Ilias Katsoulis
Member
- Μηνύματα
- 85
- Likes
- 393
Μετά την Εσθονία και την Φινλανδία πέρσι, το οδοιπορικό στην Βαλτική συνεχίστηκε φέτος με την Λετονία. Αυτή την φορά οργάνωσα το πρόγραμμα κάπως καλύτερα, έψαξα περισσότερο στο διαδίκτυο για πληροφορίες, ενώ οι λογικές τιμές μου επέτρεψαν να κάνω ένα πιο άνετο και από πλευράς χρόνου ταξίδι.
Ταξίδεψα με την airBaltic, την εταιρία της χώρας. Με αυτήν θα ταξιδέψει και όποιος βγάλει το εισιτήριο μέσω της Aegean, οι εταιρείες συνεργάζονται. Η μόνη διαφορά είναι ότι όταν βγάζεις τα εισιτήρια με αυτήν, το γεύμα είναι προαιρετικό. Το κόστος ήταν 263,07 Ευρώ, με βαλίτσα αλλά χωρίς γεύμα, το είχα βγάλει όμως από τα τέλη Σεπτεμβρίου. Λίγες εβδομάδες πριν την αναχώρηση πάντως, μου ήλθε ένα μήνυμα ότι η πτήση μου θα γίνει με αεροσκάφος της Ρουμανικής CARPATAIR.
Αναχώρηση στις 22 Ιουλίου. Η πτήση, το αεροπλάνο και η εξυπηρέτηση ήταν εξαιρετικά. Άφιξη στο αεροδρόμιο της Ρίγα, όπου περίμενα λίγη ώρα για να παραλάβω το αυτοκίνητο που είχα κλείσει. Είχα δώσει ώρα παραλαβής υπολογίζοντας κάποια καθυστέρηση (κακώς, δεν είχαμε καθόλου) και τα γραφεία της TOPRENT ήταν κλειστά. Η τιμή του αυτοκινήτου για 5 ημέρες ήταν 216,91 Ευρώ, ο υπάλληλος μου έδωσε όσες επιπλέον πληροφορίες ήθελα και με συνόδευσε έξω, όπου ένα από τα βαν που συνεργάζονται με τις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων με πήγε (δωρεάν) στον χώρο όπου παρέλαβα το αυτοκίνητο. Είχα δηλώσει την οικονομικότερη κατηγορία βέβαια, το αμάξι ήταν ένα Skoda Fabia. Εντυπωσιακά ευρύχωρο!
Ο πρώτος μου προορισμός ήταν η Kuldiga (Κούλντιγκα) στο δυτικό κομμάτι της χώρας. Η Λετονία έχει αυτοκινητόδρομους κοντά στην Ρίγα, το υπόλοιπο δίκτυο είναι στενοί δρόμοι, συνήθως με μία λωρίδα σε κάθε κατεύθυνση, το οδόστρωμα όμως είναι καλό και η κίνηση λίγη, άλλωστε μικρή χώρα είναι (λίγο παραπάνω από 1,8 εκατομμύρια κάτοικοι). Οι διαδρομές είναι μάλλον εύκολες γιατί η χώρα είναι πεδινή και οι απότομες στροφές ελάχιστες. Δύο εντυπωσιακά στοιχεία: το πρώτο είναι ότι οι δρόμοι δεν περνάνε σχεδόν ποτέ από κατοικημένες περιοχές, ακόμη και για μικρά χωριά βγαίνεις από τον κεντρικό δρόμο. Το δεύτερο: όλες οι σημαντικές διασταυρώσεις είναι κυκλικές και εκεί υπάρχουν συνήθως βενζινάδικα με μίνι μάρκετ και χώρο για ξεκούραση. Η τιμή της βενζίνης είναι περίπου 1,7 Ευρώ/λίτρο και το όριο ταχύτητας 110 χλμ. /ώρα, φυσικά κατεβαίνει αρκετά στα τμήματα με περιορισμένη ορατότητα. Δεν το τηρούσα πάντα, αλλά δεν το παράκανα, δεν λέει να μας έλθουν “λυπητερές” στην Ελλάδα! Με λίγα λόγια το ταξίδι ήταν άνετο, η σήμανση αρκετά καλή, ενώ το Skoda ……αυτοκρατορία! Καλή συμπεριφορά στον δρόμο, καλά φρένα, ικανοποιητικές επιδόσεις, ενώ η θέση οδήγησης ήταν σαφώς πολυτελέστερου αυτοκινήτου (ας του κάνω και λίγη διαφήμιση, το αξίζει)! Μέχρι και ειδοποίηση μου έβγαζε, αν θυμάμαι καλά κάθε δύο ώρες, να κάνω break! Έφτασα στην Kuldiga μάλλον αργά το βράδυ και ταλαιπωρήθηκα λιγάκι να βρω το δωμάτιό μου. Η μπαταρία του κινητού τελείωνε και το google maps δεν λειτουργούσε καλά. Ρώτησα δύο φορές και (ευγενέστατοι) με βοήθησαν όσο μπορούσαν. Να μην τα πολυλογώ, έφτασα στο Lība apartments, ένα παραδοσιακό σπίτι (τρίζανε και οι σκάλες), το δωμάτιο πάντως ήταν ωραίο και ευρύχωρο, είχε τρία κρεβάτια και κουζίνα, ενώ στον φροντισμένο κήπο του είχε και χώρο για παρκάρισμα. Η τιμή ήταν 110 Ευρώ για τρία βράδια. Ανέβασα γρήγορα τα πράγματά μου και βγήκα για μία πολύ σύντομη βόλτα, ήταν και αργά, ίσα ίσα να πάρω μία ιδέα.
23 Ιουλίου - Kuldiga
Η ημέρα ήταν αφιερωμένη στην πόλη. Είχα διαβάσει ότι είναι ίσως η πιο όμορφη μικρή πόλη της χώρας (έχει περίπου 13.500 κατοίκους), μάλλον δεν είναι υπερβολή. Το κέντρο είναι γύρω από την πεζοδρομημένη Liepājas iela (οδό Λιεπάγια), με ωραία παραδοσιακά κτίσματα, πολλά από τα οποία είναι ξύλινα, που καταλήγει στην Πλατεία του Παλιού Δημαρχείου.
Λίγο πιο πέρα, προς τον ποταμό Ventra, βρίσκεται ο μικρός καταρράκτης του Αλεξούπιτε (Alekšupītes ūdenskritums), μετά η πέτρινη γέφυρα της πόλης και στο βάθος ο πιο φαρδύς καταρράκτης της Ευρώπης (περίπου 250 μέτρα πλάτος). Το ύψος του είναι 2-3 μέτρα και μπορεί να τον διασχίσει κάποιος με τα πόδια, όταν τα νερά δεν είναι πολλά.
Σχεδόν δίπλα βρίσκεται το κύριο κτίριο του Μουσείου της Κούλντιγκα (ENG | KNM ) με ενδιαφέροντα εκθέματα σχετικά με την περιοχή. Δυστυχώς το δεύτερο κτίριο, σε παράδρομο της Liepājas iela είναι ανοικτό μόνο Παρασκευή με Κυριακή, απλά το φωτογράφησα. Η πόλη έχει και κάποιους χώρους πράσινου, γενικά θα την χαρακτήριζα κουκλίστικη, με λίγα λόγια δικαιολογεί την φήμη της και με το παραπάνω.
Το μεσημέρι, μόλις είχα φάει σε ένα εστιατόριο στην Πλατεία του Δημαρχείου, άρχισε μία απίστευτη νεροποντή που με έπιασε στο δρόμο. Ευτυχώς υπήρχε ένας σκεπασμένος με τέντα χώρος για καφέ (δεν ήταν καφέ, μαγαζί με φλιπεράκια ήταν, αλλά μπορούσες να καθίσεις έξω), όπου περίμενα σχεδόν μία ώρα, μαζί με αρκετούς άλλους, να τελειώσει η βροχή. Παρεμπιπτόντως να πω ότι οι Λετονοί πρέπει να είναι αρκετά τζογαδόροι
, όπου πήγα υπήρχαν γραφεία, τόσο αυτής της εταιρείας όσο και άλλων.
Η βροχή κάποτε σταμάτησε, γύρισα στο δωμάτιο και …….ανασυγκροτήθηκα. Το βράδυ συνέχισα τις βόλτες και έφαγα πάλι στην Πλατεία του Δημαρχείου.
24 Ιουλίου – Liepāja
Ημέρα της εκδρομής στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, μετά την Ρίγα, και τρίτη σε πληθυσμό πόλη της (68.000 κάτοικοι). Ξεκίνησα σχετικά νωρίς, μετά από καφέ και πρωινό στον ωραίο κήπο του σπιτιού, ο ιδιοκτήτης είναι μερακλής, από ότι κατάλαβα μετά οι Λετονοί αγαπάνε πολύ τα λουλούδια, παντού έβλεπες σε μπαλκόνια, παράθυρα και κήπους φροντισμένα φυτά. Οι δρόμοι πάντα αξιοπρεπείς, η κίνηση λίγη, μετά από μία ώρα και κάτι (η απόσταση είναι περίπου 85 χιλιόμετρα) έφτασα στην Karosta, πρώην στρατιωτική βάση και σήμερα προάστιο της πόλης, πριν την ανεξαρτησία ήταν απαγορευμένη περιοχή. Το σημαντικότερο αξιοθέατό της είναι η ομώνυμη στρατιωτική φυλακή (https://www.karosta.lv/sakums-1/). Η ναυτική βάση της οποίας ήταν τμήμα κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και αρχικά προοριζόταν για ναυτικό νοσοκομείο, σύντομα όμως μετατράπηκε σε φυλακή. Σαν τέτοια χρησιμοποιήθηκε κατά την τσαρική περίοδο, από τους Γερμανούς στους παγκόσμιους πολέμους, από την ανεξάρτητη Λετονία και από την Ε.Σ.Σ.Δ. Σήμερα είναι η μοναδική στρατιωτική φυλακή στην Ευρώπη που έχει γίνει μουσείο και μπορεί να την επισκεφτεί κάποιος μόνο σε γκρουπ, με ξεναγό. Η πλάκα είναι ότι ο ξεναγός μας μίλησε λιγάκι με ψαρωτικό ύφος και μας οδηγούσε στα διάφορα μέρη που είδαμε κάποιες φορές με …….. παραγγέλματα. Πέρα από τις πλάκες, το μέρος και η ξενάγηση ήταν πολύ ενδιαφέροντα και σοκαριστικά σε ότι αφορά τις συνθήκες που κρατούνταν οι απείθαρχοι, αλλά και οι ”εχθροί του λαού” επί Σοβιετικής Ένωσης. Για όποιον θέλει να ζήσει και ξεχωριστή εμπειρία, έχουν διαμορφωθεί κάποιοι χώροι σε δωμάτια φιλοξενίας, με λίγα λόγια τμήμα της έχει γίνει ξενοδοχείο. Δεν μας έδειξε τα δωμάτια, αλλά μας είπε ότι δεν είναι ακριβώς σαν τα κελιά που είδαμε και ότι φυσικά έχουν την δική τους τουαλέτα και δεν θα πηγαίναμε στις τουαλέτες των τότε κρατουμένων! Τέλος υπάρχει και ένα κατάστημα με σουβενίρ, με αρκετά ωραία αναμνηστικά.
Το επόμενο αξιοθέατο όπου έκανα στάση, σε μικρή απόσταση από την φυλακή, είναι ο επιβλητικός Ναυτικός Ορθόδοξος Καθεδρικός του Αγίου Νικολάου, κατασκευασμένος το 1903 (είναι πραγματικά εντυπωσιακές οι Ρωσικές εκκλησίες).
Μετά πέρασα στο βόρειο τμήμα του κέντρου και πάρκαρα σε έναν ελεύθερο χώρο κοντά στο Μουσείο της Λιεπάγια (Liepāja Museum). Εδώ να κάνω μία παρένθεση: στην Λετονία σε πολλά μέρη το παρκάρισμα είναι δωρεάν. Το μουσείο είναι ενδιαφέρον, με πολλά εκθέματα που σχετίζονται με την ιστορία της πόλης. Στην συνέχεια πέρασα από το φουτουριστικό κτίριο συναυλιών «Μεγάλο Κεχριμπάρι» και περπάτησα προς το κέντρο. Ή Λιέπάγια (έτσι είναι η πιο ακριβής προφορά) έχει αρκετά ωραία κτίρια και μεγάλους δρόμους. Επισκέφτηκα ένα μικρό μουσείο που αναφερόταν στις περιόδους ξένης κατοχής (δεν ενθουσιάστηκα), έκανα λίγη βόλτα στους κεντρικούς δρόμους και φυσικά μία στάση για έναν καφέ. Γυρνώντας για να πάρω το αυτοκίνητο, πέρασα από μία σκεπαστή λαϊκή αγορά. Πολύ γραφική, προοίμιο της αντίστοιχης στην Ρίγα, πήρα ένα ωραίο παραδοσιακό γλυκάκι! Η βόλτα μου στην συμπαθητική αυτή πόλη τελείωσε έτσι, πήρα το αυτοκίνητο και επέστρεψα στην βάση μου, από άλλη διαδρομή.
Το Μουσείο της Λιεπάγια
Το "Μεγάλο Κεχριμπάρι"
Liepāja
Η υπόλοιπη ημέρα, μετά από λίγη χαλάρωση στο δωμάτιο και τον κήπο, πέρασε με βόλτες στην Kuldiga (είναι πράγματι πολύ γραφική, ιδιαίτερα όταν αρχίζει να σκοτεινιάζει), έφαγα στην πλατεία του Δημαρχείου, μία μπίρα να περάσει η ώρα και επιστροφή στο δωμάτιο.
25 Ιουλίου – προς τα ανατολικά της χώρας
Ξύπνησα νωρίς, ήπια τους απαραίτητους καφέδες, αποχαιρέτησα τον συμπαθέστατο ιδιοκτήτη και ξεκίνησα για την ανατολική Λετονία, αφού γέμισα το ρεζερβουάρ. Ο καιρός ήταν καλός ευτυχώς και η διαδρομή μέχρι το Ανάκτορο του Ρούνταλε (Rundāle) ευχάριστη και εύκολη, η απόσταση από την Kuldiga είναι περίπου 170 χιλιόμετρα. Μετά από δυόμιση περίπου ώρες έφτασα στο άνετο παρκινγκ, κοντά στην είσοδο. Το εντυπωσιακό ανάκτορο χτίστηκε τον 17ο αιώνα και είναι ένα από τα δύο μπαρόκ ανάκτορα στην σημερινή Λετονία! Η επίσκεψή του από την Ρίγα είναι κάπως δύσκολη, αν δεν πάει κάποιος με οργανωμένη εκδρομή, γιατί πρέπει να πάει με συγκοινωνία μέχρι την κοντινότερη πόλη, την Bauska και να πάρει άλλο λεωφορείο. Με λίγα λόγια πρέπει να αφιερώσει σχεδόν ολόκληρη ημέρα. Εδώ το αυτοκίνητο αποδείχτηκε πολύ βολικό! Κάθισα σχεδόν δύο ώρες, νομίζω ότι είναι ένα αξιοθέατο που αξίζει.
Ύστερα ξεκίνησα για τα ανατολικά της χώρας, ήθελα να φτάσω και σχετικά νωρίς, μετά το μπέρδεμα στην Kuldiga. Οι δρόμοι ήταν και εδώ καλοί, μόνο που σε δύο τμήματα (περίπου 15 χιλιόμετρα το ένα και λιγότερο από 10 το άλλο) θα έκαναν έργα. Είχε αφαιρεθεί η άσφαλτος, έτσι έκανα περισσότερη ώρα από όσο υπολόγιζα. Ο χωματόδρομος δεν ήταν για SUV, αλλά δεν πήγαινα και με πάνω από 60 χλμ/ώρα. Τέλος πάντων έφτασα άνετα και νωρίς στο Daugavpils (Ντάουγκαβπιλς), την 2η σε μέγεθος πόλη της Λετονίας. Εξίσου άνετα βρήκα το ξενοδοχείο Leo. Βρίσκεται σε κεντρικό σημείο, επιπλέον δεν τελείωνε η μπαταρία του κινητού. Τακτοποιήθηκα στο άνετο δωμάτιό μου, αφού πάρκαρα στον χώρο του ξενοδοχείου και βγήκα για μία πρώτη βόλτα στην πρώτη “Ρωσική” πόλη που επισκεπτόμουν. Το Daugavpils έχει περίπου 80.000 κατοίκους και πάνω από το 50% είναι Ρώσοι και Λευκορώσοι, ιστορικά άλλωστε ήταν σταυροδρόμι πολιτισμών και εθνοτήτων. Προπολεμικά η δεύτερη κοινότητα, μετά τους Λετονούς ήταν οι Εβραίοι. Από την πρώτη στιγμή η εντύπωση ήταν θετική, το Leo βρίσκεται σχεδόν δίπλα στην κεντρική, πεζοδρομημένη Rīgas iela, με πολλά ωραία κτίρια, εστιατόρια, καφέ. καταστήματα και τo όμορφο μικρό πάρκο Dubrovin. Μετά την πρώτη. “αναγνωριστική” βόλτα και λίγη χαλάρωση στο δωμάτιο, βγήκα το βράδυ για φαγητό στο πολύ ωραίο καφέ- εστιατόριο Opera στον πεζόδρομο και μετά για μια μπύρα σε έναν πολιτιστικό χώρο όπου γινόταν κάτι σαν πάρτι. Η μουσική ήταν η κλασική mainstream της εποχής, δεν ενθουσιάστηκα αλλά υπήρχε κέφι και η ώρα πέρασε ευχάριστα για να πάω για ύπνο, αρκετά κουραστική ήταν η ημέρα!
26 Ιουλίου – Daugavpils
Ξεκίνημα με καφέ στον χώρο έξω από το δωμάτιο που μου έφτιαξε η συμπαθέστατη γυναίκα του ιδιοκτήτη. Ούτε αυτή ούτε ο (εξίσου συμπαθής) άντρας της μιλούσαν άλλη γλώσσα εκτός από Ρώσικα και συνεννοούμασταν με παντομίμα και με την εφαρμογή που βγάζει την μετάφραση στο κινητό. Μετά άρχισε η γνωριμία με την πόλη. Πρώτος προορισμός ήταν το εμβληματικό της αξιοθέατο, το Φρούριο του Daugavpils. Η απόσταση από το ξενοδοχείο είναι περίπου 3 χιλιόμετρα, προτίμησα να πάω με το αυτοκίνητο. Άρχισε να χτίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα, η ολοκλήρωσή του έγινε στα τέλη του. Η κάτοψή του μοιάζει με αστέρι, κατά άλλους με χελώνα, ενώ η έκτασή του είναι περίπου 2 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Χρησιμοποιήθηκε μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα σαν στρατόπεδο. Ένα μέρος του σήμερα είναι κανονική συνοικία, το υπόλοιπο έχει διαμορφωθεί σε ωραία συντηρημένο πολιτιστικό χώρο. Τα προχώματα της ΝΔ πλευράς βλέπουν προς τον ποταμό Daugava, ενώ τα κτίρια του φρουρίου είναι τώρα μουσεία, κάποιες υπηρεσίες αλλά και (λίγα) καφέ ή καταστήματα. Στην αρχή, μπήκα σε ένα παλιό κτίριο που στον πρώτο όροφο υπήρχε ένα εξαιρετικό μαγαζί με διαφόρων ειδών αντίκες.
Η πρώτη μεγάλη στάση μου ήταν μία έκθεση οχημάτων, κυρίως της Σοβιετικής περιόδου, στο πρώην κτίριο της αποθήκης πυρομαχικών. Ωραία στημένο, με παλιά μοντέλα αυτοκινήτων και δίτροχων. Μετά επισκέφτηκα το μικρό Μουσείο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε και μία μικρή αναπαράσταση των χαρακωμάτων.
Τελευταίο ήταν το εξαιρετικό Κέντρο Τέχνης Mark Rothko (o Ρόθκο ήταν Εβραίος ζωγράφος, γεννημένος στο Daugavpils), με πολλά έργα μοντέρνας τέχνης.
Μετά γύρισα στο ξενοδοχείο, άφησα το αυτοκίνητο στον δρόμο (δεν χωράγαμε όλοι) και συνέχισα με τα πόδια την εξερεύνηση του κέντρου. Περπάτησα μέχρι τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, έφαγα στο Opera και συνέχισα μέχρι το πάρκο. Στο ύψος του βρίσκεται το ενδιαφέρον Τοπικό Ιστορικό και Καλλιτεχνικό Μουσείο του Ντάουγκαβπιλς (https://latgale.travel/listing/daugavpils-regional-and-art-museum/ ), με εκθέματα σχετικά με την ιστορία της πόλης και γενικότερα της περιοχής του Latgale.
Μετά επισκέφτηκα το μικρό Μουσείο Shmakovka (.https://www.smakovka.lv/). H Shmakovka, το χαρακτηριστικό ποτό της περιοχής του Latgale, είναι δυνατή και μοιάζει με τα δικά μας τσίπουρα, στην “απλή” έκδοση, υπάρχουν όμως και αρωματισμένες παραλλαγές με εσπεριδοειδή, κόκκους καφέ, μέντα, κανέλλα κλπ. Στο τέλος υπήρχε δυνατότητα να δοκιμάσεις και να αγοράσεις, Δεν έχασα την ευκαιρία, δοκίμασα την σκέτη, ωραία είναι και αρκετά δυνατή. Μου αρέσουν αυτά τα ποτά χωρίς να τρελαίνομαι κιόλας, προτίμησα να μην δοκιμάσω άλλα και αρχίσω να τραγουδάω από το απόγευμα! Αγόρασα πάντως ένα κρασί με σορβιά (ένα βότανο του δάσους). δεν το έχω ανοίξει ακόμα.
Η βόλτα συνεχίστηκε, μετά λίγη χαλάρωση στο ξενοδοχείο και αργότερα βραδινή, αποχαιρετιστήρια έξοδος. Φαγητό, λίγο περπάτημα και στάση για την απαραίτητη μπύρα σε ένα καφέ μπαρ, όπου είχαν στην είσοδο και DJ. Η μουσική η γνωστή της εποχής και η ατμόσφαιρα κεφάτη. Η περιήγησή μου λοιπόν στην συμπαθέστατη αυτή πόλη τελείωσε έτσι.
27 Ιουλίου – Rīga
Ξύπνησα σχετικά νωρίς, ήπια έναν καφέ, μετέφερα τα πράγματα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα. Η ώρα να επισκεφτώ την πρωτεύουσα πλησίαζε. Η διαδρομή δεν ήταν μεγάλη, οπότε δεν βιαζόμουν. Στον δρόμο μου βρισκόταν η πόλη του Jekabpils (Γιέκαμππιλς), είχα ρίξει απλά μια ματιά για αυτήν, είπα να κάνω ένα πέρασμα, έτσι από περιέργεια, για μια στάση. Κατευθύνθηκα στο κέντρο και βρήκα την κεντρική πλατεία, όχι κάτι ιδιαίτερο, αλλά είχε τεράστιο πάρκινγκ. Περπάτησα λίγο ελπίζοντας να βρω κάποιο μέρος να καθίσω, κάποια άλλη πλατεία, ρώτησα κάποιους περαστικούς, δεν υπήρχε τίποτα. Τα λίγα ωραία κτίρια σίγουρα δεν άξιζαν τον κόπο, οπότε μετά από κανένα μισάωρο πήρα το αυτοκίνητο και την έκανα (η στάση έγινε στο πρώτο βενζινάδικο).
Jekabpils
Η υπόλοιπη διαδρομή μέχρι την Ρίγα ήταν εύκολη, πλησιάζοντας βέβαια είχε κάποια κίνηση. Λίγο πριν φτάσω στο αεροδρόμιο σταμάτησα για να γεμίσω το ρεζερβουάρ και μετά, κατευθείαν στο χώρο από όπου είχα παραλάβει το αυτοκίνητο. Πάρκαρα, έβγαλα τα πράγματα και τηλεφώνησα στην υπηρεσία με τα πούλμαν, να έλθουν να με πάρουν. Η απόσταση δεν είναι μεγάλη, αλλά είχε ζέστη, άλλωστε περιλαμβανόταν στην τιμή. Αποχαιρέτησα λοιπόν το Skoda που, επαναλαμβάνω, μου άφησε πολύ καλές “αναμνήσεις”. Το γραφείο της TOPRENT ήταν κλειστό, έριξα το κλειδί σε έναν κάδο, όπως μου είχε πει ο υπάλληλος να κάνω, αν δεν έβρισκα κανένα, και έτσι τέλειωσε το πρώτο κομμάτι του ταξιδιού.
Ο οικονομικότερος τρόπος για να πάει κάποιος από το αεροδρόμιο στην πόλη (και ανάποδα) είναι το λεωφορείο 22. Μηχάνημα για εισιτήριο (1,50 Ευρώ το κόστος) υπάρχει στην έξοδο από τις αφίξεις. Να σημειώσω, εντάξει με κάθε επιφύλαξη, ότι σε κάποια βίντεο στο youtube συμβούλευαν να μην παίρνει κανείς κατευθείαν ταξί βγαίνοντας, γιατί οι οδηγοί χρεώνουν περισσότερο από το κανονικό. Πάντως το λεωφορείο μια χαρά είναι, σε μισή ώρα περίπου είχα φτάσει στον σταθμό των λεωφορείων της πόλης και κατέβηκα εκεί (έπρεπε να κατέβω στην επόμενη, στον σιδηροδρομικό σταθμό, αλλά τέλος πάντων). Το Hotel Viktorija βρισκόταν σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρου περίπου. Το ξενοδοχείο είναι λίγο παλαιομοδίτικο αλλά ωραίο, το δωμάτιο ήταν καθαρό και μεγάλο για ένα άτομο, με ωραία θέα και η τιμή: 277 Ευρώ για εννέα βράδια. Ακριβώς δίπλα υπάρχει ένα μικρό σουπερμάρκετ. Εξαιρετικά βολικό, αγόρασα κάποιες φορές μικροπράγματα. Αφού τακτοποιήθηκα γρήγορα, βγήκα για μία πρώτη γνωριμία με την πόλη. Κατηφόρισα τον δρόμο του ξενοδοχείου, την Aleksandra Čeka iela, που σε κάποιο σημείο γίνεται Marijas iela, και έφτασα απέναντι από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, παίρνοντας μία πρώτη ιδέα από το καινούργιο Κέντρο (Centrs = τσέντρς) και τα πολλά ωραία κτίρια για τα οποία φημίζεται η Ρίγα. Πέρασα το κανάλι που περικλείει την Vecriga (έτσι λέγεται η περιοχή της παλιάς πόλης) και πήρα μια πρώτη γεύση της. Η Vecriga είναι μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και σίγουρα το αξίζει! Ωραία και καλοδιατηρημένα κτίρια, εντυπωσιακές εκκλησίες, πεζοδρομημένη σε μεγάλο μέρος της και φυσικά πολλά καταστήματα, καφέ - εστιατόρια και μπαρ. Επέστρεψα στην “γειτονιά” μου και έφαγα στο μπαρ – εστιατόριο Vigante, που μου σύστησαν στο ξενοδοχείο (δίπλα είναι. στην Stabu iela). Φαγητό πολύ καλό, κόστος λογικό (18-25 Ευρώ ένα πιάτο και μία μπύρα), ενώ είναι και ευχάριστο το περιβάλλον. Έγινε το ένα από τα τρία στέκια μου. Μετά βρήκα το δεύτερο στέκι μου, για το βράδυ αυτό, το μπαρ Alus Muiža (Ģertrūdes iela 45), λίγο πιο κάτω, είχα διαβάσει για αυτό στο Ίντερνετ. Ωραίο μαγαζί, χαλαρή ατμόσφαιρα, με αρκετά τραπεζάκια έξω και με περισσότερους τοπικούς από τουρίστες. Οι μπύρες κόστιζαν περίπου 6 Ευρώ. Παρένθεση: οι μπύρες στην Λετονία είναι εξαιρετικές κατά την γνώμη μου!
Πρώτη βόλτα στην Ρίγα
28 Ιουλίου – Rīga
Πρώτη πλήρης ημέρα στην Ρίγα και μετά από πρωινό στο καφέ Troubadour Gourmand, λίγο πιο πέρα από το Alus Muiža (αυτό έγινε το 3ο στέκι μου για πρωί και το απόγευμα), κατέβηκα στο ιστορικό κέντρο. Πρώτη στάση, ίσως στο γνωστότερο αξιοθέατο της πόλης, το Μέγαρο των Μαυροκέφαλων. Οι Μαυροκέφαλοι ήταν αδελφότητα εμπόρων και εφοπλιστών της Λιβονίας (έτσι λεγόταν η περιοχή που σήμερα περιλαμβάνει την Εσθονία και την Λετονία), που ιδρύθηκε στα μέσα του 14ου αιώνα και η οποία είχε ξεκινήσει σαν στρατιωτική οργάνωση. Διάλεξαν σαν προστάτη τους τον Άγιο Μαυρίκιο, Αιγύπτιο (μαύρο) αξιωματικό του Ρωμαϊκού στρατού που βρήκε μαρτυρικό θάνατο γιατί αρνήθηκε να εκτελέσει Χριστιανούς άμαχους. Εξού και το ασυνήθιστο όνομα, αλλά και τα λάβαρά τους που απεικονίζουν έναν μαύρο άντρα. Το πανέμορφο κτίριο ήταν η έδρα τους στην Ρίγα, καταστράφηκε κατά την κατάληψη της πόλης από τους Γερμανούς το 1941, μετά τον πόλεμο ισοπεδώθηκε και ξαναχτίστηκε μεταξύ 1996 και 2000. Το μέγαρο είναι πολύ όμορφο και μέσα, ενώ στον 1ο όροφο έχει μία βεράντα με ωραία θέα στην πλατεία του Δημαρχείου.
Ακριβώς δίπλα βρίσκεται το Μουσείο Κατοχής της Λετονίας (Latvijas Okupācijas muzejs) με θέμα την περίοδο από το 1940 μέχρι την ανεξαρτησία της χώρας. Λίγη βόλτα και μετά ελαφρύ φαγητό στο ευχάριστο Rock Cafe (Mārstaļu iela 2-4). Συνέχισα προς τα 3 αδέλφια, τριάδα κτιρίων χτισμένα σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, κατά τον θρύλο από μέλη της ίδιας οικογένειας, από εκεί και το όνομα. Σε ένα από αυτά στεγάζεται το Μουσείο Αρχιτεκτονικής, δεν έχει εισιτήριο αλλά μάλλον είναι σε φάση οργάνωσης, δεν είχε σχεδόν τίποτα μέσα. Απέναντι πάντως βρίσκεται ένα από τα γραφικότερα καφέ της πόλης, το Parunāsim kafejnica, εξαιρετικό (αν και μικρό) μέσα, αλλά και πολύ συμπαθητικό έξω. Πέρα από τον καλό καφέ, φημίζεται για τα γλυκά του, τις τρεις φορές που κάθισα ζήτησα χαρακτηριστικά της Λετονίας, ήταν θαυμάσια!
Τα τρία αδέλφια
Parunāsim kafejnica
Στη συνέχεια κατέβηκα στην λεωφόρο δίπλα στο ποτάμι και περπάτησα προς τα νοτιοανατολικά, μέχρι το Μουσείο του Γκέτο και του Ολοκαυτώματος στην Λετονία. Είναι στεγασμένο σε παλιά κτίρια και έχει κυρίως φωτογραφικό υλικό, αναπαράσταση του εσωτερικού σπιτιών, αλλά και ένα βαγόνι σαν αυτά με τα οποία μεταφέρανε τον κόσμο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (αυθεντικό …. ρέπλικα ....δεν ξέρω). Η μοίρα των Εβραίων και στις περιοχές της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. που κατέλαβαν οι Γερμανοί ήταν τραγική, ίσως με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Τότε οι Ναζί δεν είχαν ακόμη “σκεφτεί” την μεταφορά τους σε στρατόπεδα. Πολλοί απλά εκτελέστηκαν μαζικά, με το που καταλήφθηκαν οι περιοχές που ζούσαν, από τις ειδικές για αυτή τη δουλειά μονάδες των SS. Το μουσείο δεν μπορώ να πω ότι είχε κάτι το ξεχωριστό, το αναπάντεχο αν προτιμάτε, αλλά και μόνο η σκέψη των γεγονότων με τα οποία συνδέεται προκαλεί ένα σφίξιμο στην καρδιά! Η ημέρα ολοκληρώθηκε με ξεκούραση στο ξενοδοχείο, φαγητό και ποτό στα στέκια μου.
29 Ιουλίου – Rīga
Μετά τα καθιερωμένα για το πρωί, περιπλανήθηκα για λίγο στην περιοχή του καινούργιου κέντρου (Centrs) που είναι φημισμένο για τα Art Nouveaux κτίριά του. Art Nouveaux (Αρ Νουβώ, καινούργια τέχνη) ονομάστηκε το κίνημα στην αρχιτεκτονική, την διακόσμηση και τις εφαρμοσμένες τέχνες γενικότερα που αναπτύχθηκε μεταξύ 1890 και 1910. Η Ρίγα είναι από τις χαρακτηριστικότερες πόλεις με πολλά κτίρια αυτού του στυλ, επιβλητικά και εξαιρετικά όμορφα, τουλάχιστον κατά την γνώμη μου. Ειδικότερα στην Alberta iela και την Elizabetes iela υπάρχουν πολλά, αλλά τα βρίσκεις παντού.
Η πρώτη στάση της πρωινής βόλτας ήταν το Εθνικό Μουσείο Τέχνης της Λετονίας (Latvian National Museum of Art): ωραία συλλογή έργων τέχνης από τον 18ο μέχρι και τον 20ο αιώνα, ενώ και το κτίριο είναι εντυπωσιακό!.
Στην συνέχεια μπήκα στο ιστορικό κέντρο και πήγα στο Πολεμικό Μουσείο (About museum | Latvijas Kara muzejs). Έχει πολλά ωραία εκθέματα, για όποιον ενδιαφέρει η ταραγμένη ιστορία της χώρας τον 20ό αιώνα. Η είσοδος είναι ελεύθερη.
Μετά πήγα στον ποταμό Daugava και τον πέρασα από την Πέτρινη Γέφυρα, την κεντρικότερη από τις δύο οδικές (υπάρχει και η σιδηροδρομική) που ενώνουν τις όχθες του. Η θέα, ειδικά όταν βρίσκεσαι περίπου στην μέση της, είναι εντυπωσιακή, τότε ίσως συνειδητοποιείς πόσο μεγάλος ποταμός είναι: το πλάτος του σε εκείνο το σημείο είναι πάνω από 400 μέτρα.
Πέρασα λοιπόν και στην δυτική πλευρά της πόλης και είδα το εντυπωσιακό φουτουριστικό κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Λετονίας. Διάβασα μετά πως είναι ωραίο και ενδιαφέρον και μέσα, μάλλον παράλειψή μου που δεν ξαναπήγα από εκεί. Προορισμός μου ήταν, λίγο πιο κάτω στην Λεωφόρο Ούζβαρας (Uzvaras bulvāris), το Σιδηροδρομικό Μουσείο, έχω μία μικρή συμπάθεια στα τρένα! Το μουσείο έχει αρκετά ενδιαφέροντα εκθέματα, ενώ σε ένα τμήμα μιας μεγάλης αίθουσας υπάρχει μία μικρή συλλογή παλιών μουσικών οργάνων! Ωραία, αλλά που κόλλαγε με τα τρένα δεν το κατάλαβα. Στον εξωτερικό του χώρο πάντως είχε αρκετές παλιές ατμομηχανές και βαγόνια, εν ολίγοις άξιζε!
Μετά ακολούθησα την ανάποδη διαδρομή (πραγματικά ωραία φάση το να περνάς την γέφυρα!) και κατέληξα στο Ogle (Restaurant Ogle) στο ιστορικό κέντρο για ένα πρόχειρο φαγητό. Καλή η μανιταρόσουπα αλλά και η περατζάδα, το μαγαζί ωραίο, κάπως “τουριστικό” και ακριβότερο, όπως σχεδόν όλα στο ιστορικό κέντρο. Ύστερα περπάτησα στα πέριξ, μπήκα σε μερικά καταστήματα και είδα πολύ ωραία πράγματα από κεχριμπάρι, είδη λαϊκής τέχνης, εκατομμύρια μικρά σουβενίρ (πολλά δεν ήταν καθόλου κιτς), ενώ διαπίστωσα ότι έχουν παράδοση στα δερμάτινα (τσάντες και αξεσουάρ), όχι όλα ακριβά. Παρένθεση: καταστήματα με δερμάτινα είδη βρήκα και στο Centrs, λιγότερο “φανταχτερά” και αρκετά φτηνότερα.. Η βόλτα συνεχίστηκε και τελείωσε στο Funny Fox (Grēcinieku iela 1), ωραία κλασική παμπ με σκαμπό και ψηλά τραπεζάκια έξω, κομβικό το σημείο. Ο (μάλλον) ιδιοκτήτης από τον οποίο πήρα την μπύρα με ρώτησε από πού είμαι, ενθουσιάστηκε γιατί είχε έλθει στην Ελλάδα και μου είπε τις τρεις λέξεις που είχε μάθει: kalimera, kalispera και φυσικά την πιο δημοφιλή που αρχίζει από μ, μόνο που την τόνιζε λάθος! Τον διόρθωσα, γελάσαμε, από τότε όσες φορές ξαναπέρασα και ήταν έξω χαιρετιόμασταν. Στη συνέχεια γύρισα στο ξενοδοχείο για “ανασυγκρότηση”, πριν την βραδινή έξοδο.
30 Ιουλίου – Cēsis
Ημέρα της πρώτης εκδρομής από την Ρίγα. Όλες οι ιστοσελίδες που είχα κοιτάξει συστήνανε το Cēsis (Τσέσις) σαν τον καλύτερο προορισμό έξω από την πρωτεύουσα, μαζί με την Kuldiga. Εκείνη την ημέρα τα τρένα για να πάω ήταν άβολα: στις 6.30 το πρώτο, στις 11.20 το επόμενο, αναγκαστικά λοιπόν πήγα με πούλμαν. Τα πούλμαν ξεκινάνε από τον σταθμό των λεωφορείων, πολύ κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό. Το ταξίδι θα διαρκούσε περίπου 2 ώρες (η απόσταση είναι περίπου 90 χιλιόμετρα), σε μερικά σημεία όμως γίνονταν έργα, έτσι φτάσαμε μετά από δυόμιση ώρες περίπου. Μικρό το κακό. Σε μικρή απόσταση από τον σταθμό τρένων και λεωφορείων ξεκινούσε η κεντρική Rīgas iela. Περπάτησα λίγο και κατευθύνθηκα στο σημαντικότερο αξιοθέατο, το Κάστρο του Cēsis. Η κατασκευή του ξεκίνησε τον 13ο αιώνα και βρίσκεται σε ένα πανέμορφο μικρό πάρκο. Μπαίνοντας ο επισκέπτης περνάει από το εξαιρετικό Μουσείο Ιστορίας και Τέχνης, με εκθέματα σχετικά με την ιστορία της περιοχής και με όμορφη θέα από τον πύργο του. Το παλιό κάστρο είναι καλοδιατηρημένο και για να μπεις σε έναν πύργο του σου δίνουν ένα λυχνάρι, γιατί κάποια τμήματά του είναι εντελώς σκοτεινά. Πλάκα είχε! Από τους πύργους του υπάρχει επίσης ωραία θέα.
Όταν τελείωσα την περιήγηση, πήγα σε μία αίθουσα εκθέσεων τέχνης ακριβώς απέναντι από την είσοδο του.
Μετά πέρασα και από το ενδιαφέρον Παγκόσμιο Κέντρο Λετονικής Τέχνης, στην Lielā Skolas iela 6, με έργα καλλιτεχνών που βρίσκονταν στην εξορία μετά τον πόλεμο, η είσοδος είναι δωρεάν.
Στην συνέχεια έριξα μια ματιά στην Λουθηρανική Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, περπάτησα πάνω κάτω την όμορφη Rīgas iela και έκανα την απαραίτητη στάση στο συμπαθέστατο καφέ ζαχαροπλαστείο Zaļie Gurķi, στην πλατεία Rozu. Γυρνώντας στον Σταθμό βρήκα ένα ωραίο καφέ – εστιατόριο, το Idi Ridi (Raunas iela 17) και έφαγα. Μετά πήρα το πρώτο τρένο για την Ρίγα. Φυσικά το ταξίδι ήταν πολύ πιο άνετο. Nα σημειώσω πως τα εισιτήρια είναι φτηνά στην Λετονία: 4 Ευρώ κόστιζε. Συμπερασματικά: το Cēsis αξίζει να το επισκεφτεί κάποιος! Το υπόλοιπο της ημέρας πέρασε με λίγη βόλτα στο ιστορικό κέντρο, χαλάρωση στο Troubadour Gourmand , ανασυγκρότηση και βραδινή έξοδο στο “στέκι” μου.
Η πλατεία Rozu
Χαλάρωση στο Troubadour Gourmand 
31 Ιουλίου – Jurmala
Το πρόγραμμα έλεγε εκδρομή στην Jurmala (Γιούρμαλα), πριν πάω όμως στον σταθμό, είπα να περάσω από το Κτίριο της KGB, ή Γωνιακό Κτίριο (γιατί λέγεται και έτσι; Φαίνεται στην 1η φωτογραφία). Είναι ένα επιβλητικό κτίριο Art Nouveaux που ολοκληρώθηκε το 1912. Μεταξύ 1940 και 1941 και από το 1944 μέχρι την ανεξαρτησία της Λετονίας ήταν αρχηγείο της μυστικής αστυνομίας της Ε.Σ.Σ.Δ. Η επίσκεψη γίνεται μόνο με ξεναγό, σε γκρουπ και πέρασα να κλείσω για την επόμενη ημέρα, είχα δει στο Ιντερνέτ την προηγούμενη ότι οι θέσεις ήταν κλεισμένες. Άλλωστε ήταν κοντά στο ξενοδοχείο. Η κοπέλα στην είσοδο όμως μου είπε ότι μπορούσε να με βάλει στην επόμενη ξενάγηση, μετά από 20 λεπτά περίπου, αφού ήμουν ένας. Να και μία ωραία έκπληξη λοιπόν! Ας το δούμε να “ξεμπερδεύουμε”, λέω! Το εισιτήριο κοστίζει 15 Ευρώ. Την ευχαρίστησα: Paldies (ευχαριστώ), χαμογέλασε: Lutzu (παρακαλώ). Παρένθεση: τα Λετονικά, μαζί με τα Λιθουανικά και κάποιες γλώσσες που έχουν εξαφανιστεί, ανήκουν στις λεγόμενες Βαλτικές γλώσσες. Είναι Ινδοευρωπαϊκές και έχουν κάποιες ομοιότητες με τις Σλαβικές και τις Γερμανικές, αν και ακούγοντας ή διαβάζοντάς τες δεν μοιάζουν με καμία.
Αφού συγκεντρώθηκε η ομάδα ξεκινήσαμε. Το μέρος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Στην αρχή ο ξεναγός μας πήγε στα γραφεία όπου οι υπεύθυνοι “υποδέχονταν” τον κόσμο, στη συνέχεια είδαμε τα κελιά, τους χώρους όπου οι κρατούμενοι μπορούσαν να βγουν για λίγη ώρα κάθε ημέρα και τέλος μπήκαμε στο δωμάτιο των εκτελέσεων, γιατί κάποιους τους “ξεφορτώνονταν” στα γρήγορα, ειδικά το 40-41, αλλά και αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου. Σίγουρα το όλο σκηνικό προκαλεί κάποια κατάθλιψη, αλλά μήπως η ιστορία της ανθρωπότητας έχει μόνο χαρούμενα κεφάλαια;
Το δωμάτιο των εκτελέσεων
Τέλος πάντων η επίσκεψη τελείωσε και κατευθύνθηκα στον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Η σειρά της Jurmala είχε φτάσει. Εδώ θα ομολογήσω ότι δεν το προετοίμασα καλά το πράγμα. Η Γιούρμαλα είναι μια μικρή πόλη – θέρετρο, η οποία έχει επεκταθεί κατά μήκος της τεράστιας παραλίας που βρίσκεται δυτικά της Ρίγα. Το τρένο κάνει αρκετές στάσεις μέχρι να φτάσει στο τέλος της, όπου βρίσκεται το Πάρκο Kemeru. Όταν λοιπόν πήγα να βγάλω εισιτήριο, με ρώτησε η γυναίκα που ακριβώς στην Γιούρμαλα ήθελα να πάω. Είπα στο κεντρικό σημείο, αυτή μου έβγαλε (πως της ήρθε; ) για την στάση Vaivari. Δεν έδωσα σημασία, έτσι κι αλλιώς είχα σκοπό να περπατήσω και λίγο. Κατέβηκα στην στάση, πήγα μέχρι την θάλασσα, η παραλία είναι πραγματικά απέραντη και με άμμο. Ο καιρός ήταν μάλλον ψυχρός, μόνο μερικές οικογένειες με παιδιά που παίζανε ήταν εκεί. Όταν έχει καλό καιρό θα είναι ωραία, τώρα κατά πόσο μπορείς να κολυμπήσεις, δεν το ξέρω, τα νερά πρέπει να είναι κρύα και το καλοκαίρι. Άρχισα λοιπόν να περπατάω στον παράλληλο με την ακτή δρόμο, την Kāpu iela, όπου είδα πολλά καταπληκτικά σπίτια που προφανώς νοικιάζονται για διακοπές. Παρένθεση: η Γιούρμαλα ήταν από τους αγαπημένους προορισμούς τόσο του Χρουστσόφ, όσο και του Μπρέζνιεφ. Η διαδρομή ήταν θαυμάσια, αλλά πέρα από τα σπίτια δεν υπήρχε τίποτα άλλο.
Περπάτησα αρκετά, κάποια στιγμή βαρέθηκα και πήγα στον κεντρικό δρόμο που διασχίζει την περιοχή, λέγεται Asaru prospekts, μετά από κάποιο σημείο Mellužu prospekts και μετά Strēlnieku prospekts. Εδώ υπήρχε κίνηση με αυτοκίνητα και λεωφορεία, πολλά σπίτια (λιγότερο όμορφα), αλλά τίποτα άλλο! Ευτυχώς μετά από κάποια ώρα είχε ένα σουπερμάρκετ και πήρα κάτι να φάω…. να πάρω δυνάμεις. Η πεζοπορία συνεχίστηκε και όλο έλεγα μέσα μου “που θα πάει, κάπου θα αρχίζει ο πολιτισμός”. Θα μπορούσα να πάω 100 μέτρα πιο πάνω να βρω μια στάση του τρένου, αλλά είπαμε: “που θα πάει”! Με είχε πιάσει το γινάτι! Τέλος πάντων συνέχισα, περίπου 7 χιλιόμετρα περπάτησα, δεν πειράζει, θυμήθηκα και τα νιάτα μου. Όταν όμως έφτασα στον “πολιτισμό”, στο Dubulti, ανταμείφθηκα γιατί είδα μπροστά μου την πανέμορφη Ορθόδοξη Εκκλησία του Αγίου Πρίγκιπα Βλαδίμηρου (στην Strēlnieku prospekts 26).
Είχα δει φωτογραφία της στο Ιντερνέτ, αν όμως δεν είχα πάει έτσι στα κουτουρού, μάλλον δεν θα την επισκεπτόμουν, γιατί το Dubulti είχε μεν κάποια σπίτια, αλλά τίποτα που να θυμίζει τουριστικό μέρος. Ρώτησα μια ευγενέστατη κυρία που μου είπε ότι η “ζωή” είναι στην επόμενη στάση, στο Majori, (η σωστή προφορά είναι Μάγιόρι) το οποίο φαινόταν στο βάθος, λιγότερο από ένα χιλιόμετρο ήταν, μία στάση του τρένου. “Μπορείτε να πάτε και με τα πόδια”, της εξήγησα ότι περπάταγα …. ούτε κι εγώ θυμάμαι πόση ώρα, οπότε έβγαλα εισιτήριο (1 Ευρώ), μετά από λίγο πέρασε το τρένο (την ημέρα είναι πολύ συχνά) και βρέθηκα επιτέλους στο πιο επισκέψιμο μέρος της Γιούρμαλα! Τέλος καλό, όλα καλά! Πραγματικά καλά γιατί το Majori είναι μία ωραία κωμόπολη. Ο κεντρικός της πεζόδρομος, η Jomas iela, έχει πολλά παραδοσιακά και καλοδιατηρημένα κτίρια, καταστήματα, καφέ, εστιατόρια, ότι περιμένει κανείς από ένα ανεπτυγμένο θέρετρο. Στο τέρμα του πεζόδρομου βρίσκεται η εντυπωσιακή (όπως όλες) Ρωσική Ορθόδοξη εκκλησία. Αφού περπάτησα πάνω κάτω (από γυμναστική καλά τα πήγα εκείνη την ημέρα), κάθισα σε ένα ωραίο καφέ εστιατόριο, έφαγα και πήρα δυνάμεις. Σίγουρα θα μπορούσα να το είχα οργανώσει καλύτερα πάντως, να έβγαζα εισιτήριο μέχρι τον τελευταίο σταθμό, να περπάταγα όσο ήθελα και να έπαιρνα το τρένο κατευθείαν για το Majori. Δεν πειράζει, και οι αναποδιές μέσα στο παιχνίδι είναι.
Πήρα το τρένο της επιστροφής στην Ρίγα (2,50 Ευρώ το εισιτήριο), έκανα βόλτα πάλι στο κέντρο, πέρασα για λίγο από την περίφημη Κεντρική αγορά της πόλης και ανέβηκα στο ξενοδοχείο για λίγη ξεκούραση, να έχουμε και δυνάμεις για το βράδυ.
1η Αυγούστου – Sigulda
Η Sigulda (Σιγκούλντα) ήταν ο τελευταίος προγραμματισμένος προορισμός για εκδρομή. Βρίσκεται κοντά στην Ρίγα (55 χιλιόμετρα περίπου) και τα τρένα δεν είχαν περίεργα ωράρια, τουλάχιστον εκείνη την ημέρα. Μετά την καθιερωμένη στάση στο Troubadour Gourmand για καφέ και πρωινό σνακ, κατέβηκα στον σιδηροδρομικό σταθμό. Το εισιτήριο κοστίζει 2,50 Ευρώ, μετά από μία ώρα και κάτι έφτασα. Στο κτίριο του σταθμού υπάρχει γραφείο πληροφοριών, όπου συνιστούσαν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Άρχιζε με το κύριο αξιοθέατο της πόλης, το Κάστρο της, αποτελούμενο από τα ερείπια του Παλιού Κάστρου (χτίστηκε τον 13ο αιώνα) και το εξαιρετικό Καινούργιο Κάστρο που χτίστηκε σαν κατοικία το 1878, από την οικογένεια στην οποία ανήκε. Για αυτά τα δύο και μόνο αξίζει η επίσκεψη στην πόλη! Τα μικρά κτίρια έξω από το καινούργιο κάστρο έχουν γίνει καταστήματα, αλλά και ένα εργαστήριο ειδών λαϊκής τέχνης, δεν λείπει και ένα μικρό καφέ.
Το Καινούργιο Κάστρο
Το Παλιό Κάστρο
Μετά, το πρόγραμμα έλεγε να πάρουμε ένα τελεφερίκ (πολύ κοντά στο Κάστρο) που πέρναγε πάνω από τον ποταμό Gauja και από το τέρμα του να ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι που θα μας οδηγούσε στην κωμόπολη Turaida και στο εκεί κάστρο της (1 χιλιόμετρο περίπου απόσταση). Από εκεί θα μπορούσαμε να γυρίσουμε στην Sigulda με λεωφορείο. Η εμπειρία του τελεφερίκ ήταν εντυπωσιακή, αλλά τα πράγματα άρχισαν να “σκουραίνουν” …. κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ο καιρός από το πρωί ήταν κάπως απειλητικός, όταν περίμενα το τρένο στην Ρίγα είχε ρίξει μία μάλλον έντονη σύντομη βροχή. Ενώ ανεβαίναμε, μία από τα ίδια, μόνο που εδώ συνέχισε να ψιχαλίζει. Το όλο σκηνικό ήταν πολύ ωραίο, παντού πράσινο, δίπλα υπήρχε και ένας μικρός οικισμός. Η σηματοδότηση δεν ήταν και η καλύτερη, βρήκα όμως το μονοπάτι και κατάλαβα τι διαδρομή έπρεπε να ακολουθήσω, πράγμα που έκανα για τριακόσια - τετρακόσια μέτρα. Το τοπίο είναι μαγικό, το μονοπάτι θαυμάσιο, στρωμένο με πέτρες, η βροχή όμως μία δυνάμωνε, μία γινόταν ψιχάλα. Βέβαια είχα μαζί μου ομπρέλα (απαραίτητο σε αυτές τις χώρες), τα παπούτσια όμως (αθλητικού στυλ, έτσι; ) είχαν αρχίσει να “μπάζουν”. Ε, δεν είχα σκεφτεί να πάρω και χειμερινά αδιάβροχα! Εδώ κάπου “ξενέρωσα”, λέω ……….ας μην το γράψω …. αρκετά κάστρα έχω δει, είχα φάει και την “πορεία” στην Γιούρμαλα την προηγούμενη ημέρα! Μεταβολή, επιστροφή, είδα λίγο τον οικισμό παραδίπλα από το τελεφερίκ, έβγαλα εισιτήριο επιστροφής (19 Ευρώ το πήγαινε έλα) και κατέβηκα πάλι. Μετά από μία μικρή βόλτα στην συμπαθητική πόλη πήγα στον σταθμό και πήρα το επόμενο τρένο για την Ρίγα.
Σύνοψη: η Sigulda αξίζει και με το παραπάνω για το κάστρο! Αν τώρα θέλει κάποιος να δει και το αυτό της Turaida, αλλά δεν έχει όρεξη για πεζοπορία στη φύση (και τελεφερίκ, μην το ξεχνάμε), μπορεί κάλλιστα να πάει με λεωφορείο. Δεν πήγα μεν, παντού έγραφαν όμως ότι αξίζει! Όταν επέστρεψα στην Ρίγα έκανα πάλι βόλτα, μεγαλύτερη αυτή τη φορά, στην Κεντρική Αγορά. Τεράστια και ιδιαίτερη, το μεγαλύτερο μέρος της είναι μέσα σε τέσσερα γιγαντιαία υπόστεγα, λεπτομέρειες την επομένη! Αξίζει να “ανεφοδιαστεί” κάποιος, ειδικά αν μένει σε airbnb. Εκτός από τους κλασικούς πάγκους που βρίσκεις ότι παράγει η χώρα, υπάρχουν καταστήματα με ρούχα, σουβενίρ, αλλά και καφέ, fast food, με λίγα λόγια ένα τεράστιο γιουσουρούμ! Στη συνέχεια λίγη βόλτα ακόμα, επιστροφή στο ξενοδοχείο και ……. τα κλασικά!
....και βόλτες στην Ρίγα
2 Αυγούστου – Rīga
Λίγες ημέρες πριν, ψάχνοντας πληροφορίες στο Ιντερνέτ, έπεσα σε διαφήμιση του Riga Free Tour (https://www.rigafreetours.com/). Οι οργανωμένες περιηγήσεις στα διάφορα μέρη νομίζω έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, μία καινούργια ( ; ) τάση. Φυσικά έχουν τα υπέρ τους: μαθαίνεις πράγματα που δύσκολα ανακαλύπτεις χωρίς την βοήθεια ενός “τοπικού”, βλέπεις πράγματα σε σχετικά σύντομο χρόνο, φυσικά είναι ακόμα πιο χρήσιμες αν δεν έχεις πολλές ημέρες στην διάθεσή σου. Από την άλλη πλευρά ακολουθείς αναγκαστικά τον ρυθμό τους και φυσικά κοστίζουν, συνήθως πολύ, ειδικά αν τα ψάχνεις μέσω του Tripadvisor (μακριά γενικώς!!!). Εδώ οι τύποι προτείνουν κάποιες διαδρομές πέρα από τις κλασικές, η μία με τίτλο “ Εναλλακτικός Γύρος της Ρίγα". Τα οργανωμένα γενικά ποτέ δεν με τραβούσαν, εδώ όμως τόσο ο τίτλος, όσο και η περιγραφή μου κίνησαν την περιέργεια. Ένα άλλο που μου άρεσε ήταν ότι δεν υπήρχε συγκεκριμένη τιμή. Έγραφε στην ιστοσελίδα ότι δεν είναι υποχρεωτικό να πληρώσεις, αλλά αν σου άρεσε η ξενάγηση, ας δώσεις 10 Ευρώ στον οδηγό, αν σου άρεσε αρκετά 15 και αν πάρα πολύ 20. Φυσικά δεν διανοούμαι ότι κάποιος θα έφευγε χωρίς να δώσει κάτι! Έκανα κράτηση την προηγούμενη και το ραντεβού ήταν στις 12, μπροστά από τον επιβλητικό Ναό του Αγίου Πέτρου. Χρόνος υπήρχε μέχρι τότε και πέρασα για να δω από κοντά τον Ορθόδοξο Καθεδρικό της Γέννησης του Χριστού. Ακόμα μία πανέμορφη Ρωσική εκκλησία! Πέρασα από το Άγαλμα της Ελευθερίας, συνέχισα προς το ιστορικό κέντρο και πήγα στο σημείο συνάντησης.
Όταν συγκεντρωθήκαμε όλοι ξεκίνησε η περιήγηση. Πρώτα περάσαμε από την Κεντρική Αγορά και ο ξεναγός μας είπε την ιστορία της. Τα τέσσερα τεράστια υπόστεγα είχαν κατασκευαστεί κοντά στην Ρίγα από τους Γερμανούς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (είχαν φτάσει μέχρι εκεί) για τα αερόστατα Ζέπελιν και ήταν πολύ μεγαλύτερα. Ο πόλεμος τελείωσε, οι Γερμανοί αποχώρησαν, η Λετονία έγινε ανεξάρτητη και τους έμειναν τα υπόστεγα. Είχαν λοιπόν την ωραία ιδέα να τα αποσυναρμολογήσουν και να τα μεταφέρουν στην πόλη, όπου τα έστησαν, σε μικρότερες διαστάσεις όμως, γιατί τα αερόστατα ήταν γιγαντιαία! Έτσι δημιουργήθηκε αυτή η ιδιαίτερη αγορά, που είναι και ένα από τα αξιοθέατα της Ρίγα.
Αφού κάναμε ένα γρήγορο γύρο στα τρία από τα τέσσερα υπόστεγα (ένα ήταν κλειστό για εργασίες), κατευθυνθήκαμε ανατολικά, σε μία περιοχή που ονομάζεται Περιοχή της Μόσχας. Το όνομα δεν δόθηκε βέβαια λόγω συμπάθειας προς τους Ρώσους, αλλά γιατί πολύ παλιά από εκεί πέρναγαν η σιδηροδρομική γραμμή και ο δρόμος προς της Μόσχα. Η συνοικία έχει αρκετά παλιά ξύλινα σπίτια, αλλά και την μοναδική ξύλινη εκκλησία που έχει διασωθεί στην πόλη. Είναι γραφική, καθόλου “τουριστική” όμως, αν και ο ξεναγός μας είπε ότι αναμένεται να αναπτυχθεί σύντομα. Περάσαμε έξω από το επιβλητικό Κτίριο της Λετονικής Ακαδημίας Επιστημών (οι Λετονοί το αποκαλούν Τούρτα Γενεθλίων του Στάλιν ή Δώρο του Στάλιν). Χτίστηκε μεταξύ 1951 και 1961, βασισμένο στην λεγόμενη Σταλινική Αρχιτεκτονική ή Σοσιαλιστικό Κλασικισμό. Αντίστοιχα κτίρια υπάρχουν στην πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. (το κτίριο του Πανεπιστημίου Λομονόσοβ στην Μόσχα είναι το χαρακτηριστικότερο), αλλά και στην Βαρσοβία. Το ύψος του είναι 108 μέτρα, σίγουρα είναι εντυπωσιακό και ωραίο, κατά την γνώμη μου. Επιτρέπεται η είσοδος. Ο επισκέπτης ανεβαίνοντας ψηλά θα έχει πανοραμική θέα της Ρίγα (δεν συμπεριλαμβανόταν στο πρόγραμμα της ξενάγησης). Μετά την ανεξαρτησία της χώρας στεγάστηκαν εκεί κάποιες υπηρεσίες του Πανεπιστημίου της Ρίγα, τώρα είναι στην φάση εύρεσης τρόπου για να το εκμεταλλευτούν.
Η βόλτα συνεχίστηκε λίγο ανατολικότερα, στα όρια του παλιού γκέτο, όπου στα ερείπια της παλιάς συναγωγής υπάρχει ένα λιτό μνημείο για τους Εβραίους της Ρίγα. Εκεί τους συγκέντρωναν πριν σταλούν στα στρατόπεδα. Συνεχίσαμε προς το κέντρο. Κάναμε μία στάση στο κανάλι που σχεδόν περικλείει το ιστορικό κέντρο (πολύ όμορφο το μικρό πάρκο γύρω του) και ο οδηγός μας είπε ότι σε ένα σημείο έχουν κάνει φωλιά κάστορες (!!), όχι παράλογο αν σκεφτεί κανείς ότι σε μικρή απόσταση βρίσκεται η κεντρική αγορά και στο κανάλι καταλήγουν αρκετά σκουπίδια και αποφάγια. Μας συνέστησε πάντως, αν ξαναπεράσουμε από εκεί σε ώρα που δεν έχει πολύ κόσμο και τα συμπαθή τετράποδα βγαίνουν έξω, να μην τα πλησιάσουμε και πολύ. Πριν κάποια χρόνια ένας τουρίστας τα πλησίασε για να βγάλει selfie (έλεος!), μόνο που ένα αγρίεψε και τον δάγκωσε! “Αν τα δόντια τους μπορούν και ροκανίζουν κορμούς δέντρων, καταλαβαίνετε πόσο σοβαρό ήταν το δάγκωμά του”. Ο τύπος κατέληξε στο νοσοκομείο! Τέλος πάντων το τέρμα της περιήγησης ήταν κοντά στο Μνημείο της Ελευθερίας. Έμεινα ευχαριστημένος από την ξενάγηση και την συνιστώ ανεπιφύλακτα. Ο ξεναγός μας, ο Kaspars, ήταν συμπαθέστατος και η ξενάγησή του ευχάριστη και γλαφυρή (είναι αυτός με το καπελάκι στην φωτογραφία). Μας είπε στο τέλος ότι αν θέλει κάποιος να γνωρίσει πραγματικά την Ρίγα, πρέπει να δει και έξω από το ιστορικό κέντρο. Πρώτη ανέφερε την περιοχή που έμεινα, αλλά και την γειτονιά που μένει αυτός, το Agenskalns (κοντά στο Σιδηροδρομικό Μουσείο). Του έδωσα 15 Ευρώ, διάλεξα την μέση τιμή.
Αφού τελείωσε η ξενάγηση πήγα προς το ιστορικό κέντρο, έφαγα κάτι και κατευθύνθηκα προς το Κέντρο Τέχνης Zuzeum (Zuzeum - Art museum Zuzeum is the home of the Zuzāns Collection, the most extensive private collection of Latvian art in the world.). Είναι ένας χώρος εκθέσεων μοντέρνας τέχνης, σε πολύ όμορφο κτίριο, εξαιρετικά φτιαγμένο μέσα, ενώ υπάρχει και ταράτσα με καφέ και θέα. Έχει δύο αίθουσες αρκετά μεγάλες, τα έργα μου άρεσαν, αλλά νομίζω ότι το κανονικό εισιτήριο (12 Ευρώ) είναι υπερβολικό. Εγώ βέβαια πλήρωσα το μισό, είμαστε και κάποιας ηλικίας. Με την ευκαιρία να πω ότι εισιτήρια seniors (πώς να μας πουν … γέρους; ) έχουν οι περισσότεροι χώροι.
Μετά από στάση στο απογευματινό μου στέκι, γύρισα στο ξενοδοχείο για χαλάρωση. Το βράδυ είχα αποφασίσει να κατέβω στο ιστορικό κέντρο, ήταν και Σάββατο, ας δούμε είπα και την πιο έντονη νυχτερινή ζωή της πόλης! Μετά από φαγητό στο Vigante κατηφόρισα και φυσικά είχε αρκετό κόσμο. Κάποια στιγμή άρχισε μία αρκετά δυνατή βροχή. Την ομπρέλα δεν την είχα πάρει, ευτυχώς ήμουν πολύ κοντά στο Σπίτι των Μαυροκέφαλων και καλύφτηκα, μαζί με πολλούς άλλους, στο κτίριο του Δημαρχείου απέναντι, έβγαλα μερικές φωτογραφίες μέχρι να περάσει. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ. Μετά πήγα για λίγο στο Funny Fox. Ωραία και η νυχτερινή ζωή στο κέντρο. Την συνέχεια πάντως προτίμησα να την κάνω στα μέρη μου.
3 Αυγούστου – Jelgava
Για τις δύο τελευταίες ημέρες δεν είχα στο πρόγραμμα κάτι συγκεκριμένο. Είχα διαβάσει για την Jelgava (Γιέλγκαβα), αποφάσισα οριστικά το προηγούμενο βράδυ να πάω, άλλωστε η απόσταση είναι κάπου 45 χιλιόμετρα. Κατέβηκα στον σιδηροδρομικό σταθμό νωρίς, η διαδρομή ήταν περίπου 40 λεπτά και το εισιτήριο: 2,50 Ευρώ. Τα τρένα είναι συχνά, η πόλη είναι αρκετά μεγάλη (πάνω από 60.000 κάτοικοι). Η Jelgava είναι μάλλον σύγχρονη πόλη, με μεγάλους δρόμους και πεζοδρόμια. Η διαδρομή μέχρι την γέφυρα πάνω από τον ποταμό Lielupe ήταν ευχάριστη και η θέα από αυτήν ωραία. Ανάμεσα στις δύο όχθες του ποταμού βρίσκεται ένα μικρό νησί - πάρκο, όπου βρίσκεται το μπαρόκ Ανάκτορο της Γιέλγκαβα, το δεύτερο της χώρας (μαζί με του Rundale), χτισμένο τον 18ο αιώνα. Ήταν κατοικία των δουκών της περιοχής και τώρα έδρα της Γεωπονικής Σχολής της Λετονίας, δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα μέσα, πέρα από τις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου φυσικά και δεν επιτρέπεται η είσοδος. Το κτίριο πάντως είναι εντυπωσιακό, από μόνο του άξιζε την εκδρομή από την Ρίγα!
Στην συνέχεια περπάτησα μέχρι μία οδό με παλιά, παραδοσιακά σπίτια. Η διαδρομή στην κεντρική Lielā iela και τις παράλληλες με αυτή οδούς άνετη, αν και έκανε αρκετή ζέστη. Ο δρόμος πάντως είχε μόνο τα σπίτια (εντάξει, ενδιαφέροντα ήταν). Πήρα τον δρόμο για τον σιδηροδρομικό σταθμό, ελπίζοντας να βρω κάποιο σημείο να καθίσω λίγο, δεν βρήκα τίποτα. Η πόλη έχει κάποια μουσεία, αλλά προτίμησα να πάρω το πρώτο τρένο και να γυρίσω. Αρκετά είχα δει!
Μετά το τέλος της τελευταίας εκδρομής, το υπόλοιπο του ταξιδιού ήταν αφιερωμένο στην Ρίγα. Έκανα διάφορες βόλτες, ενδιάμεσα επισκέφτηκα το εντυπωσιακό Κάστρο της Ρίγα και το Μουσείο της Πόλης και της Ναυσιπλοΐας. Αγόρασα μερικά κεχριμπαρένια δωράκια στο πολύ καλό City Amber (Jaba iela 5, Authentic Baltic Amber Jewelry). Έχει πολύ ωραία πράγματα για όλα τα βαλάντια, έπιασα κουβέντα και μου είπαν ότι είναι οικογενειακή επιχείρηση που η ιστορία της ξεκίνησε το 1981. Εξυπακούεται πως υπάρχουν πολλά άλλα ωραία καταστήματα.
Στο Κάστρο της Ρίγα
Στο καφέ Parunāsim (έξω)
Μουσείο της Πόλης και της Ναυσιπλοΐας
Το απογευματινό πρόγραμμα ήταν ίδιο, ενώ το βράδυ είχα έμπνευση και έφαγα στο Ασιατικό εστιατόριο Wok n Kurry, στην Ģertrūdes iela, πολύ ωραίο φαγητό και σε προσιτές τιμές.
4 Αυγούστου – Rīga
Η τελευταία ημέρα του ταξιδιού κύλησε χαλαρά, προτιμάω να “περισσεύει” μία ημέρα, παρά να έχω την αίσθηση ότι δεν μου έφτασε ο χρόνος να δω ένα μέρος. Έκανα βόλτες στην πόλη, μεταξύ άλλων είδα και το σπίτι της γάτας. Ο “θρύλος” λέει ότι το αγαλματάκι το έφτιαξε ο ιδιοκτήτης με …… την ουρά της προς την έδρα μίας εμπορικής συντεχνίας, επειδή δεν τον δέχτηκαν. Αλήθεια, ψέματα, πάντως οι γάτες είναι (από τότε; ) η μασκότ της πόλης και στα καταστήματα βρίσκεις διάφορα σουβενίρ με θέμα τα συμπαθή τετράποδα.
Πέρασα πάλι από την Κεντρική Αγορά, τα “3 αδέλφια” και φυσικά μεγάλο μέρος του ιστορικού κέντρου. Τελείωσε λοιπόν έτσι η επίσκεψή μου στην συμπαθέστατη, ασφαλή αλλά και “ζωντανή” αυτή πόλη. Πριν από την τελευταία βραδινή έξοδο, φυσικά στα γνωστά μέρη, αγόρασα και δύο εισιτήρια για το λεωφορείο από το σουπερμάρκετ.
5 Αυγούστου – Home sweet home
Η πτήση μου ήταν στις 11:10. Χρόνος για βόλτες δεν υπήρχε βέβαια, οπότε μάζεψα τα τελευταία πράγματα, αποχαιρέτησα το ξενοδοχείο μου και κατέβηκα με λεωφορείο μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό, λίγο πιο κάτω πέρναγε το λεωφορείο 22 για το αεροδρόμιο. Μου είχαν πει στην ρεσεψιόν ότι έπρεπε να έχω δεύτερο εισιτήριο, ίδιο όμως (1,20 Ευρώ). Δεν κατάλαβα γιατί από το αεροδρόμιο έκανε 1,50, αλλά δεν έγινε και τίποτα. Έφτασα κατά τις 8:30 και το check in ήταν ήδη ανοικτό. Έδωσα την βαλίτσα και μπήκα στο αεροδρόμιο, που είναι ωραίο, με πολλά καταστήματα και έναν άνετο, ανοικτό χώρο για τους καπνιστές, η ώρα πέρασε ευχάριστα. Αγόρασα δύο μπουκάλια Riga Black Balsam, το χαρακτηριστικό ποτό της Ρίγα. Στην “αυθεντική” του έκδοση είναι σχεδόν σαν φάρμακο, από ότι μας είχε πει ο ξεναγός σαν τέτοιο το χρησιμοποιούσαν παλιά. Τώρα βγαίνει και σε εκδόσεις με γεύσεις διαφόρων φρούτων του δάσους (τέτοια πήρα) αλλά και εσπεριδοειδών, είχα δοκιμάσει στο ξενοδοχείο και μου άρεσε! Στα καταστήματα του αεροδρομίου σου δίνουν να δοκιμάσεις πάντως.
Η πτήση στην ώρα της, πάλι με την CARPATAIR, άψογη. Άλλο ένα ταξίδι είχε τελειώσει!
Αρχίζω την σύνοψη του ταξιδιού με το ότι η Λετονία είναι μία πραγματικά όμορφη χώρα και βέβαια το μεγάλο της “ατού” είναι η πρωτεύουσά της. Με ωραία και ενδιαφέροντα αξιοθέατα, εντυπωσιακά κτίρια, την γοητεία μίας πόλης που την διασχίζει μεγάλος ποταμός, καλά οργανωμένες συγκοινωνίες, ασφαλής, με ζωντάνια και το βράδυ, νομίζω αξίζει να της διαθέσει κανείς τουλάχιστον τρεις ολόκληρες ημέρες. Αν θέλει να μπει και λίγο στο πνεύμα της, ας την εξερευνήσει και πέρα από το ιστορικό κέντρο. Από τα κοντινά στην Ρίγα μέρη θα ξεχώριζα την Jurmala, το Cēsis, την Sigulda και το Rundale, ενώ από τα πιο μακρινά, τόσο το Daugavpils όσο και κυρίως η Kuldiga μου άρεσαν πολύ. Είναι νομίζω προορισμός μάλλον υποτιμημένος στην Ελλάδα, εξού και τα οργανωμένα γκρουπ που σε 6-7 ημέρες γυρνάνε όλες τις Βαλτικές χώρες, τρέχοντας φαντάζομαι! Οι άνθρωποι είναι ευγενικοί και κοινωνικοί (εύκολα πιάνεις κουβέντα μαζί τους). Αγγλικά μιλάνε σχεδόν όλοι οι νέοι, αλλά και πολλοί από τους μεγαλύτερους, περισσότερο οι Λετονοί από τους Ρωσόφωνους. Το κόστος είναι χαμηλότερο από της Ελλάδας, κυρίως στην διαμονή, αλλά οι χώροι που πρέπει να πληρώσεις για να μπεις μάλλον “τσιμπημένοι”. Το φαγητό είναι καλό, μία μείξη από βορειοευρωπαϊκές κουζίνες αλλά και Ρωσικά πιάτα, τα γλυκά, τα κρουασάν και οι σφολιάτες εξαιρετικά, ειδικά αυτά που έχουν διάφορα φρούτα του δάσους, ενώ το νερό της βρύσης πίνεται μια χαρά (δεν σου φέρνουν όμως εκεί που κάθεσαι, δεν είναι Ελλάδα). Εν κατακλείδι είναι ένας ωραίος και σχετικά οικονομικός (πόσο ακόμα; … δεν ξέρω) προορισμός που πιστεύω ότι θα τον ανακαλύψουμε κι εμείς καλύτερα.
Ταξίδεψα με την airBaltic, την εταιρία της χώρας. Με αυτήν θα ταξιδέψει και όποιος βγάλει το εισιτήριο μέσω της Aegean, οι εταιρείες συνεργάζονται. Η μόνη διαφορά είναι ότι όταν βγάζεις τα εισιτήρια με αυτήν, το γεύμα είναι προαιρετικό. Το κόστος ήταν 263,07 Ευρώ, με βαλίτσα αλλά χωρίς γεύμα, το είχα βγάλει όμως από τα τέλη Σεπτεμβρίου. Λίγες εβδομάδες πριν την αναχώρηση πάντως, μου ήλθε ένα μήνυμα ότι η πτήση μου θα γίνει με αεροσκάφος της Ρουμανικής CARPATAIR.
Αναχώρηση στις 22 Ιουλίου. Η πτήση, το αεροπλάνο και η εξυπηρέτηση ήταν εξαιρετικά. Άφιξη στο αεροδρόμιο της Ρίγα, όπου περίμενα λίγη ώρα για να παραλάβω το αυτοκίνητο που είχα κλείσει. Είχα δώσει ώρα παραλαβής υπολογίζοντας κάποια καθυστέρηση (κακώς, δεν είχαμε καθόλου) και τα γραφεία της TOPRENT ήταν κλειστά. Η τιμή του αυτοκινήτου για 5 ημέρες ήταν 216,91 Ευρώ, ο υπάλληλος μου έδωσε όσες επιπλέον πληροφορίες ήθελα και με συνόδευσε έξω, όπου ένα από τα βαν που συνεργάζονται με τις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων με πήγε (δωρεάν) στον χώρο όπου παρέλαβα το αυτοκίνητο. Είχα δηλώσει την οικονομικότερη κατηγορία βέβαια, το αμάξι ήταν ένα Skoda Fabia. Εντυπωσιακά ευρύχωρο!



Ο πρώτος μου προορισμός ήταν η Kuldiga (Κούλντιγκα) στο δυτικό κομμάτι της χώρας. Η Λετονία έχει αυτοκινητόδρομους κοντά στην Ρίγα, το υπόλοιπο δίκτυο είναι στενοί δρόμοι, συνήθως με μία λωρίδα σε κάθε κατεύθυνση, το οδόστρωμα όμως είναι καλό και η κίνηση λίγη, άλλωστε μικρή χώρα είναι (λίγο παραπάνω από 1,8 εκατομμύρια κάτοικοι). Οι διαδρομές είναι μάλλον εύκολες γιατί η χώρα είναι πεδινή και οι απότομες στροφές ελάχιστες. Δύο εντυπωσιακά στοιχεία: το πρώτο είναι ότι οι δρόμοι δεν περνάνε σχεδόν ποτέ από κατοικημένες περιοχές, ακόμη και για μικρά χωριά βγαίνεις από τον κεντρικό δρόμο. Το δεύτερο: όλες οι σημαντικές διασταυρώσεις είναι κυκλικές και εκεί υπάρχουν συνήθως βενζινάδικα με μίνι μάρκετ και χώρο για ξεκούραση. Η τιμή της βενζίνης είναι περίπου 1,7 Ευρώ/λίτρο και το όριο ταχύτητας 110 χλμ. /ώρα, φυσικά κατεβαίνει αρκετά στα τμήματα με περιορισμένη ορατότητα. Δεν το τηρούσα πάντα, αλλά δεν το παράκανα, δεν λέει να μας έλθουν “λυπητερές” στην Ελλάδα! Με λίγα λόγια το ταξίδι ήταν άνετο, η σήμανση αρκετά καλή, ενώ το Skoda ……αυτοκρατορία! Καλή συμπεριφορά στον δρόμο, καλά φρένα, ικανοποιητικές επιδόσεις, ενώ η θέση οδήγησης ήταν σαφώς πολυτελέστερου αυτοκινήτου (ας του κάνω και λίγη διαφήμιση, το αξίζει)! Μέχρι και ειδοποίηση μου έβγαζε, αν θυμάμαι καλά κάθε δύο ώρες, να κάνω break! Έφτασα στην Kuldiga μάλλον αργά το βράδυ και ταλαιπωρήθηκα λιγάκι να βρω το δωμάτιό μου. Η μπαταρία του κινητού τελείωνε και το google maps δεν λειτουργούσε καλά. Ρώτησα δύο φορές και (ευγενέστατοι) με βοήθησαν όσο μπορούσαν. Να μην τα πολυλογώ, έφτασα στο Lība apartments, ένα παραδοσιακό σπίτι (τρίζανε και οι σκάλες), το δωμάτιο πάντως ήταν ωραίο και ευρύχωρο, είχε τρία κρεβάτια και κουζίνα, ενώ στον φροντισμένο κήπο του είχε και χώρο για παρκάρισμα. Η τιμή ήταν 110 Ευρώ για τρία βράδια. Ανέβασα γρήγορα τα πράγματά μου και βγήκα για μία πολύ σύντομη βόλτα, ήταν και αργά, ίσα ίσα να πάρω μία ιδέα.
23 Ιουλίου - Kuldiga
Η ημέρα ήταν αφιερωμένη στην πόλη. Είχα διαβάσει ότι είναι ίσως η πιο όμορφη μικρή πόλη της χώρας (έχει περίπου 13.500 κατοίκους), μάλλον δεν είναι υπερβολή. Το κέντρο είναι γύρω από την πεζοδρομημένη Liepājas iela (οδό Λιεπάγια), με ωραία παραδοσιακά κτίσματα, πολλά από τα οποία είναι ξύλινα, που καταλήγει στην Πλατεία του Παλιού Δημαρχείου.








Λίγο πιο πέρα, προς τον ποταμό Ventra, βρίσκεται ο μικρός καταρράκτης του Αλεξούπιτε (Alekšupītes ūdenskritums), μετά η πέτρινη γέφυρα της πόλης και στο βάθος ο πιο φαρδύς καταρράκτης της Ευρώπης (περίπου 250 μέτρα πλάτος). Το ύψος του είναι 2-3 μέτρα και μπορεί να τον διασχίσει κάποιος με τα πόδια, όταν τα νερά δεν είναι πολλά.




Σχεδόν δίπλα βρίσκεται το κύριο κτίριο του Μουσείου της Κούλντιγκα (ENG | KNM ) με ενδιαφέροντα εκθέματα σχετικά με την περιοχή. Δυστυχώς το δεύτερο κτίριο, σε παράδρομο της Liepājas iela είναι ανοικτό μόνο Παρασκευή με Κυριακή, απλά το φωτογράφησα. Η πόλη έχει και κάποιους χώρους πράσινου, γενικά θα την χαρακτήριζα κουκλίστικη, με λίγα λόγια δικαιολογεί την φήμη της και με το παραπάνω.








Το μεσημέρι, μόλις είχα φάει σε ένα εστιατόριο στην Πλατεία του Δημαρχείου, άρχισε μία απίστευτη νεροποντή που με έπιασε στο δρόμο. Ευτυχώς υπήρχε ένας σκεπασμένος με τέντα χώρος για καφέ (δεν ήταν καφέ, μαγαζί με φλιπεράκια ήταν, αλλά μπορούσες να καθίσεις έξω), όπου περίμενα σχεδόν μία ώρα, μαζί με αρκετούς άλλους, να τελειώσει η βροχή. Παρεμπιπτόντως να πω ότι οι Λετονοί πρέπει να είναι αρκετά τζογαδόροι



Η βροχή κάποτε σταμάτησε, γύρισα στο δωμάτιο και …….ανασυγκροτήθηκα. Το βράδυ συνέχισα τις βόλτες και έφαγα πάλι στην Πλατεία του Δημαρχείου.




24 Ιουλίου – Liepāja
Ημέρα της εκδρομής στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, μετά την Ρίγα, και τρίτη σε πληθυσμό πόλη της (68.000 κάτοικοι). Ξεκίνησα σχετικά νωρίς, μετά από καφέ και πρωινό στον ωραίο κήπο του σπιτιού, ο ιδιοκτήτης είναι μερακλής, από ότι κατάλαβα μετά οι Λετονοί αγαπάνε πολύ τα λουλούδια, παντού έβλεπες σε μπαλκόνια, παράθυρα και κήπους φροντισμένα φυτά. Οι δρόμοι πάντα αξιοπρεπείς, η κίνηση λίγη, μετά από μία ώρα και κάτι (η απόσταση είναι περίπου 85 χιλιόμετρα) έφτασα στην Karosta, πρώην στρατιωτική βάση και σήμερα προάστιο της πόλης, πριν την ανεξαρτησία ήταν απαγορευμένη περιοχή. Το σημαντικότερο αξιοθέατό της είναι η ομώνυμη στρατιωτική φυλακή (https://www.karosta.lv/sakums-1/). Η ναυτική βάση της οποίας ήταν τμήμα κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και αρχικά προοριζόταν για ναυτικό νοσοκομείο, σύντομα όμως μετατράπηκε σε φυλακή. Σαν τέτοια χρησιμοποιήθηκε κατά την τσαρική περίοδο, από τους Γερμανούς στους παγκόσμιους πολέμους, από την ανεξάρτητη Λετονία και από την Ε.Σ.Σ.Δ. Σήμερα είναι η μοναδική στρατιωτική φυλακή στην Ευρώπη που έχει γίνει μουσείο και μπορεί να την επισκεφτεί κάποιος μόνο σε γκρουπ, με ξεναγό. Η πλάκα είναι ότι ο ξεναγός μας μίλησε λιγάκι με ψαρωτικό ύφος και μας οδηγούσε στα διάφορα μέρη που είδαμε κάποιες φορές με …….. παραγγέλματα. Πέρα από τις πλάκες, το μέρος και η ξενάγηση ήταν πολύ ενδιαφέροντα και σοκαριστικά σε ότι αφορά τις συνθήκες που κρατούνταν οι απείθαρχοι, αλλά και οι ”εχθροί του λαού” επί Σοβιετικής Ένωσης. Για όποιον θέλει να ζήσει και ξεχωριστή εμπειρία, έχουν διαμορφωθεί κάποιοι χώροι σε δωμάτια φιλοξενίας, με λίγα λόγια τμήμα της έχει γίνει ξενοδοχείο. Δεν μας έδειξε τα δωμάτια, αλλά μας είπε ότι δεν είναι ακριβώς σαν τα κελιά που είδαμε και ότι φυσικά έχουν την δική τους τουαλέτα και δεν θα πηγαίναμε στις τουαλέτες των τότε κρατουμένων! Τέλος υπάρχει και ένα κατάστημα με σουβενίρ, με αρκετά ωραία αναμνηστικά.






Το επόμενο αξιοθέατο όπου έκανα στάση, σε μικρή απόσταση από την φυλακή, είναι ο επιβλητικός Ναυτικός Ορθόδοξος Καθεδρικός του Αγίου Νικολάου, κατασκευασμένος το 1903 (είναι πραγματικά εντυπωσιακές οι Ρωσικές εκκλησίες).




Μετά πέρασα στο βόρειο τμήμα του κέντρου και πάρκαρα σε έναν ελεύθερο χώρο κοντά στο Μουσείο της Λιεπάγια (Liepāja Museum). Εδώ να κάνω μία παρένθεση: στην Λετονία σε πολλά μέρη το παρκάρισμα είναι δωρεάν. Το μουσείο είναι ενδιαφέρον, με πολλά εκθέματα που σχετίζονται με την ιστορία της πόλης. Στην συνέχεια πέρασα από το φουτουριστικό κτίριο συναυλιών «Μεγάλο Κεχριμπάρι» και περπάτησα προς το κέντρο. Ή Λιέπάγια (έτσι είναι η πιο ακριβής προφορά) έχει αρκετά ωραία κτίρια και μεγάλους δρόμους. Επισκέφτηκα ένα μικρό μουσείο που αναφερόταν στις περιόδους ξένης κατοχής (δεν ενθουσιάστηκα), έκανα λίγη βόλτα στους κεντρικούς δρόμους και φυσικά μία στάση για έναν καφέ. Γυρνώντας για να πάρω το αυτοκίνητο, πέρασα από μία σκεπαστή λαϊκή αγορά. Πολύ γραφική, προοίμιο της αντίστοιχης στην Ρίγα, πήρα ένα ωραίο παραδοσιακό γλυκάκι! Η βόλτα μου στην συμπαθητική αυτή πόλη τελείωσε έτσι, πήρα το αυτοκίνητο και επέστρεψα στην βάση μου, από άλλη διαδρομή.







Το Μουσείο της Λιεπάγια












Liepāja



Η υπόλοιπη ημέρα, μετά από λίγη χαλάρωση στο δωμάτιο και τον κήπο, πέρασε με βόλτες στην Kuldiga (είναι πράγματι πολύ γραφική, ιδιαίτερα όταν αρχίζει να σκοτεινιάζει), έφαγα στην πλατεία του Δημαρχείου, μία μπίρα να περάσει η ώρα και επιστροφή στο δωμάτιο.









25 Ιουλίου – προς τα ανατολικά της χώρας
Ξύπνησα νωρίς, ήπια τους απαραίτητους καφέδες, αποχαιρέτησα τον συμπαθέστατο ιδιοκτήτη και ξεκίνησα για την ανατολική Λετονία, αφού γέμισα το ρεζερβουάρ. Ο καιρός ήταν καλός ευτυχώς και η διαδρομή μέχρι το Ανάκτορο του Ρούνταλε (Rundāle) ευχάριστη και εύκολη, η απόσταση από την Kuldiga είναι περίπου 170 χιλιόμετρα. Μετά από δυόμιση περίπου ώρες έφτασα στο άνετο παρκινγκ, κοντά στην είσοδο. Το εντυπωσιακό ανάκτορο χτίστηκε τον 17ο αιώνα και είναι ένα από τα δύο μπαρόκ ανάκτορα στην σημερινή Λετονία! Η επίσκεψή του από την Ρίγα είναι κάπως δύσκολη, αν δεν πάει κάποιος με οργανωμένη εκδρομή, γιατί πρέπει να πάει με συγκοινωνία μέχρι την κοντινότερη πόλη, την Bauska και να πάρει άλλο λεωφορείο. Με λίγα λόγια πρέπει να αφιερώσει σχεδόν ολόκληρη ημέρα. Εδώ το αυτοκίνητο αποδείχτηκε πολύ βολικό! Κάθισα σχεδόν δύο ώρες, νομίζω ότι είναι ένα αξιοθέατο που αξίζει.













Ύστερα ξεκίνησα για τα ανατολικά της χώρας, ήθελα να φτάσω και σχετικά νωρίς, μετά το μπέρδεμα στην Kuldiga. Οι δρόμοι ήταν και εδώ καλοί, μόνο που σε δύο τμήματα (περίπου 15 χιλιόμετρα το ένα και λιγότερο από 10 το άλλο) θα έκαναν έργα. Είχε αφαιρεθεί η άσφαλτος, έτσι έκανα περισσότερη ώρα από όσο υπολόγιζα. Ο χωματόδρομος δεν ήταν για SUV, αλλά δεν πήγαινα και με πάνω από 60 χλμ/ώρα. Τέλος πάντων έφτασα άνετα και νωρίς στο Daugavpils (Ντάουγκαβπιλς), την 2η σε μέγεθος πόλη της Λετονίας. Εξίσου άνετα βρήκα το ξενοδοχείο Leo. Βρίσκεται σε κεντρικό σημείο, επιπλέον δεν τελείωνε η μπαταρία του κινητού. Τακτοποιήθηκα στο άνετο δωμάτιό μου, αφού πάρκαρα στον χώρο του ξενοδοχείου και βγήκα για μία πρώτη βόλτα στην πρώτη “Ρωσική” πόλη που επισκεπτόμουν. Το Daugavpils έχει περίπου 80.000 κατοίκους και πάνω από το 50% είναι Ρώσοι και Λευκορώσοι, ιστορικά άλλωστε ήταν σταυροδρόμι πολιτισμών και εθνοτήτων. Προπολεμικά η δεύτερη κοινότητα, μετά τους Λετονούς ήταν οι Εβραίοι. Από την πρώτη στιγμή η εντύπωση ήταν θετική, το Leo βρίσκεται σχεδόν δίπλα στην κεντρική, πεζοδρομημένη Rīgas iela, με πολλά ωραία κτίρια, εστιατόρια, καφέ. καταστήματα και τo όμορφο μικρό πάρκο Dubrovin. Μετά την πρώτη. “αναγνωριστική” βόλτα και λίγη χαλάρωση στο δωμάτιο, βγήκα το βράδυ για φαγητό στο πολύ ωραίο καφέ- εστιατόριο Opera στον πεζόδρομο και μετά για μια μπύρα σε έναν πολιτιστικό χώρο όπου γινόταν κάτι σαν πάρτι. Η μουσική ήταν η κλασική mainstream της εποχής, δεν ενθουσιάστηκα αλλά υπήρχε κέφι και η ώρα πέρασε ευχάριστα για να πάω για ύπνο, αρκετά κουραστική ήταν η ημέρα!










26 Ιουλίου – Daugavpils
Ξεκίνημα με καφέ στον χώρο έξω από το δωμάτιο που μου έφτιαξε η συμπαθέστατη γυναίκα του ιδιοκτήτη. Ούτε αυτή ούτε ο (εξίσου συμπαθής) άντρας της μιλούσαν άλλη γλώσσα εκτός από Ρώσικα και συνεννοούμασταν με παντομίμα και με την εφαρμογή που βγάζει την μετάφραση στο κινητό. Μετά άρχισε η γνωριμία με την πόλη. Πρώτος προορισμός ήταν το εμβληματικό της αξιοθέατο, το Φρούριο του Daugavpils. Η απόσταση από το ξενοδοχείο είναι περίπου 3 χιλιόμετρα, προτίμησα να πάω με το αυτοκίνητο. Άρχισε να χτίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα, η ολοκλήρωσή του έγινε στα τέλη του. Η κάτοψή του μοιάζει με αστέρι, κατά άλλους με χελώνα, ενώ η έκτασή του είναι περίπου 2 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Χρησιμοποιήθηκε μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα σαν στρατόπεδο. Ένα μέρος του σήμερα είναι κανονική συνοικία, το υπόλοιπο έχει διαμορφωθεί σε ωραία συντηρημένο πολιτιστικό χώρο. Τα προχώματα της ΝΔ πλευράς βλέπουν προς τον ποταμό Daugava, ενώ τα κτίρια του φρουρίου είναι τώρα μουσεία, κάποιες υπηρεσίες αλλά και (λίγα) καφέ ή καταστήματα. Στην αρχή, μπήκα σε ένα παλιό κτίριο που στον πρώτο όροφο υπήρχε ένα εξαιρετικό μαγαζί με διαφόρων ειδών αντίκες.






Η πρώτη μεγάλη στάση μου ήταν μία έκθεση οχημάτων, κυρίως της Σοβιετικής περιόδου, στο πρώην κτίριο της αποθήκης πυρομαχικών. Ωραία στημένο, με παλιά μοντέλα αυτοκινήτων και δίτροχων. Μετά επισκέφτηκα το μικρό Μουσείο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε και μία μικρή αναπαράσταση των χαρακωμάτων.
















Τελευταίο ήταν το εξαιρετικό Κέντρο Τέχνης Mark Rothko (o Ρόθκο ήταν Εβραίος ζωγράφος, γεννημένος στο Daugavpils), με πολλά έργα μοντέρνας τέχνης.







Μετά γύρισα στο ξενοδοχείο, άφησα το αυτοκίνητο στον δρόμο (δεν χωράγαμε όλοι) και συνέχισα με τα πόδια την εξερεύνηση του κέντρου. Περπάτησα μέχρι τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, έφαγα στο Opera και συνέχισα μέχρι το πάρκο. Στο ύψος του βρίσκεται το ενδιαφέρον Τοπικό Ιστορικό και Καλλιτεχνικό Μουσείο του Ντάουγκαβπιλς (https://latgale.travel/listing/daugavpils-regional-and-art-museum/ ), με εκθέματα σχετικά με την ιστορία της πόλης και γενικότερα της περιοχής του Latgale.







Μετά επισκέφτηκα το μικρό Μουσείο Shmakovka (.https://www.smakovka.lv/). H Shmakovka, το χαρακτηριστικό ποτό της περιοχής του Latgale, είναι δυνατή και μοιάζει με τα δικά μας τσίπουρα, στην “απλή” έκδοση, υπάρχουν όμως και αρωματισμένες παραλλαγές με εσπεριδοειδή, κόκκους καφέ, μέντα, κανέλλα κλπ. Στο τέλος υπήρχε δυνατότητα να δοκιμάσεις και να αγοράσεις, Δεν έχασα την ευκαιρία, δοκίμασα την σκέτη, ωραία είναι και αρκετά δυνατή. Μου αρέσουν αυτά τα ποτά χωρίς να τρελαίνομαι κιόλας, προτίμησα να μην δοκιμάσω άλλα και αρχίσω να τραγουδάω από το απόγευμα! Αγόρασα πάντως ένα κρασί με σορβιά (ένα βότανο του δάσους). δεν το έχω ανοίξει ακόμα.



Η βόλτα συνεχίστηκε, μετά λίγη χαλάρωση στο ξενοδοχείο και αργότερα βραδινή, αποχαιρετιστήρια έξοδος. Φαγητό, λίγο περπάτημα και στάση για την απαραίτητη μπύρα σε ένα καφέ μπαρ, όπου είχαν στην είσοδο και DJ. Η μουσική η γνωστή της εποχής και η ατμόσφαιρα κεφάτη. Η περιήγησή μου λοιπόν στην συμπαθέστατη αυτή πόλη τελείωσε έτσι.








27 Ιουλίου – Rīga
Ξύπνησα σχετικά νωρίς, ήπια έναν καφέ, μετέφερα τα πράγματα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα. Η ώρα να επισκεφτώ την πρωτεύουσα πλησίαζε. Η διαδρομή δεν ήταν μεγάλη, οπότε δεν βιαζόμουν. Στον δρόμο μου βρισκόταν η πόλη του Jekabpils (Γιέκαμππιλς), είχα ρίξει απλά μια ματιά για αυτήν, είπα να κάνω ένα πέρασμα, έτσι από περιέργεια, για μια στάση. Κατευθύνθηκα στο κέντρο και βρήκα την κεντρική πλατεία, όχι κάτι ιδιαίτερο, αλλά είχε τεράστιο πάρκινγκ. Περπάτησα λίγο ελπίζοντας να βρω κάποιο μέρος να καθίσω, κάποια άλλη πλατεία, ρώτησα κάποιους περαστικούς, δεν υπήρχε τίποτα. Τα λίγα ωραία κτίρια σίγουρα δεν άξιζαν τον κόπο, οπότε μετά από κανένα μισάωρο πήρα το αυτοκίνητο και την έκανα (η στάση έγινε στο πρώτο βενζινάδικο).






Jekabpils
Η υπόλοιπη διαδρομή μέχρι την Ρίγα ήταν εύκολη, πλησιάζοντας βέβαια είχε κάποια κίνηση. Λίγο πριν φτάσω στο αεροδρόμιο σταμάτησα για να γεμίσω το ρεζερβουάρ και μετά, κατευθείαν στο χώρο από όπου είχα παραλάβει το αυτοκίνητο. Πάρκαρα, έβγαλα τα πράγματα και τηλεφώνησα στην υπηρεσία με τα πούλμαν, να έλθουν να με πάρουν. Η απόσταση δεν είναι μεγάλη, αλλά είχε ζέστη, άλλωστε περιλαμβανόταν στην τιμή. Αποχαιρέτησα λοιπόν το Skoda που, επαναλαμβάνω, μου άφησε πολύ καλές “αναμνήσεις”. Το γραφείο της TOPRENT ήταν κλειστό, έριξα το κλειδί σε έναν κάδο, όπως μου είχε πει ο υπάλληλος να κάνω, αν δεν έβρισκα κανένα, και έτσι τέλειωσε το πρώτο κομμάτι του ταξιδιού.

Ο οικονομικότερος τρόπος για να πάει κάποιος από το αεροδρόμιο στην πόλη (και ανάποδα) είναι το λεωφορείο 22. Μηχάνημα για εισιτήριο (1,50 Ευρώ το κόστος) υπάρχει στην έξοδο από τις αφίξεις. Να σημειώσω, εντάξει με κάθε επιφύλαξη, ότι σε κάποια βίντεο στο youtube συμβούλευαν να μην παίρνει κανείς κατευθείαν ταξί βγαίνοντας, γιατί οι οδηγοί χρεώνουν περισσότερο από το κανονικό. Πάντως το λεωφορείο μια χαρά είναι, σε μισή ώρα περίπου είχα φτάσει στον σταθμό των λεωφορείων της πόλης και κατέβηκα εκεί (έπρεπε να κατέβω στην επόμενη, στον σιδηροδρομικό σταθμό, αλλά τέλος πάντων). Το Hotel Viktorija βρισκόταν σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρου περίπου. Το ξενοδοχείο είναι λίγο παλαιομοδίτικο αλλά ωραίο, το δωμάτιο ήταν καθαρό και μεγάλο για ένα άτομο, με ωραία θέα και η τιμή: 277 Ευρώ για εννέα βράδια. Ακριβώς δίπλα υπάρχει ένα μικρό σουπερμάρκετ. Εξαιρετικά βολικό, αγόρασα κάποιες φορές μικροπράγματα. Αφού τακτοποιήθηκα γρήγορα, βγήκα για μία πρώτη γνωριμία με την πόλη. Κατηφόρισα τον δρόμο του ξενοδοχείου, την Aleksandra Čeka iela, που σε κάποιο σημείο γίνεται Marijas iela, και έφτασα απέναντι από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, παίρνοντας μία πρώτη ιδέα από το καινούργιο Κέντρο (Centrs = τσέντρς) και τα πολλά ωραία κτίρια για τα οποία φημίζεται η Ρίγα. Πέρασα το κανάλι που περικλείει την Vecriga (έτσι λέγεται η περιοχή της παλιάς πόλης) και πήρα μια πρώτη γεύση της. Η Vecriga είναι μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και σίγουρα το αξίζει! Ωραία και καλοδιατηρημένα κτίρια, εντυπωσιακές εκκλησίες, πεζοδρομημένη σε μεγάλο μέρος της και φυσικά πολλά καταστήματα, καφέ - εστιατόρια και μπαρ. Επέστρεψα στην “γειτονιά” μου και έφαγα στο μπαρ – εστιατόριο Vigante, που μου σύστησαν στο ξενοδοχείο (δίπλα είναι. στην Stabu iela). Φαγητό πολύ καλό, κόστος λογικό (18-25 Ευρώ ένα πιάτο και μία μπύρα), ενώ είναι και ευχάριστο το περιβάλλον. Έγινε το ένα από τα τρία στέκια μου. Μετά βρήκα το δεύτερο στέκι μου, για το βράδυ αυτό, το μπαρ Alus Muiža (Ģertrūdes iela 45), λίγο πιο κάτω, είχα διαβάσει για αυτό στο Ίντερνετ. Ωραίο μαγαζί, χαλαρή ατμόσφαιρα, με αρκετά τραπεζάκια έξω και με περισσότερους τοπικούς από τουρίστες. Οι μπύρες κόστιζαν περίπου 6 Ευρώ. Παρένθεση: οι μπύρες στην Λετονία είναι εξαιρετικές κατά την γνώμη μου!






Πρώτη βόλτα στην Ρίγα
28 Ιουλίου – Rīga
Πρώτη πλήρης ημέρα στην Ρίγα και μετά από πρωινό στο καφέ Troubadour Gourmand, λίγο πιο πέρα από το Alus Muiža (αυτό έγινε το 3ο στέκι μου για πρωί και το απόγευμα), κατέβηκα στο ιστορικό κέντρο. Πρώτη στάση, ίσως στο γνωστότερο αξιοθέατο της πόλης, το Μέγαρο των Μαυροκέφαλων. Οι Μαυροκέφαλοι ήταν αδελφότητα εμπόρων και εφοπλιστών της Λιβονίας (έτσι λεγόταν η περιοχή που σήμερα περιλαμβάνει την Εσθονία και την Λετονία), που ιδρύθηκε στα μέσα του 14ου αιώνα και η οποία είχε ξεκινήσει σαν στρατιωτική οργάνωση. Διάλεξαν σαν προστάτη τους τον Άγιο Μαυρίκιο, Αιγύπτιο (μαύρο) αξιωματικό του Ρωμαϊκού στρατού που βρήκε μαρτυρικό θάνατο γιατί αρνήθηκε να εκτελέσει Χριστιανούς άμαχους. Εξού και το ασυνήθιστο όνομα, αλλά και τα λάβαρά τους που απεικονίζουν έναν μαύρο άντρα. Το πανέμορφο κτίριο ήταν η έδρα τους στην Ρίγα, καταστράφηκε κατά την κατάληψη της πόλης από τους Γερμανούς το 1941, μετά τον πόλεμο ισοπεδώθηκε και ξαναχτίστηκε μεταξύ 1996 και 2000. Το μέγαρο είναι πολύ όμορφο και μέσα, ενώ στον 1ο όροφο έχει μία βεράντα με ωραία θέα στην πλατεία του Δημαρχείου.










Ακριβώς δίπλα βρίσκεται το Μουσείο Κατοχής της Λετονίας (Latvijas Okupācijas muzejs) με θέμα την περίοδο από το 1940 μέχρι την ανεξαρτησία της χώρας. Λίγη βόλτα και μετά ελαφρύ φαγητό στο ευχάριστο Rock Cafe (Mārstaļu iela 2-4). Συνέχισα προς τα 3 αδέλφια, τριάδα κτιρίων χτισμένα σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, κατά τον θρύλο από μέλη της ίδιας οικογένειας, από εκεί και το όνομα. Σε ένα από αυτά στεγάζεται το Μουσείο Αρχιτεκτονικής, δεν έχει εισιτήριο αλλά μάλλον είναι σε φάση οργάνωσης, δεν είχε σχεδόν τίποτα μέσα. Απέναντι πάντως βρίσκεται ένα από τα γραφικότερα καφέ της πόλης, το Parunāsim kafejnica, εξαιρετικό (αν και μικρό) μέσα, αλλά και πολύ συμπαθητικό έξω. Πέρα από τον καλό καφέ, φημίζεται για τα γλυκά του, τις τρεις φορές που κάθισα ζήτησα χαρακτηριστικά της Λετονίας, ήταν θαυμάσια!










Τα τρία αδέλφια




Στη συνέχεια κατέβηκα στην λεωφόρο δίπλα στο ποτάμι και περπάτησα προς τα νοτιοανατολικά, μέχρι το Μουσείο του Γκέτο και του Ολοκαυτώματος στην Λετονία. Είναι στεγασμένο σε παλιά κτίρια και έχει κυρίως φωτογραφικό υλικό, αναπαράσταση του εσωτερικού σπιτιών, αλλά και ένα βαγόνι σαν αυτά με τα οποία μεταφέρανε τον κόσμο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (αυθεντικό …. ρέπλικα ....δεν ξέρω). Η μοίρα των Εβραίων και στις περιοχές της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. που κατέλαβαν οι Γερμανοί ήταν τραγική, ίσως με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Τότε οι Ναζί δεν είχαν ακόμη “σκεφτεί” την μεταφορά τους σε στρατόπεδα. Πολλοί απλά εκτελέστηκαν μαζικά, με το που καταλήφθηκαν οι περιοχές που ζούσαν, από τις ειδικές για αυτή τη δουλειά μονάδες των SS. Το μουσείο δεν μπορώ να πω ότι είχε κάτι το ξεχωριστό, το αναπάντεχο αν προτιμάτε, αλλά και μόνο η σκέψη των γεγονότων με τα οποία συνδέεται προκαλεί ένα σφίξιμο στην καρδιά! Η ημέρα ολοκληρώθηκε με ξεκούραση στο ξενοδοχείο, φαγητό και ποτό στα στέκια μου.






29 Ιουλίου – Rīga
Μετά τα καθιερωμένα για το πρωί, περιπλανήθηκα για λίγο στην περιοχή του καινούργιου κέντρου (Centrs) που είναι φημισμένο για τα Art Nouveaux κτίριά του. Art Nouveaux (Αρ Νουβώ, καινούργια τέχνη) ονομάστηκε το κίνημα στην αρχιτεκτονική, την διακόσμηση και τις εφαρμοσμένες τέχνες γενικότερα που αναπτύχθηκε μεταξύ 1890 και 1910. Η Ρίγα είναι από τις χαρακτηριστικότερες πόλεις με πολλά κτίρια αυτού του στυλ, επιβλητικά και εξαιρετικά όμορφα, τουλάχιστον κατά την γνώμη μου. Ειδικότερα στην Alberta iela και την Elizabetes iela υπάρχουν πολλά, αλλά τα βρίσκεις παντού.






Η πρώτη στάση της πρωινής βόλτας ήταν το Εθνικό Μουσείο Τέχνης της Λετονίας (Latvian National Museum of Art): ωραία συλλογή έργων τέχνης από τον 18ο μέχρι και τον 20ο αιώνα, ενώ και το κτίριο είναι εντυπωσιακό!.












Στην συνέχεια μπήκα στο ιστορικό κέντρο και πήγα στο Πολεμικό Μουσείο (About museum | Latvijas Kara muzejs). Έχει πολλά ωραία εκθέματα, για όποιον ενδιαφέρει η ταραγμένη ιστορία της χώρας τον 20ό αιώνα. Η είσοδος είναι ελεύθερη.










Μετά πήγα στον ποταμό Daugava και τον πέρασα από την Πέτρινη Γέφυρα, την κεντρικότερη από τις δύο οδικές (υπάρχει και η σιδηροδρομική) που ενώνουν τις όχθες του. Η θέα, ειδικά όταν βρίσκεσαι περίπου στην μέση της, είναι εντυπωσιακή, τότε ίσως συνειδητοποιείς πόσο μεγάλος ποταμός είναι: το πλάτος του σε εκείνο το σημείο είναι πάνω από 400 μέτρα.


Πέρασα λοιπόν και στην δυτική πλευρά της πόλης και είδα το εντυπωσιακό φουτουριστικό κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Λετονίας. Διάβασα μετά πως είναι ωραίο και ενδιαφέρον και μέσα, μάλλον παράλειψή μου που δεν ξαναπήγα από εκεί. Προορισμός μου ήταν, λίγο πιο κάτω στην Λεωφόρο Ούζβαρας (Uzvaras bulvāris), το Σιδηροδρομικό Μουσείο, έχω μία μικρή συμπάθεια στα τρένα! Το μουσείο έχει αρκετά ενδιαφέροντα εκθέματα, ενώ σε ένα τμήμα μιας μεγάλης αίθουσας υπάρχει μία μικρή συλλογή παλιών μουσικών οργάνων! Ωραία, αλλά που κόλλαγε με τα τρένα δεν το κατάλαβα. Στον εξωτερικό του χώρο πάντως είχε αρκετές παλιές ατμομηχανές και βαγόνια, εν ολίγοις άξιζε!












Μετά ακολούθησα την ανάποδη διαδρομή (πραγματικά ωραία φάση το να περνάς την γέφυρα!) και κατέληξα στο Ogle (Restaurant Ogle) στο ιστορικό κέντρο για ένα πρόχειρο φαγητό. Καλή η μανιταρόσουπα αλλά και η περατζάδα, το μαγαζί ωραίο, κάπως “τουριστικό” και ακριβότερο, όπως σχεδόν όλα στο ιστορικό κέντρο. Ύστερα περπάτησα στα πέριξ, μπήκα σε μερικά καταστήματα και είδα πολύ ωραία πράγματα από κεχριμπάρι, είδη λαϊκής τέχνης, εκατομμύρια μικρά σουβενίρ (πολλά δεν ήταν καθόλου κιτς), ενώ διαπίστωσα ότι έχουν παράδοση στα δερμάτινα (τσάντες και αξεσουάρ), όχι όλα ακριβά. Παρένθεση: καταστήματα με δερμάτινα είδη βρήκα και στο Centrs, λιγότερο “φανταχτερά” και αρκετά φτηνότερα.. Η βόλτα συνεχίστηκε και τελείωσε στο Funny Fox (Grēcinieku iela 1), ωραία κλασική παμπ με σκαμπό και ψηλά τραπεζάκια έξω, κομβικό το σημείο. Ο (μάλλον) ιδιοκτήτης από τον οποίο πήρα την μπύρα με ρώτησε από πού είμαι, ενθουσιάστηκε γιατί είχε έλθει στην Ελλάδα και μου είπε τις τρεις λέξεις που είχε μάθει: kalimera, kalispera και φυσικά την πιο δημοφιλή που αρχίζει από μ, μόνο που την τόνιζε λάθος! Τον διόρθωσα, γελάσαμε, από τότε όσες φορές ξαναπέρασα και ήταν έξω χαιρετιόμασταν. Στη συνέχεια γύρισα στο ξενοδοχείο για “ανασυγκρότηση”, πριν την βραδινή έξοδο.



30 Ιουλίου – Cēsis

Ημέρα της πρώτης εκδρομής από την Ρίγα. Όλες οι ιστοσελίδες που είχα κοιτάξει συστήνανε το Cēsis (Τσέσις) σαν τον καλύτερο προορισμό έξω από την πρωτεύουσα, μαζί με την Kuldiga. Εκείνη την ημέρα τα τρένα για να πάω ήταν άβολα: στις 6.30 το πρώτο, στις 11.20 το επόμενο, αναγκαστικά λοιπόν πήγα με πούλμαν. Τα πούλμαν ξεκινάνε από τον σταθμό των λεωφορείων, πολύ κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό. Το ταξίδι θα διαρκούσε περίπου 2 ώρες (η απόσταση είναι περίπου 90 χιλιόμετρα), σε μερικά σημεία όμως γίνονταν έργα, έτσι φτάσαμε μετά από δυόμιση ώρες περίπου. Μικρό το κακό. Σε μικρή απόσταση από τον σταθμό τρένων και λεωφορείων ξεκινούσε η κεντρική Rīgas iela. Περπάτησα λίγο και κατευθύνθηκα στο σημαντικότερο αξιοθέατο, το Κάστρο του Cēsis. Η κατασκευή του ξεκίνησε τον 13ο αιώνα και βρίσκεται σε ένα πανέμορφο μικρό πάρκο. Μπαίνοντας ο επισκέπτης περνάει από το εξαιρετικό Μουσείο Ιστορίας και Τέχνης, με εκθέματα σχετικά με την ιστορία της περιοχής και με όμορφη θέα από τον πύργο του. Το παλιό κάστρο είναι καλοδιατηρημένο και για να μπεις σε έναν πύργο του σου δίνουν ένα λυχνάρι, γιατί κάποια τμήματά του είναι εντελώς σκοτεινά. Πλάκα είχε! Από τους πύργους του υπάρχει επίσης ωραία θέα.











Όταν τελείωσα την περιήγηση, πήγα σε μία αίθουσα εκθέσεων τέχνης ακριβώς απέναντι από την είσοδο του.



Μετά πέρασα και από το ενδιαφέρον Παγκόσμιο Κέντρο Λετονικής Τέχνης, στην Lielā Skolas iela 6, με έργα καλλιτεχνών που βρίσκονταν στην εξορία μετά τον πόλεμο, η είσοδος είναι δωρεάν.



Στην συνέχεια έριξα μια ματιά στην Λουθηρανική Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, περπάτησα πάνω κάτω την όμορφη Rīgas iela και έκανα την απαραίτητη στάση στο συμπαθέστατο καφέ ζαχαροπλαστείο Zaļie Gurķi, στην πλατεία Rozu. Γυρνώντας στον Σταθμό βρήκα ένα ωραίο καφέ – εστιατόριο, το Idi Ridi (Raunas iela 17) και έφαγα. Μετά πήρα το πρώτο τρένο για την Ρίγα. Φυσικά το ταξίδι ήταν πολύ πιο άνετο. Nα σημειώσω πως τα εισιτήρια είναι φτηνά στην Λετονία: 4 Ευρώ κόστιζε. Συμπερασματικά: το Cēsis αξίζει να το επισκεφτεί κάποιος! Το υπόλοιπο της ημέρας πέρασε με λίγη βόλτα στο ιστορικό κέντρο, χαλάρωση στο Troubadour Gourmand , ανασυγκρότηση και βραδινή έξοδο στο “στέκι” μου.






31 Ιουλίου – Jurmala


Αφού συγκεντρώθηκε η ομάδα ξεκινήσαμε. Το μέρος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Στην αρχή ο ξεναγός μας πήγε στα γραφεία όπου οι υπεύθυνοι “υποδέχονταν” τον κόσμο, στη συνέχεια είδαμε τα κελιά, τους χώρους όπου οι κρατούμενοι μπορούσαν να βγουν για λίγη ώρα κάθε ημέρα και τέλος μπήκαμε στο δωμάτιο των εκτελέσεων, γιατί κάποιους τους “ξεφορτώνονταν” στα γρήγορα, ειδικά το 40-41, αλλά και αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου. Σίγουρα το όλο σκηνικό προκαλεί κάποια κατάθλιψη, αλλά μήπως η ιστορία της ανθρωπότητας έχει μόνο χαρούμενα κεφάλαια;











Τέλος πάντων η επίσκεψη τελείωσε και κατευθύνθηκα στον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Η σειρά της Jurmala είχε φτάσει. Εδώ θα ομολογήσω ότι δεν το προετοίμασα καλά το πράγμα. Η Γιούρμαλα είναι μια μικρή πόλη – θέρετρο, η οποία έχει επεκταθεί κατά μήκος της τεράστιας παραλίας που βρίσκεται δυτικά της Ρίγα. Το τρένο κάνει αρκετές στάσεις μέχρι να φτάσει στο τέλος της, όπου βρίσκεται το Πάρκο Kemeru. Όταν λοιπόν πήγα να βγάλω εισιτήριο, με ρώτησε η γυναίκα που ακριβώς στην Γιούρμαλα ήθελα να πάω. Είπα στο κεντρικό σημείο, αυτή μου έβγαλε (πως της ήρθε; ) για την στάση Vaivari. Δεν έδωσα σημασία, έτσι κι αλλιώς είχα σκοπό να περπατήσω και λίγο. Κατέβηκα στην στάση, πήγα μέχρι την θάλασσα, η παραλία είναι πραγματικά απέραντη και με άμμο. Ο καιρός ήταν μάλλον ψυχρός, μόνο μερικές οικογένειες με παιδιά που παίζανε ήταν εκεί. Όταν έχει καλό καιρό θα είναι ωραία, τώρα κατά πόσο μπορείς να κολυμπήσεις, δεν το ξέρω, τα νερά πρέπει να είναι κρύα και το καλοκαίρι. Άρχισα λοιπόν να περπατάω στον παράλληλο με την ακτή δρόμο, την Kāpu iela, όπου είδα πολλά καταπληκτικά σπίτια που προφανώς νοικιάζονται για διακοπές. Παρένθεση: η Γιούρμαλα ήταν από τους αγαπημένους προορισμούς τόσο του Χρουστσόφ, όσο και του Μπρέζνιεφ. Η διαδρομή ήταν θαυμάσια, αλλά πέρα από τα σπίτια δεν υπήρχε τίποτα άλλο.









Περπάτησα αρκετά, κάποια στιγμή βαρέθηκα και πήγα στον κεντρικό δρόμο που διασχίζει την περιοχή, λέγεται Asaru prospekts, μετά από κάποιο σημείο Mellužu prospekts και μετά Strēlnieku prospekts. Εδώ υπήρχε κίνηση με αυτοκίνητα και λεωφορεία, πολλά σπίτια (λιγότερο όμορφα), αλλά τίποτα άλλο! Ευτυχώς μετά από κάποια ώρα είχε ένα σουπερμάρκετ και πήρα κάτι να φάω…. να πάρω δυνάμεις. Η πεζοπορία συνεχίστηκε και όλο έλεγα μέσα μου “που θα πάει, κάπου θα αρχίζει ο πολιτισμός”. Θα μπορούσα να πάω 100 μέτρα πιο πάνω να βρω μια στάση του τρένου, αλλά είπαμε: “που θα πάει”! Με είχε πιάσει το γινάτι! Τέλος πάντων συνέχισα, περίπου 7 χιλιόμετρα περπάτησα, δεν πειράζει, θυμήθηκα και τα νιάτα μου. Όταν όμως έφτασα στον “πολιτισμό”, στο Dubulti, ανταμείφθηκα γιατί είδα μπροστά μου την πανέμορφη Ορθόδοξη Εκκλησία του Αγίου Πρίγκιπα Βλαδίμηρου (στην Strēlnieku prospekts 26).



Είχα δει φωτογραφία της στο Ιντερνέτ, αν όμως δεν είχα πάει έτσι στα κουτουρού, μάλλον δεν θα την επισκεπτόμουν, γιατί το Dubulti είχε μεν κάποια σπίτια, αλλά τίποτα που να θυμίζει τουριστικό μέρος. Ρώτησα μια ευγενέστατη κυρία που μου είπε ότι η “ζωή” είναι στην επόμενη στάση, στο Majori, (η σωστή προφορά είναι Μάγιόρι) το οποίο φαινόταν στο βάθος, λιγότερο από ένα χιλιόμετρο ήταν, μία στάση του τρένου. “Μπορείτε να πάτε και με τα πόδια”, της εξήγησα ότι περπάταγα …. ούτε κι εγώ θυμάμαι πόση ώρα, οπότε έβγαλα εισιτήριο (1 Ευρώ), μετά από λίγο πέρασε το τρένο (την ημέρα είναι πολύ συχνά) και βρέθηκα επιτέλους στο πιο επισκέψιμο μέρος της Γιούρμαλα! Τέλος καλό, όλα καλά! Πραγματικά καλά γιατί το Majori είναι μία ωραία κωμόπολη. Ο κεντρικός της πεζόδρομος, η Jomas iela, έχει πολλά παραδοσιακά και καλοδιατηρημένα κτίρια, καταστήματα, καφέ, εστιατόρια, ότι περιμένει κανείς από ένα ανεπτυγμένο θέρετρο. Στο τέρμα του πεζόδρομου βρίσκεται η εντυπωσιακή (όπως όλες) Ρωσική Ορθόδοξη εκκλησία. Αφού περπάτησα πάνω κάτω (από γυμναστική καλά τα πήγα εκείνη την ημέρα), κάθισα σε ένα ωραίο καφέ εστιατόριο, έφαγα και πήρα δυνάμεις. Σίγουρα θα μπορούσα να το είχα οργανώσει καλύτερα πάντως, να έβγαζα εισιτήριο μέχρι τον τελευταίο σταθμό, να περπάταγα όσο ήθελα και να έπαιρνα το τρένο κατευθείαν για το Majori. Δεν πειράζει, και οι αναποδιές μέσα στο παιχνίδι είναι.









Πήρα το τρένο της επιστροφής στην Ρίγα (2,50 Ευρώ το εισιτήριο), έκανα βόλτα πάλι στο κέντρο, πέρασα για λίγο από την περίφημη Κεντρική αγορά της πόλης και ανέβηκα στο ξενοδοχείο για λίγη ξεκούραση, να έχουμε και δυνάμεις για το βράδυ.
1η Αυγούστου – Sigulda

Η Sigulda (Σιγκούλντα) ήταν ο τελευταίος προγραμματισμένος προορισμός για εκδρομή. Βρίσκεται κοντά στην Ρίγα (55 χιλιόμετρα περίπου) και τα τρένα δεν είχαν περίεργα ωράρια, τουλάχιστον εκείνη την ημέρα. Μετά την καθιερωμένη στάση στο Troubadour Gourmand για καφέ και πρωινό σνακ, κατέβηκα στον σιδηροδρομικό σταθμό. Το εισιτήριο κοστίζει 2,50 Ευρώ, μετά από μία ώρα και κάτι έφτασα. Στο κτίριο του σταθμού υπάρχει γραφείο πληροφοριών, όπου συνιστούσαν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Άρχιζε με το κύριο αξιοθέατο της πόλης, το Κάστρο της, αποτελούμενο από τα ερείπια του Παλιού Κάστρου (χτίστηκε τον 13ο αιώνα) και το εξαιρετικό Καινούργιο Κάστρο που χτίστηκε σαν κατοικία το 1878, από την οικογένεια στην οποία ανήκε. Για αυτά τα δύο και μόνο αξίζει η επίσκεψη στην πόλη! Τα μικρά κτίρια έξω από το καινούργιο κάστρο έχουν γίνει καταστήματα, αλλά και ένα εργαστήριο ειδών λαϊκής τέχνης, δεν λείπει και ένα μικρό καφέ.















Το Παλιό Κάστρο



Μετά, το πρόγραμμα έλεγε να πάρουμε ένα τελεφερίκ (πολύ κοντά στο Κάστρο) που πέρναγε πάνω από τον ποταμό Gauja και από το τέρμα του να ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι που θα μας οδηγούσε στην κωμόπολη Turaida και στο εκεί κάστρο της (1 χιλιόμετρο περίπου απόσταση). Από εκεί θα μπορούσαμε να γυρίσουμε στην Sigulda με λεωφορείο. Η εμπειρία του τελεφερίκ ήταν εντυπωσιακή, αλλά τα πράγματα άρχισαν να “σκουραίνουν” …. κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ο καιρός από το πρωί ήταν κάπως απειλητικός, όταν περίμενα το τρένο στην Ρίγα είχε ρίξει μία μάλλον έντονη σύντομη βροχή. Ενώ ανεβαίναμε, μία από τα ίδια, μόνο που εδώ συνέχισε να ψιχαλίζει. Το όλο σκηνικό ήταν πολύ ωραίο, παντού πράσινο, δίπλα υπήρχε και ένας μικρός οικισμός. Η σηματοδότηση δεν ήταν και η καλύτερη, βρήκα όμως το μονοπάτι και κατάλαβα τι διαδρομή έπρεπε να ακολουθήσω, πράγμα που έκανα για τριακόσια - τετρακόσια μέτρα. Το τοπίο είναι μαγικό, το μονοπάτι θαυμάσιο, στρωμένο με πέτρες, η βροχή όμως μία δυνάμωνε, μία γινόταν ψιχάλα. Βέβαια είχα μαζί μου ομπρέλα (απαραίτητο σε αυτές τις χώρες), τα παπούτσια όμως (αθλητικού στυλ, έτσι; ) είχαν αρχίσει να “μπάζουν”. Ε, δεν είχα σκεφτεί να πάρω και χειμερινά αδιάβροχα! Εδώ κάπου “ξενέρωσα”, λέω ……….ας μην το γράψω …. αρκετά κάστρα έχω δει, είχα φάει και την “πορεία” στην Γιούρμαλα την προηγούμενη ημέρα! Μεταβολή, επιστροφή, είδα λίγο τον οικισμό παραδίπλα από το τελεφερίκ, έβγαλα εισιτήριο επιστροφής (19 Ευρώ το πήγαινε έλα) και κατέβηκα πάλι. Μετά από μία μικρή βόλτα στην συμπαθητική πόλη πήγα στον σταθμό και πήρα το επόμενο τρένο για την Ρίγα.






Σύνοψη: η Sigulda αξίζει και με το παραπάνω για το κάστρο! Αν τώρα θέλει κάποιος να δει και το αυτό της Turaida, αλλά δεν έχει όρεξη για πεζοπορία στη φύση (και τελεφερίκ, μην το ξεχνάμε), μπορεί κάλλιστα να πάει με λεωφορείο. Δεν πήγα μεν, παντού έγραφαν όμως ότι αξίζει! Όταν επέστρεψα στην Ρίγα έκανα πάλι βόλτα, μεγαλύτερη αυτή τη φορά, στην Κεντρική Αγορά. Τεράστια και ιδιαίτερη, το μεγαλύτερο μέρος της είναι μέσα σε τέσσερα γιγαντιαία υπόστεγα, λεπτομέρειες την επομένη! Αξίζει να “ανεφοδιαστεί” κάποιος, ειδικά αν μένει σε airbnb. Εκτός από τους κλασικούς πάγκους που βρίσκεις ότι παράγει η χώρα, υπάρχουν καταστήματα με ρούχα, σουβενίρ, αλλά και καφέ, fast food, με λίγα λόγια ένα τεράστιο γιουσουρούμ! Στη συνέχεια λίγη βόλτα ακόμα, επιστροφή στο ξενοδοχείο και ……. τα κλασικά!



....και βόλτες στην Ρίγα
2 Αυγούστου – Rīga
Λίγες ημέρες πριν, ψάχνοντας πληροφορίες στο Ιντερνέτ, έπεσα σε διαφήμιση του Riga Free Tour (https://www.rigafreetours.com/). Οι οργανωμένες περιηγήσεις στα διάφορα μέρη νομίζω έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, μία καινούργια ( ; ) τάση. Φυσικά έχουν τα υπέρ τους: μαθαίνεις πράγματα που δύσκολα ανακαλύπτεις χωρίς την βοήθεια ενός “τοπικού”, βλέπεις πράγματα σε σχετικά σύντομο χρόνο, φυσικά είναι ακόμα πιο χρήσιμες αν δεν έχεις πολλές ημέρες στην διάθεσή σου. Από την άλλη πλευρά ακολουθείς αναγκαστικά τον ρυθμό τους και φυσικά κοστίζουν, συνήθως πολύ, ειδικά αν τα ψάχνεις μέσω του Tripadvisor (μακριά γενικώς!!!). Εδώ οι τύποι προτείνουν κάποιες διαδρομές πέρα από τις κλασικές, η μία με τίτλο “ Εναλλακτικός Γύρος της Ρίγα". Τα οργανωμένα γενικά ποτέ δεν με τραβούσαν, εδώ όμως τόσο ο τίτλος, όσο και η περιγραφή μου κίνησαν την περιέργεια. Ένα άλλο που μου άρεσε ήταν ότι δεν υπήρχε συγκεκριμένη τιμή. Έγραφε στην ιστοσελίδα ότι δεν είναι υποχρεωτικό να πληρώσεις, αλλά αν σου άρεσε η ξενάγηση, ας δώσεις 10 Ευρώ στον οδηγό, αν σου άρεσε αρκετά 15 και αν πάρα πολύ 20. Φυσικά δεν διανοούμαι ότι κάποιος θα έφευγε χωρίς να δώσει κάτι! Έκανα κράτηση την προηγούμενη και το ραντεβού ήταν στις 12, μπροστά από τον επιβλητικό Ναό του Αγίου Πέτρου. Χρόνος υπήρχε μέχρι τότε και πέρασα για να δω από κοντά τον Ορθόδοξο Καθεδρικό της Γέννησης του Χριστού. Ακόμα μία πανέμορφη Ρωσική εκκλησία! Πέρασα από το Άγαλμα της Ελευθερίας, συνέχισα προς το ιστορικό κέντρο και πήγα στο σημείο συνάντησης.









Όταν συγκεντρωθήκαμε όλοι ξεκίνησε η περιήγηση. Πρώτα περάσαμε από την Κεντρική Αγορά και ο ξεναγός μας είπε την ιστορία της. Τα τέσσερα τεράστια υπόστεγα είχαν κατασκευαστεί κοντά στην Ρίγα από τους Γερμανούς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (είχαν φτάσει μέχρι εκεί) για τα αερόστατα Ζέπελιν και ήταν πολύ μεγαλύτερα. Ο πόλεμος τελείωσε, οι Γερμανοί αποχώρησαν, η Λετονία έγινε ανεξάρτητη και τους έμειναν τα υπόστεγα. Είχαν λοιπόν την ωραία ιδέα να τα αποσυναρμολογήσουν και να τα μεταφέρουν στην πόλη, όπου τα έστησαν, σε μικρότερες διαστάσεις όμως, γιατί τα αερόστατα ήταν γιγαντιαία! Έτσι δημιουργήθηκε αυτή η ιδιαίτερη αγορά, που είναι και ένα από τα αξιοθέατα της Ρίγα.




Αφού κάναμε ένα γρήγορο γύρο στα τρία από τα τέσσερα υπόστεγα (ένα ήταν κλειστό για εργασίες), κατευθυνθήκαμε ανατολικά, σε μία περιοχή που ονομάζεται Περιοχή της Μόσχας. Το όνομα δεν δόθηκε βέβαια λόγω συμπάθειας προς τους Ρώσους, αλλά γιατί πολύ παλιά από εκεί πέρναγαν η σιδηροδρομική γραμμή και ο δρόμος προς της Μόσχα. Η συνοικία έχει αρκετά παλιά ξύλινα σπίτια, αλλά και την μοναδική ξύλινη εκκλησία που έχει διασωθεί στην πόλη. Είναι γραφική, καθόλου “τουριστική” όμως, αν και ο ξεναγός μας είπε ότι αναμένεται να αναπτυχθεί σύντομα. Περάσαμε έξω από το επιβλητικό Κτίριο της Λετονικής Ακαδημίας Επιστημών (οι Λετονοί το αποκαλούν Τούρτα Γενεθλίων του Στάλιν ή Δώρο του Στάλιν). Χτίστηκε μεταξύ 1951 και 1961, βασισμένο στην λεγόμενη Σταλινική Αρχιτεκτονική ή Σοσιαλιστικό Κλασικισμό. Αντίστοιχα κτίρια υπάρχουν στην πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. (το κτίριο του Πανεπιστημίου Λομονόσοβ στην Μόσχα είναι το χαρακτηριστικότερο), αλλά και στην Βαρσοβία. Το ύψος του είναι 108 μέτρα, σίγουρα είναι εντυπωσιακό και ωραίο, κατά την γνώμη μου. Επιτρέπεται η είσοδος. Ο επισκέπτης ανεβαίνοντας ψηλά θα έχει πανοραμική θέα της Ρίγα (δεν συμπεριλαμβανόταν στο πρόγραμμα της ξενάγησης). Μετά την ανεξαρτησία της χώρας στεγάστηκαν εκεί κάποιες υπηρεσίες του Πανεπιστημίου της Ρίγα, τώρα είναι στην φάση εύρεσης τρόπου για να το εκμεταλλευτούν.







Η βόλτα συνεχίστηκε λίγο ανατολικότερα, στα όρια του παλιού γκέτο, όπου στα ερείπια της παλιάς συναγωγής υπάρχει ένα λιτό μνημείο για τους Εβραίους της Ρίγα. Εκεί τους συγκέντρωναν πριν σταλούν στα στρατόπεδα. Συνεχίσαμε προς το κέντρο. Κάναμε μία στάση στο κανάλι που σχεδόν περικλείει το ιστορικό κέντρο (πολύ όμορφο το μικρό πάρκο γύρω του) και ο οδηγός μας είπε ότι σε ένα σημείο έχουν κάνει φωλιά κάστορες (!!), όχι παράλογο αν σκεφτεί κανείς ότι σε μικρή απόσταση βρίσκεται η κεντρική αγορά και στο κανάλι καταλήγουν αρκετά σκουπίδια και αποφάγια. Μας συνέστησε πάντως, αν ξαναπεράσουμε από εκεί σε ώρα που δεν έχει πολύ κόσμο και τα συμπαθή τετράποδα βγαίνουν έξω, να μην τα πλησιάσουμε και πολύ. Πριν κάποια χρόνια ένας τουρίστας τα πλησίασε για να βγάλει selfie (έλεος!), μόνο που ένα αγρίεψε και τον δάγκωσε! “Αν τα δόντια τους μπορούν και ροκανίζουν κορμούς δέντρων, καταλαβαίνετε πόσο σοβαρό ήταν το δάγκωμά του”. Ο τύπος κατέληξε στο νοσοκομείο! Τέλος πάντων το τέρμα της περιήγησης ήταν κοντά στο Μνημείο της Ελευθερίας. Έμεινα ευχαριστημένος από την ξενάγηση και την συνιστώ ανεπιφύλακτα. Ο ξεναγός μας, ο Kaspars, ήταν συμπαθέστατος και η ξενάγησή του ευχάριστη και γλαφυρή (είναι αυτός με το καπελάκι στην φωτογραφία). Μας είπε στο τέλος ότι αν θέλει κάποιος να γνωρίσει πραγματικά την Ρίγα, πρέπει να δει και έξω από το ιστορικό κέντρο. Πρώτη ανέφερε την περιοχή που έμεινα, αλλά και την γειτονιά που μένει αυτός, το Agenskalns (κοντά στο Σιδηροδρομικό Μουσείο). Του έδωσα 15 Ευρώ, διάλεξα την μέση τιμή.



Αφού τελείωσε η ξενάγηση πήγα προς το ιστορικό κέντρο, έφαγα κάτι και κατευθύνθηκα προς το Κέντρο Τέχνης Zuzeum (Zuzeum - Art museum Zuzeum is the home of the Zuzāns Collection, the most extensive private collection of Latvian art in the world.). Είναι ένας χώρος εκθέσεων μοντέρνας τέχνης, σε πολύ όμορφο κτίριο, εξαιρετικά φτιαγμένο μέσα, ενώ υπάρχει και ταράτσα με καφέ και θέα. Έχει δύο αίθουσες αρκετά μεγάλες, τα έργα μου άρεσαν, αλλά νομίζω ότι το κανονικό εισιτήριο (12 Ευρώ) είναι υπερβολικό. Εγώ βέβαια πλήρωσα το μισό, είμαστε και κάποιας ηλικίας. Με την ευκαιρία να πω ότι εισιτήρια seniors (πώς να μας πουν … γέρους; ) έχουν οι περισσότεροι χώροι.















Μετά από στάση στο απογευματινό μου στέκι, γύρισα στο ξενοδοχείο για χαλάρωση. Το βράδυ είχα αποφασίσει να κατέβω στο ιστορικό κέντρο, ήταν και Σάββατο, ας δούμε είπα και την πιο έντονη νυχτερινή ζωή της πόλης! Μετά από φαγητό στο Vigante κατηφόρισα και φυσικά είχε αρκετό κόσμο. Κάποια στιγμή άρχισε μία αρκετά δυνατή βροχή. Την ομπρέλα δεν την είχα πάρει, ευτυχώς ήμουν πολύ κοντά στο Σπίτι των Μαυροκέφαλων και καλύφτηκα, μαζί με πολλούς άλλους, στο κτίριο του Δημαρχείου απέναντι, έβγαλα μερικές φωτογραφίες μέχρι να περάσει. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ. Μετά πήγα για λίγο στο Funny Fox. Ωραία και η νυχτερινή ζωή στο κέντρο. Την συνέχεια πάντως προτίμησα να την κάνω στα μέρη μου.





3 Αυγούστου – Jelgava

Για τις δύο τελευταίες ημέρες δεν είχα στο πρόγραμμα κάτι συγκεκριμένο. Είχα διαβάσει για την Jelgava (Γιέλγκαβα), αποφάσισα οριστικά το προηγούμενο βράδυ να πάω, άλλωστε η απόσταση είναι κάπου 45 χιλιόμετρα. Κατέβηκα στον σιδηροδρομικό σταθμό νωρίς, η διαδρομή ήταν περίπου 40 λεπτά και το εισιτήριο: 2,50 Ευρώ. Τα τρένα είναι συχνά, η πόλη είναι αρκετά μεγάλη (πάνω από 60.000 κάτοικοι). Η Jelgava είναι μάλλον σύγχρονη πόλη, με μεγάλους δρόμους και πεζοδρόμια. Η διαδρομή μέχρι την γέφυρα πάνω από τον ποταμό Lielupe ήταν ευχάριστη και η θέα από αυτήν ωραία. Ανάμεσα στις δύο όχθες του ποταμού βρίσκεται ένα μικρό νησί - πάρκο, όπου βρίσκεται το μπαρόκ Ανάκτορο της Γιέλγκαβα, το δεύτερο της χώρας (μαζί με του Rundale), χτισμένο τον 18ο αιώνα. Ήταν κατοικία των δουκών της περιοχής και τώρα έδρα της Γεωπονικής Σχολής της Λετονίας, δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα μέσα, πέρα από τις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου φυσικά και δεν επιτρέπεται η είσοδος. Το κτίριο πάντως είναι εντυπωσιακό, από μόνο του άξιζε την εκδρομή από την Ρίγα!
















Στην συνέχεια περπάτησα μέχρι μία οδό με παλιά, παραδοσιακά σπίτια. Η διαδρομή στην κεντρική Lielā iela και τις παράλληλες με αυτή οδούς άνετη, αν και έκανε αρκετή ζέστη. Ο δρόμος πάντως είχε μόνο τα σπίτια (εντάξει, ενδιαφέροντα ήταν). Πήρα τον δρόμο για τον σιδηροδρομικό σταθμό, ελπίζοντας να βρω κάποιο σημείο να καθίσω λίγο, δεν βρήκα τίποτα. Η πόλη έχει κάποια μουσεία, αλλά προτίμησα να πάρω το πρώτο τρένο και να γυρίσω. Αρκετά είχα δει!






Μετά το τέλος της τελευταίας εκδρομής, το υπόλοιπο του ταξιδιού ήταν αφιερωμένο στην Ρίγα. Έκανα διάφορες βόλτες, ενδιάμεσα επισκέφτηκα το εντυπωσιακό Κάστρο της Ρίγα και το Μουσείο της Πόλης και της Ναυσιπλοΐας. Αγόρασα μερικά κεχριμπαρένια δωράκια στο πολύ καλό City Amber (Jaba iela 5, Authentic Baltic Amber Jewelry). Έχει πολύ ωραία πράγματα για όλα τα βαλάντια, έπιασα κουβέντα και μου είπαν ότι είναι οικογενειακή επιχείρηση που η ιστορία της ξεκίνησε το 1981. Εξυπακούεται πως υπάρχουν πολλά άλλα ωραία καταστήματα.





Στο Κάστρο της Ρίγα












Μουσείο της Πόλης και της Ναυσιπλοΐας
Το απογευματινό πρόγραμμα ήταν ίδιο, ενώ το βράδυ είχα έμπνευση και έφαγα στο Ασιατικό εστιατόριο Wok n Kurry, στην Ģertrūdes iela, πολύ ωραίο φαγητό και σε προσιτές τιμές.
4 Αυγούστου – Rīga
Η τελευταία ημέρα του ταξιδιού κύλησε χαλαρά, προτιμάω να “περισσεύει” μία ημέρα, παρά να έχω την αίσθηση ότι δεν μου έφτασε ο χρόνος να δω ένα μέρος. Έκανα βόλτες στην πόλη, μεταξύ άλλων είδα και το σπίτι της γάτας. Ο “θρύλος” λέει ότι το αγαλματάκι το έφτιαξε ο ιδιοκτήτης με …… την ουρά της προς την έδρα μίας εμπορικής συντεχνίας, επειδή δεν τον δέχτηκαν. Αλήθεια, ψέματα, πάντως οι γάτες είναι (από τότε; ) η μασκότ της πόλης και στα καταστήματα βρίσκεις διάφορα σουβενίρ με θέμα τα συμπαθή τετράποδα.




Πέρασα πάλι από την Κεντρική Αγορά, τα “3 αδέλφια” και φυσικά μεγάλο μέρος του ιστορικού κέντρου. Τελείωσε λοιπόν έτσι η επίσκεψή μου στην συμπαθέστατη, ασφαλή αλλά και “ζωντανή” αυτή πόλη. Πριν από την τελευταία βραδινή έξοδο, φυσικά στα γνωστά μέρη, αγόρασα και δύο εισιτήρια για το λεωφορείο από το σουπερμάρκετ.





5 Αυγούστου – Home sweet home
Η πτήση μου ήταν στις 11:10. Χρόνος για βόλτες δεν υπήρχε βέβαια, οπότε μάζεψα τα τελευταία πράγματα, αποχαιρέτησα το ξενοδοχείο μου και κατέβηκα με λεωφορείο μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό, λίγο πιο κάτω πέρναγε το λεωφορείο 22 για το αεροδρόμιο. Μου είχαν πει στην ρεσεψιόν ότι έπρεπε να έχω δεύτερο εισιτήριο, ίδιο όμως (1,20 Ευρώ). Δεν κατάλαβα γιατί από το αεροδρόμιο έκανε 1,50, αλλά δεν έγινε και τίποτα. Έφτασα κατά τις 8:30 και το check in ήταν ήδη ανοικτό. Έδωσα την βαλίτσα και μπήκα στο αεροδρόμιο, που είναι ωραίο, με πολλά καταστήματα και έναν άνετο, ανοικτό χώρο για τους καπνιστές, η ώρα πέρασε ευχάριστα. Αγόρασα δύο μπουκάλια Riga Black Balsam, το χαρακτηριστικό ποτό της Ρίγα. Στην “αυθεντική” του έκδοση είναι σχεδόν σαν φάρμακο, από ότι μας είχε πει ο ξεναγός σαν τέτοιο το χρησιμοποιούσαν παλιά. Τώρα βγαίνει και σε εκδόσεις με γεύσεις διαφόρων φρούτων του δάσους (τέτοια πήρα) αλλά και εσπεριδοειδών, είχα δοκιμάσει στο ξενοδοχείο και μου άρεσε! Στα καταστήματα του αεροδρομίου σου δίνουν να δοκιμάσεις πάντως.


Η πτήση στην ώρα της, πάλι με την CARPATAIR, άψογη. Άλλο ένα ταξίδι είχε τελειώσει!
Αρχίζω την σύνοψη του ταξιδιού με το ότι η Λετονία είναι μία πραγματικά όμορφη χώρα και βέβαια το μεγάλο της “ατού” είναι η πρωτεύουσά της. Με ωραία και ενδιαφέροντα αξιοθέατα, εντυπωσιακά κτίρια, την γοητεία μίας πόλης που την διασχίζει μεγάλος ποταμός, καλά οργανωμένες συγκοινωνίες, ασφαλής, με ζωντάνια και το βράδυ, νομίζω αξίζει να της διαθέσει κανείς τουλάχιστον τρεις ολόκληρες ημέρες. Αν θέλει να μπει και λίγο στο πνεύμα της, ας την εξερευνήσει και πέρα από το ιστορικό κέντρο. Από τα κοντινά στην Ρίγα μέρη θα ξεχώριζα την Jurmala, το Cēsis, την Sigulda και το Rundale, ενώ από τα πιο μακρινά, τόσο το Daugavpils όσο και κυρίως η Kuldiga μου άρεσαν πολύ. Είναι νομίζω προορισμός μάλλον υποτιμημένος στην Ελλάδα, εξού και τα οργανωμένα γκρουπ που σε 6-7 ημέρες γυρνάνε όλες τις Βαλτικές χώρες, τρέχοντας φαντάζομαι! Οι άνθρωποι είναι ευγενικοί και κοινωνικοί (εύκολα πιάνεις κουβέντα μαζί τους). Αγγλικά μιλάνε σχεδόν όλοι οι νέοι, αλλά και πολλοί από τους μεγαλύτερους, περισσότερο οι Λετονοί από τους Ρωσόφωνους. Το κόστος είναι χαμηλότερο από της Ελλάδας, κυρίως στην διαμονή, αλλά οι χώροι που πρέπει να πληρώσεις για να μπεις μάλλον “τσιμπημένοι”. Το φαγητό είναι καλό, μία μείξη από βορειοευρωπαϊκές κουζίνες αλλά και Ρωσικά πιάτα, τα γλυκά, τα κρουασάν και οι σφολιάτες εξαιρετικά, ειδικά αυτά που έχουν διάφορα φρούτα του δάσους, ενώ το νερό της βρύσης πίνεται μια χαρά (δεν σου φέρνουν όμως εκεί που κάθεσαι, δεν είναι Ελλάδα). Εν κατακλείδι είναι ένας ωραίος και σχετικά οικονομικός (πόσο ακόμα; … δεν ξέρω) προορισμός που πιστεύω ότι θα τον ανακαλύψουμε κι εμείς καλύτερα.
Attachments
-
271 KB Προβολές: 0
-
91,1 KB Προβολές: 0
-
265,3 KB Προβολές: 0
-
226,9 KB Προβολές: 0
-
253,6 KB Προβολές: 0
-
204,9 KB Προβολές: 0
-
283,3 KB Προβολές: 0
-
243,5 KB Προβολές: 0
-
156,6 KB Προβολές: 0
-
310,8 KB Προβολές: 0
Last edited: