silversurfer
Moderator
- Μηνύματα
- 2.497
- Likes
- 4.595
- Επόμενο Ταξίδι
- Τοσκάνη
- Ταξίδι-Όνειρο
- Γύρος Του Κόσμου
Εκεί που μιλάν Ελληνικά
Φτάνοντας απέναντι είχε πια αρχίσει να πέφτει ο ήλιος κ ξεκινήσαμε την πορεία μας νότια. Σκοπός ήταν να διανυκτερεύσουμε κάπου κ να επισκεφθούμε την επομένη όσα περισσότερα ελληνόφωνα χωριά μπορούσαμε. Στην αρχή σκεφτόμασταν να μείνουμε στην μεγαλύτερη πόλη της περιοχής (Reggio Calabria) άλλα επειδή είδαμε το επεισόδιο του Happy Μπλέτσα, ο οποίος έμεινε σε ένα παλιό αρχοντικό με κήπο κ παιδική χαρά στην περιοχή της Bova Marina (ακριβώς στο σημείο όπου ξεκινάει ο δρόμος για τα χωριά) είπαμε να μείνουμε κ μεις εκεί (ανάθεμα)
Το κατάλλυμα είχε διαθεσιμότητα κ η τιμή του για ενα τεράστιο δωμάτιο ήταν της ξεφτύλας. Έπρεπε να μας θορυβήσει αυτο το γεγονός άλλα
... Φτάνοντας στην περιοχή, κυριολεκτικά δεν κυκλοφορούσε τίποτα στο δρόμο, πίσσα σκοτάδι, σκυλιά να γαυγίζουν, οπα λέμε τι παίζει εδώ
Anyway πάμε στην εξωτερική πόρτα να ανοίξουμε το keybox κ δεν βλέπουμε τιποτα μέσα. Αντε να παίρνουμε τηλέφωνα, ο host να μην μπορεί να μιλήσει γιατί ήταν στη δουλειά (!!) μας έστειλε τον πατέρα του. Ανοίγει αυτός, μας οδηγεί στο δωμάτιο (by the way, το σπίτι ήταν λίγο εως πολύ creepy κ στο εσωτερικό του) το οποίο ήταν άνω κάτω. Λέει don’t worry, μάλλον μπερδεύτηκαν οι διπλανοί guests κ πήραν αυτό το δωμάτιο, θα σας πάω σε εκείνο. Ανοίγει κ το άλλο, εξίσου ανάκατα. Αυτό που είχε γίνει ήταν οτι είχαν κλείσει ενα 4κλινο οι διπλανοί, άλλα στο keybox βρήκαν 2 σετ απο κλειδιά κ θεώρησαν οτι δικαιούνταν κ τα 2 δωμάτια του ορόφου 
Εμείς λίγο είχαμε σκιαχτεί κ απο το κτίριο κ απο την περιοχή, του λέμε δεν πειράζει, δώσε μας τα λεφτά της κράτησης κ φύγαμε. Πιστέψαμε οτι θα βρούμε εύκολα κάποιο ξενοδοχείο εκεί πέρα άλλα στην πραγματικότητα είχαμε μόλις 2 επιλογές σε διπλανά χωριά. Λέμε θα πάμε εκεί, δεν χρησιμοποιούμε Booking τέτοια ωρα. Φτάνουμε κ βρίσκουμε ένα κλειστό κτίριο με ένα τηλέφωνο.
Προφανώς η περιοχή δουλεύει μόνον το καλοκαίρι κ τους υπόλοιπους μήνες υπολειτουργεί.
Φτάνει ο Ιταλιάνος, λέει θα σας δώσω δωμάτιο, μόνο αφήστε κανα 15 λεπτα να το ετοιμάσω κ μάλιστα θα σας κάνω έκπτωση επειδη ηρθατε τόσο αργά, θα σας το αφήσω Χ ευρώ (η οποία τιμή ήταν αυτη που εδινε το Booking) κάτι που του επισήμανα (ρε μεγάλε δεν είμαστε κ τόοοοοοσο χαζοί
) κ μπέρδεψε τα λόγια του κ εν τέλει μας ειπε οτι αυτος δινει κ πρωινό κ κατι λοιπά ακαταλαβίστικα.
Ήταν ένα απο αυτά τα κλασικά 3στερα forgotten in the 90s με τρεχούμενο νερό λες κ είχε ουρολοίμωξη το ντούς κ φυσικά χωρίς ιντερνετ. Είχε παρόμοια τιμή με τη βίλα που μείναμε στη Cefalu !!! Τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Ο silversurfer πετάχτηκε στην πλατεία (?) του χωριού οπου υπήρχε μια πιτσαρία
χτύπησε κ 2 μεγάλες μπύρες να έρθουμε στα ίσα μας μετά την δύσκολη μέρα, ένιωσε τύψεις που υπέβαλε το κορίτσι του σε ταλαιπωρία (το οποίο βέβαια την είχε καταβρεί παίζοντας στο lobby με την αυτόματη πόρτα
), κόπηκε (!!) στην προσπάθεια να ανοίξει τις μπύρες στο μπαλκόνι (αφου στο δωμάτιο δεν υπήρχε ίχνος απο μαχαιροπήρουνα) κ εν τέλει ρημαδοκοιμήθηκε 
Το πρωί το κορίτσι του ήταν μες τα κέφια κάτι που του έφτιαξε τη διάθεση κ έτσι κατέβηκε μαζί της για πρωινό. Φουλ απο γλυκά ψιλοαδιάφορα απτο διπλανό ζαχαροπλαστείο , άλλα είχε κ αυγά κ ψωμί οπότε οκ, δεν περιμέναμε κ κατι της προκοπής. Μετά πήγε στο αυτοκίνητο να καθαρίσει το πίσω κάθισμα κ το καρεκλάκι του παιδιού καθώς η μάνα του θεώρησε καλή ιδέα την προηγούμενη να της δώσει κατι πατατάκια που ειχαμε πάρει για τη λιγούρα, να τσιμπήσει μέχρι να φτάσουμε. Μιας κ τα έβλεπε πρώτη φορά, δεν τα έφαγε άλλα τα ειδε ως παιχνίδι κ αρχισε να τα σπάει κ να τα τρίβει κ να τα απλώνει ΠΑΝΤΟΥ στο πίσω κάθισμα


Τέλος με τις περιπέτειές μας, ξεκινάμε για να επισκεφθούμε τα χωριά. Αρχικός στόχος να επισκεφθούμε Bova κ Galliciano. Αν τα δείτε αυτά στο χάρτη, απέχουν 50 λεπτά μεταξύ τους σε εντελώς αντιδιαμετρικά ορεινά σημεία. Ο δρόμος μέχρι το Galliciano είναι μια μικρή δοκιμασία. Απο ένα σημείο κ μετά ήταν αρκετά στενός, φιδίσιος, χωρίς ψυχή γύρω γύρω, με μια μικρή γεφυρούλα για να διασχίσουμε το ποτάμι κ με αρκετά σημεία με κατεστραμμένο οδόστρωμα. Είχε κάτι απόκοσμο στη σιωπή του.
Χτισμένο σε υψόμετρο 700 μέτρων, είναι ίσως το «πιο» ελληνόφωνο απο όλα τα χωριά. Εκεί δεν μιλάνε ιταλικά με προφορά, άλλα «γκρίκο» σαν να ακούς καμιά παλιά γιαγιά ... απτο Βυζάντιο. Ελάχιστοι οι μόνικοι κάτοικοι, ακόμα πιο ελάχιστοι οι τουρίστες, το χωριό παρόλαυτα ειναι γεμάτο χαρακτήρα.
Περπατώντας ανάμεσα στα παλιά σοκάκια κ στα πέτρινα σπίτια, εικάζεις οτι τελευταία φορά είχε ζωή το ’50. Βλέπεις παντού τις ελληνικές πινακίδες κ μιλάς με όποιον ξεχασμένο παππού βρείς ο οποίος χαίρεται διπλά σαν ακούσει οτι είσαι Έλληνας.
Το καφενείο στην κεντρική πλατεία δε φτιάχνει φυσικά ούτε καπουτσίνο κ μεις δε θέλουμε να χωθούμε σε εναν εσωτερικό χώρο, θέλουμε να βολτάρουμε οσο περισσότερο μπορούμε.
Έχει μια πηγή που ο μύθος λέει οτι είχε κατι να κάνει με την αγάπη (!!) κ ένα πιο μικρό εκκλησάκι (πέρα απο αυτο στην κεντρική πλατεία), την Chiessa della Madonna di Grecia όπου περνώντας, συνατήσαμε τον παππά κ τον «δήμαρχο» (??) του χωριού οι οποιοι μας καλοδέχθηκαν κ μας περιέγραψαν την ιστορία της περιοχής. Ο παππάς τα μιλούσε τα ελληνικά άπταιστα.
Λίγες ακόμα βόλτες για φωτο κ ο silversurfer τα χρειάστηκε καθώς το κορίτσι του κουράστηκε (δεν είναι μέρος για καρότσι) κ έτσι την κουβαλούσε στο μεγαλύτερο μέρος της περιπλάνησης. Φύγαμε γεμάτοι με εικόνες, πλήρεις, τόσο πολυ που δεν νιώθαμε οτι είχε νόημα να τραβηχτούμε μέχρι την Bova. Πεταχτήκαμε στο κοντινό Condofuri (Κοντοχώρι) άλλα αυτό δεν είχε τη γοητεία του Galliciano οπότε περιοριστήκαμε σε μια μικρή βόλτα κ φύγαμε.
Άξιζε να πάμε μέχρι εκεί ?
Το συζητούσαμε στο δρόμο μέχρι την επόμενη στάση μας. Η χθεσινή ταλαιπωρία, μας είχε επηρρεάσει αρκετά άλλα συμφωνήσαμε οτι σε ένα ταξίδι αξίζουν κ κάποια off the beaten path κομμάτια , χωρίς την τουριστίλα κ τις υποδομές, τα τελευταία αυθεντικά – πλησιάζει η στιγμή που θα εκλείψουν κ αυτά.
Φτάνοντας απέναντι είχε πια αρχίσει να πέφτει ο ήλιος κ ξεκινήσαμε την πορεία μας νότια. Σκοπός ήταν να διανυκτερεύσουμε κάπου κ να επισκεφθούμε την επομένη όσα περισσότερα ελληνόφωνα χωριά μπορούσαμε. Στην αρχή σκεφτόμασταν να μείνουμε στην μεγαλύτερη πόλη της περιοχής (Reggio Calabria) άλλα επειδή είδαμε το επεισόδιο του Happy Μπλέτσα, ο οποίος έμεινε σε ένα παλιό αρχοντικό με κήπο κ παιδική χαρά στην περιοχή της Bova Marina (ακριβώς στο σημείο όπου ξεκινάει ο δρόμος για τα χωριά) είπαμε να μείνουμε κ μεις εκεί (ανάθεμα)
Το κατάλλυμα είχε διαθεσιμότητα κ η τιμή του για ενα τεράστιο δωμάτιο ήταν της ξεφτύλας. Έπρεπε να μας θορυβήσει αυτο το γεγονός άλλα

Εμείς λίγο είχαμε σκιαχτεί κ απο το κτίριο κ απο την περιοχή, του λέμε δεν πειράζει, δώσε μας τα λεφτά της κράτησης κ φύγαμε. Πιστέψαμε οτι θα βρούμε εύκολα κάποιο ξενοδοχείο εκεί πέρα άλλα στην πραγματικότητα είχαμε μόλις 2 επιλογές σε διπλανά χωριά. Λέμε θα πάμε εκεί, δεν χρησιμοποιούμε Booking τέτοια ωρα. Φτάνουμε κ βρίσκουμε ένα κλειστό κτίριο με ένα τηλέφωνο.

Φτάνει ο Ιταλιάνος, λέει θα σας δώσω δωμάτιο, μόνο αφήστε κανα 15 λεπτα να το ετοιμάσω κ μάλιστα θα σας κάνω έκπτωση επειδη ηρθατε τόσο αργά, θα σας το αφήσω Χ ευρώ (η οποία τιμή ήταν αυτη που εδινε το Booking) κάτι που του επισήμανα (ρε μεγάλε δεν είμαστε κ τόοοοοοσο χαζοί
Ήταν ένα απο αυτά τα κλασικά 3στερα forgotten in the 90s με τρεχούμενο νερό λες κ είχε ουρολοίμωξη το ντούς κ φυσικά χωρίς ιντερνετ. Είχε παρόμοια τιμή με τη βίλα που μείναμε στη Cefalu !!! Τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Ο silversurfer πετάχτηκε στην πλατεία (?) του χωριού οπου υπήρχε μια πιτσαρία



Το πρωί το κορίτσι του ήταν μες τα κέφια κάτι που του έφτιαξε τη διάθεση κ έτσι κατέβηκε μαζί της για πρωινό. Φουλ απο γλυκά ψιλοαδιάφορα απτο διπλανό ζαχαροπλαστείο , άλλα είχε κ αυγά κ ψωμί οπότε οκ, δεν περιμέναμε κ κατι της προκοπής. Μετά πήγε στο αυτοκίνητο να καθαρίσει το πίσω κάθισμα κ το καρεκλάκι του παιδιού καθώς η μάνα του θεώρησε καλή ιδέα την προηγούμενη να της δώσει κατι πατατάκια που ειχαμε πάρει για τη λιγούρα, να τσιμπήσει μέχρι να φτάσουμε. Μιας κ τα έβλεπε πρώτη φορά, δεν τα έφαγε άλλα τα ειδε ως παιχνίδι κ αρχισε να τα σπάει κ να τα τρίβει κ να τα απλώνει ΠΑΝΤΟΥ στο πίσω κάθισμα
Τέλος με τις περιπέτειές μας, ξεκινάμε για να επισκεφθούμε τα χωριά. Αρχικός στόχος να επισκεφθούμε Bova κ Galliciano. Αν τα δείτε αυτά στο χάρτη, απέχουν 50 λεπτά μεταξύ τους σε εντελώς αντιδιαμετρικά ορεινά σημεία. Ο δρόμος μέχρι το Galliciano είναι μια μικρή δοκιμασία. Απο ένα σημείο κ μετά ήταν αρκετά στενός, φιδίσιος, χωρίς ψυχή γύρω γύρω, με μια μικρή γεφυρούλα για να διασχίσουμε το ποτάμι κ με αρκετά σημεία με κατεστραμμένο οδόστρωμα. Είχε κάτι απόκοσμο στη σιωπή του.

Χτισμένο σε υψόμετρο 700 μέτρων, είναι ίσως το «πιο» ελληνόφωνο απο όλα τα χωριά. Εκεί δεν μιλάνε ιταλικά με προφορά, άλλα «γκρίκο» σαν να ακούς καμιά παλιά γιαγιά ... απτο Βυζάντιο. Ελάχιστοι οι μόνικοι κάτοικοι, ακόμα πιο ελάχιστοι οι τουρίστες, το χωριό παρόλαυτα ειναι γεμάτο χαρακτήρα.

Περπατώντας ανάμεσα στα παλιά σοκάκια κ στα πέτρινα σπίτια, εικάζεις οτι τελευταία φορά είχε ζωή το ’50. Βλέπεις παντού τις ελληνικές πινακίδες κ μιλάς με όποιον ξεχασμένο παππού βρείς ο οποίος χαίρεται διπλά σαν ακούσει οτι είσαι Έλληνας.

Το καφενείο στην κεντρική πλατεία δε φτιάχνει φυσικά ούτε καπουτσίνο κ μεις δε θέλουμε να χωθούμε σε εναν εσωτερικό χώρο, θέλουμε να βολτάρουμε οσο περισσότερο μπορούμε.

Έχει μια πηγή που ο μύθος λέει οτι είχε κατι να κάνει με την αγάπη (!!) κ ένα πιο μικρό εκκλησάκι (πέρα απο αυτο στην κεντρική πλατεία), την Chiessa della Madonna di Grecia όπου περνώντας, συνατήσαμε τον παππά κ τον «δήμαρχο» (??) του χωριού οι οποιοι μας καλοδέχθηκαν κ μας περιέγραψαν την ιστορία της περιοχής. Ο παππάς τα μιλούσε τα ελληνικά άπταιστα.

Λίγες ακόμα βόλτες για φωτο κ ο silversurfer τα χρειάστηκε καθώς το κορίτσι του κουράστηκε (δεν είναι μέρος για καρότσι) κ έτσι την κουβαλούσε στο μεγαλύτερο μέρος της περιπλάνησης. Φύγαμε γεμάτοι με εικόνες, πλήρεις, τόσο πολυ που δεν νιώθαμε οτι είχε νόημα να τραβηχτούμε μέχρι την Bova. Πεταχτήκαμε στο κοντινό Condofuri (Κοντοχώρι) άλλα αυτό δεν είχε τη γοητεία του Galliciano οπότε περιοριστήκαμε σε μια μικρή βόλτα κ φύγαμε.

Άξιζε να πάμε μέχρι εκεί ?