ιταλικό ρεστοράν ήταν πολύ κοντά, αλλά εγώ δεν ήθελα να αποχωριστώ τον παράδεισο, ο οποίος τη συγκεκριμένη εκείνη στιγμή ήταν το ζυθοποιείο Schlösser. Εξήγησα στην παρέα ότι θα κάνω μια αποσχιστική ενέργεια. Άλλωστε είμαι γνωστός - στους φίλους μου - λικβινταριστής. Τους εξήγησα ότι εγώ σηκώθηκα από τον πάγκο, για να προχωρήσω προς τα ενδότερα του ζυθοποιείου, να συνεχίσω να πίνω τις εξαίσιες μπύρες, τις οποίες μπορείς να βρεις μόνο στον τόπο παραγωγής τους και πιθανώς να φάω κάτι ελαφρύ, όσο ελαφρύ φαγητό μπορεί να διαθέτει μια μπυραρία - ζυθοποιείο. Υπήρξε ένας αναβρασμός στην παρέα, αλλά τελικά ξεκίνησαν προς το ιταλικό ρεστοράν και εμένα με άφησαν στην ησυχία μου, προκειμένου να απολαύσω τον δικό μου παράδεισο. Μπήκα μέσα στη μπυραρία - ζυθοποιείο Schlösser,
παρήγγειλα τις μπύρες μου, έφαγα και ένα σνίτσελ και όταν οι υπόλοιποι της παρέας επέστρεψαν στο ζυθοποιείο Schlösser, με βρήκαν ευτυχή να πίνω altbier, ενώ αυτοί παραδέχτηκαν ότι το φαγητό ήταν χειρότερο από αυτό της προηγούμενης ημέρας. Είχαν πάει στο, επί της Andreasstrasse, ιταλικό εστιατόριο Arlecchino. Από τα λεγόμενά τους φάνηκε ότι δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή. Όταν ήπιαμε μερικές μπύρες ακόμα, περπατήσαμε στην Altstadt του Ντίσελντορφ, είδαμε πάλι το jazz bar Em Pöötzke,
όπως το είχαμε δει και το μεσημέρι,
όπου σκέφτηκα ότι θα είναι άριστη επιλογή για ένα ακόμα βράδυ στο Ντίσελντορφ και ύστερα από μια μεγάλη βόλτα στο μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου, προχώρησα προς την πιάτσα των ταξί και πήγα στο ξενοδοχείο για ξεκούραση. Άλλωστε η ξεκούραση είναι θαυμάσιος συνδυασμός με τις altbier, τις οποίες μόλις πρόσφατα είχα καταναλώσει.
Όταν βγήκα τη νύχτα από το δωμάτιό μου είδα τη μεγάλη πλειοψηφία της παρέας να είναι στο lobby του ξενοδοχείου. Είχαν αποφασίσει να πάνε σε ένα ζυθοποιείο - μπυραρία πολύ κοντά στο ξενοδοχείο. Συμφώνησα κι ακολούθησα κι εγώ.
Η μπυραρία - ζυθοποιείο Frankenheim,
είναι ωραίος χώρος όπως όλες οι αντίστοιχες ζυθοποιείες - μπυραρίες της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας που επισκεφτήκαμε στο ταξίδι αυτό.
Μάλιστα είχε και ωραίο κήπο
τον οποίο προτιμήσαμε, αφού η πλειοψηφία της παρέας είναι καπνιστές.
Σε βιτρίνες είχε διάφορα αξεσουάρ
αλλά και αποστάγματα
τα οποία προτίμησαν και απόλαυσαν κάποιοι από την παρέα. Εγώ πάντως απόλαυσα την altbier Frankenheim, μια ακόμα εξαιρετική μπύρα.
Όταν οι υπόλοιποι της παρέας αποφάσισαν να επιστρέψουν στο ξενοδοχείο για ξεκούραση, με το δεδομένο ότι η επόμενη ημέρα θα ήταν κουραστική, εγώ δραπέτευσα προς το "μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου". Ήταν Σάββατο βράδυ και στο "μεγαλύτερο μπαρ του κόσμου" δεν έπεφτε ούτε "καρφίτσα".
Την άλλη ημέρα, ήταν Κυριακή και μετά το πρωινό, πήγαμε στον πολύ κοντά στο ξενοδοχείο μας, σταθμό Wehrhahn
και πήραμε το τρένο
για την Κολωνία. Σε είκοσι περίπου λεπτά φτάσαμε στην Κολωνία.
Αρκετές altbier είχαμε πιει. Είχε έρθει η σειρά των Kölsch.