travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
Αργότερα οδηγήσαμε λίγο βόρεια να δούμε τον καταρράκτη Montmorency και το νησί Ile d' Orleans, του οποίου κάναμε το πλήρη κύκλο. Άξιζαν και τα δύο. Ειδικά ο καταρράκτης που έχει ξύλινα μονοπάτια για να τον δεις από όλες τις μεριές.
Κάπου στις 2 το μεσημέρι ξεκινήσαμε με προορισμό το Kingston, μια πόλη που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Οντάριο. Η απόσταση ήταν πάνω από 550 χιλιόμετρα και με τις στάσεις για φωτογραφίες, συν το κομφούζιο όταν περνούσαμε από το Μόντρεαλ, φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας κατά τις δέκα το βράδυ. Ευτυχώς βρήκαμε μια πιτσαρία την ώρα που έκλεινε και φάγαμε κάτι. Στον Καναδά δεν είναι να αργείς το φαγητό, κι εμείς με το τρέξιμο που κάναμε πολλές φορές δεν προλαβαίναμε να φάμε τίποτα, εκτός από μπισκότα που είχαμε για τέτοιες περιπτώσεις.
Την άλλη μέρα πρωί - πρωί βγήκαμε στην πόλη και ήταν απίθανη. Παλιά κτίρια και όμορφα σπίτια με κήπους (χωρίς φράχτες εννοείται) έδεναν τέλεια. Ήταν πρωί και οι δρόμοι ήταν έρημοι. Σε ένα φανάρι πήγα να περάσω, ενώ είχε κόκκινο για πεζούς, και μου την έπεσε ένας Καναδός. Τον κοιτάζω δείχνοντάς του τους έρημους δρόμους κι εκείνος συνέχισε τα δικά του. Κι εγώ συνέχισα το δρόμο μου. Άμα συνεχίζουν οι Έλληνες να πηγαίνουν στη χώρα τους, θα τους μάθουμε ότι μερικές φορές δε χρειάζεται να είμαστε στρατιωτάκια. Όποιος έχει αντίρρηση να πιεί ξύδι.
Εκεί στη βόλτα και έξω από μια ορθόδοξη εκκλησούλα μας εντόπισε ένας ηλικιωμένος Ελληνοκαναδός και μόνο που δε μας πήρε σπίτι του να μας κεράσει.
Εμείς όμως πήγαμε να κάνομε μια μικρή κρουαζιέρα στα «χίλια νησιά». Βέβαια είδαμε μια δεκαριά. Ωραία ήταν.
Το μεσημεράκι φύγαμε για Τορόντο. Φτάσαμε στο μέρος που θα μέναμε και είδαμε ένα σχεδόν άθλιο ξενοδοχείο με λούμπεν στοιχεία να τριγυρνούν μέσα κι έξω. Ο τύπος στη ρεσεψιόν ήθελε να πληρώσουμε ντε και καλά μόνο μετρητά. Τα δωμάτια αν και όχι τόσο καθαρά ήταν στο όριο της αντοχής μας.
Η απογευματινή μας βόλτα στην πόλη είχε πρώτα-πρώτα επίσκεψη και ανέβασμα στον πύργο CN Tower. Ανεβήκαμε και το θέαμα ήταν πολύ καλό. Το ύψος του πύργου είναι κάπου 550 μέτρα, αλλά το επίπεδο που επισκέπτεται ο κόσμος είναι νομίζω μέχρι τα 350. Βλέπεις τα πάντα ένα γύρο. Βέβαια στο περιστρεφόμενο εστιατόριο δεν καθίσαμε να φάμε.
Το βράδυ βρεθήκαμε στην Queen Street με τα ξενυχτάδικα (σικ!) και κάτσαμε να φάμε σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Ο Έλληνας ιδιοκτήτης έλειπε και τη διαχείριση είχε ένας Αλβανός, που όμως μιλούσε μια χαρά τα ελληνικά.
Τις μέρες αυτές ο Καναδάς είχε ένα από τους μεγαλύτερους καύσωνες των τελευταίων ετών. Η κατάσταση ήταν αφόρητη: 35 βαθμούς Κελσίου κάθε μέρα και υγρασία φουλ. Ούτε στην Ινδία να ήμασταν.
Την άλλη μέρα το πρωί μας περίμενε μια έκπληξη βάζοντας μπρος το αυτοκίνητο: μας έβγαλε μια ένδειξη με το μήνυμα «advance track». Κοιτάζω το βιβλίο του οδηγού και έλεγε ότι σε αυτή την περίπτωση να πάμε στο πιο κοντινό συνεργείο. Ωραία! Και δεν είχαμε και πλοηγό. Μόνο ένα χάρτη του Μόντρεαλ με το κέντρο της πόλης. Τέλος πάντων, ρωτάμε τον ανεκδιήγητο ρεσεψιονίστα, που θα βρούμε συνεργείο της Ford, και ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που τον συμπάθησα: απέναντι, δεν το βλέπετε! Τρελή χαρά που τόσο εύκολα θα λύναμε το πρόβλημα. Πάμε εκεί και προσπαθούσαμε να συνεννοηθούμε γιατί μας έλεγαν ότι δεν είναι τίποτα. Εμείς διστάζαμε και τότε μας εμφανίζουν τον Σταμάτη, ένα Έλληνα που δούλευε εκεί. Μας καθησύχασε και φύγαμε για αν ξαναπάμε στο κέντρο της πόλης. Σε λίγο το μήνυμα στο καντράν είχε εξαφανιστεί δια παντός.
Επισκεφτήκαμε την ελληνική συνοικία του Τορόντο (στο Danforth St.). Σα να ήμασταν στην Κυψέλη. Παντού ελληνικά. Ο Γιάννης πάει με χαρά να μιλήσει σε μια παρέα, να τους πει ότι ερχόμαστε από Ελλάδα κι εκείνοι τον έγραψαν κανονικά. Κάναμε λίγη βόλτα και φύγαμε.
Πήγαμε στο Royal Ontario Museum, που ήταν ένας αχταρμάς εκθεμάτων, από τούρκικες στολές του 17ου αιώνα μέχρι πλαστικούς τεράστιους δεινόσαυρους. Γι αυτό εγώ δεν πολυπηγαίνω σε μουσεία. Συχνά απογοητεύομαι.
Συνεχίσαμε λοιπόν το πρόγραμμά μας για καταρράκτες Νιαγάρα. Απόσταση 130 χιλιόμετρα. Φτάσαμε νωρίς το απόγευμα σε ένα φτηνό αλλά ωραιότατο μοτέλ. Το είχαν κάτι Ινδοί. Γενικά στην Αμερική πολλά μοτέλ τα δουλεύουν ασιάτες. No problem.
Οι καταρράκτες τέλειοι! Μπορεί να είναι μικρότεροι σε νερά από τους Ιγκουασού και Βικτώρια, αλλά είναι πολύ όμορφοι. Πήραμε και ένα καραβάκι και πλησιάσαμε πιο κοντά, σχεδόν μέσα σε ένα από τα δύο τμήματα: Στο καναδέζικο.
Το Αμερικάνικο τμήμα:
Και τα δύο τμήματα των καταρρακτών, αριστερά το Αμερικάνικο, δεξιά το Καναδέζικο:
Μετά είπαμε να πάμε μια βόλτα στη γέφυρα Rainbow, που συνδέει Αμερική και Καναδά. Βάλαμε μισό δολάριο σε ένα μηχάνημα και μας αφήνει να περάσομε στη γέφυρα. Κανένας έλεγχος από κανέναν. Περνούσαν πολλοί. Κάναμε τη βόλτα μας στη γέφυρα θαυμάζοντας τους καταρράκτες και από τις δύο χώρες. Στη μέση η γέφυρα έλεγε: μπρος Αμερική πίσω Καναδάς. Αστειευόμασταν πηγαίνοντας μια στη μια και μια στην άλλη χώρα. Όταν αποφασίσαμε να επιστρέψομε υπήρχε μία έκπληξη: χρειαζόταν διαβατήριο! Ευτυχώς τα κρατούσαμε μαζί μας. Καλά, λέω στον ελεγκτή, αν δεν τα είχαμε μαζί μας τι θα γινόταν; Θα πηγαίνατε πίσω στην Αμερική. Μα εμείς δεν ήρθαμε από εκεί, του λέω. Πάντως στον Καναδά δε θα μπαίνατε, μου λέει. Πιστεύω κάτι θα γινόταν, αλλά για φαντάσου!
Από τη γέφυρα:
Το βράδυ στην πόλη χαμός από κόσμο. Μαγαζιά και κατά τις 10 ένα υπέροχο θέαμα: πυροτεχνήματα στους καταρράκτες! Άξιο της αμερικάνικης κουλτούρας και της εμπορευματοποίησης κάθε φυσικής ομορφιάς.
Η περιοχή όμως δεν έχει μόνο τους καταρράκτες. Λίγο βορειότερα είναι το χωριό Niagara on the Lake. Είναι στην είσοδο της λίμνης Οντάριο. Υπενθυμίζω ότι ο ποταμός Νιαγάρας συνδέει τις δύο λίμνες Οντάριο και Έρι. Και η διαδρομή μέχρι εκεί άξιζε, αλλά και το ίδιο το χωριό. Ο Νιαγάρας έχει μήκος μεταξύ των λιμνών κάπου 60 χιλιόμετρα (από το Buffalo στο Niagara on the Lake). Μεγάλο μήκος της διαδρομής που είδαμε ήταν φαράγγι με το Νιαγάρα μέσα.
Και λίγος ακόμα καταρράκτης από άλλο σημείο:
Μέσα από τη βάρκα που πήγαμε. Η φωτογραφία είναι με αδιάβροχη μηχανή. Μην κοιτάτε την ημερομηνία, είναι λάθος:





Κάπου στις 2 το μεσημέρι ξεκινήσαμε με προορισμό το Kingston, μια πόλη που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Οντάριο. Η απόσταση ήταν πάνω από 550 χιλιόμετρα και με τις στάσεις για φωτογραφίες, συν το κομφούζιο όταν περνούσαμε από το Μόντρεαλ, φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας κατά τις δέκα το βράδυ. Ευτυχώς βρήκαμε μια πιτσαρία την ώρα που έκλεινε και φάγαμε κάτι. Στον Καναδά δεν είναι να αργείς το φαγητό, κι εμείς με το τρέξιμο που κάναμε πολλές φορές δεν προλαβαίναμε να φάμε τίποτα, εκτός από μπισκότα που είχαμε για τέτοιες περιπτώσεις.

Την άλλη μέρα πρωί - πρωί βγήκαμε στην πόλη και ήταν απίθανη. Παλιά κτίρια και όμορφα σπίτια με κήπους (χωρίς φράχτες εννοείται) έδεναν τέλεια. Ήταν πρωί και οι δρόμοι ήταν έρημοι. Σε ένα φανάρι πήγα να περάσω, ενώ είχε κόκκινο για πεζούς, και μου την έπεσε ένας Καναδός. Τον κοιτάζω δείχνοντάς του τους έρημους δρόμους κι εκείνος συνέχισε τα δικά του. Κι εγώ συνέχισα το δρόμο μου. Άμα συνεχίζουν οι Έλληνες να πηγαίνουν στη χώρα τους, θα τους μάθουμε ότι μερικές φορές δε χρειάζεται να είμαστε στρατιωτάκια. Όποιος έχει αντίρρηση να πιεί ξύδι.



Εκεί στη βόλτα και έξω από μια ορθόδοξη εκκλησούλα μας εντόπισε ένας ηλικιωμένος Ελληνοκαναδός και μόνο που δε μας πήρε σπίτι του να μας κεράσει.
Εμείς όμως πήγαμε να κάνομε μια μικρή κρουαζιέρα στα «χίλια νησιά». Βέβαια είδαμε μια δεκαριά. Ωραία ήταν.




Το μεσημεράκι φύγαμε για Τορόντο. Φτάσαμε στο μέρος που θα μέναμε και είδαμε ένα σχεδόν άθλιο ξενοδοχείο με λούμπεν στοιχεία να τριγυρνούν μέσα κι έξω. Ο τύπος στη ρεσεψιόν ήθελε να πληρώσουμε ντε και καλά μόνο μετρητά. Τα δωμάτια αν και όχι τόσο καθαρά ήταν στο όριο της αντοχής μας.
Η απογευματινή μας βόλτα στην πόλη είχε πρώτα-πρώτα επίσκεψη και ανέβασμα στον πύργο CN Tower. Ανεβήκαμε και το θέαμα ήταν πολύ καλό. Το ύψος του πύργου είναι κάπου 550 μέτρα, αλλά το επίπεδο που επισκέπτεται ο κόσμος είναι νομίζω μέχρι τα 350. Βλέπεις τα πάντα ένα γύρο. Βέβαια στο περιστρεφόμενο εστιατόριο δεν καθίσαμε να φάμε.




Το βράδυ βρεθήκαμε στην Queen Street με τα ξενυχτάδικα (σικ!) και κάτσαμε να φάμε σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Ο Έλληνας ιδιοκτήτης έλειπε και τη διαχείριση είχε ένας Αλβανός, που όμως μιλούσε μια χαρά τα ελληνικά.
Τις μέρες αυτές ο Καναδάς είχε ένα από τους μεγαλύτερους καύσωνες των τελευταίων ετών. Η κατάσταση ήταν αφόρητη: 35 βαθμούς Κελσίου κάθε μέρα και υγρασία φουλ. Ούτε στην Ινδία να ήμασταν.
Την άλλη μέρα το πρωί μας περίμενε μια έκπληξη βάζοντας μπρος το αυτοκίνητο: μας έβγαλε μια ένδειξη με το μήνυμα «advance track». Κοιτάζω το βιβλίο του οδηγού και έλεγε ότι σε αυτή την περίπτωση να πάμε στο πιο κοντινό συνεργείο. Ωραία! Και δεν είχαμε και πλοηγό. Μόνο ένα χάρτη του Μόντρεαλ με το κέντρο της πόλης. Τέλος πάντων, ρωτάμε τον ανεκδιήγητο ρεσεψιονίστα, που θα βρούμε συνεργείο της Ford, και ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που τον συμπάθησα: απέναντι, δεν το βλέπετε! Τρελή χαρά που τόσο εύκολα θα λύναμε το πρόβλημα. Πάμε εκεί και προσπαθούσαμε να συνεννοηθούμε γιατί μας έλεγαν ότι δεν είναι τίποτα. Εμείς διστάζαμε και τότε μας εμφανίζουν τον Σταμάτη, ένα Έλληνα που δούλευε εκεί. Μας καθησύχασε και φύγαμε για αν ξαναπάμε στο κέντρο της πόλης. Σε λίγο το μήνυμα στο καντράν είχε εξαφανιστεί δια παντός.
Επισκεφτήκαμε την ελληνική συνοικία του Τορόντο (στο Danforth St.). Σα να ήμασταν στην Κυψέλη. Παντού ελληνικά. Ο Γιάννης πάει με χαρά να μιλήσει σε μια παρέα, να τους πει ότι ερχόμαστε από Ελλάδα κι εκείνοι τον έγραψαν κανονικά. Κάναμε λίγη βόλτα και φύγαμε.


Πήγαμε στο Royal Ontario Museum, που ήταν ένας αχταρμάς εκθεμάτων, από τούρκικες στολές του 17ου αιώνα μέχρι πλαστικούς τεράστιους δεινόσαυρους. Γι αυτό εγώ δεν πολυπηγαίνω σε μουσεία. Συχνά απογοητεύομαι.
Συνεχίσαμε λοιπόν το πρόγραμμά μας για καταρράκτες Νιαγάρα. Απόσταση 130 χιλιόμετρα. Φτάσαμε νωρίς το απόγευμα σε ένα φτηνό αλλά ωραιότατο μοτέλ. Το είχαν κάτι Ινδοί. Γενικά στην Αμερική πολλά μοτέλ τα δουλεύουν ασιάτες. No problem.

Οι καταρράκτες τέλειοι! Μπορεί να είναι μικρότεροι σε νερά από τους Ιγκουασού και Βικτώρια, αλλά είναι πολύ όμορφοι. Πήραμε και ένα καραβάκι και πλησιάσαμε πιο κοντά, σχεδόν μέσα σε ένα από τα δύο τμήματα: Στο καναδέζικο.


Το Αμερικάνικο τμήμα:

Και τα δύο τμήματα των καταρρακτών, αριστερά το Αμερικάνικο, δεξιά το Καναδέζικο:



Μετά είπαμε να πάμε μια βόλτα στη γέφυρα Rainbow, που συνδέει Αμερική και Καναδά. Βάλαμε μισό δολάριο σε ένα μηχάνημα και μας αφήνει να περάσομε στη γέφυρα. Κανένας έλεγχος από κανέναν. Περνούσαν πολλοί. Κάναμε τη βόλτα μας στη γέφυρα θαυμάζοντας τους καταρράκτες και από τις δύο χώρες. Στη μέση η γέφυρα έλεγε: μπρος Αμερική πίσω Καναδάς. Αστειευόμασταν πηγαίνοντας μια στη μια και μια στην άλλη χώρα. Όταν αποφασίσαμε να επιστρέψομε υπήρχε μία έκπληξη: χρειαζόταν διαβατήριο! Ευτυχώς τα κρατούσαμε μαζί μας. Καλά, λέω στον ελεγκτή, αν δεν τα είχαμε μαζί μας τι θα γινόταν; Θα πηγαίνατε πίσω στην Αμερική. Μα εμείς δεν ήρθαμε από εκεί, του λέω. Πάντως στον Καναδά δε θα μπαίνατε, μου λέει. Πιστεύω κάτι θα γινόταν, αλλά για φαντάσου!
Από τη γέφυρα:



Το βράδυ στην πόλη χαμός από κόσμο. Μαγαζιά και κατά τις 10 ένα υπέροχο θέαμα: πυροτεχνήματα στους καταρράκτες! Άξιο της αμερικάνικης κουλτούρας και της εμπορευματοποίησης κάθε φυσικής ομορφιάς.




Η περιοχή όμως δεν έχει μόνο τους καταρράκτες. Λίγο βορειότερα είναι το χωριό Niagara on the Lake. Είναι στην είσοδο της λίμνης Οντάριο. Υπενθυμίζω ότι ο ποταμός Νιαγάρας συνδέει τις δύο λίμνες Οντάριο και Έρι. Και η διαδρομή μέχρι εκεί άξιζε, αλλά και το ίδιο το χωριό. Ο Νιαγάρας έχει μήκος μεταξύ των λιμνών κάπου 60 χιλιόμετρα (από το Buffalo στο Niagara on the Lake). Μεγάλο μήκος της διαδρομής που είδαμε ήταν φαράγγι με το Νιαγάρα μέσα.


Και λίγος ακόμα καταρράκτης από άλλο σημείο:



Μέσα από τη βάρκα που πήγαμε. Η φωτογραφία είναι με αδιάβροχη μηχανή. Μην κοιτάτε την ημερομηνία, είναι λάθος:
