soudianos
Member
- Μηνύματα
- 3.702
- Likes
- 6.319
- Ταξίδι-Όνειρο
- Βερακρούζ
Δυο σταθμοί ΤV υπήρχαν. Canal 6 (seis). Kai canal 3 (tres). Κάθε ώρα ο εκφωνητής έλεγε με αργή και σταθερή φωνή: Canal seis desde la Habana. Cuba. Primer Territorio libre del America.(Πρώτη ελεύθερη χώρα στην Αμερική!!). Και συνέχιζε το πρόγραμμα. Φανταστείτε τόσους μήνες εκεί, να έχει μπει στο κεφάλι μας, να το ακούμε ακόμα και στον ύπνο μας.
Υπήρχε μια ευγενικότατη τήρηση της «σειράς», είτε στα λεωφορεία είτε αλλού, που όπως γνωρίζετε σ΄αυτά τα καθεστώτα, οι ουρές ήταν στο πρόγραμμα, ακόμα και στην αγορά του πιο απλού προϊόντος. Πολλές φορές περιμέναμε το λεωφορείο για βόλτα έξω απ΄ τη πόλη, ουρά ένας πίσω απ΄ τον άλλο, αναμονή με υπομονή. Ο επόμενος λοιπόν που ερχόταν, παρόλο που φαινόταν που πρέπει να σταθεί, ρωτούσε : quien es el ultimo?(ποιος είναι ο τελευταίος έτσι ήξερε μετά από ποιόν έχει σειρά. Το μάθαμε κι΄ αυτό κι΄ αναγκαστικά το εφαρμόζαμε. Εκεί το συνήθισα και το ρωτώ εδώ ιδίως στα ιατρεία που δεν ξέρεις ποιος είναι πριν από σένα. Το εισιτήριο στα λεωφορεία είχε 5 σεντάβος (0,05 του πέσο).
Εκείνη την εποχή έτυχε η ανάθεση στη Κούβα η διοργάνωση του πρώτου παγκόσμιου φεστιβάλ φοιτητών και νεολαίας (νομίζω ήταν το πρώτο). Οι μεγάλες αφίσες κρεμασμένες στους τοίχους το έγραφαν: “Primer festival Mundial Juventud y Estudiantes”. Όλοι ο νεολαία του κόσμου στην Αβάνα. Ετοιμασίες, συστάσεις στους κατοίκους, καλλωπισμός κλπ. Βοήθεια προς τη χώρα, απ όλες τις «αδελφές» . Ενώ βρισκόμασταν στην Rotterdam και όπως συνήθως θα φορτώναμε από εκεί. Μας λένε ξαφνικά , πηγαίνετε Βάρνα Βουλγαρίας να φορτώσετε για Κούβα. Ωραία, να περάσουμε κι από τα δικά μας νερά. Πράγματι γεμίσαμε τα αμπάρια που γινόταν και ψυγεία 15 χιλιάδες τόνους τυριά και κοτόπουλα (σφαγμένα …). Φτάνοντας Αβάνα μας λένε ότι ήμαστε το πρώτο πλοίο που φέρνει βοήθεια για το φεστιβάλ, και γι΄αυτό αύριο πρωί θα γίνει μια γιορτή στη προβλήτα, δίπλα στο πλοίο, θα υπάρχει και «κανάλι». Χμ!! ορίστε τι τους φέρνουμε και μας ταράζουν στην αστυνόμευση. Πράγματι την επόμενη ετοίμασαν εξέδρα, μικρόφωνα για την ομιλία, η τv έτοιμη, αρκετοί Κουβανοί και πολλοί μαθητές και μαθήτριες, με τις σχολικές τους στολές. Πάνω στη εξέδρα ο Κουβανός ομιλητής και δίπλα του ο καπετάνιος μας, ένας 65ρης
Μ΄ ένα κόκκινο καπελάκι στο κεφάλι και γυαλιά ηλίου, και η TV να τραβά. Εμείς οι υπόλοιποι σκορπισμένοι γύρω-γύρω ανακατευτήκαμε με τις μαθήτριες, και παρακολουθούσαμε την ομιλία. Έχετε δει τη στολή τους; Η φούστα λίγο πιο μακριά από τη φούστα μιας τενίστριας. Το πράγμα όμως έπαιρνε άλλη τροπή γιατί έπιανες κουβέντα σε κάποια, και αμέσως μαζευόντουσαν 5-6 και δεν πρόσεχαν την ομιλία. Ο καθηγητής τους πιο πέρα να προσέχει . Βγάζει κι΄ ένας νεαρός δικός μας ένα πακετάκι τσίχλες να κεράσει , γίνηκε μεγαλύτερο σούσουρο, και τους λέω, παιδιά κάτσετε ήσυχα μέχρι να τελειώσει η τελετή. Πολύωρη η ομιλία όπως πάντα στη Κούβα, κάτω από το ήλιο. Τέλειωσε η ομιλία , χειροκροτήσαμε, το ίδιο και ο καπετάνιος που τον έπαιρνε η tv, έμεινε και χρόνος για ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων….Προλάβαμε και το φεστιβάλ μερικές μέρες πριν λήξη. Συναντήσαμε τους Έλληνες νεολαίους, τους διακρίναμε εύκολα στην παλιά Αβάνα, τους ενημερώσαμε πώς να κινηθούν.
Ένα απόβραδο περπατούσα στον παραλιακό, κάτω από τα δένδρα και κοντά στο κάστρο που ανέφερα πιο πάνω. Από μπροστά μου ακουγόταν μια μουσική που δυνάμωνε όσο προχωρούσα. Είχε νυχτώσει καλά, και έφτασα σ΄ ένα μικρό κυκλικό κτίσμα ανάμεσα στα δένδρα. Απ έξω είχαν αφίσες με χορογραφία. Χωρίς πολύ-πολύ να το σκεφτώ, βγάζω εισιτήριο τρία πέσος και μπαίνω μέσα. Αμφιθέατρο, γύρω-γύρω οι εξέδρες, στην μέση η πίστα που χόρευαν. Ανοικτό φυσικά, κάτω από τον ουρανό, ερημικό τοπίο. Μουσική πανδαισία, μουσική αγγέλων, μουσική της αφρικάνικης ζούγκλας ή της ερήμου; Ή από τις φυτείες ζαχαροκάλαμου όταν τις φυσά ο άνεμος; Εκεί στη καυτή νύχτα κάτω από τ΄ αστέρια. Καμία σχέση με γνωστό μας λατινικό ρυθμό ή κλασικό ευρωπαϊκό. Οι χορεύτριες στο κέντρο με τους προβολείς να τις συνοδεύουν στις κινήσεις, με αραχνοΰφαντα πέπλα, να κινούνται στο ρυθμό της μουσικής. Χάρμα οφθαλμών, ψυχική ευδαιμονία, ανάταση. Αν βρισκόταν αυτό στη Αθήνα, σκέφθηκα, θα έπαιζε στην καλύτερη αίθουσα με πανάκριβα εισιτήρια. (ίσως κάτι όμοιο νάχει περάσει μετά το «άνοιγμα…») . Τέλειωσε, άναψαν τα φώτα. Τότε φίλοι μου παρουσιάστηκε μπροστά μου ένας άλλος κόσμος. Αυτός που δεν σουλατσάρει στα πάρκα και στις πλατείες της Κούβας. Καλοντυμένος, όμορφος, κομψός, χαμηλών τόνων. Ιδίως οι κυρίες κομψές και απλές, το ντύσιμο χωρίς υπερβολές, κυρίως κουλτουριάρικο, δεν είχε ελλείψεις.
Οι μέρες παραμονή μας στην Αβάνα κάποτε τελειώνουν. Πρέπει να πάμε και στα άλλα λιμανάκια. Τι χαρά που αφήναμε το λιμάνι με τα βρώμικα νερά!! Μόνο μπλε δεν ήταν. Κίτρινα, καφέ, πράσινα. Έτσι κι΄ έπεφτες μέσα δε γλύτωνες την αρρώστια. Ξεκινούσαμε κανονική κρουαζιέρα. Αγαλλίαση. Έσχιζε το καράβι το βαθύ μπλε το πράσινο νησί δεξιά μας, ο καθαρός αέρας, ο ήλιος, η πάντα ήρεμη θάλασσα. Περνάμε έξω από το Veradero. Τη μεγαλύτερη λένε παραλία της Καραϊβικής. Κάποτε την επισκεφθήκαμε 4-5 άτομα. Ήμασταν μόνο εμείς. Κάναμε το μπάνιο μας, το ξενοδοχείο σχεδόν κλειστό. Δεν υπήρχε γκρουπ τουριστών, γι αυτό δεν ήταν οργανωμένοι Πάμε στον υπαίθριο χώρο του για μπύρα, δεν είχε μπύρες, πήραμε τηγανητή παπάγια, κι΄ένα ζεστό αναψυκτικό!!!!!. Τα ψυγεία δε δούλευαν. Φύγαμε απογοητευμένοι. Σ’ αυτά τα μικρά μέρη βλέπαμε όλο τον κοινωνικό ιστό, την καθημερινή ζωή. Γραφικά λιμανάκια με τα μεγάλα εντυπωσιακά κάστρα τους, ένα θαυμάσιο λιμάνι στο Trinidad, σε συνδυασμό με το κάστρο, μια στενή είσοδος, ανάμεσα από πύργους και απότομα βουνά. Κάναμε μια είσοδο στο Τρίνιδαδ, που τέτοια δεν έχω ξανακάνει σε κανένα μέρος του κόσμου. Μπαίναμε σ΄ένα στενό στόμιο, δεξιά να είναι ένα απότομο βουνό, μ΄ ένα τεράστιο πύργο πάνω του , κι αριστερά ένα καταπράσινο ακατοίκητο νησί. Μπροστά βλέπαμε μόνο πράσινα βουνά. Πίσω τους δεν ξέραμε τι βρίσκεται. Κανένα κτίσμα, καμιά ανθρώπινη παρουσία. Και μόλις περάσαμε το στόμιο του κόλπου μπήκαμε σε μια πελώρια λίμνη γεμάτη κάστρα και στο βάθος το Trinidad.
Οι δρόμοι σ’ αυτές τις πόλεις, αρχιτεκτονικά χαραγμένοι με τα φαρδιά πεζοδρόμια, τα ξύλινα πολύχρωμα, αεράτα σπίτια, με τη κουνιστή ψάθινη πολυθρόνα στο μπαλκόνι, ανοιχτές πόρτες και παράθυρα, μαγαζάκια μικρά, ήρεμη ζωή μες στη φύση. Το βράδυ να βρίσκεις στη βόλτα σου μια αλάνα με μια εξέδρα στη μέση, και πάνω οι γνωστοί μας πλέον καλλιτέχνες της Κούβας. Κι ο κόσμος να μην παίρνει ανάσα. Ο Κουβανέζικος ρυθμός να μεσουρανεί. Αυτοί που αργότερα βγήκαν έξω από τα σύνορα τους, που τόσο αγαπήθηκε η μουσική τους, αλλά μόνο όταν την ακούσεις εκεί, θα μπει στο είναι σου, και θα την καταλάβεις.
Αρχιτεκτονικοί ρυθμοί, κάθε εποχής κι εδώ. Santiago de Cuba, δεύτερο μεγάλο λιμάνι της χώρας, όπως προανέφερα, και πάντα πηγαίναμε. Δίπλα στα ιστορικά βουνά της Sierra Maestra, του βουνού που κρύβονταν οι αντάρτες, που ξεκίνησε η επανάσταση. Santiago κτισμένη σε λόφο , εδώ δεν έχει πεδιάδες . Εδώ κατοικούν οι σκληροπυρηνικοί του καθεστώτος. Εδώ η καρδιά της επανάστασης Οι 95 στους 100 είναι καταδότες. Προσέξετε μας έλεγαν. Εδώ δε κάνουν στραβά μάτια. Φόβος και τρόμος για τις κοπέλες που πλησιάζεις. Μια πλατεία με εκκλησία, και ένα ξενοδοχείο, ένα γκρουπ με τρία άτομα να παίζουν τους κουβανέζικους ρυθμούς, αλλά εδώ δε μαζεύονται για χορό, δεν είδα αλεγρία . Άνθρωποι σοβαροί, κλειστοί. Αλλά το κέντρο και οι γύρω δρόμοι φίλοι μου, σαν να φτιάχτηκαν από καλλιτέχνη, κάθε γωνίτσα την ιδιαιτερότητα της, ο ευρωπαϊκός ρυθμός σε όλη του τη η δόξα. Εδώ δεν βλέπεις χρώματα, αλλά μάρμαρο .
Μας πήγαν εκδρομή στη Sierra Maestra . Μέσα στο καταπράσινο βουνό, ανάμεσα από φαράγγια, λόφους, και κάθε τόσο στους δρόμους, μνημεία, μικρά ή μεγάλα. Μνημεία πεσόντων αγωνιστών. Θαυμάσιο τοπίο.
Ένα βράδι έρχεται ο λοστρόμος στο πλοίο, ματωμένα τα μπράτσα του, και τα πόδια του, σκισμένο το παντελόνι του. Ρε τι έγινε; Τον ρωτάμε. Γνώρισα μια κοπελιά, μας λέει. Σήμερα είχαμε ραντεβού, με βλέπει και με νόημα μου λέει ακολούθα. Είχε βραδιάσει. Μπαίνει στο λεωφορείο, μπαίνω κι΄εγώ, μακριά απ΄ αυτή. Περάσαμε τη πόλη, έξω πίσσα σκοτάδι, θάμνοι και δάση. Σε μια στάση κατεβαίνει, κατεβαίνω κι΄εγώ από την άλλη πόρτα. Περιμένομε να φύγει το λεωφορείο. Δεξιά μας απέραντη έκταση όλο θάμνοι και στο σκοτάδι δεν ξεχώριζα τι είδος βλάστηση ήταν. Έλα λέει μαζί μου, πάμε. Και μπαίνουμε μέσα σ΄ αυτούς του θάμνους προχωρούσαμε με δυσκολία, τα κεφάλια μας ξεχώριζαν και έπρεπε να βαδίζουμε σκυφτοί. Τα πόδια μας τα χέρια μας να μπερδεύονται στα αγκάθια. Τελικά φτάνουμε σ΄ένα μέρος λίγο καθαρό από θάμνους αλλά πάνω από δυο μέτρα δεν ήταν. Μετά από τις αγκαλιές και τα φιλιά, βγάζει μια εφημερίδα, την απλώνει, κι εκεί ξαπλώνει. Εγώ ξάπλωσα πάνω της, δεν είχα και που αλλού να ξαπλώσω, αλλά τα γόνατα μου και οι αγκώνες μου, υπέφεραν. Αλλά ήταν θαυμάσιο παιδιά μας λέει. Εκεί στην ερημιά στους κάμπους της Κούβας, στο νυχτερινό αέρα, κάτω από τ΄ άστρα!!!
Υπήρχε μια ευγενικότατη τήρηση της «σειράς», είτε στα λεωφορεία είτε αλλού, που όπως γνωρίζετε σ΄αυτά τα καθεστώτα, οι ουρές ήταν στο πρόγραμμα, ακόμα και στην αγορά του πιο απλού προϊόντος. Πολλές φορές περιμέναμε το λεωφορείο για βόλτα έξω απ΄ τη πόλη, ουρά ένας πίσω απ΄ τον άλλο, αναμονή με υπομονή. Ο επόμενος λοιπόν που ερχόταν, παρόλο που φαινόταν που πρέπει να σταθεί, ρωτούσε : quien es el ultimo?(ποιος είναι ο τελευταίος έτσι ήξερε μετά από ποιόν έχει σειρά. Το μάθαμε κι΄ αυτό κι΄ αναγκαστικά το εφαρμόζαμε. Εκεί το συνήθισα και το ρωτώ εδώ ιδίως στα ιατρεία που δεν ξέρεις ποιος είναι πριν από σένα. Το εισιτήριο στα λεωφορεία είχε 5 σεντάβος (0,05 του πέσο).
Εκείνη την εποχή έτυχε η ανάθεση στη Κούβα η διοργάνωση του πρώτου παγκόσμιου φεστιβάλ φοιτητών και νεολαίας (νομίζω ήταν το πρώτο). Οι μεγάλες αφίσες κρεμασμένες στους τοίχους το έγραφαν: “Primer festival Mundial Juventud y Estudiantes”. Όλοι ο νεολαία του κόσμου στην Αβάνα. Ετοιμασίες, συστάσεις στους κατοίκους, καλλωπισμός κλπ. Βοήθεια προς τη χώρα, απ όλες τις «αδελφές» . Ενώ βρισκόμασταν στην Rotterdam και όπως συνήθως θα φορτώναμε από εκεί. Μας λένε ξαφνικά , πηγαίνετε Βάρνα Βουλγαρίας να φορτώσετε για Κούβα. Ωραία, να περάσουμε κι από τα δικά μας νερά. Πράγματι γεμίσαμε τα αμπάρια που γινόταν και ψυγεία 15 χιλιάδες τόνους τυριά και κοτόπουλα (σφαγμένα …). Φτάνοντας Αβάνα μας λένε ότι ήμαστε το πρώτο πλοίο που φέρνει βοήθεια για το φεστιβάλ, και γι΄αυτό αύριο πρωί θα γίνει μια γιορτή στη προβλήτα, δίπλα στο πλοίο, θα υπάρχει και «κανάλι». Χμ!! ορίστε τι τους φέρνουμε και μας ταράζουν στην αστυνόμευση. Πράγματι την επόμενη ετοίμασαν εξέδρα, μικρόφωνα για την ομιλία, η τv έτοιμη, αρκετοί Κουβανοί και πολλοί μαθητές και μαθήτριες, με τις σχολικές τους στολές. Πάνω στη εξέδρα ο Κουβανός ομιλητής και δίπλα του ο καπετάνιος μας, ένας 65ρης
Μ΄ ένα κόκκινο καπελάκι στο κεφάλι και γυαλιά ηλίου, και η TV να τραβά. Εμείς οι υπόλοιποι σκορπισμένοι γύρω-γύρω ανακατευτήκαμε με τις μαθήτριες, και παρακολουθούσαμε την ομιλία. Έχετε δει τη στολή τους; Η φούστα λίγο πιο μακριά από τη φούστα μιας τενίστριας. Το πράγμα όμως έπαιρνε άλλη τροπή γιατί έπιανες κουβέντα σε κάποια, και αμέσως μαζευόντουσαν 5-6 και δεν πρόσεχαν την ομιλία. Ο καθηγητής τους πιο πέρα να προσέχει . Βγάζει κι΄ ένας νεαρός δικός μας ένα πακετάκι τσίχλες να κεράσει , γίνηκε μεγαλύτερο σούσουρο, και τους λέω, παιδιά κάτσετε ήσυχα μέχρι να τελειώσει η τελετή. Πολύωρη η ομιλία όπως πάντα στη Κούβα, κάτω από το ήλιο. Τέλειωσε η ομιλία , χειροκροτήσαμε, το ίδιο και ο καπετάνιος που τον έπαιρνε η tv, έμεινε και χρόνος για ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων….Προλάβαμε και το φεστιβάλ μερικές μέρες πριν λήξη. Συναντήσαμε τους Έλληνες νεολαίους, τους διακρίναμε εύκολα στην παλιά Αβάνα, τους ενημερώσαμε πώς να κινηθούν.
Ένα απόβραδο περπατούσα στον παραλιακό, κάτω από τα δένδρα και κοντά στο κάστρο που ανέφερα πιο πάνω. Από μπροστά μου ακουγόταν μια μουσική που δυνάμωνε όσο προχωρούσα. Είχε νυχτώσει καλά, και έφτασα σ΄ ένα μικρό κυκλικό κτίσμα ανάμεσα στα δένδρα. Απ έξω είχαν αφίσες με χορογραφία. Χωρίς πολύ-πολύ να το σκεφτώ, βγάζω εισιτήριο τρία πέσος και μπαίνω μέσα. Αμφιθέατρο, γύρω-γύρω οι εξέδρες, στην μέση η πίστα που χόρευαν. Ανοικτό φυσικά, κάτω από τον ουρανό, ερημικό τοπίο. Μουσική πανδαισία, μουσική αγγέλων, μουσική της αφρικάνικης ζούγκλας ή της ερήμου; Ή από τις φυτείες ζαχαροκάλαμου όταν τις φυσά ο άνεμος; Εκεί στη καυτή νύχτα κάτω από τ΄ αστέρια. Καμία σχέση με γνωστό μας λατινικό ρυθμό ή κλασικό ευρωπαϊκό. Οι χορεύτριες στο κέντρο με τους προβολείς να τις συνοδεύουν στις κινήσεις, με αραχνοΰφαντα πέπλα, να κινούνται στο ρυθμό της μουσικής. Χάρμα οφθαλμών, ψυχική ευδαιμονία, ανάταση. Αν βρισκόταν αυτό στη Αθήνα, σκέφθηκα, θα έπαιζε στην καλύτερη αίθουσα με πανάκριβα εισιτήρια. (ίσως κάτι όμοιο νάχει περάσει μετά το «άνοιγμα…») . Τέλειωσε, άναψαν τα φώτα. Τότε φίλοι μου παρουσιάστηκε μπροστά μου ένας άλλος κόσμος. Αυτός που δεν σουλατσάρει στα πάρκα και στις πλατείες της Κούβας. Καλοντυμένος, όμορφος, κομψός, χαμηλών τόνων. Ιδίως οι κυρίες κομψές και απλές, το ντύσιμο χωρίς υπερβολές, κυρίως κουλτουριάρικο, δεν είχε ελλείψεις.
Οι μέρες παραμονή μας στην Αβάνα κάποτε τελειώνουν. Πρέπει να πάμε και στα άλλα λιμανάκια. Τι χαρά που αφήναμε το λιμάνι με τα βρώμικα νερά!! Μόνο μπλε δεν ήταν. Κίτρινα, καφέ, πράσινα. Έτσι κι΄ έπεφτες μέσα δε γλύτωνες την αρρώστια. Ξεκινούσαμε κανονική κρουαζιέρα. Αγαλλίαση. Έσχιζε το καράβι το βαθύ μπλε το πράσινο νησί δεξιά μας, ο καθαρός αέρας, ο ήλιος, η πάντα ήρεμη θάλασσα. Περνάμε έξω από το Veradero. Τη μεγαλύτερη λένε παραλία της Καραϊβικής. Κάποτε την επισκεφθήκαμε 4-5 άτομα. Ήμασταν μόνο εμείς. Κάναμε το μπάνιο μας, το ξενοδοχείο σχεδόν κλειστό. Δεν υπήρχε γκρουπ τουριστών, γι αυτό δεν ήταν οργανωμένοι Πάμε στον υπαίθριο χώρο του για μπύρα, δεν είχε μπύρες, πήραμε τηγανητή παπάγια, κι΄ένα ζεστό αναψυκτικό!!!!!. Τα ψυγεία δε δούλευαν. Φύγαμε απογοητευμένοι. Σ’ αυτά τα μικρά μέρη βλέπαμε όλο τον κοινωνικό ιστό, την καθημερινή ζωή. Γραφικά λιμανάκια με τα μεγάλα εντυπωσιακά κάστρα τους, ένα θαυμάσιο λιμάνι στο Trinidad, σε συνδυασμό με το κάστρο, μια στενή είσοδος, ανάμεσα από πύργους και απότομα βουνά. Κάναμε μια είσοδο στο Τρίνιδαδ, που τέτοια δεν έχω ξανακάνει σε κανένα μέρος του κόσμου. Μπαίναμε σ΄ένα στενό στόμιο, δεξιά να είναι ένα απότομο βουνό, μ΄ ένα τεράστιο πύργο πάνω του , κι αριστερά ένα καταπράσινο ακατοίκητο νησί. Μπροστά βλέπαμε μόνο πράσινα βουνά. Πίσω τους δεν ξέραμε τι βρίσκεται. Κανένα κτίσμα, καμιά ανθρώπινη παρουσία. Και μόλις περάσαμε το στόμιο του κόλπου μπήκαμε σε μια πελώρια λίμνη γεμάτη κάστρα και στο βάθος το Trinidad.
Οι δρόμοι σ’ αυτές τις πόλεις, αρχιτεκτονικά χαραγμένοι με τα φαρδιά πεζοδρόμια, τα ξύλινα πολύχρωμα, αεράτα σπίτια, με τη κουνιστή ψάθινη πολυθρόνα στο μπαλκόνι, ανοιχτές πόρτες και παράθυρα, μαγαζάκια μικρά, ήρεμη ζωή μες στη φύση. Το βράδυ να βρίσκεις στη βόλτα σου μια αλάνα με μια εξέδρα στη μέση, και πάνω οι γνωστοί μας πλέον καλλιτέχνες της Κούβας. Κι ο κόσμος να μην παίρνει ανάσα. Ο Κουβανέζικος ρυθμός να μεσουρανεί. Αυτοί που αργότερα βγήκαν έξω από τα σύνορα τους, που τόσο αγαπήθηκε η μουσική τους, αλλά μόνο όταν την ακούσεις εκεί, θα μπει στο είναι σου, και θα την καταλάβεις.
Αρχιτεκτονικοί ρυθμοί, κάθε εποχής κι εδώ. Santiago de Cuba, δεύτερο μεγάλο λιμάνι της χώρας, όπως προανέφερα, και πάντα πηγαίναμε. Δίπλα στα ιστορικά βουνά της Sierra Maestra, του βουνού που κρύβονταν οι αντάρτες, που ξεκίνησε η επανάσταση. Santiago κτισμένη σε λόφο , εδώ δεν έχει πεδιάδες . Εδώ κατοικούν οι σκληροπυρηνικοί του καθεστώτος. Εδώ η καρδιά της επανάστασης Οι 95 στους 100 είναι καταδότες. Προσέξετε μας έλεγαν. Εδώ δε κάνουν στραβά μάτια. Φόβος και τρόμος για τις κοπέλες που πλησιάζεις. Μια πλατεία με εκκλησία, και ένα ξενοδοχείο, ένα γκρουπ με τρία άτομα να παίζουν τους κουβανέζικους ρυθμούς, αλλά εδώ δε μαζεύονται για χορό, δεν είδα αλεγρία . Άνθρωποι σοβαροί, κλειστοί. Αλλά το κέντρο και οι γύρω δρόμοι φίλοι μου, σαν να φτιάχτηκαν από καλλιτέχνη, κάθε γωνίτσα την ιδιαιτερότητα της, ο ευρωπαϊκός ρυθμός σε όλη του τη η δόξα. Εδώ δεν βλέπεις χρώματα, αλλά μάρμαρο .
Μας πήγαν εκδρομή στη Sierra Maestra . Μέσα στο καταπράσινο βουνό, ανάμεσα από φαράγγια, λόφους, και κάθε τόσο στους δρόμους, μνημεία, μικρά ή μεγάλα. Μνημεία πεσόντων αγωνιστών. Θαυμάσιο τοπίο.
Ένα βράδι έρχεται ο λοστρόμος στο πλοίο, ματωμένα τα μπράτσα του, και τα πόδια του, σκισμένο το παντελόνι του. Ρε τι έγινε; Τον ρωτάμε. Γνώρισα μια κοπελιά, μας λέει. Σήμερα είχαμε ραντεβού, με βλέπει και με νόημα μου λέει ακολούθα. Είχε βραδιάσει. Μπαίνει στο λεωφορείο, μπαίνω κι΄εγώ, μακριά απ΄ αυτή. Περάσαμε τη πόλη, έξω πίσσα σκοτάδι, θάμνοι και δάση. Σε μια στάση κατεβαίνει, κατεβαίνω κι΄εγώ από την άλλη πόρτα. Περιμένομε να φύγει το λεωφορείο. Δεξιά μας απέραντη έκταση όλο θάμνοι και στο σκοτάδι δεν ξεχώριζα τι είδος βλάστηση ήταν. Έλα λέει μαζί μου, πάμε. Και μπαίνουμε μέσα σ΄ αυτούς του θάμνους προχωρούσαμε με δυσκολία, τα κεφάλια μας ξεχώριζαν και έπρεπε να βαδίζουμε σκυφτοί. Τα πόδια μας τα χέρια μας να μπερδεύονται στα αγκάθια. Τελικά φτάνουμε σ΄ένα μέρος λίγο καθαρό από θάμνους αλλά πάνω από δυο μέτρα δεν ήταν. Μετά από τις αγκαλιές και τα φιλιά, βγάζει μια εφημερίδα, την απλώνει, κι εκεί ξαπλώνει. Εγώ ξάπλωσα πάνω της, δεν είχα και που αλλού να ξαπλώσω, αλλά τα γόνατα μου και οι αγκώνες μου, υπέφεραν. Αλλά ήταν θαυμάσιο παιδιά μας λέει. Εκεί στην ερημιά στους κάμπους της Κούβας, στο νυχτερινό αέρα, κάτω από τ΄ άστρα!!!
Attachments
-
43,9 KB Προβολές: 222
Last edited by a moderator: