psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.094
- Likes
- 56.051
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Λίγη ακόμα Κρακοβία
Καλές οι μπυρίτσες αλλά μας είχε θερίσει εδώ και ώρα…
Ευτυχώς δε χρειαζόταν να περπατήσουμε για πολύ στο γεμάτο χιόνι δρόμο μιας και το σχέδιο ήταν ήδη καταρτισμένο από πριν:
Ήθελα να κάνω ένα τραπέζι για τη γιορτή μου, σταμπάροντας ένα εστιατόριο με το όνομα «Pierogi MR Vincent» και πολύ καλές κριτικές, τα πιάτα του οποίου σκεφτόμουν πριν ξεκινήσω καν την εκδρομή:
Pielmieni με κιμά, Pierogi με διάφορα τυριά, ένα ορεκτικό με μανιτάρι, μπυρίτσες, κυρίως όμως την αυθεντική σούπα Borscht που λάτρεψα από την πρώτη φορά που τη δοκίμασα και πάλι σε πολωνικό έδαφος στην πρωτεύουσα Βαρσοβία, ιδανική εκτός των άλλων για τέτοιες χειμωνιάτικες μέρες. Κόστος; Γύρω στα 30€ όλα μαζί.
Με χαμόγελο ευτυχίας και πολύ γεμάτα στομάχια έως σκασμού, βγήκαμε απόγευμα πλέον προκειμένου να βολτάρουμε και λίγο προς την ανοικτή αγορά με τα φαγάδικα που βρισκόταν δίπλα μας:
Ακόμη ένα μέρος – ορισμός του αυθεντικού Zapiekanki, που το 2019 είχαμε τιμήσει ουκ ολίγες φορές, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση ήταν αδύνατο, ωστόσο πάντα έχει πλάκα ένα πέρασμα από την πλατεία Nowy:
Το δικό μου πονηρό μυαλό όμως είχε άλλα σχέδια, έτσι προσπεράσαμε γρήγορα την Εβραϊκή συναγωγή με τα φυλλάδια του πολέμου στη γάζα κρεμασμένα στα κάγκελα της, βγαίνοντας στην γνωστή και μη εξαιρετέα οδό Miodowa:
Εκεί δίπλα ήταν το αγαπημένο μου μπαρ, χωμένο μέσα στο στενό της Skwer Ozjasza Thona πίσω απ’ το παρκάκι. Το μαγαζί που πρωτοσυστηθήκαμε στην Κρακοβία τεσσεράμισι χρόνια πριν ίδιο κι απαράλλαχτο, με σκοτεινή ατμόσφαιρα, ωραίες μουσικές, τη σημαία της Λ.Δ. της Γερμανίας κρεμασμένη σε περίοπτη θέση, με τα ψυγεία και τα βαρέλια του ασφυκτικά γεμάτα προσφέροντας μας χωνευτική βότκα και μπύρα. Αυτή είναι η Propaganda
:
Δεν υπήρχε κανένας λόγος να ξαναχρησιμοποιήσουμε το τραμ, μιας και είχαμε διανύσει -με τις απαραίτητες στάσεις- κιόλας τη μισή διαδρομή. Θα το κόβαμε με το πόδι το ενάμισι χιλιόμετρο πατώντας ωραίο φρέσκο χιονάκι, άλλοτε σε πάρκα κι άλλοτε σε κεντρικές οδούς:
Δε μας πήρε και πολλή ώρα να φτάσουμε ξανά στην κεντρική πλατεία, όμορφα φωτισμένη και στολισμένη όπως είναι λογικό:
Κυριακή βραδάκι με τσουχτερό κρύο κι ο κόσμος ήταν πλέον αισθητά πιο μειωμένος, κινούμενος κυρίως στα μπαράκια και τα εστιατόρια περιμετρικά της πλατείας:
Κάναμε μια σύντομη βόλτα κι εμείς ψάχνοντας κατάστημα για αναμνηστικά που ήθελε ο Κώστας και κατευθυνθήκαμε προς το ξενοδοχείο για ν’ αλλάξουμε και να ξαναβγούμε αμέσως:
Ένα μισάωρο μετά ήμασταν και πάλι στο δρόμο και συγκεκριμένα στην Floriańska, με την αναζήτηση καταστήματος τουριστικών να συνεχίζεται κι εμένα να βρίσκω την ευκαιρία για μερικές ακόμη νυχτερινές λήψεις:
Πώς να χορτάσεις τέτοια πόλη; Γίνεται;
Τη λύση για τα ψώνια μας έδωσε ένας παππούς Εβραίος αν κατάλαβα καλά, καλωσορίζοντας μας μάλιστα στα Ελληνικά. Είχαμε χάσει όμως πολύτιμο χρόνο με τη δίψα μας ν’ αυξάνεται κατακόρυφα. Δε πειράζει, μιας και είχε έρθει ώρα γι’ ακόμη ένα αγαπημένο μπαράκι της πόλης που «γράψαμε χιλιόμετρα» και ήταν ευκαιρία να επισκεφτούμε, κατεβαίνοντας δίχως περισσότερη σκέψη τη σκάλα του υπογείου «Black Gallery Pub» που χαιρόμουν ιδιαίτερα που ξανάβλεπα:
Ήπιαμε τις μπύρες μας, δοκιμάσαμε τη βότκα με το μέλι, πιάσαμε την κουβέντα ξανά με τον ιδιοκτήτη ο οποίος επιβεβαίωσε την καλή μου μνήμη, κεραστήκαμε, χαιρετηθήκαμε κι αναχωρήσαμε γι’ άλλα.
Όσο για τη συνέχεια; Πολλά είχα στο μυαλό μου αλλά η Κυριακή μου περιόρισε λίγο έως πολύ τις επιλογές, καταλήγοντας εν τέλει σ’ ένα μπαράκι κοντά στο ξενοδοχείο με το όνομα «English football club» κι έμβλημα τα τρία λιοντάρια. Αν νομίζετε ότι είναι από τα μπαρ που μαζεύονται Εγγλεζάρες για να δούνε μπάλα και να μπεκρουλιάσουνε δίχως αύριο, είμαι ‘δω για να σας επιβεβαιώσω. Αυτό ακριβώς είναι, τέτοια ώρα όμως τέτοια λόγια. Γευσιγνωσία βότκας μέρος τέταρτο, πέμπτο και βάλε…
Με την ώρα περασμένη 12 ήδη, είπαμε να κολλήσουμε τα τελευταία ένσημα της εκδρομής και να στρογγυλέψουμε τον αριθμό των σφηνακίων που ‘χαμε καταναλώσει, έτσι για το καλό. Η μπάρα του γεμάτου πάντα «Bull Pub» είναι σταθερή αξία τέτοιες ώρες, αν εξαιρέσεις βέβαια το karaoke των παράφωνων τουριστών…
Όλα καλά. Ευχαριστημένοι και χορτασμένοι απ’ όλα γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για λίγες ώρες ξεκούρασης.
Καλές οι μπυρίτσες αλλά μας είχε θερίσει εδώ και ώρα…
Ευτυχώς δε χρειαζόταν να περπατήσουμε για πολύ στο γεμάτο χιόνι δρόμο μιας και το σχέδιο ήταν ήδη καταρτισμένο από πριν:

Ήθελα να κάνω ένα τραπέζι για τη γιορτή μου, σταμπάροντας ένα εστιατόριο με το όνομα «Pierogi MR Vincent» και πολύ καλές κριτικές, τα πιάτα του οποίου σκεφτόμουν πριν ξεκινήσω καν την εκδρομή:

Pielmieni με κιμά, Pierogi με διάφορα τυριά, ένα ορεκτικό με μανιτάρι, μπυρίτσες, κυρίως όμως την αυθεντική σούπα Borscht που λάτρεψα από την πρώτη φορά που τη δοκίμασα και πάλι σε πολωνικό έδαφος στην πρωτεύουσα Βαρσοβία, ιδανική εκτός των άλλων για τέτοιες χειμωνιάτικες μέρες. Κόστος; Γύρω στα 30€ όλα μαζί.
Με χαμόγελο ευτυχίας και πολύ γεμάτα στομάχια έως σκασμού, βγήκαμε απόγευμα πλέον προκειμένου να βολτάρουμε και λίγο προς την ανοικτή αγορά με τα φαγάδικα που βρισκόταν δίπλα μας:


Ακόμη ένα μέρος – ορισμός του αυθεντικού Zapiekanki, που το 2019 είχαμε τιμήσει ουκ ολίγες φορές, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση ήταν αδύνατο, ωστόσο πάντα έχει πλάκα ένα πέρασμα από την πλατεία Nowy:


Το δικό μου πονηρό μυαλό όμως είχε άλλα σχέδια, έτσι προσπεράσαμε γρήγορα την Εβραϊκή συναγωγή με τα φυλλάδια του πολέμου στη γάζα κρεμασμένα στα κάγκελα της, βγαίνοντας στην γνωστή και μη εξαιρετέα οδό Miodowa:


Εκεί δίπλα ήταν το αγαπημένο μου μπαρ, χωμένο μέσα στο στενό της Skwer Ozjasza Thona πίσω απ’ το παρκάκι. Το μαγαζί που πρωτοσυστηθήκαμε στην Κρακοβία τεσσεράμισι χρόνια πριν ίδιο κι απαράλλαχτο, με σκοτεινή ατμόσφαιρα, ωραίες μουσικές, τη σημαία της Λ.Δ. της Γερμανίας κρεμασμένη σε περίοπτη θέση, με τα ψυγεία και τα βαρέλια του ασφυκτικά γεμάτα προσφέροντας μας χωνευτική βότκα και μπύρα. Αυτή είναι η Propaganda


Δεν υπήρχε κανένας λόγος να ξαναχρησιμοποιήσουμε το τραμ, μιας και είχαμε διανύσει -με τις απαραίτητες στάσεις- κιόλας τη μισή διαδρομή. Θα το κόβαμε με το πόδι το ενάμισι χιλιόμετρο πατώντας ωραίο φρέσκο χιονάκι, άλλοτε σε πάρκα κι άλλοτε σε κεντρικές οδούς:


Δε μας πήρε και πολλή ώρα να φτάσουμε ξανά στην κεντρική πλατεία, όμορφα φωτισμένη και στολισμένη όπως είναι λογικό:


Κυριακή βραδάκι με τσουχτερό κρύο κι ο κόσμος ήταν πλέον αισθητά πιο μειωμένος, κινούμενος κυρίως στα μπαράκια και τα εστιατόρια περιμετρικά της πλατείας:


Κάναμε μια σύντομη βόλτα κι εμείς ψάχνοντας κατάστημα για αναμνηστικά που ήθελε ο Κώστας και κατευθυνθήκαμε προς το ξενοδοχείο για ν’ αλλάξουμε και να ξαναβγούμε αμέσως:


Ένα μισάωρο μετά ήμασταν και πάλι στο δρόμο και συγκεκριμένα στην Floriańska, με την αναζήτηση καταστήματος τουριστικών να συνεχίζεται κι εμένα να βρίσκω την ευκαιρία για μερικές ακόμη νυχτερινές λήψεις:

Πώς να χορτάσεις τέτοια πόλη; Γίνεται;

Τη λύση για τα ψώνια μας έδωσε ένας παππούς Εβραίος αν κατάλαβα καλά, καλωσορίζοντας μας μάλιστα στα Ελληνικά. Είχαμε χάσει όμως πολύτιμο χρόνο με τη δίψα μας ν’ αυξάνεται κατακόρυφα. Δε πειράζει, μιας και είχε έρθει ώρα γι’ ακόμη ένα αγαπημένο μπαράκι της πόλης που «γράψαμε χιλιόμετρα» και ήταν ευκαιρία να επισκεφτούμε, κατεβαίνοντας δίχως περισσότερη σκέψη τη σκάλα του υπογείου «Black Gallery Pub» που χαιρόμουν ιδιαίτερα που ξανάβλεπα:


Ήπιαμε τις μπύρες μας, δοκιμάσαμε τη βότκα με το μέλι, πιάσαμε την κουβέντα ξανά με τον ιδιοκτήτη ο οποίος επιβεβαίωσε την καλή μου μνήμη, κεραστήκαμε, χαιρετηθήκαμε κι αναχωρήσαμε γι’ άλλα.
Όσο για τη συνέχεια; Πολλά είχα στο μυαλό μου αλλά η Κυριακή μου περιόρισε λίγο έως πολύ τις επιλογές, καταλήγοντας εν τέλει σ’ ένα μπαράκι κοντά στο ξενοδοχείο με το όνομα «English football club» κι έμβλημα τα τρία λιοντάρια. Αν νομίζετε ότι είναι από τα μπαρ που μαζεύονται Εγγλεζάρες για να δούνε μπάλα και να μπεκρουλιάσουνε δίχως αύριο, είμαι ‘δω για να σας επιβεβαιώσω. Αυτό ακριβώς είναι, τέτοια ώρα όμως τέτοια λόγια. Γευσιγνωσία βότκας μέρος τέταρτο, πέμπτο και βάλε…

Με την ώρα περασμένη 12 ήδη, είπαμε να κολλήσουμε τα τελευταία ένσημα της εκδρομής και να στρογγυλέψουμε τον αριθμό των σφηνακίων που ‘χαμε καταναλώσει, έτσι για το καλό. Η μπάρα του γεμάτου πάντα «Bull Pub» είναι σταθερή αξία τέτοιες ώρες, αν εξαιρέσεις βέβαια το karaoke των παράφωνων τουριστών…

Όλα καλά. Ευχαριστημένοι και χορτασμένοι απ’ όλα γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για λίγες ώρες ξεκούρασης.
Last edited: