travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Σάββατο 2/10/2021, Τρόοδος
Ξυπνήσαμε νωρίς και εγκαταλείψαμε την πόλη με τελικό προορισμό τη Λεμεσό. Όμως για να φτάσουμε εκεί είχαμε σκοπό να περάσουμε ξυστά από τη Λευκωσία και να επισκεφτούμε το χωριό Σκουριώτισσα, που είχε ένα ιδιωτικό μουσείο σχετικό με τα μεταλλεία χαλκού της περιοχής. Το χωριό βρίσκεται δυτικά της Λευκωσίας. Χωρίς καμιά στάση ενδιάμεσα φτάσαμε στη Σκουριώτισσα στις 09:00. Το μουσείο ήταν κλειστό, αν και ουσιαστικά δεν ξέραμε τι θα δούμε. Το προηγούμενο βράδυ έψαξα στο διαδίκτυο να βρω κάποιο τηλέφωνο επικοινωνίας, αλλά δεν είχα καταφέρει σχεδόν τίποτα. Μόνο μια κοπέλα μου απάντησε ότι δεν έχει ιδέα για το τι γίνεται, αλλά μου έδωσε ένα τηλέφωνο ενός ντόπιου κοινοτικού υπαλλήλου, το οποίο ποτέ δεν απάντησε.
Το μουσείο κλειστό:
Το μουσείο ανοιχτό:
Απογοητευμένοι πήγαμε στην πολύ όμορφη εκκλησία εκεί δίπλα και τραβούσαμε φωτογραφίες. Ξαφνικά βλέπω μια κυρία να βγαίνει από το σπίτι της και τη ρωτώ αν ξέρει κάτι για το μουσείο. Μα ήταν το σωστό πρόσωπο στο σωστό χρόνο και στη σωστή θέση. Ήταν εξαδέλφη του κλειδοκράτορα. Ήταν ο κύριος Ανδρέας, συνταξιούχος δάσκαλος, που όταν τον πήρα τηλέφωνο πότιζε το χωράφι του και μου είπε ότι θα έρθει σε ένα τέταρτο. Ήταν απόλυτα ακριβής. Είδαμε το μουσείο των 20 τετραγωνικών μέτρων, σχεδόν γκρεμισμένο, αλλά αρκετά συμπαθές. Ο κύριος Ανδρέας μας προσκάλεσε για καφέ στο σπίτι του αλλά δεν δεχτήκαμε. Μας έδωσε πληροφορίες για να πάμε να δούμε μια Βυζαντινή εκκλησία μέσα σε ένα στρατόπεδο των Ηνωμένων Εθνών.
Πήγαμε λοιπόν στο Αργεντίνικο στρατόπεδο, λίγο πιο κάτω και είδαμε την εκκλησία της Παναγίας της Σκουριώτισσας. Δεν ήταν κάτι εντυπωσιακό αλλά το να μπαίνεις σε στρατόπεδο των ΗΕ ήταν για μας κάτι πρωτόγνωρο. Μόλις είπαμε στο φρουρό της εισόδου ότι θέλουμε να επισκεφτούμε την εκκλησία, μας είπε να περάσουμε, χωρίς άλλες διατυπώσεις. Αργεντινοί παιδί μου! Η εκκλησούλα δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο αλλά εμείς νιώσαμε σαν στο σπίτι μας. Για να μπείτε στην εκκλησία, μας είπε ο κύριος Ανδρέας, θα βάλετε το δάκτυλό σας στην τρύπα στο επάνω μέρος της πόρτας, και εκείνη θα ανοίξει. Έτσι κι έγινε.
Η εκκλησούλα:
Το εσωτερικό:
Το στρατόπεδο:
Αποχωρώντας από την περιοχή φωτογραφίσαμε τους λόφους με τα υπέροχα χρώματα των πετρωμάτων. Οι φρουροί των μεταλλείων δεν μας άφησαν να περάσουμε μέσα γιατί τέτοιες οδηγίες είχαν. Την περιοχή την επισκεφτήκαμε τυχαία. Η Ντίνα είχε δει στην τηλεόραση (YouTube) ότι υπάρχει ένα μουσείο χαλκού. Εγώ ψάχνοντας στο διαδίκτυο βρήκα την Σκουριώτισσα και όχι εκείνο που είχε δει η Ντίνα, το οποίο βρίσκεται στην Πάφο και δεν είδαμε ποτέ. Όμως αυτά που είδαμε ήταν πολύ ενδιαφέροντα.
Ο επόμενος σταθμός που έβαλα στον πλοηγό ήταν η μονή Κύκκου. Κάναμε μόνο μια στάση για να δούμε το φράγμα στο χωριό Καλοπαναγιώτης.
Η Μονή ήταν καταπληκτική, χτισμένη στο βουνό μέσα στο πράσινο από πεύκα τοπίο. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι οι τοιχογραφίες. Έντονα χρώματα και ζωγραφισμένοι πολλοί εξωτερικοί τοίχοι και τα θολωτά ταβάνια, στους λεγόμενους ημιυπαίθριους χώρους. Δεν μιλώ φυσικά μόνο για το ναό αλλά για τα κτίσματα πέριξ με τις υπέροχες καμάρες. Οι καμάρες είναι παντού στα κτήρια του νησιού. Παλιά και καινούρια. Εμείς έχουμε μερικές στην Κέρκυρα και τις δείχνουμε σαν υπερθέαμα. Έχοντας πάει σε πολλά μοναστήρια, πιστεύω ότι είναι το πλουσιότερο που έχω δει. Να σημειώσω ότι πολλές από τις τοιχογραφίες είναι ψηφιδωτά. Γενικά τα ψηφιδωτά είναι διαδεδομένα στην Κύπρο. Από τα βυζαντινά χρόνια μέχρι και σήμερα. Τα βλέπεις παντού.
Μετά την επίσκεψη σε όσους χώρους θέλαμε, ανηφορίσαμε με το αυτοκίνητο για το Θρονί, να δούμε τον τάφο και το άγαλμα του Μακάριου. Πρώτα συναντάς το επιβλητικό άγαλμα, με ύψος κοντά στα δέκα μέτρα. Ανηφορίζοντας, λίγο ακόμα με τα πόδια, φτάνεις στην κορφή ενός λόφου που είναι ο τάφος και μια μικρή εκκλησία της Παναγίας. Το φαρδύ μονοπάτι με τα πλακάκια στο δάπεδο έχει στις άκρες του διάφορες μεγάλες εικόνες με ψηφίδες. Από την κορφή βέβαια αντικρίζεις μεγάλο μέρος του καταπράσινου βουνού. Παντού μόνο πεύκα. Και στο βάθος βέβαια προς το βορρά τα κατεχόμενα, ο Κόλπος του Μόρφου. Όμως και εδώ οι Κύπριοι ως Έλληνες, μαζί με τη δική τους σημαία τοποθετούν δίπλα και την Ελληνική. Εμείς εδώ δε θα έπρεπε να βάζουμε που και που την Κυπριακή;
Ο τάφος:
Λίγο πιο κάτω:
Αρχίσαμε την αποχώρηση από την περιοχή του Μοναστηριού. Είχαμε προορισμό τη Λεμεσό, αλλά στο δρόμο θα βλέπαμε όσα περισσότερα μπορούσαμε, αν και είχαμε στο μυαλό μας ότι θα ερχόμασταν και την επόμενη μέρα, για να δούμε κι άλλα από τα μέρη του Τρόοδου. Πρώτη στάση στον Τίμιο Σταυρό δίπλα στο χωριό Πεδουλάς. Ωραίος ο λόφος αλλά λίγο εγκαταλειμμένος. Στο χωριό δεν κατεβήκαμε γιατί μας είχε κολλήσει στο μυαλό το χωριό Πρόδρομος. Περιμέναμε να δούμε κάτι όμορφο αλλά τίποτα. Ταλαιπωρηθήκαμε να κατέβουμε μέχρι την εκκλησία, ελπίζοντας να δούμε κάτι ενδιαφέρον. Όμως τα χωριά εδώ δεν είναι αξιοποιημένα, αν δεν έχουνε μερικές ταβέρνες. Τότε τα επισκέπτονται οι Κύπριοι. Οπότε τα περιποιούνται και οι χωριανοί.
Τίμιος Σταυρός:
Πρόδρομος:
Ο επόμενος προορισμός μας ήταν το χωριό Πλάτρες. Δεν είχαμε ιδέα για το τι μας περίμενε κι εκεί. Όμως είχαμε διαβάσει ότι τα τουριστικά πρακτορεία κάνουν στάση για φαγητό εκεί, άρα κάτι θα είχε. Και πράγματι, ήταν ένα όμορφο και αξιοποιημένο χωριό. Δύσκολα εύρισκες να παρκάρεις. Είναι χτισμένο, όπως και τα περισσότερα χωριά του Τρόοδου, σε απότομες πλαγιές, και είναι καταπράσινο. Είναι γεμάτο ταβέρνες και επειδή ήταν πια η ώρα τρεις είχαν πολύ κόσμο. Εμείς φυσικά δεν καθίσαμε για φαγητό αλλά σε ένα καφέ, στον «Αντώνη», για λουκουμάδες. Τους έχουν περί πολλού στο νησί.
Δεν θυμάμαι ποια έμπνευση είχαμε και αντί να πάμε από τον πιο σύντομο δρόμο στη Λεμεσό, πήραμε ένα δρόμο δυτικότερο και βρεθήκαμε στο πολύ όμορφο χωριό Όμοδος. Νομίζω όμως ότι πήγαμε αποκλειστικά για το Μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού. Όμως είδαμε άλλο ένα όμορφο και πλούσιο χωριό του βουνού. Είχε μερικά ωραία σπίτια και στενάκια. Το μοναστήρι ήταν στο κέντρο του χωριού. Παλιό και με πανέμορφες καμάρες σε δυο επίπεδα, γύρω από την εκκλησία που ήταν στο κέντρο. Βρίσκεται σε χαμηλό υψόμετρο και πλέον το τοπίο δεν έχει τόσο πράσινο. Έχει βέβαια πολλά αμπέλια. Και γενικά στο νησί έχουν πολλά χωράφια με αμπέλια και επίσης πολλά οινοποιεία. Τα διαφημίζουν παντού και ως μουσεία.
Το μοναστήρι:
Τα στενά του χωριού:
Λίγο πριν βραδιάσει φτάσαμε στη Λεμεσό. Μέχρι να τακτοποιηθούμε στο διαμέρισμα νύχτωσε, αλλά βγήκαμε να κάνουμε μια βόλτα στη θάλασσα που βρισκόταν κάτω από το δωμάτιό μας. Το καλό είναι ότι στην Κύπρο έχουν στις παραλίες των πόλεων μονοπάτια και μπορείς και κάνεις τη βόλτα σου. Πήγαμε και ψωνίσαμε από ένα σούπερ μάρκετ εκεί κοντά και κάτσαμε στο διαμέρισμα να φάμε και να πιούμε, το βασικότερο. Ήταν ώρα για ξεκούραση. Είχαμε κάνει αρκετά χιλιόμετρα όλη τη μέρα.
Ξυπνήσαμε νωρίς και εγκαταλείψαμε την πόλη με τελικό προορισμό τη Λεμεσό. Όμως για να φτάσουμε εκεί είχαμε σκοπό να περάσουμε ξυστά από τη Λευκωσία και να επισκεφτούμε το χωριό Σκουριώτισσα, που είχε ένα ιδιωτικό μουσείο σχετικό με τα μεταλλεία χαλκού της περιοχής. Το χωριό βρίσκεται δυτικά της Λευκωσίας. Χωρίς καμιά στάση ενδιάμεσα φτάσαμε στη Σκουριώτισσα στις 09:00. Το μουσείο ήταν κλειστό, αν και ουσιαστικά δεν ξέραμε τι θα δούμε. Το προηγούμενο βράδυ έψαξα στο διαδίκτυο να βρω κάποιο τηλέφωνο επικοινωνίας, αλλά δεν είχα καταφέρει σχεδόν τίποτα. Μόνο μια κοπέλα μου απάντησε ότι δεν έχει ιδέα για το τι γίνεται, αλλά μου έδωσε ένα τηλέφωνο ενός ντόπιου κοινοτικού υπαλλήλου, το οποίο ποτέ δεν απάντησε.

Το μουσείο κλειστό:

Το μουσείο ανοιχτό:


Απογοητευμένοι πήγαμε στην πολύ όμορφη εκκλησία εκεί δίπλα και τραβούσαμε φωτογραφίες. Ξαφνικά βλέπω μια κυρία να βγαίνει από το σπίτι της και τη ρωτώ αν ξέρει κάτι για το μουσείο. Μα ήταν το σωστό πρόσωπο στο σωστό χρόνο και στη σωστή θέση. Ήταν εξαδέλφη του κλειδοκράτορα. Ήταν ο κύριος Ανδρέας, συνταξιούχος δάσκαλος, που όταν τον πήρα τηλέφωνο πότιζε το χωράφι του και μου είπε ότι θα έρθει σε ένα τέταρτο. Ήταν απόλυτα ακριβής. Είδαμε το μουσείο των 20 τετραγωνικών μέτρων, σχεδόν γκρεμισμένο, αλλά αρκετά συμπαθές. Ο κύριος Ανδρέας μας προσκάλεσε για καφέ στο σπίτι του αλλά δεν δεχτήκαμε. Μας έδωσε πληροφορίες για να πάμε να δούμε μια Βυζαντινή εκκλησία μέσα σε ένα στρατόπεδο των Ηνωμένων Εθνών.
Πήγαμε λοιπόν στο Αργεντίνικο στρατόπεδο, λίγο πιο κάτω και είδαμε την εκκλησία της Παναγίας της Σκουριώτισσας. Δεν ήταν κάτι εντυπωσιακό αλλά το να μπαίνεις σε στρατόπεδο των ΗΕ ήταν για μας κάτι πρωτόγνωρο. Μόλις είπαμε στο φρουρό της εισόδου ότι θέλουμε να επισκεφτούμε την εκκλησία, μας είπε να περάσουμε, χωρίς άλλες διατυπώσεις. Αργεντινοί παιδί μου! Η εκκλησούλα δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο αλλά εμείς νιώσαμε σαν στο σπίτι μας. Για να μπείτε στην εκκλησία, μας είπε ο κύριος Ανδρέας, θα βάλετε το δάκτυλό σας στην τρύπα στο επάνω μέρος της πόρτας, και εκείνη θα ανοίξει. Έτσι κι έγινε.
Η εκκλησούλα:

Το εσωτερικό:

Το στρατόπεδο:


Αποχωρώντας από την περιοχή φωτογραφίσαμε τους λόφους με τα υπέροχα χρώματα των πετρωμάτων. Οι φρουροί των μεταλλείων δεν μας άφησαν να περάσουμε μέσα γιατί τέτοιες οδηγίες είχαν. Την περιοχή την επισκεφτήκαμε τυχαία. Η Ντίνα είχε δει στην τηλεόραση (YouTube) ότι υπάρχει ένα μουσείο χαλκού. Εγώ ψάχνοντας στο διαδίκτυο βρήκα την Σκουριώτισσα και όχι εκείνο που είχε δει η Ντίνα, το οποίο βρίσκεται στην Πάφο και δεν είδαμε ποτέ. Όμως αυτά που είδαμε ήταν πολύ ενδιαφέροντα.


Ο επόμενος σταθμός που έβαλα στον πλοηγό ήταν η μονή Κύκκου. Κάναμε μόνο μια στάση για να δούμε το φράγμα στο χωριό Καλοπαναγιώτης.


Η Μονή ήταν καταπληκτική, χτισμένη στο βουνό μέσα στο πράσινο από πεύκα τοπίο. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι οι τοιχογραφίες. Έντονα χρώματα και ζωγραφισμένοι πολλοί εξωτερικοί τοίχοι και τα θολωτά ταβάνια, στους λεγόμενους ημιυπαίθριους χώρους. Δεν μιλώ φυσικά μόνο για το ναό αλλά για τα κτίσματα πέριξ με τις υπέροχες καμάρες. Οι καμάρες είναι παντού στα κτήρια του νησιού. Παλιά και καινούρια. Εμείς έχουμε μερικές στην Κέρκυρα και τις δείχνουμε σαν υπερθέαμα. Έχοντας πάει σε πολλά μοναστήρια, πιστεύω ότι είναι το πλουσιότερο που έχω δει. Να σημειώσω ότι πολλές από τις τοιχογραφίες είναι ψηφιδωτά. Γενικά τα ψηφιδωτά είναι διαδεδομένα στην Κύπρο. Από τα βυζαντινά χρόνια μέχρι και σήμερα. Τα βλέπεις παντού.





Μετά την επίσκεψη σε όσους χώρους θέλαμε, ανηφορίσαμε με το αυτοκίνητο για το Θρονί, να δούμε τον τάφο και το άγαλμα του Μακάριου. Πρώτα συναντάς το επιβλητικό άγαλμα, με ύψος κοντά στα δέκα μέτρα. Ανηφορίζοντας, λίγο ακόμα με τα πόδια, φτάνεις στην κορφή ενός λόφου που είναι ο τάφος και μια μικρή εκκλησία της Παναγίας. Το φαρδύ μονοπάτι με τα πλακάκια στο δάπεδο έχει στις άκρες του διάφορες μεγάλες εικόνες με ψηφίδες. Από την κορφή βέβαια αντικρίζεις μεγάλο μέρος του καταπράσινου βουνού. Παντού μόνο πεύκα. Και στο βάθος βέβαια προς το βορρά τα κατεχόμενα, ο Κόλπος του Μόρφου. Όμως και εδώ οι Κύπριοι ως Έλληνες, μαζί με τη δική τους σημαία τοποθετούν δίπλα και την Ελληνική. Εμείς εδώ δε θα έπρεπε να βάζουμε που και που την Κυπριακή;



Ο τάφος:



Λίγο πιο κάτω:

Αρχίσαμε την αποχώρηση από την περιοχή του Μοναστηριού. Είχαμε προορισμό τη Λεμεσό, αλλά στο δρόμο θα βλέπαμε όσα περισσότερα μπορούσαμε, αν και είχαμε στο μυαλό μας ότι θα ερχόμασταν και την επόμενη μέρα, για να δούμε κι άλλα από τα μέρη του Τρόοδου. Πρώτη στάση στον Τίμιο Σταυρό δίπλα στο χωριό Πεδουλάς. Ωραίος ο λόφος αλλά λίγο εγκαταλειμμένος. Στο χωριό δεν κατεβήκαμε γιατί μας είχε κολλήσει στο μυαλό το χωριό Πρόδρομος. Περιμέναμε να δούμε κάτι όμορφο αλλά τίποτα. Ταλαιπωρηθήκαμε να κατέβουμε μέχρι την εκκλησία, ελπίζοντας να δούμε κάτι ενδιαφέρον. Όμως τα χωριά εδώ δεν είναι αξιοποιημένα, αν δεν έχουνε μερικές ταβέρνες. Τότε τα επισκέπτονται οι Κύπριοι. Οπότε τα περιποιούνται και οι χωριανοί.
Τίμιος Σταυρός:

Πρόδρομος:

Ο επόμενος προορισμός μας ήταν το χωριό Πλάτρες. Δεν είχαμε ιδέα για το τι μας περίμενε κι εκεί. Όμως είχαμε διαβάσει ότι τα τουριστικά πρακτορεία κάνουν στάση για φαγητό εκεί, άρα κάτι θα είχε. Και πράγματι, ήταν ένα όμορφο και αξιοποιημένο χωριό. Δύσκολα εύρισκες να παρκάρεις. Είναι χτισμένο, όπως και τα περισσότερα χωριά του Τρόοδου, σε απότομες πλαγιές, και είναι καταπράσινο. Είναι γεμάτο ταβέρνες και επειδή ήταν πια η ώρα τρεις είχαν πολύ κόσμο. Εμείς φυσικά δεν καθίσαμε για φαγητό αλλά σε ένα καφέ, στον «Αντώνη», για λουκουμάδες. Τους έχουν περί πολλού στο νησί.


Δεν θυμάμαι ποια έμπνευση είχαμε και αντί να πάμε από τον πιο σύντομο δρόμο στη Λεμεσό, πήραμε ένα δρόμο δυτικότερο και βρεθήκαμε στο πολύ όμορφο χωριό Όμοδος. Νομίζω όμως ότι πήγαμε αποκλειστικά για το Μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού. Όμως είδαμε άλλο ένα όμορφο και πλούσιο χωριό του βουνού. Είχε μερικά ωραία σπίτια και στενάκια. Το μοναστήρι ήταν στο κέντρο του χωριού. Παλιό και με πανέμορφες καμάρες σε δυο επίπεδα, γύρω από την εκκλησία που ήταν στο κέντρο. Βρίσκεται σε χαμηλό υψόμετρο και πλέον το τοπίο δεν έχει τόσο πράσινο. Έχει βέβαια πολλά αμπέλια. Και γενικά στο νησί έχουν πολλά χωράφια με αμπέλια και επίσης πολλά οινοποιεία. Τα διαφημίζουν παντού και ως μουσεία.
Το μοναστήρι:


Τα στενά του χωριού:


Λίγο πριν βραδιάσει φτάσαμε στη Λεμεσό. Μέχρι να τακτοποιηθούμε στο διαμέρισμα νύχτωσε, αλλά βγήκαμε να κάνουμε μια βόλτα στη θάλασσα που βρισκόταν κάτω από το δωμάτιό μας. Το καλό είναι ότι στην Κύπρο έχουν στις παραλίες των πόλεων μονοπάτια και μπορείς και κάνεις τη βόλτα σου. Πήγαμε και ψωνίσαμε από ένα σούπερ μάρκετ εκεί κοντά και κάτσαμε στο διαμέρισμα να φάμε και να πιούμε, το βασικότερο. Ήταν ώρα για ξεκούραση. Είχαμε κάνει αρκετά χιλιόμετρα όλη τη μέρα.