escursione
Member
- Μηνύματα
- 1.413
- Likes
- 4.504
Κεφάλαιο 2. Γκέρλιτς
2.1. Εισαγωγή
Αφορμή για επίσκεψη στη πόλη του Γκέρλιτς ήταν μία ιδέα που μας δόθηκε στο Tourist Information της πόλης της Δρέσδης για ημερήσια εκδρομή στο συγκεκριμένο μέρος. Γυρνώντας το βράδυ στο δωμάτιο του ξενοδοχείου αρχίσαμε να ψάχνουμε και να συλλέγουμε πληροφορίες για τη πόλη του Γκέρλιτς, απόσταση, αξιοθέατα, κόστος μεταφοράς κλπ και γενικά μας άρεσε η ιδέα να το επισκεφτούμε. Το πρόβλημα ήταν ότι εμείς είχαμε προγραμματίσει την επόμενη ημέρα να την αφιερώσουμε σε ημερήσια στη Λειψία που είναι στην αντίθετη κατεύθυνση και αμέσως μπήκε το δίλλημα Λειψία ή Γκέρλιτς? Αναζητώντας το κόστος των τρένων ανακαλύπτουμε ότι με το ίδιο εισιτήριο (Sachsen-Ticket, 31€ για 2 άτομα) μπορούμε να επισκεφτούμε και τη Λειψία και το Γκέρλιτς σε 1 ημέρα και τελικά αποφασίσαμε να την μοιράσουμε στα 2 και να πάμε και στις 2 πόλεις.
2.2. Γκέρλιτς – Ταξίδι στον χρόνο
Το Γκέρλιτς (Γκαίρλιτς/Görlitz) με πληθυσμό περίπου 56.000 κατοίκων, βρίσκεται 110 χιλιόμετρα από τη Δρέσδη στο κρατίδιο της Σαξονίας και είναι η ανατολικότερη πόλη της Γερμανίας στα σύνορα με την Πολωνία. Έχοντας αντέξει από τις επιδρομές της αεροπορίας των Συμμάχων κατά των ναζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς να υποστεί καμία σημαντική ζημιά, η αρχιτεκτονική του Γκέρλιτς, κυρίως η ιστορική παλιά πόλη, παραμένει άθικτη. Με περισσότερα από 4.000 κτίρια τα οποία χτίστηκαν κατά τη διάρκεια 500 χρόνων και προστατεύονται ως μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, περπατώντας στα λιθόστρωτα σοκάκια, διακρίνουμε πληθώρα αρχιτεκτονικών στυλ, όπως γοτθική, αναγεννησιακή, μπαρόκ και αρτ νουβό.
Για πολύ καιρό, το Γκέρλιτς ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες και πολιτικά ισχυρές πόλεις της περιοχής. Υπήρχε χρόνος, όταν η πόλη του ποταμού Neiße είχε περισσότερους από 100.000 κατοίκους και ξεπέρασε ακόμη και τη Δρέσδη, τη σημερινή πρωτεύουσα της Σαξονίας.
Λόγω του εμπορίου υφασμάτων και ρούχων, η πόλη οφείλει την άνθηση της κατά τους πρώτους σύγχρονους χρόνους. Χάρη στην ευνοϊκή θέση κατά μήκος του ποταμού Neiße και της εμπορικής οδού μήκους 4.500 χιλιομέτρων Via Regia, που οδηγεί από το Κίεβο στο Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα, το Γκέρλιτς εξελίχθηκε σε ένα σημαντικό κέντρο εμπορίου, πολιτισμού και αρχιτεκτονικής όπου η οικονομία άνθιζε.
Κατά τη διάρκεια της ανατολικογερμανικής κομμουνιστικής διακυβέρνησης της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας και μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, πολλά από τα κτίρια της πόλης εγκαταλείφθηκαν καθώς οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν για καλύτερη στέγη ή ευκαιρίες εργασίας.
Η παλαιά πόλη αποκαταστάθηκε εκτενώς και δαπανηρά μετά τη γερμανική ενοποίηση το 1990. Σημαντική ήταν η συμβολή από έναν ανώνυμο δωρητή που παρείχε μια δωρεά που ονομάζεται "Old Town Million" ποσό ενός εκατομμυρίου μάρκων (σήμερα περίπου 511.000 ευρώ) κάθε χρόνο μεταξύ 1995 και 2016 προκειμένου να υποστηριχθεί η αποκατάσταση και ανακατασκευή της παλιάς πόλης. Κάποιες φήμες λένε ότι ο ευεργέτης και δωρητής των χρημάτων είναι ο Nicolas Cage.
Όλο και περισσότεροι δυτικογερμανικοί συνταξιούχοι μετακινούνται στο Görlitz. Η φανταστική αρχιτεκτονική, οι μικρές αποστάσεις μεταξύ των αξιοθέατων και τα μέτρια ενοίκια έχουν προκαλέσει την πόλη να γίνει γνωστή ως "Pensiopolis".
Η πόλη διασχίζεται από τον ποταμό Λουσατιανό Νάισσε, που από το 1945 αποτελεί τα σύνορα με την Πολωνία. Το τμήμα της πόλης ανατολικά του Νάισσε ανήκει στην Πολωνία και ονομάζεται Ζγκόρζελετς (Zgorzelec).
2.3. Γκέρλιτς, το «Hollywood της Ευρώπης»
Το Γκέρλιτς έχει αποκτήσει το προσωνύμιο «Görliwood», καθώς λατρεύτηκε από σκηνοθέτες και παραγωγούς του Hollywood, μιας και αποτέλεσε δημοφιλές σκηνικό των κινηματογραφικών ταινιών τους. Σε ψηφοφορία από όλους τους Ευρωπαίους πολίτες που διεξήχθη από 11 Σεπτεμβρίου μέχρι 25 Οκτωβρίου 2017, ανάμεσα σε 11 πόλεις, η πόλη απέσπασε το Ευρωπαϊκό Βραβείο της Καλύτερης Τοποθεσίας για Κινηματογράφηση της Δεκαετίας "Best European Film Location of the Decade” από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Επιτροπής Κινηματογράφου (European Film Commission Network).
Το Γκέρλιτς χρησιμοποιήθηκε ως σκηνικό για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1950 στη ταινία με τίτλο «Der Ochse von Kulm». Από τότε, περίπου 100 παραγωγές γυρίστηκαν εδώ συχνά με αρκετές μέρες γυρισμάτων κατά τη διάρκεια ενός έτους.
Στο Γκέρλιτς έχει γυριστεί η βραβευμένη με 4 Όσκαρ ταινία του Wes Anderson «Grand Budapest Hotel», με το εμπορικό κέντρο της πόλης, που είχε εγκαταλειφθεί, να δανείζει στο ξενοδοχείο της ταινίας το εντυπωσιακό εσωτερικό του.
Άλλες ταινίες που έχουν γυριστεί στο Γκέρλιτς είναι: «Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Ημέρες – Around the World in 80 Days» του Frank Coraci, «Σφραγισμένα Χείλη – The Reader» του Stephen Daldry, «Άδωξοι Μπάσταρδοι - Inglourius Basterds» του Quentin Tarantino, «Κλέφτρα των Βιβλίων - The Book Thief» του Brian Percival, «Μνημείων Άνδρες - Monuments Men» του George Clooney, «Μόνος στο Βερολίνο – Alone in Berlin» του Vincent Pérez κ.α.
2.4. Οι ξεχασμένοι Έλληνες του Γκέρλιτς
Το Γκέρλιτς έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία, επειδή έχει συνδεθεί με μία μαύρη -και σε πολλούς άγνωστη- σελίδα της νεότερης ιστορίας μας.
Τα γεγονότα ξεκινούν στις 18 Αυγούστου του 1916 ‒μεσούντος του Α` Παγκοσμίου Πολέμου‒ όταν ο βουλγαρικός στρατός, συνοδευόμενος από Γερμανούς αξιωματικούς, εισέβαλε αιφνιδιαστικά στην Ανατολική Μακεδονία, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας ήταν –ακόμη- ουδέτερη και δεν συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις. Την ίδια ημέρα οι πρέσβεις της Γερμανίας και της Βουλγαρίας στην Αθήνα, με επίσημες διακοινώσεις των Κυβερνήσεων τους, έδιναν εξηγήσεις και διαβεβαιώσεις, ότι η εισβολή αυτή είχε αποκλειστικά στρατιωτικά κίνητρα και στρεφόταν εναντίων της Αντάντ και όχι εναντίων της Ελλάδος. Ταυτόχρονα παρείχαν εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας και την διατήρηση των τοπικών Αρχών στις θέσεις τους. Δεν είχαν σκοπό όπως έλεγαν, να καταλάβουν τις Σέρρες, την Δράμα και την Καβάλα, ενώ ο στρατός τους θα αποχωρούσε, όταν εξέλειπαν οι στρατιωτικοί λόγοι.
Τελικά οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί εξαπάτησαν την ελληνική Κυβέρνηση και ετοιμάστηκαν να κυριεύσουν την Καβάλα και την Ανατολική Μακεδονία. Με την είσοδο των βουλγαρικών στρατευμάτων άρχισαν να διώκονται συστηματικά τόσο οι ελληνικές αρχές, ο ελληνικός στρατός αλλά και ο άμαχος πληθυσμός. Τότε ο προσωρινός διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού Συνταγματάρχης Ιωάννης Χατζόπουλος, αναγκάστηκε προκειμένου να αποφύγει την βουλγαρική αιχμαλωσία που θα είχε καταστροφικές συνέπειες για όλο το στράτευμα, να προτείνει με δική του πρωτοβουλία στον Γερμανό στρατάρχη Χίντεμπουργκ, να έρθουν τα στρατεύματα με τον οπλισμό τους για όσο διάστημα θα κρατούσε ο πόλεμος στη Γερμανία.
Το Δ΄ Σώμα Στρατού περίπου 6.500 αξιωματικοί και οπλίτες, αφού παρέδωσαν το υλικό αξίας εκατομμυρίων, ξεκίνησαν από την Δράμα στις 15 Σεπτεμβρίου με δέκα αμαξοστοιχίες, για τον προορισμό που έμαθαν στα μισά της διαδρομής. Μετά από 12 ημέρες έφτασαν στη μικρή αλλά ιστορική πόλη της πάλαι ποτέ πρωσικής επαρχίας της Σιλεσίας το Γκέρλιτς (Görlitz). Στην περιοχή Ράμπενμπεργκ έξω από το Ανατολικό τμήμα της πόλης, σήμερα στο Πολωνικό Ζγκόρζελετς. Είχε εκκενωθεί ένα τεράστιο στρατόπεδο για διπλάσιο αριθμό Ρώσων αιχμαλώτων, έγιναν οι απαραίτητες αλλαγές, και ο καλλωπισμός του στρατοπέδου για να υποδεχτεί τους Έλληνες υπό κράτηση φιλοξενούμενους.
Φθάνοντας εκεί ύστερα από ένα εξουθενωτικό ταξίδι δώδεκα ημερών, οι ταλαιπωρημένοι και ανίδεοι στρατιώτες έγιναν αντικείμενο μιας εντυπωσιακά οργανωμένης παλλαϊκής υποδοχής, που δεν επρόκειτο να ξεχάσουν σε όλη τους τη ζωή: στον σιδηροδρομικό σταθμό τους ανέμεναν σύσσωμες οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της πόλης με επικεφαλής τον υπασπιστή του Κάιζερ, στρατιωτικά αγήματα και μπάντες που παιάνιζαν τον ελληνικό εθνικό ύμνο και χιλιάδες λαού, ενώ στην πύλη του ανακαινισμένου στρατοπέδου είχε αναρτηθεί στα ελληνικά μια μεγάλη, πλαισιωμένη από γιρλάντες επιγραφή: «ΧΑΙΡΕΤΕ». Στην πραγματικότητα βέβαια αυτή η υποδοχή δεν ήταν παρά κομμάτι της γερμανικής προπαγάνδας, αφού οι Έλληνες στρατιώτες είχαν μεταφερθεί εκεί ως ιδιότυποι αιχμάλωτοι πολέμου με κάποια προνόμια, λόγω της σχέσης του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου με τον Γερμανό Κάιζερ. Αυτό το γεγονός υπήρξε στην παγκόσμια ιστορία, μοναδική περίπτωση εθελούσιας αιχμαλωσίας χιλιάδων στρατιωτών ενός κράτους στον στρατό ενός άλλου κράτους, χωρίς τα δύο αυτά κράτη να βρίσκονται σε άμεση εμπόλεμη κατάσταση. Ενώ, δηλαδή η Ελλάδα δεν βρισκόταν τότε σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Γερμανία, Έλληνες στρατιώτες παραδόθηκαν ως αιχμάλωτοι, με τη θέληση της ηγεσίας τους στους Γερμανούς και μεταφέρθηκαν υπό καθεστώς ομηρίας από τη Ελλάδα στη Γερμανία. Οι Έλληνες στρατιώτες μπορούσαν να κυκλοφορούν στην πόλη, ωστόσο κάθε βράδυ επέστρεφαν απαρέγκλιτα στο στρατόπεδο. Επίσης δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν το γερμανικό έδαφος.
Οι Έλληνες έμειναν 2,5 χρόνια στο Γκέρλιτς, δημιούργησαν σχέσεις, έβγαλαν εφημερίδες, είχαν έντονη δραστηριότητα και εκεί έγιναν οι πρώτες ηχογραφήσεις μπουζουκιού στην Ιστορία.
Όμως, κατά μια παράδοξη ιστορική σύμπτωση, οι σχέσεις του Γκέρλιτς με την Ελλάδα και τη νεότερη ιστορία της δεν σταματούν εκεί. Το 1949, μετά το τέλος του Εμφύλιου Πολέμου στην Ελλάδα, 14.000 πολιτικοί πρόσφυγες μαζί με τα παιδιά τους, κατέφυγαν στην ίδια ακριβώς πόλη. Το Γκέρλιτς εν τω μεταξύ μετά το 1945 είχε διχοτομηθεί και οι ανατολικές συνοικίες του –εκεί όπου 30 χρόνια νωρίτερα βρισκόταν το ελληνικό στρατόπεδο‒ είχαν παραχωρηθεί στην Πολωνία με το όνομα Ζγκορζέλετς (Zgorzelec). Έτσι στη χωρισμένη στα δύο πόλη βρέθηκαν στις απέναντι όχθες του συνοριακού πλέον ποταμού Νάισε, Έλληνες δύο διαφορετικών γενεών –θύματα των μεγάλων συγκρούσεων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα‒ που για πολλά χρόνια ούτε καν υποψιάζονταν την ύπαρξη συμπατριωτών τους στην αντίπερα όχθη.
Σήμερα στο Γκέρλιτς ζουν πάνω από 40 απόγονοι δεύτερης έως τέταρτης γενιάς Ελλήνων. Ελληνικά ονόματα ακούγονται ακόμη στην πόλη αυτή. Η αγάπη των απογόνων για την πατρίδα είναι συγκινητική και στα παραμύθια των παππούδων εξιστορούνται τα γεγονότα και οι ανθρώπινες ιστορίες που λέγονται για τους Έλληνες στρατιώτες που ξεκίνησαν από την Καβάλα και έφτασαν στο Γκέρλιτς εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό του Οκτώβρη του 1916.
Περισσότερες και πιο αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με την καθημερινότητα, τη ζωή αλλά και την επιστροφή των Ελλήνων του Γκέρλιτς μπορείτε να αναζητήσετε στο διαδίκτυο καθώς και στις παρακάτω πηγές που χρησιμοποίησα για την άντληση των παραπάνω γεγονότων:
1. Γεράσιμος Αλεξάτος: Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916 – 1919, Β΄ εμπλουτισμένη έκδοση, Θεσσαλονίκη 2015, Εκδόσεις Κυριακίδη.
2. Εφημερίδα Ελληνική Γνώμη, άρθρο με τίτλο «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς» του δημοσιογράφου-ερευνητή Ευθύμιου Χατζηιωάννου, Σεπτέμβριος 2016.
2.5. Αξιοθέατα του Γκέρλιτς
Από τη Δρέσδη μετά από μία διαδρομή περίπου 1,5 ώρας με το τρένο φτάνουμε στον πανέμορφο σταθμό του Γκέρλιτς. Με το που κατεβήκαμε από το τρένο το μάτι μας έπεσε κατευθείαν στο αρτ νουβό εσωτερικό της αίθουσας του σταθμού, η οποία άνοιξε το 1917.
Μετά από μία σύντομη επίσκεψη στα μαγαζάκια του σταθμού όπου ψωνίσαμε κάτι φαγώσιμο βγήκαμε στην Bahnhofstraße όπου αντικρίσαμε τον σταθμό εξωτερικά.
Στη συνέχεια περπατήσαμε κατά μήκος της Berlinerstraße, που ξεκινάει ακριβώς μπροστά από την είσοδο του σταθμού, με κατεύθυνση την παλιά πόλη χαζεύοντας δεξιά και αριστερά τα όμορφα κτίρια.
Πρώτη στάση η Postplatz όπου βρίσκεται το Ταχυδρομείο της πόλης σε ένα όμορφο κόκκινο κτίριο με αγάλματα στη κορυφή.
Απέναντι από το Ταχυδρομείο βρίσκεται το Δικαστικό Μέγαρο, ένα επίσης κόκκινο κτίριο, ενώ στη μέση της πλατείας βρίσκεται το Σιντριβάνι Muschelminna.
Σχετικά με τη κατασκευή του σιντριβανιού, το 1879 ο Γερμανός γλύπτης Robert Toberentz έλαβε την εντολή να κατασκευάσει μια κρήνη (άγαλμα), η οποία θα έκανε την πλατεία (Postplatz) πιο ελκυστική και ωραία. Τα χρήματα για την κατασκευή προήλθαν εν μέρει από δωρεές και συλλογές, καθώς και από τα δημοτικά ταμεία και την κυβέρνηση της Πρωσίας. Η κατασκευή επρόκειτο να ολοκληρωθεί σε 6 χρόνια, αλλά εν τέλει εγκαινιάστηκε το 1887, δύο χρόνια αργότερα από ό,τι είχε συμφωνηθεί. Ήταν ένα άγαλμα από μπρούντζο και τοποθετήθηκε σε μαρμάρινο πλίνθο.
Στη Βόρεια πλευρά της πλατείας υπάρχει ένα λευκό κτίριο με 4 αγάλματα στο κέντρο της πρόσοψης στο ύψος του πρώτου ορόφου και άλλα 4 στην κορυφή του. Σε ένα μικρό κομμάτι του ισογείου του κτιρίου στεγάζεται η Sparda-Bank Berlin, και λίγο πιο δίπλα ένας φούρνος-καφέ Dreißig. Με ψάξιμο στο διαδίκτυο ανακάλυψα ότι μέχρι το 1918 στο κτίριο στεγάζονταν το Hotel Victoria.
Φωτ. Hotel Victoria. https://www.schwiebert.lima-city.de/wp-content/uploads/2012/10/image25.png
Επόμενος σταθμός η Demianiplatz με τα όμορφα κτίρια και ευκαιρία για ξεκούραση και ένα γρήγορο καφεδάκι στο Eiscafe La Gondola ακριβώς μπροστά από τη στάση των τραμ.
Λίγο πιο κάτω βρίσκεται η Marienplatz με τον ύψους 46 μέτρων Πύργο Dicker Turm (Frauenturm).Από το 2007 ο Πύργος είναι προσβάσιμος στους επισκέπτες όπου μπορούν να ανέβουν και να θαυμάσουν τη θέα από ψηλά.
Ακριβώς δίπλα στον Πύργο Dicker Turm υπάρχει ένα Λεωφορείο κινηματογράφου, το Film Cine Bus χωρητικότητας 50 ατόμων, όπου παρουσιάζονται στο κοινό ταινίες μικρού μήκους διάρκειας 2 έως 5 λεπτών που δημιουργούνται επιτόπου. Πιο συγκεκριμένα οι φοιτητές του Film University Babelsberg «Konrad Wolf» με έδρα το Πότσδαμ σε συνεργασία με την Εθνική Σχολή Κινηματογράφου, Τηλεόρασης και Θεάτρου «Leon Schiller» με έδρα το Lodz της Πολωνίας, το διάστημα 30.7.18 μέχρι 13.8.18, με τρεις κάμερες και ένα Cinebus σε συνεργασία με την τοπική κοινωνία, σκηνοθετούν επιτόπου μικρού μήκους ταινίες με θέμα τη «διέλευση των συνόρων» που διαρκούν από 2 έως 5 λεπτά, όπου παρουσιάζονται άμεσα στο κοινό. Το έργο συγχρηματοδοτείται από τις πόλεις του Γκέρλιτς & Ζγκόρζελετς καθώς και από το Μουσείο της Φυσικής Ιστορίας του Γκέρλιτς (Senckenberg Museum für Naturkunde).
Μέσω της Steinstraße βγήκαμε στην Πλατεία Obermarkt όπου φωτογραφήσαμε τον ύψους 51 μέτρων Πύργο Reichenbacher Turm. Όποιος επιθυμεί μπορεί να ανέβει τα 165 σκαλιά του να θαυμάσει τη πόλη από ψηλά.
Προχωρώντας στην Obermarkt συναντήσαμε ένα Ελληνικό μαγαζί ονόματι Rhodos και στην συνέχεια την Εκκλησία της Αγίας Τριάδας.
2.1. Εισαγωγή
Αφορμή για επίσκεψη στη πόλη του Γκέρλιτς ήταν μία ιδέα που μας δόθηκε στο Tourist Information της πόλης της Δρέσδης για ημερήσια εκδρομή στο συγκεκριμένο μέρος. Γυρνώντας το βράδυ στο δωμάτιο του ξενοδοχείου αρχίσαμε να ψάχνουμε και να συλλέγουμε πληροφορίες για τη πόλη του Γκέρλιτς, απόσταση, αξιοθέατα, κόστος μεταφοράς κλπ και γενικά μας άρεσε η ιδέα να το επισκεφτούμε. Το πρόβλημα ήταν ότι εμείς είχαμε προγραμματίσει την επόμενη ημέρα να την αφιερώσουμε σε ημερήσια στη Λειψία που είναι στην αντίθετη κατεύθυνση και αμέσως μπήκε το δίλλημα Λειψία ή Γκέρλιτς? Αναζητώντας το κόστος των τρένων ανακαλύπτουμε ότι με το ίδιο εισιτήριο (Sachsen-Ticket, 31€ για 2 άτομα) μπορούμε να επισκεφτούμε και τη Λειψία και το Γκέρλιτς σε 1 ημέρα και τελικά αποφασίσαμε να την μοιράσουμε στα 2 και να πάμε και στις 2 πόλεις.
2.2. Γκέρλιτς – Ταξίδι στον χρόνο
Το Γκέρλιτς (Γκαίρλιτς/Görlitz) με πληθυσμό περίπου 56.000 κατοίκων, βρίσκεται 110 χιλιόμετρα από τη Δρέσδη στο κρατίδιο της Σαξονίας και είναι η ανατολικότερη πόλη της Γερμανίας στα σύνορα με την Πολωνία. Έχοντας αντέξει από τις επιδρομές της αεροπορίας των Συμμάχων κατά των ναζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς να υποστεί καμία σημαντική ζημιά, η αρχιτεκτονική του Γκέρλιτς, κυρίως η ιστορική παλιά πόλη, παραμένει άθικτη. Με περισσότερα από 4.000 κτίρια τα οποία χτίστηκαν κατά τη διάρκεια 500 χρόνων και προστατεύονται ως μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, περπατώντας στα λιθόστρωτα σοκάκια, διακρίνουμε πληθώρα αρχιτεκτονικών στυλ, όπως γοτθική, αναγεννησιακή, μπαρόκ και αρτ νουβό.
Για πολύ καιρό, το Γκέρλιτς ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες και πολιτικά ισχυρές πόλεις της περιοχής. Υπήρχε χρόνος, όταν η πόλη του ποταμού Neiße είχε περισσότερους από 100.000 κατοίκους και ξεπέρασε ακόμη και τη Δρέσδη, τη σημερινή πρωτεύουσα της Σαξονίας.
Λόγω του εμπορίου υφασμάτων και ρούχων, η πόλη οφείλει την άνθηση της κατά τους πρώτους σύγχρονους χρόνους. Χάρη στην ευνοϊκή θέση κατά μήκος του ποταμού Neiße και της εμπορικής οδού μήκους 4.500 χιλιομέτρων Via Regia, που οδηγεί από το Κίεβο στο Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα, το Γκέρλιτς εξελίχθηκε σε ένα σημαντικό κέντρο εμπορίου, πολιτισμού και αρχιτεκτονικής όπου η οικονομία άνθιζε.
Κατά τη διάρκεια της ανατολικογερμανικής κομμουνιστικής διακυβέρνησης της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας και μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, πολλά από τα κτίρια της πόλης εγκαταλείφθηκαν καθώς οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν για καλύτερη στέγη ή ευκαιρίες εργασίας.
Η παλαιά πόλη αποκαταστάθηκε εκτενώς και δαπανηρά μετά τη γερμανική ενοποίηση το 1990. Σημαντική ήταν η συμβολή από έναν ανώνυμο δωρητή που παρείχε μια δωρεά που ονομάζεται "Old Town Million" ποσό ενός εκατομμυρίου μάρκων (σήμερα περίπου 511.000 ευρώ) κάθε χρόνο μεταξύ 1995 και 2016 προκειμένου να υποστηριχθεί η αποκατάσταση και ανακατασκευή της παλιάς πόλης. Κάποιες φήμες λένε ότι ο ευεργέτης και δωρητής των χρημάτων είναι ο Nicolas Cage.
Όλο και περισσότεροι δυτικογερμανικοί συνταξιούχοι μετακινούνται στο Görlitz. Η φανταστική αρχιτεκτονική, οι μικρές αποστάσεις μεταξύ των αξιοθέατων και τα μέτρια ενοίκια έχουν προκαλέσει την πόλη να γίνει γνωστή ως "Pensiopolis".
Η πόλη διασχίζεται από τον ποταμό Λουσατιανό Νάισσε, που από το 1945 αποτελεί τα σύνορα με την Πολωνία. Το τμήμα της πόλης ανατολικά του Νάισσε ανήκει στην Πολωνία και ονομάζεται Ζγκόρζελετς (Zgorzelec).
2.3. Γκέρλιτς, το «Hollywood της Ευρώπης»
Το Γκέρλιτς έχει αποκτήσει το προσωνύμιο «Görliwood», καθώς λατρεύτηκε από σκηνοθέτες και παραγωγούς του Hollywood, μιας και αποτέλεσε δημοφιλές σκηνικό των κινηματογραφικών ταινιών τους. Σε ψηφοφορία από όλους τους Ευρωπαίους πολίτες που διεξήχθη από 11 Σεπτεμβρίου μέχρι 25 Οκτωβρίου 2017, ανάμεσα σε 11 πόλεις, η πόλη απέσπασε το Ευρωπαϊκό Βραβείο της Καλύτερης Τοποθεσίας για Κινηματογράφηση της Δεκαετίας "Best European Film Location of the Decade” από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Επιτροπής Κινηματογράφου (European Film Commission Network).
Το Γκέρλιτς χρησιμοποιήθηκε ως σκηνικό για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1950 στη ταινία με τίτλο «Der Ochse von Kulm». Από τότε, περίπου 100 παραγωγές γυρίστηκαν εδώ συχνά με αρκετές μέρες γυρισμάτων κατά τη διάρκεια ενός έτους.
Στο Γκέρλιτς έχει γυριστεί η βραβευμένη με 4 Όσκαρ ταινία του Wes Anderson «Grand Budapest Hotel», με το εμπορικό κέντρο της πόλης, που είχε εγκαταλειφθεί, να δανείζει στο ξενοδοχείο της ταινίας το εντυπωσιακό εσωτερικό του.
Άλλες ταινίες που έχουν γυριστεί στο Γκέρλιτς είναι: «Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Ημέρες – Around the World in 80 Days» του Frank Coraci, «Σφραγισμένα Χείλη – The Reader» του Stephen Daldry, «Άδωξοι Μπάσταρδοι - Inglourius Basterds» του Quentin Tarantino, «Κλέφτρα των Βιβλίων - The Book Thief» του Brian Percival, «Μνημείων Άνδρες - Monuments Men» του George Clooney, «Μόνος στο Βερολίνο – Alone in Berlin» του Vincent Pérez κ.α.
2.4. Οι ξεχασμένοι Έλληνες του Γκέρλιτς
Το Γκέρλιτς έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία, επειδή έχει συνδεθεί με μία μαύρη -και σε πολλούς άγνωστη- σελίδα της νεότερης ιστορίας μας.
Τα γεγονότα ξεκινούν στις 18 Αυγούστου του 1916 ‒μεσούντος του Α` Παγκοσμίου Πολέμου‒ όταν ο βουλγαρικός στρατός, συνοδευόμενος από Γερμανούς αξιωματικούς, εισέβαλε αιφνιδιαστικά στην Ανατολική Μακεδονία, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας ήταν –ακόμη- ουδέτερη και δεν συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις. Την ίδια ημέρα οι πρέσβεις της Γερμανίας και της Βουλγαρίας στην Αθήνα, με επίσημες διακοινώσεις των Κυβερνήσεων τους, έδιναν εξηγήσεις και διαβεβαιώσεις, ότι η εισβολή αυτή είχε αποκλειστικά στρατιωτικά κίνητρα και στρεφόταν εναντίων της Αντάντ και όχι εναντίων της Ελλάδος. Ταυτόχρονα παρείχαν εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας και την διατήρηση των τοπικών Αρχών στις θέσεις τους. Δεν είχαν σκοπό όπως έλεγαν, να καταλάβουν τις Σέρρες, την Δράμα και την Καβάλα, ενώ ο στρατός τους θα αποχωρούσε, όταν εξέλειπαν οι στρατιωτικοί λόγοι.
Τελικά οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί εξαπάτησαν την ελληνική Κυβέρνηση και ετοιμάστηκαν να κυριεύσουν την Καβάλα και την Ανατολική Μακεδονία. Με την είσοδο των βουλγαρικών στρατευμάτων άρχισαν να διώκονται συστηματικά τόσο οι ελληνικές αρχές, ο ελληνικός στρατός αλλά και ο άμαχος πληθυσμός. Τότε ο προσωρινός διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού Συνταγματάρχης Ιωάννης Χατζόπουλος, αναγκάστηκε προκειμένου να αποφύγει την βουλγαρική αιχμαλωσία που θα είχε καταστροφικές συνέπειες για όλο το στράτευμα, να προτείνει με δική του πρωτοβουλία στον Γερμανό στρατάρχη Χίντεμπουργκ, να έρθουν τα στρατεύματα με τον οπλισμό τους για όσο διάστημα θα κρατούσε ο πόλεμος στη Γερμανία.
Το Δ΄ Σώμα Στρατού περίπου 6.500 αξιωματικοί και οπλίτες, αφού παρέδωσαν το υλικό αξίας εκατομμυρίων, ξεκίνησαν από την Δράμα στις 15 Σεπτεμβρίου με δέκα αμαξοστοιχίες, για τον προορισμό που έμαθαν στα μισά της διαδρομής. Μετά από 12 ημέρες έφτασαν στη μικρή αλλά ιστορική πόλη της πάλαι ποτέ πρωσικής επαρχίας της Σιλεσίας το Γκέρλιτς (Görlitz). Στην περιοχή Ράμπενμπεργκ έξω από το Ανατολικό τμήμα της πόλης, σήμερα στο Πολωνικό Ζγκόρζελετς. Είχε εκκενωθεί ένα τεράστιο στρατόπεδο για διπλάσιο αριθμό Ρώσων αιχμαλώτων, έγιναν οι απαραίτητες αλλαγές, και ο καλλωπισμός του στρατοπέδου για να υποδεχτεί τους Έλληνες υπό κράτηση φιλοξενούμενους.
Φθάνοντας εκεί ύστερα από ένα εξουθενωτικό ταξίδι δώδεκα ημερών, οι ταλαιπωρημένοι και ανίδεοι στρατιώτες έγιναν αντικείμενο μιας εντυπωσιακά οργανωμένης παλλαϊκής υποδοχής, που δεν επρόκειτο να ξεχάσουν σε όλη τους τη ζωή: στον σιδηροδρομικό σταθμό τους ανέμεναν σύσσωμες οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της πόλης με επικεφαλής τον υπασπιστή του Κάιζερ, στρατιωτικά αγήματα και μπάντες που παιάνιζαν τον ελληνικό εθνικό ύμνο και χιλιάδες λαού, ενώ στην πύλη του ανακαινισμένου στρατοπέδου είχε αναρτηθεί στα ελληνικά μια μεγάλη, πλαισιωμένη από γιρλάντες επιγραφή: «ΧΑΙΡΕΤΕ». Στην πραγματικότητα βέβαια αυτή η υποδοχή δεν ήταν παρά κομμάτι της γερμανικής προπαγάνδας, αφού οι Έλληνες στρατιώτες είχαν μεταφερθεί εκεί ως ιδιότυποι αιχμάλωτοι πολέμου με κάποια προνόμια, λόγω της σχέσης του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου με τον Γερμανό Κάιζερ. Αυτό το γεγονός υπήρξε στην παγκόσμια ιστορία, μοναδική περίπτωση εθελούσιας αιχμαλωσίας χιλιάδων στρατιωτών ενός κράτους στον στρατό ενός άλλου κράτους, χωρίς τα δύο αυτά κράτη να βρίσκονται σε άμεση εμπόλεμη κατάσταση. Ενώ, δηλαδή η Ελλάδα δεν βρισκόταν τότε σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Γερμανία, Έλληνες στρατιώτες παραδόθηκαν ως αιχμάλωτοι, με τη θέληση της ηγεσίας τους στους Γερμανούς και μεταφέρθηκαν υπό καθεστώς ομηρίας από τη Ελλάδα στη Γερμανία. Οι Έλληνες στρατιώτες μπορούσαν να κυκλοφορούν στην πόλη, ωστόσο κάθε βράδυ επέστρεφαν απαρέγκλιτα στο στρατόπεδο. Επίσης δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν το γερμανικό έδαφος.
Οι Έλληνες έμειναν 2,5 χρόνια στο Γκέρλιτς, δημιούργησαν σχέσεις, έβγαλαν εφημερίδες, είχαν έντονη δραστηριότητα και εκεί έγιναν οι πρώτες ηχογραφήσεις μπουζουκιού στην Ιστορία.
Όμως, κατά μια παράδοξη ιστορική σύμπτωση, οι σχέσεις του Γκέρλιτς με την Ελλάδα και τη νεότερη ιστορία της δεν σταματούν εκεί. Το 1949, μετά το τέλος του Εμφύλιου Πολέμου στην Ελλάδα, 14.000 πολιτικοί πρόσφυγες μαζί με τα παιδιά τους, κατέφυγαν στην ίδια ακριβώς πόλη. Το Γκέρλιτς εν τω μεταξύ μετά το 1945 είχε διχοτομηθεί και οι ανατολικές συνοικίες του –εκεί όπου 30 χρόνια νωρίτερα βρισκόταν το ελληνικό στρατόπεδο‒ είχαν παραχωρηθεί στην Πολωνία με το όνομα Ζγκορζέλετς (Zgorzelec). Έτσι στη χωρισμένη στα δύο πόλη βρέθηκαν στις απέναντι όχθες του συνοριακού πλέον ποταμού Νάισε, Έλληνες δύο διαφορετικών γενεών –θύματα των μεγάλων συγκρούσεων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα‒ που για πολλά χρόνια ούτε καν υποψιάζονταν την ύπαρξη συμπατριωτών τους στην αντίπερα όχθη.
Σήμερα στο Γκέρλιτς ζουν πάνω από 40 απόγονοι δεύτερης έως τέταρτης γενιάς Ελλήνων. Ελληνικά ονόματα ακούγονται ακόμη στην πόλη αυτή. Η αγάπη των απογόνων για την πατρίδα είναι συγκινητική και στα παραμύθια των παππούδων εξιστορούνται τα γεγονότα και οι ανθρώπινες ιστορίες που λέγονται για τους Έλληνες στρατιώτες που ξεκίνησαν από την Καβάλα και έφτασαν στο Γκέρλιτς εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό του Οκτώβρη του 1916.
Περισσότερες και πιο αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με την καθημερινότητα, τη ζωή αλλά και την επιστροφή των Ελλήνων του Γκέρλιτς μπορείτε να αναζητήσετε στο διαδίκτυο καθώς και στις παρακάτω πηγές που χρησιμοποίησα για την άντληση των παραπάνω γεγονότων:
1. Γεράσιμος Αλεξάτος: Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916 – 1919, Β΄ εμπλουτισμένη έκδοση, Θεσσαλονίκη 2015, Εκδόσεις Κυριακίδη.
2. Εφημερίδα Ελληνική Γνώμη, άρθρο με τίτλο «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς» του δημοσιογράφου-ερευνητή Ευθύμιου Χατζηιωάννου, Σεπτέμβριος 2016.
2.5. Αξιοθέατα του Γκέρλιτς
Από τη Δρέσδη μετά από μία διαδρομή περίπου 1,5 ώρας με το τρένο φτάνουμε στον πανέμορφο σταθμό του Γκέρλιτς. Με το που κατεβήκαμε από το τρένο το μάτι μας έπεσε κατευθείαν στο αρτ νουβό εσωτερικό της αίθουσας του σταθμού, η οποία άνοιξε το 1917.
Μετά από μία σύντομη επίσκεψη στα μαγαζάκια του σταθμού όπου ψωνίσαμε κάτι φαγώσιμο βγήκαμε στην Bahnhofstraße όπου αντικρίσαμε τον σταθμό εξωτερικά.
Στη συνέχεια περπατήσαμε κατά μήκος της Berlinerstraße, που ξεκινάει ακριβώς μπροστά από την είσοδο του σταθμού, με κατεύθυνση την παλιά πόλη χαζεύοντας δεξιά και αριστερά τα όμορφα κτίρια.
Πρώτη στάση η Postplatz όπου βρίσκεται το Ταχυδρομείο της πόλης σε ένα όμορφο κόκκινο κτίριο με αγάλματα στη κορυφή.
Απέναντι από το Ταχυδρομείο βρίσκεται το Δικαστικό Μέγαρο, ένα επίσης κόκκινο κτίριο, ενώ στη μέση της πλατείας βρίσκεται το Σιντριβάνι Muschelminna.
Σχετικά με τη κατασκευή του σιντριβανιού, το 1879 ο Γερμανός γλύπτης Robert Toberentz έλαβε την εντολή να κατασκευάσει μια κρήνη (άγαλμα), η οποία θα έκανε την πλατεία (Postplatz) πιο ελκυστική και ωραία. Τα χρήματα για την κατασκευή προήλθαν εν μέρει από δωρεές και συλλογές, καθώς και από τα δημοτικά ταμεία και την κυβέρνηση της Πρωσίας. Η κατασκευή επρόκειτο να ολοκληρωθεί σε 6 χρόνια, αλλά εν τέλει εγκαινιάστηκε το 1887, δύο χρόνια αργότερα από ό,τι είχε συμφωνηθεί. Ήταν ένα άγαλμα από μπρούντζο και τοποθετήθηκε σε μαρμάρινο πλίνθο.
Στη Βόρεια πλευρά της πλατείας υπάρχει ένα λευκό κτίριο με 4 αγάλματα στο κέντρο της πρόσοψης στο ύψος του πρώτου ορόφου και άλλα 4 στην κορυφή του. Σε ένα μικρό κομμάτι του ισογείου του κτιρίου στεγάζεται η Sparda-Bank Berlin, και λίγο πιο δίπλα ένας φούρνος-καφέ Dreißig. Με ψάξιμο στο διαδίκτυο ανακάλυψα ότι μέχρι το 1918 στο κτίριο στεγάζονταν το Hotel Victoria.
Επόμενος σταθμός η Demianiplatz με τα όμορφα κτίρια και ευκαιρία για ξεκούραση και ένα γρήγορο καφεδάκι στο Eiscafe La Gondola ακριβώς μπροστά από τη στάση των τραμ.
Λίγο πιο κάτω βρίσκεται η Marienplatz με τον ύψους 46 μέτρων Πύργο Dicker Turm (Frauenturm).Από το 2007 ο Πύργος είναι προσβάσιμος στους επισκέπτες όπου μπορούν να ανέβουν και να θαυμάσουν τη θέα από ψηλά.
Ακριβώς δίπλα στον Πύργο Dicker Turm υπάρχει ένα Λεωφορείο κινηματογράφου, το Film Cine Bus χωρητικότητας 50 ατόμων, όπου παρουσιάζονται στο κοινό ταινίες μικρού μήκους διάρκειας 2 έως 5 λεπτών που δημιουργούνται επιτόπου. Πιο συγκεκριμένα οι φοιτητές του Film University Babelsberg «Konrad Wolf» με έδρα το Πότσδαμ σε συνεργασία με την Εθνική Σχολή Κινηματογράφου, Τηλεόρασης και Θεάτρου «Leon Schiller» με έδρα το Lodz της Πολωνίας, το διάστημα 30.7.18 μέχρι 13.8.18, με τρεις κάμερες και ένα Cinebus σε συνεργασία με την τοπική κοινωνία, σκηνοθετούν επιτόπου μικρού μήκους ταινίες με θέμα τη «διέλευση των συνόρων» που διαρκούν από 2 έως 5 λεπτά, όπου παρουσιάζονται άμεσα στο κοινό. Το έργο συγχρηματοδοτείται από τις πόλεις του Γκέρλιτς & Ζγκόρζελετς καθώς και από το Μουσείο της Φυσικής Ιστορίας του Γκέρλιτς (Senckenberg Museum für Naturkunde).
Μέσω της Steinstraße βγήκαμε στην Πλατεία Obermarkt όπου φωτογραφήσαμε τον ύψους 51 μέτρων Πύργο Reichenbacher Turm. Όποιος επιθυμεί μπορεί να ανέβει τα 165 σκαλιά του να θαυμάσει τη πόλη από ψηλά.
Προχωρώντας στην Obermarkt συναντήσαμε ένα Ελληνικό μαγαζί ονόματι Rhodos και στην συνέχεια την Εκκλησία της Αγίας Τριάδας.