Περιεχόμενα
Μετά λοιπόν από μια ανατρεπτικότατη βραδιά που συνεχίστηκε με χορό και τραγούδι (και παράνομα αγορασμένες μπύρες από μαροκινούς τυλιγμένες σε μαύρες σακκούλες) το ξενοδοχείο μας προσέφερε αυτό ακριβώς για το οποίο το νοικιάσαμε. Έναν ξεκούραστο ύπνο. Την επομένη το πρωί, (Σάββατο) ορμήσαμε να ανακαλύψουμε την παλιά πόλη. Μετά την επαναλαμβανόμενη δικιά μου γκρίνια σχετικά με το πως ζούνε οι άνθρωποι χωρίς φραπέ και την σύντομη ανάπτυξη θεωριών σχετικά με την απόλυτη δύναμη του, αράξαμε σε ένα απο τα πολλά υπαίθρια καφέ που πολύ σύντομα έγινε μπύρα κι άλλη μπύρα, μια γύρα ακόμα, που ναι ο σερβιτόρος, έλα τα επόμενα δικά μου, ρε θυμάται κανεις που ναι το ξενοδοχείο, έλα μια τελευταία για το καλώς βρεθήκαμε. Οι δρόμοι γεμάτοι κόσμο και λόγω καρναβαλιού κέφι χαρά και ανεμελιά.
(Ακολουθεί μικρό υποκεφάλαιο με θέμα ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ στο οποίο περιγράφονται και αναλύονται τα πραγματικά συναισθήματα που σου γεννιούνται μπαίνοντας σε οποιοδήποτε φούρνο της Νίκαιας)
ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ
Οι φούρνοι της Νίκαιας είναι έργα τέχνης. Η κατάρα του υπέρβαρου, η ευτυχία του λιχούδη, το οργασμικό χαμόγελο του γλυκοεξαρτημένου. Μετά τις τρεις πρώτες επισκέψεις, ειλικρινά θέλεις να επιστρέψεις ελλάδα και να κλείσεις όλα αυτά τα ακαλαίσθητα άσχημα, βαρετά και αντιαισθητικά "πρατήρια άρτου". Προσεγμένα, μυρωδάτα, όμορφα και νόστιμα, ροδακινάτα και μαρεγκάτα, χαμογελαστά ευγενέστατα και αστεία σε προκαλούν να μπάινεις και να ξαναμπάινεις.
(Τέλος υποκεφαλαίου ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ στο οποίο ελπίζω να έγιναν αντιληπτά τα συναισθήματα)
Για το βράδυ του Σαββάτου ο φίλος μας, μας ενημέρωσε πως θα ξεκινούσαμε μια μεγάλη πολυεθνική παρέα για το χωριό "saorge" στις παρυφές των άλπεων στα γαλλοιταλικά σύνορα. Κάπου εκεί λέει μας είχανε καλέσει σε ένα μέρος χαμένο στη μέση του πουθενά σε ένα μικρό χωριό που ζούσε κάποιος
ελληνας και είχε κανονίσει να παίξει η κομπανία για τους κατοίκους του χωριού. Ήταν βέβαια η μέρα του κεντρικού καρναβαλιού και βλέποντας ανθρώπους απ' όλη την επαρχία να καταφθάνουν και ανθρώπους να χορεύουν στο δρόμο δεν είμασταν και τόσο σίγουροι ότι θέλαμε να πάμε. Μαζευτήκαμε στην πλατεία Γκαριμπάλντι μια τεράστια πλατεία γεμάτη κόσμο που θα ξεκινούσε το κονβόι μας. Αφού το πήραμε απόφαση είπαμε πάμε μιας που η συναυλία δεν μπορούσε να ακυρωθεί και στην τελική δεν είχαμε έρθει για να παρακολουθήσουμε μια παρέλαση αρμάτων και μάλιστα με εισιτήριο!
Καθώς περιμέναμε την οχηματαποστολή που θα μας μεταφέρει σε "μία ώρα περίπου" στο χωριό, ακούσαμε φωνές διαδήλωσης. Λες κι είμαστε στο σύνταγμα ένα πράγμα και στην αρχή υποθέσαμε πως θα είναι καμιά ομάδα του καρναβαλιού. Ήταν όμως όντως διαδήλωση περίπου 100 ανθρώπων νέων στην πλειοψηφία τους, που διαδήλωναν ενάντια στην ACTA και την επιβολή ελέγχου στο διαδίκτυο φορώντας όλοι μάσκες του V for Vendetta. Σύνταγμα Νίκαια λοιπόν ένα πανό δρόμος κι εννοείται πως κατά τη διάρκεια της αναμονής μας ενωθήκαμε με τον κόσμο της διαδήλωσης ενώ οι Γάλλοι φίλοι μας είχαν μείνει έκπληκτοι από τη σύμπτωση. "Μας φέρατε την ελλάδα κανονικά".
Τα γέλια όμως μας κόπηκαν μόλις κατέφθασε ο στόλος που θα μας μετέφερε... Δύο κανονικά αυτοκίνητα κι ένα οπελ τριαντα πέντε χρονών (που σίγουρα έκρυβε χρόνια) με νερά να στάζουν απ' το ψυγείο κι ο οδηγός του ένας καταπληκτικός μποέμ τύπος να μας καλωσορίζει χαμογελαστός βάζοντας νερό στο ψυγείο. Σε δύο λεπτά ενημερωθήκαμε πως το τρίτο όχημα (το μποέμικο) δεν ήταν αποκριάτικο άρμα αλλά το όχημα που θα μετέφερε ειδικά εμάς τους τέσσερις ως το χωριό (το "μια ώρα περίπου"). Αποφασίσαμε να "σπάσει" η παρέα μας για να χουμε κάποιον να μας θυμάται και με ιδρώτα στους κροτάφους ακούσαμε τον Ζόραν να εκκινεί την μίζα του αυτοκινήτου. Ξαναακούσαμε τον ζόραν να επανεκκινεί τη μίζα του αυτοκινήτου. Την τρίτη φορά ένα "γαμώτο πήρε" που εκστομίστηκε απ' την παρέα μας εξανέμιζε κάθε ελπίδα να βγούμε γρήγορα φιλόντας το τσιμέντο της πλατείας γκαριμπάλντι. Η χαμογελαστή φάτσα του νικαιοθρεμμένου μποέμ νέου φιλου μας και η ανώφελη ερώτηση του "εβριμπόντι όκει:" 'εμοιαζαν πολύ με το σάουντρακ του "έχετε γειά βρυσούλες". Το ταξίδι στη γαλλική επαρχία 'εμοιαζε πλέον με ταξίδι στο κέντρο της γης....
(Ακολουθεί μικρό υποκεφάλαιο με θέμα ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ στο οποίο περιγράφονται και αναλύονται τα πραγματικά συναισθήματα που σου γεννιούνται μπαίνοντας σε οποιοδήποτε φούρνο της Νίκαιας)
ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ
Οι φούρνοι της Νίκαιας είναι έργα τέχνης. Η κατάρα του υπέρβαρου, η ευτυχία του λιχούδη, το οργασμικό χαμόγελο του γλυκοεξαρτημένου. Μετά τις τρεις πρώτες επισκέψεις, ειλικρινά θέλεις να επιστρέψεις ελλάδα και να κλείσεις όλα αυτά τα ακαλαίσθητα άσχημα, βαρετά και αντιαισθητικά "πρατήρια άρτου". Προσεγμένα, μυρωδάτα, όμορφα και νόστιμα, ροδακινάτα και μαρεγκάτα, χαμογελαστά ευγενέστατα και αστεία σε προκαλούν να μπάινεις και να ξαναμπάινεις.
(Τέλος υποκεφαλαίου ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ στο οποίο ελπίζω να έγιναν αντιληπτά τα συναισθήματα)
Για το βράδυ του Σαββάτου ο φίλος μας, μας ενημέρωσε πως θα ξεκινούσαμε μια μεγάλη πολυεθνική παρέα για το χωριό "saorge" στις παρυφές των άλπεων στα γαλλοιταλικά σύνορα. Κάπου εκεί λέει μας είχανε καλέσει σε ένα μέρος χαμένο στη μέση του πουθενά σε ένα μικρό χωριό που ζούσε κάποιος
ελληνας και είχε κανονίσει να παίξει η κομπανία για τους κατοίκους του χωριού. Ήταν βέβαια η μέρα του κεντρικού καρναβαλιού και βλέποντας ανθρώπους απ' όλη την επαρχία να καταφθάνουν και ανθρώπους να χορεύουν στο δρόμο δεν είμασταν και τόσο σίγουροι ότι θέλαμε να πάμε. Μαζευτήκαμε στην πλατεία Γκαριμπάλντι μια τεράστια πλατεία γεμάτη κόσμο που θα ξεκινούσε το κονβόι μας. Αφού το πήραμε απόφαση είπαμε πάμε μιας που η συναυλία δεν μπορούσε να ακυρωθεί και στην τελική δεν είχαμε έρθει για να παρακολουθήσουμε μια παρέλαση αρμάτων και μάλιστα με εισιτήριο!
Καθώς περιμέναμε την οχηματαποστολή που θα μας μεταφέρει σε "μία ώρα περίπου" στο χωριό, ακούσαμε φωνές διαδήλωσης. Λες κι είμαστε στο σύνταγμα ένα πράγμα και στην αρχή υποθέσαμε πως θα είναι καμιά ομάδα του καρναβαλιού. Ήταν όμως όντως διαδήλωση περίπου 100 ανθρώπων νέων στην πλειοψηφία τους, που διαδήλωναν ενάντια στην ACTA και την επιβολή ελέγχου στο διαδίκτυο φορώντας όλοι μάσκες του V for Vendetta. Σύνταγμα Νίκαια λοιπόν ένα πανό δρόμος κι εννοείται πως κατά τη διάρκεια της αναμονής μας ενωθήκαμε με τον κόσμο της διαδήλωσης ενώ οι Γάλλοι φίλοι μας είχαν μείνει έκπληκτοι από τη σύμπτωση. "Μας φέρατε την ελλάδα κανονικά".
Τα γέλια όμως μας κόπηκαν μόλις κατέφθασε ο στόλος που θα μας μετέφερε... Δύο κανονικά αυτοκίνητα κι ένα οπελ τριαντα πέντε χρονών (που σίγουρα έκρυβε χρόνια) με νερά να στάζουν απ' το ψυγείο κι ο οδηγός του ένας καταπληκτικός μποέμ τύπος να μας καλωσορίζει χαμογελαστός βάζοντας νερό στο ψυγείο. Σε δύο λεπτά ενημερωθήκαμε πως το τρίτο όχημα (το μποέμικο) δεν ήταν αποκριάτικο άρμα αλλά το όχημα που θα μετέφερε ειδικά εμάς τους τέσσερις ως το χωριό (το "μια ώρα περίπου"). Αποφασίσαμε να "σπάσει" η παρέα μας για να χουμε κάποιον να μας θυμάται και με ιδρώτα στους κροτάφους ακούσαμε τον Ζόραν να εκκινεί την μίζα του αυτοκινήτου. Ξαναακούσαμε τον ζόραν να επανεκκινεί τη μίζα του αυτοκινήτου. Την τρίτη φορά ένα "γαμώτο πήρε" που εκστομίστηκε απ' την παρέα μας εξανέμιζε κάθε ελπίδα να βγούμε γρήγορα φιλόντας το τσιμέντο της πλατείας γκαριμπάλντι. Η χαμογελαστή φάτσα του νικαιοθρεμμένου μποέμ νέου φιλου μας και η ανώφελη ερώτηση του "εβριμπόντι όκει:" 'εμοιαζαν πολύ με το σάουντρακ του "έχετε γειά βρυσούλες". Το ταξίδι στη γαλλική επαρχία 'εμοιαζε πλέον με ταξίδι στο κέντρο της γης....