Alexis K
Member
- Μηνύματα
- 28
- Likes
- 31
Περιεχόμενα
Συνέχεια...
Το ξενοδοχείο πολύ καλό, σε υψόμετρο περί τα 700 μέτρα, ελβετικού στυλ, ξύλινο, αποτελείται από τρία κτίρια, με μια μεγάλη πισίνα, μέσα σε ένα δάσος με πεύκα. Μια μεγάλη πισίνα δεσπόζει στο πίσω μέρος και κάποιοι, παρά τη δροσιά του υψομέτρου, απολάμβαναν το μπάνιο τους. Οι υπάλληλοι ευγενέστατοι γρήγορα μας τακτοποίησαν στα δωμάτιά μας. Ενώ η Χρύσα ξεκουράστηκε λίγο, εγώ προτίμησα να κάνω μια μικρή βόλτα στο ξενοδοχείο για να περάσει η ώρα.
Μετά από μιάμιση ώρα στις 17.00 ξεκινήσαμε για τη Γκούτσα που βρίσκεται περί τα 45 χλμ, ΝΑ. Ο δρόμος χαρακτηριστικά στενός με στροφές και αρκετή κίνηση. Δυο-τρία χλμ πριν το προορισμό μας υπάρχει μπάρα ελέγχου και καταβολής αντιτίμου για το πάρκινγκ(30 ?). Να αναφέρω εδώ ότι το νόμισμα της Σερβίας είναι το δηνάριο με ισοτιμία 1 ? = 100 δηνάρια.
Έτσι στις 18.30 κατεβήκαμε από το όχημα στην άκρη της πόλης και ξεκινήσαμε τη βόλτα μας. Τα πρώτα πράγματα που κάνουν εντύπωση είναι ο πολύς κόσμος και η μουσική που ακούγεται από παντού. Πρώτη στάση στο Κέντρο Πολιτισμού, στο οποίο παρακολουθήσαμε για λίγο κάποιες ορχήστρες που έπαιζαν παραδοσιακή μουσική. Ο ήχος που επικρατεί είναι ένας γρήγορος ρυθμός που σε ξεσηκώνει, γνωστός από τραγούδια του Bregovic που έχουν παιχτεί και με Ελληνικούς στίχους (πχ Το βενζινάδικο, να ‘ταν η χαρά οικόπεδο κλπ).
Στη συνέχεια, σούρουπο πια, συνεχίσαμε τη βόλτα μας. Ένας γενικός χαμός επικρατούσε παντού. Δεκάδες μπάντες να παίζουν στους δρόμους και στα μαγαζιά, ενώ οι Σέρβοι και όχι μόνο αυτοί, χόρευαν στο ξέφρενο ρυθμό. Ντυμένοι άλλοι με παραδοσιακές στολές, και άλλοι με τα καλοκαιρινά τους και αρκετοί φορώντας στρατιωτικά δίκοχα και κρατώντας σημαίες και άλλα εθνικιστικά σύμβολα. Να σημειώσω εδώ ότι ο εθνικισμός είναι σε έξαρση σε όλη τη χώρα, χωρίς εμείς να παρατηρήσουμε έκτροπα ή άλλες ακρότητες.
Η μπύρα έρεε άφθονη καθώς και το ρακί. Η επικρατούσα μάρκα μπύρας είναι η Jelen(=Γιέλεν) και δεύτερη η Lav (=Λαβ), σε κάνιστρα μισού λίτρου ή δίλιτρα πλαστικά μπουκάλια. Το ρακί σερβίρεται σε δοκιμαστικούς σωλήνες!!!
Αργότερα κοντά στο ποτάμι εντοπίσαμε κάποια καλά εστιατόρια και σε ένα από αυτά καθίσαμε για φαγητό. Φυσικά υπό τη συνοδεία ορχήστρας και με μια χανούμισσα να λικνίζεται στο ρυθμό. Λίγο κιτς βέβαια το σκηνικό αυτό, αλλά είναι μέσα στα γενικότερα πλαίσια του ταυτόχρονου παραδοσιακού και κιτς που επικρατεί. Έχει και αυτό τη γοητεία του!
Στο μαγαζί καθίσαμε αρκετή ώρα, λίγο αργότερα γέμισε παρέες, ενώ οι μπάντες έπαιζαν η μία μετά την άλλη, με αποκορύφωμα κάποια στιγμή, να παίζουν τρείς ταυτόχρονα και να δημιουργούν ένα ηχητικό πανδαιμόνιο.
Το φαγητό που επικρατεί είναι τα ψητά. Σε όλα τα εστιατόρια υπάρχουν μεγάλες ψησταριές με χοιρινά και αρνιά. Σερβίρουν ακόμα λουκάνικα, μπιφτέκια και πίτες σαν αυτές του γύρου στη χώρα μας. Σε μεγάλες πήλινες κατσαρόλες, σα πιθάρια, μαγειρεύουν κρεατικά με πατάτες ή λάχανα και όλα αυτά τα συνοδεύουν με διάφορα σαλατικά και σάλτσες.
Μετά το φαί, συνεχίσαμε τη βόλτα μας, καθίσαμε λίγη ώρα στο στάδιο και παρακολουθήσαμε διάφορες μπάντες που διαγωνίζονταν, και στη συνέχεια περπατήσαμε πάλι στους δρόμους της πόλης, χαζεύοντας τα μικρομάγαζα και τον κόσμο που χόρευε στους δρόμους. Το αδιαχώρητο γινόταν στη πλατεία που είναι το άγαλμα του τρομπετίστα που όλοι προσπαθούν να ανέβουν μέχρι τη κορυφή του. Πως τα καταφέρνουν και δεν πέφτουν παρά το αλκοόλ που έχουν καταναλώσει είναι ένα θαύμα.
Περασμένες 02.00 του Σαββάτου 13/8 μαζευτήκαμε στο λεωφορείο και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μιάμιση ώρα το ταξίδι της επιστροφής, για να καταλήξουμε μετά τις 03.30 στο ξενοδοχείο σχεδόν σαν υπνοβάτες από τη κούραση. Προβλεπόταν αρκετός ύπνος με αναχώρηση το μεσημέρι. Με τη Χρύσα όμως προτιμήσαμε να χάσουμε τον ύπνο μας, παρά να χάσουμε τη φασαρία και τις εκδηλώσεις στη Γκούτσα. Λίγο μετά τις 08.30 ξυπνήσαμε και τελικά στις 10.00 πήραμε ένα ταξί που με 20 ευρώ και σε μόλις 45 λεπτά μας έφερε στο χωριό.
Μερικές φωτό από τη Γκούτσα...
Συνημμένες εικόνες
Συνεχίζεται...
Το ξενοδοχείο πολύ καλό, σε υψόμετρο περί τα 700 μέτρα, ελβετικού στυλ, ξύλινο, αποτελείται από τρία κτίρια, με μια μεγάλη πισίνα, μέσα σε ένα δάσος με πεύκα. Μια μεγάλη πισίνα δεσπόζει στο πίσω μέρος και κάποιοι, παρά τη δροσιά του υψομέτρου, απολάμβαναν το μπάνιο τους. Οι υπάλληλοι ευγενέστατοι γρήγορα μας τακτοποίησαν στα δωμάτιά μας. Ενώ η Χρύσα ξεκουράστηκε λίγο, εγώ προτίμησα να κάνω μια μικρή βόλτα στο ξενοδοχείο για να περάσει η ώρα.
Μετά από μιάμιση ώρα στις 17.00 ξεκινήσαμε για τη Γκούτσα που βρίσκεται περί τα 45 χλμ, ΝΑ. Ο δρόμος χαρακτηριστικά στενός με στροφές και αρκετή κίνηση. Δυο-τρία χλμ πριν το προορισμό μας υπάρχει μπάρα ελέγχου και καταβολής αντιτίμου για το πάρκινγκ(30 ?). Να αναφέρω εδώ ότι το νόμισμα της Σερβίας είναι το δηνάριο με ισοτιμία 1 ? = 100 δηνάρια.
Έτσι στις 18.30 κατεβήκαμε από το όχημα στην άκρη της πόλης και ξεκινήσαμε τη βόλτα μας. Τα πρώτα πράγματα που κάνουν εντύπωση είναι ο πολύς κόσμος και η μουσική που ακούγεται από παντού. Πρώτη στάση στο Κέντρο Πολιτισμού, στο οποίο παρακολουθήσαμε για λίγο κάποιες ορχήστρες που έπαιζαν παραδοσιακή μουσική. Ο ήχος που επικρατεί είναι ένας γρήγορος ρυθμός που σε ξεσηκώνει, γνωστός από τραγούδια του Bregovic που έχουν παιχτεί και με Ελληνικούς στίχους (πχ Το βενζινάδικο, να ‘ταν η χαρά οικόπεδο κλπ).
Στη συνέχεια, σούρουπο πια, συνεχίσαμε τη βόλτα μας. Ένας γενικός χαμός επικρατούσε παντού. Δεκάδες μπάντες να παίζουν στους δρόμους και στα μαγαζιά, ενώ οι Σέρβοι και όχι μόνο αυτοί, χόρευαν στο ξέφρενο ρυθμό. Ντυμένοι άλλοι με παραδοσιακές στολές, και άλλοι με τα καλοκαιρινά τους και αρκετοί φορώντας στρατιωτικά δίκοχα και κρατώντας σημαίες και άλλα εθνικιστικά σύμβολα. Να σημειώσω εδώ ότι ο εθνικισμός είναι σε έξαρση σε όλη τη χώρα, χωρίς εμείς να παρατηρήσουμε έκτροπα ή άλλες ακρότητες.
Η μπύρα έρεε άφθονη καθώς και το ρακί. Η επικρατούσα μάρκα μπύρας είναι η Jelen(=Γιέλεν) και δεύτερη η Lav (=Λαβ), σε κάνιστρα μισού λίτρου ή δίλιτρα πλαστικά μπουκάλια. Το ρακί σερβίρεται σε δοκιμαστικούς σωλήνες!!!
Αργότερα κοντά στο ποτάμι εντοπίσαμε κάποια καλά εστιατόρια και σε ένα από αυτά καθίσαμε για φαγητό. Φυσικά υπό τη συνοδεία ορχήστρας και με μια χανούμισσα να λικνίζεται στο ρυθμό. Λίγο κιτς βέβαια το σκηνικό αυτό, αλλά είναι μέσα στα γενικότερα πλαίσια του ταυτόχρονου παραδοσιακού και κιτς που επικρατεί. Έχει και αυτό τη γοητεία του!
Στο μαγαζί καθίσαμε αρκετή ώρα, λίγο αργότερα γέμισε παρέες, ενώ οι μπάντες έπαιζαν η μία μετά την άλλη, με αποκορύφωμα κάποια στιγμή, να παίζουν τρείς ταυτόχρονα και να δημιουργούν ένα ηχητικό πανδαιμόνιο.
Το φαγητό που επικρατεί είναι τα ψητά. Σε όλα τα εστιατόρια υπάρχουν μεγάλες ψησταριές με χοιρινά και αρνιά. Σερβίρουν ακόμα λουκάνικα, μπιφτέκια και πίτες σαν αυτές του γύρου στη χώρα μας. Σε μεγάλες πήλινες κατσαρόλες, σα πιθάρια, μαγειρεύουν κρεατικά με πατάτες ή λάχανα και όλα αυτά τα συνοδεύουν με διάφορα σαλατικά και σάλτσες.
Μετά το φαί, συνεχίσαμε τη βόλτα μας, καθίσαμε λίγη ώρα στο στάδιο και παρακολουθήσαμε διάφορες μπάντες που διαγωνίζονταν, και στη συνέχεια περπατήσαμε πάλι στους δρόμους της πόλης, χαζεύοντας τα μικρομάγαζα και τον κόσμο που χόρευε στους δρόμους. Το αδιαχώρητο γινόταν στη πλατεία που είναι το άγαλμα του τρομπετίστα που όλοι προσπαθούν να ανέβουν μέχρι τη κορυφή του. Πως τα καταφέρνουν και δεν πέφτουν παρά το αλκοόλ που έχουν καταναλώσει είναι ένα θαύμα.
Περασμένες 02.00 του Σαββάτου 13/8 μαζευτήκαμε στο λεωφορείο και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μιάμιση ώρα το ταξίδι της επιστροφής, για να καταλήξουμε μετά τις 03.30 στο ξενοδοχείο σχεδόν σαν υπνοβάτες από τη κούραση. Προβλεπόταν αρκετός ύπνος με αναχώρηση το μεσημέρι. Με τη Χρύσα όμως προτιμήσαμε να χάσουμε τον ύπνο μας, παρά να χάσουμε τη φασαρία και τις εκδηλώσεις στη Γκούτσα. Λίγο μετά τις 08.30 ξυπνήσαμε και τελικά στις 10.00 πήραμε ένα ταξί που με 20 ευρώ και σε μόλις 45 λεπτά μας έφερε στο χωριό.
Μερικές φωτό από τη Γκούτσα...
Συνημμένες εικόνες
Συνεχίζεται...
Attachments
-
96,9 KB Προβολές: 114
Last edited by a moderator: