kabamarou
Member
- Μηνύματα
- 1.437
- Likes
- 2.207
2η ημέρα
Το πρωί κάναμε την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην γύρω περιοχή του Αγίου Δομετίου που βρισκόμασταν. Με εντυπωσίασαν οι πολλοί φοίνικες και η χαμηλή δόμηση. Σχεδόν καμιά οικοδομή δεν ξεπερνούσε τους δύο ορόφους. Γύρω μας υπήρχαν πολλά καινούρια ευπρεπής κτίσματα και επικρατούσε σιγή. Δεν κυκλοφορούσε σχεδόν κανένας πεζός.
Περπατώντας περάσαμε από τις μεγάλου όγκου πρεσβείες της Ρωσίας και των ΗΠΑ που μου υπενθύμισαν πως δεν είμαι απλά σε μια λίγο μεγαλύτερη πόλη από την Πάτρα και την Λάρισα αλλά στην πρωτεύουσα ενός κράτους. Παρεμπιπτόντως η απογραφή του 2011 κατέγραψε στην αστική Λευκωσία 200.000 περίπου κατοίκους.
Φτάσαμε στο πάρκο του Αγίου Προκοπίου που είναι δίπλα από το ομώνυμο μοναστήρι. Οι πολλοί φοίνικες καθώς και το μεγάλο ύψος τους μου δημιούργησαν ένα αίσθημα δέους.
Δεν είχαμε πολύ χρόνο όμως γιατί έπρεπε να γυρίσουμε στο σπίτι να υποδεχτούμε έναν φίλο μας που θα ερχότανε από Αθήνα.
Τα είπαμε λίγο μαζί του και ξεκινήσαμε περπατώντας για την πρώτη μας περιήγηση προς το κέντρο της πόλης. Στην διαδρομή επικρατούσε ιδιαίτερη ηρεμία. Δεν είδα κανένα παιδί να παίζει έξω στον δρόμο και κανένα σκυλί έξω σε μπαλκόνι. Οι πεζοί που συναντήσαμε και εδώ ήταν ελάχιστοι και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ξένοι η κανένας ντόπιος που έκανε τον σκύλο του βόλτα. Τα αυτοκίνητα κινούνταν από την αριστερή μεριά του δρόμου και αυτό ήταν ένα μικρό σοκ για εμένα. Ένιωθα ένα χάσιμο εξαιτίας αυτού του γεγονότος το οποίο δεν μπόρεσε να μου φύγει ούτε τις επόμενες ημέρες. Συνεχώς μπερδευόμουν όταν ήθελα να διασχίσω έναν δρόμο ενώ στα μεγάλα σταυροδρόμια με έπιανε ένας πανικός μην ξέροντας από πού θα μου έρθει κάποιο όχημα να με εκσφενδονίσει.
Με τους δρόμους να βρίσκονται σε άψογη κατάσταση, τους οδηγούς να σταματάνε πάντα στις διαβάσεις, την σχεδόν παντελής έλλειψη εκνευρισμού και την ησυχία που επικρατούσε μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι περπατάω σε κάποια πόλη της βόρειας Ευρώπης. Πράγμα λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι η Κύπρος ήταν αποικία των Άγγλων μέχρι το 1959 ενώ η τελευταία φορά που ανήκε στην Ελλάδα ήταν πριν από 1000 χρόνια περίπου.
Στην παλιά πόλη που βρίσκεται μέσα από τα Ενετικά τείχη το σκηνικό άλλαξε αρκετά και ο πεζός κόσμος γύρω μας αυξήθηκε τρομακτικά. Πολύ έντονη η παρουσία μεταναστών. Σε κάποιους δρόμους ήταν οι μισοί αναλογικά ενώ σε κάποιους άλλους η πλειοψηφία. Επίσης είδα ότι είναι και ιδιοκτήτες αρκετών καταστημάτων. Πληροφορήθηκα πως δεν δημιουργούν εγκληματικότητα η προβλήματα και δεν παρατηρείται και ρατσισμός από την πλευρά των ντόπιων.
Κατά έναν περίεργο τρόπο το ζωντανό κομμάτι της Λευκωσίας δεν είναι σε κάποιο σημείο που να μην θυμίζει την διχοτόμηση της πόλης και την κατοχή αλλά ακριβώς δίπλα σε όλα αυτά που την θυμίζουν! Καφετέριες, μαγαζιά με φαγητό, καταστήματα ρούχων και ο πεζόδρομος με τον περισσότερο κόσμο είναι μόλις λίγα μέτρα από οδοφράγματα με βαρέλια και σακιά άμμου καθώς και φυλάκια με ένοπλους φαντάρους . Υπάρχει καφετέρια μάλιστα που βρίσκεται κολλητά στα οδοφράγματα.
Όλες αυτές οι εικόνες που θυμίζουν σκηνές από ταινίες με πεδία μάχης συνοδεύονται από τις φωνές των ιμάμηδων που εισβάλουν από τα τζαμιά των κατεχόμενων.
Αφού διασχίσαμε μέχρι τέλους τον γεμάτο από κόσμο πεζόδρομο της Λύδρας
βρεθήκαμε μπροστά σε ένα από τα σημεία εισόδου στα κατεχόμενα. Ο έλεγχος έγινε πολύ γρήγορα και από τις 2 πλευρές που τις χωρίζει η πράσινη γραμμή. Η πράσινη γραμμή είναι μια λωρίδα γης που ελέγχεται από τον ΟΗΕ, εκτείνεται σε μήκος 300 χιλιομέτρων και χωρίζει το νησί στα δύο. Στην πόλη της Λευκωσίας αυτή η γραμμή αποτελείται από άδεια εγκαταλειμμένα και αφημένα στην φθορά του χρόνου κτίρια
αλλά στο κομμάτι αυτό της εισόδου είναι αρκετά περιποιημένα εξωτερικά.
Με το που περάσαμε στο κατεχόμενο κομμάτι της Λευκωσίας βιώσαμε μια ιλιγγιώδη αλλαγή πολιτισμού σε μόλις λίγα μέτρα. Εδώ πέρα έγκειται και η παγκόσμια μοναδικότητα που αναφέρεται και στον τίτλο της ιστορίας. Η Λευκωσία είναι η μοναδική διχοτομημένη πρωτεύουσα του πλανήτη. Δεν υπάρχει άλλη! Κάνοντας αναζήτηση στο internet βρήκα την πόλη Baarle, που βρίσκεται στα σύνορα μεταξύ Ολλανδίας και Βελγίου αλλά η οποία βέβαια δεν είναι πρωτεύουσα και εκεί πέρα απουσιάζει αυτή η τεράστια διαφορά κουλτούρας. Μεταβαίνοντας μέσω των συνόρων από την μία μεριά στην άλλη νιώθεις ότι αλλάζεις ήπειρο.
Από την βορειοευρωπαικών προδιαγραφών Ελληνική πλευρά περνάς σε μια καθαρά ανατολίτικη συνοικία γεμάτη με Τουρκοκύπριους, τζαμιά και μαγαζιά που σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι μεταφέρθηκες αρκετές δεκαετίες πίσω. Όλα αυτά δεν τα βλέπεις μετά από αρκετά μέτρα περπάτημα αλλά αμέσως, γιατί η καρδιά του κέντρου και από αυτήν την πλευρά είναι ακριβώς πίσω από τα σύνορα. Υπάρχουν αρκετά καταστήματα με ρούχα και πολλά μαγαζιά για φαγητό και καφέ .
Περπατήσαμε στους άφθονους πεζόδρομους και κατευθυνθήκαμε προς το Buyuk Han. Ένα αναπαλαιωμένο χάνι που είναι για πολλούς το ομορφότερο σημείο της κατεχόμενης πόλης, με εστιατόριο, καφέ, μπαρ και τουριστικά μαγαζάκια.
Άφησα την παρέα στο τραπέζι και ξεκίνησα μια εξερεύνηση στο χάνι αλλά και έξω από αυτό
φτάνοντας μέχρι το Selimiye Mosque, ένα τζαμί που ξεχωρίζει από μακριά με τους δύο επιβλητικούς μιναρέδες του.
Έχοντας Ελληνική καταγωγή και βρισκόμενος μόνος σε ένα μέρος κατεχόμενο που μάλιστα μέχρι πριν λίγες δεκαετίες υπήρξε πόλεμος για αυτό, αισθανόμουν ένα μούδιασμα για το τι θα μπορούσε ίσως να μου συμβεί.
Επέστρεψα τελικά στο Buyuk Han όπου μαζί με την υπόλοιπη παρέα αναχωρήσαμε. Μετά από λίγο αυτοί επιβιβάστηκαν σε ένα λεωφορείο της πλατείας Σολωμού που είναι η κεντρική αφετηρία πολλών γραμμών και εγώ θέλοντας να βάλω λίγη περιπέτεια πάλι στο πρόγραμμα αποφάσισα να πάω μόνος με γρήγορο περπάτημα ως το σπίτι έχοντας σαν οδηγό το gps στο κινητό. Ήμουν ο μοναδικός στον δρόμο που προχωρούσα γρήγορα. Μπορεί να με περάσανε και για τρελό
Φτάνοντας τελικά πρόσεξα από την ταράτσα της οικοδομής την τεράστια Τουρκική σημαία που προανέφερα.
Η σημαία αυτή πέρα από το ότι είναι φωτισμένη το βράδυ κάποιες φορές, υπάρχει και σε ζωγραφιστή μορφή. Οι διαστάσεις της είναι 425Χ250 μέτρα! Σκέφτηκα κατά πόσο είναι εύκολο να ξεχάσει κάποιος τα θύματα του πολέμου, το ότι του πήραν την γη, το σπίτι η το ότι κρυβόταν σε καταφύγια για να γλιτώσει από τις βόμβες και είχε μετά για χρόνια εφιάλτες (όπως μας είπε η Μ.) όταν βλέπει συνεχώς αυτή την σημαία να του το θυμίζει. Ίσως να ήταν και αυτός ο λόγος βέβαια που μπήκε.
Το βράδυ πήγαμε στην παλιά πόλη και περάσαμε από την Ονασαγόρου που είναι ο δεύτερος σε κίνηση πεζόδρομος μετά την Λύδρας. Εδώ υπάρχει το avo ένα fastfood Αρμένικο που έχει και Κυπριακές νοστιμιές όπως η χαλουμωτή που ξεκινάνε από 1 ευρώ. Το φαγητό γενικά είναι ακριβότερο από την Ελλάδα αλλά υπάρχουν και οικονομικές λύσεις όπως το avo αλλά και το jenny’s στην Φιλοκύπρου. Ενώ καθόμασταν στο εν λόγω μαγαζί ένας Κύπριος από την παρέα, μας πρότεινε να πάμε για μπύρα στα κατεχόμενα.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο σε ένα σημείο δίπλα στα σύνορα και προχωρήσαμε προς το φυλάκιο. Σε αυτό το σημείο εισόδου προς την άλλη πλευρά υπήρχε μια μεγάλη καθηλωτική αφίσα με φωτογραφίες και αναφορές στον θάνατο δύο Κυπρίων από Τούρκους το 1996. Μια αφίσα σε ένα έρημο και σκοτεινό σημείο εισόδου προς μια άλλη μεριά που την ένιωσα σαν να μου μιλούσε και να έλεγε ότι μπαίνετε στο μέρος των φονιάδων. Ένα ρίγος με διαπέρασε και αναρωτήθηκα για το πόσο εύκολα θα μπορούσε να διαπραχθεί μια ακόμη δολοφονία σε βάρος Ελλήνων σε μη ηλεκτρισμένες συνθήκες όπως αυτής που ζούσαμε εκείνη την στιγμή. Η για να το πω πιο απλά, τι στο καλό κάναμε βραδιάτικα εκεί πέρα;
Η βόλτα μας στα κατεχόμενα τελικά κύλησε πολύ ήρεμα. Οι διαφορές ήταν έντονες και σε αυτό το κομμάτι με τους δρόμους να είναι σε κακή κατάσταση και τους οδηγούς να κινούνται επικίνδυνα κάνοντας μπάντες, απότομα φρεναρίσματα κτλ. Ήπιαμε μια μπίρα με κόστος ένα ευρώ περίπου σε ένα μαγαζί γεμάτο με Τουρκοκύπριους. Οι τιμές στα μαγαζιά των κατεχόμενων γενικά είναι πολύ χαμηλές και συνήθως αυτό που παίρνεις δεν ξεπερνάει τα 2 ευρώ. Γυρίσαμε προς τα σύνορα προσπερνώντας μια κοπέλα που τα διέσχιζε και αυτή καβάλα πάνω σε ένα skate!
Το πρωί κάναμε την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην γύρω περιοχή του Αγίου Δομετίου που βρισκόμασταν. Με εντυπωσίασαν οι πολλοί φοίνικες και η χαμηλή δόμηση. Σχεδόν καμιά οικοδομή δεν ξεπερνούσε τους δύο ορόφους. Γύρω μας υπήρχαν πολλά καινούρια ευπρεπής κτίσματα και επικρατούσε σιγή. Δεν κυκλοφορούσε σχεδόν κανένας πεζός.
Περπατώντας περάσαμε από τις μεγάλου όγκου πρεσβείες της Ρωσίας και των ΗΠΑ που μου υπενθύμισαν πως δεν είμαι απλά σε μια λίγο μεγαλύτερη πόλη από την Πάτρα και την Λάρισα αλλά στην πρωτεύουσα ενός κράτους. Παρεμπιπτόντως η απογραφή του 2011 κατέγραψε στην αστική Λευκωσία 200.000 περίπου κατοίκους.
Φτάσαμε στο πάρκο του Αγίου Προκοπίου που είναι δίπλα από το ομώνυμο μοναστήρι. Οι πολλοί φοίνικες καθώς και το μεγάλο ύψος τους μου δημιούργησαν ένα αίσθημα δέους.
Δεν είχαμε πολύ χρόνο όμως γιατί έπρεπε να γυρίσουμε στο σπίτι να υποδεχτούμε έναν φίλο μας που θα ερχότανε από Αθήνα.
Τα είπαμε λίγο μαζί του και ξεκινήσαμε περπατώντας για την πρώτη μας περιήγηση προς το κέντρο της πόλης. Στην διαδρομή επικρατούσε ιδιαίτερη ηρεμία. Δεν είδα κανένα παιδί να παίζει έξω στον δρόμο και κανένα σκυλί έξω σε μπαλκόνι. Οι πεζοί που συναντήσαμε και εδώ ήταν ελάχιστοι και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ξένοι η κανένας ντόπιος που έκανε τον σκύλο του βόλτα. Τα αυτοκίνητα κινούνταν από την αριστερή μεριά του δρόμου και αυτό ήταν ένα μικρό σοκ για εμένα. Ένιωθα ένα χάσιμο εξαιτίας αυτού του γεγονότος το οποίο δεν μπόρεσε να μου φύγει ούτε τις επόμενες ημέρες. Συνεχώς μπερδευόμουν όταν ήθελα να διασχίσω έναν δρόμο ενώ στα μεγάλα σταυροδρόμια με έπιανε ένας πανικός μην ξέροντας από πού θα μου έρθει κάποιο όχημα να με εκσφενδονίσει.
Με τους δρόμους να βρίσκονται σε άψογη κατάσταση, τους οδηγούς να σταματάνε πάντα στις διαβάσεις, την σχεδόν παντελής έλλειψη εκνευρισμού και την ησυχία που επικρατούσε μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι περπατάω σε κάποια πόλη της βόρειας Ευρώπης. Πράγμα λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι η Κύπρος ήταν αποικία των Άγγλων μέχρι το 1959 ενώ η τελευταία φορά που ανήκε στην Ελλάδα ήταν πριν από 1000 χρόνια περίπου.
Στην παλιά πόλη που βρίσκεται μέσα από τα Ενετικά τείχη το σκηνικό άλλαξε αρκετά και ο πεζός κόσμος γύρω μας αυξήθηκε τρομακτικά. Πολύ έντονη η παρουσία μεταναστών. Σε κάποιους δρόμους ήταν οι μισοί αναλογικά ενώ σε κάποιους άλλους η πλειοψηφία. Επίσης είδα ότι είναι και ιδιοκτήτες αρκετών καταστημάτων. Πληροφορήθηκα πως δεν δημιουργούν εγκληματικότητα η προβλήματα και δεν παρατηρείται και ρατσισμός από την πλευρά των ντόπιων.
Κατά έναν περίεργο τρόπο το ζωντανό κομμάτι της Λευκωσίας δεν είναι σε κάποιο σημείο που να μην θυμίζει την διχοτόμηση της πόλης και την κατοχή αλλά ακριβώς δίπλα σε όλα αυτά που την θυμίζουν! Καφετέριες, μαγαζιά με φαγητό, καταστήματα ρούχων και ο πεζόδρομος με τον περισσότερο κόσμο είναι μόλις λίγα μέτρα από οδοφράγματα με βαρέλια και σακιά άμμου καθώς και φυλάκια με ένοπλους φαντάρους . Υπάρχει καφετέρια μάλιστα που βρίσκεται κολλητά στα οδοφράγματα.
Αφού διασχίσαμε μέχρι τέλους τον γεμάτο από κόσμο πεζόδρομο της Λύδρας
βρεθήκαμε μπροστά σε ένα από τα σημεία εισόδου στα κατεχόμενα. Ο έλεγχος έγινε πολύ γρήγορα και από τις 2 πλευρές που τις χωρίζει η πράσινη γραμμή. Η πράσινη γραμμή είναι μια λωρίδα γης που ελέγχεται από τον ΟΗΕ, εκτείνεται σε μήκος 300 χιλιομέτρων και χωρίζει το νησί στα δύο. Στην πόλη της Λευκωσίας αυτή η γραμμή αποτελείται από άδεια εγκαταλειμμένα και αφημένα στην φθορά του χρόνου κτίρια
Με το που περάσαμε στο κατεχόμενο κομμάτι της Λευκωσίας βιώσαμε μια ιλιγγιώδη αλλαγή πολιτισμού σε μόλις λίγα μέτρα. Εδώ πέρα έγκειται και η παγκόσμια μοναδικότητα που αναφέρεται και στον τίτλο της ιστορίας. Η Λευκωσία είναι η μοναδική διχοτομημένη πρωτεύουσα του πλανήτη. Δεν υπάρχει άλλη! Κάνοντας αναζήτηση στο internet βρήκα την πόλη Baarle, που βρίσκεται στα σύνορα μεταξύ Ολλανδίας και Βελγίου αλλά η οποία βέβαια δεν είναι πρωτεύουσα και εκεί πέρα απουσιάζει αυτή η τεράστια διαφορά κουλτούρας. Μεταβαίνοντας μέσω των συνόρων από την μία μεριά στην άλλη νιώθεις ότι αλλάζεις ήπειρο.
Από την βορειοευρωπαικών προδιαγραφών Ελληνική πλευρά περνάς σε μια καθαρά ανατολίτικη συνοικία γεμάτη με Τουρκοκύπριους, τζαμιά και μαγαζιά που σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι μεταφέρθηκες αρκετές δεκαετίες πίσω. Όλα αυτά δεν τα βλέπεις μετά από αρκετά μέτρα περπάτημα αλλά αμέσως, γιατί η καρδιά του κέντρου και από αυτήν την πλευρά είναι ακριβώς πίσω από τα σύνορα. Υπάρχουν αρκετά καταστήματα με ρούχα και πολλά μαγαζιά για φαγητό και καφέ .
Περπατήσαμε στους άφθονους πεζόδρομους και κατευθυνθήκαμε προς το Buyuk Han. Ένα αναπαλαιωμένο χάνι που είναι για πολλούς το ομορφότερο σημείο της κατεχόμενης πόλης, με εστιατόριο, καφέ, μπαρ και τουριστικά μαγαζάκια.
Επέστρεψα τελικά στο Buyuk Han όπου μαζί με την υπόλοιπη παρέα αναχωρήσαμε. Μετά από λίγο αυτοί επιβιβάστηκαν σε ένα λεωφορείο της πλατείας Σολωμού που είναι η κεντρική αφετηρία πολλών γραμμών και εγώ θέλοντας να βάλω λίγη περιπέτεια πάλι στο πρόγραμμα αποφάσισα να πάω μόνος με γρήγορο περπάτημα ως το σπίτι έχοντας σαν οδηγό το gps στο κινητό. Ήμουν ο μοναδικός στον δρόμο που προχωρούσα γρήγορα. Μπορεί να με περάσανε και για τρελό
Φτάνοντας τελικά πρόσεξα από την ταράτσα της οικοδομής την τεράστια Τουρκική σημαία που προανέφερα.
Το βράδυ πήγαμε στην παλιά πόλη και περάσαμε από την Ονασαγόρου που είναι ο δεύτερος σε κίνηση πεζόδρομος μετά την Λύδρας. Εδώ υπάρχει το avo ένα fastfood Αρμένικο που έχει και Κυπριακές νοστιμιές όπως η χαλουμωτή που ξεκινάνε από 1 ευρώ. Το φαγητό γενικά είναι ακριβότερο από την Ελλάδα αλλά υπάρχουν και οικονομικές λύσεις όπως το avo αλλά και το jenny’s στην Φιλοκύπρου. Ενώ καθόμασταν στο εν λόγω μαγαζί ένας Κύπριος από την παρέα, μας πρότεινε να πάμε για μπύρα στα κατεχόμενα.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο σε ένα σημείο δίπλα στα σύνορα και προχωρήσαμε προς το φυλάκιο. Σε αυτό το σημείο εισόδου προς την άλλη πλευρά υπήρχε μια μεγάλη καθηλωτική αφίσα με φωτογραφίες και αναφορές στον θάνατο δύο Κυπρίων από Τούρκους το 1996. Μια αφίσα σε ένα έρημο και σκοτεινό σημείο εισόδου προς μια άλλη μεριά που την ένιωσα σαν να μου μιλούσε και να έλεγε ότι μπαίνετε στο μέρος των φονιάδων. Ένα ρίγος με διαπέρασε και αναρωτήθηκα για το πόσο εύκολα θα μπορούσε να διαπραχθεί μια ακόμη δολοφονία σε βάρος Ελλήνων σε μη ηλεκτρισμένες συνθήκες όπως αυτής που ζούσαμε εκείνη την στιγμή. Η για να το πω πιο απλά, τι στο καλό κάναμε βραδιάτικα εκεί πέρα;
Η βόλτα μας στα κατεχόμενα τελικά κύλησε πολύ ήρεμα. Οι διαφορές ήταν έντονες και σε αυτό το κομμάτι με τους δρόμους να είναι σε κακή κατάσταση και τους οδηγούς να κινούνται επικίνδυνα κάνοντας μπάντες, απότομα φρεναρίσματα κτλ. Ήπιαμε μια μπίρα με κόστος ένα ευρώ περίπου σε ένα μαγαζί γεμάτο με Τουρκοκύπριους. Οι τιμές στα μαγαζιά των κατεχόμενων γενικά είναι πολύ χαμηλές και συνήθως αυτό που παίρνεις δεν ξεπερνάει τα 2 ευρώ. Γυρίσαμε προς τα σύνορα προσπερνώντας μια κοπέλα που τα διέσχιζε και αυτή καβάλα πάνω σε ένα skate!
Last edited: